Μάλλον τα χρόνια που βρίσκομαι έξω μετράνε δίπλα. Δεν είναι 5 αλλά 10! Ούτε έζησα στην Ελλάδα 40 και πλέον χρόνια. Στην φαντασία μου μάλλον βρισκόταν αυτή η χώρα.
Δεν υπάρχει προφανώς καμία άλλη ερμηνεία για το γεγονός ότι δεν αντιλαμβάνομαι το μεγαλείο της ψυχής του νεο-Έλληνα.
Τεράστια και συνεχώς επαναλαμβανόμενα κύματα αλληλεγγύης σαρώνουν το ένα μετά το άλλο την χρεοκοπημένη χώρα.
Κάθε φορά που ένα κύμα αλληλεγγύης υψώνεται προς τον ουρανό, ακούς την ίδια και μόνιμη επωδό σχετικά με το «ελπιδοφόρο μήνυμα μέσα στην καταστροφή».
Το θετικό μήνυμα ακούγεται σε ολόκληρη την χώρα, σε ολόκληρη την Ευρώπη, σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Το μεταφέρουν παντού τα ΜΜΕ, που λίγες ώρες νωρίτερα έκαναν πάρτι με τις εικόνες της φρίκης και της καταστροφής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πρόσφυγες.
Ρίγη συγκίνησης παντού.
Υποψηφιότητες για Νόμπελ απλών ανθρώπων.
Τόνοι από δηλώσεις, ζυμαρικά και πάμπερς.
Και μετά τι;
Οι πρόσφυγες σαπίζουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης -που τα ονομάζουμε πια hot spots- και δεν ενδιαφέρεται κανείς για αυτούς, με την εξαίρεση κάποιων λίγων ανθρώπων για τους οποίους θα μιλήσω πιο κάτω.
Πουθενά στον πλανήτη δεν εκδηλώνεται τόση αλληλεγγύη και πουθενά στον κόσμο δεν πάει όλο αυτό στράφι.
Τόσοι καλοί άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τον πλησίον και τον συνάνθρωπό τους και είναι έτοιμοι να δώσουν τον εαυτό τους για να βοηθήσουν.
Σαράντα χρόνια που ζούσα στην Ελλάδα δεν είχα πέσει πάνω σε ένα, έστω κι ένα κύμα, αλληλεγγύης.
Συναντούσα μονάχα λίγους ανθρώπους που πάλευαν χωρίς μεγάλη ελπίδα κόντρα στο ρεύμα του σταρχιδισμού, του «έλα μωρέ» και του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ».
Οι τύποι αυτοί είχαν εκείνες τις ημέρες ένα υποκοριστικό, τους έλεγαν «άσε μωρέ τον μ@λάκα».
Πολλοί από αυτούς τους «άσε μωρέ τον μ@λάκα» έφυγαν στο εξωτερικό.
Πολλοί άλλοι από τους «άσε μωρέ τον μ@λάκα» έμειναν στον τόπο που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν και συνεχίζουν να δίνουν τον δίχως ελπίδα αγώνα τους.
Κι από όσο μαθαίνω το ίδιο μόνοι αισθάνονται και τώρα -ίσως και περισσότερο από παλιά- εκτός βέβαια από τις λίγες ημέρες τον χρόνο που σαρώνει την χώρα το κύμα αλληλεγγύης που ανέφερα στην αρχή.
Αυτοί οι εναπομείναντες «άσε μωρέ τον μ@λάκα» Έλληνες, είναι οι μόνοι Έλληνες που σέβομαι, που εκτιμώ και αγαπώ.
Είναι και οι μόνοι που πολεμούν ακόμα, ξέροντας πως έχουν ηττηθεί ήδη.
Συνεχίζουν να αγωνίζονται επειδή ο χαρακτήρας τους είναι έτσι.
Ζουν ανάμεσα στους «δήθεν», στους «έτσι» και στους «γιουβέτσι».
Ζουν ανάμεσα στους «δεν φταίω εγώ, φταίει το κράτος».
Ζουν ανάμεσα σε όλους αυτούς κι επιβιώνουν.
Και συνεχίζουν να αγωνίζονται και να προσφέρουν όσο και όπως μπορούν.
Στον υπόλοιπο κόσμο –κι ίσως σε άλλες εποχές– οι άνθρωποι αυτοί θα άξιζαν της προσοχής και του σεβασμού, θα αποτελούσαν φωτεινά παραδείγματα για την κοινωνία.
Στην Ελλάδα όμως εξακολουθούν να είναι γνωστοί με το ίδιο υποκοριστικό: «Άσε μωρέ τον μ@λάκα».
Οι «άσε μωρέ τον μ@λάκα» έκαναν ένα μοιραίο λάθος στην ζωή τους που τους κόστισε πολλά και θα τους κοστίσει ακόμα περισσότερα στο μέλλον:
Υποτάχθηκαν στους υπολοίπους.
Οι «άσε μωρέ τον μ@λάκα» ήταν άξιοι, ικανοί και αλτρουιστές, δεν υπήρξαν όμως αρκετά γενναίοι για να τα βάλουν με το σύστημα της βρωμιάς όσο ακόμα ήτανε καιρός.
Ίσως ακόμα να ήταν, με τον τρόπο τους φυσικά, και παραπάνω εγωιστές από όσο θα έπρεπε να είναι.
Πώς αλλιώς να εξηγήσεις άλλωστε ότι από τα παλιά τα χρόνια μέχρι και σήμερα δύσκολα θα βρεις πολλούς «άσε μωρέ τον μ@λάκα» να αγωνίζονται ενωμένοι.
Συνήθως, ο καθένας παλεύει μονάχος του.
Και συντρίβεται μονάχος του.
Σήμερα οι «άσε μωρέ τον μ@λάκα» θα συνεχίσουν με τα ίδια λάθη.
Θα βοηθήσουν τον αυθαίρετο, νομιμοποιημένο καταπατητή ιδιοκτητάκη να ξανασηκώσει το σπίτι που του έκαψε η φωτιά, ενώ είναι προφανές ότι θα έπρεπε να πράξουν το εντελώς αντίθετο.
Οι «άσε μωρέ τον μ@λάκα» του τόπου μας δεν είναι δυστυχώς γενναίοι, ούτε θα έρθουν ποτέ σε ρήξη με την φαυλοκρατία που ζει και βασιλεύει στην Ελλάδα.
Θα υπομείνουν τα πάνδεινα, επαναλαμβάνοντας συνεχώς τις όμορφες και χωρίς αποτέλεσμα πράξεις τους.
Παρ’ όλα αυτά, αξίζουν τον σεβασμό μας, αφού είναι οι καλύτεροι που έχουμε.
Φιλιά πολλά από την Εσπερία
Ηλίας
Υ.Γ. Χθες άκουσα την συνέντευξη ενός νέου και προοδευτικού ανθρώπου που έχασε το σπίτι του –γλίτωσε όμως την οικογένειά του– στο Μάτι, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή. Περιέγραψε με ανατριχιαστική ακρίβεια τα όσα συνέβησαν, την απουσία δρόμων στην πληγείσα περιοχή, την αυθαίρετη δόμηση και την καταπάτηση κάθε βασικού κανόνα οικιστικής ανάπτυξης στο Μάτι και στην Ραφήνα. Μίλησε για το πόσο γρήγορα επεκτάθηκε η φωτιά, για την αδυναμία των υπευθύνων να συντονίσουν την όποια δράση, είπε επίσης πως τα θύματα θα ήταν πολλαπλάσια αν η καταστροφή ερχόταν το Σαββατόβραδο. Μίλαγε ήρεμα, χωρίς να φωνάζει, χωρίς να κατηγορεί. Στην συζήτηση παραδέχτηκε πως το σπίτι στο οποίο έμενε χτίστηκε από τον πατέρα του και ήταν αυθαίρετο. Ο ίδιος, όπως είπε, το νομιμοποίησε όταν το κράτος του έδωσε την ευκαιρία, καταβάλλοντας περίπου δέκα χιλιάδες ευρώ. Μετά του συνδέσανε το ρεύμα και το νερό, νόμιμα πια. Εμείς που νομιμοποιήσαμε τα σπίτια μας, συνέχισε, δεν έχουμε καμία ευθύνη. Ευθύνη έχει το κράτος που δέχτηκε να τα νομιμοποιήσει για έχει έσοδα. Το ότι ζούσε μέσα στο αυθαίρετο «του πατέρα του» και πριν την νομιμοποίησή του από το κράτος, το ότι ζούσε σε μια επικίνδυνη -όπως ο ίδιος περιέγραψε- περιοχή μαζί με την γυναίκα του και την 5χρονη κόρη του, το ότι σώθηκαν και οι τρεις την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία και δεν συνεπάγεται καμία ατομική ευθύνη. Η νομιμοποίηση του αυθαιρέτου μετέθεσε την ευθύνη στο κράτος. Σε ένα κράτος ανύπαρκτο –όπως πολύ καλά κι ίδιος γνωρίζει – που μονάχα φόρους ξέρει να μαζεύει για να πληρώνει τους νταβατζήδες-δανειστές και να μοιράζει τις όποιες δουλειές στους ντόπιους μαφιόζους. Ένα κράτος ιδανικό άλλοθι για όλους μας. Όμως, πίσω και κάτω από αυτή την σαπίλα της χώρας μας, υπάρχει μια συγκεκριμένη νοοτροπία. Μια νοοτροπία που σκοτώνει. Για ό,τι καλό ή κακό συμβαίνει, φταίει κάποιος ή κάτι άλλο. Ο θεός, ο σατανάς, το κακό μάτι, το κράτος, οι ξένοι, οι προδότες πολιτικοί, το σύμπαν που συνωμοτεί, η φύση που εκδικείται, τα ακραία φυσικά φαινόμενα, και πάει λέγοντας. Όλοι οι Έλληνες –από τους καλύτερους μέχρι τους χειρότερους– έχουν αυτή την άρρωστη νοοτροπία. Είναι, όπως κι εσύ πολύ σωστά λες, αθώοι. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να πάρει τα πάνω της, ούτε να ανακάμψει ή να αναγεννηθεί γιατί δεν αλλάζει και ούτε πρόκειται να αλλάξει. Αυτό, ακόμα κι οι περισσότερο δεν το αντιλαμβάνονται αλλά απλά το νιώθουν στον αέρα, οδηγεί χιλιάδες στην ξενιτιά, στην μετανάστευση. Για τον ίδιο λόγο που εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους οι μετανάστες από το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, την Αφρική και κάποιες από τις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, για τον ίδιο λόγο θα συνεχίσουν να φεύγουν από την Ελλάδα οι Έλληνες. Ούτε βλέπουν, ούτε υπάρχει καμία προοπτικής εξέλιξης κι αλλαγής της χώρας τους.
(Φίλε Ηλία, αν κάτι είναι περίεργο είναι ότι, μετά από τόσες επαναλαμβανόμενες καταστροφές και τραγωδίες, οι ίδιοι άνθρωποι λένε τα ίδια λόγια και κάνουν τα ίδια πράγματα, ενώ δεν τους περνάει καν από το μυαλό πως αυτό ακριβώς μπορεί να είναι το πρόβλημα. Θυμάμαι πάντα την φράση του Εγγονόπουλου «οι ηλίθιοι είναι αήττητοι». Ηλία, οι «άσε μωρέ τον μ@λάκα» είναι σύντροφοί μας. Αλλά στη ζωή κατάλαβα πως ο ηλίθιος σύντροφος είναι ο πιο επικίνδυνος απ’ όλους. Από τον απέναντι ηλίθιο μπορεί να σωθείς, από τον ηλίθιο σύντροφο δεν γλιτώνεις με τίποτα. Θα σε καταστρέψει από αγάπη. Οπότε, έκοψα τις …συντροφιές. Ηλία, όσο οι Έλληνες πιστεύουν πως είναι ο περιούσιος λαός και πρέπει να τους οφείλει αιώνια ευγνωμοσύνη όλη η ανθρωπότητα -απλά, επειδή γεννήθηκαν στην Ελλάδα-, το τέλος της Ελλάδας θα έρχεται όλο και πιο κοντά. Αλλά, ας τα αφήσουμε αυτά τώρα, για να πούμε κάτι σημαντικό. Εκείνο το σπίτι που θα έχει κι ένα δωμάτιο για μένα, το έφτιαξες; Βιάσου Ηλία, γιατί στην Ελλάδα είναι πια πολύ επικίνδυνα. Οι Έλληνες σε σκοτώνουν από αλληλεγγύη. Για να μην υποφέρεις. Να είσαι καλά, Ηλία. Την αγάπη μου.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου