Δυο δεκαετίες αργότερα, την δεκαετία του ’80, ως εικοσάρηδες πια, κοιτάζαμε γύρω μας μια χώρα που άλλαζε ραγδαία. Εκείνη την περίοδο φωτίστηκαν οι δρόμοι με Χριστουγεννιάτικα και φτιάχτηκαν οι λαμπερές βιτρίνες. Εμείς, νεαροί που βρίσκαμε δουλειά μόλις τελειώναμε το πανεπιστήμιο, μαζευόμασταν τα βράδια και παίζαμε χαρτιά. Απλώναμε τα εικοσάρικα και τα πενηντάρικα μας πάνω στην κουβέρτα και περήφανα τα παίζαμε για το καλό του χρόνου. Είχαμε αρχίσει να έχουμε λεφτά στην τσέπη, καθώς η χώρα είχε αρχίσει να εισπράττει από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Θαρρούσαμε τότε πως όλος ο κόσμος ήταν δικός μας.
Δυο ακόμα δεκαετίες αργότερα, τελειώνοντας τον αιώνα, είχαμε κιόλας σαλτάρει ομαδικώς. Ανοίγαμε τα μπουκάλια το ουίσκι σα να ήταν εμφιαλωμένο νερό και τις σαμπάνιες λες και μεγαλώσαμε μαζί τους. Εκείνα τα χρόνια κάναμε γιορτές σε πελώρια σαλόνια από μεζονέτες που είχαν αγοραστεί με δάνειο ή στις μεγάλες πίστες και στα πανάκριβα μαγαζιά με τις gourmet μερίδες. Τι χαζά χρόνια. Μετρούσαμε την ευτυχία και την επιτυχία από την καταναλωτική μας ικανότητα, η οποία ήταν απεριόριστη λόγω τραπεζών. Δεν είχες παρά ν’ απλώσεις το χέρι σου και να πάρεις ένα δάνειο.
Κι έφτασαν και τα χρόνια που απέδειξαν τις θεωρίες κάποιων ότι ο χρόνος είναι στρογγυλός. Έκλεισε ο κύκλος και στην πέμπτη δεκαετία της ζωής μας ξαναγυρίσαμε στην πρώτη, τότε που γουρλώναμε τα μάτια μπροστά σε δυο κόκκινα μπαλόνια της κακιάς ώρας που δεν μπορούσε να μας τα αγοράσει ο αγρότης πατέρας μας. Δεν πειράζει, η ζωή δεν θέλει μόνο γιορτές και πανηγύρια, χρειάζεται και κάποιες στιγμές βαθιάς φιλοσοφικής ενατένισης μέσα στην σιωπή. Ε, τα Χριστούγεννα αυτό τον σκοπό επιτελούν εσχάτως…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου