Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Καλή Χρονιά


*
Δεν γνωρίζω πώς ακριβώς, (σίγουρα πρέπει να αγωνιστούμε όλοι) αλλά πιστεύω ότι τη νέα χρονιά θα βρούμε τη λύση - Όλοι Μαζί ...
*
Να 'στε όλοι καλά και θα τα ξαναπούμε σύντομα ...
*
Ερρωσθε
                                                                           stavrosx1

Η Ελλάδα πεθαίνει;; Θα την αφήσουμε;

Η Ελλάδα πεθαίνει;; στο χέρι μας είναι.. ΛΕΥTΕΡΙΑ ΡΕ!!!!!!



Σήμερα πίνουμε και τσουγκρίζουμε όλοι!!!
Ευχόμαστε κι Ορκιζόμαστε
'Να μην αφήσουμε την Χώρα μας Να Πεθάνει'.
Αγώνας μέχρι την Νίκη, μέχρι τη Λευτεριά!!!!
Καλή Αντάμωση στα Γουναράδικα Αδέλφια

......υγεία στον καθένα προσωπικά και "Καλό Βόλι" σε όλους μας!


από sibilla

«Θέλουμε να γίνουμε Έλληνες»

«Θέλουμε να γίνουμε Έλληνες»

Φιλέλληνες από όλη την Ευρώπη ζητούν την ελληνική υπηκοότητα

Η γαλλική «σπίθα» που άναψε στο Διαδίκτυο μετουσιώθηκε σε ένα ένθερμο κίνημα. Σήμερα δεκάδες πολίτες ανά την Ευρώπη έχουν αιτηθεί συμβολικά της ελληνικής υπηκοότητας καταγγέλλοντας τη «δικτατορία των αγορών», που θέλει να τσακίσει έναν λαό που αντιστέκεται.
«Με μια επιστολή ζήτησα συμβολικά να πάρω και την ελληνική υπηκοότητα ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τη χώρα σας». Με αυτά τα λιτά λόγια η Κατρίν Ντεμπισί σκιαγραφεί το κίνημα που αναπτύσσεται στην Ευρώπη όπου μέσα από την εκδήλωση φιλελληνισμού καταγγέλλεται η «δικτατορία των αγορών».
Η εν λόγω Γαλλίδα είναι μια από τις δεκάδες ανθρώπων που σε ένδειξη αλληλεγγύης κάνουν αίτηση στις κατά τόπους πρεσβείες της Ελλάδας για να αποκτήσουν και την ελληνική υπηκοότητα.
Η ιδέα για τη μαζική υποβολή αιτήσεων αποτυπώνεται σε ένα κείμενο που κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο και έχει μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες. Κοινό αίτημα, ως κατάληξη, είναι η επιθυμία Ευρωπαίων πολιτών να λάβουν και την ελληνική υπηκοότητα ως μια έμπρακτη, συμβολική, συμπαράσταση στα δεινά των Ελλήνων που βρίσκονται στην καρδιά της χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής κρίσης.
Το κείμενο έχει ονομαστεί «Η έκκληση της Νάντης», αφού από αυτή την πόλη της Γαλλίας ξεκίνησε η πρωτοβουλία αλληλεγγύης προς την Ελλάδα με το σλόγκαν «είμαι και εγώ Ελληνας». Αυτό άλλωστε είναι και το μοτίβο στον διαδικτυακό τόπο http://jesuisgrec.blogspot.com. Η κίνηση έχει ήδη αρχίσει να καταγράφεται στις ελληνικές προξενικές αρχές με επίκεντρο τη Γαλλία, ενώ το έναυσμα φαίνεται ότι έδωσε η περίφημη -πλέον- σύνοδος των Κανών.
«Πράγματι υπάρχει αυτό το φαινόμενο να ζητείται διπλή υπηκοότητα εις ένδειξη συμπαράστασης μέσω ενός κειμένου που έχει ουμανιστικά χαρακτηριστικά.
Μέχρι στιγμής έχουν συγκεντρωθεί 180 συνολικά αιτήματα στα προξενεία μας», λέει ο κ. Ευθύμιος Αραβαντινός, εκπρόσωπος Τύπου στην ελληνική πρεσβεία στο Παρίσι. «Τα περισσότερα ηλεκτρονικά μηνύματα έφτασαν την περίοδο των Κανών και δηλώνουν την αλληλεγγύη τους, όμως μηνύματα εξακολουθούν να έρχονται».
«Είδα το κείμενο στο Ιντερνετ, το υπέγραψα και το έστειλα σε φίλους. Μου αρέσει πολύ η Ελλάδα, η φιλοσοφία της και ο χαμογελαστός λαός της. Έχω άλλωστε πολλούς φίλους Έλληνες», λέει στο «Εθνος της Κυριακής» η συγγραφέας Κατρίν Ντεπισί, η οποία πριν από τρία χρόνια απέκτησε σπίτι στην Κρήτη κοντά στην Αλμυρίδα του Αποκόρωνα.
«Αν και έχω την οικογένειά μου στη Γαλλία, τα παιδιά και τη μητέρα μου, περνώ αρκετό διάστημα στην Ελλάδα. Ζήτησα την ελληνική υπηκοότητα, χωρίς βέβαια να γνωρίζω εάν τη δικαιούμαι, συμβολικά. Δεν μου άρεσε η στάση της Ευρώπης και η έλλειψη σεβασμού προς την Ελλάδα».
Σε ανάλογο μήκος κύματος κινούνται και οι σκέψεις του κ. Πασκάλ Ρο που δηλώνει φίλος της Ελλάδας, έστω και αν δεν την έχει επισκεφθεί ποτέ. «Οταν είδα το κείμενο, είπα ότι ήταν ακριβώς αυτό που πρέπει να κάνουμε ως συμπαράσταση. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι ανοησία, νομίζω πρέπει να πούμε ότι «είμαστε όλοι Ελληνες».
Αν και στη Γαλλία υπάρχουν επίσης τεράστιες δυσκολίες, τουλάχιστον δεν αντιμετωπίζουμε προβλήματα με τα απαραίτητα όπως η διατροφή. Όμως η κατάσταση συνεχώς χειροτερεύει. Αυτό που γίνεται στην Ελλάδα θα συμβεί και σε άλλες χώρες. Νομίζω ότι η Ευρώπη βουλιάζει», επισημαίνει ο κ. Ρο, που κατοικεί κοντά στην πόλη Λοριάν της Βρετάνης.
Αυτοκινητιστής στο επάγγελμα, έχει λάβει μέρος σε ανθρωπιστικές αποστολές μη κυβερνητικών οργανώσεων στην Αφρική. «Καταλαβαίνω πώς νιώθετε, από την πίεση της νέας τάξης πραγμάτων. Πρέπει να θυμίσουμε ότι είμαστε άνθρωποι και όχι πιόνια σε μια σκακιέρα που τα μετακινούν όπως θέλουν».
Αν και επίκεντρο της φιλελληνικής κίνησης είναι η Γαλλία, ανάλογα αιτήματα προωθούνται και σε άλλες χώρες, όπως στην Ολλανδία. Σύμφωνα με το γραφείο Τύπου της πρεσβείας στη Χάγη, υπήρξαν ήδη αιτήματα ανθρώπων που «αισθάνονται Έλληνες στην καρδιά».

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

Στο κείμενο που έχει αναρτηθεί στο Διαδίκτυο, υπάρχουν επίσης αναφορές για την έλλειψη οράματος, τη δικτατορία των αγορών, αλλά και παραλληλισμοί με την εποχή που ο Χίτλερ εισέβαλε στην Τσεχοσλοβακία, την οποία άφησαν αβοήθητοι οι σύμμαχοί της...

«Αγανακτισμένοι από τη δειλία και την έλλειψη οράματος των δυτικών κυβερνήσεων ενάντια στη δικτατορία των χρηματαγορών..., και εξαγριωμένοι από την ταπείνωση στην οποία υπόκειται σήμερα ο ελληνικός λαός, κατηγορούμενος αδιάντροπα για ασωτία και απάτη, συλλογικά υποδεικνυόμενος ως ένοχος χωρίς να μπορέσει να αυτοϋπερασπιστεί, καταδικασμένος σε μία ατελείωτη λιτότητα και στη μετάνοια με όρους που θυμίζουν τον λόγο του στρατάρχη Πετέν το 1940 για την ηθική τάξη...
Δεν ξεχνάμε ότι αυτοί που σήμερα θυσιάζουν την Ελλάδα στον βωμό της κερδοσκοπίας, κάνοντας πως ελπίζουν ότι ο οικονομικός φασισμός θα ικανοποιηθεί με αυτήν τη μικρή χώρα και ότι οι ίδιοι θα γλιτώσουν...
Είναι αυτοί οι ίδιοι που εγκατέλειψαν την Τσεχοσλοβακία στον Αδόλφο Χίτλερ στο Μόναχο το 1938, ελπίζοντας πως θα του αρκούσε αυτή η καινούργια λεία που του προσέφεραν, αφού είχαν πριν παρατήσει τη δημοκρατική Ισπανία.
Δεν αντέχουμε πια να βλέπουμε τους νεόπλουτους (1% του πληθυσμού παγκοσμίως) να θριαμβεύουν, αγνοώντας το αληθινό ηθικό χρέος που η Ανθρωπότητα οφείλει στο ελληνικό έθνος, διότι έδωσε στη Ευρώπη τον πρώτο σπόρο μιας άμεσης δημοκρατίας βασισμένης ακριβώς στην κατάργηση των χρεών και στη χειραφέτηση των πολιτών από τη δουλεία τους, πριν από 2.500 χρόνια».

Η αίτηση για την απόκτηση ελληνικής υπηκοότητας

«Κύριε Πρέσβη,
Αλληλέγγυος προς τη χώρα σας, ο/η υπογράφων/ουσα ζητώ προσωπικά να καταμετρηθώ ως Ελληνας/ίδα από καρδιάς και να αποκτήσω τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όσων έχουν διπλή υπηκοότητα, για να ασκήσω αυτή τη διεθνική εθνικότητα με σκοπό να εγκαθιδρύσουμε μία παγκόσμια δημοκρατία ελευθερίας και ισότητας, 25 αιώνες μετά τον Σόλωνα, τον Κλεισθένη και τον Περικλή».
newsbeast.grhttp://www.newsbeast.gr/greece/arthro/282010/theloume-na-ginoume-ellines/

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Γαλλία: σπόρους μιας χρήσης επιβάλλει η Monsanto...

(...) Η ωμή παρέμβαση της εταιρείας Monsanto στον τρόπο λειτουργίας της αγροτικής παραγωγής στη Γαλλία αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα. Και αυτό διότι, την ώρα που το Συμβούλιο του Κράτους καταργούσε τη μέχρι σήμερα απαγόρευση της καλλιέργειας μεταλλαγμένων σπόρων στην Γαλλία, το γαλλικό Κοινοβούλιο υιοθετούσε μια πρόταση νόμου του...
κυβερνώντος κόμματος -ιδιαιτέρως αμφιλεγόμενη- διά της οποίας αλλάζει ριζικά η δομή της γεωργίας στη χώρα.
Με την επιβολή της νέας νομοθετικής ρύθμισης στη Γαλλία (την οποία υιοθέτησε το γαλλικό Κοινοβούλιο στις 28 Νοεμβρίου, ενώ είχε ήδη λάβει την έγκριση της Γερουσίας) θα επιβάλλονται χρηματικές κυρώσεις σε όποιον αγρότη δεν υποβάλει δήλωση για το είδος των σπόρων που χρησιμοποιεί και κρατά για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τους ίδιους σπόρους στις καλλιέργειές του, επαναχρησιμοποιήσει δηλαδή από χρονιά σε χρονιά τους δικούς του σπόρους.
(...) Οι Γάλλοι αγρότες καταγγέλλουν το γεγονός ότι η νέα ρύθμιση στην ουσία «δολοφονεί» την παραδοσιακή γεωργία. (...) Η γαλλική κυβέρνηση, όμως, υπερασπίζεται εαυτήν υποστηρίζοντας ότι μόνη της δεν είναι σε θέση να χαράξει ανεξάρτητη πολιτική επί του θέματος και να απαγορεύσει την καλλιέργεια μεταλλαγμένων σπόρων, λόγω των νομικών κενών που διέπουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ο Γάλλος υπουργός Γεωργίας, Μπρουνό Λεμέρ, από την πλευρά του δήλωσε πως «η ιδέα είναι να μη σταματήσει η έρευνα με στόχο τη βελτίωση των καλλιεργειών», αλλά και πως «δεν μπορεί η παραδοσιακή γεωργία να εξακολουθήσει να έχει τη μορφή που έχει σήμερα, δεν γίνεται να λειτουργεί ανεξέλεγκτα».
(...) Ο διευθύνων σύμβουλος της πολυεθνικής Monsanto στη Γαλλία, Γιαν Φισέ, εξέφρασε την ικανοποίησή του στο μεταξύ για το γεγονός ότι «το δίκαιο επιτέλους κερδίζει έδαφος, διότι από το 2007 οι αγρότες έχουν στερηθεί την επιλογή και την πρόσβαση στους μεταλλαγμένους σπόρους, τα οφέλη των οποίων εκατομμύρια άλλοι αγρότες σε ολόκληρο τον πλανήτη απολαμβάνουν εδώ και χρόνια». [
                                                                                                                     enet.gr, μέσω "aksioprepeiakantoxh"

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Κληροδοτήσαμε στα παιδιά μας την ήττα…

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011
Θεωρείται σχεδόν δημοσιογραφικό κλισέ. Στον πρόλογο των συνεντέυξεων να επιχειρείς να βάλεις σε μια σειρά επίθετα που χαρακτηρίζουν τον συνομιλητή σου. Αν δεν τα καταφέρεις ή αν το βρίσκεις δύσκολο το αποδίδεις σε άλλους. «Κάποιοι λένε…», «τον θεωρούν…», κλπ. Με τον Γιώργο Κιμούλη είναι ζόρικα τα πράγματα. Οχι μόνο γιατί στις συνεντεύξεις ξεκαθαρίζει από την αρχή πως βρίσκει κάτι «αναίτιο» αλλά γιατί είναι τόσο καθαρός ο λόγος του ακόμα κι όταν σου εξηγεί ενώ πατάς το rec για την μαγνητοφώνηση : «Η συνέντευξη έχει μια μορφή έπαρσης. Οτι ο λόγος μας έχει αξία, οφείλει να δημοσιοποιείται».
Αυτό είναι η αρχή. Ακολουθεί μια κουβέντα για πολλά θέματα. Και στο τέλος συνειδητοποιείς ότι μόνο ένα επίθετο μπορείς να αποδώσεις σχετικά εύκολα στον Γιώργο Κιμούλη: «Απλά…περίπλοκος».
- Ας ξεκινήσουμε με μια κουβέντα για το μέσο που φιλοξενούμαστε. Η σχέση σας με την τεχνολογία, τα νέα μέσα, το internet ποια είναι;
Kαλή σχέση έχω. Περισσότερο, πληροφορίες ψάχνω. Δεν σερφάρω άσκοπα. Το διαδίκτυο είναι μια μεγάλη βιβλιοθήκη. Με πολλές ανοησίες μέσα αλλά και με πολύ σημαντικά πράγματα. Ενας τόπος τόσο ανοιχτός που έχει τρομακτικό ενδιαφέρον. Αλλά είναι και επικίνδυνος.
- Επικίνδυνος σε τι;
Στο να σε σπρώξει στην παγίδα να πιστέψεις ότι η πληροφορία είναι γνώση. Μια παγίδα στην οποία έχουν πέσει αρκετοί. Κάθε ανοιχτός χώρος έχει αυτή την επικινδυνότητα. Δεν ελέγχεται. Αλλά μήπως αυτό είναι καλύτερο;
- Είστε υπέρ του μη ελέγχου αυτού του ανοιχτού χώρου;
Εντελώς. Ο έλεγχος από που γίνεται; Από έναν θώκο εξουσίας. Κατ’ επέκταση αν έχει κάποιος ένα οποιοδήποτε αντιεξουσιαστικό συναίσθημα, αντιδρά σ’ αυτού του είδους τον έλεγχο. Δεν μπορεί να υπάρξει έλεγχος, εκτός από τον έλεγχο που κάνουμε εμείς στον εαυτό μας ανάλογα με την προσωπική μας νομοθεσία και τον προσωπικό μας πολιτισμό. Παραδείγματος χάρη, στο διαδίκτυο κυκλοφορούν πάρα πολλά πράγματα και για μένα. Υβριστικά, ψευδή. Αλλά μήπως αντίστοιχα εγώ δεν τα έχω δει όλα αυτά και στον έντυπο Τύπο; Ο οποίος υποτίθεται ότι είναι και ελεγχόμενος, είναι και ενυπόγραφος.
- Μιλάτε για τις κριτικές;
Οι κριτικές είναι το λιγότερο. Μιλώ για ένα σωρό ρεπορταζιακού τύπου αναφορές στο όνομά μου.
- Αν οι κριτικές είναι το λιγότερο τότε γιατί απαντάτε σ’ αυτές;
Σε ποιες κριτικές απάντησα; Δύο φορές το έκανα, καί μάλιστα όχι για παράσταση που συμμετείχα εγώ. Είχε απλώς φτάσει ο κόμπος στο χτένι. Ο τρόπος, που αντιμετωπίζουν ένα καλλιτεχνικό έργο, είναι αγράμματος και απαράδεκτος. Ένιωσα πως έπρεπε ν’ αντιδράσω. Και θα το κάνω ξανά, αν κρίνω πως χρειάζεται. Το διαδίκτυο το οποίο χρησιμοποίησα για να γράψω την κριτική μου στις υβριστικές κριτικές, επιτρέπει αυτή την ακτιβιστική συμπεριφορά. Δεν χρειάζεται να γράφεις κάθε μέρα, δεν πληρώνεσαι γι αυτό, δεν είσαι υποχρεωμένος.
- Τα κείμενά σας πάντως είναι…συγκρουσιακά.
Λέτε; Είναι λίγο της μόδας μια πασιφιστική συμπεριφορά στους ανθρώπους. Εγώ δεν την καταλαβαίνω. Γιατί πάνω απ’ όλα είναι ψευδής. Οι άνθρωποι διατηρούν την βιαιότητά τους με έναν πρωτοφανή τρόπο. Γίνονται όλο και πιο βίαιοι. Κατ’ αρχάς γίνονται βίαιοι συναισθηματικά. Οπότε θεωρώ πάρα πολύ περίεργο να εκπλήσσεται κάποιος εάν διαβάσει ένα κείμενο το οποίο εκφράζεται με έναν όχι και τόσο πολύ politically correct τρόπο.
- Πρώτα απ’ όλα εκπλήσσεται αυτός στον οποίο απευθύνεται το κείμενο.
Σ’ αυτόν λοιπόν στον οποίο απευθύνεται ένα κείμενο, τουλάχιστον τα δικά μου, έχει τόσες φορές βιαιοπραγήσει πάνω σε έργα ομοτέχνων μου, που κάποια στιγμή πρέπει να δεχθεί κι αυτός τη βιαιότητα. Τουλάχιστον της γραφής;
- Στη σκηνή είστε επίσης αυστηρός. Βάζετε τα όρια ανάμεσα σε σας και τον θεατή κι αν εκείνος τα ξεπεράσει αντιδράτε.
Παντού πρέπει να βάζουμε τα όρια, που πιστεύουμε, πως έχουμε σαν άνθρωποι. Άλλωστε αυτά τα όρια καθορίζουν αυτό που είμαστε. Κι εγώ στη σκηνή είμαι αυτό που είμαι. Δεν παίζω ρόλους . Με αφορμή κάποιο κείμενο εμφανίζω ένα μέρος της πολλαπλότητας που έχω ως άνθρωπος από τη στιγμή που όλοι οι άνθρωποι δεν είναι μονοσήμαντοι. Το εάν εμφανίζουμε στη ζωή μας μερικές από τις μάσκες συμπεριφορών, που έχουμε, είναι γιατί ή έτσι μας βολεύει, ή έτσι μας έχουν μάθει, ή έτσι μας έχουν επιβάλλει, ή έτσι νομίζουμε ότι είμαστε καλύτεροι ή ότι θα αρέσουμε περισσότερο. Αλλά ένας απ’ τους σκοπούς του θεάτρου είναι ακριβώς αυτός. Να πείσει τους ανθρώπους με έναν τρόπο να εμφανίζουν όλες τις μάσκες που ουσιαστικά έχουν μέσα τους.
- Στο έργο του Μπέρχαρντ, το «Απλά περίπλοκος» που ανεβάζετε στο Θέατρο Τέχνης, τι σας γοήτευσε;
Η περίπλοκη απλότητά του. Σε πρώτο επίπεδο είναι πολύ απλό. Από κει και πέρα με ενδιέφερε πάρα πολύ ο κατακερματισμένος λόγος του συγγραφέα. Ο τρόπος με τον οποίο κατασκευάζει κάτι ο Μπέρχαρντ με άφησε άναυδο όταν το πρωτοείδα και στη συνέχεια όταν πρωτοδιάβασα το κείμενο. Εχει μπει ουσιαστικά στον τρόπο λειτουργίας ενός ανθρώπινου εγκεφάλου που βρίσκεται στο μυαλό ενός γέροντα που εκ των πραγμάτων λειτουργεί κατακερματισμένα. Αρα αυτή η περίφημη ήττα του λόγου που ουσιαστικά την βιώνουμε τα τελευταία χρόνια της ανθρωπότητας, εδώ παρουσιάζεται σαν κάτι το φυσικό. Βλέπεις έναν άνθρωπο που παλεύει να αρθρώσει κάποιες σκέψεις και ο λόγος δεν του φτάνει. Γιατί ο λόγος ποτέ δεν έφτανε. Οταν μιλάμε και τελειώνουμε μια σκέψη πάντα υπάρχει ένα περίεργο συναίσθημα, αυτό που κρύβεται στην φράση »γαμώτο και πάλι δεν είπα αυτό που ήθελα να πω». Εδώ σ’ αυτόν τον γέροντα είναι εμφανές, έρχεται η ίδια η φύση να αποδείξει την αδυναμία της σκέψης. Γιατί η σκέψη είναι αδύναμη, είναι πεπερασμένη.
- Υποδύεστε έναν υπέργηρο, πρώην διάσημο ηθοποιό που βιώνει την απόλυτη μοναξιά και την ανέχεια. Τον ήρωα του έργου, όπως τον αναλύσατε, ποιο πιστεύετε ότι είναι το χειρότερο πράγμα που τον βρήκε στα 90 του χρόνια;
Κατάλαβε ότι ανοιχτότητα δεν σημαίνει να ανοίξει ο κόσμος για να σε δεξιωθεί. Αλλά σημαίνει ότι πρέπει να ανοίξεις εσύ για να δεξιωθείς τον κόσμο. Αλλά τώρα είναι αργά. Δεν έχει κόσμο. Βρίσκεται χαμηλά, σε ένα υπόγειο, και δεν έρχεται κανένας.
- Πρώτη φορά ερμηνεύετε μονόλογο…
Ναι. Το φοβόμουν πολύ και συνεχίζω να φοβάμαι. Εγώ πάντα ήμουν λάτρης της άποψης ότι το θέατρο κινείται σε ένα επίπεδο διαλόγου, κουβαλά έντονο το στοιχείο της απαντητικότητας. Γιατί υποκρίνομαι σημαίνει αποκρίνομαι. Πάντα είχα ανάγκη τον άλλον. Και πάλευα να με έχει ανάγκη κι αυτός. Γι αυτό και φοβόμουν να έχω ως συνομιλητή τον εαυτό μου. ‘Η ένα φανταστικό πρόσωπο. Περνώντας τα χρόνια όμως και χάνοντας τους ανθρώπους γύρω σου καταλαβαίνεις ότι οι συζητήσεις που κάνεις με τους ζωντανούς ανθρώπους λιγοστεύουν και αυξάνονται οι συζητήσεις που κάνεις με τους ανθρώπους που έχεις χάσει. Αυτό κάνει κι ο ήρωάς μου.
- Το Σλουθ συνεχίζεται και φέτος με μεγάλη επιτυχία. Πως αποτυπώνεται κατά τη γνώμη σας η επιτυχία ενός έργου;
Δυστυχώς πλέον μόνον από τα εισιτήρια που κάνει. Η καλλιτεχνική επιτυχία έχει άμεση σχέση μόνο με τον καλλιτέχνη. Ενα έργο τέχνης, ακόμα και σε τέχνες που θεωρούνται πληθυντικού αριθμού, όπως είναι το θέατρο, διατηρεί την ενικότητά του. Είναι το «θέλω» ενός ανθρώπου να εκφράσει ένα εσώτερο ενέργημα και να το δημοσιοποιήσει. Εκεί τελειώνει. Παύει να είναι δικό του. Το έργο αυτό αν αξίζει τον κόπο γίνεται κτήμα άλλων.
- Οταν δίνεις την ψυχή σου το κοινό το αναγνωρίζει…Καλλιτεχνικό κλισέ;
Εντελώς. Συνεντεύξεις. Στις συνεντεύξεις λέμε ότι θέλουμε. Η ψυχή μας δε χρειάζεται αναγνώριση.
- Τελευταία λόγω κρίσης η επιτυχία ενός έργου είναι δύσκολο να αποτυπωθεί στα εισιτήρια που κόβει;
Φυσικά η κρίση έχει αγγίξει όλους τους χώρους. Και το θέατρο. Πτώση κατακόρυφη.
- Είμαστε στη δίνη μιας μεγάλης κρίσης. Τι νομίζετε ότι φταίει;
Φταίει η απότομη ανάδυση στην πραγματικότητα από τον χώρο του φαντασιακού. Οπου δεν ξέρει κανείς ποια είναι αυτή η πραγματικότητα. Φαντασιακός τύπος ο νεοελληνας. Και βοήθησαν πάρα πολλά για να δημιουργηθεί αυτός ο ανθρώπινος τύπος.
- Όπως;
Το πώς ιδρύθηκε αυτό το κράτος, πως οργανώθηκε, από ποιους, ποιοι συμμετείχαν, ποιοι θεωρήθησαν πολίτες αυτού του κράτους, ποια ήταν η φαντασιακή πάλι σχέση που έβρισκαν με το παρελθόν αυτού του τόπου. Μια επηρμένη σιγουριά που τους έδωσε αυτή η σχέση με το παρελθόν γι’ αυτό και κατέστρεψαν τη γλώσσα. Μια έπαρση δεδομένη. Δικός μας είναι αυτός ο τόπος, ότι θέλουμε τον κάνουμε ενώ στην πραγματικότητα δεν είχαμε τη γνώση της σχέσης με το παρελθόν μας γι’ αυτό και δεν το σεβόμαστε. Ποιο είναι ακριβώς το παρελθόν μας; Τα μάρμαρα; Αν είναι γιατί δεν τα σεβόμαστε; Εχετε επισκεφθεί αρχαιολογικούς χώρους να δείτε πως δεν προστατεύονται; Ούτε από τους υπεύθυνους αλλά ούτε κι από τους ίδιους τους πολίτες. Εχετε δει με τι ευκολία έγινε η πολεοδομική καταστροφή αυτής της πόλης με τις αντιπαροχές και την πολιτική της αστυφιλίας; Σαν να μην υπήρχε σύνδεση με το παρελθόν. Βεβαίως υπάρχει ένας συναισθηματικός δεσμός ο οποίος όμως δεν είναι καθαρός. Ζούμε μερικές φορές σαν να είμαστε πολίτες μιας χώρας που δεν είναι δική μας. Και γι’ αυτό την εκδικούμαστε.
- Πιστεύετε ότι ο νεοέλληνας ιστορικά κουβαλάει τα χειρότερα χαρακτηριστικά;
Δεν θα το έλεγα. Πιστεύω ότι πιέστηκε να ιδρυθεί ένα κράτος κι έπρεπε να το υπηρετήσει, να το συντηρήσει. Οποιαδήποτε κοινωνική του έκφραση είχε ως πηγή το συναίσθημα το οποίο εκφράζεται μόνον όταν του το έθιγε κάποιος άλλος. Όταν αυτό το θίξιμο δεν υπάρχει, αδιαφορεί. Αν τώρα σ’ αυτό προστεθεί και η παγκοσμιοποιημένη αδιαφορία, ο ατομικισμός, το κλείσιμο του ανθρώπου στην οικογένεια, στην προσωπική του τσέπη και η φαντασιακή σχέση με το virtual money που εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια μέσω όλου αυτού του χρηματοπιστωτικού συστήματος έρχεται και παντρεύεται και κατασκευάζει ένα τέρας. Το οποίο αυτή τη στιγμή είναι έκπληκτο.
- Λύσεις;
Δεν υπάρχουν.
- Μιλάτε σαν αριστερός;
Αριστερός; Τώρα..; Δεν ξέρω Πάντως δεξιός δεν είμαι και δεν ήμουν ποτέ. Δεν έχω όμως τα θεωρητικά εργαλεία για να υποστηρίξω την αριστερή μου οπτική. Σαν να μου σκούριασαν. Δεν μπορώ να υποστηρίξω ότι όλο αυτό που πίστευα και υποστήριζα δεν ήταν ιδεοληψία αλλά μια ιδεολογία η οποία δεν προχώρησε και δεν μπόρεσε να γίνει πράξη.
- Εχετε ευθύνη που χάλασαν τα θεωρητικά εργαλεία;
Βεβαίως και την έχω. Σίγουρα φταίω κι εγώ και ο τρόπος ερμηνείας αυτών των εργαλείων. Μπορεί να φταίει και η αδυναμία των θεωρητικών καθοδηγητών επίσης που δεν μπόρεσαν να δουν τον άνθρωπο σαν ένα σύστημα το οποίο εκ φύσεως λειτουργεί κεντρομόλα. Αρα αυτή η κεντρομόλα κίνηση που έχει το κύτταρό μας, αναλύοντας τον άνθρωπο μέσα στα κοινωνικά συστήματα, έπρεπε να είναι σεβαστή. Και ίσως να χρειαζόταν από τότε να βρεθεί ένας τρόπος όπου ο άνθρωπος να μπορεί να είναι ατομικά κοινωνικός κι αυτό να μην συνιστά αντίφαση. Δεν ξέρω…Υπάρχει μια αμηχανία στη σκέψη. Δεν υπάρχουν ελπίδες όμως.
- Στην κόρη σας τι λέτε όταν συζητάτε τέτοιες σκέψεις;
Κοιτάξτε, στα παιδιά μας εμείς το έχουμε κάνει το έγκλημα. Τους έχουμε κληροδοτήσει την ήττα μας. Και είναι ίσως από τις χειρότερες κληρονομιές. Το έγκλημα έχει γίνει. Σιωπή. Αυτή είναι η καλύτερη λύση. Μιλήσαμε πολύ.
- Ενας νέος άνθρωπος δεν μπορεί να βγάλει συμπεράσματα από τη σιωπή…
Ενας νέος άνθρωπος καλά θα κάνει να μη βγάλει κανένα συμπέρασμα από εμάς. Πιστεύω ότι αυτή η γενιά – η δική μας - είναι μια τρύπα στην ιστορία. Δεν θα μας δικαιολογήσω τόσο γρήγορα, επειδή συνέβησαν πάρα πολλές αλλαγές. Όταν το ίδιο άτομο που έχει ζήσει τον πάγο στο ψυγείο και τον παγοπώλη είναι το ίδιο άτομο που αυτή τη στιγμή κάνει update στο καινούργιο του Mac, οι αλλαγές είναι τεράστιες. Όντως τον ξεπέρασαν. Μείωσαν οποιαδήποτε αντίσταση μπορούσε να του δώσει η σκέψη, η θεωρία, οι αξίες. Δεν θα μας αθωώσω όμως γιατί αυτά τα βλέπαμε, τα αναλύαμε. Έπρεπε να το είχαμε δει. Για να μην το κάναμε σημαίνει ότι κάτι άλλο μας βόλευε.
- Οι πολιτικοί πιστεύετε ότι ασκούν ένα επάγγελμα;
Τι κάνουν ή τι θα έπρεπε με ρωτάτε;
- Και τα δύο.
Δεν ασκούν ούτε καν επάγγελμα αυτή τη στιγμή. Σχεδόν παρασιτικά λειτουργούν. Πάντα βέβαια υπάρχουν εξαιρέσεις. Ναι θα μπορούσαν να μην ασκούν απλώς ένα επάγγελμα. Ο πολιτικός πάνω απ’ όλα πρέπει να ‘ναι ποιητής. Οφείλει να πείσει τον άνθρωπο να μπορεί να είναι ατομικά κοινωνικός. Αλλά σε μια δημοκρατία που «εκπροσωπείται» και η οποία κατέληξε να ακυρώσει οποιαδήποτε έννοια συμμετοχής του πολίτη, οδήγησε αυτά τα πλάσματα να άγονται και να φέρονται από τα δικά σας αφεντικά. Βοήθησε πολύ το μιντιακό σύστημα στην απαξίωση της έννοιας της πολιτικής, απαξιώνοντας τους πολιτικούς. Δεν ήταν θύματα βέβαια. Βοηθούσαν κι αυτοί στην απαξίωσή τους.
- Είμαστε σαν έθνος επιρρεπείς στις θεωρίες συνομωσίας;
Όλοι είμαστε. Παιδάκια είμαστε, μωρά. Πως ένα μωρό τα βλέπει όλα μεγαλύτερά του; Αυτή η παγκοσμοποιημένη ματιά, αυτό το άνοιγμα στο μάτι μας προς όλο τον υπόλοιπο κόσμο μας κάνει να νιώθουμε ακόμα πιο μικροί. Φυσικό είναι λοιπόν και οι αντιδράσεις μας να είναι αντίστοιχες, παιδικές. Και να συνομωσιολογούμε για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε τα ανεξήγητα.
- Αισθάνεστε Ελληνας;
Λόγω της γλώσσας.
- Μόνο;
Δεν είναι μόνο. Είναι σημαντικό. Είναι τα πάντα.
- Ως εκ τούτου και περήφανος;
Ναι. Γι αυτό και πιο θυμωμένος. Συνομιλώντας με ανθρώπους έξω απ’ αυτή τη χώρα βλέπω ότι δεν σέβονται τη σκέψη μου πια. Κι αυτό με θυμώνει. Υπάρχει ένας εμφανής πλέον ρατσισμός. Γεννιέται. Υπάρχει μια ατμόσφαιρα αναμονής μιας καταστροφής. Μου θυμίζει πολύ αυτό που βιώνουμε την τελευταία ταινία του Τρίερ. Σαν αίσθημα. Η αναμονή μιας καταστροφής κι εμείς να μην μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
                                                                                       αναδημοσίευση από το aixmi.gr

Γερμανία: μισθοί κάτω από... 400 ευρώ!

Γιώργος Δελαστίκ

Υπάρχει και η άλλη όψη του γερμανικού «οικονομικού θαύματος» της τελευταίας δεκαετίας. Υπάρχουν δηλαδή αυτοί που πλήρωσαν και πληρώνουν το κόστος της «βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας» της γερμανικής οικονομίας.
Η αποκάλυψη προκαλεί σοκ σε όποιον αγνοεί την ωμή, σκληρή πραγματικότητα του γερμανικού κόσμου της εργασίας: επτά (!) εκατομμύρια Γερμανοί εργαζόμενοι δουλεύουν επισήμως με μηνιαίες αποδοχές κάτω των... 400 (!!!) ευρώ και μάλιστα χωρίς η απασχόληση αυτή να τους δίνει έστω πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας ή να τους επιτρέπει να λάβουν οποιουδήποτε εξευτελιστικού ύψους σύνταξη όταν γεράσουν!
Φαίνεται απίστευτο, αλλά είναι πέρα για πέρα πραγματικό. Η τραγική ειρωνεία μάλιστα είναι ότι αυτού του είδους η εργασιακή απασχόληση εισήχθη όχι από τη Δεξιά, αλλά από τον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Γκέρχαρτ Σρέντερ προ δεκαετίας, με την περιβόητη «Ατζέντα 2010» που συνέθλιψε τους Γερμανούς εργαζόμενους και αποτέλεσε τη βάση της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας. Το 2003 οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες καθιέρωσαν τη «μίνι απασχόληση», την οποία διαφήμισαν ως «πόρτα εισόδου στον εργασιακό κόσμο» που δήθεν θα διευκόλυνε την εξεύρεση εργασίας από τους άνεργους και τους νέους.
Οι κανόνες της «μίνι απασχόλησης» είναι σαφείς. Πρώτον, οι μηνιαίες αποδοχές απαγορεύεται αυστηρά να υπερβούν τα 400 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι αν π.χ. μια εργασία πληρώνεται 5 ευρώ την ώρα, ο εργαζόμενος επιτρέπεται να δουλέψει 80 ώρες τον μήνα. Αν πληρώνεται 10 ευρώ ωριαίως, τότε απαγορεύεται να εργαστεί κάποιος πάνω από 40 ώρες μηνιαίως. Αν εργαστεί έστω και ένα λεπτό παραπάνω, τότε το συμβόλαιο εργασίας του πρέπει να γίνει κανονικό. Οταν οι αποδοχές του εργαζομένου είναι 400 ευρώ ή λιγότερο, παίρνει όλα τα λεφτά καθαρά. Δεν έχει καμία κράτηση για το ταμείο υγειονομικής περίθαλψης ή για το ταμείο συνταξιοδότησης. Η αιτία γι' αυτό είναι τραγικά απλή: η δουλειά του αυτή δεν του δίνει κανένα δικαίωμα για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ή για σύνταξη!
Ο εργοδότης είναι ευτυχής. Καλείται να πληρώσει μόνο 2% φόρο επί του ποσού που χορηγεί στον εργαζόμενο και επιπλέον 15% στο ασφαλιστικό ταμείο και 13% στην κοινωνική ασφάλιση. Δηλαδή 130 ευρώ αν πληρώνει 400 ευρώ τον υπάλληλό του και στην πραγματικότητα σχεδόν τα μισά, δεδομένου ότι η μέση αμοιβή που λαμβάνουν τα επτά εκατομμύρια Γερμανοί που δουλεύουν κάτω από αυτό το καθεστώς είναι μόλις... 230 ευρώ!
Αυτό το ιδεώδες για εργοδότες εργασιακό καθεστώς άνοιξε αμέσως όχι μια απλή Κερκόπορτα, αλλά μια τεράστια πύλη για τη γενίκευση της «μαύρης» εργασίας στη Γερμανία. Εκατοντάδες χιλιάδες εργοδότες προσλαμβάνουν εργαζόμενους με καθεστώς «μίνι απασχόλησης», αλλά τους απασχολούν κανονικά, σαράντα ώρες την εβδομάδα. Τους δίνουν επισήμως τα 400 ευρώ και τα υπόλοιπα 1.000 ή και παραπάνω ευρώ τους τα δίνουν «μαύρα», γλιτώνοντας τις ασφαλιστικές εισφορές!
Σε ορισμένους κλάδους η «μίνι απασχόληση» αναπτύχθηκε ραγδαία, συνοδευόμενη φυσικά από τη «μαύρη» εργασία. Στον ξενοδοχειακό κλάδο π.χ. υπολογίζονται σε 810.000 τα άτομα που δουλεύουν κάτω από αυτό το καθεστώς. Οι εργαζόμενοι κατ' αυτόν τον τρόπο αφενός πρέπει να βρουν άλλον τρόπο να έχουν υγειονομική περίθαλψη (π.χ. μέσω ασφαλισμένου συζύγου) και αφετέρου συχνά είναι τόσο φτωχοί που έχουν την ανάγκη κοινωνικών επιδομάτων για να επιβιώσουν.Στην ουσία όμως αυτό σημαίνει ότι το κράτος επιβαρύνεται τόσο με το κόστος κοινωνικής περίθαλψης ατόμων που ενώ εργάζονται δεν πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές όσο και με τα επιδόματα επιβίωσής τους, επιδοτώντας έτσι έμμεσα τις γερμανικές επιχειρήσεις για να πληρώνουν μισθούς κάτω από το όριο της φτώχειας και να μην πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές! Ιδού λοιπόν μια σκοτεινή συνιστώσα του σύγχρονου γερμανικού «οικονομικού θαύματος».
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Υπονόμευση μισθών και συντάξεων
Κατηγορηματικός είναι στις δηλώσεις του προς την ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς» ο οικονομολόγος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) Μάρκους Γκράπκα: «Η ''μίνι απασχόληση'' διαβρώνει τα βασικά δικαιώματα των εργατών. Οι φορολογούμενοι και οι εργαζόμενοι πληρώνουν τον λογαριασμό» τονίζει. Εχει απόλυτο δίκιο. Η γενίκευση αυτού του άθλια αμειβόμενου τύπου εργασίας έχει τουλάχιστον δύο ολέθριες συνέπειες. Πρώτον, υπονομεύει δραματικά τις μέχρι τώρα γνωστές συμβάσεις πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου και μετατρέπει τους εργαζόμενους σε ζητιάνους. Δεύτερον, υποσκάπτει τα ταμεία τόσο υγειονομικής περίθαλψης όσο και συνταξιοδότησης, αφού μειώνει τις εισφορές προς αυτά και προετοιμάζει το έδαφος για συρρίκνωση ή και κατάργηση των συντάξεων.
                                                                           αναδημοσίευση από τη Stavrovelonia

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Xρεοκοπία ή το α-νόητο της Γιορτής

Tου Xρήστου Γιανναρά

Aλλο η θρησκεία και άλλο (στους αντίποδες) το εκκλησιαστικό γεγονός. H θρησκεία δεν μεταγγίζει «νόημα» της ύπαρξης και της συνύπαρξης. Yπηρετεί την ατομική ψυχολογία, το ένστικτο αυτοπροστασίας. Aν είναι οργανωμένη, συλλογική η θρησκευτικότητα, ενδέχεται και να παράγει αρρώστια, απανθρωπία - εφιάλτες όπως οι σέκτες πουριτανών, πιετιστών, «γνησίων ορθοδόξων»: πολυώνυμες εξαμβλωματικές μονοτροπίες στο κοινωνικό περιθώριο.
Για τη θρησκευτική προοπτική τα Xριστούγεννα είναι αφορμή ευφραντικών του ατόμου ψυχολογικών καταστάσεων και.......ηθικοδιδακτικής ωφελιμότητας: Συναισθηματικός διάκοσμος, παιδαριώδη ασμάτια, ευχές, δώρα, γευστικές ηδονές, όλα κουρασμένα από τον φόρτο της συνήθειας. H θρησκεία δεν κομίζει απαντήσεις για «νόημα» της ζωής και του θανάτου. Mηρυκάζει τα στερεότυπα a priori:
O Θεός έγινε άνθρωπος, έτσι, με αυτονόητη μυθική παντοδυναμία - όπως ο Δίας έγινε ταύρος για να βατέψει την Eυρώπη ή όπως γέννησε την Aθηνά από το κεφάλι του. Για τους «ιερείς» και «αρχιερείς» της θρησκείας, σκοπός της «θαυματουργικής» ενανθρώπησης του Θεού ήταν η χρησιμοθηρία της διδαχής: Nα μας προσφέρει ηθικό υπόδειγμα, να μας διδάξει το «αγαπάτε αλλήλους», πληρέστερες κανονιστικές διατάξεις. Στις οποίες αν πειθαρχήσει το άτομο θωρακίζεται με σιγουριά για αιώνια επιβίωση του εγώ, ατέλειωτη σε γραμμικό χρόνο εξασφάλιση ναρκισσιστικής δικαίωσης.
Γι' αυτό η θρησκεία δεν γεννάει ποτέ πολιτισμό. Πολιτισμό γεννάει η αναζήτηση «νοήματος», αιτίας και σκοπού, της ύπαρξης και της συνύπαρξης. Aναζήτηση όχι μερικευμένα νοητική αλλά καθολικά εμπειρική - να στοχεύει στη σχέση, στην αμεσότητα της ψηλάφησης, στη δυναμική της πληρότητας που ποτέ δεν πληρούται:
«Tούτό εστιν αληθώς το ευρείν τον Θεόν, το αεί αυτόν ζητείν, το ουδέπω της επιθυμίας κόρον ευρείν». H ορμέμφυτη ψυχολογική θρησκευτικότητα θέλει αλάθητα δόγματα, πατερναλιστικές αυθεντίες, νομική πρόβλεψη για κάθε ενέργημα. H μεταφυσική δίψα ζητάει τη μέθη της γνώσης που χαρίζεται μόνο στη σχέση μόνο με την ελευθερία από το εγώ, στο πανηγύρι του έρωτα.
H γεύση της πληρότητας επαληθεύεται ως πρόγευση, όχι ως ιδιοκτησία. H πρόγευση αναρριπίζει τον πόθο και ο πόθος γίνεται γλώσσα. Γλώσσα αμεσότητας της σχέσης, δηλαδή γλώσσα του μουσουργού, του ζωγράφου, του ποιητή, του αρχιτέκτονα, του γλύπτη, γλώσσα ποιητική θεσμών, οργάνωσης του βίου από ταλαντούχο ηγέτη - ποτέ, μα ποτέ γλώσσα ιδεολογίας, λόγος εξουσίας, κήρυγμα χρηστικής ωφελιμότητας.
H εμπειρία της πρόγευσης, όταν γίνεται γλώσσα, είναι μαρτυρία κλητική σε συν-μετοχή, σε συνάθληση. Oι αρχαιοελληνικές ψηλαφήσεις μαρτυρούν την ταύτιση του πραγματικά (αχρόνως και αφθόρως) υπαρκτού με τη λογικότητα της αρμονίας των σχέσεων που συγκροτούν τη συμπαντική κοσμιότητα - τον «ξυνόν (κοινό) λόγον». Kαι την ψηλάφηση επαλήθευε η κοινωνία της εμπειρίας: η έμπρακτη μετοχή στο προτεινόμενο «νόημα». Mετοχή στο άθλημα της «πόλεως», στην «εκκλησία του δήμου». Mέθεξη στην αποκαλυπτική δραματουργία της τραγωδίας, στην αγαλλίαση που γεννάει το «άγαλμα», πρόκληση θεωρίας - θέας του αθάνατου λόγου της «ουσίας».
Aνάλογη και η χριστιανική ψηλάφηση: Tαύτισε το πραγματικά υπαρκτό όχι πια με τη συμπαντική λογικότητα σαν ανερμήνευτη αναγκαιότητα, σαν ειμαρμένη, αλλά με τον λόγο μιας προσωπικής ετερότητας αποτυπωμένης στον κόσμο, όπως αποτυπώνεται ο λόγος του δημιουργού στο δημιούργημα. Aιτία της ύπαρξης όχι η απρόσωπη λογική ανάγκη, αλλά η ακραιφνέστερη ελευθερία αυτή της αγάπης. H ελευθερία του Δημιουργού ψηλαφείται στην ενανθρώπησή του: Eλεύθερος από κάθε λογικά αναγκαίο προκαθορισμό της ύπαρξής του, ελεύθερος ο Θεός και από τη θεότητά του, γίνεται άνθρωπος, βρέφος σπαργανωμένο σε φάτνη αλόγων.
O βίος του, διαδοχή «σημείων» υπαρκτικής ελευθερίας από τη νομοτέλεια που δυναστεύει την ανθρώπινη φύση μας. Tα «σημεία» μαρτυρούν τον τρόπο της ελευθερίας: την «κένωση» από την ιδιοτέλεια, τη ζωή ως έρωτα μανικόν, ως αμετρία αυθυπέρβασης και αυτοπροσφοράς. Kαι αυτόν τον τρόπο ευαγγελίζεται η Eκκλησία. Oχι ως ιδεολόγημα για ατομική θρησκευτική κατανάλωση, αλλά ως κλήση για μετοχή στο προτεινόμενο «νόημα»: Mετοχή στο άθλημα της «καινής πόλεως» της «εκκλησίας», στο σώμα που κοινωνεί την τροφή, τη ζωή και την ύπαρξη, στο δείπνο της Eυχαριστίας - αποκαλυπτική δραματουργία. Kοινωνεί ο μέτοχος τη «διάβαση επί το πρωτότυπον» στην πρόκληση της Eικόνας. Kαι η έμπρακτη σχέση, πρόγευση πληρότητας όχι πια μόνο γνωστικής αλλά και υπαρκτικής, γίνεται και πάλι γλώσσα του μουσουργού, του ποιητή, του ζωγράφου, του αρχιτέκτονα, γλώσσα θεσμών οργάνωσης του βίου. «O ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» - ο εμπειρισμός της ψηλαφητής πιστοποίησης, στους αντίποδες των ιδεολογημάτων, είναι ο τρόπος της μαρτυρίας των ποικιλότροπων γλωσσών μετοχής.
Eνας Eλληνισμός ολότελα άσχετος με την ιστορική του σάρκα, άσχετος με τον τρόπο, που ο ίδιος γέννησε, για την εμπειρική επαλήθευση, Eλληνισμός παραιτημένος από τη μεταφυσική αναζήτηση και με θρησκειοποιημένο στους κόλπους του το εκκλησιαστικό γεγονός, τι θέση μπορεί πια να έχει στον διεθνή στίβο, ποιον λόγο υπάρξεως; Kοιτάξτε γύρω μας, πώς γιορτάζει ο Eλλαδισμός τα Xριστούγεννα, πώς μορφάζει πίσω από τα απομεινάρια της εκκλησιαστικής Γιορτής το κενό κάθε νοήματος της ύπαρξης και της συνύπαρξης, κενό αποδιοργανωτικό της ζωής, αποσάθρωσης των σχέσεων κοινωνίας.
H απόσταση που χωρίζει την ελληνικότητα από την εθνικιστική επαρχιωτίλα του Eλλαδισμού, η ίδια χωρίζει και την εκκλησιαστική Γιορτή από τη θρησκειοποίησή της, την παρακμιακή της αλλοτρίωση.
 
*O κ. Xρήστος Γιανναράς είναι ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας και Πολιτιστικής Διπλωματίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Ομιλία του Τσε σε φοιτητές της Ιατρικής Σχολής...

Η παρακάτω ιστορική ομιλία εκφωνήθηκε από τον Τσε σε κουβανούς φοιτητές της Ιατρικής, στις 20 Αυγούστου 1960.

Όλοι σχεδόν ξέρετε ότι ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου ως γιατρός πριν από αρκετά χρόνια. Όταν ξεκίνησα, όταν άρχισα να σπουδάζω ιατρική, οι περισσότερες από τις ιδέες που έχω σήμερα ως επαναστάτης απουσίαζαν από το οπλοστάσιο των ιδανικών μου. Ήθελα να...πετύχω, όπως θέλουν όλοι. Το όνειρο μου ήταν να γίνω διάσημος ερευνητής. Το όνειρο μου ήταν να δουλεύω ακούραστα για να πετύχω κάτι που θα μπορούσε πραγματικά να τεθεί στην υπηρεσία της ανθρωπότητας, αλλά, την ίδια στιγμή, θα αποτελούσε κι έναν προσωπικό θρίαμβο. Ήμουν, όπως όλοι μας, ένα παιδί του περιβάλλοντος μου. Μέσα από κάποιες ειδικές περιστάσεις, ίσως και εξαιτίας του χαρακτήρα μου επίσης, αφού πήρα το πτυχίο μου, άρχισα να ταξιδεύω στη Λατινική Αμερική και τη γνώρισα πολύ καλά. Με εξαίρεση την Αϊτή και τη Δομινικανή Δημοκρατία, επισκέφτηκα -με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- όλες τις άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Έτσι όπως ταξίδευα, πρώτα ως φοιτητής και ύστερα ως γιατρός, άρχισα να έρχομαι σε στενή επαφή με τη φτώχεια, την πείνα, τις αρρώστιες, την αδυναμία να θεραπευτεί ένα παιδί από έλλειψη μέσων, με το μούδιασμα που προκαλούν η πείνα και οι τιμωρίες, ώσπου φτάνουμε σ’ ένα σημείο που φαντάζει ασήμαντο γεγονός να χάνει ένας γονιός το παιδί του, όπως συχνά συμβαίνει στις σκληρά δοκιμαζόμενες κοινωνικές τάξεις στην πατρίδα μας, τη Λατινική Αμερική. Κι άρχισα να βλέπω ότι υπήρχε κάτι που μου φαινόταν τότε σχεδόν εξίσου σημαντικό με την καριέρα μου ή με τη συμβολή μου στην ιατρική επιστήμη, και αυτό ήταν να βοηθήσω εκείνους τους ανθρώπους.
Εξακολούθησα όμως να είμαι, όπως όλοι μας εξακολουθούμε να είμαστε, ένα παιδί του περιβάλλοντος μου και ήθελα να βοηθήσω εκείνους τους ανθρώπους με τις προσωπικές μου προσπάθειες. Είχα ήδη ταξιδέψει πολύ – βρισκόμουν τότε στη Γουατεμάλα, στη Γουατεμάλα του (δημοκρατικά εκλεγμένου Γιάκομπο) Άρμπενς – και είχα αρχίσει να κρατάω κάποιες σημειώσεις για τη συμπεριφορά ενός επαναστάτη γιατρού. Άρχισα να εξετάζω τι χρειαζόμουν για να γίνω έναςεπαναστάτης γιατρός. Η επίθεση εξαπολύθηκε, ωστόσο: το πραξικόπημα (του 1954) οργανώθηκε από τη Γιουνάιτεντ Φρουιτ Κόμπανι, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, τον (διευθυντή της CIA) Φόστερ Ντάλες-στην πραγματικότητα, ήταν όλοι τους ένα και το αυτό – και το ανδρείκελο Καστίγιο Άρμας (με τον οποίο αντικατέστησαν τον Άρμπενς). Η επίθεση ήταν πετυχημένη, δεδομένου ότι ο λαός δεν είχε φτάσει ακόμα στο επίπεδο ωριμότητας που έχει σήμερα ο λαός της Κούβας. Και μια ωραία μέρα εγώ, όπως πολλοί άλλοι, πήρα το δρόμο της εξορίας, ή πάντως το δρόμο της φυγής από τη Γουατεμάλα, αφού δεν ήταν αυτή η πατρίδα μου. Τότε συνειδητοποίησα κάτι βασικό: για να γίνω επαναστάτης γιατρός ή απλώς επαναστάτης, έπρεπε πρώτα να υπάρξει επανάσταση. Η μεμονωμένη προσπάθεια, η προσωπική προσπάθεια, η καθαρότητα των ιδανικών, η επιθυμία για θυσία μιας ολόκληρης ζωής στο πιο ευγενικό ιδανικό δε σημαίνουν τίποτα αν αυτή η προσπάθεια γίνεται μεμονωμένα, απόμερα, σε μια γωνιά της Λατινικής Αμερικής, απέναντι σε εχθρικές κυβερνήσεις και κοινωνικές συνθήκες που δεν επιτρέπουν την πρόοδο. Η επανάσταση έχει ανάγκη αυτό που γίνεται στην Κούβα: την κινητοποίηση ενός ολόκληρου λαού, που έχει μάθει να χρησιμοποιεί τα όπλα και να είναι ενωμένος στη μάχη, που ξέρει τι αξία έχει ένα όπλο και τι αξία έχει η ενότητα του λαού. Ερχόμαστε λοιπόν στην καρδιά του προβλήματος που έχουμε σήμερα μπροστά μας. Έχουμε ήδη το δικαίωμα και την υποχρέωση ακόμα να είμαστε, πρώτα απ’ όλα, επαναστάτες γιατροί, δηλαδή άτομα που θέτουν τις τεχνικές γνώσεις του επαγγέλματος τους στην υπηρεσία της επανάστασης και του λαού.
Επιστρέφουμε τώρα στα αρχικά ερωτήματα: Πώς δουλεύει κανείς αποτελεσματικά για την κοινωνική ευημερία; Πώς συμβιβάζει κανείς την ατομική προσπάθεια με τις ανάγκες της κοινωνίας; Πρέπει να ξαναφέρουμε στο νου μας πώς ήταν η ζωή του καθενός από εμάς, τι έκανε και τι πίστευε καθένας από εμάς, ως γιατρός ή λειτουργός της δημόσιας υγείας από άλλη θέση, πριν από την επανάσταση. Πρέπει να το κάνουμε με βαθύ κριτικό ενθουσιασμό. Θα συμπεράνουμε τότε ότι σχεδόν όλα όσα πιστεύαμε και νιώθαμε εκείνη την παλιά εποχή πρέπει να παραμεριστούν και ότι ένας νέος τύπος ανθρώπου πρέπει να δημιουργηθεί. Αν ο καθένας από εμάς γίνει ο αρχιτέκτονας αυτού του νέου τύπου ανθρώπου για τον εαυτό του, τότε η δημιουργία αυτού του νέου τύπου ανθρώπου που θα αντιπροσωπεύει τη νέα Κούβα θα είναι πολύ ευκολότερη.
Είναι καλό για σας – τους παρόντες, τους κατοίκους της Αβάνας – να βάλετε καλά στο μυαλό σας αυτήν την ιδέα: ότι στην Κούβα γεννιέται ένας νέος τύπος ανθρώπου, που δεν μπορεί να εκτιμηθεί πλήρως στην πρωτεύουσα, αλλά μπορεί κανείς να τον δει σε κάθε άλλη γωνιά της χώρας. Όσοι από εσάς πήγατε στη Σιέρρα Μαέστρα στις 26 Ιουλίου θα είδατε κάτι πολύ σημαντικό… Θα είδατε παιδιά που από το ανάστημα τους φαίνονται οχτώ ή εννιά χρονών, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι σχεδόν όλα δεκατριών ή δεκατεσσάρων. Είναι τα γνήσια τέκνα της Σιέρρα Μαέστρα, τα γνήσια παιδιά της πείνας και της φτώχειας σε όλες τις μορφές της. Είναι τα πλάσματα του υποσιτισμού. Στη μικρή μας Κούβα, με τα τέσσερα ή πέντε τηλεοπτικά κανάλια, με τους εκατοντάδες ραδιοφωνικούς σταθμούς, με την πρόοδο της σύγχρονης επιστήμης, όταν ένα βράδυ εκείνα τα παιδιά έφτασαν στο σχολείο και είδαν για πρώτη φορά ηλεκτρικό φως, αναφώνησαν ότι τα αστέρια ήταν πολύ χαμηλά εκείνη τη νύχτα. Εκείνα τα παιδιά, τα οποία κάποιοι από εσάς θα είδατε, σπουδάζουν τώρα στα σχολεία, από τις πρώτες τάξεις μέχρι την επαγγελματική κατάρτιση, μέχρι την πολύ δύσκολη επιστήμη της επανάστασης. Αυτό είναι το νέο είδος ανθρώπων που γεννιέται στην Κούβα. Γεννιούνται σε απομονωμένους τόπους, σε απόμερες περιοχές της Σιέρα Μαέστρα και επίσης στις κολεκτίβες και στους χώρους εργασίας. Όλα αυτά συνδέονται στενά με το θέμα της σημερινής μας συζήτησης: την ενσωμάτωση στο επαναστατικό κίνημα των γιατρών και των άλλων εργαζομένων στον τομέα της υγείας. Γιατί το καθήκον της επανάστασης – το καθήκον της μόρφωσης και διατροφής των παιδιών, το καθήκον της εκπαίδευσης του στρατού, το καθήκον της διανομής της γης των παλιών απόντων γαιοκτημόνων σ’εκείνους που έχυναν τον ιδρώτα τους κάθε μέρα στην ίδια γη χωρίς να δρέπουν τους καρπούς της- είναι το σπουδαιότερο έργο κοινωνικής ιατρικής που έχει γίνει στην Κούβα.
Η μάχη κατά της αρρώστιας πρέπει να βασίζεται στην αρχή της δημιουργίας ενός γέρου σώματος, όχι μέσω της περίτεχνης εργασίας ενός γιατρού πάνω σ’ έναν αδύναμο οργανισμό, αλλά δημιουργώντας ένα γερό σώμα μέσω της δουλειάς ολόκληρου του συνόλου, ιδιαίτερα ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου. Μια μέρα η ιατρική θα πρέπει να γίνει μια επιστήμη που θα προλαμβάνει τις ασθένειες, που θα προσανατολίζει το κοινό προς τις ιατρικές υποχρεώσεις του και η οποία θα χρειάζεται να παρεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες για να πραγματοποιήσει μια χειρουργική επέμβαση ή να αντιμετωπίσει κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο στη νέα κοινωνία που δημιουργούμε… Εκείνο που απαιτείται γι’ αυτό το οργανωτικό έργο, όπως και για όλα τα επαναστατικά έργα, είναι το άτομο. Η επανάσταση δεν τυποποιεί, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, τη συλλογική βούληση, τη συλλογική πρωτοβουλία. Το αντίθετο, απελευθερώνει τις ατομικές ικανότητες των ανθρώπων. Αυτό που πράγματι κάνει η επανάσταση είναι να κατευθύνει αυτή την ικανότητα. Αποστολή μας σήμερα είναι να προσανατολίσουμε το δημιουργικό ταλέντο όλων των επαγγελματιών του τομέα της υγείας προς το έργο της κοινωνικής ιατρικής. Βρισκόμαστε στο τέλος μιας εποχής, και όχι μόνο εδώ στην Κούβα. Αντίθετα με όσα λέγονται και παρά τις ελπίδες κάποιων ανθρώπων, οι μορφές του καπιταλισμού που γνωρίσαμε, κάτω από τις οποίες μεγαλώσαμε και υποφέραμε, νικιούνται σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Τα μονοπώλια νικιούνται. Η σοσιαλιστική επιστήμη σημειώνει κάθε μέρα νέους, σημαντικούς θριάμβους. Έχουμε την περηφάνια και το καθήκον να βρισκόμαστε στην πρωτοπορία ενός κινήματος απελευθέρωσης στη Λατινική Αμερική, το οποίο ξεκίνησε πριν από καιρό στις άλλες υποδουλωμένες ηπείρους της Αφρικής και της Ασίας. Αυτή η βαθιά κοινωνική αλλαγή απαιτεί επίσης πολύ βαθιές αλλαγές στη νοοτροπία των ανθρώπων.
Ο ατομικισμός ως τέτοιος, ως η μεμονωμένη δράση ενός προσώπου στο κοινωνικό περιβάλλον, πρέπει να εκλείψει στην Κούβα. Αύριο ο ατομικισμός θα πρέπει να είναι η σωστή χρησιμοποίηση όλων των ατόμων προς όφελος της κοινότητας. Αλλά, αν και όλα αυτά, όλα όσα λέω, γίνονται κατανοητά σήμερα, αν και όλοι είναι πρόθυμοι να σκεφτούν λίγο το παρόν, το παρελθόν και το πώς θα πρέπει να είναι το μέλλον, η αλλαγή του τρόπου σκέψης απαιτεί βαθιές εσωτερικές αλλαγές και συμβολή στην πραγματοποίηση βαθιών εξωτερικών αλλαγών, κυρίως κοινωνικών. Αυτές οι εξωτερικές αλλαγές πραγματοποιούνται στην Κούβα καθημερινά. Ένας τρόπος να μάθετε γι’αυτή την επανάσταση, να γνωρίζετε τις δυνάμεις που κρύβουν μέσα τους οι άνθρωποι, δυνάμεις που ήταν λανθάνουσες για τόσο καιρό, είναι να επισκεφτείτε όλη την Κούβα, να επισκεφτείτε τις κολεκτίβες και όλους τους χώρους δουλειάς που δημιουργούνται. Κι ένας τρόπος για να φτάσετεστην καρδιά του ιατρικού ζητήματος είναι όχι μόνο να γνωρίσετε, όχι μόνο να επισκεφτείτε αυτά τα μέρη, αλλά να γνωρίσετε και τους ανθρώπους που συνθέτουν αυτές τις κολεκτίβες και τα κέντρα εργασίας. Πηγαίνετε εκεί και μάθετε τι αρρώστιες έχουν, από τι πάσχουν, από πόση φτώχεια υπέφεραν σ’ όλη τους τη ζωή, φτώχεια που κληρονόμησαν από αιώνες καταπίεσης και απόλυτης υποταγής. Ο γιατρός, ο νοσοκόμος, θα φτάσουν τότε στην καρδιά της νέας δουλειάς τους, δηλαδή ως άτομα μέσα στις μάζες, άτομα μέσα στην κοινότητα. Ό,τι κι αν συμβαίνει στον κόσμο, μένοντας πάντα κοντά στον άρρωστο, γνωρίζοντας καλά την ψυχολογία του, εκπροσωπώντας εκείνους που έρχονται κοντά στον πόνο και τον ανακουφίζουν, ο γιατρός έχει πάντα πολύ σημαντικό έργο, ένα έργο μεγάλης ευθύνης στην κοινωνική ζωή. Πριν από λίγο καιρό, λίγους μήνες, συνέβη εδώ στην Αβάνα μια ομάδα φοιτητών που μόλις είχαν πάρει το πτυχίο της ιατρικής να μη θέλουν να πάνε στην ύπαιθρο και ζητούσαν επιπλέον πληρωμή για να το κάνουν. Από την οπτική γωνία του παρελθόντος είναι περισσότερο από λογικό να συμβαίνει αυτό- έτσι τουλάχιστον μου φαίνεται και το καταλαβαίνω. Θυμάμαι πως έτσι ήταν τα πράγματα, έτσι σκέφτονταν οι άνθρωποι πριν από μερικά χρόνια. Για ακόμα μια φορά είναι ο μονομάχος στην επανάσταση, ο μοναχικός πολεμιστης αυτός που θέλει να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον, καλύτερες συνθήκες, και να κερδίσει την αναγνώριση για αυτό που κάνει. Τι θα συνέβαινε όμως αν δεν ήταν αυτά τα άτομα – οι οικογένειες των οποίων στην πλειονότητα τους μπορούσαν να πληρώσουν για τις σπουδές τους – εκείνα που ολοκλήρωσαν τα μαθήματα τους και αρχίζουν τώρα να ασκούν το επάγγελμα τους; Τι θα συνέβαινε αν στη θέση τους ήταν διακόσιοι, τριακόσιοι χωρικοί αυτοί που θα ξεπρόβαλλαν – σαν από θαύμα, ας πούμε – από τις αίθουσες διαλέξεων του πανεπιστημίου; Αυτό που απλώς θα συνέβαινε είναι ότι αυτοί οι χωρικοί θα έτρεχαν αμέσως και με μεγάλο ενθουσιασμό να φροντίσουν τα αδέρφια τους. Θα ζητούσαν τις θέσεις με τη μεγαλύτερη ευθύνη και την περισσότερη δουλειά, για να δείξουν ότι τα χρόνια σπουδών δε σπαταλήθηκαν άσκοπα. Αυτό θα συμβεί σε έξι εφτά χρόνια, όταν οι νέοι φοιτητές, παιδιά της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, θα πάρουν τα πτυχία τους. Δεν πρέπει όμως να βλέπουμε το μέλλον μοιρολατρικά και να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε παιδιά της εργατικής τάξης ή της αγροτιάς και σε αντεπαναστάτες. Αυτό είναι απλουστευτικό, δεν είναι αλήθεια, και τίποτα δε διαπαιδαγωγεί περισσότερο έναν έντιμο άνθρωπο από το να βιώσει τηνεπανάσταση. Κανένας από εμάς, απ’ όσους φτάσαμε πρώτοι με το Granma, εγκατασταθήκαμε στη Σιέρα Μαέστρα και μάθαμε να σεβόμαστε τον αγρότη και τον εργάτη, ζώντας μαζί τους, κανένας από εμάς δεν ήταν εργάτης ή αγρότης στο παρελθόν. Φυσικά, υπήρχαν εκείνοι που είχε χρειαστεί να δουλέψουν, που είχαν γνωρίσει ορισμένες ανάγκες σαν παιδιά.
Την πείνα όμως, την αληθινή πείνα, κανείς μας δεν την είχε γνωρίσει και αρχίσαμε να μαθαίνουμε τι θα πει πείνα, προσωρινά, τα δύο χρόνια πάνω στη Σιέρρα Μαέστρα. Και τότε πολλά πράγματα έγιναν ξεκάθαρα… Μάθαμε ότι η ζωή ενός ανθρώπου αξίζει εκατομμύρια φορές περισσότερο απ’ όλη την περιουσία του πλουσιότερου ανθρώπου στη γη. Το μάθαμε εκεί εμείς, που δεν ήμαστε παιδιά της εργατικής τάξης ή της αγροτιάς. Γιατί λοιπόν να διαλαλήσουμε τώρα ότι είμαστε οι προνομιούχοι και ότι ο υπόλοιπος λαός της Κούβας δεν μπορεί κι αυτός να μάθει; Ναι, μπορούν, να μάθουν. Σήμερα μάλιστα η επανάσταση απαιτεί να μάθουν, απαιτεί να καταλάβουν καλά ότι η περηφάνια που πηγάζει από την εξυπηρέτηση του συνανθρώπου μας είναι πολύ σημαντικότερη από ένα καλό εισόδημα· ότι η ευγνωμοσύνη των ανθρώπων είναι μονιμότερη, διαρκεί πολύ περισσότερο απ’ όσο χρυσάφι μπορεί να συσσωρεύσει κάποιος. Κάθε γιατρός, στη σφαίρα της δραστηριότητας του, μπορεί και πρέπει να συγκεντρώσει αυτό τον πολύτιμο θησαυρό, την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων. Πρέπει τότε να αρχίσουμε να διαγράφουμε τις παλιές αντιλήψεις μας και να ερχόμαστε όλο και πιο κοντά στο λαό με κριτικό πνεύμα. Όχι με τον τρόπο που τον πλησιάζαμε πριν, γιατί όλοι θα πείτε: «Όχι, εγώ είμαι φίλος του λαού. Μου αρέσει να μιλάω με εργάτες και αγρότες και τις Κυριακές πηγαίνω στο τάδε μέρος για να δω το τάδε πράγμα». Όλοι το έκαναν αυτό. Αλλά το έκαναν υπό τύπον ελεημοσύνης και αυτό που πρέπει να προωθήσουμε σήμερα είναι η αλληλεγγύη. Δεν πρέπει να πλησιάζουμε το λαό για να λέμε: «Να’ μαστε. Ερχόμαστε να σας ελεήσουμε με την παρουσία μας, να σας διδάξουμε την επιστήμη μας, να καταδείξουμε τα λάθη σας, την έλλειψη λεπτότητας και στοιχειώδους γνώσης που σας διακρίνει».
Πρέπει να τον πλησιάζουμε με ερευνητικό ζήλο και ταπεινό πνεύμα, για να μαθαίνουμε από αυτή τη μεγάλη πηγή σοφίας που είναι ο λαός. Συχνά συνειδητοποιούμε πόσο λανθασμένες ήταν κάποιες αντιλήψεις μας, οι οποίες είχαν γίνει κομμάτι του εαυτού μας και, αυτόματα, της συνείδησης μας. Κάθε τόσο έπρεπε να αλλάζουμε όλες τις αντιλήψεις μας, όχι μόνο τις γενικές, κοινωνικές ή φιλοσοφικές αντιλήψεις, αλλά πότε πότε και τις αντιλήψεις μας για την ιατρική. Θα δούμε ότι οι ασθένειες δε θεραπεύονται πάντα όπως θεραπεύεται μια αρρώστια στο νοσοκομείο μιας μεγάλης πόλης. Θα δούμε ότι ο γιατρός πρέπει να είναι και αγρότης, ότι πρέπει να μάθει να καλλιεργεί νέα τρόφιμα και, με το παράδειγμα του, να καλλιεργεί την επιθυμία για κατανάλωση νέων τροφίμων, για διαφοροποίηση της διατροφικής δομής στην Κούβα -τόσο μικρής και τόσο φτωχής σε μια αγροτική χώρα που είναι εν δυνάμει η πλουσιότερη στη γη. Θα δούμε τότε ότι κάτω από αυτές τις περιστάσεις θα πρέπει να είμαστε και παιδαγωγοί, ότι θα πρέπει επίσης να είμαστε και πολιτικοί – ότι το πρώτο που θα πρέπει να κάνουμε δεν είναι να προσφέρουμε τη σοφία μας, αλλά να δείξουμε άτι είμαστε έτοιμοι να μάθουμε με το λαό, να φέρουμε σε πέρας αυτή τη σπουδαία και όμορφη κοινή εμπειρία – να χτίσουμε μια νέα Κούβα.
Έχουμε ήδη κάνει πολλά βήματα και η απόσταση από την 1η Ιανουαρίου 1959 μέχρι σήμερα δεν μπορεί να μετρηθεί με συμβατικό τρόπο. Πριν από καιρό οι άνθρωποι καταλάβαιναν ότι εδώ είχε καταρρεύσει όχι μόνο ένας δικτάτορας, αλλά κι ένα σύστημα. Τώρα ο λαός πρέπει να μάθει ότι πάνω στα ερείπια ενός γκρεμισμένου συστήματος πρέπει να οικοδομήσουμε ένα νέο, το οποίο θα οδηγεί στην απόλυτη ευτυχία του λαού….Πειστήκαμε οριστικά ότι υπάρχει ένας κοινός εχθρός. Ξέρουμε ότι όλοι κοιτάζουν πίσω τους για να δουν μήπως τους ακούει κανείς, μήπως κρυφακούει κανείς από κάποια πρεσβεία και μεταδώσει όσα ακούει, πριν πουν ξεκάθαρα τη γνώμη τους κατά των μονοπωλίων, πριν πουν ξεκάθαρα: «Εχθρός μας και εχθρός ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής είναι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που στηρίζει τα μονοπώλια». Αν όλοι ξέρουν ήδη ότι αυτός είναι ο εχθρός και αν έχουμε ως αφετηρία μας τη γνώση ότι όποιος παλεύει εναντίον αυτού του εχθρού έχει κάτι κοινό με εμάς, τότε προχωρούμε παρακάτω. Ποιοι είναι οι στόχοι μας εδώ στην Κούβα; Τι θέλουμε; Θέλουμε την ευτυχία του λαού ή όχι; Παλεύουμε για την απόλυτη οικονομική απελευθέρωση της Κούβας ή όχι; Δεν παλεύουμε για να είμαστε μια ελεύθερη χώρα ανάμεσα σε ελεύθερες χώρες, χωρίς να ανήκουμε σε κανένα στρατιωτικό συνασπισμό, χωρίς να πρέπει να συμβουλευόμαστε την πρεσβεία οποιασδήποτε μεγάλης δύναμης για κάθε απόφαση που παίρνουμε για εσωτερικά και διεθνή θέματα; Δε σκεφτόμαστε να ανακατανείμουμε τον πλούτο εκείνων που έχουν πάρα πολλά για να δώσουμε σ’ εκείνους που δεν έχουν τίποτα; Δε σκεφτόμαστε εδώ να προσφέρουμε δημιουργικό έργο, μια δυναμική καθημερινή πηγή ευτυχίας; Αν ναι, τότε έχουμε ήδη τους στόχους στους οποίους αναφερθήκαμε… Σε καιρούς μεγάλου κίνδυνου, σε καιρούς μεγάλης έντασης και μεγάλης δημιουργίας, αυτό που έχει σημασία είναι ο μεγάλος εχθρός και οι μεγάλοι στόχοι. Αν συμφωνούμε, αν όλοι μας ξέρουμε ήδη πού πηγαίνουμε, τότε, ό,τι κι αν συμβεί, πρέπει να αρχίσουμε τη δουλειά μας. Σας έλεγα ότι για να είναι κανείς επαναστάτης πρέπει να υπάρχει επανάσταση. Την έχουμε ήδη. Κι ένας επαναστάτης πρέπει επίσης να γνωρίζει τους ανθρώπους με τους οποίους πρόκειται να δουλέψει. Πιστεύω ότι δε γνωρίζουμε ακόμα καλά ο ένας τον άλλο. Πιστεύω ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας… (Ωστόσο) αν γνωρίζουμε τους στόχους, αν γνωρίζουμε τον εχθρό και αν γνωρίζουμε προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθούμε, τότε το μόνο που μας απομένει είναι να μάθουμε πόση απόσταση πρέπει να διανύουμε κάθε μέρα και να το κάνουμε. Κανένας δεν μπορεί να πει πόση είναι αυτή η απόσταση· η απόσταση αυτή είναι η προσωπική πορεία κάθε ανθρώπου – είναι αυτό που θα κάνει κάθε μέρα, αυτό που θα κερδίζει από την προσωπική του εμπειρία και αυτό που θα δίνει από τον εαυτό του ασκώντας το επάγγελμα του, αφοσιωμένος στην ευημερία του λαού. Αν διαθέτουμε ήδη όλα τα στοιχεία για να βαδίσουμε προς το μέλλον, ας θυμηθούμε τη φράση του Χοσέ Μαρτί, την οποία πρέπει να εφαρμόζουμε διαρκώς: «Ο καλύτερος τρόπος να πεις κάτι είναι να το κάνεις».
Ας βαδίσουμε λοιπόν προς το μέλλον της Κούβας.
Πηγή: Ημερολόγια Μοτοσικλέτας, Latinoamericana, Εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη, 2004. Το πλήρες κείμενο αυτής της ομιλίας περιλαμβάνεται στη νέα έκδοση του Che Guevara Reader, που εκδόθηκε από την Ocean Press το 2003.
                                                                                                                   "guevaristas"

Πολιτικές επιλογές ως πολιτικές κοινωνικής ανισότητας...

Του Νίκου Κοτζιά (μέσω "press-gr")

Η κυβέρνηση (με αυξανόμενες διαφοροποιήσεις), η τρόικα (με αυξανόμενη σιωπή) και οι σύμβουλοί τους (με αυξανόμενο κρυφτό), εμφανίζουν την πολιτική που προωθούν ως αναγκαιότητα και μονόδρομο. Αντίθετα με αυτούς, που συναποτελούν το Κόμμα του Μνημονίου, υποστηρίζω ότι οι πολιτικές επιλογές των κυρίαρχων σήμερα δυνάμεων, υπηρετούν συγκεκριμένα μειοψηφικά συμφέροντα ενάντια στην πλειοψηφία του λαού. Δεν φτάνει δε, ότι αυτές οι πολιτικές είναι καταστροφικές για τη χώρα, επιπλέον, η εφαρμογή τους χαρακτηρίζεται από... αυξανόμενο αντικοινωνικό πάθος προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα 15 οικογενειών στην Ελλάδα, καθώς και των πολιτικών και δημοσιογράφων που συνδέονται με αυτές.
Το Κόμμα του Μνημονίου εμφανίζει ότι είναι να παρθεί από τους μη έχοντες και αδύναμους ως θεϊκή επιταγή (μόνο που ως θεός εμφανίζεται ο ξένος παράγοντας) καθώς και οικονομική αναγκαιότητα. Αντίθετα, δεν λαμβάνει ανάλογα μέτρα ενάντια στους έχοντες και κατέχοντες, όπως είναι τα μεγάλα συμφέροντα, η διαπλοκή και η διεθνής τοκογλυφία. Με βάση αυτό το γεγονός, υποστηρίζω από την αρχή της κρίσης ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών είναι ιδιαίτερα σκληρές απέναντι των αδύναμων, και όλο ευγένεια έναντι των ισχυρών. Πρόκειται για μια πολιτική που με σκληρά αντικοινωνικά κριτήρια ανάγει τους απλούς και καθημερινούς ανθρώπους σε κύριο εχθρό του μέλλοντος της πατρίδας, ενώ, ταυτόχρονα, προστατεύει τους πραγματικά υπεύθυνους. Αυτή η θεμελιακή θέση που υποστηρίζω, προκύπτει από εκατοντάδες παραδείγματα, ορισμένα από τα οποία παραθέτω στη συνέχεια.
Σε ποιόν χρωστά το κράτος;Η καθημερινή προπαγάνδα και οι απαιτήσεις της τρόικας έχουν ως στόχο να πληρώσει το ελληνικό δημόσιο τα χρέη του. Ως δεσμευτικοί δεν θεωρούνται όλες οι κατηγορίες χρεών, αλλά μόνο δύο. Η πρώτη αφορά τον δημόσιο δανεισμό. Αυτός σε μεγάλο βαθμό αφορά τοκογλύφους οι οποίοι λαμβάνουν δάνεια με 1% από την ΕΚΤ και δανείζουν κατόπιν με 6% το ελληνικό κράτος. Όπως δείχνω στο νέο μου βιβλίο «Πολιτική Σωτηρίας» (εκδόσεις Λιβάνη) ο αρχικός δανεισμός της Ελλάδας με αφετηρία του 1994 έχει ήδη ξεπληρωθεί έξη (ναι! 6!) φορές και χρωστάμε άλλες πέντε (ναι! Άλλες 5!). Άρα οι δανειστές μας ως σύνολο έχουν ήδη λάβει τα αρχικά τους απαιτητές τοκοχρεολύσια στο πολλαπλάσιο.
Η τρόικα επιμένει στον υπέρτατο βαθμό να πληρωθούν χρέη που έχει το ελληνικό δημόσιο προς ιδιώτες επιχειρηματίες. Χρέη που αν είναι «έντιμα», όπως αυτά των ταμείων προς τους φαρμακοποιούς πράγματι πρέπει να πληρωθούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις το ελάχιστο που πρέπει να γίνουν, είναι να συμψηφιστούν με τα χρέη ιδιωτών προς το δημόσιο. Υπάρχουν, όμως, ιδιωτικά χρέη που προήλθαν από υπερτιμολογήσεις, διαφθορά και άλλους τρόπους, όπως είναι ορισμένα εκ των χρεών προς φαρμακευτικές εταιρείες. Σε αυτή την περίπτωση η βιασύνη της τρόικας και οι απαιτήσεις που διατυπώνει μάλλον απορρέουν από τους έλληνες πληροφοριοδότες της και τα ελληνικά συστήματα προεργασίας και προετοιμασίας των μνημονίων. Σε κάθε περίπτωση, όπως δείχνουν και τα δύο παραδείγματα, το ελληνικό δημόσιο καλείται να πληρώνει τους κάθε μορφής επιχειρηματίες «δανειστές» του.
Υπάρχουν, όμως, πολλοί περισσότεροι δανειστές του ελληνικού δημοσίου. Άνθρωποι του καθημερινού μόχθου. Που ουσιαστικά δάνεισαν το ελληνικό δημόσιο από το υστέρημά τους. Αυτοί είναι όλοι οι μισθωτοί, γενικότερα όλοι οι ασφαλισμένοι. Η κυβέρνηση κάθε τρίτο μήνα περιορίζει το κοινωνικό κράτος, μειώνει τους μισθούς και τις συντάξεις, προσπαθεί να καταργήσει το εφάπαξ των δημοσίων. Το ερώτημα είναι πολύ απλό: αυτά είναι χρήματα της τρόικας και της κυβέρνησης ή χρήματα των μισθωτών που τα έχουν καταθέσει, δηλαδή, δανείσει, στο δημόσιο; Η απάντηση είναι εξίσου απλή. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το εφάπαξ. Οι δημόσιοι υπάλληλοι κόβουν ένα κομμάτι του μισθού τους και το παραδίδουν στα χέρια του κράτους προκειμένου να τους το φυλάξει και να τους το επιτρέψει αρχικά μετά από περίπου 35 χρόνια. Στο διάστημα αυτό, το ελληνικό κράτος διαθέτει για τρίτους σκοπούς ποσά που έχει δανειστεί από τους δημόσιους υπαλλήλους. Άρα οφείλει να τους τα επιστρέψει προσθέτοντας έναν καλό τόκο. Τα ίδια ισχύουν στον ένα ή άλλο βαθμό για όλα τα συνταξιοδοτικά ταμεία και δικαιώματα.
Προκύπτει, λοιπόν, ένα πολύ απλό ερώτημα, γιατί η κυβέρνηση και η τρόικα δείχνουν τόσο πόνο για τα όποια (συχνά μη νόμιμα) χρέη του δημοσίου προς ιδιώτες επιχειρηματίες και τράπεζες, αλλά δεν δείχνει την ίδια ευαισθησία για τους έχοντες προπληρώσει το εφάπαξ και τις συντάξεις τους; Γιατί η τρόικα απαιτεί να πληρωθούν οι φαρμακοβιομηχανίες και να μην εκπέσει ούτε σεντς από τα χρωστούμενα, αλλά αυθαιρετεί ως προς το εφάπαξ (πέραν του γεγονότος της αδυναμίας της ΑΔΕΔΥ να αντιδράσει ουσιαστικά); Η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: Κυβέρνηση και Τρόικα πιστεύουν ότι ο επιχειρηματίας δεν πρέπει να χάσει ούτε ένα σεντς, ενώ τα δάνεια που έχει λάβει το δημόσιο από τους εργαζομένους μπορούν να λεηλατηθούν πολλαπλά. Ότι δηλαδή δεν μπορεί κανείς να κόβει από τα κέρδη των καπιταλιστών, αλλά μπορεί να αυθαιρετεί επί των χρημάτων που ανήκουν σε μισθωτούς. Και όλα αυτά στο όνομα των αγορών.
2. Η αγορά είναι «ελεύθερη» ή γίνονται μονόπλευρες ρυθμίσεις;Σύμφωνα με τους κεϋνσιανούς και τμήματος της αριστεράς, το δημόσιο θα πρέπει να παρεμβαίνει στην αγορά και να κάνει ρυθμίσεις. Ιδιαίτερα να ρυθμίζει τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους το δημόσιο δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει στις αγορές. Οφείλει να αφήνει να εξελίσσονται τα πράγματα μόνα τους. Σε κάθε περίπτωση, μόνο ο τύπος του κορποριτιστικού κράτους του φασιστικού μοντέλου της Ιταλίας στον μεσοπόλεμο έκανε συστηματικά κατασταλτικές παρεμβάσεις στην «αγορά εργασίας».
Τι συμβαίνει στη σημερινή Ελλάδα; Καταρχάς δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική παρέμβαση και έλεγχος στις αγορές όσον αφορά τις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών. Στα δύο χρόνια κρίσης ενώ υπάρχει μεγάλη ύφεση, οι τιμές δεν μειώνονται. Η δε αύξηση αυτή δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο στις αυξήσεις του ΦΠΑ, αλλά οφείλεται στην προσπάθεια που κάνουν –όσο βέβαια τους παίρνει και φαίνεται ότι τους παίρνει- να διατηρήσουν ακόμα και να αυξήσουν τις τιμές και κατά προέκταση τα κέρδη τους στην εποχή της κρίσης. Αντίθετα, υπάρχει η μέγιστη δυνατή παρέμβαση όσον αφορά την αγορά εργασίας. Αντί προστασίας αποδιοργανώνεται όλο το σύστημα των δικαιωμάτων που απέρρεαν από τις εργασιακές σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί μέσα στις τελευταίες δεκαετίες. Η τρόικα και το κράτος κάνουν συνεχείς παρεμβάσεις περιορισμού αυτών των δικαιωμάτων και διαμόρφωσης μιας μικρότερης τιμής για την μισθωτή εργασία. Με αυτό τον τρόπο, ρυθμίζουν προς τα κάτω τους μισθούς και κατά προέκταση τις συντάξεις της πλειοψηφίας των ελλήνων.
Στο ερώτημα εάν λειτουργεί η αγορά, η απάντηση είναι ότι σε μεγάλο βαθμό η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από απουσία του κράτους εκεί που πρέπει να προστατεύεται το λαϊκό εισόδημα και να ελέγχονται τα ανεξέλεγκτα κέρδη. Αντίθετα το ελληνικό κράτος μαζί με την τρόικα παρανόμως παρεμβαίνουν ως προς το ύψος των μισθών και των συντάξεων, καθώς και τον ελάχιστο μισθό. Παρεμβαίνει, επίσης, προκειμένου να στηρίξει μεγαλοεπιχειρηματίες που έχουν αποτύχει, όπως είναι οι εργολάβοι που πληρώνονται για διόδια εθνικών οδών που δεν κατασκευάζουν και τραπεζίτες που προσπαθούν να αποφύγουν την κρατικοποίηση των επιχειρήσεών τους που στηρίζονται στα λεφτά του δημοσίου/ των φορολογουμένων.
Ποιόν υβρίζουν οι κυβερνώντες;Η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, της μονόπλευρης παρέμβασης στις αγορές καθώς και της μονόπλευρης «αναγνώρισης» χρεών, προκειμένου να υλοποιηθεί, προϋποθέτει την ύβρη έναντι όλων εκείνων που αδικεί και την στήριξη με όλα τα μέσα ενημέρωσης και προπαγάνδας εκείνων στους οποίους κάνει παροχές. Για αυτό, η τρόικα, η κυβέρνηση και τα περισσότερα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης εμφανίζουν τα μέτρα ενάντια στους μισθωτούς, τους μικρομεσαίους και τους συνταξιούχους ως αναγκαία και μοναδικά, ενώ αποσιωπούν όσο μπορούν την στήριξη που δίνουν, όπως έδειξα σε δύο παραδείγματα και υπάρχουν μυριάδες ανάλογα, στα μεγάλα συμφέροντα και στην διαπλοκή. Με αυτό τον τρόπο παράγουν μια στρεβλή εικόνα του ποιος φταίει για την κρίση και ποιος καρπώνεται της κρίσης. Όσοι, λοιπόν, από τους κυβερνητικούς θέλουν να κάνουν αυτοκριτική, θα όφειλαν πριν από όλα να μιλήσουν για τις αδικίες που υφίστανται ιο συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι, για την ανάγκη καταπολέμησης των συμφερόντων που κινούνται ως Κόμμα του Μνημονίου.

Των εμφανών

Οι πατατοφάγοι, Βαν Γκογκ, Σπουδή, 1885

του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

από το Red NoteBook

Στα χρόνια που κάθε αριστερή οικογένεια είχε από έναν φυλακισμένο ή κυνηγημένο να λείπει απ’ το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, οι υπόλοιποι συνήθιζαν να κρατούν, γι’ αυτόν και για τους «αφανείς» εκείνου του καιρού, το δεύτερο κομμάτι της πρωτοχρονιάτικης πίτας. Μ’ αυτή τη μικρή πράξη αντίστασης, οι μεγαλύτεροι «διαπαιδαγωγούσαν» σιωπηρά τους μικρότερους, κι οι ίδιοι όμως ένιωθαν για μερικές στιγμές το σπίτι πιο ζεστό· έτσι που οι γιορτές μεγεθύνουν σαδιστικά κάθε έλλειψη, είναι ένα στοίχημα για τους ανθρώπους κάθε εποχής να επινοούν αντιπερισπασμούς – μικρές γιορτές μες στις γιορτές, που να κρατούν έστω για λίγο την ψύχρα σε απόσταση.
Τη συνήθεια αυτή θύμιζε σ’ ένα προ εξαετίας σημείωμα στην Αυγή ο Νίκος Μπελαβίλας, ζητώντας οι αριστεροί -αυτοί τουλάχιστον- να μην ξεχάσουν την ωραία παράδοση, τώρα που κυνηγημένοι («αφανείς»…) είναι οι μετανάστες. Είχε δίκιο ο Νίκος. Μόνο που αν έγραφε σήμερα το σημείωμα αυτό, έξι μόλις χρόνια μετά το hangover της ολυμπιακής Αθήνας, ίσως να διάλεγε έναν διαφορετικό τίτλο. Αυτοί που σήμερα διεκδικούν ένα κομμάτι στην πίτα μας -ακόμα κι αν φέτος στήσουν κι αυτοί ένα τραπέζι με τα βασικά, έτσι, «για το καλό»-, δεν είναι μόνο οι μετανάστες. Είναι κι οι εμφανέστατοι πια δικοί μας ξένοι.
Οι μέρες της ξιπασιάς για το «μεγαλύτερο χριστουγεννιάτικο δέντρο της Ευρώπης» δεν είναι πια εδώ. Τη θέση τους πήραν δρόμοι που, καθώς αδειάζουν, κρύβουνε όλο και δυσκολότερα αυτούς που δεν παρηγορούνται από την έλευση του θείου βρέφους ή την άλλοτε πειστική Θεολογία του Εμπορεύματος. Οι κυνικοί δεν μπορούν πια να μιλούν το ίδιο εύκολα για μιζεραμπιλισμό – εκτός βεβαίως αν ο κυνισμός τους αποδείχτηκε χρήσιμος και τελικά προσοδοφόρος. Αλλά κι εμείς δεν είναι για να χαιρόμαστε με τις διαψεύσεις τους. Η φετινή Πρωτοχρονιά θα βρει πολλούς απ’ τους δικούς μας ν’ αγωνιούν αν οι άνθρωποί τους θα κερδίσουν τη μάχη με τη ζωή, άλλοι θα κλείνουν βιαστικά το καλοριφέρ, θα αποφεύγουν εξόδους κι επισκέψεις έχοντας αποτύχει να βρουν δανεικά ή θα προσπαθούν να περισώσουν κάτι απ’ τα χρέη και τους λογαριασμούς, μήπως και περισσέψει τίποτα για ένα δώρο. Άλλοι πάλι θα περνούν βιαστικά απ’ τους εμπορικούς δρόμους του κέντρου, πότε για να προφυλαχτούν από τον ψυχαναγκασμό της γιρλάντας και του αγιοβασιλιάτικου σκούφου, πότε για ν’ αποφύγουν τη θλίψη του μικρέμπορα, που φέτος ανακαλύπτει πιο πικρά από ποτέ ότι δεν φταίγαν οι ξένοι μικροπωλητές που ο τζίρος πήγαινε κατά διαόλου. Όπως και να’ χει, τίποτα απ΄ όλα αυτά δεν είναι πια δυνατό να κρυφτεί από κανέναν.
Μεγάλωσα σ’ ένα μικροαστικό σπίτι για το οποίο οι γιορτές ήταν κατά παράδοση η ευκαιρία να τσακωθούν όλοι με όλους, εφ’ όλης της ύλης – από το αν θα φύγουμε και πότε για το χωριό, μέχρι τη θέση του καθένα στο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Όμως, αν κάτι κράτησα από τις μέρες των γιορτών, δεν ήταν ούτε η ολιγόλεπτη συμφιλίωση την ώρα της αλλαγής του χρόνου, ούτε η καταναγκαστική κοινωνικότητα, που μέχρι πρότινος φούσκωνε με χρέη την πιστωτική κάρτα της μάνας μου. Αν κάτι κράτησα από τις μέρες αυτές είναι τα κάλαντα και το χαρτζιλίκι από τους θείους στην Καισαριανή, τα μελομακάρονα (όχι τους κουραμπιέδες!) και τη γέμιση, κυρίως όμως τη συνήθεια της μάνας μου να καλεί στο τραπέζι τους πιο μόνους από τους συγγενείς· τα ημερολόγια του Δικτύου από τον Αλέκο, τη μυρωδιά της βανίλιας στη βασιλόπιτα της γιαγιάς και τις πιο ζεστές στιγμές μετά την αλλαγή του χρόνου στο Χαλάνδρι. Αν κάτι κράτησα από τις μέρες αυτές είναι πως, ό, τι και να συμβαίνει, οι μέρες αυτές δεν είναι σαν τις άλλες. Το μαρτυρούν τα μεταναστόπουλα που λένε τα κάλαντα για να τα «κονομήσουν» -όπως κάναμε δηλαδή κι εμείς-, και όχι μόνο χάριν του εθίμου. Το μαρτυρούν τα παζάρια βιβλίων, η Αγγελική που επιμένει να βρούμε λίγη αισιοδοξία για τη χρονιά που έρχεται και, βεβαίως, το κουτί με τα μελομακάρονα που έμεινε πάνω στο γραφείο - αδειανό. Το μαρτυρούν οι ετοιμασίες για την Πρωτοχρονιά στη Χαλυβουργία, τα ημερολόγια του ΣΜΕΔ, του Δικτύου και του alterthess, οι ζεστές ευχές του Νικόλα και τα παραμύθια που ξανανακαλύπτουμε (αλίμονο αν αφήναμε στα δοκίμια να εκπαιδεύουν κατ΄ αποκλειστικότητα το αισθητήριό μας...).
Παρά τα φαινόμενα, η «συμμετοχή» στις μέρες αυτές έχει ελάχιστες προϋποθέσεις – ακόμα και οικονομικές. Όλο και κάτι θα υπάρχει στη βιβλιοθήκη για να χαριστεί, όλο και κάποιος θα δωρίζει ακόμα δίχως να απαιτεί αντίδωρο – κι όπως το θέτει το τραγούδι, υπάρχουν κάποιοι που για δώρο, και μάλιστα ακριβό, λογίζουν ένα και μόνο βήμα που οδηγεί πιο κοντά τους τους αγαπημένους τους.
Μπορεί λοιπόν ο Άη-Βασίλης να έχει χάσει πολλή από τη λάμψη του, μπορεί τα μεγάλα παιδιά να γνωρίζουν ότι οι γιορτές τελειώνουν γρήγορα ή να αποφεύγουν τις ευχές. Όμως, αυτές τις μέρες που εμφανείς και αφανείς μπερδεύονται επικίνδυνα, είναι σημαντικό οι γιορτές να μην είναι σαν τις άλλες μέρες. Είναι σημαντικό να σημαίνουν κάτι (ό,τι κάθε φορά διαλέγουμε εμείς), κι είναι σημαντικό να μυρίζουν αλλιώς – όπως, ας πούμε, μια βασιλόπιτα πού’ χει ένα γενναιόδωρο κομμάτι για όλους. Εδώ που τα λέμε, ημέρες αφθονίας δεν έχει πια κανείς να υποσχεθεί σε κανέναν: ούτε ο καπιταλισμός ούτε η αριστερά. Αυτό που εμείς τουλάχιστον μπορούμε να υποσχεθούμε είναι ότι ένα κομμάτι στην πίτα μας θα υπάρχει πάντα για όλους

... λιτότητα για ευάλωτους πολίτες ...

Ρούσσος Βρανάς
ΔΡΟΜΟΙ

«Οι οικονομία...
...πάει για φούντο / Εχουμε να δούμε μπόλικα φονικά στην πόλη» (από το τραγούδι «Broken Safety» του Αμερικανού ράπερ Τζάντακις).
Στην πόλη...
...που ζει, στο Μπρούκλιν, ο συγγραφέας Μάλκολμ Χάρις σκέφτηκε μια μέρα έναν νέο τρόπο για να μετρήσει το μέγεθος της εξαθλίωσης των φτωχών και των εργαζομένων: τον αριθμό των συλλήψεων στον σταθμό του υπόγειου τρένου. Επειδή είναι ένα μέτρο που σίγουρα δείχνει πιο ρεαλιστικά από το ποσοστό της ανεργίας πόσο επηρεάζει η λιτότητα τις ζωές των ανθρώπων. «Τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα, όταν κατεβαίνω τα σκαλιά του σταθμού, βρίσκομαι μπροστά σε έναν δυο νεαρούς που είναι δεμένοι στα κάγκελα με χειροπέδες από ένοπλους αστυνομικούς», γράφει στο περιοδικό «Τζάκομπιν». «Οι δημόσιες μεταφορές είναι ένας από εκείνους τους χώρους όπου οι πιο στερημένοι της χώρας βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωποι με τους αστυνομικούς. Εκεί οι αστυνομικοί δρουν με περισσότερη ατιμωρησία από οπουδήποτε αλλού. Και εκεί τα εισιτήρια είναι ένα χειροπιαστό μέτρο της λιτότητας». Οι αστυνομικοί αναλαμβάνουν να επιβάλουν την υπόσχεση που έχει δώσει η χώρα στις παγκόσμιες αγορές, λέει ο συγγραφέας: να υποστούν δηλαδή αυτή τη λιτότητα οι πιο ευάλωτοι πολίτες της. Με τις απανωτές αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι που πρώτα είχαν τη δυνατότητα να πληρώνουν για να μετακινούνται στην πόλη - για όσο δηλαδή ήταν ακόμη επικερδές για το κράτος να διευκολύνει τις μετακινήσεις τους - δεν είναι πια σε θέση να το κάνουν χωρίς να παραβούν τον νόμο.
Η λιτότητα...
...σκοτώνει. Σκοτώνει στερώντας βασικές υπηρεσίες από εκείνους ακριβώς τους ανθρώπους που τις χρειάζονται περισσότερο. Και σκοτώνει περιφρουρώντας, στην ανάγκη και με τα όπλα, εκείνο ακριβώς το χάσμα που χωρίζει τους πιο πλούσιους από τους πιο φτωχούς. «Ο Κένεθ Χάρντινγκ ήταν δεκαεννέα ετών, όταν πυροβολήθηκε στην πλάτη από έναν αστυνομικό σε σταθμό του τρένου στο Σαν Φρανσίσκο», γράφει ο Μάλκολμ Χάρις. «Το είχε βάλει στα πόδια, όταν τον έπιασαν να περνάει τα κάγκελα λαθραία για να μην πληρώσει τα δύο δολάρια που κόστιζε το εισιτήριο. Η λιτότητα απαιτεί να επιβληθεί η φτώχεια στον πληθυσμό. Και με την ποινικοποίηση της φτώχειας, κάθε φτωχός αντιμετωπίζεται αναπόδραστα σαν κακοποιός». Το κράτος και εκείνοι που το έχουν θέσει στην υπηρεσία των συμφερόντων τους γνωρίζουν καλά πως όσο περισσότερο θα ακριβαίνουν τα εισιτήρια τόσο περισσότεροι άνθρωποι θα πηδούν τα κάγκελα. Γνωρίζουν καλά ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι. Και γνωρίζουν επίσης καλά πόσο φθηνές έχουν καταντήσει οι ζωές τους («Μόνο οι κηδείες μας απόμειναν φθηνές», τραγουδάει ο Τζάντακις).
Οσο περισσότερο...
...το κράτος θα επιτρέπει και θα ενθαρρύνει τους πλουσιότερους να παραβιάζουν τον νόμο τόσο περισσότερο θα αναγκάζει τις επικίνδυνες τάξεις να σκύβουν το κεφάλι.
---
ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΟ - ΔΕΙΤΕ ΤΟ

... άντε, να ραπάρουμε μπας και ξεχαστούμε ...


                                                                                                          
                                                                                                            από Stavrovelonia

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Τα Χριστούγεννα της χρεοκοπίας του 1893

«Πονούσιν οι πολλοί και σκέπτονται το αίτιον...»
Πώς βίωσαν οι πολίτες τις γιορτές μετά τη «στάση πληρωμών» και τη χιονοστιβάδα φτώχειας και πείνας
 
Τέτοιες μέρες είναι κανόνας ν' αναζητούνται παλιές χριστουγεννιάτικες ιστορίες Τα παλιά είναι συνήθως... πάντα καλύτερα Χριστούγεννα! Ιδιαίτερα σε δύσκολες εποχές. Οσο πιο μακριά βρίσκονται από το παρόν, τόσο παραδεισιακές διαστάσεις παίρνουν! Σαν να υπήρχαν χρόνια που δένανε τα σκυλιά με τα λουκάνικα, νικούσε η αγάπη και βασίλευε παντού η ειρήνη!Σ' αντίθεση με την τάση επιστροφής τις μέρες μας στους... παλιούς, καλούς καιρούς, ας γυρίσουμε πίσω στον Δεκέμβριο του 1893. Τη χρονιά, τον μήνα και τις γιορτές, που σημαδεύει το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν».
Τυπικά, η χρεοκοπία εξαγγέλθηκε την πρώτη Δεκεμβρίου (13 με το νέο ημερολόγιο) με την κατάθεση νομοσχεδίου. Μέσα σε 10 ημέρες, αυτό και άλλα 2 νομοσχέδια είχαν γίνει νόμοι του κράτους (9-10 Δεκεμβρίου). Στις 28 Δεκεμβρίου κατατέθηκε και ο πρώτος προϋπολογισμός της χρεοκοπίας, που θα ψηφισθεί, όμως, μετά 3 μήνες.
Ειπωμένη ή όχι από τον Τρικούπη, στις εισηγητικές ομιλίες του για το πρώτο νομοσχέδιο ή τον προϋπολογισμό, μ' αυτές ακριβώς τις λέξεις, η εμβληματική νεοελληνική φράση σήμαινε επισήμως τον «προσωρινό διακανονισμό του χρέους» - αυτός ήταν ο τίτλος του νόμου (ΒΡ-ΣΤ/93). Στην πράξη συνεπαγόταν την άμεση αναστολή καταβολής των χρεολυσίων στους διεθνείς δανειστές του Δημοσίου και τη δραστική περικοπή (κατά 70%) των τόκων στους κατόχους ελληνικών ομολογιών. ...
Διαμαρτυρίες
Οσα διαδραματίστηκαν τότε έχουν γίνει τελευταία πολύ γνωστά, αλλά ας θυμηθούμε μερικά ακόμη για ν' αποτυπωθεί καλύτερα ο χαρακτηρισμός «γιορτές φτώχειας». Ξέσπασε θύελλα διαμαρτυριών κατά του Τρικούπη σε Λονδίνο, Παρίσι και Βερολίνο, που αξίωσαν την επιβολή διεθνούς ελέγχου στις εισπράξεις του Δημοσίου. Αλλά και στην Ελλάδα από την αντιπολίτευση.
Αυτό που συνήθως δεν αναφέρεται με σαφήνεια είναι ότι ο Τρικούπης δεν τράπηκε σε φυγή. Εμεινε στην κυβέρνηση μετά τη χρεοκοπία και προσπάθησε να πετύχει τον «διακανονισμό». Οι προσπάθειες δεν είχαν αποτελέσματα. Οπως άλλωστε και των διαδόχων του. Θα χρειαστεί ένας πόλεμος για να υποταγεί η Ελλάδα στις απαιτήσεις των δανειστών και να επιβληθεί ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος (1898).
Πώς όμως βίωνε τη χρεοκοπία η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών. Οδηγός μας ο αντιτρικουπικός Τύπος, καθώς οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες αποφεύγουν τις περιγραφές. Παρά το γεγονός ότι οι δημοσιογραφικοί κανόνες της εποχής επιτάσσουν αναλυτικά ρεπορτάζ για την κίνηση στην εορταστική αγορά και τις τιμές των ειδών πλατιάς κατανάλωσης. Σε μια μάλιστα απ' αυτές ο ρεπόρτερ της παρακάμπτει τον σχετικό σκόπελο μ' ευφάνταστο τρόπο: «-Πώς πήγε εφέτος η δουλειά; ρωτά τον κρεοπώλη.
-«Καλά, δόξα τω Θεώ! Ο κόσμος λεπτά δεν έχει λένε και λεπτά ξοδεύει. Μυστήριον...».
Ο αντικυβερνητικός Τύπος εκπέμπει με διαφορετικούς τρόπους, σ' άλλο μήκος κύματος:
-«Πάντες (στην αγορά) με κεκλιμένας τας κεφαλάς και την κατήφειαν εις το πρόσωπο εζωγραφισμένην... Η εξοικονόμησις του άρτου είνε το μόνον μέλημα πάντων των οικογενειαρχών...».
-«Πανταχού ερείπια. Αι εορταί προκαλούσαι συγκρίσεις θλιβεράς παρουσιάζωσι την κατάστασιν του τόπου υπό πάσαν αυτής αλγεινότητα. Και πονούσιν οι πολλοί και σκέπτονται και ζητούσι το αίτιον της δυσπραγίας...»
Παρά τις συνηθισμένες αντιπολιτευτικές υπερβολές η συγκεκριμένη διαπίστωση δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Στα σατιρικά κείμενα χρησιμοποιούνται πολύ σκληρότερες εκφράσεις: «Ευθύς τραπέζι στρώσετε, βάλτε το φαγητό σας/ κι αν άλλο τι δεν έχετε να φάτε τ' απ' αυτό σας». Ενώ ένα άλλο μπροστά στις γενικές περικοπές σαρκάζει: «Απεφασίσθη υπό της Κυβερνήσεως να ψαλιδισθή και η σημαία μας...».
Εκείνα τα «Χριστούγεννα ήτο πένθιμα δια την κοινωνίαν». Κατά γενική ομολογία, τα έκανε δυσβάσταχτα ο «εξευτελισμός» της χώρας στα μάτια των Ευρωπαίων από το «κανόνι» της χρεοκοπίας.
Ολοι, όμως, προσβλέπανε σε καλύτερο μέλλον. Υπήρχε κάποια αισιοδοξία...
Πλήθη φτωχών και ζητιάνων
Ιδού ένα σταχυολόγημα από «σκέψεις που υπαγορεύουν τα Χριστούγεννα εις τους εκ των Ορθοδόξων ελευθέρους Ελληνας, τους οποίους κατέστησε πτωχούς και εξηυτελισμένους η εν τη Πολιτεία επικράτησις ανθρώπων αναξίων»: «Δεν ήρκεσε εις την Ελλάδα το ότι εκ των πραγμάτων απεδείχθη μη έχουσα τας δυνάμεις ν' ανταποκριθή εις τας επιπολαίους, τας αλογίστως αναληφθείσας υποχρεώσεις ως Κράτους. Ηθέλησεν εις την απόδειξιν της οικονομικής αδυναμίας της να προσθέση την απόδειξιν της ηθικής αναξιότητος...».
«Δεν είναι τοιούτος ο λαός της και το αποδεικνύει η Ιστορία του ολόκληρος και δη η των τελευταίων ετών... Υπεβλήθη στερήσεις και θυσίας, όπως επαρκέση εις πάσας τας υποχρεώσεις προς τους δανειστάς του...».
«Πλήθος άπειρον επαιτών. Μη φαινόμενον εις τον πολύν κόσμον, πλήθος στερούμενον του άρτου και γυμνητεύον ανεφάνη. Δεν είχομεν φαντασθή ποτέ τας Αθήνας περικλειούσας τοσαύτην δυστυχίαν, ουδέ τόσον αριθμόν πτωχών...». Ο μόνος πλούτος, έγραφε μελαγχολικά χρονογράφος των ημερών, «ο διαχυθείς εις τας Αθήνας ήτο ο πλουσιοπαρόχως λούσας αυτάς ήλιος και ο μόνος κυκλοφορήσας χρυσός αι ακτίναι αυτού. Το μόνον το οποίον δεν φοβούμεθα μη χάσωμεν...».
Δεν ήταν απολύτως ακριβής. Αφενός μεν επειδή στα σαλόνια των ημερών έρρεε πλούτος. Αφετέρου ακολούθησαν καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες. Μαζί με τα νερά ερχόταν κι ο νέος χρόνος «όστις βρίσκει την Ελλάδα σε κακό και μαύρο χάλι/και τα άμοιρα παιδιά της πάντα γυμνά και πεινασμένα/κι απ' όλη την Ευρώπη τα πτωχά αδικημένα.../κι είμεθα μικροί μεγάλοι διά το φρενοκομείον/κι η πατρίς η καϋμένη εις τους Φράγκους πωλημένη...».
(Τ' αποσπάσματα προέρχονται από τις εφημερίδες ΑΣΤΥ, ΕΦΗΜΕΡΙΣ, ΠΡΩΪΑ, ΡΩΜΗΟΣ, ΝΕΟΣ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, ΚΑΙΡΟΙ και ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ)
«ΑΣ ΜΕΛΕΤΗΣΩΜΕΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΠΑΘΗΜΑΤΩΝ»
Οι επιπτώσεις της χρεοκοπίας, εκτός των άλλων, ωθούσαν και σε σκέψεις για να γίνουν τα παθήματα του παρόντος μαθήματα για το μέλλον. «Ολαι αι περιουσίαι, όλα τα κεφάλαια, όλαι οι πρόσοδοι, όλα της εργασίας τα ανταλλάγματα εμειώθησαν», σημειώνουν οικονομολόγοι και οικονομολογούντες. Αλλοι αποδίδουν την ευθύνη στις τράπεζες και στους «χρυσοκάνθαρους», στους «Φράγκους» (ξένους) πιστωτές, στην κυβερνητική αβουλία. «Εν τη ειρήνη της οικογενειακής εστίας, ας μελετήσωμεν επί των παθημάτων», προτρέπουν πολλοί...
ΒΑΘΙΕΣ ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Σε καιρούς γενικευμένης φτώχειας και ανυπαρξίας δομών κοινωνικής πρόνοιας η αλληλεγγύη βρίσκεται διαχρονικά στην ημερήσια διάταξη. Το φαινόμενο έχει βαθιές ελληνικές ρίζες. Εκκληση κάνουν εφημερίδες όπως και πολλοί φορείς στα φιλάνθρωπα αισθήματα των εχόντων: «Εάν εις άλλους χρόνους απόλυτος παρίστατο η ανάγκη της συνδρομής των δυναμένων υπέρ των ενδεών, το έτος τούτο η ανάγκη αύτη παρίσταται επιτακτικωτέρα...». Οι εκκλήσεις δεν μένουν χωρίς αντίκρισμα.
kostasxan