Απάντηση στον Δημήτρη Ψαρρά
του Στάθη Κουβελάκη
Όλος ζήλο να υποστηρίξει την νέα εκδοχή του
ΤΙΝΑ/"Δεν υπάρχει εναλλακτική" και να καλύψει τις μνημονιακές κυβερνητικές επιλογές, ο Δημήτρης Ψαρράς καταφέρνει να συσσωρεύσει την μια ανακρίβεια μετά την άλλη στο άρθρο του περί
«περί φαντάσματος του σχεδίου Β» link που δημοσιεύτηκε χθες στην
Εφημερίδα των Συντακτών[1]. Επειδή στο άρθρο του αυτό επικαλείται εκτενώς τα γραπτά υποστηρικτών των εναλλακτικών προτάσεων που περιλαμβάνουν την έξοδο από την ευρωζώνη, μεταξύ άλλων και δικό μου κείμενο, μια επί της ουσίας απάντηση επιβάλλεται.
Η «επιχειρηματολογία» του Δημήτρη Ψαρρά μπορεί να συνοψιστεί σε τρία σημεία:
Είτε το ονομαζόμενο «σχέδιο Β» δεν υπάρχει, όπως το παραδέχονται οι ίδιοι οι υποστηρικτές του (ας σημειώσουμε εδώ ότι ελάχιστοι εξ’αυτών το αποκαλούν «σχέδιο Β»).
Είτε, αν υπάρχει, αυτό αφορά μόνο τις επεξεργασίες κάποιων ειδικών, που δεν έχουν καμμία σχέση με την Αριστερά (και είναι μάλλον αντίπαλοί της).
Τέλος, ακόμη κι έτσι, στο «σχέδιο Β» παραμένει κάτι τεχνοκρατικό και οι υποστηρικτές του δεν παίρνουν υπόψη τους την «πολιτική ουσία του εγχειρήματος που εισηγούνται: το νέο γεωπολιτικό περιβάλλον, τις διεθνείς συμμαχίες, τις ταξικές αναφορές στο εσωτερικό της χώρας».
Είναι όντως «φάντασμα» το εναλλακτικό σχέδιο;
Ας αρχίσουμε από το πρώτο σημείο: ο Δημήτρης Ψαρράς αγνοεί σκοπίμως ότι η συζήτηση περί ευρώ έχει ξεκινήσει εντός της (ελληνικής, για να μείνουμε σε αυτήν) Αριστεράς και ειδικότερα του τότε Συνασπισμού και του Σύριζα από την αρχή της κρίσης και της μνημονιακής περιόδου. Πιο συγκεκριμένα, στο 6ο συνέδριο του Συνασπισμού (Ιούνης 2010), το ενιαίο τότε Αριστερό Ρεύμα διασπάται ακριβώς πάνω στον τρόπο ανάλυσης της κρίσης, στα αιτήματα διαγραφής του χρέους και εθνικοποίησης των τραπεζών και στο κάτα πόσο όλα αυτά είναι συμβατά με την παραμονή στην ευρωζώνη. Σχεδόν ταυτόχρονα ο Κώστας Λαπαβίτσας δημοσιεύει την πρώτη έκθεση για την ελληνική κρίση της ερευνητικής ομάδας που διευθύνει στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, που γνωρίζει μεγάλο αντίκτυπο και πυροδοτεί μια ευρύτερη συζήτηση για το θέμα του ευρώ.
Βεβαίως, από την πλευρά της πλειοψηφίας της ηγεσίας του Συνασπισμού και του Σύριζα, η νομιμότητα αυτής της συζήτησης ποτέ δεν αναγνωρίστηκε επί της ουσίας, στο βαθμό που κάθε ιδέα ρήξης με την ευρωζώνη παρουσιαζόταν ως καταστροφή και ως «αντι-αριστερή» θέση ταυτόσημης με την «εθνική αναδίπλωση» και την «αυτοδύναμη καπιταλιστική ανάπτυξη», δηλαδή σαν κάτι μεταξύ ΠΑΣΟΚ δεκαετίας του 1970 και περίπου «φαιοκόκκινης» εθνικιστικής επιλογής. Παρόλα αυτά όμως, η αντιπαράθεση έγινε και (προσωρινό) σημείο ισορροπίας των δύο απόψεων εντός του Σύριζα ήταν το διαβόητο πλέον δίπτυχο «το ευρώ δεν είναι φετίχ/καμμιά θυσία για το ευρώ», που ως γνωστόν έπαψε οριστικά να εκφωνείται από τα «επίσημα χείλη» του Σύριζα μετά τον Ιούνιο του 2012.
Ο Δημήτρης Ψαρράς δεν αρκείται όμως στην αποσιώπιση αυτών των πασίγνωστων γεγονότων. Προσπαθεί να «πιάσει στα πράσσα» τους υποστηρικτές του «σχεδίου Β» οι οποίοι (υποτίθεται) πως παραδέχονται οι ίδιοι την ανυπαρξία του. Ετσι παραποιεί κατάφωρα ένα δικό μου κείμενο, που αναρτήθηκε πρόσφατα από την Ισκρα υπό τον τίτλο «Για την πολιτική συγκρότηση του όχι», ισχυριζόμενος ότι όταν γράφω «είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να λεχθούν αυτή τη στιγμή περισσότερα για τη συγκεκριμένη μορφή που μπορεί να πάρει αυτό το πολιτικό σχέδιο» εννοώ την ύπαρξη εναλλακτικού προγράμματος ρήξης με το ευρώ ενώ είναι προφανές σε οποιονδήποτε αναγνώστη αυτού του άρθρου ότι αναφέρομαι σε κάτι εντελώς διαφορετικό, δηλαδή στην οργανωτική μορφή και την διακριτότητα ενός πολιτικού μετώπου που μπορεί να εκφράσει το «όχι» στα Μνημόνια και τη λιτότητα που εκφράστηκε στο δημοψήφισμα της 5 Ιούλη.
Μετά από αυτήν την λαθροχειρία, ο Δημήτρης Ψαρράς παραπέμει σε πρόσφατο κείμενο ενός άλλου στελέχους της Αριστερής Πλατφόρμας, του Δημήτρη Μπελαντή, ο οποίος αναφέρεται σε επεξεργασίες «οικονομολόγων της Αριστεράς και αναφέρει τα ονόματα των Βατικιώτη, Μαριόλη, Λαπαβίτσα. Από αυτούς θα σταθεί μόνο στον Κώστα Λαπαβίτσα, διότι «μόνον αυτός από τους τρεις αναφερόμενους έχει σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ». Φαίνεται λοιπόν πως οι αριστεροί οικονομολόγοι εκτός Σύριζα απλά δεν αξίζουν καν συζήτησης για τον Δημήτρη Ψαρρά! Απλά δεν υπάρχουν, δεν αξίζουν καν μνείας!
Συγκεντρώνοντας τα πυρά στον Κώστα Λαπαβίτσα , ο αρθρογράφος της ΕφΣυν συνεχίζει την προσφιλή τακτική του και παραθέτει αρκετά εκτενές απόσπασμα από πρόσφατο κείμενό του για να αποδείξει δήθεν ότι «εδώ πληροφορούμαστε ότι Σχέδιο Β υπάρχει, αλλά δεν πρέπει ακόμα να το μάθουμε!». Φυσικά τίποτε τέτοιο δεν εννοεί ο Κώστας Λαπαβίτσας στο εν λόγω άρθρο του. Ο ίδιος έχει εξ’άλλου καταθέσει κατ’επανάληψη τις προτάσεις του όλα αυτά τα χρόνια. Εχει επίσης δόσει στην δημοσιότητα ένα συγκεκριμένο και πολύ συστηματοποιημένο εναλλακτικό σχέδιο στο βιβλίο του «Ενα ριζοσπαστικό πρόγραμμα για την Ελλάδα και την περιφέρεια της Ευρωζώνης», που κυκλοφόρησε τον προηγούμενο Οκτώβρη από τις εκδόσεις Λιβάνη, με πρόλογο του υποφαινόμενου.
Ο Λαπαβίτσας όμως προφανώς δεν είναι μόνος του εντός του Σύριζα. Η
Αριστερή Πλατφόρμα του κόμματος, στην οποία συμμετέχει ο ίδιος, έχει κατ’επανάληψη δημοσιοποιήσει συγκεκριμένες προτάσεις, γύρω από το τρίπτυχο «στάση πληρωμών-εθνικοποίηση τραπεζών-προετοιμασία για έξοδο από ευρώ», με πιο χαρακτηριστικό και πρόσφατο δείγμα το αναλυτικό κείμενο που κατατέθηκε στην δραματική συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας της 10
ης Ιουλίου και δημοσιοποιήθηκε αμέσως[2]. Αυτό για το οποίο γίνεται λόγος στο κείμενο του Λαπαβίστα που παραθέτει ο Δημήτρης Ψαρράς είναι η επικείμενη κατάθεση μιας επικαιροποιημένης και επεξεργασμένης εκδοχής αυτών των προτάσεων, που θα παίρνει υπόψη της την δραματική ανατροπή των δεδομένων που έφερε η υπογραφή της συμφωνίας της 12
ης Ιουλίου και η μνημονιακή πορεία στην οποία εγκλωβίστηκε η κυβέρνηση.
Οι «Ύποπτες» διεθνείς διασυνδέσεις των υποστηρικτών του «Σχεδίου Β»
Μετά από όλα αυτά, ο αρθρογράφος παρουσιάζει το τελευταίο του επιχείρημα υπό μορφή δημοσιογραφικής «αποκάλυψης» αντίστοιχης των ρεπορτάζ του «Ιού» σχετικά με τις διασυνδέσεις της ακροδεξιάς: οι εκτός Ελλάδας συνεργάτες στους οποίους αναφέρεται ο Λαπαβίτσας, και πιο συγκεκριμένα οι Χαϊνερ Φλάσμπεκ και Ζακ Σαπίρ, δεν έχουν σχέση με την Αριστερά! Ο δεύτερος εξ’αυτών μάλιστα έχει ύποπτες σχέσεις με τη γαλλικής ακροδεξιά!
Ας αρχίσουμε όμως με τον πρώτο, τον Χαϊνερ Φλάσμπεκ, ο οποίος, όπως μας θυμίζει ο Δημήτρης Ψαρράς, «υπήρξε υφυπουργός Οικονομικών στη Γερμανία το 1988-89 (επί υπουργίας Λαφοντέν)». Μόνο που ο Λαφοντέν παραιτήθηκε σύντομα από την κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, λόγω διαφωνίας με τις επιλογές του τότε καγκελάριου Σρέντερ, αποχώρησε από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα το 2005 και ηγήθηκε του κόμματος της Γερμανικής Αριστεράς Die Linke, του οποίου παραμένει μέλος, από το 2005 ως το 2009. Παράλληλη πορεία ακολούθησε φυσικά και ο στενός του συνεργάτης Φλάσμπεκ, και η μελέτη που συνυπέγραψε με τον Κώστα Λαπαβίτσα εκδόθηκε από το Ιδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ το 2013 (το ινστιτούτο μελετών του Die Linke), το οποίο οργάνωσε και ειδικά ημερίδα στο Βερολίνο όταν κυκλοφόρησε, με τη συμμετοχή ηγετικών στελεχών του κόμματος. Σε μια επικαιροποιημένη εκδοχή, αυτή η μέλετη κυκλοφόρησε προ ολίγων μηνών στα αγγλικό από τον πασίγνωστο εκδοτικό οίκο της μαρξιστικής Αριστεράς Verso, με τον εύγλωττο τίτλο Against the Troika (Εναντίον της Τρόϊκα).
Είναι επίσης γνωστό ότι οι απόψεις Φλάσμπεκ προκάλεσαν ζωηρή συζήτηση εντός του Die Linke, η οποία συνεχίζεται, και ότι τις υπερασπίστηκαν σημαντικές προσωπικότητες του κόμματος όπως η Σάρα Βάγκενκνεχτ, ο ίδιος ο Λαφοντέν, και πιο πρόσφατα βουλευτές της αριστερής πτέρυγας που καταψήφισαν στη Βουλή τόσο την συμφωνία της Ελλάδας με το της 20ης Φεβρουαρίου όσο και την πρόσφατη της 12ης Ιουλίου.
Οσο για τον Ζακ Σαπίρ, ο Δημήτρης Ψαρράς μας πληροφορεί ότι ο «πιο στενός συνεργάτης του» Φιλιπ Μυρέρ «μεταπήδησε στο προσωπικό επιτελείο της Μαρίν Λεπέν» και ότι ο ίδιος ο Σαπίρ «τον δικαιολόγησε... προσθέτοντας απλώς ότι ‘θα ήταν καλύτερο να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Μέτωπο της Αριστεράς’». Να διευκρινίσουμε κατ’αρχήν ότι ο Μυρέρ, περίπου άγνωστος στη Γαλλία πριν την βραχύβια δόξα που του έδωσε αυτή η απότομη μεταπήδηση, ποτέ δεν υπήρξε «ο στενότερος συνεργάτης» του Σαπίρ, και ότι στην ίδια δήλωση ο Σαπίρ διευκρινίζει ότι διαφωνεί απολύτως με αυτήν την επιλογή, την οποία χαρακτηρίζει ως «βλακεία».
Οσο για τον ίδιο τον Σαπίρ, ο οποίος θα πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο από τις μεταπηδήσεις πρώην συνεργατών του, αρκεί να διευκρινίσουμε ότι, μαζί με τον
Μπερνάρ Σαβάνς, υπήρξε ο πιο στενός συνεργάτης του διάσημου μαρξιστή οικονομολόγου
Σαρλ Μπετελέμ (αρκετά γνωστός στην Ελλάδα για το μνημειώδες έργο του
‘Ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ’), υπό την επίβλεψη του οποίου άρχισε να μελετά την σοβιετική οικονομία. Κατόπιν έγινε από τους πιο έγκυρους ειδικούς της ΕΣΣΔ και της Ρωσίας, ενώ ανέπτυξε πλούσιο θεωρητικό έργο στα πλαίσια της ονομαζόμενης «σχολής της ρύθμισης» (école de la régulation), της βασικής σχολής
«ετερόδοξων» οικονομολόγων στη Γαλλία, που αναφέρεται τόσο στον Κέϋνς όσο και στον Μαρξ. Τα τελευταία χρόνια, ο Σαπίρ έχει γίνει από τους βασικούς εκπροσώπους της
αντι-ευρώ απόψης στη Γαλλία και συμμετέχει ενεργά στις συζητήσεις εντός της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η συζήτησή του με τον ηγέτη της Αριστερού Μετώπου
Ζαν-Λυκ Μελανσόν τον Σεπτέμβτιο του 2013 για το θέμα της εξόδου από το ευρώ
έσπασε ρεκόρ ακροαματικότητας[3] και ο ίδιος κινείται σαφώς στα πλαίσια αυτού που θα λέγαμε στην Γαλλία «ρεπουμπλικανική Αριστερά», που δίνει έμφαση στα ζητήματα της εθνικής κυριαρχίας και αμφισβητεί τον ατλαντισμό, ενώ στηρίζει με κριτικό τρόπο το Αριστερό Μέτωπο από την ίδρυσή του ασκώντας παράλληλη κριτική στις ευρωπαϊστικές του θέσεις.
Αυτοί είναι λοιπόν οι «εκτός Αριστεράς» και ιδεολογικά ύποπτοι, αν όχι και επιρρεπείς σε ακροδεξιές συμπάθειες, σύμφωνα πάντα με τον Δημήτρη Ψαρρά, συνεργάτες του Λαπαβίτσα. Θα μπορούσαμε φυσικά να πούμε ότι, ειδικά το τελευταίο διάστημα, πολλοί άλλοι διάσημοι οικονομολόγοι, είτε σοσιαλδημοκρατικής ευαισθησίας, όπως οι Κρούγκμαν και Στίγκλιτζ, είτε της ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως ο Σαμίρ Αμίν, ο Φρεντερίκ Λορντόν και ο Σεντρίκ Ντιράν, έχουν στηρίξει την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ ως μια λογική, ενίοτε και ως τη μοναδική λογική επιλογή. Το ίδιο βεβαίως έχουν υποστηρίξει και διεθνούς εμβέλειας προσωπικότητες της Αριστεράς και της ριζοσπαστικής διανόησης όπως ο Ταρίκ Αλί, ο Πέρρυ Αντερσον, ο Ντέϊβιντ Χάρβεϋ, ο Ρόμπερτ Μπρένερ, ο Χούλιο Αγκίτα και πολλοί άλλοι.
Να παραμένουν άραγε όλοι αυτοί, όπως ισχυρίζεται ο αρθρογράφος της ΕφΣυν, σε «τεχνοκρατικά» ζητήματα, ενώ ταυτόχρονα αποφεύγουν να μιλήσουν για την πολιτική ουσία του εγχειρήματος που εισηγούνται»; Εχουν άραγε, πέραν των άλλων, οι και της πάση θυσία παραμονής στο ευρώ το μονοπώλιο της ενασχόλησης με την «πολιτική ουσία» δηλαδή με το «νέο γεωπολιτικό περιβάλλον, τις διεθνείς συμμαχίες, τις ταξικές αναφορές στο εσωτερικό της χώρας»; Η μήπως αντίθετα η βαρύγδουπη αναφορά σε όλους αυτούς τους παράγοντες δεν είναι παρά είναι περικάλυμμα για την υπεράσπιση του ΤΙΝΑ/ «Δεν Υπάρχει Εναλλακτική»; Χωρίς να ξεχνάμε βέβαια ότι αν είναι κάτι για το οποίο σίγουρα δεν μπορούν να κατηγορηθούν οι υπερασπιστές της υποταγής στα Μνημόνια στο όνομα του ευρώ είναι για έλλειψη «ταξικής αναφοράς», και ειδικότερα «ταξικής μεροληψίας». Μόνο που αυτή είναι προς όφελος των ισχυρών και των πιο σκληρών αντικοινωνικών και αντιδημοκρατικών πολιτικών που έχουν εφαρμοστεί εδώ και δεκαετίες.