«Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει υποχρέωση να αντισταθεί με κάθε τρόπο σ’ αυτό το νομοσχέδιο και να πείσει τον κόσμο ότι ιδιωτικά πανεπιστήμια σημαίνει πτυχίο επί πληρωμή»
Σφοδρή επίθεση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη εξαπολύει από την ΑΥΓΗ της Κυριακής ο Παύλος Πολάκης. Ο συντονιστής ΕΠΕΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και βουλευτής Χανίων αναφέρεται στο κυβερνητικό «έργο» και στη στρατηγική που ακολουθεί η κυβέρνηση υπογραμμίζοντας ότι «νομοθετεί με διαδικασίες fast track και σίγουρα χωρίς κανέναν προηγούμενο διάλογο με τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς φορείς». Όσον αφορά τη μάχη κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων, τονίζει ότι η κυβερνητική παράταξη επιδιώκει «να εξυπηρετήσει τα οικονομικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρηματικών κύκλων», ξεκαθαρίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. «έχει υποχρέωση να αντισταθεί με κάθε τρόπο σ’ αυτό το νομοσχέδιο». Επιπλέον, μιλά για τις συνθήκες απαξίωσης και υποβάθμισης που επικρατούν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας λέγοντας ότι κυβερνητικός στόχος είναι «η σταδιακή παραχώρηση των πιο κερδοφόρων υπηρεσιών Υγείας στον ιδιωτικό τομέα». Ιδιαίτερη αναφορά κάνει επίσης στους στόχους τού επικείμενου Συνεδρίου, εξηγώντας τι είναι αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. κατά την εκτίμησή του πρέπει να αφήσει πίσω και σε ποιες αλλαγές πρέπει να προχωρήσει. Τέλος, αναλύει τα δημοσκοπικά ευρήματα, περιγράφει τις προκλήσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ σχολιάζει και τις εξελίξεις γύρω από τη διάσπαση του κόμματος.
Τις επόμενες μέρες η κυβέρνηση αναμένεται να φέρει το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ο πρωθυπουργός μίλησε για μια εμβληματική μεταρρύθμιση. Αποτελεί για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. εξίσου εμβληματικό πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης;
Θεωρώ πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει λάβει τη στρατηγική απόφαση να νομοθετήσει μέσα στον πρώτο χρόνο της νέας θητείας της όλα τα απαιτούμενα νομοσχέδια προκειμένου να ολοκληρώσει την πιο βίαιη προσπάθεια ανακατανομής πλούτου στη χώρα, έχοντας έτσι τρία χρόνια μπροστά της να μοιράζει καθρεφτάκια στους ιθαγενείς με τη μορφή market pass. Να σας θυμίσω ότι μόνο τον μήνα Δεκέμβριο, μήνα που συνήθως κυριαρχεί στην Ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση για τον προϋπολογισμό του νέου έτους, η κυβέρνηση Μητσοτάκη νομοθέτησε το νέο ασφαλιστικό, το νέο φορολογικό, τον νέο νόμο για τα κόκκινα δάνεια και την έμμεση ιδιωτικοποίηση του ΕΚΑΒ μέσω του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Τον πρώτο μήνα του νέου έτους, όπως έχει επίσημα ανακοινωθεί, περιμένουμε να έρθουν στη Βουλή ο νόμος για την επιστολική ψήφο, για τον νέο δικαστικό χάρτη και τους νέους ποινικούς κώδικες καθώς και αυτός για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Όλα αυτά μέσα σε μόλις δύο μήνες. Είναι κάτι παραπάνω από φανερό ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη νομοθετεί με διαδικασίες fast track και σίγουρα χωρίς κανέναν προηγούμενο διάλογο με τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς φορείς. Υπό αυτό το πρίσμα, το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια αποτελεί το κερασάκι στην τούρτα. Για ένα ζήτημα που διχάζει για χρόνια την ελληνική κοινωνία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έρχεται για ακόμα μια φορά να νομοθετήσει αιφνιδιαστικά, χωρίς κανέναν προηγούμενο διάλογο με την πανεπιστημιακή και τη φοιτητική κοινότητα, αυτή τη φορά καταπατώντας ακόμα και το σύνταγμα. Και το κάνει όχι γιατί κόπτεται για την αναβάθμιση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη χώρα, αλλά γιατί θέλει να εξυπηρετήσει τα οικονομικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρηματικών κύκλων. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει υποχρέωση να αντισταθεί με κάθε τρόπο σ’ αυτό το νομοσχέδιο και να πείσει τον κόσμο ότι ιδιωτικά πανεπιστήμια σημαίνει πτυχίο επί πληρωμή και πως ο νέος νόμος νομοτελειακά θα οδηγήσει στη σταδιακή υποβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων. Είναι σίγουρο ότι με την εφαρμογή του νομοσχεδίου πολλά περιφερειακά τμήματα είτε θα κλείσουν είτε θα συγχωνευτούν.
Πέρα από συντονιστής ΕΠΕΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., πρόσφατα αναλάβατε τον τομέα της Υγείας στην Πολιτική Γραμματεία. Στο παρελθόν έχετε διαχειριστεί σε κυβερνητικό επίπεδο τον συγκεκριμένο χώρο, οπότε έχετε μια ολοκληρωμένη εικόνα. Ποια είναι η κατάσταση αυτή τη στιγμή στο ΕΣΥ και τι πρέπει να αλλάξει;
Ο βασικός στόχος της Ν.Δ. είναι η σταδιακή παραχώρηση των πιο κερδοφόρων υπηρεσιών Υγείας στον ιδιωτικό τομέα. Τελευταίο χτύπημα, το οποίο δεν αναδείχθηκε όσο θα έπρεπε, ήταν η έμμεση ιδιωτικοποίηση του ΕΚΑΒ. Στο νομοσχέδιο για τις αεροδιακομιδές, η Ν.Δ. παρουσίασε ένα σχέδιο επί χάρτου, προβλέποντας παράλληλα πως, μέχρι να υλοποιηθεί, μπορούν να συνάπτονται συμβάσεις με ιδιωτικές εταιρείες. Αναφέρομαι στο ΕΚΑΒ γιατί αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το κακό είναι ότι η ιδιωτικοποίηση μέρους των υπηρεσιών Υγείας προαπαιτεί τη διαρκή υποβάθμιση του ΕΣΥ. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν δεν υπήρχε κάποιος περιορισμός για τις προσλήψεις, η Ν.Δ. κατάφερε, αντί να ενισχύσει, να μειώσει το προσωπικό. Σήμερα έχουμε ένα ΕΣΥ υποστελεχωμένο, το οποίο λειτουργεί με κακοπληρωμένο και κουρασμένο προσωπικό, και η Ν.Δ. ως απάντηση επιλέγει να αυξήσει τους μισθούς των διοικητών των νοσοκομείων κατά 45%, δίνοντας ταυτόχρονα ψίχουλα στους γιατρούς (20% αύξηση μόνο για τις εφημερίες). Αντί να ανακοπεί το brain drain, έχουμε φτάσει στο σημείο οι απόφοιτοί μας να φεύγουν στο εξωτερικό ακόμα και για να κάνουν ειδικότητα. Για να αντιστραφεί η πορεία αυτή, το πρώτο πράγμα που πρέπει να αλλάξει, κατά την άποψή μου, είναι οι αμοιβές του προσωπικού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. κινείται πλέον σε ρυθμούς προσυνεδριακού διαλόγου. Ποιο είναι το διακύβευμα του 4ου Συνεδρίου κατά τη γνώμη σας; Τι σημαίνουν στην πράξη η ανασυγκρότηση και η επανεκκίνηση τις οποίες προκρίνετε;
Στην πράξη η ανασυγκρότηση περιλαμβάνει πρώτα και κύρια την άμεση στελέχωση, όπου απαιτείται, όλων των κομματικών οργάνων, παλαιών και νέων, με νέα και ικανά πρόσωπα, μακριά από τον ελιτισμό του παρελθόντος, έξω από τάσεις και σπάζοντας ταυτόχρονα τη διαρκή περιχαράκωση των μελών μας σε ομάδες. Η επανεκκίνηση θα έρθει όταν λειτουργήσουμε ξανά ως ενιαίο κόμμα, εκπέμποντας με μια φωνή το ίδιο μήνυμα που θα αφορά ένα λαϊκά κατανοητό πολιτικό σχέδιο, ικανό να πείσει συγκεκριμένα πλειοψηφικά κοινωνικά στρώματα ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους και κυρίως ότι είναι υλοποιήσιμο. Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. οφείλει να σημάνει το οριστικό τέλος στην κρίση που περάσαμε τους τελευταίους μήνες και να αποτελέσει την αρχή της επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. σε κυβερνητική τροχιά. Θέλω να πιστεύω ότι το Συνέδριο θα δράσει καταλυτικά, επιταχύνοντας την ενδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στον δρόμο για τις ευρωεκλογές.
Ενα από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν τον εσωκομματικό διάλογο αφορά εκ των πραγμάτων τα αίτια της εκλογικής ήττας. Ποιοι λόγοι θεωρείτε πως οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στην εκλογική συντριβή του καλοκαιριού;
Είναι ξεκάθαρο για μένα ότι κάτι δεν πήγε καλά στα τέσσερα χρόνια που ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ήταν στην αντιπολίτευση. Κατά την κυβερνητική μας θητεία, παρόλο που αναγκαστήκαμε να πορευτούμε με ένα πρόγραμμα που δεν ήταν δικό μας, ο λαός μας επιβράβευσε στο τέλος με ένα 32%. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υπήρξε άλλωστε το μόνο κόμμα που κυβέρνησε σε καθεστώς Μνημονίου και δεν το πλήρωσε με «εξαέρωση» των εκλογικών του ποσοστών. Αντίθετα, έπειτα από τέσσερα χρόνια ως αξιωματική αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχασε σχεδόν 14 ποσοστιαίες μονάδες. Δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί τι ακριβώς δεν πήγε καλά, γιατί το φαινόμενο είναι πολυπαραγοντικό. Σε γενικές γραμμές, θα έλεγα ότι έγιναν λάθη τόσο κατά τη διάρκεια της τετραετίας (ύφος και ένταση αντιπολιτευτικού λόγου, λάθος επιλογή των θεμάτων που αναδείξαμε κεντρικά, ανοχή στις επιλογές της Ν.Δ. κατά την πανδημία κ.ά.) όσο και κατά την προεκλογική περίοδο (ατυχείς δηλώσεις τις τελευταίες μέρες, θολό μήνυμα, απεύθυνση γενικά κι αόριστα στον μεσαίο χώρο και όχι σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες κ.ά.). Σίγουρο είναι επίσης ότι η καθολική υπεροχή της Ν.Δ. στα ΜΜΕ και η σταθερή επιμονή της στη δημιουργία και την ενίσχυση ενός αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου από το 2015 ως σήμερα επέφερε αθροιστικά σημαντική ζημιά στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
Βλέπουμε ότι στις δημοσκοπήσεις η κυβέρνηση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρά το τεράστιο πρόβλημα της ακρίβειας, παραμένουν «κυρίαρχοι» στο πολιτικό σκηνικό, ενώ οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υποχωρούν. Πώς εκτιμάτε ότι μπορεί να αντιστραφεί η συγκεκριμένη εικόνα;
Οσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., νομίζω πως είναι απολύτως λογικό να εμφανίζει αυτή την εποχή μια δημοσκοπική κάμψη δεδομένων των όσων συνέβησαν από τις εκλογές του Ιουνίου και μετά. Κατά την προσωπική μου άποψη, τα νούμερα που έχουν δώσει οι διάφορες δημοσκοπικές εταιρείες έχουν διπλή ανάγνωση για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Από τη μία, ναι μεν υπάρχει απώλεια ποσοστών, που θεωρώ πως σύντομα θα αναστραφεί. Από την άλλη, είναι φανερό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι πολύ σκληρός για να πεθάνει. Στο χέρι μας λοιπόν είναι η ολική ανατροπή. Είναι γεγονός πάντως ότι αυτή τη στιγμή δημοσκοπικά, αλλά και με βάση το 41% των προηγούμενων εκλογών, έχει δημιουργηθεί μια εικόνα παντοκρατορίας του Κ. Μητσοτάκη. Κι αυτό τη στιγμή που η πλειονότητα των συμπολιτών μας τρέμει κάθε φορά που πάει για ψώνια και αγωνιά πώς θα καταφέρει να βγάλει τον μήνα. Και δεν είναι μόνο η ακρίβεια, είναι και το «πάμε κι όπου βγει» των Τεμπών, οι υποκλοπές, η τραγική διαχείριση της πανδημίας, η κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης σε γνωστούς και φίλους χωρίς κανένα αναπτυξιακό σχέδιο, η -μέσω ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ- εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και η άνευ προηγουμένου προδοσία μιας ολόκληρης, σημαντικής ποσοτικά, κοινωνικής ομάδας. Μην ξεχνάμε ότι, ενάντια σε κάθε προγραμματική της δήλωση και πιστή στο σχέδιο Πισσαρίδη, η Ν.Δ. με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο οδηγεί σε αδιέξοδο την πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων προς όφελος των μεγάλων εταιρειών. Να ξέρετε όμως ότι η κοινωνία έχει ένα «όριο θραύσης» και ότι η κρίση, που μαραζώνει τους περισσότερους συμπολίτες μας πάνω από δέκα χρόνια τώρα, έχει συμπυκνώσει χρονικά τις πολιτικές εξελίξεις. Κάθε επιπλέον αρνητικό μέτρο έπειτα από τεσσεράμισι χρόνια κυβέρνησης Μητσοτάκη θα λειτουργεί πλέον πολλαπλασιαστικά και όχι προσθετικά. Αυτό που σήμερα μοιάζει πολιτικά κυρίαρχο, στέρεο και συμπαγές, σε δύο χρόνια από τώρα μπορεί να είναι υπό κατάρρευση και ξεπερασμένο.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει πει ότι το ζήτημα της διάσπασης ανήκει πλέον στο παρελθόν και ότι το κόμμα κοιτάζει μπροστά. Βέβαια, η ιστορία των διασπάσεων της Αριστεράς έχει δείξει ότι συνήθως κερδίζει η «αποστράτευση». Ποια είναι η δική σας εκτίμηση;
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι στο παρελθόν η Αριστερά έχει πληρώσει ακριβά πολιτικές διαφωνίες, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις οδήγησαν στη διάσπαση των δυνάμεών της. Αν θέλουμε πάντως να σταθούμε στην ιστορία, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι μέχρι σήμερα οι όποιες διασπάσεις προέκυψαν έπειτα από διαφωνίες οι οποίες είχαν συγκεκριμένο πολιτικό επίδικο. Αντιθέτως, στην περίπτωση των έντεκα βουλευτών που αποχώρησαν θεωρώ πως οι όποιες πολιτικές διαφωνίες περισσότερο «εφευρέθηκαν» προκειμένου να αποτελέσουν «πολιτικό φερετζέ» μιας ειλημμένης απόφασης, παρά προϋπήρχαν. Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να αφήσουμε πίσω μας τα γεγονότα των τελευταίων μηνών, καθώς εχθρός μας δεν είναι η Νέα Αριστερά, αλλά το καθεστώς Μητσοτάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου