Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Καλή χρονιά για όλους

Που βαδίζει η επιστήμη;

 
του Ιωάννη Καβαλιώτη πρώην Διευθυντή Παιδιατρικής Κλινικής Λοιμωδών Νόσων

Το ερώτημα βασανίζει ή πρέπει να βασανίζει νομίζω όλους τους επιστήμονες. Μήπως από το πνευματικό πάθος που διέπει του υπηρέτες της επιστήμης οδηγούμεθα σε ένα σύστημα που καθοδηγείται από την αγορά;
Με πάνω από 10 εκατομμύρια ενεργούς ερευνητές, πάνω από 2 εκατομμύρια επιστημονικών άρθρων που δημοσιεύονται κάθε χρόνο, και μια ανεξέλεγκτη εξάπλωση των δεικτών των περιοδικών (impact factors), η σύγχρονη επιστήμη υφίσταται μια βαθιά αλλαγή που μεταβάλλει γνωστές, συγκεκριμένες και υποτίθεται ακλόνητες διαδικασίες. Που μεταβάλλει τις ηθικές αρχές και τους παραδοσιακούς μηχανισμούς επικύρωσης των επιστημονικών αποτελεσμάτων. Μηχανισμούς και αρχές που θεωρούντο αναφαίρετοι και απαραίτητοι εδώ και έναν αιώνα.
Η φωτογραφία είναι τρανταχτό παράδειγμα του τι συνέβαινε παλαιότερα και του τι συμβαίνει σήμερα. Πρόκειται για ένα συνέδριο του 1927 πάνω στα «ηλεκτρόνια και φωτόνια». Στη φωτό είναι 29 συμμετέχοντες. Από αυτούς οι 17 με βραβείο Nobel και οι άλλοι κορυφαίοι διεθνώς στον τομέα τους. Η επιστημονική συμβολή όλων αυτών ήταν πολύ μεγάλη και τα αποτελέσματα της περιλαμβάνονται σε κλασικά πανεπιστημιακά συγγράμματα διεθνώς. Έχουμε λοιπόν ένα μικρό μεν σε μέγεθος συνέδριο με τεράστια όμως συνάθροιση γνώσης και ταλέντων.
Τι γίνεται σήμερα; Συνέδρια της τάξεως των 10.000, των 20.000 ή ακόμη και των 50.000 συμμετεχόντων. Ποιοι είναι αυτοί οι συμμετέχοντες; Τι επιστημονικό υπόβαθρο έχουν;
Παρακολουθούν άραγε; Και τι να παρακολουθήσουν όταν την ίδια ώρα γίνονται συγχρόνως παρουσιάσεις σε 5 και πλέον αίθουσες;
Και οι ομιλητές ποιάς επιστημονικής τάξεως είναι; Όχι φυσικά αυτών της φωτό. Θα πείτε ότι οι γνώσεις πολλαπλασιάστηκαν, τα πανεπιστήμια αυξήθηκαν, οι επιστήμονες πολυάριθμοι. Καλά όλα αυτά, αλλά πιστεύει κανείς ότι απαιτούνται τόσα πολυάριθμα συνέδρια κάθε χρόνο; Ακόμη και επί του ιδίου τομέα. Τι συνταρακτικό μπορεί να αλλάξει σε ένα χρόνο ώστε να χρειάζονται τόσες και τόσες ομιλίες; Φυσικά αν προσέξει κανείς θα δεί ότι τα περισσότερα συνέδρια γίνονται σε τουριστικές οποθεσίες και η πλειονότητα των συνέδρων περιτριγυρίζει στα αξιοθέατα παρά παρακολουθεί τους, συνήθως αδρά αμειβόμενους, μιλητές. Γνωστό επίσης είναι ότι σε τέτοια σμερινά συνέδρια τα έξοδα των πλείστων σων λαμβάνουν μέρος καλύπτονται από φαμακευτικές εταιρείες. Από το πλήθος των ακροατών λίγοι είναι αυτοί που ενδιαφέρονται για την επιστημονική γνώση και ακόμη πιο λίγοι αυτοί που παρακολουθούν όλες τις εργασίες και ομιλίες. Τουριστική ιατρική λοιπόν εν τη μεγαλοπρεπεία της. Ακόμα και στη μικρή χώρα μας είναι τόσες πολλές οι ημερίδες και τα συνέδρια που αναρωτιέσαι για τον βαθμό έρευνας που έχουμε. Και φυσικά των αποτελεσμάτων που παράγουμε ώστε να χρειαζόμαστε τέτοια πληθώρα ενημέρωσης. Ένας άλλος ενδιαφέρον τομέας της επιστήμης που μεταβάλλεται, είναι τα επιστημονικά περιοδικά. Πριν 40-50 χρόνια (πχ. ΄70 -΄80) υπήρχαν συγκεκριμένα περιοδικά, με συγκεκριμένες εκδόσεις τον χρόνο. Βέβαια ο όγκος της ύλης ήταν διπλάσιος σχεδόν από ότι πριν ακόμη 20 χρόνια (πχ. ΄50 -΄ 60). Μπορούσε όμως κανείς να επιλέξει ορισμένα και να τα παρακολουθεί σε όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Σήμερα τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Τα περιοδικά πλήθυναν, και η ύλη πολλαπλασιάστηκε σε απίστευτο βαθμό. Αυτό σημαίνει πολλά περιοδικά, ανάγκη για μελέτες δημοσιεύσιμες, πληθώρα συγγραφέων, πλημμελής έλεγχος μελετών, πτώση της ποιότητας. Η ποσότητα της παρεχόμενης πληροφορίας είναι πολύ μεγαλύτερη από όση μπορεί κανείς να διαβάσει, να αφομοιώσει και να χρησιμοποιήσει.
Η μεγάλη αύξηση της ακαδημαϊκής έρευνας συνδυαζόμενη με την έκρηξη των διαδικτυακών εργαλείων επικοινωνίας συνέβαλαν στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο επιτελείται η επιστήμη. Είμαστε μάρτυρες μιας τρομακτικής αύξησης δημοσιεύσεων, η οποία όμως δεν αντιστοιχεί σε ανάλογη αύξηση ιδεών και καινοτομιών. Και ενώ ο αριθμός των επιστημόνων αυξάνεται αλματωδώς, η χρηματοδότηση της έρευνας αυξάνει σε γραμμική μόνο μορφή. Τι σημαίνει αυτό; Μα ότι το περιβάλλον καθίσταται ανταγωνιστικό, τόσο που οι νεαροί γιατροί νοιώθουν ότι πρέπει να κάνουν θαύματα για να εξασφαλίσουν ακαδημαϊκή θέση ή χρηματοδότηση. Λογικό είναι να αυξάνονται και οι περιπτώσεις εξαπάτησης π.χ., λογοκλοπή, απάτη, παραποίηση στοιχείων, μη επαναλήψιμα αποτελέσματα. Αντί πάθους για λίγα εμπνευσμένα άτομα, η επιστήμη οδηγείται (αν δεν έχει οδηγηθεί ήδη) στο να γίνει ένα απλό επάγγελμα για πάρα πολλούς.
Όλα αυτά όμως έχουν συνέπειες. Κυριότερη είναι η ανάπτυξη μιας βιομηχανίας γύρω από την επιστήμη κάτι το οποίο δημιουργεί κίνδυνο ώστε η όποια επιστήμη και πιο συγκεκριμένα η ιατρική να καταλήξει να κυριαρχείται από τους νόμους της αγοράς. Εκδότες, οργανισμοί που βαθμολογούν τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, εταιρείες που βοηθούν στη συγγραφή ερευνητικών εργασιών, πρακτορεία και εταιρείες που οργανώνουν επιστημονικές (ή ψευδο-επιστημονικές) συναντήσεις σε ελκυστικές τοποθεσίες, είναι μερικές μόνον οικονομικές δραστηριότητες που άνθισαν γύρω από την παραγωγή της επιστημονικής γνώσης. Με 10 εκατομμύρια ενεργούς επιστήμονες ως δυνητικούς πελάτες. Παράλληλα, αξιόπιστοι εκδότες και σοβαρά περιοδικά, βοηθούν κατά κάποιο τρόπο τον πολλαπλασιασμό μελετών από εκδότες αμφιβόλου ποιότητας, και από περιοδικά ελάχιστης σημασίας. Αυξάνονται επίσης περιοδικά αμφίβολης προέλευσης, χωρίς κανονισμούς.
Εδώ, συμπεριλαμβάνονται και τα περιοδικά ανοικτής πρόσβασης (open access journals) που έχουν δημιουργηθεί με μοναδικό σκοπό το κέρδος, χωρίς ιδιαίτερους ελέγχους για τις μελέτες που δημοσιεύονται. Ακόμη όμως και σε τέτοιο περιοδικό δημοσιεύθηκε προ ετών πολύ ενδιαφέρον άρθρο για τις ερευνητικές μελέτες, τις κλινικές δοκιμές εταιρειών, για τους συγγραφείς-φαντάσματα, για τα ονόματα που δεν δούλεψαν και εμφανίζονται ή αυτά που δούλεψαν και δεν εμφανίζονται, για τους στατιστικολόγους που διαμορφώνουν τα αποτελέσματα όπως συμφέρει την συγκεκριμένη στιγμή. Και φυσικά είναι γνωστή η πρόσφατη ρήση μιας υπεύθυνης σύνταξης ενός από τα εγκυρότερα περιοδικά του κόσμου: «Δεν μπορώ πλέον να πιστεύω τις περισσότερες κλινικές έρευνες που δημοσιεύονται ή να επαφίεμαι σε κατευθυντήριες οδηγίες ακόμη και επισήμων φορέων…» (Dr Marcia Angell, επί πολλά έτη Editor-in-Chief του περιοδικού New England Journal of Medicine).
Η επιστήμη όμως παραμένει θεμελιώδης παράγοντας για τις μεγάλες προκλήσεις της κοινωνίας μας (γήρανση, υπερπληθυσμός, ενέργεια, οικονομική επάρκεια, κλπ). Η επιστήμη έχει ισχυρούς εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου και τεκμηρίωσης της επιστημονικής γνώσης. Αλλά η υπερπαραγωγή επιστημονικών μελετών και αποτελεσμάτων, συχνά αμφίβολης ποιότητας και χαμηλής επαναληψιμότητας, μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ενστάσεις και να μειώσει την αξιοπιστία του όλου συστήματος. Ο κίνδυνος είναι μια γενική απαξίωση της ακαδημαϊκής κοινότητας με σοβαρές συνέπειες για την κοινωνία μας. Γι αυτό πρέπει να αλλάξουμε κατεύθυνση. Πρέπει να τροποποιήσουμε σταδιακά μηχανισμούς αξιολόγησης μας, εστιάζοντας περισσότερο στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα. Πρέπει να μεταδώσουμε στους νέους φοιτητές και τους συναδέλφους τις θεμελιώδεις ηθικές αρχές στις οποίες βασίζεται η επιστήμη. Χρειάζεται σκέψη και η κατανόηση. Η αλλαγή των αντιλήψεων και των προτύπων δεν είναι εύκολη. Αλλά είναι καιρός να αρχίσουμε να συζητάμε για τα θέματα αυτά και να αντιληφθούμε τους κινδύνους που περικλείουν. Πριν είναι πολύ αργά.
 
Περιοδικό Λοίμωξη τ.53 Δεκέμβριος 2018

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2018

Μετά τη Συρία, ο Ερντογάν... τα βάζει και με δυο διάσημους ηθοποιούς...

 
Ραγκίπ Ντουράν *
 
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επικεφαλής της εκτελεστικής, της δικαστικής και της νομοθετικής εξουσίας, είναι ταυτοχρόνως και ο υπ’ αριθμόν ένα διπλωμάτης της χώρας. Είναι, επίσης, και ο ανώτατος διοικητής του στρατού. Όμως, μετά την απόφαση για την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία, που ανακοίνωσε μέσω twitter ο Ντόναλντ Τράμπ, ο παντοδύναμος ηγέτης των Τούρκων δεν ξέρει τι να κάνει στα νότια της χώρας. Πριν δέκα μέρες το πολύ, ανακοίνωσε ότι η στρατιωτική επιχείρηση στα βόρεια και στα ανατολικά της Συρίας εναντίον των «τρομοκρατών», βλέπε Κούρδοι, «θα ξεκινήσει σε λίγες μέρες».
Η αλλαγή πολιτικής από τις ΗΠΑ ανάγκασε την Άγκυρα να «αναβάλει» την επονομαζόμενη «πρωτοβουλία για την κατάληψη της βόρειας και της ανατολικής Συρίας», που αυτή τη στιγμή βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Δημοκρατικού Στρατού της Συρίας, της συμμαχίας, δηλαδή, Κούρδων, Αράβων, και άλλων κατοίκων της περιοχής. Όμως ο Δημοκρατικός Στρατός της Συρίας φαίνεται πως ήρθε σε συμφωνία και με τον Άσαντ για να αντιμετωπίσει την κατάληψη της περιοχής του. 
Ο Ερντογάν θέλει να συνεργαστεί ταυτόχρονα και με την Ουάσιγκτον και με τη Μόσχα, προκειμένου να πετύχει τον στόχο του: να εξολοθρεύσει τους Κούρδους της Συρίας και να καταλάβει αυτή την περιοχή, που αποτελεί το ένα τρίτο της όλης επικράτειας και όπου βρίσκεται το 70% των αποθεμάτων πετρελαίου της Συρίας. Το PYD (Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης - πρόκειται για Κούρδους της Συρίας, που αντλούν έμπνευση από τον Αμντουλάχ Οτσαλάν, τον ιδρυτή-ηγέτη του PKK, και κέρδισαν το 65% των ψήφων στις τελευταίες περιφερειακές εκλογές), το YPG (Μόναδες Λαϊκής Προστασίας) και το YPJ (Μονάδες Προστασίας των Γυναικών) αποτελούν, σύμφωνα με την Άγκυρα, «τρομοκρατικές οργανώσεις και συριακά παρακλάδια του ΡΚΚ».
Αυτή, όμως, είναι μια άποψη που δεν συμμερίζονται η Ουάσιγκτον, η Μόσχα και η Δαμασκός. Μόνο το Ισλαμικό Κράτος λέει ότι «το PYD είναι μια διαβολική οργάνωση απίστων». Η Ουάσιγκτον, όπως και το Παρίσι, το Λονδίνο και το Βερολίνο, υποστηρίζουν πολιτικά και στρατιωτικά τον Δημοκρατικό Στρατό, το PYD έχει ανοίξει γραφείο στη Μόσχα, ενώ η Δαμασκός τους κατηγορεί για «συνέργεια με τους ιμπεριαλιστές Αμερικάνους». Οι Κούρδοι της Συρίας έχουν κερδίσει τη συμπάθεια σχεδόν του συνόλου της κοινής γνώμης στον Δυτικό Κόσμο χάρη στη μάχη τους κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Οι πολιτικο-στρατιωτικοί παράγοντες με παρουσία στη Συρία, δηλαδή η Δαμασκός, η Μόσχα και η Τεχεράνη, δεν έχουν καμία διάθεση να αφήσουν την Άγκυρα να καταλάβει τη βόρεια Συρία. Ο Ερντογάν δείχνει να προσεγγίζει την Ουάσιγκτον, που πάει να πει ότι απομακρύνεται από τη Μόσχα. 
Η Άγκυρα έχει ένα μόνο κίνητρο, μια και μοναδική στρατηγική, στην Συρία: Να εμποδίσει τους Κούρδους να οργανωθούν σε μια ανεξάρτητη κοινότητα στην οποία θα εφαρμόζεται δημοκρατική αυτονομία. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι μεταδοτικό και να επηρεάσει και τους Κούρδους στην Τουρκία. Ο Σουλτάνος επιθυμεί, βεβαίως, να γίνει ένας παίκτης με επιρροή στην Συρία απέναντι στην Μόσχα, την Δαμασκό και την Τεχεράνη με την υποστήριξη των τζιχαντιστών - συμπεριλαμβανομένου και του Ισλαμικού Κράτους. 
Θέλοντας να γίνει ο κύριος της περιοχής, έχει ήδη ξεκινήσει την προεκλογική του εκστρατεία για τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαρτίου του 2019 στην Τουρκία, και επιδιώκει να αποδυναμώσει όλους του τους αντιπάλους, αρχής γενομένης από τους Κούρδους. Οι τελευταίοι, που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο από το τρίτο σε δύναμη κόμμα, το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP), είχαν με ευκολία κεδρίσει τις προηγούμενες δημοτικές εκλογές σε περισσότερες από εκατό κουρδικές περιοχές στα νοτιοανατολικά της χώρας.
Ο Ερντογάν, δυσαρεστημένος από αυτό το αποτέλεσμα, διόρισε διοικητές, υπαλλήλους της Άγκυρας, αντικαθιστώντας τους νόμιμα εκλεγμένους δημάρχους, που καθαιρέθηκαν με ένα απλό διάταγμα. Στις 31 Μαρτίου, ξέρει ότι οι Κούρδοι ψηφοφόροι θα ψηφίσουν άλλη μια φορά τους πρώην δημάρχους τους, που καθαιρέθηκαν ή φυλακίστηκαν. Καθαρή ήττα για τον Σουλτάνο.
Κατακερματισμένος από τα γεωπολιτικά του σχέδια, ο Ερντογάν δεν μπορεί πια να αντιμετωπίσει, όπως στο παρελθόν, τις επιθέσεις της εσωτερικής αντιπολίτευσης. Έτσι, για να φανεί ισχυρός και να φοβίσει τους μελλοντικούς αντιπάλους του, την προηγούμενη εβδομάδα ο Ερντογάν στοχοποίησε ένα παρουσιαστή της τηλεόρασης και δυο ηθοποιούς - και οι τρεις τους πολύ δημοφιλείς. Ο  Φατίχ Πορτακάλ, παρουσιαστής του δελτίου ειδήσεων του Fox TV (ιδιοκτησία του Αμερικανού Ρούπερτ Μέρντοκ) είχε απλά αναφέρει τις δυσκολίες για την διοργάνωση μιας διαδήλωσης ενάντια στην αύξηση των τιμών.
Οι κ.κ. Μετίν Ακπινάρ (77 ετών) και Μουγντάτ Γκεζέν (75 ετών), δυο θρυλικοί κωμικοί, επίσης αναφέρθηκαν στην «απόλυτη αναγκαιότητα της δημοκρατίας» και στο «τραγικό τέλος των δικτατόρων», μιλώντας στο κανάλι Halk TV, που πρόσκειται στην σοσιαλδημοκρατική αντιπολίτευση. Τυφλός από θυμό ο Ερντογάν απάντησε αμέσως: «Μα τι είναι αυτά; Ένας τύπος στην τηλεόραση προτρέπει τους πολίτες να βγουν στους δρόμους! Κάτι καλλιτεχνίσκοι λένε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να απαγχονιστεί! Η Δικαιοσύνη θα κάνει το καθήκον της! Θα δείτε».
Και πράγματι, είδαμε. Οι δυο ηθοποιοί κλήθηκαν αμέσως από τον εισαγγελέα. Κατηγορούμενοι για «ανατροπή της κυβέρνησης», αφέθηκαν ελεύθεροι υπό τους όρους της εβδομαδιαίας δήλωσης παρουσίας στις αρχές και της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.
Το RTUK, η Ανώτατη Ραδιοτηλεοπτική Αρχή, ήταν εξίσου πειθήνια: Η εβδομαδιαία εκπομπή του Halk TV δεν θα πραγματοποιηθεί για οκτώ εβδομάδες, ενώ το κανάλι θα πληρώσει και 13.000 ευρώ πρόστιμο. Το Fox TV δεν θα εκπέμψει δελτίο ειδήσεων για τρεις ημέρες και θα πληρώσει 166.000 ευρώ πρόστιμο! Ένα ξεκάθαρο μήνυμα για όλα τα ΜΜΕ και την αντιπολίτευση. Όμως και ένα μήνυμα που δείχνει πόσο εύθραυστος και πόσο φοβισμένος είναι ο Σουλτάνος. «Το λιοντάρι κρύβει τις πληγές του», λέει μια λαϊκή ρήση. Δύσκολο, όταν έχει παντού πληγές…
* Ο δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν, με ρεπορτάζ και αναλύσεις, καταγράφει κάθε Σαββατοκύριακο στο Tvxs.gr,  τις εξελίξεις στην Τουρκία. (Μετάφραση: Νίκος Μίχος)

Εδώ, στη ρωγμή του χρόνου…

 
του Γιάννη Τριάντη

…Τώρα που το 2018 ετοιμάζεται να δώσει τη σκυτάλη στο νέο έτος, αφήνω στην άκρη την Συμφωνία των Πρεσπών, τις δηλώσεις του Σγουρίδη, τις επερχόμενες εκλογές και της λογής αντιμαχίες. Καλά να ΄μαστε κι έχουμε καιρό γι΄αυτά.

Παλιά στην εφημερίδα, λίγο πριν σβήσουν τα φώτα της χρονιάς, έμενα σχεδόν τελευταίος. Μού άρεσε να χαζεύω την φθίνουσα κίνηση στους διαδρόμους, να βλέπω τους συναδέλφους να φεύγουν με δωράκια για τα παιδιά τους και ν΄ακούω τις τυπικές ευχές για καλή χρονιά… 
Πάντα μου άρεσε αυτή η ρωγμή του χρόνου. Αλλά και οι γιορτές γενικότερα. Το Πάσχα, οι Απόκριες, οι εθνικές επέτειοι. Κυρίως μου άρεσε η αναμονή. Γιατί έτσι κυλούσε πιο αργά ο χρόνος, αυτός ο ανυπόφορος τερμίτης που σιγοτρώει το είναι μας.
Όταν πλησίαζαν Χριστούγεννα, πλημμύριζε το γραφείο μουσική μπαρόκ. Το ίδιο και το Πάσχα, με Μπάχ και Ρέκβιεμ διαφόρων και με την τιβί ανοιχτή για απ΄ευθείας μεταδόσεις από τις εκκλησίες την Εβδομάδα των Παθών.
«Δεν σε ήξερα για θεοσεβούμενο», μου είπε μια μέρα χαμογελαστός ο αείμνηστος Φυντανίδης. Δεν ήμουν. Αλλά με συγκινούσε-και με συγκινεί- το πνεύμα των Χριστουγέννων και του Πάσχα…
Εκείνο που με εκνεύριζε τότε-και σήμερα πολύ περισσότερο- είναι η επέλαση της πολιτικής ορθότητος που δεν επιτρέπει να πείς «Καλά Χριστούγεννα», αλλά να αρκείσαι στο ωχρό «καλές γιορτές». Για να μην ενοχλούνται τάχα οι αλλόθρησκοι, οι Αγνωστικιστές και οι άθεοι.
Μια φορά μάλιστα συνέβη και το εξής: Όταν ανέλαβε ο Καμίνης τον Δήμο της Αθήνας, δόθηκε εντολή στον 9.84 να μην λένε οι δημοσιογράφοι και οι παραγωγοί «Καλό Πάσχα» και «Καλή Ανάσταση», αλλά να αρκούνται στο «Καλές Γιορτές».
Έγινε θόρυβος και πήραν πίσω την ανόητη εντολή. Αλλά η πολιτική ορθότης είχε κάνει ήδη το πρώτο βήμα. Βαθμηδόν, άρχισε να θεωρείται ανάρμοστο και έγκλημα καθοσιώσεως να πείς γύφτος ή τσιγγάνος ή λαθρομετανάστης, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί το ρομά και το «παράτυπος μετανάστης».
Συγγνώμη, αλλά αυτά είναι κολοκύθια στο πάτερο. Αλλιώς δείχνεις τον σεβασμό και την αγάπη σου στους γύφτους και στους μετανάστες κι όχι με υποταγή στους κανόνες της πολιτικής ορθότητος.
Γι αυτό και κάποια φορά που είχε παραγίνει το κακό με το ρομά και κόντρα ρομά σε ρεπορτάζ της εφημερίδος, άρχισα να τραγουδάω στο γραφείο δυνατά εκείνο το υπέροχο του Ρασούλη με την Αλεξίου, το «Γύφτισσα τον εβύζαξε». Ταυτόχρονα το έβαζα συχνά στην ραδιοφωνική εκπομπή που είχα τότε…
…Τώρα που το 2018 ετοιμάζεται να δώσει τη σκυτάλη στο νέο έτος, αφήνω στην άκρη την Συμφωνία των Πρεσπών, τις δηλώσεις του Σγουρίδη, τις επερχόμενες εκλογές και της λογής αντιμαχίες. Καλά να ΄μαστε κι έχουμε καιρό γι΄αυτά.
Καλή χρονιά!
 
Υ.Γ. (1) Δάνειος ο τίτλος του σημερινού σημειώματος. Από το ομότιτλο τραγούδι των Νίκου Παπάζογλου και Μανώλη Ρασούλη.
Υ.Γ. (2) Θα λείψουμε για λίγο. Θα τα πούμε μόλις χαμηλώσουν τα φώτα των γιορτών και βρεί το καθεμέρα τον ρυθμό του…

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Χρυσή πατρίδα» του Κώστα Βάρναλη

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Χρυσή πατρίδα» του Κώστα Βάρναλη
Το ποίημα δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη της 13 του Οκτώβρη 1974, από όπου το μεταγράψαμε και το μοιραζόμαστε μαζί σας:
Χρυσή πατρίδα
Ήλιος, βουνά και θάλασσα χρυσά
κι’ οι μέσα κόσμοι, ο αγέρας που φυσά.
Χρυσομήνας, χρυσάνθια, χρυσοπώρες,
χρυσές κι’ απ’ την αυγή ως τα δυσμά οι ώρες.
Τράβ’ ανοιχτά στον Παρνασσό. Φαντάσου
τη Μούσα να πορεύεται κοντά σου.
Πιες το νερό τ’ αθάνατο στη βρύση.
Θα βγει ο Λοξίας να σε καλωσορίσει,
να στεφανώσει τα χρυσά μαλλιά σου:
-«Νιάτα και γεια και πρώτε στη δουλιά σου,
βλογημένε απ’ τη Μοίρα και την Πλάση,
δεν μπόρεσε η Κακία να σε χαλάσει!».
«Με τα φτερά κατάκορφα σηκώσου,
το κάθε ψήλος τ’ ουρανού δικό σου.
Στην πιο ΄μορφη πατρίδα όμορφα ζήσε,
της Ομορφιάς ο πλαστουργός εσύ ΄σαι»!
Μαύρο φως, λάσπη γύρα, σκλάβα γνώμη
κι’ ούτε Μάνα-Πατρίδα κι’ ούτε Νόμοι
κι’ ούτε Ομορφιά κι’ Αλήθεια κι’ Αρετή.
Τα πάντα λεία του ξένου Πειρατή.
Ξύπνα Λαέ, κι’ όλ’ οι Λαοί μετά σου,
να καθαρίσεις τα καθάρματά σου!
Τότε μονάχα θα ΄ναι αληθινά
κατάχρυσα ήλιος, θάλασσα, βουνά!
Τότε θα ΄χεις πατρίδα, θα ΄χεις δίκιο,
θα ΄χεις γνώμη και λόγο κι’ αίμ’ αντρίκιο.
Κι’ όλα δικά σου κι’ όχι των Ολίγων!
Όλα των δουλευτάδων, των κολλήγων!
Κώστας Βάρναλης
Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Χρυσή πατρίδα» του Κώστα Βάρναλη
Κώστας Βάρναλης (1884-1974)
Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε στον Πύργο (Μπουργκάς) της Βουλγαρίας το 1884. Τελείωσε το σχολείο στη Φιλιππούπολη και έπειτα σπούδασε Φιλολογία στην Αθήνα. Το 1908 πήρε το πτυχίο του και άρχισε να εργάζεται στην εκπαίδευση. Το 1919 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, φιλολογίας και κοινωνιολογίας. Τότε προσχώρησε στον μαρξισμό και τον διαλεκτικό υλισμό και αναθεώρησε τις προηγούμενες απόψεις του για την ποίηση, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, ενώ εργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους και ως δημοσιογράφος. Υπήρξε κομμουνιστής με διαρκή προσφορά και συμμετοχή στους αγώνες της εργατικής τάξης. Τιμήθηκε με το Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη το 1959 στη Μόσχα. Έφυγε από τη ζωή στις 16 του Δεκέμβρη 1974.
“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.
www.katiousa.gr

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018

Χοντρό παιχνίδι στην Συρία, μπαίνει στα βαθειά ο Ερντογάν


Βαγγέλης Σαρακινός

Σε μια κλωστή κρέμονται όλα στην Συρία, καθώς έχει ήδη αρχίσει η αντιπαράθεση για την κάλυψη του κενού εξουσίας που προκαλεί η απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις. Το... «δαχτυλίδι» που έδωσε ο Αμερικανός πρόεδρος στον Ερντογάν, δεν γίνεται δεκτό από τον Πούτιν, ο οποίος στηρίζει τον Άσαντ. Την ίδια ώρα, στον βορρά διαφαίνεται προσέγγιση των Κούρδων και του συριακού καθεστώτος, ενώ παρών δηλώνει και το Ισραήλ.
Από το πρωί μάλιστα κορυφώνεται η ένταση στις σχέσεις Μόσχας-Τελ Αβίβ, με αφορμή τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον στόχων κοντά στην Δαμασκό, τις οποίες η Ρωσία και ο Άσαντ χρεώνουν στο Ισραήλ. Επισήμως ο ισραηλινός στρατός αρνείται την επιδρομή και κάνει λόγο για αμυντικές ενέργειες μετά από συριακή πρόκληση. 
Ωστόσο, αξιωματούχος του Πενταγώνου, με πρόσβαση σε πληροφορίες από ανώτερους Ισραηλινούς στρατιωτικούς, φέρεται να δήλωσε ότι η επίθεση ξεκίνησε από το Ισραήλ και είχε ως στόχο στελέχη της Χεζμπολάχ, που αναχωρούσαν για το Ιράν, και ιρανικές αποθήκες οπλισμού.

Κατάφωρη παραβίαση
Αντιδρώντας στην αεροπορική επιδρομή η Μόσχα χρησιμοποιεί σκληρή γλώσσα εναντίον του Ισραήλ, κάνοντας λόγο για «κατάφωρη παραβίαση της κυριαρχίας» της Συρίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών.
«Προκλητικά» πλήγματα των ισραηλινών αεροπορικών δυνάμεων είχε καταγγείλει νωρίτερα και το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, σημειώνοντας ότι οι χθεσινές επιδρομές έθεσαν σε κίνδυνο εμπορικές πτήσεις. Αναφέρει μάλιστα ότι παρενοχλήθηκαν «δύο αεροσκάφη της γραμμής, που δεν προέρχονταν από την Ρωσία» την ώρα που «ετοιμάζονταν να προσγειωθούν στα αεροδρόμια της Βηρυτού και της Δαμασκού».
Σημειώνουν επίσης ότι δεν υπήρξε τραγωδία, επειδή οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις επέβαλαν «περιοριστικά μέτρα» στα συστήματα της αντιαεροπορικής άμυνάς τους και υποστηρίζουν ότι οι Ισραηλινοί έριξαν 16 πυραύλους, οι 14 από τούς οποίους καταστράφηκαν από την συριακή αεράμυνα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις Ρωσίας-Ισραήλ είχαν οξυνθεί τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν η συριακή αντιαεροπορική άμυνα είχε καταρρίψει, κατά λάθος, ένα ρωσικό αεροσκάφος, στην προσπάθειά της να αναχαιτίσει ισραηλινούς πυραύλους. Ακολούθησε η αποστολή από τον Πούτιν πυραύλων S-300 στην περιοχή και το ταξίδι του Νετανιάχου στην Μόσχα, όπου συμφωνήθηκε να υπάρχει επικοινωνία πριν την ανάληψη δράσης. Σήμερα ωστόσο αυτό δεν συνέβη.

Νέο «χαστούκι» στον Ερντογάν
Εξελίξεις σημειώνονται όμως και στον συριακό βορρά, εκεί όπου ο Ερντογάν ετοιμάζεται για εκκαθαρίσεις στις περιοχές των Κούρδων. Η απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τους Αμερικανούς στρατιώτες και η αναβάθμιση του από τις ΗΠΑ ώθησαν τον Ερντογάν να υιοθετήσει τον ρόλο «αρχιστρατήγου» κατά του Ισλαμικού Κράτους και «αναπληρωτή» του κενού εξουσίας που αφήνει πίσω της η αμερικανική αποχώρηση.
Έφτασε ακόμη και να προαναγγείλει και πιθανή συνάντησή του με τον Πούτιν για την διευθέτηση της κατάστασης στην περιοχή, αλλά το Κρεμλίνο του έκοψε την φόρα, ανακοινώνοντας ότι δεν υπάρχουν τέτοια σχέδια. Σήμερα μάλιστα η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών αποδόμησε ακόμη περισσότερο τον νέο ρόλο που θέλει να παίξει ο Ερντογάν, δηλώνοντας ότι, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, απ’ όπου αποχωρούν οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναλαμβάνει ο Άσαντ.
Η Ζαχάροβα έδειξε και τον τρόπο που πρέπει να κανονιστεί αυτό, λέγοντας ότι δεν υπάρχει «κάτι δεδομένο σχετικά με οποιαδήποτε επαφή ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Δαμασκό». Είπε δηλαδή ότι η θέση της Μόσχας είναι η απευθείας διευθέτηση του θέματος ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Δαμασκό, χωρίς να κάνει καμία αναφορά στον Ερντογάν ή σε κάποιον άλλον «τοποτηρητή».

Τα βρίσκουν οι Κούρδοι με τον Άσαντ
Ο Ερντογάν βέβαια εξακολουθεί να συγκεντρώνει στρατό κοντά στις περιοχές των Κούρδων και διαμηνύει με κάθε ευκαιρία ότι οι επιχειρήσεις στα ανατολικά του Ευφράτη, θα γίνουν. Πρωταρχικός του στόχος όμως ήταν και παραμένει η Μανμπίτζ.
Πριν από μερικές εβδομάδες άλλωστε είχε απειλήσει με εισβολή σε αυτήν την συριακή επαρχία, την οποία ανέστειλε μετά τις ανακοινώσεις του Τραμπ. Όλοι οι Τούρκοι αξιωματούχοι όμως, όπως και ο ίδιος ο Ερντογάν, ανέφεραν τις τελευταίες ημέρες ότι ο οδικός χάρτης για την Μανμπίτζ, που είναι αποτέλεσμα αμερικανοτουρκικής συνεργασίας και προβλέπει την αποχώρηση των Κούρδων πολιτοφυλάκων της YPG από την περιοχή, θα εφαρμοστεί.
Την ίδια ώρα ωστόσο, οι πληροφορίες θέλουν και τον Άσαντ να αναπτύσσει στρατό στην Μανμπίτζ. Μάλιστα η ταξιαρχία τεθωρακισμένων «Τίγρεις» του συριακού στρατού, η οποία καθοδηγείται από Ρώσους συμβούλους και φέρει ρωσικά οπλικά συστήματα, εισέβαλε αιφνιδιαστικά στο Αλ-Αριμέ και, σύμφωνα με την Δαμασκό, ο συριακό στρατός ελέγχει πλήρως την περιοχή. Η ενέργεια αυτή του Άσαντ έγινε όμως μετά από συνεννόηση με τον κουρδικής ηγεσίας συνασπισμό των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, μπροστά στον φόβο μιας τουρκικής εισβολής.

Θα χυθεί αίμα στην Μανμπίτζ;
Ο Ερντογάν έχει δηλώσει, και μάλλον έχει δεσμευτεί γι αυτό στον Τραμπ, ότι δεν θα αναλάβει στρατιωτική δράση σε περιοχές, όπου παραμένουν Αμερικανοί. Το σχέδιο ωστόσο να αναπληρώσει τους Αμερικανούς, όταν θα φύγουν, δεν του βγαίνει, αφού αντιδρά ο Πούτιν. Έτσι το ερώτημα είναι πως θα κινηθεί από εδώ και πέρα ο Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος φαίνεται ότι τώρα μπαίνει στα βαθειά.
Αν υποχωρήσει θα πρέπει, όχι μόνο να αποδεχθεί την παρουσία των Κούρδων στην μεθόριο, αλλά και να επιστρέψει το «δαχτυλίδι» στον Τραμπ. Κάτι τέτοιο δεν είναι όμως του χαρακτήρα του. Από την άλλη, η Μανμπίτζ δεν είναι Αφρίν και αυτό γιατί εκτός από Κούρδους είχε πάντα και Αμερικανούς, ενώ τώρα βρίσκονται εκεί και ο Άσαντ με τους Ρώσους. Ακόμη και στην περίπτωση που οι Αμερικανοί θα αποχωρούσαν μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η κατάσταση θα παρέμενε δύσκολη για τον Ερντογάν, αφού κάθε επιχείρηση στην περιοχή θα τον έφερνε σε σύγκρουση με τις συριακές δυνάμεις, αλλά και με Ρώσους στρατιώτες.
Τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα για τον Τούρκο πρόεδρο, αν υπάρξει μια γενικότερη συμφωνία, ανάμεσα στις κουρδικές δυνάμεις και τον Άσαντ. Και αυτό γιατί κάθε τουρκική επιχείρηση εναντίον των Κούρδων της Συρίας θα είναι παραλλήλως μια επιχείρηση εναντίον της συριακής επικράτειας, αλλά και μια εχθρική ενέργεια για την Μόσχα. Εκτός και αν αυτό ήθελε τελικά ο Τραμπ και γι αυτό, όταν ανακοίνωσε την αποχώρηση των Αμερικανών από την Συρία, δήλωσε ότι «είναι καιρός να πολεμήσουν άλλοι»...

Οι μελαγχολικές φάλαινες των Σαργασσών


“Καθένας που προφέρει τις ίδιες λέξεις είναι το ίδιο πρόσωπο αν τα φάσματα είναι τα ίδια, μόνο που συμβαίνουν σε διαφορετικό χρόνο, μπήκες; Αλλά ο χρόνος είναι κάτι αυθαίρετο.”
Τόμας Πίντσον, Η συλλογή των 49 στο σφυρί
 
Διαδικτυακό ψευδώνυμο ενός εγγονού της Πηνελόπης Δ. Μπλογοτέχνης και ελεύθερος στοχαστής, αυτοδίδακτος και άνεργος, αγνωστικιστής ένθεος, ανένταχτος και άνευ πεποιθήσεων. Πίνει μόνο κρασί.

 ~~~~~~~~~~~~~~~~
“Με κάνεις δυστυχισμένη.”
Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που του είπε.
Ο Θάνος ονειρευόταν ότι έπρεπε να πάει για εξετάσεις κι ήταν αδιάβαστος. Μέσα στον ύπνο ένιωσε ότι κάποιος τον κοιτούσε. Άνοιξε τα μάτια κι είδε την Πέτρα να στέκεται από πάνω του, μέσα στο σκοτάδι.
Το χέρι της άστραφτε.
“Με κάνεις δυστυχισμένη.”
Στο χέρι της άστραφτε το κουζινομάχαιρο.
Ο Θάνος δεν έκανε τίποτα συνταρακτικό. Μόνο έσφιξε τα χείλη. Συμφώνησε κι έκλεισε τα μάτια.
Η Πέτρα κατέβασε το μαχαίρι στο στήθος του. Ακριβώς στην καρδιά του.
~~
Όταν γνωρίστηκαν η Πέτρα έλαμπε. Δεν ήταν καλοκαίρι, όπως συνηθίζεται στους έρωτες, ούτε διακοπές ή έστω γιορτή -ή μια βραδιά σε μπαρ.
Ήταν σε μια κηδεία, Μάη μήνα. Την είδε ανάμεσα στο πλήθος που ακολουθούσε το φέρετρο του Λαμπράκη.
Δεν την είδε, την άκουσε.
Οι περισσότεροι έκλαιγαν, άλλοι φώναζαν, η Πέτρα γελούσε. Και δεν ήταν παράταιρο το γέλιο της. Ταίριαζε περισσότερο με τον νεκρό, παρά όλα εκείνα τα κλάματα.
Την άκουσε από μίλια μακριά και πλησίασε. Περπάτησαν δίπλα ο ένας στον άλλον, μέχρι που της μίλησε.
“Μ’ αρέσει να σ’ ακούω να γελάς εδώ μέσα”, της είπε και έδειξε με τα δυο χέρια το πένθιμο πλήθος.
“Μ’ αρέσει να γελάω παντού”, του είπε.
Άφησαν την κηδεία να πάει όπου έπρεπε να πάει κι άλλαξαν δρόμο. Περπάτησαν στην Αθήνα ατελείωτες ώρες, μιλούσαν και γελούσαν. Έλεγαν για τη συναυλία του Λούις Άμστρονγκ, λίγα χρόνια πριν, στο Ορφέας.
“Sometimes I feel like a motherless child”, είπε ο Θάνος.
“Εγώ πάντα είμαι έτσι”, του είπε η Πέτρα. “Αλλά δε με νοιάζει.”
Πήγαν στο σπίτι της Πέτρας κι έκαναν έρωτα μέχρι που ξημέρωσε.
“Με κάνεις ευτυχισμένη”, του είπε η Πέτρα για πρώτη φορά εκείνο το πρωινό.
Και συνέχισε να του το λέει, για πολλά χρόνια.
Έμειναν μαζί, παντρεύτηκαν, έκαναν το πρώτο τους παιδί, μετά και δεύτερο.
~~
Τότε, μια μέρα σαν όλες τις άλλες σαν όλες τις άλλες σαν όλες τις άλλες σαν όλες τις άλλες σαν όλες τις άλλες σαν όλες τις άλλες, που έπινε βιαστικά καφέ προτού φύγει για τη δουλειά, η Πέτρα είδε τον Θάνο.
Της είπε κάτι για τη βάρδια του. Της το είπε απ’ την πόρτα κι έφυγε. Δεν είχε ακούσει καν τι ήταν αυτό που της είπε.
Και δεν είχε σημασία τι της είχε πει. Αυτό ήταν το χειρότερο.
“Δεν με κάνεις ευτυχισμένη”, του είπε όταν γύρισε.
Εκείνος δεν άκουσε. Πέταξε την τσάντα του στο πάτωμα. Είχε τσακωθεί με τον προϊστάμενο στην υπηρεσία, που του ζητούσε, χωρίς υπεκφυγές, να κατονομάσει όσους συναδέλφους του είχαν κομμουνιστικά φρονήματα.
“Μ’ ακούς;” του είπε η Πέτρα κατά πρόσωπο. “Δεν με κάνεις ευτυχισμένη πια.”
“Και ποιος είναι ευτυχισμένος σ’ αυτή την κωλοχώρα;” απάντησε ο Θάνος.
“Εμείς ήμασταν. Παντού.”
“Ήμασταν”, έκανε ο Θάνος κι άνοιξε την τηλεόραση.
Ο Παπαδόπουλος ήταν εκεί. Ασπρόμαυρος κι επίπεδος. Ο Θάνος σκέφτηκε ποιον απ’ όλους να δώσει. Τον Τάσο δεν τον συμπαθούσε. Κι η Εύη γκρίνιαζε διαρκώς. Ο Δημήτρης δεν είχε παιδιά, πιο εύκολο.
“Δεν μ’ ακούς καν”, του είπε η Πέτρα.
Ο Παπαδόπουλος φώναζε στην τηλεόραση. Πήγε και την έκλεισε. Ο Θάνος χάθηκε για λίγο στη μαύρη οθόνη, μετά είδε την αντανάκλαση της Πέτρας.
“Είναι τόσο δύσκολα όλα”, της είπε, χωρίς να προσπαθεί ν’ απολογηθεί. Έτσι ένιωθε.
“Θα ήταν εύκολα. Αν τα ξεχνούσαμε όλα.”
“Να τα ξεχάσουμε; Πώς;”
“Πάμε να φύγουμε.”
Αγκαλιάστηκαν και την επόμενη μέρα παραιτήθηκε. Άδειασαν το σπίτι, πήραν τα έπιπλα και τα παιδιά, και πήγαν στο χωριό ν’ αρχίσουν πάλι.
~~
Στην αρχή ήταν καλά. Μετά συνήθισαν πάλι. Τα παιδιά μεγάλωσαν κι έφυγαν για την πόλη. Έμειναν οι δυο τους στο σπίτι -και δεν τους χωρούσε πια.
Ο Θάνος έβλεπε στην τηλεόραση τον Παπανδρέου, έγχρωμο κι επίπεδο. Το μαγαζί τους πήγαινε για κλείσιμο, μα δεν τον ένοιαζε. Είχε κουραστεί απ’ όλα. Η μόνη λέξη που του ‘ρχοταν στο στόμα, τη μασούσε και δεν μπορούσε να την καταπιεί ήταν “ματαιότητα”.
Την Πέτρα δεν την έβλεπε πια, σαν να μην υπήρχε. Κάποιες φορές δεν έβλεπε ούτε τον εαυτό του στον καθρέφτη. Κάτι είχε χάσει, κάπου, αλλά δεν ήξερε τι και πώς και γιατί. Μόνο ότι το είχε χάσει.
“Ο Βασίλης πήρε τηλέφωνο”, του είπε η Πέτρα -απ’ την άλλη μεριά του τραπεζιού.
Ο Θάνος δεν μίλησε.
“Είπε πως δε θα ‘ρθει για τις γιορτές”, του είπε η Πέτρα -απ’ την άλλη μεριά του δωματίου.
Ο Θάνος δεν άκουσε.
“Θα γεμίσω το παλτό μου πέτρες και θα πέσω στο ποτάμι”, του είπε η Πέτρα -απ’ την άλλη μεριά του κόσμου.
Ο Θάνος δεν μίλησε, δεν άκουσε, δεν είδε.
“Με κάνεις δυστυχισμένη”, του είπε.
Τότε μόνο την κοίταξε.
“Τι λες;” της είπε.
“Θυμάσαι την κηδεία του Λαμπράκη;”
“Σαν να την έζησε κάποιος άλλος.”
“Ήμουν κι εγώ.”
“Σχεδόν εσύ”, είπε ο Θάνος. “Κι εγώ ήμουν, σχεδόν.”
“Ποιος ήταν;”
“Κάποιος… Κάποια… Κάποιοι. Αλλά όχι εσύ κι εγώ. Σχεδόν εμείς.”
Ο Παπανδρέου στην οθόνη μιλούσε. Το πλήθος χειροκροτούσε.
“Με κάνεις δυστυχισμένη”, είπε η Πέτρα.
Ο Θάνος δεν απάντησε. Το πλήθος στην οθόνη κουνούσε πλαστικές σημαίες.
Εκείνο το βράδυ, όταν είδε το χέρι της Πέτρας ν’ αστράφτει, μόνο έκλεισε τα μάτια κι έσφιξε τα χείλη σαν να ‘παιζε τρομπέτα.
Almost me
Almost you
Almost blue
~~~~~~~~~~~~~~~~
Έπιασε δουλειά σ’ ένα μπαρ στη Σκάλα της Παλαιόχωρας. Από ‘κει έφευγε το πλοίο για τη Γαύδο.
Από ‘κει έφευγαν και τα τουριστικά που έκαναν περιήγηση στις φάλαινες. Γιατί το Λιβυκό Πέλαγος είναι ένα μέρος απ’ όπου περνάνε συχνά οι φάλαινες. Όχι εκείνες οι γιγάντιες γαλάζιες των αρκτικών.
Αλλά μια φάλαινα, όσο μικρή και να ‘ναι, δεν παύει να ‘ναι φάλαινα.
Η Πέτρα δεν ήξερε κανέναν εκεί. Τη δουλειά την είχε βρει ρωτώντας πόρτα πόρτα. Τη Σκάλα, το μπαρ, το είχε ο Άρης, ένας κοντοπίθαρος χορευτής.
Είχε κάποιο πρόβλημα με το αριστερό του πόδι, περπατούσε δύσκολα, αλλά χόρευε σαν επαγγελματίας.
Ήταν σαν κάποιους ανθρώπους που τραυλίζουν όταν μιλάνε, αλλά μπορούν να τραγουδήσουν άψογα όλο το Subterranean homesick blues του Ντίλαν. Έτσι κι ο Άρης. Τραύλιζε στο περπάτημα, αλλά χόρευε φαρσί.
Ο άλλος μπάρμαν ήταν ο Παύλος, ένας νεαρός που διάβαζε τον Οδυσσέα του Τζόις στα διαλείμματα, καθώς και πριν, κάποιες φορές και μετά, όταν έκλεινε το μπαρ, κι έλεγε ότι το καταλάβαινε καλύτερα μεθυσμένος.
Η Πέτρα προτιμούσε να διαβάζει ροζ λογοτεχνία και μαγικό ρεαλισμό -στην πιο ποπ εκδοχή του, Αλιέντε και Φακίνου. Στον ελεύθερο χρόνο της έβαζε στη διαπασών Τσανακλίδου και Γαλάνη.
Μεταξύ τους δεν υπήρχε ερωτική έλξη. Μόνο τσακώνονταν για τ’ αναγνώσματα τους. Ο Παύλος την παρότρυνε να διαβάσει “σοβαρό μαγικό ρεαλισμό”, Ρούλφο, Καρπεντιέρ, Αστούριας.
Η Πέτρα γελούσε.
“Δεν μ’ αρέσουν τα σοβαρά”, του έλεγε. “Παρά μόνο όταν κλαίω.”
Κι έλαμπε σαν γελούσε. Κάπως έτσι την είδε ο Μανώλης.
Ήταν βοσκός απ’ τα Σφακιά ή κάποιο άλλο ορεινό μέρος της Κρήτης. Κατέβηκε μ’ έναν συγχωριανό του στην Παλαιόχωρα για ρακιές. Εκεί την είδε και τράβηξε ίσια πάνω της.
Ο Μανώλης ήταν δυο μέτρα παλικάρι, σαν μελαχροινός Βίκινγκ. Μαυροπουκαμισάς και μουσάτος -όταν τα μούσια δεν ήταν της μόδας.
Η Πέτρα ακούμπησε στον ώμο μου για να σταθεί σαν τον είδε (γιατί είναι αλήθεια ότι εγώ ήμουν εκείνος ο νεαρός που διάβαζε Τζόις στα διαλείμματα).
Ο Μανώλης πήγε κατευθείαν κι έκατσε απέναντι της. Δεν της ζήτησε ποτό, δεν τη ρώτησε τ’ όνομα της, δεν είπε τίποτα για σοβαρή λογοτεχνία.
Της είπε μόνο τρεις λέξεις.
“Θα σε παντρευτώ.”
Και την παντρεύτηκε.
Μέχρι να φτάσουν ως εκεί την αποτρέπαμε.
“Δεν ταιριάζετε”, της έλεγα. “Είναι βοσκός, αμόρφωτος, αγροίκος.”
“Εσύ είσαι μπαρόβια”, πρόσθετε ο Άρης. “Πώς θα ζήσεις μαζί του; Πού; Στο μητάτο;”
“Θ’ αρμέγεις πρόβατα;” της έλεγα.
“Οι γονείς του νομίζεις ότι θα σε δεχτούν;” της έλεγε.
“Τι θα κάνεις μαζί του;” της έλεγα.
“Με κάνει ευτυχισμένη”, έλεγε η Πέτρα. Μόνο αυτό.
Παντρεύτηκαν κόντρα στη θέληση των γονιών του, που ήθελαν ένα κορίτσι του χωριού για νύφη. Στο ξωκλήσι, πέρα απ’ το ζεύγος, στέκονταν μόνο ο Παύλος κι ο Άρης, ένας φίλος του Μανώλη, κι ο παπάς.
Έμειναν στο μητάτο, ένα μικρό πετρόχτιστο πάνω στο βουνό, μόνοι τους. Στην αρχή ήταν καλά. Του διάβαζε τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου κι εκείνος της χτένιζε τα μαλλιά.
Αλλά η ευτυχία της Πέτρας κράτησε λιγότερο αυτή τη φορά, πολύ λιγότερο από τότε με τον Θάνο. Μόλις ένα εξάμηνο.
Ο Άρης δεν ήθελε να κατεβαίνουν στην πόλη. Κάποιες φορές πήγαινε μόνος του, αλλά η δική της θέση ήταν στο μητάτο. Ήταν παντρεμένοι πλέον.
Επικράτησε απόλυτη άπνοια τόσο γρήγορα και τόσο απότομα. Σαν να πέρασαν τον βαθύ Ατλαντικό και να βρέθηκαν στη θάλασσα των Σαργασσών, όπου ο άνεμος σπάνια θυμάται να φουσκώσει τα πανιά.
“Με κάνεις δυστυχισμένη”, του είπε ένα πρωινό.
“Ε, και τι θες;”
“Θέλω να είμαι ευτυχισμένη. Θέλω να φυσάει.”
Ο Μανώλης αγρίεψε.
“Θες άλλον;”
“Όχι. Τι; Όχι! Αυτό κατάλαβες;”
“Τότε τι θες;”
“Σου είπα.”
Ο Μανώλης πήρε τον σάκο και πήγε στην πόρτα.
“Εδώ είμαστε. Αυτό είναι”, της είπε κι έφυγε.
Όταν γύρισε, ο ήλιος κοκκίνιζε. Βρήκε την Πέτρα να τον περιμένει με το όπλο του.
“Με κάνεις δυστυχισμένη”, του είπε. “Και δεν πρέπει.”
Τον σημάδεψε στο στήθος. Εκείνος γέλασε.
“Τι δουλιάς;” της είπε. “Βάρα.”
Τον πυροβόλησε στο στήθος, ακριβώς στην καρδιά.
Μετά έβαλε ξάπλωσε στο πάτωμα δίπλα του κι έβαλε την Τσανακλίδου στη διαπασών.


~~~~~~~~~~~~~~~~
Την επόμενη φορά ήταν πιο τυχερή.
Ο Μπόμπι ήταν καθηγητής αγγλικής φιλολογίας. Εκείνη θεατρολόγος. Όταν πέρασαν πολλά χρόνια, όταν άρχισε η σχέση τους να φθίνει, οδηγώντας αναπόφευκτα σ’ εκείνο το με-κάνεις-δυστυχισμένη, της έκανε μια έκπληξη.
Γύρισε σπίτι μ’ ένα Winnebago Indian του 1975, ένα αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, μεγάλο σαν μικρή φάλαινα.
“Θα ταξιδέψουμε όλη την Αμερική”, της είπε.
Και το έκαναν. Γκραντ Κάνιον, Φλόριντα, Βραχώδη Όρη, Νέα Αγγλία, στις λίμνες του Βορρά, ταξίδευαν όσο περισσότερο μπορούσαν.
Αυτό τους κρατούσε ευτυχισμένους, γιατί είχαν έναν στόχο, είχαν παρόν και μέλλον, πέρα απ’ το μέλλον των παιδιών τους, που κάποια στιγμή θα έφευγαν να βρουν τις δικές τους ευτυχίες και δυστυχίες.
Μετά από κάθε ταξίδι ξεκινούσαν να σχεδιάζουν το επόμενο, να εξοικονομούν χρήματα, να κάνουν σχέδια.
“Πού θα πάμε τον Δεκέμβρη”, ρωτούσε η Πέτρα.
“Κη Γουέστ, πρέπει να πάμε εκεί.”
“Στο σπίτι του…”
“Ναι, στον Papa.”
Ο Μπόμπι λάτρευε τον Χέμινγουεϊ, ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος που δίδασκε στην τάξη.
“Μη σας μπερδεύει η λιτότητα”, έλεγε στους μαθητές του. “Τα κείμενα του Πάπα, ειδικά τα διηγήματα, είναι ποίηση, υπάρχουν ακριβώς όσες λέξεις χρειάζονται. Ούτε μία παραπάνω.”
Η Πέτρα ασφυκτιούσε μετά από μερικούς μήνες στο σπίτι. Το ίδιο ένιωθε κι εκείνος. Τότε έβγαιναν στον δρόμο.
Και σίγουρα στην αρχή υπήρχε μεγάλο πάθος στη σχέση τους, όπως είχε γίνει και τις προηγούμενες φορές, αλλά μετά από είκοσι, τριάντα χρόνια, κουράστηκαν. Ευτυχώς είχαν το Winnebago -και τον δρόμο. Μόλις δεν είχαν τίποτα να πουν ερχόταν η στιγμή ν’ ανέβουν στο τροχόσπιτο και να φύγουν.
~~
Μετά ο Μπόμπι άρχισε να ξεχνάει. Ξεχνούσε τα ονόματα των μαθητών του, και τις ώρες των μαθημάτων, έτσι το κολέγιο τον έστειλε σπίτι του.
Ξεχνούσε τους φίλους του, τις υποχρεώσεις του, τα παιδιά του, ξεχνούσε και την Πέτρα. Το μόνο που δεν ξεχνούσε ήταν οι προτάσεις του Χέμινγουεϊ. Αυτές ήταν εντυπωμένες στο μυαλό του σαν μουσική σε βινύλιο.
Τα παιδιά τους, ενήλικες πλέον, με υποχρεώσεις και δυστυχία φαλαινίσια, έλεγαν στην Πέτρα να τον βάλει σε μια κλινική, για να τον προσέχουν μέχρι να σβήσει.
“Αυτό που λέτε με κάνει δυστυχισμένη”, τους έλεγε η Πέτρα. “Εσάς είναι ο πατέρας σας, εμένα είναι η ζωή μου. Και δεν θέλω να σβήσει η ζωή μου.”
Δεν ήταν μόνο ότι θα τον έχανε, ότι θα πέθαινε. Πιο πολύ την έθλιβε ο τρόπος που ο Μπόμπι έχανε τον εαυτό του.
Καθόταν κι έβλεπε Teletubbies, εκείνος που δεν είχε δει ποτέ τηλεόραση. Και διασκέδαζε με το παιδικό πρόγραμμα, εκείνος που δίδασκε Φώκνερ.
Κάποια μέρα του άφησε στα χέρια μια συλλογή διηγημάτων του Χέμινγουεϊ. Ο Μπόμπι χάρηκε που το είδε, διάβασε τα περιεχόμενα, κι είπε ότι εκεί μέσα υπήρχαν μερικές-τέλειες-προτάσεις, όπως συνήθιζε να λέει κι ο ίδιος ο συγγραφέας.
Έπειτα ξεκίνησε να διαβάζει το πρώτο διήγημα, την πρώτη σελίδα απ’ τους Φονιάδες. Η Πέτρα τον περίμενε να γυρίσει σελίδα. Δεν το έκανε. Μόνο κοιτούσε την πρώτη σελίδα απ’ το πρώτο διήγημα.
“Οι λέξεις γλιστράνε απ’ το μυαλό μου”, της είπε με πόνο. Και την κοίταξε με απορία.
“Πώς με λένε;” τον ρώτησε η Πέτρα. “Μπόμπι. Ποια είμαι;”
Δεν της είπε.
Η Πέτρα ανέβηκε στο δωμάτιο τους κι έκλαψε. Δεν μπορούσε να τον βλέπει έτσι, να χάνεται, αλλά δεν μπορούσε και να τον αφήσει στην κλινική μόνο.
Τότε ήταν, μπορεί μετά από λίγο ή μερικές μέρες αργότερα, που άκουσε τη φωνή της Τζάνις Τζόπλιν απ’ το σαλόνι να τραγουδά:  “Freedom’s just another word for nothing left to lose, nothing don’t mean, nothing honey, if it ain’t free.”
Κατέβηκε τις σκάλες και βρήκε τον Μπόμπι, με κλειστά μάτια, να χορεύει το Me & Bobby McGee.
Τον πλησίασε ήσυχα, για να μη διακόψει το θαύμα. Εκείνος την κατάλαβε, έπιασε τα χέρια της να χορέψουν μαζί.
“Θυμάσαι, μωρό μου;” της είπε. “Η Τζάνις είχε βγει βράδυ, σχεδόν πρωί, κι όλα ήταν μες στις λάσπες. Δεν τη βλέπαμε, αλλά… Εκείνη η φωνή, η φωνή της! Η μόνη γυναίκα που θα σ’ απατούσα ήταν η Τζάνις. Και στο ‘χα πει. Κι εσύ μου ‘πες, θυμάσαι τι μου ‘χες πει;”
“Θυμάμαι”, είπε η Πέτρα χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυα της.
Κι είπαν μαζί, χορεύοντας στο σαλόνι τους, σαράντα χρόνια μετά, είπαν με μια φωνή τα λόγια που είχε πει η Πέτρα τότε, τον Αύγουστο του ’69, σ’ ένα λόφο κοντά στην Νέα Υόρκη.
“Κι εγώ το ίδιο”, είπαν μαζί, τα λόγια της Πέτρας του ’69.
Έπεσε πάνω του και τον αγκάλιασε.
“Τι έπαθες;” την ρώτησε αυτός.
Η Πέτρα τον κοίταξε στα μάτια. Αυτές οι στιγμές διαύγειας ήταν πιο βασανιστικές. Γιατί της θύμιζαν τον Μπόμπι που έχανε, αυτόν που κάποτε είχε.
“Θες να πάμε;” του είπε.
“Πού; Τι εννοείς;”
“Στο Γούντστοκ. Δεν έχουμε ξαναπάει από τότε.”
“Ναι, θα ήταν ωραία. Πότε να…”
“Αύριο.”
“Αύριο;”
“Αύριο το πρωί. Ναι. Πάω να φτιάξω τη βαλίτσα.”
Ο Μπόμπι έκανε να την ακολουθήσει.
“Μείνε εδώ”, του είπε. “Βάλε κι άλλα κομμάτια.”
“Τι θες;”
“Ό,τι θες εσύ. Ό,τι… Θυμάσαι.”
“Εντάξει τότε. Ξέρεις με τι θ’ αρχίσω.”
Και γέλασε.
Δεν θυμόταν πόσο καιρό είχε να τον ακούσει να γελάει. Καθώς ανέβαινε τις σκάλες ξεκίνησε το φλάουτο απ’ το Going up the country, των Canned Heat.
Λίγη ώρα μετά, όταν ο Jimi Hendrix έπαιζε το Purple haze, ο Μπόμπι φώναξε: “Πέτρα! Έχουμε πουθενά κανά τσιγαριλίκι;”
Και γέλασε. Ξανά.
~
Τους πήρε πέντε μέρες να φτάσουν στο Γούντσοκ. Ο Μπόμπι ήταν καλά όταν ακούγανε μουσική, σαν να ‘παιρνε το φάρμακο του. Έβαζαν όλες τις κασέτες που είχαν να παίζουν, ξανά και ξανά. Και τραγουδούσε τους στίχους, σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέρα.
Αλλά τα πρωινά ξυπνούσε ξένος. Καθόταν στην άκρη του κρεβατιού, κατουρημένος, και την κοιτούσε.
“Ποια είσαι ‘συ;” της έλεγε.
“Η Πέτρα.”
“Ποια;”
Κι ακόμα χειρότερα ήταν εκείνη τη φορά που της είπε:
“Δεν είσαι η Πέτρα. Η Πέτρα είναι είκοσι χρονών. Έχει μακριά μαλλιά και φοράει μια κόκκινη μπαντάνα. Έχει μυτερά βυζάκια και το πρόσωπο της είναι… Εσύ είσαι γριά, δεν είσαι η Πέτρα, ποια είσαι;”
Κι ακόμα χειρότερο ήταν εκείνο το πρωινό που ξύπνησε και δεν τον βρήκε δίπλα της. Βγήκε σαν τρελή στον δρόμο να τον ψάξει.
Κάποιος Μεξικανός που έφτιαχνε μπουρίτος της είπε ότι τον είχε δει, έναν γέρο με τις πιτζάμες του.
Τον βρήκε να κάθεται σ’ ένα παγκάκι, χαμένο βλέμμα, κενό. Έκατσε δίπλα του. Δεν την αναγνώρισε. Του τραγούδησε, όπως μπορούσε “freedom’s just another word for nothing left to lose”. Την αναγνώρισε.
“Συγνώμη”, της είπε.
“Για ποιο πράγμα;”
“Σε κάνω δυστυχισμένη.”
“Είσαι ο μόνος άνθρωπος που με κάνει ευτυχισμένη.”
“Αλλά… Αυτός ο άνθρωπος χάνεται”, της είπε ο Μπόμπι.
Ήταν μια σύντομη στιγμή διαύγειας. Μετά το βλέμμα του άδειασε πάλι, σαν το μυαλό του, σαν τα πανιά στη θάλασσα των Σαργασσών.
Η Πέτρα τον πήρε απ’ το χέρι ως το τροχόσπιτο. Οδήγησε τα τελευταία χιλιόμετρα μέχρι τον λόφο του Γούντστοκ.
Απέφυγε τις τουριστικές παγίδες και τα κιόσκια. Σταμάτησε στο μέρος όπου είχαν κοιμηθεί και τότε. Υπήρχε ένα δέντρο τότε. Συνέχιζε να υπάρχει. Τα δέντρα δεν είναι σαν τις φάλαινες.
Δεν ήξερε τι δέντρο ήταν, αλλά το θυμόταν με σιγουριά, γιατί έμοιαζε με γιγάντιο μπρόκολο.
Έβαλε στο κασετόφωνο την κασέτα απ’ τη συναυλία. Ο Τζο Κόκερ τραγουδούσε Beatles: “What would you think if I sang out of tune, would you stand up and walk out on me?”
“Τι φωνή!” είπε ο Μπόμπι αφού άκουσε λίγους στίχους και βγήκε απ’ τη λήθη. “Κάποιες φορές σκέφτομαι ότι ο Σαντιάγκο, ο ψαράς του Χεμ, έχει αυτή τη φωνή. Κι ότι τραγουδούσε σαν τον Τζο όταν πάλευε με τον ξιφία στη θάλασσα των Σαργασσών. Δεν ξέρω γιατί, είναι χαζό, αλλά μου ταιριάζει.”
Η Πέτρα δεν του απάντησε. Ήταν μέσα κι ετοίμαζε ποτά.
What do I do when my love is away?Βγήκε απ’ το Winnebago κρατώντας δυο ποτήρια.
Does it worry you to be alone?
Του έδωσε το ένα.
How do I feel by the end of the day?
Ο Μπόμπι το πήρε και το κοίταξε.
Are you sad because you’re on your own?
“Τι ‘ν’ αυτό;” της είπε.
“Τζακ. Τζακ Ντάνιελς.”
“Χα! Μπέρμπον; Τότε πίναμε μόνο φτηνό κρασί, μαριχουάνα και acid.”
“Είναι sour. Με λεμόνι και ζάχαρη.”
“Κάτι παρόμοιο έπινε κι ο Πάπα πριν τινάξει τα μυαλά του. Αλλά με ρούμι.”
Ο Κόκερ συνέχιζε να τραγουδάει:
Do you need anybody?
I need somebody to love.
Τον κοίταξε στα μάτια, πιο σοβαρά απ’ όσο ήθελε. Ο Μπόμπι κατάλαβε.
“Είναι το τελευταίο ποτό που θα πιούμε;”
Η Πέτρα δεν απάντησε. Τσούγκρισε και κατέβασε το δικό της, μονορούφι. Ο Μπόμπι χαμογέλασε. Άδειασε κι εκείνος το δικό του.
What do you see when you turn out the light?
I can’t tell you, but I know it’s mine.
“Να σου πω κάτι τώρα, πριν το ξεχάσω;” της είπε.
“Τι;”
“Θυμάσαι τη Σούζι;”
“Ποια;”
“Εκείνη την ξανθιά, με τα μεγάλα…” κι έδειξε με τα χέρια του πόσο μεγάλα βυζιά είχε η Σούζι.
“Αυτή τη Σούζι; Φυσικά και θυμάμαι. Που την είχες…”
“Μα δεν…”
“Σε παρακαλώ, τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να μου λες τι έκανες και τι δεν έκανες με τη βυζαρού Σούζι.”
Προχώρησαν προς το τροχόσπιτο, ενώ ο Μπόμπι εξηγούσε στην Πέτρα. Καθώς ανέβαιναν τη σκάλα ένιωσαν την κούραση των υπνωτικών που είχε το sour.
Ξάπλωσαν μαζί, για να μη σηκωθούν πάλι. Στο κασετόφωνο έπαιζε Τζάνις, μέχρι που τέλειωσε η κασέτα, κι έμεινε ν’ ακούγεται η νύχτα.
And feeling good was easy laugh when he sang the blues,
Hey, feeling good was good enough for me

 
~~~~~~~~~~~~~~~~
Στην πλατιά θάλασσα των Σαργασσών σπάνια θα βρεις ευτυχισμένες φάλαινες. Αρσενικές και θηλυκές, γαλάζιες και ροζ και blue, μεγάλες και μικρές -έτσι κι αλλιώς, όσο μικρή και να είναι μια φάλαινα συνεχίζει να είναι μεγάλη.
Μαζεύονται εκεί κάθε Μάη, την εποχή που σίγουρα δεν φυσάει, κι έρχονται απ’ όλους τους ωκεανούς κι όλες τις θάλασσες για να πάρουν μέρος στο Lonely Hearts Club.
Αυτή την εποχή τα φύκια sargasso, χρυσά και καφέ, επιπλέουν ακίνητα στην επιφάνεια, φτιάχνοντας ολόκληρα νησιά, επίπεδα νησιά, που τα βράδια αντανακλούν το φως των αστεριών σαν καθρέφτες.
Τα χταπόδια και τα καβούρια, οι μέδουσες κι οι θαλάσσιες χελώνες συνωστίζονται εκεί, ίσως για ν’ ακούσουν κι εκείνες τα blues των φαλαινών.
Τα καράβια των παλιών ανθρώπων, απ’ την εποχή του Κολόμβου ακόμα, απέφευγαν το τρίγωνο των Βερμούδων, καθώς εκεί τα πανιά τους ξεφούσκωναν,  κι έμεναν να περιμένουν σ’ ακίνητα νερά.
Μετά από μερικές εβδομάδες άπνοιας κι ακινησίας, πυρετού και σκορβούτου, κάποιοι ναύτες στο παραλήρημα τους νόμιζαν ότι βρέθηκαν πάνω από στεριά και πηδούσαν απ’ το καράβι, για να χαθούν στους σιωπηλούς βυθούς του Ατλαντικού.
Κι έλεγαν εκείνοι οι παλιοί, κι οι ακόμα παλιότεροι, για Σειρήνες που τραγουδούσαν μελαγχολικά κομμάτια, για ναύτες που δένονταν στα κατάρτια ή έβαζαν κερί στ’ αυτιά τους.
Για να μην ακούν κομμάτια σαν κι αυτό και πέφτουν στον νερό
How deep is the ocean?
How high is the sky?

~~~~~~~~~~~~~~~~
Σ.τ.Σ
Για τον τίτλο και το συναίσθημα του διηγήματος δανείστηκα απ’ την Τζην Ρυς, και το μυθιστόρημα της: “Η πλατιά θάλασσα των Σαργασσών”.
Η πρώτη και η δεύτερη ζωή της Πέτρας είναι δανεισμένες απ’ την πραγματική ζωή -με μυθοπλαστικές τροποποιήσεις.
Η τρίτη ζωή της Πέτρας είναι δανεισμένη απ’ την ταινία The Leisure Seeker.
Οι μουσικές του κειμένου επιβλήθηκαν αυθόρμητα.
Στην κεντρική φωτογραφία χορεύει η Τζένιφερ Λόρενς.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η σελίδα του Γελωτοποιού στο facebook https://www.facebook.com/gelotopoios

Μαρξ: H θρησκεία ως όπιο του λαού

Generated by IJG JPEG Library

Σε έναν ”άκαρδο κόσμο” οι άνθρωποι συχνά αναζητούν παρηγοριά στον επέκεινα κόσμο
 
Επιμέλεια: Θωμάς Γιούργας
, Αθήνα, Εδιμβούργο, Φιλοσοφία, Νόστιμον Ήμαρ.
 
Στο κείμενο που δημοσίευσε στα Γερμανογαλλικά Χρονικά του 1844 ο Μαρξ διατυπώνει την περίφημη φράση ότι ”..η θρησκεία είναι το όπιο του λαού”.
Τι εννοεί ακριβώς με αυτή την φράση;
Σύμφωνα με τον Μαρξ:
Ο άνθρωπος κάνει την θρησκεία, όχι η θρησκεία τον άνθρωπο. Η θρησκεία είναι η αυτοσυνείδηση και η αυτοσυναίσθηση του ανθρώπου που δεν έχει βρει ακόμα τον εαυτό του ή τον έχει ξαναχάσει. Η θρησκεία είναι η φαντασιακή πραγμάτωση της ανθρώπινης ουσίας, αφού η ανθρώπινη ουσία δεν έχει αληθινή πραγμάτωση.”
Ο αγώνας ενάντια στη θρησκεία, για τον Μαρξ, είναι αγώνας ενάντια στις αυταπάτες. Είναι η προσπάθεια αποδόμησης ενός κόσμου με κυρίαρχο πνευματικό άρωμα την θρησκεία ως πίστη λύτρωσης από τα πάνω.
”Η θρησκευτική οδύνη είναι έκφραση της πραγματικής οδύνης και συνάμα διαμαρτυρία ενάντια στην πραγματική οδύνη. Η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεσμένου πλάσματος, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, η ψυχή άψυχων συνθηκών. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού. Η κατάργηση της θρησκείας ως απατηλής ευτυχίας του λαού σημαίνει αξίωση της πραγματικής του ευτυχίας. Η αξίωση να εγκαταλειφθούν οι αυταπάτες γα την υπάρχουσα κατάστασή του σημαίνει αξίωση να εγκαταλειφθεί μια κατάσταση που έχει ανάγκη τις αυταπάτες. Η κριτική της θρησκείας είναι λοιπόν εμβρυωδώς η κριτική της κοιλάδας των δακρύων που φωτοστέφανό της είναι η θρησκεία” [1].
Ο Μαρξ βλέπει την θρησκεία ως κάτι το οποίο γεννιέται από τον ίδιο τον άνθρωπο και άρα συνιστά φυσικό φαινόμενο που εκδηλώνεται στις ανθρώπινες κοινωνίες και δεν συνιστά, όπως πιθανόν πιστεύουν οι ίδιοι οι θρησκευόμενοι, άνοιγμα σε έναν κόσμο πέραν και υπεράνω της φύσης. Με άλλα λόγια, το αντικείμενο της θρησκευτικής πίστης δεν είναι οντολογικά ανεξάρτητο από το μυαλό και τα συναισθήματα του θρησκευόμενου.
Σε μία πιο δομική προσέγγιση, ο Μαρξ ισχυρίζεται ότι η ανθρώπινη κοινωνία συγκροτείται με τέτοιο τρόπο ώστε οι περισσότεροι άνθρωποι να ζουν στην ανέχεια. Έτσι, πολύ συχνά η ανθρώπινη φύση διακατέχεται από απελπισία δεδομένου ότι δεν είναι σε θέση να επιτύχει ότι θα μπορούσε να πετύχει. Κι έτσι νιώθει αδύναμη μπροστά σε ένα κοινωνικό status quo όπου δεν μπορεί να πραγματώσει την φύση ή ουσία της.
Εφόσον οι άνθρωποι δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους ή να ξεπεράσουν τις απογοητεύσεις τους από την υπάρχουσα κοινωνία, την ”κοιλάδα των δακρύων”, όπως την χαρακτηρίζει ο Μαρξ, φαντάζονται έναν άλλο κόσμο, πέραν του κόσμου τούτου, όπου όλες τους οι επιθυμίες ικανοποιούνται.
Έναν κόσμο που κυβερνάται από ένα Ον στο πρόσωπο του οποίου πραγματώνονται οι μέγιστες δυνατότητες του ανθρώπου. Με αυτόν τον τρόπο βρίσκουν παρηγοριά για την παρούσα δυστυχία τους και μπορούν να δικαιολογήσουν τη διαιώνισή της.
Το ψυχολογικό πόρισμα του Μαρξ είναι ότι σε έναν ”άκαρδο κόσμο” οι άνθρωποι δεν μπορούν παρά να αναζητήσουν παρηγοριά στον επέκεινα κόσμο. Κάτω από τον ζυγό της καταπίεσης και δίχως να βλέπουν τρόπο να τον αποτινάξουν, οι άνθρωποι στενάζουν εκφράζοντας τη λαχτάρα τους να απελευθερωθούν, και ο στεναγμός τους αυτός είναι η θρησκεία.
Η θρησκεία, όμως, προσφέρει προσωρινή ανακούφιση, όπως και το όπιο…
Επομένως, όπως είναι καλύτερο και πιο ωφέλιμο να αντιμετωπίζει κανείς τον κόσμο και την πραγματικότητα αντί να δραπετεύει στον ονειρώδη κόσμο του οπίου, έτσι είναι καλύτερο να προσπαθεί να αλλάξει την κοινωνία από το να αναζητά καταφύγιο σε ένα φανταστικό υπερφυσικό βασίλειο.
Όπως θα έλεγε και ο Φόιερμπαχ: Ας κάνουμε την πολιτική θρησκεία μας…

Βιβλιογραφία:
1. Χάρι Μπάροουζ Άκτον, Τι είπε στ’αλήθεια ο Μαρξ, Μεταίχμιο, 2011
 
,,,μια άλλη άποψη
Αϊτός ΙΑΩ

Πολύ ωραίο άρθρο και συγχαρητήρια. Είμαι άνθρωπος που πιστεύω σε μια Ανώτερη Δύναμη, χωρίς να περιορίζομαι αυστηρά από τα εννοιολογικά κλισέ του Θεός, ή τις φιλοσοφικές ή θεολογικές διαμάχες του αν είναι πρόσωπο ή απρόσωπος, μονάδα ή πολλαπλότητα. Όπως όλα τα προηγούμενα μπορούν να ισχύουν εξίσου σε κάποιο επίπεδο, και σε κάποιο άλλο επίπεδο να μην ισχύουν, έτσι βρίσκω και τις δηλώσεις των Φιλοσόφων και υποστηρικτών του Διαλεκτικού Υλισμού πολύ σωστές και εμπεριέχοντες μια σωστή σκέψη στο επίπεδο που αυτή κυμαίνεται.
Δηλαδή, σίγουρα η Θρησκεία η οποία είναι ένα Σύστημα Πεποιθήσεων, ορίζοντας την πεποίθηση ως τις υποκειμενικές απόψεις, πίστεις, ακόμα και εικασίες του ατόμου, μη τεκμηριωμένες μέσα από την Επιστημονική Τεκμηρίωση, και όπως την γνωρίζουμε σήμερα και από άμεση ματιά και ιστορικά κατά κύριο λόγο, είναι ένα κατασκεύασμα που δεν οδηγεί το άτομο στην Αντικειμενική Εμπειρία και στην Αυτοσυνείδησή του. Βέβαια τα όσα λέω εδώ είναι πολύ λίγα και θα χρειαζόταν μια ολόκληρη διατριβή για να καλύψουμε το θέμα Ανθρωπολογικά, Ψυχολογικά, Κοινωνιολογικά, Πολιτικά, Φιλοσοφικά και Θεολογικά, συνενώνοντας αυτά τα πεδία έρευνας.
Το γεγονός όμως ότι οι άνθρωποι, προσκολλούνται σε συστήματα πεποιθήσεων ή μεταφυσικούς παράδεισους, δεν είναι απλά φαινόμενο των καταπιεσμένων καθότι είναι κάτι που συμβαίνει και στις καπιταλιστικές κοινωνίες επίσης και στις πιο εύπορες τάξεις. Μήπως είναι τότε ένα θέμα εκπαίδευσης; Αυτό θα ήταν ένα συστατικό, όχι θεμελιώδες αλλά σημαντικό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι εν τέλει η Προσωπικότητα του Ανθρώπου, όλα τα επίκτητα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν και αυτές τις πεποιθήσεις του Ατόμου, για τον εαυτό του και τον κόσμο, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να διαχωρίσουμε στην ανθρώπινη ψυχολογία την Συνείδηση ως ανεξάρτητο (αλλά παρ’ όλα αυτά αλληλεπιδρώντα με την προσωπικότητα) παράγοντα και φυσικά το Εγώ του ανθρώπου.
Από την άποψη του διαλεκτικού υλισμού, και της ψυχιατρικής που πηγάζει από την Επιστημονική υιοθέτησή του, αν όλα αυτά, η Συνείδηση και η Προσωπικότητα, και το Εγώ είναι απλά χημικές διαδικασίες του Εγκεφάλου, η Θρησκεία δεν είναι παρά μια φροϋδική νεύρωση. Και σε ένα πεδίο αυτό φαίνεται να κατέχει μια αλήθεια, και αυτό είναι το φυσικό πεδίο, με ότι η φυσική επιστήμη δείχνει να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί απ’ αυτό μέσω της παρατήρησης και του πειραματισμού.
Αλλά όσον αφορά άλλα πεδία, τα οποία είναι ανεξερεύνητα από την φυσική επιστήμη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, ότι οι μεταφυσικές ανθρώπινες εμπειρίες είναι σχεδόν άγνωστες ή ηθεληματικά αγνοημένες από την σύγχρονη επιστήμη του ορθολογιστικού ματηριαλισμού.
Οι θρησκείες όλων των εποχών πέρα από τις όποιες νευρώσεις των “οπαδών” τους, και των θρησκόληπτων, μιλάνε για εμπειρίες οι οποίες είναι εξωσωματικές, για μεταθανάτιες εμπειρίες, για μετενσάρκωση, για ξεδιπλώματα σε άλλες διαστάσεις κτλ. Φυσικά ο άνθρωπος που είναι βυθισμένος ενεργειακά και διανοητικά στο υλικό πεδίο σκέφτεται και ενεργεί μέσα σε αυτό και διαμορφώνει την υπόστασή του (ακόμα και την κβαντική θεωρεία να εξετάσετε) κατά αυτόν τον τρόπο. Έτσι ιδανικά και όχι κατ’ εξαίρεση κινείται σε ένα περιορισμένο πεδίο ύπαρξης.
Αυτές οι απόλυτες δηλώσεις λοιπόν που προέρχονται από οποιαδήποτε πλευρά είναι βασισμένες πάντα στην υποκειμενική ανθρώπινη εμπειρία, και ούτε ο Διαλεκτικός Υλισμός μπορεί να αποδείξει τίποτα στην [πραγματική] Θρησκεία, ούτε το αντίθετο. Και αν τυχόν κάποιος πείθονταν από τα επιχειρήματα το μόνο που θα άλλαζε θα ήταν η γνώμη του και δεν θα άλλαζε τίποτα για την Εμπειρία του, δηλαδή την Αυτοσυνείδησή του και το επίπεδο του είναι του.
Μια φωτεινή κοινωνία, που διδάσκει την Αγάπη και τον αλληλοσεβασμό σε όλα τα Όντα, και την καθαρή διάκριση, δεν πηγάζει μόνον από θεωρίες αλλά και από την Εμπειρία του Εαυτού δονούμενου σε αυτό το μήκος κύματος. Και αυτό το προσφέρει η Θρησκεία, συμπεριλαμβανομένου του κομμουνισμού και του αναρχισμού στην πιο καθαρή τους μορφή. Μην με παρεξηγείσετε δεν μιλάω για τις Θρησκείες του Χριστιανισμού ή του Ισλάμ ή του Ινδουισμού κτλ. που γνωρίζουμε, αλλά για τον πραγματικό Ουσιώδες Γνωστικισμό, το πέρασμα από το υποκειμενικό στο Αντικειμενικό. Μόνον τότε μπορεί να περάσει από το εγώ στο Εμείς.
 
...και μια τρίτη από την πλευρά της εκκλησίας
 
γράφει ο Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
 
1. Η θεωρία του Μαρξ
Διευκρινιστικά πρέπει να σημειωθή ότι ο Καρλ Μαρξ ήταν Γερμανοεβραίος, γεννήθηκε και μεγάλωσε έξω από την Βόννη, και όπως ήταν επόμενο έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στην ατμόσφαιρα των εβραίων Ραββίνων. Επίσης πολύ ενωρίς στράφηκε στην ελληνική φιλοσοφία και η διατριβή του έγινε στον Επίκουρο. Στην διατριβή του έγραψε ως προμετωπίδα: «Με ένα λόγο: προς όλους τους θεούς τρέφω μίσος».
Παρενθετικά θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι το μίσος εναντίον του θεού και της θρησκείας είναι ένα θρησκευτικό γεγονός, όσο κι αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, γιατί αν κανείς δεν πιστεύη σε ύπαρξη Θεού δεν στρατεύεται εναντίον αυτού του ανύπαρκτου, κατά την άποψή του, θεού. Το μίσος εναντίον του Θεού ερμηνεύεται από την άποψη ότι το κάνει εν ονόματι κάποιας άλλης πίστεως σε κάποια δική του θεότητα. Το μίσος και η πολεμική στον Θεό, γίνεται σε έναν υπαρκτό Θεό, γιατί ποτέ κανείς δεν μισεί και δεν πολεμά έναν Θεό, για τον οποίο πιστεύει ότι δεν υπάρχει.
Επανερχόμενος, θα ήθελα να τονίσω ότι ο φιλόσοφος Μπερδιάγεφ, που είχε ξεκινήσει την φιλοσοφική του εργασία ακολουθώντας τις μαρξιστικές θεωρίες, στην συνέχεια ερμήνευσε με πολύ ωραίο τρόπο τις απόψεις του Μαρξ. Ισχυρίσθηκε ότι ο Μαρξ, λόγω εβραϊκής καταγωγής, πίστευε στην μεσσιανική ιδέα, στον ερχομό «της βασιλείας του Θεού», που είναι ο προδομένος λαός. Επειδή έπαυσε να πιστεύη στην έλευση του Μεσσίου, όπως το έκαναν οι Εβραίοι, εκκοσμίκευσε αυτόν τον μεσσία, και τον ρόλο του τον απέδωσε στο προλεταριάτο, την τάξη των εργατών του εργοστασίου. Ο νέος μεσσίας, κατά τον Μαρξ, είναι το προλεταριάτο, που είναι απηλλαγμένο από το προπατορικό αμάρτημα και σ’ αυτό θα αποκαλυφθούν όλες οι αλήθειες και αυτό θα ξεσκεπάση όλες τις αυταπάτες και θα εξαφανίση την πάλη των τάξεων, οπότε θα επαναφέρη την ανθρωπότητα στην ενότητα, και θα επικρατήση η «νέα βασιλεία» στην γη.
Ο Μπερδιάγεφ, ερμηνεύοντας το εβραϊκό υπόβαθρο της μαρξιστικής θεωρίας έγραφε: «Ο θρίαμβος του προλεταριάτου θα χωρίσει την παγκόσμια ιστορία σε δύο μέρη. Θα αρχίσει μια νέα παγκόσμια εποχή. Το προλεταριάτο θα είναι η μοναδική συνείδηση, η πραγματική ανθρωπότητα και τα ενδιαφέροντά του θα συμπέσουν με εκείνα της συλλογικότητος».
Έτσι υπάρχει ο νέος μεσσιανικός λαός (το προλεταριάτο), ο νέος Μωυσής (ο Μαρξ), η νέα γη της επαγγελίας (η αταξική κοινωνία), ο νέος νόμος (η ισότητα και η δικαιοσύνη).
Το γεγονός είναι ότι ο Μαρξ, όταν είπε την ρήση «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», την πατρότητα της οποίας μερικοί αποδίδουν στον Φόϋερμπαχ, είχε υπ' όψη του τρεις θρησκευτικές παραδόσεις, ήτοι την εβραϊκή θρησκεία με τον μεσσιανισμό, τον Χριστιανισμό της Δύσεως που είχε ταυτισθή με τον σχολαστικισμό, τον καπιταλισμό, τις σταυροφορίες και τους πολέμους, αλλά και τις βουδιστικές απόψεις της Άπω Ανατολής, σύμφωνα με τις οποίες οι άνθρωποι επιδίδονται στην γιόγκα, τον υπερβατικό διαλογισμό, για να αποφύγουν την επαναφορά στην ζωή, επειδή η κάθε ζωή είναι μια οδύνη, και στην πραγματικότητα έτσι αφήνονται οι ισχυροί της γης και κάθε τύραννος να εκμεταλλεύωνται τον πόνο των ανθρώπων. Με αυτήν την έννοια τέτοιες θρησκευτικές παραδόσεις, που εκμεταλλεύονται τον άνθρωπο και τον υποτάσσουν σε άλλες αυθαίρετες εξουσίες, μπορούν να λειτουργήσουν ως όπιο του λαού, που άλλοτε τον αποκοιμίζουν και άλλοτε τον αφιονίζουν και τον ρίχνουν στον πόλεμο για την καταστροφή των άλλων.
Έχω την άποψη ότι, εάν ο Μαρξ εγνώριζε την Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως την εξέφρασαν οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, και όπως βιώνεται στα πραγματικά Ορθόδοξα Μοναστήρια, που διατηρούν το ησυχαστικό πνεύμα και την ακτημοσύνη, ενδεχομένως θα είχε άλλη άποψη για τα θέματα αυτά.
 
2. Μια ερμηνεία της Μαρξιστικής θεωρίας
Ο γνωστός  Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο) σε κείμενό του αναφέρεται και στην ερμηνεία της μαρξιστικής ρήσης «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού».
Γράφει ότι η φράση αυτή «ανάγεται σε δυό διαφορετικές ερμηνείες». Η μία ερμηνεία συνδέεται με την καταπράϋνση των υπαρξιακών ερωτημάτων, που υπάρχουν μέσα σε κάθε άνθρωπο, όταν η θρησκεία θεωρηθή ότι είναι κάποια εγγενής τάση του εξελισσόμενου όντος, δηλαδή η θρησκεία σε αυτήν την περίπτωση καταπραΰνει τις υπαρξιακές ανησυχίες του ανθρώπου. Η άλλη έννοια είναι ότι, επειδή επιδιώκεται εσκεμμένως να παραπλανάται ο λαός και να αποπροσανατολίζεται από την εκάστοτε εξουσία, χάριν της κοινωνικής ειρήνης, γι α?τό η κάθε θρησκεία χρησιμοποιείται από το κάθε κατεστημένο προς τον σκοπόν αυτό, δηλαδή αποκοιμίζει τα κοινωνικά ενδιαφέροντα του ανθρώπου.
Στην συνέχεια αναλύει ότι ο Μαρξ απέδωσε την δεύτερη σημασία στην φράση αυτή και παρέλειψε τα σχετικά με την υπαρξιακή ανησυχία και τον προβληματισμό του ανθρώπου, στα οποία η θρησκεία δίδει μια λύση. Συγχρόνως όμως δίδει και μια άλλη διάσταση της μαρξιστικής θεωρίας για την θρησκεία. Γράφει:
«Ο Μαρξ, επιμένει στην άποψη ότι η θρησκεία είναι και διαμαρτυρία εναντίον της πραγματικής κοινωνικής απαθλίωσης του ανθρώπου, και επομένως ο Μαρξ δεν καταδικάζει ούτε την θρησκεία, ούτε τον θρησκευόμενο άνθρωπο. Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του ανθρωπίνου όντος, σ’ ένα κόσμο χωρίς καρδιά, αλλά και το βάλσαμό του, όχι μόνον απέναντι στην κοινωνική του δυστυχία και αλλοτρίωση, αλλά και απέναντι στα ανεξήγητα υπαρξιακά του προβλήματα».
Δεν γνωρίζω αν αυτή είναι η πραγματική ερμηνεία που απέδιδε ο Μαρξ στην θρησκεία και πως συμβιβάζεται με την φράση «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Είναι θέμα ερμηνείας και ανάλυσης. Γεγονός, πάντως, είναι ότι ο Μαρξ είχε ένα εβραϊκό υπόστρωμα στην σκέψη του και, βεβαίως, δεν μπορούσε να αποστασιοποιηθή από αυτό.
 
3. Θρησκεία και Εκκλησία
Μελετώντας κανείς τις θρησκείες και τις Χριστιανικές ομολογίες θα διαπιστώση ότι χρησιμοποιούν μερικές ιδέες, άλλοτε για να αποπροσανατολίσουν τους οπαδούς τους, άλλοτε για να τους φανατίσουν και άλλοτε να τους ιδεολογοποιήσουν. Για παράδειγμα η σχολαστική θεολογία και η καπιταλιστική νοοτροπία του δυτικού Χριστιανισμού, όπως την γνώριζε ο Μαρξ, η εβραϊκή σκέψη και κυρίως η σιωνιστική νοοτροπία που είναι πράγματι μια πολιτική επιλογή, η οποία χρησιμοποιεί πολιτικά τις θρησκευτικές απόψεις της Παλαιάς Διαθήκης και αυτό φαίνεται από την διαφοροποίηση των Χασιδίμ, ο ανατολικός διαλογισμός και μυστικισμός, αλλά και η μαγεία που παρατηρείται στις ανατολικές θρησκείες, δίδουν μια τέτοια εντύπωση, ότι, δηλαδή, κατά διαφόρους βαθμούς η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, με την άποψη ότι αφήνει τον άνθρωπο στο περιθώριο της κοινωνίας, οπότε δημιουργείται ελεύθερος χώρος για να δράση κάθε τύραννος και να εκμεταλλευθή τον άνθρωπο.
Όμως, μιλώντας πολλές φορές για την ρήση αυτή του Μαρξ, ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, ισχυρίζομαι ότι αυτό δεν αναφέρεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως την προσδιόρισαν οι μεγάλοι Πατέρες της, δεν είναι θρησκεία, αφού δεν διακρίνεται από τα στοιχεία που έχουν οι άλλες θρησκείες, αλλά είναι Εκκλησία. Η λέξη Εκκλησία δηλώνει συγκέντρωση του Δήμου για να συζητήσουν και να λύσουν διάφορα προβλήματα. Η Εκκλησία δεν λειτούργησε ποτέ ως θρησκεία –δεν έχω επαρκή χρόνο να το αναλύσω– αλλά ως Εκκλησία, ως σύναξη κληρικών και λαϊκών, μαζί με τον Θεό, την Παναγία και τους αγίους. Όποιος διαβάσει τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη θα διαπιστώση ότι έτσι ένοιωθε την Εκκλησία και εν ονόματι αυτής της Εκκλησίας ηγήθηκε του αγώνος για να δοθούν συνταγματικές ελευθερίες στον λαό.
Αυτός είναι ο λόγος που με κάνει να πιστεύω ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία λειτουργεί περισσότερο ως πνευματικό Νοσοκομείο, ως θεραπευτική Κοινότητα, η οποία λαμβάνει τον άνθρωπο στην κατάσταση που βρίσκεται και τον ελευθερώνει από ποικίλες εξαρτήσεις, τον απο-ιδεολογοποιεί και τον απο-φανατίζει. Είναι δε γνωστόν ότι εκτός από τις οπιούχες ουσίες υπάρχουν και οι ψυχολογικές και ιδεολογικές οπιούχες ουσίες, εκτός από τα ναρκωτικά υπάρχουν και τα ψυχοναρκωτικά. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όταν θέλη κανείς να ζήση πραγματικά μέσα σε αυτήν, με την μυστηριακή και την ασκητική ζωή, ελευθερώνει τον άνθρωπο από τις ποικίλες εξαρτήσεις.
Στο τελευταίο μου βιβλίο με τίτλο «Θρησκεία και Εκκλησία στην κοινωνία» μπορεί ο αναγνώστης να βρη πολλές απόψεις να αναλύωνται γύρω από το θέμα αυτό.
Τελειώνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι δυστυχώς σήμερα σε διάφορες θρησκευτικές κοινότητες ισχύει το σύνθημα «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», αλλά συγχρόνως ισχύει και το σύνθημα «το όπιον είναι η θρησκεία του λαού». Τα ναρκωτικά βασανίζουν τους νέους ανθρώπους, αλλά και την άρχουσα τάξη, καθώς επίσης και μερίδα του πρωταθλητισμού με την καπιταλιστική του νοοτροπία και οργάνωση. Οι ποικιλώνυμες ψυχότροπες ουσίες είναι το όπιο του λαού. Δεν είναι μόνο η θρησκεία, αλλά και η εξουσία το νέο όπιο του λαού. Ο Προφήτης Ησαΐας κατακρίνει αυτούς που μεθούν χωρίς κρασί και εννοεί τους ασκούντας την ποικιλότροπη εξουσία. Και δυστυχώς αυτού του γεγονότος καθιστάμεθα μάρτυρες
Δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό «Η Δάφνη»

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

Η (χριστουγεννιάτικη) πλάνη μιας φωτογραφίας...

 
 
Ολοένα και συχνότερα αναφύονται στο Facebook διάφορες ομάδες του στυλ «Η Αθήνα όπως την αγαπήσαμε το 1950», «Στην παλιά Ελλάδα», «Πίσω στα χρόνια της αθωότητας» κλπ. 
Αυτό βεβαίως δείχνει πόσο... γερνάει το δημοφιλές κοινωνικό δίκτυο. Αλλά ανεξάρτητα από αυτό, και στα τραπέζια, συχνά γίνονται νοσταλγικές συζητήσεις για τη «χρυσή εποχή», τότε που όλα ήταν καλύτερα, οι άνθρωποι ξέγνοιαστοι και χαρούμενοι και η «μικρή Ελλαδίτσα μεγαλουργούσε». Η δε περίφημη φωτογραφία της Σταδίου, στολισμένης Χριστουγεννιάτικα το 1960 (από το αρχείο του Μουσείου Μπενάκη) διακινείται επετειακά σε ιστοσελίδες και blogs, ως έμβλημα ενός ένδοξου παρελθόντος. Μέχρι και στα «Νέα» υπήρξε πρωτοσέλιδο προ ημερών ως σημείο αναφοράς στην αισιοδοξία της εποχής στην οποία καλούμαστε να επιστρέψουμε.  Ομως, όσο λαμπερή κι αν είναι εκείνη η φωτογραφία, τόσο αντιπροσωπευτική δεν είναι. Αποτελεί πλήρως ωραιοποιημένη εικόνα μιας πραγματικότητας που αγνοεί βασικά δεδομένα της εποχής και στηρίζεται περισσότερο σε εξωραϊσμένες αναμνήσεις ή διηγήσεις και ασπρόμαυρες ή Technicolor κινηματογραφικές ταινίες. Βεβαίως ισχύει πάντα ότι όσο πιο θολή είναι η εικόνα τόσο πιο ωραίες φανταζόμαστε τις λεπτομέρειες. Τείνουμε να συγχέουμε τις επιλεκτικές, όμορφες αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας, τότε που όλα ήταν πιο ωραία, με τις πραγματικές συνθήκες. Είναι φυσική η τάση μας να ωραιοποιούμε το παρελθόν, να φιλτράρουμε και να συγκρατούμε το θετικό. Να μένουν οι σκηνές που σήμερα είναι γραφικές και ως εκ τούτου πιο ενδιαφέρουσες. Η χαμογελαστή φωτογραφία στο άλμπουμ των αναμνήσεων δεν είναι παρά οι αντίστοιχες selfies του παρελθόντος.  Το πιο πιθανό είναι ότι περικλείουν ένα αντίστοιχα στημένο χαμόγελο που έσβησε μετά το φλας. Όλοι φόρεσαν τις πιο χαρούμενες εκφράσεις στιγμιαία και επανήλθαν στα τότε προβλήματα επιβίωσης. Οι παρελθοντολάγνοι επιμένουν ότι «τότε ήμασταν πτωχοί πλην τίμιοι», υπονοώντας ότι σήμερα είμαστε πτωχοί, αλλά όχι τίμιοι. Ας μιλήσουν για τους εαυτούς τους, επιτρέψτε μου να πω. Δεν είμαστε πιο χαρούμενοι στη φτώχεια μας όπως άλλοτε, σύμφωνα με τις διηγήσεις, που η παρέα για να μαζευτεί ήθελε μόνο κιθαρίτσα και μια νταμιτζάνα κοκκινέλι, όχι Netflix και spumante cuvée. Ε, τι να κάνουμε; Οι εποχές αλλάζουν (ευτυχώς). Ειδικά τα Χριστούγεννα, εάν έχεις περάσει την φάση που πιστεύεις στον Αγιο Βασίλη, πολύ πιθανόν να είναι μια περίοδος ενδοσκόπησης και ανασκόπησης. Αυτό είναι λογικό να οδηγεί και στη νοσταλγία η οποία από μόνη της ως λέξη έχει μια γλυκόπικρη αίσθηση περιλαμβάνοντας την επιστροφή και τον πόνο (νόστος + ἄλγος).  Τον πόνο για όσα χάθηκαν, για τον χρόνο που πέρασε. Οι σύγχρονοι ψυχολόγοι αποτιμούν θετικά τη δύναμη της επιστροφής στο παρελθόν καθώς, ανατρέχοντας εκεί, μπορούμε να γεμίσουμε το ενεργειακό μας ρεζερβουάρ. Αρκεί να μην μένουμε παθητικά εκεί: στην εξιδανίκευση του παρελθόντος, στα περασμένα μεγαλεία, στο ρομαντικό vintage, στη φαντασίωση που τελικά λειτουργεί ως παραμορφωτικός φακός.  Διότι «τα πράγματα δεν είναι αυτά που ήταν και πιθανότατα δεν ήταν ποτέ» όπως έλεγε και ο Γουίλ Ρότζερς…
Η θρυλική πια φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα από τα Χαυτεία, τον Δεκέμβριο του 1960
                       Κώστας Μπαλάφας, Αρχείο Μουσείου Μπενάκη

Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2018

Ποιος ναρκοθετεί την ευρωπαϊκή ενοποίηση

Ποιος ναρκοθετεί την ευρωπαϊκή ενοποίηση, Σταύρος Λυγερός
 
Σταύρος Λυγερός
 
 
Η αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού οράματος, ο νέου τύπου ευρωσκεπτικισμός, εκδηλώνεται –με ειδική μορφή– και στις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα. Είναι, όμως, πιο έντονος στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, επειδή είναι αυτές που υφίστανται πολύ πιο επώδυνα τις επιπτώσεις της μονοδιάστατης λιτότητας, την οποία επιβάλει το ευρωιερατείο. Πρώτη η Ελλάδα, η οποία ενώ τυπικά συνεχίζει να είναι ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης, στην πραγματικότητα έχει περιέλθει σε καθεστώς μεταμοντέρνας αποικίας στο πλαίσιο μίας Ένωσης που λειτουργεί πλέον με άτυπο αφεντικό και άτυπη ιεραρχία.
Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν αναπόφευκτη λόγω της εσωτερικής οικονομικής ανισορροπίας και του χρέους των αδύναμων κρίκων. Ούτε αποτέλεσμα μόνο της ισχύος και της αποφασιστικότητας του Βερολίνου, το οποίο κατέχει δεσπόζουσα θέση στους κόλπους του ευρωιερατείου. Η κατάσταση θα ήταν διαφορετική εάν οι κυβερνήσεις της ευρωπαϊκής περιφέρειας είχαν συντονισθεί για να ορθώσουν ανάστημα στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια και στο Ευρωκοινοβούλιο. Αντ’ αυτού, λόγω και της στάσης των τοπικών αρχουσών ελίτ, οι μεν χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας εξωθήθηκαν προς την οικονομική και κοινωνική παρακμή, η δε Ενωμένη Ευρώπη –δια της διολισθήσεως– μεταλλάχθηκε σε «γερμανική Ευρώπη».
 
Το σύνδρομο της εξάρτησης
Ο τρόπος που ειδικά οι ελληνικές μνημονιακές κυβερνήσεις και ευρύτερα οι εγχώριες άρχουσες ελίτ αντιμετώπισαν την κρίση ανέδειξε το σύνδρομο εξάρτησής τους. Έδωσε, μάλιστα, και το κακό παράδειγμα στις υπόλοιπες άρχουσες ελίτ της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Είναι σκάνδαλο ο τρόπος, με τον οποίο οι κυρίως υπεύθυνοι για την κατάντια της Ελλάδας κατέφυγαν στην αγκαλιά των ξένων κηδεμόνων και από εκεί κατηγορούσαν τους απλούς πολίτες. Όχι ότι η ελληνική κοινωνία ήταν αθώα, αλλά, όπως πάντα, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι.
Η βιτρίνα του ευρωπαϊσμού και του εκσυγχρονισμού των εγχώριων αρχουσών ελίτ συνήθως κρύβει το δίδυμο του ιδεολογικού μεταπρατισμού και του μετέωρου κοσμοπολιτισμού. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ευρωπαϊκό επαρχιωτισμό, ο οποίος αντανακλά πλέγματα κατωτερότητας και τάσεις στρουθοκαμηλισμού που εμποδίζουν την ισότιμη συμμετοχή της Ελλάδας στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι.
Όταν εκδηλώθηκε η κρίση, ο ευρωπαϊκός επαρχιωτισμός των εγχώριων αρχουσών ελίτ προσέλαβε διαστάσεις υποτέλειας. Το σύνδρομο εξάρτησης τις ώθησε να υιοθετούν πολιτικές που έχουν ευρωπαϊκό περιτύλιγμα, ακόμα κι αν αποσαρθρώνουν την εγχώρια οικονομία και υποθηκεύουν την εθνική κυριαρχία. Οι κατά κανόνα υποτονικές κοινωνικές αντιδράσεις επιτρέπουν στις νοτιοευρωπαϊκές άρχουσες ελίτ να χρησιμοποιούν την κρίση όχι για να επιβάλλουν επιβεβλημένες μεταρρυθμίσεις με γνώμονα την ανάπτυξη και την κοινωνική ισορροπία, αλλά για να προωθήσουν μέτρα με ιδιοτελές ταξικό πρόσημο.
Όταν όμως ταπεινώνεις κοινωνίες, όταν de facto ακυρώνεις την εθνική κυριαρχία των αδύναμων κρίκων κι όταν επιβάλεις μονοδιάστατη λιτότητα που υποσκάπτει την επιβίωση των λαϊκών τάξεων ακόμα και στις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα, τότε σπιλώνεις την ευρωπαϊκή ιδέα και ναρκοθετείς το ενοποιητικό εγχείρημα. Καταδεικνύει, μάλιστα, έλλειψη ιστορικής συνείδησης και πολιτικό θράσος το γεγονός ότι οι βασικοί υπεύθυνοι κουνάνε το δάκτυλο στις κοινωνίες για τη ραγδαία ανάπτυξη του νέου τύπου ευρωσκεπτικισμού και τη δημοσκοπική άνοδο αντισυστημικών κομμάτων τόσο με αριστερό όσο και με ακροδεξιό πρόσημο.