Των Νίκου Ανδριόπουλου και Βαγγέλη Τριάντη από το Hot Doc που κυκλοφορεί
Παγκόσμια γενετικό πείραμα; Έλεγχος της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων και κατ’ επέκταση ολόκληρης της ανθρωπότητας; Ή απλώς μια πολυεθνική εταιρία που ξέρει να κινείται καλά στις παρυφές της εξουσίας; Η εταιρία παραγωγής γενετικά μεταλλαγμένων οργανισμών Monsanto είναι ίσως από τις λίγες εταιρίες που η δράση τους έχει ξεσηκώσει εκατομμύρια διαμαρτυρίες ανά τον κόσμο.
Μετρώντας ήδη πάνω από 110 χρόνια ζωής, ο αμερικανοεβραϊκός κολοσσός έχει κατορθώσει να κρατά τα ηνία στον χώρο των εταιριών παραγωγής γενετικά τροποποιημένων οργανισμών παγκοσμίως. Με 17.500 και πλέον υπαλλήλους και με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 12 δισ. δολάρια, δείχνει να μην έχει επηρεαστεί διόλου από τη διεθνή οικονομική κρίση.
Η λειτουργία της θυμίζει καλοστημένο σενάριο ταινίας επιστημονικής φαντασίας. Με τη μόνη διαφορά ότι το σενάριο περιλαμβάνει τα πάντα: Χρήμα, επιρροή, εξουσία, πολιτικές πιέσεις, διαφθορά, χρηματισμό και μια αίσθηση σιδερένιας πυγμής στις κυβερνήσεις ανά τον κόσμο. Η εταιρία διαθέτει ενεργή παρουσία και στη χώρα μας. Η δραστηριότητα της αφορά κυρίως τον χώρο του φυτοφαρμάκου, μέσω της διάθεσης και της εμπορίας του ζιζανιοκτόνου Roundup. Πρόκειται για ένα από τα πιο διαδεδομένα ζιζανιοκτόνα, το οποίο χρησιμοποιείται στην ελληνική γη τα τελευταία χρόνια και το οποίο έχει δεχτεί ουκ ολίγες φορές κριτική, αναφορικά με πιθανές παρενέργειες στον ανθρώπινο οργανισμό. Αν και η παρουσία της εταιρίας είναι διακριτική, παραμένει πιότη στις επιταγές της μητρικής εταιρίας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Κατά το παρελθόν έχει προσπαθήσει αρκετές φορές να επηρεάσει τη στάση της χώρας σε κρίσιμες ψηφοφορίες στην ΕΕ που αφορούν τα μεταλλαγμένα. Καλά γνωρίζοντες του παρασκηνίου θυμούνται τα στελέχη της Monsanto σε αλλεπάλληλα ραντεβού με υπουργούς, προκειμένου να μεταφέρουν τις επιθυμίες της εταιρίας. Και όσο για τις πιέσεις που ασκούνταν, αυτές χαρακτηρίζονταν ως αφόρητες, καθώς πολλές φορές επιστρατεύονταν υψηλές γνωριμίες και δαιδαλώδεις φιλίες από την αμερικανική πολιτική σκηνή.
Τις στενές επαφές της Monsanto με τα υψηλά κλιμάκια της αμερικανικής πολιτικής ελίτ επιβεβαιώνει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα πριν από κάποια χρόνια, όταν επιτετραμμένος της αμερικανικής πρεσβείας στη χώρας μας ήταν ο πρώην πρέσβης Τόμας Μίλερ. Τότε, ανώτατα στελέχη της Monsanto πραγματοποίησαν ταξίδι-αστραπή στο σπίτι του κ. Μίλερ με ιδιωτικό αεροσκάφος, για μία μόνο ημέρα. Το τι ακριβώς συζητήθηκε σε εκείνο το δείπνο είναι κάτι που ουδείς γνωρίζει, ωστόσο το γεγονός ότι η αφρόκρεμα του κολοσσού επισκέφτηκε τον απεσταλμένο των ΗΠΑ στην Ελλάδα δείχνει τη στενή σχέση μεταξύ της εταιρίας και της αμερικανικής κυβέρνησης.
Δούρειος ίππος η μεταλλαγμένη σόγια
Στην Ελλάδα η καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένων προϊόντων απαγορεύεται βάσει της ελληνικής νομοθεσίας. Ο δούρειος ίππος ωστόσο για την είσοδο της Monsanto και άλλων εταιριών βιοτεχνολογίας είναι η εισαγωγή κάθε χρόνο χιλιάδων τόνων μεταλλαγμένης σόγιας, η οποία οε πρώτη όψη φαντάζει εντελώς αθώα. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, μόνο το 2θΐι η χώρα μας εισήγαγε περί τους 571.000 τόνους σόγιας. Από αυτούς, το 70%, δηλαδή περί τους 400.000 τόνους, αποτελούσαν μεταλλαγμένη σόγια, της οποίας οι σπόροι ελέγχονται από παγκόσμιους κολοσσούς βιοτεχνολογίας, με τη μερίδα του λέοντος να κατέχει η Monsanto.
Η μεταλλαγμένη σόγια χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο στην κτηνοτροφία και κυρίως στην εκτροφή πουλερικών και χοιρινών. Λόγω της υψηλής της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη, που μπορεί να αγγίξει ακόμη και το 40%, γίνεται ανάρπαστη τόσο από κτηνοτρόφους όσο και από μεγάλες εταιρίες παραγωγής ζωικών προϊόντων.
Μεγάλες εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και συσκευασία γαλακτοκομικών προϊόντων, καθώς επίσης και εγχώριες εταιρίες πουλερικών, χρησιμοποιούν, σύμφωνα με στοιχεία της Greenpeace, μεταλλαγμένη σόγια αφειδώς στην εκτροφή των ζωοειδών. Ο κίνδυνος όμως παραμονεύει. Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι η Monsanto λειτουργεί αθόρυβα αλλά μεθοδικά, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να δράσει.
Το πρόβλημα είναι διττό και αφορά κυρίως τον έλεγχο της παραγωγής τροφίμων. Κάτι που η μητρική Monsanto προσπαθεί εδώ και δεκαετίες να καταφέρει. Από τη μία, ανυποψίαστοι αγρότες προμηθεύονται μεταλλαγμένους σπόρους για καλλιέργεια από την εταιρία, οι οποίοι υπόσχονται υψηλές αποδόσεις. Ωστόσο, την επόμενη χρονιά, ο αγρότης, εφόσον επιθυμεί να καλλιεργήσει ξανά τον ίδιο σπόρο, θα πρέπει να τον προμηθευτεί αποκλειστικά από την εταιρία, καθώς η διάρκεια ζωής του σπόρου είναι μονοετής εκ κατασκευής του. Από την άλλη, όταν το σύνολο της κτηνοτροφικής παραγωγής βασίζεται στη μεταλλαγμένη σόγια, τότε δημιουργείται ένας κίνδυνος εξάρτησης από τις εταιρίες βιοτεχνολογίας όπως η Monsanto. Πιο απλά, η εταιρία δεν ελέγχει το τελικό προϊόν, αλλά ελέγχει έμμεσα όλα τα στάδια παραγωγής.
«Τα βασικά προβλήματα είναι διπλής φύσης. Αφενός πριν από λίγο καιρό παρουσιάστηκε στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου μια πρώτη μελέτη, η οποία τεκμηριώνει ότι η χρήση μεταλλαγμένης σόγιας μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας. Αφετέρου, εάν ισχύσει το άνοιγμα στα μεταλλαγμένα, θα υπάρξει ένα ιδιόμορφο πατρονάρισμα των απόρων. Κάθε αγρότης θα καλείται να αγοράσει νέους σπόρους για την ετήσια σοδειά. Η ανθρώπινη εφευρετικότητα, δηλαδή, αντί να κάνει τους σπόρους να αντέχουν, τους κάνει να πεθαίνουν, στοχεύοντας αποκλειστικά στο κέρδος και εμμέσως στον έλεγχο της παραγωγής των τροφίμων», υπογραμμίζει στο Hot Doc ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Κρίτων Αρσένης.
Παράλληλα, η εισαγωγή χιλιάδων τόνων μεταλλαγμένης σόγιας κρύβει και μια άλλη πτυχή. Το κόστος για το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας μας είναι τεράστιο, καθώς κάθε χρόνο απαιτείται περί το 1,5 δισ. ευρώ προκειμένου να εισαχθούν οι τεράστιες ποσότητες που απαιτούνται για την ελληνική κτηνοτροφία.
Αντιδράσεις από αγρότες και οικολογικές οργανώσεις
Ενάντια στην εξάπλωση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, είτε ως τρόφιμα είτε ως ζωοτροφές, έχουν ταχθεί στη χώρα μας τόσο οικολογικές οργανώσεις όσο και ο αγροτικός κόσμος της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΠΑΣΕΓΕΣ με ψήφισμα της έχει ταχθεί ανοιχτά κατά της εξάπλωσης των μεταλλαγμένων οργανισμών από το 2007 και ανθίσταται σε κάθε προσπάθεια εισόδου των μεταλλαγμένων στη χώρα μας. Και αυτό λόγω «της αβεβαιότητας και της ασάφειας των επιστημονικών πειραμάτων και ερευνών, που μέχρι σήμερα δεν μπορούν να εγγυηθούν την υγιεινή διατροφή των καταναλωτών, ούτε είναι φυσικά δυνατό να ελεγχθεί η χρήση γενετικά τροποποιημένων προϊόντων που δεν προορίζονται για ανθρώπινη χρήση». Είναι χαρακτηριστικό ότι, τον Φεβρουάριο του 2002, η Αμερικανική Εθνική Ακαδημία Επιστημών κατέληξε στο συμπέρασμα πως η κυκλοφορία των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στην Αμερική διέπεται από ανακολουθίες. Λίγο πιο πριν είχε διαπιστωθεί ότι καλαμπόκι μη εγκεκριμένο για ανθρώπινη χρήση είχε χρησιμοποιηθεί οε πολλά τρόφιμα, με αποτέλεσμα περισσότερες από 300 εταιρίες παραγωγής τροφίμων να αναγκαστούν να αποσύρουν τα είδη τους από τα αμερικανικά καταστήματα λιανικής πώλησης.
Επιπλέον, οικολογικές οργανώσεις, όπως για παράδειγμα η Greenpeace, και χιλιάδες πολίτες έχουν ζητήσει από τις εγχώριες κτηνοτροφικές μονάδες και τις εταιρίες παραγωγής ζωικών προϊόντων να αλλάξουν πολιτική σε ό,τι αφορά το θέμα της σόγιας και να στραφούν σε εγχώρια προϊόντα, όπως για παράδειγμα το κουκί, το ρεβίθι, το μπιζέλι και το λούπινο. Τα προϊόντα αυτά, εκτός του γεγονότος ότι είναι ελληνικά, έχουν και πολύ χαμηλότερο κόστος σε σχέση με την εισαγόμενη σόγια.
Επιπλέον, αυτό που έχει ζητηθεί είναι όλα τα ζωικά προϊόντα που περιέχουν ίχνη γενετικά μεταλλαγμένης σόγιας να περιέχουν μια ειδική σήμανση AGRO7. Με τη σήμανση αυτή ο καταναλωτής θα μπορεί να αντιληφθεί εάν όντως το προϊόν περιέχει ίχνη γενετικά μεταλλαγμένων οργανισμών. Ωστόσο προς τα παρόν όλες οι εκκλήσεις έχουν μείνει στα λόγια.
Εκτός όμως από τους χιλιάδες τόνους σόγιας που εισάγονται και χρησιμοποιούνται στη ζωική παραγωγή, ίχνη σόγιας περιέχουν χιλιάδες συσκευασμένα προϊόντα στα ράφια των σουπερμάρκετ. Γκοφρέτες, μπισκότα, παιδικές τροφές και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, περιέχουν λεκιθίνη σόγιας. Το αν η τελευταία είναι μεταλλαγμένη ή όχι είναι κάτι το οποίο οφείλεται να αναγράφεται υποχρεωτικά πάνω στη συσκευασία για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Δεν αποκλείεται μελλοντικά
η εταιρία να νομιμοποιηθεί, ώστε να πατρονάρει δεκάδες προϊόντα που περιέχουν ίχνη σόγιας, όπως άλλωστε έχει επιχειρήσει και στο εξωτερικό. «Στην Ελλάδα υπάρχει το πρωτόκολλο AGRO7, το οποίο επιτρέπει την εθελοντική σήμανση τροφίμων που έχουν αποκλείσει στην παραγωγική τους διαδικασία τις μεταλλαγμένες ουσίες», τονίζει στο Hot Doc ο ευρωβουλευτής και προσθέτει ότι «συγκεκριμένα για το καλαμπόκι, υπάρχει ειδική σήμανση των μεταλλαγμένων στην Ευρώπη, αλλά αντιστέκεται το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην ενημέρωση για τα ζωικά προϊόντα με τροφές από μεταλλαγμένα, όπως για παράδειγμα το τυρί, το γάλα ή το βούτυρο».
Η Ελλάδα ανθίσταται σθεναρά
Απέναντι στα μεταλλαγμένα η Ελλάδα διαθέτει μια διαχρονική πολιτική άρνησης, παρά τις υψηλές πιέσεις που δέχεται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Το 2004 η Ελλάδα, εκπροσωπούμενη στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας από τον τότε υπουργό Γεωργίας Σάββα Τσιτουρίδη, ψήφισε αρνητικά μαζί με άλλες πέντε χώρες -Γαλλία, Πορτογαλία, Αυστρία, Δανία, Λουξεμβούργο- αναφορικά με το ζήτημα της έγκρισης άδειας εισαγωγής του γενετικά τροποποιημένου γλυκού καλαμποκιού. Ωστόσο, σε εκείνη την ψηφοφορία ψήφισαν θετικά έξι χώρες -Ιταλία, Βρετανία, Ολλανδία, Ιρλανδία, Σουηδία, Φινλανδία-, ενώ από την ψηφοφορία απείχαν η Ισπανία και το Βέλγιο. Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο των Υπουργών δεν κατέληξε οε καμία απόφαση, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε, τον
Μάρτιο του 2004, την εισαγωγή του γενετικά τροποποιημένου γλυκού καλαμποκιού (Bt11). Με την απόφαση αυτή καταργήθηκε το μορατόριουμ που είχε επιβληθεί στην ΕΕ για την αναστολή των διαδικασιών έγκρισης των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, το οποίο είχε υιοθετηθεί με πρωτοβουλία της Ελλάδας. Το 2010 η τότε υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Κατερίνα Μπατζελή τάχθηκε κατά της καλλιέργειας της γενετικά μεταλλαγμένης πατάτας τύπου Amflora στη χώρα μας, ενώ παράλληλα η Ελλάδα κατόρθωσε τη δυνατότητα άρνησης των μεταλλαγμένων.
«Είμαστε μέσα στις 8 χώρες που έχουμε απαγορεύσει τα μεταλλαγμένα και έχουν εγκριθεί ότι είναι Ζώνες Ελευθέρας Παραγωγής, δηλαδή όχι για μεταλλαγμένα. Οι χώρες αυτές είχαν ζητήσει να απαλλαχθούν από την υποχρέωση καλλιέργειας μεταλλαγμένων. Πριν 10 χρόνια περίπου, εφόσον απελευθερωνόταν ένα προϊόν από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό ΕΦΕΤ, τότε αυτός ο σπόρος θα έπρεπε να περάσει υποχρεωτικά για καλλιέργεια σε όλα τα κράτη μέλη. Σε όλη τη διαδικασία διαπραγμάτευσης των μεταλλαγμένων μέσα σε αυτά τα πλαίσια κατορθώσαμε να έχουμε τη δυνατότητα άρνησης μεταλλαγμένων και αυτό έχει κατοχυρωθεί», επισημαίνει στο Hot Doc η κυρία Μπατζελή.
Ποια είναι η Monsanto
Η Monsanto ιδρύθηκε το 1901 και έκτοτε έχει απασχολήσει ουκ ολίγες φορές όχι μόνο τα φώτα της δημοσιότητας αλλά και τα έδρανα των δικαστηρίων. Στον μακρύ κατάλογο των προϊόντων της περιλαμβάνονται προϊόντα που θεωρούνται επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, ενώ έχουν χρησιμοποιηθεί από τον αμερικανικό στρατό και σε πολεμικές επιχειρήσεις. Μεταξύ αυτών το ΡCΒ (πυραλένιο) ή το ζιζανιοκτόνο Agent Orange το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στον πόλεμο του Βιετνάμ. Από το 1962 έως το 1971 οι αμερικανοί στρατιώτες χρησιμοποιούσαν το Agent Orange προκειμένου να αποψιλώσουν τη βλάστηση της ζούγκλας, η οποία αποτελούσε και τη φυσική προστασία των Βιετκόνγκ, ενώ παράλληλα κατέστρεφε τις σοδειές τους. Η τοξικότητα όμως του Agent Orange ήταν τεράστια, με θύματα ακόμη και τους ίδιους του αμερικανούς στρατιώτες, οι οποίοι λάμβαναν εντολές να τα χρησιμοποιούν δίχως και οι ίδιοι να γνωρίζουν τι ακριβώς είναι. Πολλά από τα θύματα στράφηκαν στην αμερικανική δικαιοσύνη και έπειτα από μακροχρόνιους αγώνες κατάφεραν να δικαιωθούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι, το 1984, τα δικαστήρια των ΗΠΑ επιδίκασαν σε 250.000 δικαιούχους και τις οικογένειες τους το ποσό των 180 εκατ. δολαρίων. Από αυτά, σχεδόν τα μισά κλήθηκε να καταβάλει η Monsanto, καθώς η δική της παραγωγή διέθετε πολύ υψηλότερες τιμές συγκέντρωσης διοξίνης από την παραγωγή όλων των άλλων εταιριών.
Η Monsanto όμως και τα στελέχη της δεν φάνηκαν να πτοούνται. Λίγα χρόνια μετά η εταιρία αποφασίζει να κάνει το πρώτο της άλμα προς τη βιοτεχνολογία, με την παραγωγή της αυξητικής ορμόνης για βοοειδή (ΒGΗ και ΒSΤ). Η συγκεκριμένη ορμόνη υποτίθεται ότι θα κατόρθωνε να αυξήσει την παραγωγή γάλακτος στα βοοειδή έως και 20%, εξασφαλίζοντας υπερκέρδη για όσους δραστηριοποιούνται στην κτηνοτροφία. Οι υποσχέσεις όμως αποδείχθηκαν φρούδες. Διάφορες επιστημονικές έρευνες απέδειξαν ότι η ορμόνη ήταν άκρως επιβλαβής για την υγεία των βοοειδών, καθώς επίσης και ότι τους προκαλούσε μαστίτιδα. Παράλληλα, μια σειρά από άλλες έρευνες συνέδεσαν το γάλα ΒΟΗ με την πρόκληση του καρκίνου του προστάτη και του στήθους. Και όσο για το πώς κατόρθωσε να λάβει την απαραίτητη άδεια από τις ελεγκτικές αρχές; Οι συμπτώσεις σε αυτή την περίπτωση αποδεικνύονται διαβολικές, καθώς στελέχη του FDA (Αμερικανικός Οργανισμός Ασφάλειας Τροφίμων) είχαν διατελέσει κατά το παρελθόν δικοί της υπάλληλοι.
Δικό της δημιούργημα επίσης είναι και το παρασιτοκτόνο Roundup, το οποίο κατέχει ίσως τις περισσότερες πωλήσεις ανά τον κόσμο και για το οποίο η Monsanto αναγκάστηκε να αποσύρει, το 1997» διαφημίσεις της που υποστήριζαν ότι είναι «βιοδιασπώμενο» και «φιλικό προς το περιβάλλον».
Η επέλαση των μεταλλαγμένων
Παρά τις καταδίκες όμως και τον σάλο που έχουν προκαλέσει οι παρενέργειες των δημιουργημάτων της, η Monsanto εξακολουθεί να κρατά τα ηνία στον χώρο της βιοτεχνολογίας παγκοσμίως. Αυτή τη στιγμή το 91% των σπόρων γενετικά μεταλλαγμένων προϊόντων παγκοσμίως ανήκει στην ίδια. Το μεγάλο άλμα τόσο για την ίδια όσο και για τις υπόλοιπες εταιρίες παραγωγής και εμπορίας γενετικά τροποποιημένων οργανισμών συνέβη το 1998.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το New York Times Magazine, στις 28/10/1998, χαρακτήριζε τη Monsanto ως «Microsoft» της βιοτεχνολογίας στη γεωργία. Από τότε η εταιρία έχει ξοδέψει αστρονομικά ποσά σε διαφημιστικές εκστρατείες ανά τον πλανήτη προκειμένου να πείσει ότι η γενετική μηχανική στη γεωργία είναι η λύση στα προβλήματα υποσιτισμού της ανθρωπότητας. Ωστόσο, τόσο επιστήμονες όσο και διεθνείς οργανώσεις ανά τον κόσμο έχουν διαφορετική άποψη. Αυτό που υποστηρίζουν είναι ότι ο αμερικανοεβραϊκός κολοσσός κινείται αργά και μεθοδικά όχι για την επίλυση του παγκόσμιου υποσιτισμού, αλλά για τον έλεγχο της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων. Πιο απλά, για τον έλεγχο ολόκληρης της ανθρωπότητας, κατά το δόγμα του Χένρι Κίσινγκερ.
Οι κινήσεις της εταιρίας μέχρι στιγμής είναι αργές αλλά μεθοδικές. Μπροστά στις αντιδράσεις που συναντά στην εξάπλωση των μεταλλαγμένων χρησιμοποιεί πλάγια μέσα. Δεν είναι λίγες οι καταγγελίες για χρηματισμούς κυβερνητικών στελεχών σε χώρες του εξωτερικού ή και για απόκρυψη ερευνών με αρνητικά αποτελέσματα για τα προϊόντα της. Ωστόσο, όπως έχει αποδείξει η μέχρι σήμερα πορεία του αμερικανοεβραϊκού κολοσσού, το κυριότερο μέσο που επιστρατεύει για την επίτευξη του στόχου της είναι η κατοχύρωση της πατέντας στις αγροτικές καλλιέργειες, μέσω δικαστικών αποφάσεων.
Πατεντάρισμα προϊόντων
Στις αρχές του περασμένου Φλεβάρη κατατέθηκε οτο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αίτηση για την εκδίκαση μιας υπόθεσης που πέρασε στα ψιλά των ελληνικών ΜΜΕ. Η οργάνωση «No patents on seeds», η οποία υποστηρίζεται από το γερμανικό τμήμα της Greenpeace, κατέθεσε μήνυση εναντίον της ευρωπαϊκής πατέντας ΕΡ1962578. Η ευρωπαϊκή Αρχή Πνευματικών Δικαιωμάτων κατοχύρωσε ως ευρεσιτεχνία στον αμερικανικό κολοσσό Monsanto το ινδικό πεπόνι, ένα είδος που έχει φυσική αντίσταση στον ιό CYSDV, ο οποίος πλήττει τις καλλιέργειες πεπονιού σε όλο τον κόσμο. Πιο απλά, τα δικαιώματα καλλιέργειας του εν λόγω πεπονιού ανήκουν αποκλειστικά πλέον στη Monsanto και μόνο. Οποιοσδήποτε επιθυμεί να καλλιεργήσει το συγκεκριμένο είδος θα πρέπει να λάβει την άδεια της εταιρίας, διαφορετικά θα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο ποινής. Όπως σημείωσε στο Hot Doc ο κ. Αρσένης, «Το παράδειγμα της Ινδίας είναι γνωστό σε όλους. Κατόπιν τεράστιας κρατικής προπαγάνδας για καλλιέργεια προϊόντων με τη χρήση γενετικά τροποποιημένων σπόρων, οι οποίοι θα αύξαναν τα αγροτικά έσοδα, καθώς δεν απαιτούνταν φυτοφάρμακα, άπαντες έσπευσαν να την υιοθετήσουν. Αποτέλεσμα ήταν στη συνέχεια να μην έχουν να αποπληρώσουν τα δάνεια που σύναψαν για να αγοράσουν τους πατενταρισμένους σπόρους και να οδηγηθούν σε μαζικές αυτοκτονίες».
Μία από τις κατηγορίες που προσάπτουν πολλοί στη Monsanto είναι ότι προωθεί την τεχνολογία της παγκοσμίως, απευθυνόμενη πολλές φορές σε κοινό που εκ των πραγμάτων δεν έχει τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει οικονομικά. Σε αυτό της το εγχείρημα δέχεται συνήθως την αμέριστη συμπαράσταση των εκάστοτε κυβερνήσεων, έχοντας όμως εν συνεχεία αποτελέσματα όπως την τραγωδία της Ινδίας, που οι αγρότες, μη έχοντας τους πόρους να εξασφαλίσουν τους ακριβούς αλλά αποδοτικούς σπόρους της, πνίγηκαν στα χρέη και τα δάνεια.
Η μέθοδος της πατέντας φαίνεται ότι είναι κάτι το προσφιλές στην εν λόγω εταιρία. Πριν από ενάμιση χρόνο η εταιρία κατέθεσε αίτηση προκειμένου να κατορθώσει να αποκτήσει τα δικαιώματα πατέντας στη μαργαρίνη και τα μπισκότα. Το σκεπτικό της ήταν ότι στα προϊόντα αυτά υπάρχουν ίχνη σόγιας, τα οποία έχουν κατοχυρωθεί στην εταιρία. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η Monsanto ζήτησε να μην επιτρέπεται έλεγχος για ίχνη γενετικά μεταλλαγμένων ουσιών στα προϊόντα που έχει κατοχυρώσει, κάτι που σημαίνει πως, έχοντας πατεντάρει ένα προϊόν σε τελικό στάδιο παραγωγής, θα έχει παράλληλα μονοπωλήσει και όλη τη διαδικασία παραγωγής του. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί να ελέγχει όχι μόνο το προϊόν αλλά και να χρησιμοποιεί γενετικά μεταλλαγμένα είδη στην παραγωγή
του, χωρίς να υπόκειται στους ευρωπαϊκούς νόμους που δεν επιτρέπουν την εισαγωγή τους στην Ευρώπη. Η ευρωπαϊκή Αρχή Πνευματικών Δικαιωμάτων, αν και δεν επιτρέπει την κατοχύρωση της διαδικασίας, επιτρέπει όμως την κατοχύρωση του τελικού προϊόντος. Δίνει δηλαδή το δικαίωμα σε μια τεράστια πολυεθνική να πατεντάρει ένα προϊόν ως ευρεσιτεχνία, αλλά όχι τα στάδια της παραγωγής της. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ισπανική Consejo Superior de Investigationes Cientificas έχει καταφέρει να κατοχυρώσει ως ευρεσιτεχνία το συμβατικό ηλιέλαιο, καθώς και όλα τα προϊόντα που το περιέχουν. Το 2004 το Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά εξέδωσε μια πρωτοφανή απόφαση που αλλάζει ίσως άρδην τα δεδομένα στον τομέα της καλλιέργειας. Ο Πέρσι Σμάισερ, ένας αγρότης, κλήθηκε να καταβάλει αποζημίωση στη Monsanto. Ο λόγος, σύμφωνα με το δικαστήριο, ήταν το γεγονός ότι ο Σμάισερ παραβίασε τα δικαιώματα πατέντας της Monsanto με το να καλλιεργήσει γενετικά τροποποιημένη ελαιοκράμβη (Round-up Ready Canola) στη γη του. Ο ίδιος ωστόσο ουδέποτε χρησιμοποίησε κανένα σπόρο της εν λόγω εταιρίας, απλώς η σοδειά του μολύνθηκε από τον ιό GM Canola. Η απόφαση του δικαστηρίου στηρίχθηκε σε έναν παλαιότερο νόμο του 1991, σύμφωνα με τον οποίο οι πατέντες έχουν πλεονέκτημα έναντι των δικαιωμάτων των αγροτών. Αυτό σημαίνει ότι, εάν η σοδειά ενός αγρότη επιμολυνθεί από GΜ σπόρους, τότε ο αγρότης είναι ενδεχομένως υπόχρεος να πληρώσει την εταιρία βιοτεχνολογίας, καθώς σύμφωνα με τη νομοθεσία ωφελήθηκε από την τεχνολογίας της!
«Το παράδειγμα του Καναδά προκαλεί μεγάλη εντύπωση, καθώς αγρότες κλήθηκαν να πληρώσουν εξωπραγματικά πρόστιμα επειδή οι σοδιές τους βρέθηκαν να περιέχουν ίχνη σόγιας, τα οποία είχαν μεταφερθεί από επικονίαση. Πρόκειται για μια παράλογη και επικίνδυνη διαδικασία», επισημαίνει σ κ. Αρσένης.
Πατέντα και στα γουρούνια
Ο έλεγχος όμως της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων δεν περιορίζεται μόνο στις καλλιέργειες. Το 2005 η Monsanto επεδίωξε να αποκτήσει τα αποκλειστικά δικαιώματα στην αναπαραγωγή των γουρουνιών και των απογόνων τους. Ο οργουελικός της ισχυρισμός περιλάμβανε τη δημιουργία, κατόπιν έρευνας με μεθόδους διασταύρωσης και επιλογής ειδικών χαρακτηριστικών, τεχνητής γονιμοποίησης και άλλων τεχνικών αναπαραγωγής ενός νέου είδους γουρουνιού. Το γουρούνι αυτό αποτελούσε εφεύρεση επειδή δημιουργήθηκε από τον συνδυασμό αυτών των στοιχείων με σκοπό να επιταχυνθεί ο κύκλος αναπαραγωγής του. Για τον λόγο αυτό η εταιρία κατέθεσε δύο αιτήσεις στον Παγκόσμιο Οργανισμό για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στη Γενεύη. Απώτερος στόχος ήταν να της δοθούν τα αποκλειστικά δικαιώματα ευρεσιτεχνίας στα γουρούνια σε περισσότερες από 160 χώρες ανά τον κόσμο.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όποιος εκτρέφει γουρούνι με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά θα πρέπει πρώτα να λαμβάνει την άδεια της Monsanto, ή πιο απλά να περνά πρώτα από το ταμείο της. Τελικά η αίτηση της εταιρίας έπεσε στο κενό, ωστόσο η Monsanto δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια. Με ανάλογες μεθόδους η εταιρία προσπάθησε να επεκτείνει τον έλεγχο της και σε άλλα προϊόντα. Λουκάνικα, σαλάμι, ζαμπόν, αβγά, υποπροϊόντα ψαριών είναι μόνο μερικά από τα προϊόντα, και όσο περνά ο χρόνος η λίστα όλο και θα μεγαλώνει. Το επιχείρημα της είναι πως στη διαδικασία παραγωγής των προϊόντων αυτών χρησιμοποιήθηκε σόγια προκειμένου να ταϊστούν τα ζώα που παρήγαγαν τα προϊόντα αυτά.
Τεχνολογία terminator και ολοκληρωτικός έλεγχος
Την ίδια ώρα η Monsanto διεξάγει μία ακόμη προσπάθεια επιρροής, αυτή τη φορά στους γενετικά τροποποιημένους σπόρους με τη συνδρομή της τεχνολογίας. Πρόκειται για τους λεγόμενους ((αυτοκαταστροφικούς σπόρους», ή αλλιώς τεχνολογία Terminator. Οι σπόροι αυτοί έχουν τροποποιηθεί γενετικά και ουσιαστικά πρόκειται για νεκρούς-στείρους σπόρους. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατή η επανακαλλιέργειά τους έπειτα από τη συγκομιδή της σοδειάς. Όποιος επιθυμεί δηλαδή να προχωρήσει στην καλλιέργεια με τέτοιου είδους σπόρους θα πρέπει να τους προμηθεύεται αποκλειστικά από τη Monsanto, διαφορετικά η καλλιέργεια θα είναι αδύνατη. Η προσπάθεια αυτή αλλάζει άρδην τα δεδομένα στον χώρο των καλλιεργειών. Γύρω στο 1,4 δις. άνθρωποι ανά τον κόσμο εξαρτώνται αποκλειστικά από τους σπόρους που επανακαλλιεργούν. Οι σπόροι φυτεύονται, η σοδειά μαζεύεται και οι σπόροι φυτεύονται εκ νέου τη νέα χρονιά. Οι περισσότεροι αγρότες δεν έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν νέους σπόρους κάθε χρόνο, έτσι η συλλογή και η επανακαλλιέργεια των σπόρων είναι ζωτικής σημασίας για την
επιβίωση τους και τον κύκλο της γεωργίας. Με αυτό τον τρόπο καλλιεργείται η τροφή για χιλιάδες χρόνια. Εδώ θα πρέπει να προστεθεί και η διαχρονική προσπάθεια τόσο της Monsanto όσο και άλλων εταιριών παραγωγής για την είσοδο και καλλιέργεια τέτοιου είδους σπόρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι πιέσεις προς τις κυβερνήσεις είναι τεράστιες.
Codex Alimentarius
Ραμμένος στα μέτρα και τις προτιμήσεις κολοσσών της παγκόσμιας βιομηχανίας τροφίμων είναι όμως και ο παγκόσμιος διατροφικός κώδικας. Ο τελευταίος φαίνεται ότι σχεδιάζει μόνος του και χωρίς κανέναν έλεγχο τους όρους παραγωγής και κατανάλωσης των γεωργικών προϊόντων σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο Codex Alimentarius φροντίζει για τις διατροφικές συνήθειες και το καθημερινό πιάτο των ανθρώπων από το 1961 και έχει καταφέρει να χαρτογραφήσει πλήρως την ποιότητα και τους τρόπους παραγωγής των προϊόντων. Με το πρόσχημα της προστασίας των καταναλωτών και της ασφάλειας των διακινούμενων αγαθών, προάγει τα συμφέροντα πολυεθνικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στον χώρο της διατροφικής βιομηχανίας. Οι τρόποι που πατεντάρονται τα εκάστοτε προϊόντα, απαγορεύοντας σε οποιονδήποτε να τα καλλιεργήσει, αποτελούν ένα συγκερασμό της εξέλιξης της γενετικής τεχνολογίας και της τεχνολογίας τροφίμων με μια αρρωστημένη ιδέα παγκόσμιας κυριαρχίας και επισιτιστικής κρίσης. Ένας αγρότης απαγορεύεται να παράγει κάποιο συγκεκριμένο είδος πατάτας, διότι στα λιπάσματα που χρησιμοποίησε υπάρχει γενετικά μεταλλαγμένο στοιχείο, τα δικαιώματα του οποίου έχει κατοχυρώσει μία εταιρία. Αποτέλεσμα είναι η επίμαχη εταιρία να έχει στα χέρια της και το μαχαίρι και το καρπούζι, ζητώντας ό,τι ποσό επιθυμεί για να παραχωρήσει τα δικαιώματα καλλιέργειας.
Τη μερίδα του λέοντος από τα κεκτημένα του Codex Alimentarius απολαμβάνουν εταιρίες όπως η Monsanto, που μέσα από το πατεντάρισμα προϊόντων επιχειρούν να καταστήσουν μονοπώλιο την παραγωγή και εμπορία συγκεκριμένων γεωργικών και ζωικών αγαθών, εφαρμόζοντας στην πλέον ακραία εκδοχή του το δόγμα Κίσινγκερ, Στην ελληνική επικράτεια δραστηριοποιούνται σχεδόν 8ο εταιρίες πιστοποίησης προϊόντων, από τις οποίες περισσότερες από 2ο κινούν τα νήματα σε όλη τη διαδικασία παραγωγής, μεταφοράς και διάθεσης των προϊόντων, εναρμονισμένες πάντα με τις επιταγές και τους άξονες που έχει χαράξει ο Codex Alimentarius.
Η ΕΤΑΑ χρηματοδοτεί τη Monsanto
Μεγάλη εντύπωση προκαλούν οι στενές σχέσεις της Monsanto με το τραπεζικό σύστημα και οι υψηλές της προσβάσεις διεθνώς. Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ) αποφάσισε να χρηματοδοτήσει την εταιρία με 40 εκατομμύρια ευρώ.
Συγκεκριμένα, η τράπεζα αποφάσισε να διαθέσει αυτό το ποσό προκειμένου να συμμετάσχει στο χαρτοφυλάκιο της εταιρίας για τη χρηματοδότηση σπόρων και προϊόντων φυτοπροστασίας σε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρωσία, η Ουκρανία, η Σερβία, η Τουρκία και η Ουγγαρία. Μέσω της χρηματοδότησης αυτής, η εταιρία θα μπορεί να αυξήσει τα όρια του δανεισμού, ώστε χιλιάδες αγρότες να μπορούν να επωφεληθούν από τα προϊόντα της, όπως αναφέρει το project της τράπεζας. Ή, πιο απλά, να μεταφέρει το ρίσκο της επένδυσης η Monsanto στους απλούς αγρότες.
Η ΕΤΑΑ, ωστόσο, δεν είναι μια τυχαία τράπεζα, αλλά μια γιγαντιαία πολυεθνική επενδυτική τράπεζα με μετοχικό κεφάλαιο που έχει συγκεντρωθεί από 60 χώρες και διεθνείς οργανισμού., Η λειτουργία της αποσκοπεί στο να πραγματοποιεί επιχειρήσεις μόνο σε ιδιωτικές εταιρίες, οι οποίες δραστηριοποιούνται στις χώρες της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Ρωσία και στις χώρες της Κεντρικής Ασίας, και ειδικεύεται κυρίως σε θέματα ενέργειας. Το να χρησιμοποιείται δημόσιο χρήμα προκειμένου να διασφαλιστεί ο κίνδυνος της επένδυσης μιας ιδιωτικής εταιρίας με αμφιλεγόμενη λειτουργία είναι κάτι που ξεπερνά κάθε φαντασία και αποκαλύπτει τις υψηλές της διασυνδέσεις ανά τον κόσμο.
Οι αντιδράσεις που ξεσήκωσε η συγκεκριμένη απόφαση ήταν ουκ ολίγες. Το ευρωπαϊκό τμήμα της Greenpeace απέστειλε επιστολή προς την ΕΤΑΑ, στην οποία αναφέρει ότι «δεν πρόκειται να μοιραστούμε το ρίσκο της Monsanto», καθώς επίσης και ότι «δεν είμαστε διατεθειμένοι οι κυβερνήσεις μας να χρησιμοποιούν δημόσιο χρήμα για την κάλυψη των κίνδυνων της Monsanto». Ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιεί δημόσιο χρήμα ή όχι η εταιρία, ο κίνδυνος παραμονεύει. Το μακροπρόθεσμο σενάριο του ελέγχου της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων ίσως τελικά να μην αποτελεί σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Μένει μόνο να το συνειδητοποιήσουν και σι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο.
ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Εκτός όμως από τη Monsanto υπάρχουν και άλλες εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον χώρο των ΓΤΟ και μάλιστα και ευρωπαϊκές. Η γερμανική Basf είναι μία από τις πιο γνωστές εταιρίες χημικών και πρόσφατα ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει τις πειραματικές καλλιέργειες γενετικά τροποποιημένης πατάτας σε περιοχές της Ανατολικής Γερμανίας, της Σουηδίας και της Ολλανδίας. Λόγω των αντιδράσεων στην Ευρώπη, η εταιρία μετέφερε, τους τελευταίους μήνες, το μεγαλύτερο μέρος των ερευνών της στις ΗΠΑ. Δικά της δημιουργήματα είναι η γενετικά τροποποιημένη πατάτα Amflora, ενώ έχει κάνει πειραματικές καλλιέργειες στην Ευρώπη που αφορούν την πατάτα υψηλού αμύλου Modena και την πατάτα Fortuna. Η επίσης γερμανική Bayer Cropscience έγινε γνωστή για το μη εγκεκριμένο ΓΤ ρύζι Liberty Link, που το 2006 μόλυνε το αμερικανικό ρύζι και προκάλεσε οικονομική ζημιά στους Αμερικανούς, καθώς οι εξαγωγές τους μειώθηκαν κατά 40%, και για το ΓΤ καλαμπόκι StarLink της θυγατρικής της Aventis Cropscience, που ενοχοποιήθηκε για σοβαρές αλλεργίες σε καταναλωτές.
Η ελβετική Syngenta είναι δημιουργός του ΓΤ κτηνοτροφικού καλαμποκιού ΒΤ 176, που αποσύρθηκε από την κυκλοφορία το 2007 και ενοχοποιείται για πτώση παραγωγής γάλακτος και θανάτους αγελάδων, και δημιουργός του ΓΤ γλυκού καλαμποκιού Βt 11, το οποίο προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση και καλλιεργείται ακόμη και σήμερα στη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Άλλες εταιρίες είναι η KWS SAAT AG, με έδρα τη Γερμανία που ειδικεύεται στην παραγωγή ΓΤ Ζαχαρότευτλων, καθώς επίσης οι ολλανδικές Renessen LLC και Florigene Ltd, που ειδικεύονται στο ΓΤ καλαμπόκι και στα ΓΤ τροποποιημένα άνθη αντίστοιχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου