"Κάθε φορά που τελειώνει μια διαδικτυακή εργασιακή ημέρα, νιώθω σαν να καταργώ εγώ η ίδια το επάγγελμά μου".
Ορνέλα Τσεκάι
-Ναι; Με ακούτε; Παιδιά με ακούτε; Εγώ σας ακούω, εσείς όμως δε με ακούτε. Πάνε χρόνια που δε με ακούτε, νομίζω το είχα υποψιαστεί από τότε που ήμουν 8 ή 9 χρονών, αλλά βεβαιώθηκα στα 18. Δε με ακούτε.
Κάθομαι μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή και βλέπω για ώρες τον εαυτό μου. Παρατηρώ τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια μου και τις ρυτίδες ανάμεσα στα φρύδια μου. Σκέφτομαι τη γιαγιά μου που με κάθε ευκαιρία μου υπενθύμιζε να μην καμπουριάζω, να μη σουφρώνω τα φρύδια μου, γιατί θα γεράσω πριν την ώρα μου. Αναρωτιέμαι ποιά είναι η κατάλληλη ώρα για να γεράσει κάποια.
Είμαι και φαίνομαι ηλικιωμένη κυρία με φόρμα, παρότι στα 30 μου. Τα παιδιά στο σχολείο με ρωτούν πόσων χρόνων είμαι και τους απαντώ πως δεν έχω σταθερή ηλικία, αλλάζει ανάλογα με τη διάθεσή μου. Τις τελευταίες μέρες έχει κολλήσει στο 80. Κυρία δε γίνεται να είσαι 80 χρονών, 80 δεν είναι ούτε η γιαγιά μου, λέει κάποιο. Γίνεται λέω κι εγώ, γίνεται και παραγίνεται.
Κι έτσι ηλικιωμένη, αναμαλλιασμένη και νευρική κάθομαι μπροστά από τον γηραλέο υπολογιστή μου να κάνω το μάθημα της Θεατρικής Αγωγής στα πρωτάκια, τα δευτεράκια, τα τριτάκια και τα τεταρτάκια. Κάθομαι στην αναπαυτική μου καρέκλα και κλείνω τα μάτια και τους λέω πάμε να ταξιδέψουμε, πάμε εκεί που δεν έχει πανδημία, δεν έχει επισφάλεια, δεν έχει αυταρχισμό και υποτίμηση της ζωής. Κι είναι σαν να τα ακούω να ρωτάνε, δηλαδή κυρία που να πάμε; Πάμε στο μαγικό μας τσίρκο.
Για ένα κουτσουρεμένο μισάωρο μπαίνουμε όλα μας στο μαγικό μας τσίρκο. Εκεί δεν έχει ζώα αληθινά, εμείς άμα το θελήσουμε ντυνόμαστε ζώα και κάνουμε χορογραφίες ζούγκλας. Είναι φανταστικό το τσίρκο μας, έχει πάρα πολλούς μονόκερους και ακροβάτισσες και ζογκλέρ και ταχυδακτυλουργούς και ισορροπιστές στη μια ρόδα ποδηλάτου πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί, πάνω από το ρουθούνι ενός συναχωμένου δράκου που φτερνίζεται φλόγες.
Έχουμε τους ρόλους μας και για ένα διάστημα η ζωή μας έχει μετατοπιστεί στο τσίρκο μας στη μέση ενός μεγάλου πουθενά. Κι εσύ ρε κυρία τι θα είσαι; Δε χρειάζεται να σκεφτώ και πολύ. Εγώ θα είμαι η Κλόουν. Θα είμαι η περιβόητη Ορνέλα η Κλόουν που έρχονται από τα βάθη της Ασίας, τις παραλίες της Κορνουάλης και τα βράχια του Γιβραλτάρ για να γελάσουν μαζί μου.
Πέρα από τα βασικά μου κόλπα, όπου θα δένω τα κορδόνια των παπουτσιών μου μεταξύ τους και θα πέφτω πάνω σε τούρτες, θα έχω κι άλλα όπως: θα μου έχουν κρεμάσει ψηλά το χαρτί του διορισμού και θα προσπαθώ να το φτάσω, αλλά πάλι θα σκοντάφτω πάνω σε μια τούρτα. Θα μπορούσαν να με περικυκλώσουν 12 αγχώδεις ζογκλέρ και να μου φωνάζουν πως το μάθημα της Θεατρικής Αγωγής με το νέο νομοσχέδιο θα καταργηθεί από τα σχολεία, αλλά θα μπορούσαν να μας κρατήσουν για μια εικοσάλεπτη εκπομπή στο webex για να ψυχαγωγούμε τους γονείς. Η λίστα με τα ξέφρενα κόλπα μου είναι πραγματικά ατελείωτη, αλλά πάντα καταλήγω μετά το μισάωρο που εξαφανίζεται το μαγικό τσίρκο μας να κάθομαι μπροστά στην οθόνη, νιώθοντας τη μοναξιά της κλόουν αναπληρώτριας που της έκαναν έξωση από το μαγικό τσίρκο.
Η ρομαντικοποίηση της τηλεργασίας θα σημάνει τον εκφυλισμό της ταξικής μας συνείδησης και την ενσωμάτωση της ψηφιακής επιτήρησης και πειθάρχησης της ζωής μας. Κάθε φορά που τελειώνει μια διαδικτυακή εργασιακή ημέρα, νιώθω σαν να καταργώ εγώ η ίδια το επάγγελμά μου. Οι φωνές αμφισβήτησης της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης, ‘γίναν φτηνή ψηφιακή ψυχαγωγία για να δικαιολογήσουμε τους μισθούς μας, γιατί λέει το επάγγελμα αυτό διαπνέεται από την ιερότητα του λειτουργήματος και μη μας πουν και τεμπέληδες δημόσιους υπάλληλους. Μακάρι να βγαίναμε και να φωνάζαμε στους δρόμους: Δικαίωμα στην τεμπελιά ρε!
Να εφησυχαζόμαστε για λίγο στη μακαριότητα της εργασιακής βεβαιότητας. Να μην περιμένουμε κάθε Σεπτέμβρη αν θα μας επαναπροσλάβουν, που θα μας στείλουν, κι αν είμαστε ειδικότητες σε πόσα σχολεία θα μας τοποθετήσουν, ποιά θα είναι τα νέα προσόντα που θα πρέπει να συγκεντρώσουμε και πού θα βρούμε τη διάθεση να κάνουμε μάθημα όταν είμαστε εν δυνάμει άνεργες;
Με ακούτε; Εγώ πάντως ακούω μερικούς ψιθύρους από τους γονείς που στέκονται εκεί δίπλα στα παιδιά τους για να τα παρακινούν να μιλάνε έως και ν’ αναπνέουν και νιώθω πως με πνίγουν μαζί με τα παιδιά τους. Και δεν μπορώ να μιλήσω γιατί εκείνοι δε με ακούνε, γιατί η επικοινωνία μας διαμεσολαβείται και διακόπτεται σαν τη ζωή μας. Μ’ ακούτε; Η τηλεκπαίδευση και η τηλεργασία βαθαίνουν τις ταξικές ανισότητες, υποτιμούν τη ζωή μας, απειλούν το μισθό και τα εργασιακά μας κεκτημένα, εντατικοποιούν την εργασία μας και εκμηδενίζουν τις κοινωνικές σχέσεις, απαξιώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία και μας εξορίζουν σ’ ένα τσίρκο διόλου μαγικό, αλλά φρικαλέο, κανιβαλιστικό.
Και τώρα κλείστε τα μάτια, πάρτε μια βαθιά ανάσα και πείτε μου παρακαλώ αν με ακούτε.
*Ο τίτλος είναι παρμένος απ’ το ομώνυμο θεατρικό έργο της Λούλας Αναγνωστάκη (2003).
**Η Ορνέλα Τσεκάι είναι αναπληρώτρια εκπαιδευτικός Θεατρικής Αγωγής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου