Από τον Νώντα Κούκα
(Μέρος I)
Η παραδοσιακή φιλοσοφία απώλεσε την ευκαιρία για την ολική ανθρώπινη χειραφέτηση εξαιτίας ενός κυρίως λόγου: δεν μπόρεσε να συλλάβει εγκαίρως και να διατυπώσει κατηγορηματικά την εξής αρχή: η Οικονομία (με την ευρύτερη έννοιά της) είναι η ίδια η Φιλοσοφία της Φύσης. Μοιραία λοιπόν δεν κατόρθωσε να προβλέψει – και ίσως να αποτρέψει – τη ραγδαία μετάλλαξη της (φυσικής) οικονομίας σε έναν εφιαλτικό «οικονομισμό», το απόγειο του οποίου συμβολίζεται με την επονείδιστη καπιταλιστική οικονομία.
Αποτέλεσμα αυτής της φιλοσοφικής αβαρίας υπήρξε η παραγκώνιση της Γνωσιολογίας από το επερχόμενο ρεύμα του επιστημονικού θετικισμού, που αποτελεί τη βασική ιδεολογία των σύγχρονων δυτικών και δυτικότροπων κοινωνιών. Περιγράφοντάς τον αδρομερώς, ο εν λόγω θετικισμός απαρτίζεται από έναν στείρο και ρηχό εμπειρισμό μαζί με έναν αποστεωμένο εργαλειακό «ορθολογισμό». Πρόκειται δηλαδή για ένα τεχνοκρατικό φιλτράρισμα δύο παραδοσιακών γνωσιολογικών ρευμάτων, του ορθολογισμού και του εμπειρισμού ή της λογοκρατίας και την εμπειριοκρατίας, από το οποίο προκύπτει ο θετικισμός-επιστημονισμός του 19ου και ιδιαίτερα του 20ού αιώνα.
Τούτο το αλλοπρόσαλλο αμάλγαμα επιτυγχάνει δύο βασικότατα πράγματα: αφενός, καταστέλλει την καθαρή (θεωρητική) επιστήμη∙ αφετέρου, προάγει και εξελίσσει σε δυσθεώρητα, αλλά ασύμμετρα ύψη, την τεχνοεπιστήμη και άρα την ίδια την τεχνολογία. Η τεράστια όμως επιτυχία του ήταν ότι κατόρθωνε και πέρναγε για γνήσια επιστήμη. Ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να διδάσκεται ως βασική εκπαίδευση (με καλύτερο ή χειρότερο τρόπο, δεν έχει σημασία) σε όλα τα εκπαιδευτικά (συμβατικά) συστήματα του κόσμου. Εν τέλει, πόση ζημιά έχει συντελεστεί μέσα από αυτό τον αντι-γνωσιολογικό (ακόμη και αντι-επιστημολογικό) δίαυλο της επίσημης εκπαίδευσης;
Ανυπολόγιστη, πρέπει να πούμε, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Πρώτα απ’ όλα, έχει διαβρώσει και αλλοιώσει δύο θεμελιακά πεδία των κοινωνιών. Από τη μια, αποπροσανατολίζει και καθηλώνει ακόμη και τους πιο ικανούς επιστήμονες σε έναν δογματικό, φορμαλιστικό και στείρο τεχνοκρατικό θετικισμό. Από την άλλη, συμβάλλει και διαμορφώνει καταλυτικά τόσο τον «κοινό νου» όσο και την «κοινή λογική» του δυτικού ανθρώπου. Ο πλανερός θετικισμός με την εμμονή του στην πρωτοκαθεδρία των εμπειρικών αντιλήψεων της φαινομενικότητας, έχει έναν πολύτιμο σύμμαχο εξίσου πλανερό, τη φυσική γλώσσα που βρίθει από ασάφεια, πολυσημία και μεταφορικά σχήματα. Έτσι, και οι δύο αυτοί εκμαυλιστικοί παράγοντες οδηγούν τους ανθρώπους να βιώνουν αυθόρμητα μια καθημερινότητα που φαντάζει ως πραγματική στα μάτια τους. Όμως, δεν είναι παρά μια «πραγματικότητα» μακράν του πραγματικού. Είναι ο λεγόμενος Κοινωνικός Κόσμος.
Ωστόσο, ο κολοφώνας της ζημιάς που προξενεί ο τεχνοκρατικός θετικισμός στο φαντασιακό των δυτικών κοινωνιών, εντοπίζεται στη σφαίρα της ιδεολογίας. Η φυσιολογική και απρόσκοπτη ένταξη (αφού μιλάμε για ταξικές κοινωνίες, στη καπιταλιστική οικονομία) φέρνει στο ιστορικό προσκήνιο την έκρηξη της τεχνικο-επιστημονικής επανάστασης του 20ού αιώνα (ιδιαίτερα εδώ εννοούμε τη συλλήβδην επαναστατική εξέλιξη της τεχνολογίας σε όλες της τις μορφές και ρεύματα του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα).
Τούτη η έκρηξη της τεχνολογικής επανάστασης, καθώς σταδιακά έχει αφομοιωθεί και ενταχθεί στην ιδεολογία της αστικής-καπιταλιστικής τάξης, γίνεται το ελατήριο που θα εκτινάξει έτη φωτός μακριά την ιθύνουσα τάξη, και τις διάφορες ελίτ αυτής, μακριά από τις κοινωνικές μάζες. Το ίδιο όμως συμβαίνει και στους κόλπους της λεγόμενης επιστημονικής κοινότητας. Η ελίτ της τεχνογνωσίας, από τη μια μεριά∙ και η διαστρωματωμένη πλέμπα, από την άλλη, με ένα χαώδες ρήγμα να στέκει ανάμεσά τους. Αυτό που καθιζάνει και τελικά φαίνεται να παίρνει μορφή και σχήμα είναι ένα επιστημονικό «ιερατείο», που γνωρίζει πολύ εξελιγμένα μαθηματικά, σχεδόν τελείως απρόσιτα από τους υπόλοιπούς επιστήμονες. Μερικά από αυτά τα απρόσιτα μαθηματικά τα χειρίζονται απλώς και μόνο χειριστές (-μηχανικοί) στην τελειοποίηση της τεχνογνωσίας. Το «ιερατείο» αυτό, ακόμη και αν το ήθελε, δεν θα μπορούσε να βρει ένα ικανό ακροατήριο για να μεταλαμπαδεύσει τις υπέρτερες μαθηματικές του γνώσεις – που βέβαια οπωσδήποτε πια έχουν εξελιχθεί και σε υπέρμετρη «φιλοσοφία». (9/12/2013)
(Μέρος II)
Πράγματι, η σύγχρονη φυσική έχει περιέλθει σε τρομερό αδιέξοδο. Μοιάζει στην κυριολεξία να απολαμβάνει αρειμανίως το ολοκληρωτικό ιδεολογικό – ιδεοληπτικό παραμύθι που της αφηγείται η (δική της) Σεχραζάτ∙ η κατώτατη θεραπαινίδα της, η τεχνολογία, η οποία όμως έχει αναρριχηθεί στα ύπατα αξιώματα της Αυλής. Το παραμύθι που διηγείται η Σεχραζάτ (τεχνολογία) στην Κυρία της (την Επιστήμη) ολοένα γίνεται και πιο ψεύτικο και συγχρόνως όλο και πιο γοητευτικό, σαγηνευτικό. Σύμμαχός της είναι και ο Μάγιστρος της Αυλής – ο θετικισμός των μαθηματικών.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους. Πρώτα την άποψη που θέλει την τεχνολογία να προσφέρει αναμφίβολα στην επιστημονική γνώση. Αν υποθέσουμε πως η επιστήμη υπάρχει για να τακτοποιεί τους τρόπους με τους οποίους εκδηλώνονται οι φαινομενικότητες της βαθιάς δομής του σύμπαντος, τότε πράγματι η τεχνολογία λειτουργεί. Συνεχείς ανακαλύψεις βελτιώνουν τόσο τις θεωρητικές όσο και τις πρακτικά χρήσιμες για την επιβίωση τεχνικές γνώσεις. Ή, για να το πούμε καλύτερα, αυξάνεται η οριζόντια, ως επί το πλείστον, πληροφόρηση της κοινωνίας. Αλλά, για παράδειγμα, η προσπάθεια για την καταπολέμηση μιας ασθένειας μέσω ενός φαρμάκου πόσες βλαπτικές παρενέργειες συνεπάγεται;
Επιπροσθέτως, η μονομερής ενασχόληση της ιατρικής με το φαινόμενο της ζωής μονάχα ως προς τη χημική της εκδήλωση πόσο αποστερεί την ανθρώπινη υγεία από την ολιστική της προοπτική; Εξάλλου ας μην ξεχνάμε πως ολόκληρη σχεδόν η σύγχρονη ιατρική έχει μεταλλαχθεί σε καθαυτό τεχνολογία. Περιοριζόμαστε, για ευνόητους λόγους, μόνο στις εσωτερικές αντιφάσεις της τεχνολογικής εξέλιξης και όχι στις εξωτερικές αντιφάσεις της, που αφορούν σε ερωτήματα όπως για παράδειγμα ποιος κατέχει, ποιος διευθύνει και προς τα πού κατευθύνεται αυτή η εξέλιξη. Κοντολογίς, ποιοι επωφελούνται από αυτήν την εξέλιξη και εις βάρος ποιων; Για παράδειγμα, πώς ενώ η ιατρική εξελίσσεται διαρκώς, από την άλλη πλευρά να έχουμε τόσους θανάτους από ιούς και επιδημίες στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αλλά εδώ σταματούμε και ο νοών νοείτω…
Πέραν όλων αυτών, εκτός από τις βιοτικές ανάγκες του ανθρώπου, που υποτίθεται ότι εξυπηρετεί η άκριτη ανάπτυξη της τεχνολογικής προόδου, υποτίθεται ότι εξυπηρετείται και η θεωρητική επιστημονική γνώση. Παραδείγματος χάριν, στην αστροφυσική και στην κοσμολογία καινούρια ευρήματα ανακαλύπτονται, χάρη στη ραγδαία βελτίωση της τεχνογνωσίας. Όμως οι εν λόγω ανακαλύψεις δεν είναι και αυτές μια αυστηρή συνέχεια των προηγουμένων; Ακόμη και στην περίπτωση όπου κάποια ανακάλυψη ανατρέπει την πρότερη πεποίθηση, κατά πόσον η ανατροπή αυτή σχετίζεται με τη γνήσια – και όχι ιδεολογική – αποκατάσταση της πληροφορίας. Δηλαδή κατά πόσον μια προκατάληψη/πρόληψη αντικαθιστά μια άλλη ή όχι. Η τεχνολογία ως προέκταση της ιστορικής συνείδησης αντικατοπτρίζει τον τύπο πολιτισμού στον οποίο αντιστοιχείται.
Επομένως, μια γνήσια ανατροπή, μια κρίσιμη επανάσταση, εγκυμονεί τέτοιους κινδύνους, που καμία κοινωνία δεν μπορεί να ανεχτεί δίχως να θρυμματιστεί ανεπανόρθωτα ο κοινωνικός της ιστός. Έτσι, σε αυτές τις περιπτώσεις, οι επαναστατικές θεωρίες δεν συμβαδίζουν με τις προηγούμενες, ώστε να γίνονται σιγά-σιγά ανεκτές. Όμως, συν τω χρόνω, αυτές αποστεώνονται είτε από μόνες τους είτε με την επέμβαση της εκάστοτε εξουσίας, η οποία αφαιρεί τεχνηέντως τη βασική τους φιλοσοφική διάσταση, παραμένοντας έτσι μόνο όποια τεχνική πλευρά συμφέρει την εξουσία. Δηλαδή είτε απαξιώνονται εξαρχής τούτες οι επαναστατικές θεωρίες είτε καθοδόν ως αλλόκοτες και αιρετικές. Μια μεικτή κατάσταση των δύο αυτών εκδοχών αποτελεί τόσο η θεωρία της σχετικότητας όσο και η κβαντομηχανική. Η πρώτη, αποδυναμώνεται οικτρά, όταν λέμε πως ισχύει για μια άλλη πραγματικότητα πέρα από τη δική μας, στην οποία ισχύουν οι απλοϊκοί νόμοι του Νεύτωνα. Η δεύτερη, χρησιμοποιείται παντού, όμως μόνον κατά συρροήν περιπτωσιολογικά και όχι θεωρητικά. Χρησιμοποιείται δηλαδή μόνο πρακτικίστικα και όχι μετά γνώσεως λόγου.
Πιο συγκεκριμένα, από τον Γαλιλαίο και μετά όλη η γνώση του ουρανού, και συνακόλουθα όλη η επιστημονική γνώση, κατέβηκε στο τηλεσκόπιο: η πρώιμη φυσική συνδέθηκε αναπόδραστα με τα μαθηματικά. Αυτό πράγματι ήταν μια στροφή στη ματιά με την οποία βλέπει ο άνθρωπος τα πράγματα∙ σήκωσε από τη γη το κεφάλι και άρχισε να κοιτάζει τον ουρανό. Όμως, από την άλλη μεριά, έτσι επιβεβαιώνεται πια πως όντως όλη η ανθρώπινη γνώση φιλτράρεται αδήριτα από το εννοιολογικό πλέγμα του ανθρώπινου εγκεφάλου. Επομένως, όλα είναι συμβολικά.
Τούτο, σημαίνει πολλά για τη φαινομενολογική έρευνα: όσο αυξάνεται η αποβλεπτικότητα της συνείδησης, τόσο αυξάνονται και τα συμβολικά της «αντικείμενα». Στη φαινομενολογική μέθοδο αποφεύγουμε, όσο μπορούμε, να χρησιμοποιούμε την έννοια της αιτιότητας. Για να υπάρχει συνείδηση πρέπει να υπάρξει αυτό στο οποίο αγκιστρώνεται η συνείδηση και αντιστρόφως. Έτσι, καθετί από τη στιγμή που παρατηρήθηκε σημαίνει πως κάτι το παρατήρησε, και ανάποδα. Αυτή είναι η έννοια της συνείδησης, τουλάχιστον όπως τη γνωρίζουμε τώρα: η ύπαρξή της ως έννοιας αναγνώρισής της.
Πριν από αυτή την αναγνώριση μπορεί όλα να ήταν-εκεί, όμως δεν-υπήρχαν. Επομένως, είναι ανόητη η ερώτηση τι προϋπήρχε. Όπως ανόητη είναι και η ερώτηση αν η συνείδηση δημιουργεί την πραγματικότητα ή η πρώτη είναι εξέλιξη της δεύτερης. Πρόκειται για ψευδοερώτημα. Η μέθεξη είναι η ουσία της ύπαρξης∙ άρα, η ύπαρξη προϋπάρχει της ουσίας. Αν τώρα η ουσία κουβαλάει ένα «ίχνος» του προϋπαρκτικού «σκοτεινού» όντος, αυτό είναι δουλειά της φαινομενολογικής αναγωγής, και κανενός άλλου, να απαντήσει. Κάτι τέτοιο βέβαια, ισοδυναμεί με την εκθετικά αναβαθμισμένη ατομική συνείδηση.
Προς το παρόν, επιστρέφουμε στην αύξηση της παρατήρησης που συνεπάγεται και αύξηση των επιστημονικών συμβόλων. Η αστροφυσική και η κοσμολογία είναι τα πιο πλήρη «επιστημονικά πεδία», τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την αύξηση των συμβόλων. Συνεχείς ανακαλύψεις ουράνιων σωμάτων και εναλλαγή θεωρητικών σχημάτων, σχετικά με την εξήγηση διαφόρων φαινομένων, επιβεβαιώνουν το αληθές του λόγου μας. Βέβαια, φαινομενολογικά, ως πρώτο επίπεδο φαίνεται να είναι η πρόοδος της τεχνολογίας. Αυτή υποτίθεται πως ευθύνεται για την πρόοδο των επιστημονικών ανακαλύψεων. Βέβαια, κοιτώντας με μια δεύτερη «ματιά» βρίσκει κανείς πως και η ίδια η τεχνολογική πρόοδος έρχεται όταν η συνείδηση είναι συνεχώς προσκολλημένη στην τεχνολογία. Λειτουργεί δηλαδή σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία: το εύρος και η ποιότητα των γεγονότων είναι ευθέως ανάλογο με το εύρος και την ποιότητα των προσδοκιών∙ διότι αναγκάζει το απέναντι αγκυρωμένο «αντικείμενο» να συμπεριφερθεί ανάλογα. (2/1/2014)
Προς το παρόν, επιστρέφουμε στην αύξηση της παρατήρησης που συνεπάγεται και αύξηση των επιστημονικών συμβόλων. Η αστροφυσική και η κοσμολογία είναι τα πιο πλήρη «επιστημονικά πεδία», τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την αύξηση των συμβόλων. Συνεχείς ανακαλύψεις ουράνιων σωμάτων και εναλλαγή θεωρητικών σχημάτων, σχετικά με την εξήγηση διαφόρων φαινομένων, επιβεβαιώνουν το αληθές του λόγου μας. Βέβαια, φαινομενολογικά, ως πρώτο επίπεδο φαίνεται να είναι η πρόοδος της τεχνολογίας. Αυτή υποτίθεται πως ευθύνεται για την πρόοδο των επιστημονικών ανακαλύψεων. Βέβαια, κοιτώντας με μια δεύτερη «ματιά» βρίσκει κανείς πως και η ίδια η τεχνολογική πρόοδος έρχεται όταν η συνείδηση είναι συνεχώς προσκολλημένη στην τεχνολογία. Λειτουργεί δηλαδή σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία: το εύρος και η ποιότητα των γεγονότων είναι ευθέως ανάλογο με το εύρος και την ποιότητα των προσδοκιών∙ διότι αναγκάζει το απέναντι αγκυρωμένο «αντικείμενο» να συμπεριφερθεί ανάλογα. (2/1/2014)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου