Γράφει ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς
Η εξέγερση του Ελληνικού λαού κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στο διάβα του χρόνου, έχει προκαλέσει σειρά αμφισβητήσεων, οξύτατη ιδεολογική κριτική και αρκετοί «προοδευτικοί» «διανοούμενοι» αλλά «και άσχετοι πανεπιστημιακοί» που αυτοαποκαλούνται «ιστορικοί», προσπάθησαν με διάφορες παραχαράξεις, να την συκοφαντήσουν όπως οι Σουλιώτησες «…κατακρεμνίστηκαν, είτε απωθούμενες στην άκρη του γκρεμού από τους οπισθοχωρούντες μαχητές…» κ.α. ή να θέσουν το δίλημμα, ποια κοινωνική τάξη την έκανε, διαχωρίζοντας το λαό και δημιουργώντας ταξική σύγχυση. Τα παραχαραγμένα στοιχεία τους, δεν είχαν ποτέ όμως τη δυνατότητα να αντέξουν στο χρόνο και ανατράπηκαν, γιατί η αλήθεια είναι πιο ισχυρή από το ψέμα. Οι πρωταγωνιστές της επανάστασης του 1821 ευτυχώς άφησαν γραπτά κείμενα, που κανείς δεν μπορεί να τα αμφισβητήσει.
Πέρα όμως από τα κείμενα αυτά υπάρχουν και κείμενα ξένων πολιτών, που εκείνη την περίοδο ασχολιόντουσαν με τα δρώμενα στα Βαλκάνια όπως είναι αυτά του Μαρξ.
«Ο πρωτοσύγκελος Φραντζής εις την ιστορίαν του αποδίδει την πρώτην ενέργεια της Επαναστάσεως εις τρεις τάξεις ανθρώπων: Εις το Ιερατείον τους Προεστούς και τον λαόν χωρίς διάκρισιν. Ημείς, καθώς γνωρίζομεν, εις την Στερεάν Ελλάδα και εις τα νήσους ακόμη, πολλά ολίγοι ενήργησαν εκ μέρους και ολίγοι από τους αρχιερείς και ιερείς. Μάλιστα έχουμεν παράδειγμα τον Ζαφειράκην πρώτον (προεστόν) Νιαούσης όστις υποπτεύθει την αποβολήν του επρόδωσε τον Ύπατρον, τον Τζολάκογλου (Αγράφων) παρομοίως και τους προεστούς ακόμη του Μουρίλου, τους οποίους εφόνευσαν οι Κοντογιανναίοι. Ότι αυτοί (οι προεστοί) όχι μόνον δεν έλαβαν μέρος αλλά καταδίωξαν τους Εταισριστάς. Τουναντίον δε ενήργησαν την Επαναστάσιν έμποροι, τεχνίται από διάφορα επαγγέλματα αιτινες τρέχοντες εις ξένους τόπους. Ευρώπην, Ανατολικήν και Ευρωπαϊκήν Τουρκία, εγνώριζαν την δύναμιν των Οθωμανών, και είχαν την τόλμην να αδράξουν τα όπλα εναντίον των. Ας εξετάσει διακεκριμένως οποιοοσδήποτε έλαβε μέρος εις την Επανάστασιν και θέλει ιδεί ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι η πρώτη ήτις, ετόλμησε και εκίνησε τον μοχλόν τούτον (τη Φιλική Εταιρία) και έμβασεν και τους Προεστούς και τους Αρματολούς εις τα αίματα».
Αυτά γράφει στα απομνημονεύματά του ο Νικ. Κασομούλης ο οποίος και υποστηρίζει πως την Επανάσταση του 1821 την έκανε βασικά η μεσαία τάξη κυρίως και κατά δεύτερο λόγο ο λαός. Και πολλοί άλλοι αγωνιστές και ιστορικοί έχουν την ίδια γνώμη. Υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη από άλλους όπως του Σπύρου Τρικούπη και Αλέξη Μαυροκορδάτου που εξαίρουν την αποφασιστική συμβολή του Κλήρου και των Προεστών. «Η άποψη μου πως η Ελληνική Επανάσταση του 1821 οργανώθηκε από την αστική τάξη δεν προκάλεσε μόνο την κραυγαλέα κριτική των πανεπιστημιακών και ιστορικών, αλλά το 1933 αποδοκιμάσθηκε από μερίδα αριστερών μελετητών. Πρώτος ο Γ. Ζευγός διατύπωσε αντίθετη γνώμη για να δικαιολογήσει τι θεωρίες του Νίκου Ζαχαριάδη ότι αστική τάξη στην Ελλάδα από την κούνια της ήταν αντιδραστική» σημειώνει ο ιστορικός και πρώην γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και προσθέτει: « Αν οι κύριοι καθηγητές, οι δάσκαλοι, οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί, κάνανε τον κόπο να διαβάσουν με προσοχή τους ιστοριογράφους Σπ. Τρικούπη, Ιαων. Φιλήμονα, καθώς και τα απομνημονεύματα των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σπηλιάδη, Φωτάκου, Μακρυγιάννη, Κασομούλη, και άλλων αγωνιστών θα μάθαιναν ότι πολλοί Κοτζαμπάσηδες αντιδράσανε στα σχέδια των Φιλικών και προσπαθήσανε στον Μοριά και αλλού να εμποδίσουν τον εθνικό ξεσηκωμό. Κι ακόμη άλλοι δείλιασαν και άλλοι δεν έκρυβαν τα φιλοτουρκικά τους αισθήματα».
Ο Γιάννης Κορδάτος τονίζει πως «στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821 πρωτοστάτησεν η νέα τάξη, η αστική». Την άποψη αυτή του Κορδάτου την καταπολέμησαν αρκετοί συντηρητικοί ιστορικοί, και διανοούμενοι, οι οποίοι διδάσκουν και γράφουν πως το «Ελληνικόν Έθνος σύσσωμων εξηγέρθει κατά του Οθωμανού κατακτητή και ότι εις την φωνήν της πατρίδας ο απανταχού Ελληνιμσός έλαβε τα όπλα».
Ο Γιάννης Κορδάτος αντίκρουσε τον Γ. Ζευγό και Γ. Λαμπρινό οι οποίοι «μη δίνοντας σημασία στις πηγές, κατασκεύασαν το θεωρητικό σχήμα πως το Εικοσιένα «είναι δημιούργημα «ενός» αγώνα λαϊκού» δηλαδή της Κάτω τάξης των χρεοκοπημένων εμπόρων, των εμποροϋπαλλήλων, των απλών ναυτικών, των μικροϊδιοκτητών, των φτωαγροτών!».
Σαν γνώστης της Μαρξιστικής θεωρίας ο Γ. Κορδάτος προτάσσει το ακόλουθο επιχείρημα: «ο επιστημονικός σοσιαλισμός όπως τον δίδαξαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς μας μαθαίνει πως δεν πρέπει Τα προβλήματα και οι αγωνίες της εποχής μας να προβάλλονται σαν αγωνίες και προβλήματα της περασμένης εποχής.
Η θεωρία του λαϊκισμού μπορεί να προκαλεί εντύπωση στους ανιστόρητους, δεν έχει όμως καμιά σχέση με τον μαρξισμό».
Ο Γιάννης Κορδάτος κάνει αναφορά στον Μαρξ: «Η νεώτερη αστική τάξη σε κάθε βαθμό της ανάπτυξης της πραγματοποίησε μια ανάλογη πολιτική πρόοδο… ο ρόλος της αστικής τάξης στην ιστορία υπήρξε από τους πιο επαναστατικούς» και προσθέτει: «Όπως αλλού έτσι και στην Ελλάδα η αστική τάξη, όταν σχηματίσθηκε, επηρεάσθηκε από τις γαλλικές δημοκρατικές ιδέες και προσπάθησε να μορφώσει τον ελληνικό λαό και να τον ξυπνήσει από τον λήθαργο της σκλαβιάς. Πρωτοπορία της δικής μας αστικής τάξης στάθηκαν οι έμποροι και οι καραβοκύρηδες… Αυτοί έχτισαν σχολεία. Αυτοί τύπωσαν βιβλία. Αυτοί έφτιαξαν βιβλιοθήκες. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία όλοι όσοι ανήκανε στην Εταιρία του Ρήγα, ήταν αστοί. Το ίδιο έγινε κι αργότερα. Οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ήταν οι πιο πολλοί έμποροι». «… Ποιος έλυσε την έκβαση του αγώνα κατά την εξέγερση των Ελλήνων; Ούτε οι συνωμοσίες και οι ανταρσίες του Αλή Πασά στα Γιάννενα, ούτε η Ναυμαχία του Ναυαρίνο, ούτε ο γαλλικός στρατός στην Πελοπόννησο, ούτε οι συνδιασκέψεις και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου, αλλά ο Ντέιμπιτς (Ρώσος στρατηγός) ο οποίος εισέβαλε επικεφαλής του ρωσικού στρατού μέσα απ’ τα Βαλκάνια στην πεδιάδα του Έβρου και τον καιρό που η Ρωσία χωρίς να φοβάται τίποτα, έκανε τη δουλειά της με το κομμάτιασμα της Τουρκίας, οι διπλωμάτες της Δύσης συνέχιζαν να εγγυώνται και να υποστηρίζουν το στάτους κβο και το απαραβίαστο της Τουρκίας».
Αυτά γράφει ο Καρλ Μαρξ στη «Νιου Γιορκ Τρίμπιουν» της Νέα Υόρκης που τον είχε ανταποκριτή στο Λονδίνο για το «¨Ανατολικό Ζήτημα». Και προσθέτει : «Σε τι συνίσταται αυτό το στάτους κβο; Για τους χριστιανούς υπηκόους της Πύλης αυτό σημαίνει μόνο διαιώνιση της καταπίεσής από την Τουρκία…
Αυτό το ίδιο διπλωματικό σύστημα που εφευρέθηκε για ν’ αποσοβηθούν οι αρπαγές των τουρκικών εδαφών από τους Ρώσους αναγκάζει δέκα εκατομμύρια Έλληνες χριστιανούς της Ευρωπαϊκής Τουρκίας να απευθύνονται στη Ρωσία και να ζητούν βοήθεια και υπεράσπιση».
Το ελληνικό κράτος πήρε τέτοια μορφή μετά το 1821 που έκανε τον Μαρξ να το αποκαλέσει «πολιτικό φάντασμα που μπορεί να παραβληθεί μόνο με τα βαγκνερικά ανθρωπάρια του Φάουστ».
Τον Καποδίστρια, ο Μαρξ τον κατακρίνει σαν όργανο του Τσάρου και των άλλων δυνάμεων και τον χαρακτηρίζει «ανυπόληπτο».
Το 1854 γράφει: «Χάρις στην αγγλική επιρροή διαλύθηκαν οι ελληνικές κοινωνικές οργανώσεις και ότι φόρτωσαν στην πλάτη των Ελλήνων τον Καποδίστρια και πως αυτός ο λαός έχασε το ηθικό του χάρις στις μηχανογραφίες του λόρδου Κλάρεστον».
Τα ληστρικά δάνεια του Λονδίνου προς τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό επικρίνονται από τον Κ. Μαρξ και γράφει το 1855: «Τώρα οι δυτικές δυνάμεις αρχίζουν να βάζουν χέρι στα οικονομικά της Τουρκίας. Για πρώτη φορά το κράτος των οσμανιδών επιβαρύνεται με χρέος δίχως να παίρνει δάνειο. Έτσι πέφτει στην κατάσταση του κτηματία που βάζοντας υποθήκη τη γη του, όχι μόνο δεν παίρνει πίστωση, μα υποχρεώνεται να παραχωρήσει στον ενυπόθηκο δανειστή το κτήμα του. Με παρόμοια δάνεια ο Πάλμερστον αποσύνθεσε την Ελλάδα και παρέλυσε την Ισπανία».
Σε μια εποχή όπως είναι η σημερινή κρίση που ζει η Ελληνική κοινωνία είναι καλό να θυμηθούμε την συμπεριφορά των ξένων απέναντί μας και με ποιο τρόπο μας βοήθησαν.
Μπορεί κάποιοι ανιστόρητοι και να θεωρούν τους εαυτούς τους Ευρωπαίους, και ζητούν να καταργηθούν οι επέτειοι, αγνοώντας ίσως ότι σε όλο τον πλανήτη σημαντικές στιγμές του κάθε λαού εορτάζονται, και δεν καταργούνται αλλά υποβοηθούνται να συνεχίζουν και να υπάρχει μεγαλύτερη συμμετοχή. Οι επέτειοι γίνονται για να τιμήσουν αυτούς που θυσιάστηκαν και η συμμετοχή των πολιτών είναι για αυτό το λόγο, και όχι όπως των «επισήμων» για να δικαιολογήσουν την παρουσία με ψηφοθηρικούς λόγους.
Ορισμένες πηγές:
Κ. Παπαρηγοπούλος: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
Γιάννη Κορδάτου : Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας
Δ. Κόκκινου: Ιστορία της Επαναστάσεως του 1821
Ν. Κασομούλη: Απομνημονεύματα
Περικλή Ροδάκη: Αρματολοί Και Κλέφτες
Γ. Σκαρίμπας: Το ’21 και η Αλήθεια
Γ. Καραμπελιάς: Συνωστισμένες στο Ζάλογγο.
Κ. Μαρξ: Το Ανατολικό Ζήτημα.
Η εξέγερση του Ελληνικού λαού κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στο διάβα του χρόνου, έχει προκαλέσει σειρά αμφισβητήσεων, οξύτατη ιδεολογική κριτική και αρκετοί «προοδευτικοί» «διανοούμενοι» αλλά «και άσχετοι πανεπιστημιακοί» που αυτοαποκαλούνται «ιστορικοί», προσπάθησαν με διάφορες παραχαράξεις, να την συκοφαντήσουν όπως οι Σουλιώτησες «…κατακρεμνίστηκαν, είτε απωθούμενες στην άκρη του γκρεμού από τους οπισθοχωρούντες μαχητές…» κ.α. ή να θέσουν το δίλημμα, ποια κοινωνική τάξη την έκανε, διαχωρίζοντας το λαό και δημιουργώντας ταξική σύγχυση. Τα παραχαραγμένα στοιχεία τους, δεν είχαν ποτέ όμως τη δυνατότητα να αντέξουν στο χρόνο και ανατράπηκαν, γιατί η αλήθεια είναι πιο ισχυρή από το ψέμα. Οι πρωταγωνιστές της επανάστασης του 1821 ευτυχώς άφησαν γραπτά κείμενα, που κανείς δεν μπορεί να τα αμφισβητήσει.
Πέρα όμως από τα κείμενα αυτά υπάρχουν και κείμενα ξένων πολιτών, που εκείνη την περίοδο ασχολιόντουσαν με τα δρώμενα στα Βαλκάνια όπως είναι αυτά του Μαρξ.
«Ο πρωτοσύγκελος Φραντζής εις την ιστορίαν του αποδίδει την πρώτην ενέργεια της Επαναστάσεως εις τρεις τάξεις ανθρώπων: Εις το Ιερατείον τους Προεστούς και τον λαόν χωρίς διάκρισιν. Ημείς, καθώς γνωρίζομεν, εις την Στερεάν Ελλάδα και εις τα νήσους ακόμη, πολλά ολίγοι ενήργησαν εκ μέρους και ολίγοι από τους αρχιερείς και ιερείς. Μάλιστα έχουμεν παράδειγμα τον Ζαφειράκην πρώτον (προεστόν) Νιαούσης όστις υποπτεύθει την αποβολήν του επρόδωσε τον Ύπατρον, τον Τζολάκογλου (Αγράφων) παρομοίως και τους προεστούς ακόμη του Μουρίλου, τους οποίους εφόνευσαν οι Κοντογιανναίοι. Ότι αυτοί (οι προεστοί) όχι μόνον δεν έλαβαν μέρος αλλά καταδίωξαν τους Εταισριστάς. Τουναντίον δε ενήργησαν την Επαναστάσιν έμποροι, τεχνίται από διάφορα επαγγέλματα αιτινες τρέχοντες εις ξένους τόπους. Ευρώπην, Ανατολικήν και Ευρωπαϊκήν Τουρκία, εγνώριζαν την δύναμιν των Οθωμανών, και είχαν την τόλμην να αδράξουν τα όπλα εναντίον των. Ας εξετάσει διακεκριμένως οποιοοσδήποτε έλαβε μέρος εις την Επανάστασιν και θέλει ιδεί ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι η πρώτη ήτις, ετόλμησε και εκίνησε τον μοχλόν τούτον (τη Φιλική Εταιρία) και έμβασεν και τους Προεστούς και τους Αρματολούς εις τα αίματα».
Αυτά γράφει στα απομνημονεύματά του ο Νικ. Κασομούλης ο οποίος και υποστηρίζει πως την Επανάσταση του 1821 την έκανε βασικά η μεσαία τάξη κυρίως και κατά δεύτερο λόγο ο λαός. Και πολλοί άλλοι αγωνιστές και ιστορικοί έχουν την ίδια γνώμη. Υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη από άλλους όπως του Σπύρου Τρικούπη και Αλέξη Μαυροκορδάτου που εξαίρουν την αποφασιστική συμβολή του Κλήρου και των Προεστών. «Η άποψη μου πως η Ελληνική Επανάσταση του 1821 οργανώθηκε από την αστική τάξη δεν προκάλεσε μόνο την κραυγαλέα κριτική των πανεπιστημιακών και ιστορικών, αλλά το 1933 αποδοκιμάσθηκε από μερίδα αριστερών μελετητών. Πρώτος ο Γ. Ζευγός διατύπωσε αντίθετη γνώμη για να δικαιολογήσει τι θεωρίες του Νίκου Ζαχαριάδη ότι αστική τάξη στην Ελλάδα από την κούνια της ήταν αντιδραστική» σημειώνει ο ιστορικός και πρώην γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και προσθέτει: « Αν οι κύριοι καθηγητές, οι δάσκαλοι, οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί, κάνανε τον κόπο να διαβάσουν με προσοχή τους ιστοριογράφους Σπ. Τρικούπη, Ιαων. Φιλήμονα, καθώς και τα απομνημονεύματα των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σπηλιάδη, Φωτάκου, Μακρυγιάννη, Κασομούλη, και άλλων αγωνιστών θα μάθαιναν ότι πολλοί Κοτζαμπάσηδες αντιδράσανε στα σχέδια των Φιλικών και προσπαθήσανε στον Μοριά και αλλού να εμποδίσουν τον εθνικό ξεσηκωμό. Κι ακόμη άλλοι δείλιασαν και άλλοι δεν έκρυβαν τα φιλοτουρκικά τους αισθήματα».
Ο Γιάννης Κορδάτος τονίζει πως «στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821 πρωτοστάτησεν η νέα τάξη, η αστική». Την άποψη αυτή του Κορδάτου την καταπολέμησαν αρκετοί συντηρητικοί ιστορικοί, και διανοούμενοι, οι οποίοι διδάσκουν και γράφουν πως το «Ελληνικόν Έθνος σύσσωμων εξηγέρθει κατά του Οθωμανού κατακτητή και ότι εις την φωνήν της πατρίδας ο απανταχού Ελληνιμσός έλαβε τα όπλα».
Ο Γιάννης Κορδάτος αντίκρουσε τον Γ. Ζευγό και Γ. Λαμπρινό οι οποίοι «μη δίνοντας σημασία στις πηγές, κατασκεύασαν το θεωρητικό σχήμα πως το Εικοσιένα «είναι δημιούργημα «ενός» αγώνα λαϊκού» δηλαδή της Κάτω τάξης των χρεοκοπημένων εμπόρων, των εμποροϋπαλλήλων, των απλών ναυτικών, των μικροϊδιοκτητών, των φτωαγροτών!».
Σαν γνώστης της Μαρξιστικής θεωρίας ο Γ. Κορδάτος προτάσσει το ακόλουθο επιχείρημα: «ο επιστημονικός σοσιαλισμός όπως τον δίδαξαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς μας μαθαίνει πως δεν πρέπει Τα προβλήματα και οι αγωνίες της εποχής μας να προβάλλονται σαν αγωνίες και προβλήματα της περασμένης εποχής.
Η θεωρία του λαϊκισμού μπορεί να προκαλεί εντύπωση στους ανιστόρητους, δεν έχει όμως καμιά σχέση με τον μαρξισμό».
Ο Γιάννης Κορδάτος κάνει αναφορά στον Μαρξ: «Η νεώτερη αστική τάξη σε κάθε βαθμό της ανάπτυξης της πραγματοποίησε μια ανάλογη πολιτική πρόοδο… ο ρόλος της αστικής τάξης στην ιστορία υπήρξε από τους πιο επαναστατικούς» και προσθέτει: «Όπως αλλού έτσι και στην Ελλάδα η αστική τάξη, όταν σχηματίσθηκε, επηρεάσθηκε από τις γαλλικές δημοκρατικές ιδέες και προσπάθησε να μορφώσει τον ελληνικό λαό και να τον ξυπνήσει από τον λήθαργο της σκλαβιάς. Πρωτοπορία της δικής μας αστικής τάξης στάθηκαν οι έμποροι και οι καραβοκύρηδες… Αυτοί έχτισαν σχολεία. Αυτοί τύπωσαν βιβλία. Αυτοί έφτιαξαν βιβλιοθήκες. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία όλοι όσοι ανήκανε στην Εταιρία του Ρήγα, ήταν αστοί. Το ίδιο έγινε κι αργότερα. Οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ήταν οι πιο πολλοί έμποροι». «… Ποιος έλυσε την έκβαση του αγώνα κατά την εξέγερση των Ελλήνων; Ούτε οι συνωμοσίες και οι ανταρσίες του Αλή Πασά στα Γιάννενα, ούτε η Ναυμαχία του Ναυαρίνο, ούτε ο γαλλικός στρατός στην Πελοπόννησο, ούτε οι συνδιασκέψεις και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου, αλλά ο Ντέιμπιτς (Ρώσος στρατηγός) ο οποίος εισέβαλε επικεφαλής του ρωσικού στρατού μέσα απ’ τα Βαλκάνια στην πεδιάδα του Έβρου και τον καιρό που η Ρωσία χωρίς να φοβάται τίποτα, έκανε τη δουλειά της με το κομμάτιασμα της Τουρκίας, οι διπλωμάτες της Δύσης συνέχιζαν να εγγυώνται και να υποστηρίζουν το στάτους κβο και το απαραβίαστο της Τουρκίας».
Αυτά γράφει ο Καρλ Μαρξ στη «Νιου Γιορκ Τρίμπιουν» της Νέα Υόρκης που τον είχε ανταποκριτή στο Λονδίνο για το «¨Ανατολικό Ζήτημα». Και προσθέτει : «Σε τι συνίσταται αυτό το στάτους κβο; Για τους χριστιανούς υπηκόους της Πύλης αυτό σημαίνει μόνο διαιώνιση της καταπίεσής από την Τουρκία…
Αυτό το ίδιο διπλωματικό σύστημα που εφευρέθηκε για ν’ αποσοβηθούν οι αρπαγές των τουρκικών εδαφών από τους Ρώσους αναγκάζει δέκα εκατομμύρια Έλληνες χριστιανούς της Ευρωπαϊκής Τουρκίας να απευθύνονται στη Ρωσία και να ζητούν βοήθεια και υπεράσπιση».
Το ελληνικό κράτος πήρε τέτοια μορφή μετά το 1821 που έκανε τον Μαρξ να το αποκαλέσει «πολιτικό φάντασμα που μπορεί να παραβληθεί μόνο με τα βαγκνερικά ανθρωπάρια του Φάουστ».
Τον Καποδίστρια, ο Μαρξ τον κατακρίνει σαν όργανο του Τσάρου και των άλλων δυνάμεων και τον χαρακτηρίζει «ανυπόληπτο».
Το 1854 γράφει: «Χάρις στην αγγλική επιρροή διαλύθηκαν οι ελληνικές κοινωνικές οργανώσεις και ότι φόρτωσαν στην πλάτη των Ελλήνων τον Καποδίστρια και πως αυτός ο λαός έχασε το ηθικό του χάρις στις μηχανογραφίες του λόρδου Κλάρεστον».
Τα ληστρικά δάνεια του Λονδίνου προς τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό επικρίνονται από τον Κ. Μαρξ και γράφει το 1855: «Τώρα οι δυτικές δυνάμεις αρχίζουν να βάζουν χέρι στα οικονομικά της Τουρκίας. Για πρώτη φορά το κράτος των οσμανιδών επιβαρύνεται με χρέος δίχως να παίρνει δάνειο. Έτσι πέφτει στην κατάσταση του κτηματία που βάζοντας υποθήκη τη γη του, όχι μόνο δεν παίρνει πίστωση, μα υποχρεώνεται να παραχωρήσει στον ενυπόθηκο δανειστή το κτήμα του. Με παρόμοια δάνεια ο Πάλμερστον αποσύνθεσε την Ελλάδα και παρέλυσε την Ισπανία».
Σε μια εποχή όπως είναι η σημερινή κρίση που ζει η Ελληνική κοινωνία είναι καλό να θυμηθούμε την συμπεριφορά των ξένων απέναντί μας και με ποιο τρόπο μας βοήθησαν.
Μπορεί κάποιοι ανιστόρητοι και να θεωρούν τους εαυτούς τους Ευρωπαίους, και ζητούν να καταργηθούν οι επέτειοι, αγνοώντας ίσως ότι σε όλο τον πλανήτη σημαντικές στιγμές του κάθε λαού εορτάζονται, και δεν καταργούνται αλλά υποβοηθούνται να συνεχίζουν και να υπάρχει μεγαλύτερη συμμετοχή. Οι επέτειοι γίνονται για να τιμήσουν αυτούς που θυσιάστηκαν και η συμμετοχή των πολιτών είναι για αυτό το λόγο, και όχι όπως των «επισήμων» για να δικαιολογήσουν την παρουσία με ψηφοθηρικούς λόγους.
Ορισμένες πηγές:
Γιάννη Κορδάτου : Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας
Δ. Κόκκινου: Ιστορία της Επαναστάσεως του 1821
Ν. Κασομούλη: Απομνημονεύματα
Περικλή Ροδάκη: Αρματολοί Και Κλέφτες
Γ. Σκαρίμπας: Το ’21 και η Αλήθεια
Γ. Καραμπελιάς: Συνωστισμένες στο Ζάλογγο.
Κ. Μαρξ: Το Ανατολικό Ζήτημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου