(ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΟΝΑΞΙΕΣ)
Ω, πες μου, Νύχτα, εσύ, παλιά ερωμένη,
που μου φέρνεις το τέμπλο των ονείρων μου,
άδειο σαν πάντα κι έρημο, με μόνο
το φάντασμα μου μέσα,
τη φτωχή μου σκιά να θλίβεται
πάνω απ' τη στέπα, κάτω από τον πύρινο ήλιο
ή να νείρεται πίκρες
σ' όλων των μυστηρίων τις φωνές,
πες μου, παλιά ερωμένη, πες μου αν ξέρεις,
δικά μου αν είναι τα δάκρυα που χύνω.
Κι η Νύχτα μού αποκρίθη:
«Ποτέ δε μου 'χες πει το μυστικό σου.
Δεν ήξερα ποτέ μου, αγαπημένε,
αν είσ' εσύ τούτο το φάντασμα του ονείρου σου
κι αν η φωνή του ήταν δική σου
ή ήταν φωνή κάποιου γελοίου παλιάτσου».
Είπα στη Νύχτα «Ψεύτρα αγαπημένη,
ξέρεις το μυστικό μου'
έχεις δει τη βαθιά σπηλιά όπου φτιάχνει
τα κρύσταλλά του τ' όνειρό μου
και ξέρεις πως δικά μου είναι τα........δάκρυα
και τον παλιό μου πόνο εσύ τον ξέρεις».
«Δεν ξέρω, αγαπημένε», μου 'πε η Νύχτα,
«το μυστικό σου δεν το ξέρω,
αν κι είδα αυτό το φάντασμα που λες
να πλανιέται μονάχο στ' όνειρό σου.
Κοντοζυγώνω τις ψυχές σαν κλαίνε
κι ακούω την προσευχή τους την κρυφή,
μοναχική και ταπεινή,
αυτήν που αληθινό ψαλμό ονομάζεις,
μα στους υπόγειους θόλους της ψυχής
δεν ξέρω αν εΐν' ηχώ ή φωνή το κλάμα.
Για ν' ακούσω τον πόνο από τα χείλη σου
στ' όνειρό σου σε γύρεψα
και σ' είδα να πλανιέσαι εκεί σ' έναν αβέβαιο
λαβύρινθο από κάτοπτρα».
Ω, πες μου, Νύχτα, εσύ, παλιά ερωμένη,
που μου φέρνεις το τέμπλο των ονείρων μου,
άδειο σαν πάντα κι έρημο, με μόνο
το φάντασμα μου μέσα,
τη φτωχή μου σκιά να θλίβεται
πάνω απ' τη στέπα, κάτω από τον πύρινο ήλιο
ή να νείρεται πίκρες
σ' όλων των μυστηρίων τις φωνές,
πες μου, παλιά ερωμένη, πες μου αν ξέρεις,
δικά μου αν είναι τα δάκρυα που χύνω.
Κι η Νύχτα μού αποκρίθη:
«Ποτέ δε μου 'χες πει το μυστικό σου.
Δεν ήξερα ποτέ μου, αγαπημένε,
αν είσ' εσύ τούτο το φάντασμα του ονείρου σου
κι αν η φωνή του ήταν δική σου
ή ήταν φωνή κάποιου γελοίου παλιάτσου».
Είπα στη Νύχτα «Ψεύτρα αγαπημένη,
ξέρεις το μυστικό μου'
έχεις δει τη βαθιά σπηλιά όπου φτιάχνει
τα κρύσταλλά του τ' όνειρό μου
και ξέρεις πως δικά μου είναι τα........δάκρυα
και τον παλιό μου πόνο εσύ τον ξέρεις».
«Δεν ξέρω, αγαπημένε», μου 'πε η Νύχτα,
«το μυστικό σου δεν το ξέρω,
αν κι είδα αυτό το φάντασμα που λες
να πλανιέται μονάχο στ' όνειρό σου.
Κοντοζυγώνω τις ψυχές σαν κλαίνε
κι ακούω την προσευχή τους την κρυφή,
μοναχική και ταπεινή,
αυτήν που αληθινό ψαλμό ονομάζεις,
μα στους υπόγειους θόλους της ψυχής
δεν ξέρω αν εΐν' ηχώ ή φωνή το κλάμα.
Για ν' ακούσω τον πόνο από τα χείλη σου
στ' όνειρό σου σε γύρεψα
και σ' είδα να πλανιέσαι εκεί σ' έναν αβέβαιο
λαβύρινθο από κάτοπτρα».
Antonio Machado
*μτφ: Ηλίας Ματθαίου
-Ανθολογία Ισπανικής Ποίησης (ΧΙΙ-ΧΧ αιώνας)-
*μτφ: Ηλίας Ματθαίου
-Ανθολογία Ισπανικής Ποίησης (ΧΙΙ-ΧΧ αιώνας)-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου