«Καθετί το δημόσιο, το κοινό, το συλλογικό, ακμάζει. Γιατί λοιπόν να μην επενδύσουμε τα περισσεύματά μας στο ευαγές ίδρυμα του ΝΑΤΟ;», δηλώνει σκωπτικά ο δημοσιογράφος, συγγραφέας, ποιητής και μεταφραστής με μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη για το νέο έτος στο Dnews.
«Από απελπισία ελπίζουν οι άνθρωποι. Είναι υποχρέωσή τους και βαθύτατη ανάγκη τους να προσδοκούν ότι η «αλλαγή του χρόνου» θα μεταφραστεί και σε αλλαγή των πραγμάτων, ριζική και διαρκή, ατομική και συνολική. Ανταλλάσσουμε ευχές μήπως και τις δούμε να λειτουργήσουν επιτέλους σαν ξόρκι, διώχνοντας το «κακό» ή έστω περιορίζοντάς το. Το ξέρουμε ότι τα ξόρκια αυτά πιάνουν όσο και τα αμέτρητα γούρια που έχουν όσοι ασχολούνται με τον αθλητισμό, σαν παίχτες ή σαν παθιασμένοι οπαδοί-θεατές, μολαταύτα δεν θα πάψουμε ποτέ να ευχόμαστε. Και να ελπίζουμε. Αρκεί η ελπίδα να μη μετατρέπεται σε παγιδευτική και παραλυτική μοιρολατρία».
Τα παραπάνω τονίζει μεταξύ άλλων σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στο Dnews ο Παντελής Μπουκάλας, εκ των κορυφαίων δημοσιογράφων, συγγραφέας, ποιητής, αλλά και μεταφραστής, ενόψει της νέας χρονιάς.
«Από απελπισία ελπίζουν οι άνθρωποι. Είναι υποχρέωσή τους και βαθύτατη ανάγκη τους να προσδοκούν ότι η «αλλαγή του χρόνου» θα μεταφραστεί και σε αλλαγή των πραγμάτων, ριζική και διαρκή, ατομική και συνολική. Ανταλλάσσουμε ευχές μήπως και τις δούμε να λειτουργήσουν επιτέλους σαν ξόρκι, διώχνοντας το «κακό» ή έστω περιορίζοντάς το. Το ξέρουμε ότι τα ξόρκια αυτά πιάνουν όσο και τα αμέτρητα γούρια που έχουν όσοι ασχολούνται με τον αθλητισμό, σαν παίχτες ή σαν παθιασμένοι οπαδοί-θεατές, μολαταύτα δεν θα πάψουμε ποτέ να ευχόμαστε. Και να ελπίζουμε. Αρκεί η ελπίδα να μη μετατρέπεται σε παγιδευτική και παραλυτική μοιρολατρία».
Τα παραπάνω τονίζει μεταξύ άλλων σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στο Dnews ο Παντελής Μπουκάλας, εκ των κορυφαίων δημοσιογράφων, συγγραφέας, ποιητής, αλλά και μεταφραστής, ενόψει της νέας χρονιάς.
Σε μια συνέντευξη που μας έδωσες το Πάσχα είχες πει πως είναι η γιορτή του «έξω καρδιά», και του «έξω φτώχεια». «Παίζει κανείς πόκα το Πάσχα;» είχες αναρωτηθεί. Η Πρωτοχρονιά, που παίζουμε και πόκα, τι σηματοδοτεί;
«Αλλαγή του χρόνου» τη λέμε την Πρωτοχρονιά, αν και βέβαια ο Χρόνος, με κεφαλαίο το πρώτο του γράμμα, αδιαφορεί παγερά για τα δικά μας επινοημένα ορόσημα. Κυλάει και πίσω δεν γυρνάει, κι εμείς, δυστυχώς δεν γίνεται να μπούμε δύο φορές στα νερά του, μας το είπε ο Ηράκλειτος. Τι άλλο μάς κληροδότησε ο Σκοτεινός Εφέσιος; Μια φωτεινότατη προτροπή: Να ελπίζουμε, διότι, αν δεν ελπίζουμε, δεν θα πετύχουμε το ανέλπιστο. «Εάν μη έλπηται, ανέλπιστον ουκ εξευρήσει». Το ξαναείπε, με τον δικό του λιτό τρόπο, ο Μανόλης Αναγνωστάκης, στο «ΥΓ.»: «Έλπιζες από απελπισία». Η φράση αυτή, πολύ περισσότερο από το να συνιστά μια αυτοπροσωπογραφία, είναι ένα ψυχογραφικό -μπορεί και ιδεολογικό- πορτρέτο όχι μόνο μιας γενιάς, της πρώτης μεταπολεμικής, στην οποία ανήκε ο Αναγνωστάκης, αλλά μιας χώρας ολόκληρης, της δικής μας, ίσως και της οικουμένης.
Από απελπισία ελπίζουν οι άνθρωποι. Είναι υποχρέωσή τους και βαθύτατη ανάγκη τους να προσδοκούν ότι η «αλλαγή του χρόνου» θα μεταφραστεί και σε αλλαγή των πραγμάτων, ριζική και διαρκή, ατομική και συνολική. Ανταλλάσσουμε ευχές μήπως και τις δούμε να λειτουργήσουν επιτέλους σαν ξόρκι, διώχνοντας το «κακό» ή έστω περιορίζοντάς το. Το ξέρουμε ότι τα ξόρκια αυτά πιάνουν όσο και τα αμέτρητα γούρια που έχουν όσοι ασχολούνται με τον αθλητισμό, σαν παίχτες ή σαν παθιασμένοι οπαδοί-θεατές, μολαταύτα δεν θα πάψουμε ποτέ να ευχόμαστε. Και να ελπίζουμε. Αρκεί η ελπίδα να μη μετατρέπεται σε παγιδευτική και παραλυτική μοιρολατρία.
Ευχόμαστε επί γης ειρήνη αλλά οι μεγάλοι συνεχίζουν τους πολέμους και ίσως ετοιμάζουν και άλλους. Σε ανησυχεί μια παγκόσμια σύρραξη;
Την παραμονή των Χριστουγέννων είχα βάλει στο πρωτοσέλιδο σχόλιό μου στην «Καθημερινή» τον τίτλο «Και επί γης; Ο Άρης...» Να θυμηθούμε πάλι τον Ηράκλειτο; «Πόλεμος πατήρ πάντων». Πρωτίστως είναι πατέρας του θανάτου (με τους αμάχους να είναι παντού και πάντα η πλειονότητα των θυμάτων) και των κερδών, είτε με στρέμματα εδάφους τα μετρήσουμε είτε με δολάρια, ευρώ ή ρούβλια.
Η γειτονιά μας, η μεσανατολική αλλά και η βαλκανική, δεν αντέχει για πολύ την ειρήνη. Η Ελλάδα πορεύεται με τη δημοκοπική ψευδαίσθηση πως είναι ισχυρός παράγοντας στην περιοχή, τα βαριά χαρτιά όμως είναι στα χέρια άλλων, και πρώτα πρώτα του Ερντογάν και του Νετανιάχου. Η λίαν πρόθυμη χώρα μας, που ασκεί την εξωτερική της πολιτική περίπου σαν ιδιωτική ή οικογενειακή υπόθεση, δεν είχε την ευαισθησία ή τα κότσια να υπερψηφίσει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ μια μάλλον μετριοπαθή πρόταση της Νορβηγίας: να ζητήσει ο ΟΗΕ από το Διεθνές Δικαστήριο να γνωμοδοτήσει για τις υποχρεώσεις που έχει ή οφείλει να έχει το Ισραήλ απέναντι στους Παλαιστίνιους σε καθαρά ανθρωπιστικό επίπεδο. Η Ελλάδα διαφοροποιήθηκε ακόμα και από τους Ευρωπαίους εταίρους της. Χωρίς να δώσει καμία εξήγηση. Άλλωστε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, και στις δύο θητείες της, έχει κάκιστη σχέση με τον «λόγον διδόναι», με την υποχρέωση και τη ευθύνη της λογοδοσίας. Η αλαζονεία είναι ίδιόν της. Αγιάτρευτο.
Είναι τρομακτικά ανησυχητική η ευκολία με την οποία οι «παγκόσμιοι ηγέτες» αναφέρονται στο ενδεχόμενο γενικότερης σύρραξης, και μάλιστα με τη χρήση πυρηνικών όπλων. Θαρρείς και δεν έχουν δει ούτε μισό ντοκιμαντέρ για τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ούτε δυο-τρεις φωτογραφίες από τη σμπαραλιασμένη Γάζα. Το μόνο βέβαιο: η Ιστορία δεν διδάσκει.
Παντελή, γιατί όλοι μιλούν για «αμυντικές δαπάνες»; Και πώς βλέπεις προτάσεις όπως αυτή του Τραμπ για αύξηση των δαπανών στο 5% του ΑΕΠ, με την οποία δείχνει να συμφωνεί και ο Έλληνας πρωθυπουργός;
Αναγκαστικά, θυμόμαστε εδώ, άλλη μία φορά, τον Θουκυδίδη, που ελεεινολογούσε τους δημαγωγούς επειδή, «για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, άλλαξαν τη συνηθισμένη σημασία των λέξεων». Είναι σαν να ζούμε σε ένα διαιώνιο, ακλόνητο καθεστώς ευφημισμών. Μήπως στα μέρη μας δεν διδασκόμαστε από παιδιά ότι ο Μεγαλέξανδρος έφτασε έως την Ινδία και το σημερινό Αφγανιστάν μόνο και μόνο για να τιμωρήσει τους Πέρσες για την εισβολή τους την Ελλάδα πριν από ενάμιση αιώνα;
«Αμυντικές» λοιπόν οι δαπάνες του ΝΑΤΟ, το οποίο άλλωστε συστάθηκε ως «αμυντική συμμαχία», και τέτοια παρέμεινε, μάρτυς και οι εκστρατείες του εναντίον διαφόρων χωρών, τάχα προς υπεράσπιση της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Αλλά γιατί να ξενιζόμαστε; Μήπως τα στρατεύματα του Ισραήλ, που δρουν με ανεξέλεγκτη επιθετικότητα εναντίον οποιουδήποτε στοχοποιούν, δεν φέρουν υπερηφάνως τον τίτλο «Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις»; Οταν βομβαρδίζουν νοσοκομεία, σχολεία, καταυλισμούς εκτοπισμένων, δημοσιογραφικά αυτοκίνητα, ή όταν πυροβολούν και σκοτώνουν ακόμα και Ισραηλινούς ομήρους της Χαμάς που είχαν καταφέρει να αποδράσουν, τι άλλο κάνουν παρά να αμύνονται σθεναρώς;
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει την υποχρέωση να εξυπηρετήσει τον ιμπεριαλισμό του αφενός, τις βιομηχανίες όπλων της πατρίδας του αφετέρου, που ήταν άλλωστε και χορηγοί του. Αξιώνει λοιπόν, σαν πλανητάρχης που είναι, να αυξηθεί στο 5% του ΑΕΠ, σχεδόν να διπλασιαστεί, το χαρτζιλίκι κάθε χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ. Και ο Έλλην πρωθυπουργός σπεύδει να προσυπογράψει την τραμπική απαίτηση. Πάλι καλά που δεν ζήτησε κάνα 6% ή και παραπάνω, ικανός φαίνεται. Έχει άλλωστε το κοινωνικό και δημοσιονομικό περιθώριο να προσφέρει κατιτίς παραπάνω στο ΝΑΤΟ, ώστε να μας προστατεύει επαρκέστερα. Από ποιους; Μα από τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ, τους Τούρκους. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας πάει άριστα, παρά τις άοκνες προσπάθειες του κ. Γεωργιάδη να το αποδιαλύσει, η δημόσια εκπαίδευση επίσης, οι δημόσιες συγκοινωνίες το ίδιο. Καθετί το δημόσιο, το κοινό, το συλλογικό, ακμάζει. Γιατί λοιπόν να μην επενδύσουμε τα περισσεύματά μας στο ευαγές ίδρυμα του ΝΑΤΟ;
Παλαιότερα -και όχι μόνο στο Βιετνάμ- δημιουργούνταν φιλειρηνικά κινήματα, οι διανοούμενοι έμπαιναν μπροστά, οι λαοί επηρέαζαν τις εξελίξεις. Αυτή την ακινησία που επικρατεί σήμερα πώς την κρίνεις;
Η παρακμή της Αριστεράς, διεθνώς, που συνυπάρχει με την τεράστια άνοδο των ακροδεξιών δυνάμεων σχεδόν παντού, είναι ένας από τους πολλούς λόγους που εξηγούν την αδυναμία συγκρότησης ενός ειρηνιστικού κινήματος με μεγάλη λαϊκή απήχηση, σαφήνεια στόχων και αντοχή στη συκοφαντία. Η υποκατάσταση του κοινωνικού ενδιαφέροντος και της συμμετοχικής διάθεσης από τα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης», όπου ξεσπαθώνουμε ανέξοδα, ακίνδυνα και κατ’ ιδίαν, είναι ένας δεύτερος.
Η διαβολή είναι ο τρίτος λόγος, εξαιρετικά σημαντικός. Αίφνης, ακόμα και ο Πάπας συκοφαντήθηκε σαν φιλοπουτινικός (σαν «πουτινάκι» στην καθ’ ημάς γλώσσα της κακοήθειας), επειδή διανοήθηκε να μιλήσει για ειρηνευτικές συζητήσεις στο Ουκρανικό. «Πουτινάκι» θα σε πουν κι αν διανοηθείς να θυμίσεις τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα του καθεστώτος Ζελένσκι, κι ας καταγγέλλεις την ίδια ώρα δριμύτατα τους εισβολείς του Πούτιν. Κι αν κατηγορήσεις την ακροδεξιά κυβέρνηση του Ισραήλ και τις δολοφονικές πρακτικές των στρατευμάτων της χώρας αυτής είσαι αυτόχρημα βδελυρός «αντισημίτης». Ακόμα κι αν τυγχάνεις Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, που ως γνωστόν κηρύχτηκε «ανεπιθύμητο πρόσωπο» στη χώρα του σκανδαλοποιού πολεμοκάπηλου Νετανιάχου.
Στη Ρωσία οι αντιπολεμικοί διαδηλωτές βρέθηκαν στα μπουντρούμια. Στις Ηνωμένες Πολιτείες οι υποστηρικτές του δικαιώματος των Παλαιστινίων στην ίδια τη ζωή αντιμετωπίζονται με τους σκληρούς όρους ενός νέου μακαρθισμού, που δεν είναι μόνο τραμπικής ιδιοσυστασίας αλλά και μπαϊντενικής. Και στο Ισραήλ οι ειρηνιστές αποκτούν τη στάμπα του εθνοπροδότη. Όσο για τους διανοούμενους, πολλοί έχουν μιλήσει. Αλλά τη φωνή τους την πνίγει ο θόρυβος των σόσιαλ μίντια και η στρατευμένη αδιαφορία των μεγάλων «επίσημων» ΜΜΕ.
Είσαι δημοσιογράφος, συγγραφέας, μεταφραστής, ποιητής. Πώς σκέφτεσαι την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης που εισερχόμαστε;
Ας μου επιτρέψεις, αγαπητέ Βασίλη, να απαντήσω εδώ διά της αυτοπαραπομπής. Δηλαδή με κάποιες παραγράφους από την εισήγησή μου σε ημερίδα με θέμα «Τεχνητή Νοημοσύνη και Πολιτισμός» που διοργάνωσαν στις 31 του περασμένου Οκτωβρίου, στο Μουσείο της Ακρόπολης, το περιοδικό «(δε)κατα», η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και το Γενικό Συμβούλιο Βιβλιοθηκών.
Η ανθρωπότητα έχει να ωφεληθεί σε πάρα πολλά από την Τεχνητή Νοημοσύνη. Στην ιατρική, στις επιστήμες του Διαστήματος, στη μετεωρολογία, και στη φιλολογία ακόμα, αφού μας βοηθάει να αποκαταστήσουμε και να διαβάσουμε τραυματισμένους παπύρους και περγαμηνές. Ταυτόχρονα όμως η Τεχνητή Νοημοσύνη, η σχεδόν αναπόφευκτη κατάχρησή της δηλαδή, συνιστά σοβαρότατη απειλή. Και τούτο επειδή η ανθρωπότητα δεν δικαιούται να εμπιστεύεται τον άνθρωπο. Ή μάλλον: Η ανθρωπότητα υποχρεούται να μην εμπιστεύεται τον άνθρωπο. Εκεί που η ανθρωπότητα, έτσι όπως ατελώς και ανεπαρκώς την εκφράζουν εθνικοί θεσμοί και διεθνείς οργανισμοί, θα διστάσει, θα αναβάλει, θα το ξανασκεφτεί, θα θέσει όρια και όρους, ο άνθρωπος-μονάδα θα το αποτολμήσει. Θα καταλάβει και πάλι τον θρόνο του Θεού, κενός είναι.
Σε πρόσφατη τηλεοπτική ρεκλάμα, δεν θυμάμαι τι διαφημίζει, η περίφημη σκηνή από την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα, όπως τη ζωγράφισε ο Μιχαήλ Άγγελος, με τον δείκτη του Θεού σχεδόν ν’ ακουμπάει τον δείκτη του πρώτου πλάσματός του, του Αδάμ, έχει ανασκευαστεί αλαζονικά: Το δάχτυλο του ανθρώπου, δάχτυλο Θεού πλέον, τείνει προς το δάχτυλο του πλάσματός του: ενός ρομπότ. Νά το το «πνεύμα των καιρών»: Τώρα πια μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Και πρέπει να κάνουμε τα πάντα, απλώς επειδή μπορούμε να τα κάνουμε. Ανενδοίαστα. Και -φοβάμαι- αναιδώς. Δίχως όμως τον πολιτισμό της αιδούς, της ντροπής, συνώνυμο του πολιτισμού της ευθύνης, η ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας του ανθρώπου θα καταντήσει επικίνδυνη φρεναπάτη.
Στ’ αλήθεια τώρα πιστεύουμε ότι οι Τρεις Νόμοι της Ρομποτικής που πρότεινε το 1942 ο Ισαάκ Ασίμοφ, στο διήγημά του «Runaround», που συμπεριλήφθηκε το 1950 στην ανθολογία «I, Robot», θα υποχρεώσουν σε δεύτερες, συγκρατημένες σκέψεις τον οποιονδήποτε χυδαία λιμόδοξο Ελον Μασκ, που δεν ξέρουμε αν στο ζεύγος του με τον Ντόναλντ Τραμπ είναι ο Γιαχβέ ή ο Μωυσής; Αυτό που ξέρουμε είναι η προεκλογική απειλή τού ακροδεξιού μεγιστάνα που ιδιωτικοποίησε το Διάστημα ότι, αν δεν επανεκλεγόταν ο απολυταρχικών προθέσεων και αντιλήψεων Τραμπ, το ανθρώπινο είδος δεν θα κατακτήσει τον Άρη. Τέτοια φτήνια. Δυστυχώς για την ανθρωπότητα, ο Τραμπ παλινορθώθηκε, επειδή λέει «τον επέλεξε ο Θεός». Και ο Μασκ έχει γίνει πια ο Αντ’ Αυτού του Τραμπ. Και κάθε μέρα εκδηλώνεται επιθετικότερα και χυδαιότερα.
Σαν είδος, δεν θα πάψουμε ποτέ να πειραματιζόμαστε, σε κάθε τομέα, για να ικανοποιούμε μιαν αέναα αυτοανανεούμενη περιέργεια. Ο άνθρωπος-άτομο όμως, ή ο άνθρωπος-βιομηχανία, ο άνθρωπος-ερευνητικό ινστιτούτο, ο άπληστος επιχειρηματίας, ο αλαζόνας διευθύνων σύμβουλος, ο μωροφιλόδοξος ειδήμων, ο υποταγμένος πολιτικός, θα ενδώσει, είναι απολύτως βέβαιο, στον Μέγα Πειρασμό, και θα επιχειρήσει να περάσει πάνω από κώδικες δεοντολογίας και κανόνες, γραφτούς και άγραφους. Για να τον γράψει η Ιστορία. Ή, μαζί πάνε αυτά καμιά φορά, για να γράψει την Ιστορία στα παλιά του τα παπούτσια. Την Ιστορία που, ας το ξαναπώ, ποτέ και κανέναν δεν δίδαξε οτιδήποτε, όπως πιστοποιούν οι αδιάκοπα επαναλαμβανόμενες τραγωδίες.
μέσω www.msn.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου