Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Σάββατο 13 Μαΐου 2023

«Αν δεν έχουμε την ανάσα της Τέχνης, θα μας φάει η μαρμάγκα»


Νόρα Ράλλη


Φέτος για πρώτη φορά από το 1986 ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, ολόκληρο το έργο του Σέξπιρ με πρωταγωνιστές τους δύο εξαιρετικούς νέους ηθοποιούς στους ρόλους του κλασικού -αν και εδώ, κάθε άλλο παρά κλασικού- ζευγαριού ερωτευμένων που εξεγείρεται.
Εχει να ανέβει ολόκληρο στην Ελλάδα από το 1986. Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς το τόλμησε και ανεβάζει ολόκληρο το έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Σέξπιρ στο Εθνικό Θέατρο (Κεντρική Σκηνή, έως 19/5), με τους Ηρώ Μπέζου και Εκτορα Λιάτσο στους κεντρικούς ρόλους. Η Ηρώ έχει ξαναπαίξει σε διασκευή του Αμλετ, αλλά τέτοιο πράγμα δεν έχει αναλάβει ξανά, όπως μας είπε.
Η ιστορία είναι γνωστή - ξέρουμε όλοι εξ αρχής ότι το ζευγάρι θα οδηγηθεί στον θάνατο. Ωστόσο δεν μένεις σχεδόν δυόμισι ώρες (που δεν καταλαβαίνεις για πότε περνάνε) στη θέση σου για την πλοκή. Μένεις για τη μαγεία. Οχι μόνο εξαιτίας του υπέροχου ποιητικού λόγου του Σέξπιρ. Κυρίως σε κερδίζει αυτή η υπερβατική διάσταση της ύστατης αντίστασης σε μια ηθικώς απονεκρωμένη κοινωνία.
Αυτό έχει δηλώσει πως ήθελε να προσεγγίσει ο σκηνοθέτης και το κατάφερε σε μεγάλο βαθμό. Κατάφερε όμως και κάτι ακόμα: το κεντρικό ζευγάρι είναι σχεδόν άφυλο. «Δεν υπήρχε τέτοια πρόθεση, ούτε έγινε συνειδητά κάτι τέτοιο, αν και είναι πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση» λέει η Ηρώ. «Είναι μια οπτική που δεν είχαμε σκεφτεί, ωστόσο το σίγουρο είναι πως δύο άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου, βρέθηκαν σε έναν κοινό ψυχικό τόπο. Συνομίλησαν μέσα από την ποίηση και όδευσαν προς την ένωσή τους, προς τον θάνατο. Ο ένας συμπαρέσυρε τον άλλον, κόντρα σε όλα και σε όλους. Εμένα αυτό με συγκινεί» μας λέει ο Εκτορας.
Δεν το λες και εύκολο να καταπιαστείς ερμηνευτικά με ένα τέτοιο έργο: κλασικό ρεπερτόριο, που έχει παρουσιαστεί από σπουδαίους σκηνοθέτες και ερμηνευτές διεθνώς και το οποίο κρύβει την πιθανότητα κακοποίησής του σε ενδεχόμενη προσπάθεια «επικαιροποίησής» του. Ο Δ. Καραντζάς, ωστόσο, το έκανε σύγχρονο, γελοιοποιώντας σχεδόν την υποκρισία μιας ελίτ αλλά και ενδυναμώνοντας σκηνές σκληρές, μα βαθιά ποιητικές. «Αυτό έγινε συνειδητά και ήταν μια προσπάθεια του Δημήτρη να συνδιαλλαγεί με το τι σημαίνει “αντιδρώ σε κάτι”» εξηγεί η Ηρώ. «Ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα αντιδρούν γιατί ασφυκτιούν.
Οπότε και ο σκηνοθέτης θέλησε να πλάσει μια κατάσταση με την οποία συνδέεται και ο ίδιος ως κάτι ασφυκτικό, συντηρητικό αλλά και εκφυλισμένο με την έννοια της απόστασης από την πνευματικότητα. Είναι το δικό του σήμερα και σαφέστατα υπάρχει στο έργο ως σχόλιο. Οπως η βία που ασκεί ο Καπουλέτος στη γυναίκα και την κόρη του, που είναι μια έντονη σκηνή, αλλά έτσι ακριβώς την έχει γράψει ο Σέξπιρ: σε σοκάρει όταν διαβάζεις το έργο! Σε σοκάρει και η αντίδραση του πατέρα αλλά και η αντίδραση της κόρης. Μιλάμε για την απόλυτη αντίσταση και υπεράσπιση των επιθυμιών της απέναντι στον λόγο του πατέρα, ο οποίος ήταν πραγματικά νόμος τότε - δεν είναι όπως σήμερα...».
Ολα όσα μας περιγράφει είναι τεράστια μεγέθη ως προς τη διαχρονικότητα και τη μεγαλοσύνη τους. Και σίγουρα αποτελούν πρόκληση για έναν ηθοποιό: «Με δυσκόλεψε αυτό που με δυσκολεύει ακόμα: η ισορροπία ανάμεσα στα μεγέθη των πραγμάτων, στη χρήση της ποίησης και στην επαφή του παρόντος με το έργο. Είναι ευθύνη το να φέρεις ένα τέτοιο κείμενο στη σκηνή, παράλληλα με μια τόσο ακραία ψυχική περιοχή: οι καταστάσεις που περιγράφει ο Σέξπιρ είναι ακραίες και η Ιουλιέτα βρίσκεται σε μία από αυτές, με την οποία δύσκολο να συνδεθεί ο οποιοσδήποτε και σήμερα. Είναι υπερβατική: υπερβατικά και τα αισθήματα, υπερβατικές και οι πράξεις στις οποίες οδηγείται.
Και όλο αυτό πρέπει να παρουσιαστεί με μια ταυτόχρονη διαχείριση ενός λόγου σύνθετου, αν και πάρα πολύ όμορφου φυσικά. Είναι πολύ σπουδαίο να λες αυτά τα λόγια» απαντά η Ηρώ. Αλλά και για τον Εκτορα οι δυσκολίες είναι πάντα συγκεκριμένες: «Το πόσο θα εμπιστευτώ τον εαυτό μου στο να αφουγκραστεί, να φανταστεί και να τολμήσει. Δεν είναι απλό, πρέπει να υπάρχει μέσα μου ο χώρος και γύρω μου ο χρόνος. Να το επιτρέπει και η συνθήκη της εκάστοτε δουλειάς... Αν κάτι μπορώ να πω για τη συγκεκριμένη παράσταση είναι σίγουρα ο απύθμενος κόσμος του Σέξπιρ που μεταφέρεται με έναν ποιητικό λόγο, ο οποίος πρέπει να επικοινωνήσει με το μέσα σου για να μπορέσει να αποδοθεί. Ε, είναι απαιτητικό...».

«Σαν πράξη ιδανικής αντίστασης»
Τόσο ο Ρωμαίος όσο και η Ιουλιέτα είναι δύο έφηβοι. Δύο νεότατα παιδιά, στα 14 τους χρόνια μόλις, τα οποία με το συναίσθημα και την υπεράσπισή του ώς το τέλος σχεδόν υπερνικούν το μίσος μεταξύ Καπουλέτων και Μοντέγων. «Δύσκολα υπερνικάς το μίσος. Η ανάγκη για ελευθερία ωστόσο μπορεί να γίνει εξίσου δυνατή» απαντά η Ηρώ.
«Ο Σέξπιρ το βάζει στο πλαίσιο ενός ανυπέρβλητου συναισθήματος που ζήσαν αυτά τα παιδιά, τα οποία δεν διαπραγματεύτηκαν με τίποτα την ελευθερία και την επιθυμία τους. Ισως τελικά είναι δύσκολο να περιμένεις κάτι αντίστοιχο σήμερα όχι μόνο από εφήβους, αλλά από τον οποιονδήποτε. Είναι σαν μια πράξη ιδανικής αντίστασης. Γι’ αυτό και μας γοητεύει τόσο 400 χρόνια μετά: είναι σαν κάτι εμπνευστικό και απόλυτο που δύσκολα θα βρεις ως πραγματικότητα. Βέβαια, όσο πιο ξεκάθαρος είναι ο περιορισμός (όπως γίνεται σε αυταρχικά καθεστώτα) τόσο πιο απόλυτη είναι και η αντίδραση. Οσο πιο έμμεση και υποδόρια είναι η βία και η καταπίεση τόσο δυσκολότερα τη διακρίνεις και αντιδράς».
Η Τέχνη είναι μια τέτοια αντίδραση, ως δράση του φαντασιακού, ειδικά σε μια εποχή που έχουμε κάπως μπερδευτεί με την πολιτική ορθότητα; «Εκκινώντας από την παράσταση, υπήρξε χώρος για τον πλούτο, την ομορφιά και τη συνθετότητα του έργου, υπήρξε χώρος να ανασάνει το κείμενο - αλλιώς θα μας είχε φάει η μαρμάγκα. Αλλά και γενικότερα, αν δεν έχουμε αυτή την ανάσα μέσω της Τέχνης, θα μας φάει σίγουρα η μαρμάγκα...» καταλήγει η Ηρώ.
Μαζί της συντάσσεται και ο Εκτορας: «Το κίνημα της πολιτικής ορθότητας έχει καταφέρει να αναδείξει τις κοινωνικές παθογένειες. Από την άλλη, θα χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά για να οριοθετήσει και να καταστείλει την ελευθερία της σκέψης. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να κριτικάρει ό,τι θέλει, αλλά όχι να το επιβάλλει. Η Τέχνη για μένα οφείλει να μην έχει όρια. Πώς θα λειτουργήσει το φαντασιακό αν οριοθετηθεί;»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου