φωτογραφία: Ο Λούσιος
-Πές μου, τί διαβάζεις αφέντη μου;
-Λέξεις, λέξεις, λέξεις…***
Λέξεις άηχες, λέξεις κρυμμένες στο σεντούκι των
ελπίδων, λέξεις περιπλανώμενες σε όνειρα, λέξεις ξοδεμένες στ' αλώνια της
αυταπάτης, λέξεις βυθισμένες σε στόματα πρόστυχα, λέξεις λαξευμένες στα
εργαστήρια των συνειδήσεων.
Λέξεις, λέξεις, λέξεις…
Ανάπτυξη, χρέος, εργασία, δικαιοσύνη,
αλληλεγγύη. Αέρας, νερό, χώμα, βουνό, θάλασσα, ορίζοντας. Χώρος, Χρόνος, Ταξίδι,
Φώς, Αλήθεια. Κι' άλλες πολλές που κούρνιαξαν φοβισμένες, λέξεις
απαγορευμένες πια.
Λέξεις που συνάχθηκαν σε τοπία μυστικά,
καλεσμένες των καιρών ν' αλέσουν τον γόνο τους. Ν' αλυσοδέσουν στην αλήθεια το
ψέμα, στο φώς το σκοτάδι, ν' αποδείξουν το αντίκρυσμά τους στο ζύγι της
ιστορίας.
Μην πιστεύεις το φώς της νύχτας
μα ούτε το φώς της μέρας,
σε καμμιά αλήθεια μην πιστεύεις,
πίστεψε όμως
ότι θα σου είμαι πάντα πιστός.
Μα στη σύναξη τούτη τη μυστική πτωχευμένες
ήλθαν οι λέξεις, άγονος κηρύχθηκε ο διαγωνισμός. Και τούτος και οι
προηγούμενοι.
-Πές μου, και τί διαβάζεις αφέντη μου
;
-Αριθμούς, αριθμούς, αριθμούς…
Κι' έρχεται η μέρα, κι' έρχεται η νύχτα, και η
μια αλήθεια μετά την άλλη αναδιπλώνονται, αποσύρονται σε έναν χρόνο που δεν
υπήρξε, σαν να μην ειπώθηκαν ποτέ. Ποτέ δεν ειπώθηκε πως το 2012 θα βγούμε στις
αγορές, πως από το 2013 θα δούμε φώς στο τούνελ, πως, πως, πως...
Κι' έρχεται μήνας, κι' έρχεται χρόνος και νέες
αλήθειες διασπείρονται που όλο και πιο επιτακτικά απαιτούν να τις
ενστερνισθούμε, αλλοίμονο στους άπιστους Θωμάδες, στη φωτιά οι προφητείες των,
περίγελως δημόσιος η λογική και τούτων των αριθμών ακόμη.
-Και τί λέν οι αριθμοί αφέντη μου;
Λέν οι αριθμοί πως τούτο το απόθεμα των άγονων
προσδοκιών- παληό κρασί που γένηκε ξύδι- έχει του γέρικου σώματος την σκωλίωση,
που χάνει και βρίσκει τον ορίζοντά του στο κάθε βήμα, στο κάθε πλακάκι του
πεζοδρομίου. Σκυφτά κεφάλια, σκυφτά βλέμματα, σκυφτές ψυχές οδοιπορώντας σε
βάλτους αναμνήσεων, αρνούνται τη μελωδία του πλανώδιου μουσικού.
Λέν οι αριθμοί, πιο στέρεοι από τις
λέξεις-τροχιοδεικτικές βολίδες του μακρινού μέλλοντός μας, του αύριο, του σήμερα
του χθές -λέν οι αριθμοί λοιπόν πως άντε να τη βγάλουμε δυό χρόνια ακόμη με
επιδοτούμενες αυταπάτες, μια μικρή παράταση δώρο, ίσως γιατί ήταν καλοί
ξεπουλητάδες οι αφέντες μας, να τους έχετε χάρη.
Αριθμούς διαβάζω που εκτοξεύονται σαν
προειδοποιητικές βολίδες ενός βομβαρδισμού από φίλια πυρά. Να σε νοιάζονται μα
και να σε απειλούν την ίδια στιγμή η Citibank, η ΕΚΤ, η Τράπεζα Ελλάδος, το ΔΝΤ,
η Στατιστική Υπηρεσία, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, το Υπουργείο
Οικονομικών με τις εκθέσεις τους, τίποτα το καινοφανές, λογικό είναι.
Εκθέσεις αναθέσεων, μεταθέσεων, προϋποθέσεων, καταθέσεων, εκθέσεις γεμάτες με
αριθμούς και λέξεις δάχτυλα που σε δείχνουν παραδίπλα τους για τους αδαείς περί
τα οικονομικά, για τους πειθήνιους, για τους υπό εκτέλεση αιχμαλώτους.
Και παρελαύνουν οι αριθμοί των εκθέσεων να μας
αναγγέλουν πως στο 35 % θα φθάσει η ανεργία το 2014, στο 410% το ποσοστό
ελλείματος σε σχέση με το ΑΕΠ, η ύφεση και η ζήτηση θα κονταροχτυπιώνται ακόμη
σκληρότερα στους χρόνους που έρχονται. Και τούτο λέει είναι σχέδιο, είναι
πολιτική της Έυρωπαϊκής ένωσης, κόντρα στις πολιτικές της Αμερικής και της
Ιαπωνίας, όπου οι εκεί προφήτες κατέφυγαν στις Κεϋνσιανές συνταγές *.
Και μόλις πριν λίγες μέρες το Υπουργείο
Οικονομικών ανακοίνωσε πως ο σωρός των ανεξόφλητων χρεών προς το Δημόσιο
διογκώθηκε μέσα σε ένα χρόνο (το 2012) κατά 11,8 δις. Διογκώθηκε δηλαδή τόσο όσο
και το νέο πακέτο μέτρων που έφερε το πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο. Και
διογκώθηκε τόσο, όσο ποτέ άλλοτε. Παληό κρασί πούγινε ξύδι τα ανεξόφλητα χρέη,
42 δις ήταν από σύσταση του ελληνικού κράτους, μέσα σ' ένα χρόνο θέριεψαν κατά
το ένα τέταρτο**.
Και είναι τούτοι και πολλοί άλλοι οι αριθμοί
που αποκαλύπτουν τις αλήθειες πούκρυβαν οι λέξεις τόσο καιρό κάτω από τη μύτη
μας. Και τούτη η αλήθεια των αριθμών -τόσο σίγουρη χωρίς πλουμίδια
αλήθεια-τυχαίνει να με παρηγορεί. Γιατί αποκαλύπτουν τη γύμνια της εξουσίας των,
μας δείχνουν με το δάχτυλο ποιά είναι τα όπλα των δύο μονομάχων.
Δηλητηριασμένη η κόψη του σπαθιού τους με
λέξεις που ειπώθηκαν και με λέξεις που δεν ειπώθηκαν, δηλητήριο από τα χέρια του
Πολώνιου σαν αυτό που σκότωσε τον βασιληά στον ύπνο του, σαν αυτό που την
Γερτρούδη εμύησε στην ηθική της εξουσίας. Σαν αυτό που σκότωσε τις λέξεις
κουβαλώντας τες σαν φαντάσματα στα μάτια τιποτένιων αρχόντων, τις έχωσε στο
στόμα τους, σκουλήκια να γίνουν και ν' αλωνίζουν στο σάπιο κουφάρι τους και τα
σκουλήκια τροφή στα ψάρια και αυτά με τη σειρά τους τροφή για τους παρακατιανούς
του βασιλείου της Δανιμαρκίας…
Κάτι σάπιο από αιώνες στο βασίλειο της Δανιμαρκίας
βρυχάται πως
ό,τι ζεί σήμερα, ό,τι έζησε χθές καταδικασμένο είναι να
πεθάνει. Αλλοίμονο σ' αυτούς που δεν ακούν τον πάταγο της μεγάλης δρασκελιάς στον Χρόνο, το φάντασμα του βασιληά να ζητά εκδίκηση για τον φόνο του. Σ' αυτούς που το συσκοτισμένο παρελθόν γένηκε κομμάτια, σαν τα κομμάτια ενός συναρμολογούμενου κινέζικου παιγνιδιού μιας χρήσης.
-Πές μου, τί διαβάζεις αφέντη μου ;
…πως το φίδι δεν σκότωσε τον βασιληά, πως ο Πύρρος δεν ήταν ο φονηάς της Εκάβης, δρασκελιά του ποιητή στον Χρόνο ήταν για να μάθουμε πως οι οι δολοφόνοι κάθε εποχής είναι η ίδια εξουσία που βύθισε σε ποτάμια αίματος τη δυναστεία των Κομνηνών. Ξέρουμε πια πως για να σωθούν οι κίβδηλοι άρχοντες πρέπει να θυσιασθεί η Ιφιγένεια και πως
οι συμφορές άρχισαν, ας ετοιμαστούμε για τα
χειρότερα.
Η φρίκη μπροστά μας αυτή τη στιγμή είναι η
κοινωνική κατάρρευση, προειδοποιεί η τελευταία έκθεση της Κομισιόν. Αλλά η
ΕΚΤ επιμένει να διεκπεραιώσει τη βρώμικη ιστορία.
Μόλις φτάσει στην Αγγλία αποκεφαλίστε
τον.
Αντέχει η καρδιά μας στα σφυριά;
Αντέχει η γλώσσα μας να εξυμνεί όσα το σώμα μας πράττει;
Αντέχουν τα ποτάμια μας να ξεπλύνουν τη Γή;
Αθέατη να μένει εντός μας ο πόθος της.
Μα στην κοιλάδα των Θρήνων,
Μα στην κοιλάδα των Θρήνων,
η γηραιότερη από αυτές θα απαντήσει στα όσα ο νέος
ρωτά:
Ήμασταν άλλοτε, λέει, εμείς οι Θρήνοι μεγάλη
γενιά,
οι πατεράδες μας στα μεταλλεία, εκεί στο μεγάλο
βουνό
-καμμιά φορά θα βρείς στους ανθρώπους λαξευμένο κομμάτι
αρχαίας οδύνης
παγωμένης οργής και ηφαίστειο που από αιώνες
κοιμάται.
Ναι προέρχονται από εκεί. Κάποτε ήμασταν
πλούσιοι.
Ράϊνερ Μαρία Ρίλκε, Ελεγείες του
Ντουίνο.
-Πές μου, τί βλέπεις αφέντη μου;
-Στάχτες, στάχτες, στάχτες
που θα ζεστάνουν τον σπόρο μιας νέας
γένας,
που θα κάνουν τις κρυμμένες στο σεντούκι
λέξεις να επιστρέψουν στα ποτάμια της ψυχής μας.
*
από την έκθεση της Citibank
http://www.axiaplus.gr/article/29114/ekthesh-thanatoy-gia-thn-ellada-apo-citi/ **http://dikaex.blogspot.gr/2013/01/567.html
***
Γουϊλιαμ Σαίξπηρ, Άμλετ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου