Υπάρχει ένα ολόκληρο πλέγμα σχέσεων που συμβάλλει στην διάδοση ρατσιστικών ιδεών.
Οι ρατσιστικές ιδέες επαναλαμβάνονται ως mantra και ορίζουν το πλαίσιο δημοσίου διαλόγου, καθώς μεταφέρουν το κέντρο του ενδιαφέροντος σ’ αυτό που θέλουν να περάσουν οι ρατσιστές. Μεγαλύτερη παγίδα για τους υγιώς σκεπτόμενους ανθρώπους είναι να μπαίνουν στην διαδικασία να θεωρήσουν ως ισότιμους συνομιλητές τους φορείς ρατσισμού, προσπαθώντας να αποδομήσουν τα ούτως ή άλλως σαθρά επιχειρήματά τους. Κι αυτό γιατί σπαταλάνε ενέργεια από τον πραγματικό στόχο που είναι η διάδοση των ανθρώπινων αξιών και της ενότητας μεταξύ των ανθρώπων. Στην καλλιέργεια και την παιδεία που ακυρώνουν τον ρατσισμό. Με το να δίνεις σημασία στους ρατσιστές είναι σαν να αναγνωρίζεις την επιρροή τους. Σημασία έχει να ακυρωθεί, τοποθετώντας τους στο περιθώριο.
Όσο προσπαθούμε να πείσουμε πως οι ρατσιστικές ιδέες είναι “κακές”, τόσο διατηρούν έλξη ως απαγορευμένες. Οι ρατσιστές πατάνε πάνω σε υπαρκτά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας όπως η ανεργία, η εγκληματικότητα και η μη ομαλή συνύπαρξη σε περιοχές με χαμηλό βιωτικό επίπεδο για να σπείρουν το μίσος τους. Όταν όμως αρνηθείς το ίδιο το πρόβλημα τότε εσκεμμένα συνδέουν το πρόβλημα με την ύπαρξη των “ξένων”. Ένα παράδειγμα: Κατηγορούν τους μετανάστες ότι μας “παίρνουν τις δουλειές” (sic). Στην πραγματικότητα πηγαίνουν σε δουλειές που οι Έλληνες δεν καταδέχονται, ενώ είτε λόγω έλλειψης προσόντων, είτε έλλειψης εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό τους, οι μετανάστες δεν έχουν πρόσβαση σε ανώτερες κοινωνικά θέσεις. Οι ρατσιστές συνδέουν την ανεργία όμως με τους αλλοδαπούς. Και αν εσύ αρνηθείς πως “μας παίρνουν τις δουλειές”, είναι σαν να αρνείσαι την ύπαρξη της ανεργίας. Το κοινώς παραδεκτό κόβεται και ράβεται στα δικά τους μέτρα, ώστε να δικαιολογήσουν τις ιδέες μίσους.
Επίσης, εντέχνως το μεταναστευτικό τοποθετείται ως ΤΟ θέμα που ευθύνεται για όλα τα δεινά μας. Γιατί αν δεν ερχόταν εδώ ο Σύριος και ο Αφγανός θα ήμασταν Ελβετία. Οι άνθρωποι που φεύγουν από τις πατρίδες τους αντιμετωπίζονται ως πρόβλημα, όχι ως άνθρωποι που έχουν προβλήματα. Κρίνονται από την καταγωγή και το χρώμα τους, ενώ ταυτόχρονα μας ξεγυμνώνουν ως κοινωνία, αφού παραδεχόμαστε με το να δεχόμαστε να πνίγονται άνθρωποι στο Αιγαίο, ότι είμαστε ανίκανοι να βρούμε λύσεις. Από την άλλη μεριά, οι ρατσιστές έχουν έτοιμη την απάντηση: Τους διώχνουμε όλους, να γυρίσουν στην πατρίδα τους κτλ. Δηλαδή λύσεις που μιλάνε στα κατώτερα ένστικτα των αμόρφωτων που τους πιστεύουν.
Ο ρατσισμός κινείται ευκαιριακά, απαιτώντας νόμους και ριζώνει κυρίως σε χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Ευνοείται από οικονομικές κρίσεις και από πισωγυρίσματα, ενώ αναπτύσσεται κυρίως σε λευκούς. Οι μικροαστοί είναι επίσης μια ευπαθής ομάδα απέναντι στα μηνύματα του ρατσισμού, καθώς σπάνια έχουν παιδεία, παρακολουθούν πολύ ιδιωτική τηλεόραση και αναλώνονται στο τρίπτυχο, μπουζούκια-κουτσομπολιό-βυζιά.
Όσοι αντιτίθενται στον ρατσισμό (λέγε τους και αντιρατσιστές) θεωρούνται “ανθέλληνες” και το ίδιο ρατσιστές με τους ρατσιστές, γιατί δεν αποδέχονται πως κάποιοι άλλοι έχουν το δικαίωμα να μισούν αλλοεθνείς τους. Το μέγα παράλογο. Να τοποθετούνται στην ίδια ζυγαριά αυτοί που διαχωρίζουν τους ανθρώπους μ’ αυτούς που θέλουν να πολεμήσουν για τον μη διαχωρισμό. Οι ακροδεξιοί κυρίως (αφού ρατσιστές συναντάμε σε όλο το πολιτικό φάσμα) παρουσιάζονται μέσω των συνεχών καταγγελιών εις βάρος τους, ως συνεπείς και “επικίνδυνοι” για το σύστημα. Αποκτούν αίγλη που την συνδέουν με τις νοσηρές ιδέες τους. Αντιρατσιστικοί νόμοι και κυνήγι των ρατσιστών, τους δυναμώνουν περισσότερο γιατί παίζουν τον ρόλο του θύματος. Κάνουν τους μάρτυρες για τις απόψεις τους.
Ο ρατσισμός αν και διαδίδεται με τους παραπάνω τρόπους, αντιμετωπίζεται μόνο με δύο πράγματα. Με την παιδεία και την ενημέρωση. Έτσι αναπτύσσεται σεβασμός για την διαφορετικότητα του άλλου, αλλά και για τις ιδιαιτερότητές του. Βέβαια κανείς δεν μπορεί να γίνεται συμπαθής ή αντιπαθής κρινόμενος από το που κατάγεται και από το πολιτισμικό περιβάλλον που προέρχεται. Καλώς ή κακώς οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες είναι το μέλλον της ανθρωπότητας, αν θέλει να περάσει σε άλλο επίπεδο, πέρα από αυτό του μεταξύ μας σκισίματος σαρκών. Και γι’ αυτό η καταπολέμηση του ρατσισμού και του δογματισμού εν γένει, οφείλει να γίνεται στο καθημερινό επίπεδο. Δημιουργική δράση και όχι πολεμική που θρέφει τους ρατσιστές.
Οι ρατσιστικές ιδέες επαναλαμβάνονται ως mantra και ορίζουν το πλαίσιο δημοσίου διαλόγου, καθώς μεταφέρουν το κέντρο του ενδιαφέροντος σ’ αυτό που θέλουν να περάσουν οι ρατσιστές. Μεγαλύτερη παγίδα για τους υγιώς σκεπτόμενους ανθρώπους είναι να μπαίνουν στην διαδικασία να θεωρήσουν ως ισότιμους συνομιλητές τους φορείς ρατσισμού, προσπαθώντας να αποδομήσουν τα ούτως ή άλλως σαθρά επιχειρήματά τους. Κι αυτό γιατί σπαταλάνε ενέργεια από τον πραγματικό στόχο που είναι η διάδοση των ανθρώπινων αξιών και της ενότητας μεταξύ των ανθρώπων. Στην καλλιέργεια και την παιδεία που ακυρώνουν τον ρατσισμό. Με το να δίνεις σημασία στους ρατσιστές είναι σαν να αναγνωρίζεις την επιρροή τους. Σημασία έχει να ακυρωθεί, τοποθετώντας τους στο περιθώριο.
Όσο προσπαθούμε να πείσουμε πως οι ρατσιστικές ιδέες είναι “κακές”, τόσο διατηρούν έλξη ως απαγορευμένες. Οι ρατσιστές πατάνε πάνω σε υπαρκτά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας όπως η ανεργία, η εγκληματικότητα και η μη ομαλή συνύπαρξη σε περιοχές με χαμηλό βιωτικό επίπεδο για να σπείρουν το μίσος τους. Όταν όμως αρνηθείς το ίδιο το πρόβλημα τότε εσκεμμένα συνδέουν το πρόβλημα με την ύπαρξη των “ξένων”. Ένα παράδειγμα: Κατηγορούν τους μετανάστες ότι μας “παίρνουν τις δουλειές” (sic). Στην πραγματικότητα πηγαίνουν σε δουλειές που οι Έλληνες δεν καταδέχονται, ενώ είτε λόγω έλλειψης προσόντων, είτε έλλειψης εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό τους, οι μετανάστες δεν έχουν πρόσβαση σε ανώτερες κοινωνικά θέσεις. Οι ρατσιστές συνδέουν την ανεργία όμως με τους αλλοδαπούς. Και αν εσύ αρνηθείς πως “μας παίρνουν τις δουλειές”, είναι σαν να αρνείσαι την ύπαρξη της ανεργίας. Το κοινώς παραδεκτό κόβεται και ράβεται στα δικά τους μέτρα, ώστε να δικαιολογήσουν τις ιδέες μίσους.
Επίσης, εντέχνως το μεταναστευτικό τοποθετείται ως ΤΟ θέμα που ευθύνεται για όλα τα δεινά μας. Γιατί αν δεν ερχόταν εδώ ο Σύριος και ο Αφγανός θα ήμασταν Ελβετία. Οι άνθρωποι που φεύγουν από τις πατρίδες τους αντιμετωπίζονται ως πρόβλημα, όχι ως άνθρωποι που έχουν προβλήματα. Κρίνονται από την καταγωγή και το χρώμα τους, ενώ ταυτόχρονα μας ξεγυμνώνουν ως κοινωνία, αφού παραδεχόμαστε με το να δεχόμαστε να πνίγονται άνθρωποι στο Αιγαίο, ότι είμαστε ανίκανοι να βρούμε λύσεις. Από την άλλη μεριά, οι ρατσιστές έχουν έτοιμη την απάντηση: Τους διώχνουμε όλους, να γυρίσουν στην πατρίδα τους κτλ. Δηλαδή λύσεις που μιλάνε στα κατώτερα ένστικτα των αμόρφωτων που τους πιστεύουν.
Ο ρατσισμός κινείται ευκαιριακά, απαιτώντας νόμους και ριζώνει κυρίως σε χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Ευνοείται από οικονομικές κρίσεις και από πισωγυρίσματα, ενώ αναπτύσσεται κυρίως σε λευκούς. Οι μικροαστοί είναι επίσης μια ευπαθής ομάδα απέναντι στα μηνύματα του ρατσισμού, καθώς σπάνια έχουν παιδεία, παρακολουθούν πολύ ιδιωτική τηλεόραση και αναλώνονται στο τρίπτυχο, μπουζούκια-κουτσομπολιό-βυζιά.
Όσοι αντιτίθενται στον ρατσισμό (λέγε τους και αντιρατσιστές) θεωρούνται “ανθέλληνες” και το ίδιο ρατσιστές με τους ρατσιστές, γιατί δεν αποδέχονται πως κάποιοι άλλοι έχουν το δικαίωμα να μισούν αλλοεθνείς τους. Το μέγα παράλογο. Να τοποθετούνται στην ίδια ζυγαριά αυτοί που διαχωρίζουν τους ανθρώπους μ’ αυτούς που θέλουν να πολεμήσουν για τον μη διαχωρισμό. Οι ακροδεξιοί κυρίως (αφού ρατσιστές συναντάμε σε όλο το πολιτικό φάσμα) παρουσιάζονται μέσω των συνεχών καταγγελιών εις βάρος τους, ως συνεπείς και “επικίνδυνοι” για το σύστημα. Αποκτούν αίγλη που την συνδέουν με τις νοσηρές ιδέες τους. Αντιρατσιστικοί νόμοι και κυνήγι των ρατσιστών, τους δυναμώνουν περισσότερο γιατί παίζουν τον ρόλο του θύματος. Κάνουν τους μάρτυρες για τις απόψεις τους.
Ο ρατσισμός αν και διαδίδεται με τους παραπάνω τρόπους, αντιμετωπίζεται μόνο με δύο πράγματα. Με την παιδεία και την ενημέρωση. Έτσι αναπτύσσεται σεβασμός για την διαφορετικότητα του άλλου, αλλά και για τις ιδιαιτερότητές του. Βέβαια κανείς δεν μπορεί να γίνεται συμπαθής ή αντιπαθής κρινόμενος από το που κατάγεται και από το πολιτισμικό περιβάλλον που προέρχεται. Καλώς ή κακώς οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες είναι το μέλλον της ανθρωπότητας, αν θέλει να περάσει σε άλλο επίπεδο, πέρα από αυτό του μεταξύ μας σκισίματος σαρκών. Και γι’ αυτό η καταπολέμηση του ρατσισμού και του δογματισμού εν γένει, οφείλει να γίνεται στο καθημερινό επίπεδο. Δημιουργική δράση και όχι πολεμική που θρέφει τους ρατσιστές.
Επικοινωνιακό, αξιακό, εξουσιαστικό, νοητικό και ψυχολογικό. Οι ρατσιστικές απόψεις καταρχάς αποκτούν δημοσιότητα λόγω της εμμονής των ΜΜΕ να παρουσιάζουν επιλεκτικά εγκλήματα που γίνονται από αλλοδαπούς, δημιουργώντας ένα γενικευμένο κλίμα φόβου, ενώ ταυτόχρονα αναφέρουν αριθμούς σχετικά με “λαθρομετανάστες” που ζουν στην Ελλάδα, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου