Ο Γιώργος Σταματόπουλος και ο Παντελής Καψής γράφουν για το ίδιο πρόσωπο: Τον Κώστα Σημίτη.
Από διαφορετική οπτική γωνία ο καθένας...
Ο Παντελής Καψής μας λέει – σε ένα κείμενο που ανέβασε στο Facebook – πως θα λέμε Σημίτη και θα κλαίμε. Ο Γιώργος Σταματόπουλος από…την άλλη πλευρά, σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών βλέπει την ιστορία Σημίτη με άλλη ματιά.
Ξεκινάμε από τον δεύτερο.
Οι απαράδεκτοι του πρώην πρωθυπουργού
Ρωτήθηκε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης για τους υπουργούς του που εμπλέκονται σε σκάνδαλα διαφθοράς και έτσι απάντησε: «Στενοχωριέμαι, ήταν απαράδεκτοι». -Τι κάνεις Γιάννη; -Κουκιά σπέρνω. -Στραβοί είστε, δεν βλέπετε τι κάνω; Σιωπώ... Υπό ποίου την εποπτεία ήσαν απαράδεκτοι δεν στέργει να μας πει. Εχει φροντίσει εξάλλου να δηλώσει πρόσφατα (Μάρτης ήταν του 2017) την τσουχτερή αλήθεια, ότι δηλαδή -ποιος να το πίστευε ποτέ!- η διαφθορά είναι κοινωνικό φαινόμενο και ότι η καταπολέμησή της δεν γίνεται με καταγγελίες, με μισαλλοδοξία και εξεταστικές επιτροπές. Μάλιστα. Οτι η διαφθορά αυτή ήκμασε επί δικής του πρωθυπουργίας ούτε λέξη. Δεν ασχολείται με τα χθαμαλά ο πρώην πρωθυπουργός.
Ο ίδιος είχε οράματα που τα έκανε πράξη· οδήγησε λόγου χάριν τη χώρα στη νομισματική ένωση [και αν τα στοιχεία ήσαν και λίγο πειραγμένα δεν τρέχει και τίποτα], την προετοίμασε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες [και τι προετοιμασία], άνθησε το χρηματιστήριο και βρήκαν οι Ελληνες έναν ανώδυνο και ασφαλή τρόπο να πλουτίσουν, ο ίδιος νομίζω μας προέτρεπε, ασχέτως εάν οι περισσότεροι πτώχευσαν, αυτοκτόνησαν ή έγιναν τρόφιμοι ψυχιατρείων. Ηταν η εποχή του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης. Ολη η χώρα φλεγόταν από την αγωνία να πλουτίσουμε μια ώρα αρχύτερα, αγοράζοντας πομφόλυγες και αδιαφορώντας για τη ματαιοδοξία, αφέλεια και ευπιστία μας -τέτοια η πολιτική μας συγκρότηση. Οι περισσότεροι περπατούσαν με φουσκωμένα μυαλά και με τον αέρα του χρηματιστή.
Ο πρώην πρωθυπουργός απέπνεε γερμανική αίγλη, μίλαγε γερμανικά καλύτερα από ελληνικά, δεν ήταν λαϊκιστής και δημαγωγός, ήταν Ευρωπαίος, εξ ου και πήγαινε στη Γερμανία να περάσει τα Χριστούγεννα [περί ορέξεως βέβαια... δικαίωμά του]. Ενοχλούνται μερικοί σήμερα από μερικούς άλλους, οι οποίοι τον εγκαλούν για την αφωνία του και τις αποστάσεις που κρατάει από την ελληνική Ιστορία ενώ την ίδια ώρα ο ίδιος έχει βάλει το λιθαράκι του για την αποτύπωσή της. Κακώς εκνευρίζονται· κάποια στιγμή όμως δεν έπρεπε να ξινίσει η σούπα της ευρωπαϊκότητας και του εκσυγχρονισμού που προωθούσε ο κ. Σημίτης και το περιβάλλον του, είτε στενό είτε μιντιακό;
Θα συμφωνήσω ότι ο τρόπος με τον οποίο του επιτίθενται δεν είναι ο κατάλληλος και ενδεδειγμένος, δεν κατασπαράσσεις έτσι έναν άνθρωπο, που συνειδητά σιωπά αλλά που γράφει άρθρα σε εφημερίδες για το μέλλον του τόπου -και αυτό αναφαίρετο δικαίωμά του, αλλά και μια μικρή αυτοκριτική δεν βλάπτει. Είναι γεγονός ότι στην οκταετία που διακυβέρνησε επικράτησε η νοοτροπία ενός αχαλίνωτου ευδαιμονισμού, στηριγμένου όμως σε επίπλαστη πραγματικότητα. Μια νοοτροπία που οδήγησε σε πνευματικό [πολιτιστικό κυρίως] εκφυλισμό· δεν είναι δυνατό να λησμονείται αυτή η διαστροφή της ελληνικής κοινωνίας, δεν είναι λίγο κάτι τέτοιο.
Λοιδορήθηκε, όχι άδικα νομίζω, ως λογιστής των Βρυξελλών και πέραν τούτου ουδέν, αλλά αυτά δεν έχουν πια σημασία, η Ιστορία μόνο θα κρίνει. Πάντως παραμένει αξιοσημείωτο: να είσαι πρωθυπουργός της χώρας, η χώρα να βοά για σκάνδαλα και κακοδιαχείριση από τους υπουργούς σου και συ να σφυρίζεις κλέφτικα ή απλώς να ανεμίζεις τη σημαία του εκσυγχρονισμού, νομίζοντας ταυτόχρονα ότι υποστέλλεις αυτήν του λαϊκισμού. Δεν τίθεται θέμα, στη στοχοποίηση του κ. Σημίτη, «καινούργιου» εναντίον «παλιού» -το καινούργιο φαίνεται ίδιο με το παλιό και τούμπαλιν. Το κενό στην πολιτική ζωή παραμένει.
Π.Καψής: Θα λένε Σημίτη και θα κλαίνε
Η απόφαση για προσωρινή κράτηση του Γιάννου Παπαντωνίου στάθηκε το πρόσχημα για μια συγχορδία επιθέσεων στον Κώστα Σημίτη με κεντρικό μοτίβο «γιατί σιωπά». Λέω πρόσχημα για δύο λόγους. Ο πρώτος, επειδή βέβαια δεν θα μπορούσε να πει τίποτα για μια υπόθεση που δεν έχει εκδικαστεί, χωρίς να παραβιάσει, έστω και έμμεσα, το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου. Ο δεύτερος, επειδή αν υπάρχει ένας πρωθυπουργός που έχει μιλήσει για την θητεία του, αυτός σίγουρα είναι ο Κώστα Σημίτης. Με άρθρα, ομιλίες, συνεντεύξεις αλλά και βιβλία στα οποία έχει εκθέσει αναλυτικά τις απόψεις του κι έχει κάνει απολογισμό της πολιτικής του. Είτε διαφωνεί κανείς είτε όχι, αυτή είναι η πραγματικότητα. Άλλοι σιωπούν. Αλλά βέβαια αν κάποιος δεν θέλει να ακούσει, δεν υπάρχει τρόπος να τον πείσεις.
Γιατί λοιπόν αυτή η επίθεση που ορισμένοι το ονόμασαν και μίσος, για έναν πολιτικό ο οποίος στο κάτω κάτω της γραφής έχει αποχωρήσει από την ενεργό πολιτική εδώ και 14 χρόνια; Δόθηκαν πολλές ερμηνείες, ακόμα και ψυχαναλυτικές. Προσωπικά επιλέγω δύο καθαρά πολιτικές που βέβαια σχετίζονται και με το γεγονός ότι οι επιθέσεις, σε μεγάλο βαθμό, ήταν κατευθυνόμενες, κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και όχι μόνο.
Η πρώτη έχει να κάνει με την ερμηνεία της κρίσης. Αν αυτή οφείλεται σε ένα «πρωτοφανές δίκτυο πολιτικής διαπλοκής που λεηλάτησε συστηματικά το δημόσιο συμφέρον», τότε βέβαια ξέρουμε τους ενόχους, ξέρουμε και την λύση. Δεν φταίει η επταετία Καραμανλή, δεν φταίει το ξεχείλωμα των δημόσιων οικονομικών ούτε φυσικά το ότι η χώρα ζούσε πάνω από τις δυνατότητές της χάρη σε ένα πολιτικό σύστημα που είχε επιδοθεί σε μια πλειοδοσία παροχών χωρίς τις ανάλογες παραγωγικές δυνατότητες. Φταίει αυτό το «δίκτυο» που πρέπει να χτυπηθεί με κάθε τρόπο. Ακόμα και αν αυτό σημαίνει βιασμό των θεσμών. Ο σκοπός, όταν έχεις να αντιμετωπίσεις έναν τέτοιο εχθρό, αγιάζει τα μέσα. Σήμερα προέχει να πάρουμε την πραγματική εξουσία ή κατά την ηπιότερη διατύπωση, να νικήσει το νέο και να αποκρουστεί η επίθεση του παλιού. Πρόκειται για την θεωρητική τεκμηρίωση του δόγματος Πολάκη.
Η δεύτερη εξήγηση έχει να κάνει με την πολιτική για το ξεπέρασμα της κρίσης. Αν και χωρίς αξιόλογη πολιτική εκπροσώπηση, το ρεύμα του εκσυγχρονισμού παραμένει ζωντανό στην κοινωνία. Ακόμα και σε πολλούς που ψήφισαν Τσίπρα, έχει γίνει πια κατανοητό ότι οι εύκολες λύσεις που ευαγγελίστηκαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ήταν ψεύτικες. Στον πυρήνα του, το παράδειγμα μιας προοδευτικής πολιτικής που πήγε την χώρα μπροστά στην δεκαετία του 90, δεν έχει αμφισβητηθεί. Γι αυτό και η συστηματική προσπάθεια τόσο από την καραμανλική δεξιά όσο και από την αριστερά να απαξιωθεί ηθικά. Στο επίπεδο της πολιτικής δεν έχουν τίποτα άξιο λόγου να αντιπαραθέσουν.
Για να το πούμε διαφορετικά, στον χώρο της προοδευτικής παράταξης, η Νέμεσις του Πολάκη δεν είναι ο Άδωνης Γεωργιάδης αλλά η πολιτική που στην Ελλάδα συνδέθηκε κυρίως με τον Κώστα Σημίτη. Είναι η πολιτική της καινοτομίας και των μεταρρυθμίσεων, η πολιτική του σεβασμού των θεσμών και της ενίσχυσης των ανεξάρτητων αρχών, η πολιτική της συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα και βέβαια η πολιτική του ανοίγματος στην Ευρώπη. Μια πολιτική που γίνεται τόσο πιο επίκαιρη όσο χρεοκοπεί ο εθνολαϊκισμός των ΑΝΕΛ. Την επομένη των εκλογών, με τον ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση, ο διάλογος αυτός θα ανοίξει ξανά ακόμα και μέσα στην αριστερά. Όση αλλεργία και αν προκαλεί ο Σημίτης στους επίγονους του Κωνσταντόπουλου, ξέρουν ότι θα τον βρουν μπροστά τους.
Αυτά όλα φυσικά δεν σημαίνουν ότι η επταετία Σημίτη είναι υπεράνω κριτικής, ότι δεν έγιναν λάθη ή ότι δεν υπήρχαν και πολιτικές ευθύνες για το πώς αντιμετωπίστηκαν τα φαινόμενα διαφθοράς. Η συζήτηση που γίνεται σήμερα ωστόσο, υπηρετεί άλλες σκοπιμότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου