Γενοκτονία ή εθνοκάθαρση; Απορώ για τη διάζευξη, αφού και οι δύο σκοτώνουν το ίδιο άγρια, και οι δύο μακελεύουν το ίδιο, το ίδιο έγκλημα κατά του ανθρώπου είναι και οι δύο. Εξάλλου, όταν μία εθνότητα, μία φυλή βρίσκεται σε μία συγκεκριμένη περιοχή τότε γενοκτονία και εθνοκάθαρση ταυτίζονται. Αλλά τι σημασία έχουν οι λέξεις και οι όροι όταν ο φόνος παραμένει ίδιος; Κι όμως έχουν. Όλα είναι ένα παιγνίδι λέξεων. Οι λέξεις είναι φορείς ιδεών και με τη μεταφορική τους διάσταση, ως τελεστές γοητείας, γεννούν ιδέες. «Υπάρχει στη χρονικότητα των λέξεων ένα σχεδόν ποιητικό παιχνίδι θανάτου και αναγέννησης: οι διαδοχικές μεταφορές κάνουν μία ιδέα να γίνεται κάτι περισσότερο και κάτι διαφορετικό από τον εαυτό της», γίνεται, δηλαδή, «μία μορφή σκέψης» γράφει ο Ζαν Μπωντριγιάρ. Άρα, αυτοί που επινόησαν τη διάκριση μεταξύ εθνοκάθαρσης και γενοκτονίας ακούσια προσδιορίζουν και την αγριότητα του εγκλήματος.
Συνεπώς, το να χαρακτηρίσεις ένα έγκλημα εθνοκάθαρση ή γενοκτονία δεν είναι το ίδιο για το θύμα και τους κατιόντες του που μνημειώνουν το δράμα και συνέχονται μέσω αυτού. Το πραγματιστικό εν προκειμένω είναι η μνήμη του βιώματος της τραγωδίας όπως την αντιλαμβάνονται οι επίγονοι των θυμάτων και όπως τους παραδίδεται μέσω της παράδοσης, δηλαδή ως το μέγιστο έγκλημα της γενοκτονίας. Γι' αυτό αν πεις εθνοκάθαρση απομειώνεις την οδύνη του βιώματος και της μνήμης του.
Υπ' αυτή την οπτική ακόμη και οι ιδρυτές του Πραγματισμού δεν είναι τόσο κυνικοί όσο οι σύγχρονοι επικλητές της επιστημοσύνης με την δήθεν ουδέτερη διάστασή της. Ναι, η εθνοτική συνοχή χρειάζεται τους μύθους της, αλλά εν προκειμένω δεν μιλάμε για έναν εθνικό μύθο, μιλάμε για ένα πραγματικό γεγονός, για ένα μέγιστο έγκλημα, το οποίο ο «υποβιβασμός» σε «εθνοκάθαρση» απομειώνει το μέγεθος. Ένας πολιτικός κατά συνέπεια μπορεί και έχει χρέος να «βλέπει» κυρίως την κοινωνική διάσταση του ζητήματος, δηλαδή τη συνεκτική λειτουργία του στο πλαίσιο της κοινωνίας. Το επιστημονικό σκέλος της διάκρισης είναι θέμα ακαδημαϊκών συζητήσεων.
Πάντως, για μία ακόμα φορά η αριστερά φαίνεται να στέκει αμήχανη μπροστά σ’ ένα ανάλογο ζήτημα, χάνοντας τις αποχρώσεις και εμμένοντας στη μανιχαϊστική αντίληψη του «μαύρου-άσπρου» και στην απολυτοποίηση της «αλήθειας». Αφήνει έτσι τους φασίστες και τους ακροδεξιούς να αλωνίζουν, καπηλευόμενοι τα αισθήματα των Ποντίων και επιβάλλοντας ένα orgy and cannibalism, όπως φάνηκε στην περίπτωση Κουμουτσάκου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου