Συντάκτης: Γιάνης Βαρουφάκης*
Καπιταλισμός χωρίς δυσβάστακτο χρέος δεν γίνεται. Για την ακρίβεια, για να επιβιώνει ο καπιταλισμός αναγκάζεται να γεννά όλο και μεγαλύτερα χρέη που είναι αδύνατον να αποπληρωθούν. Κι όταν ο κόμπος φτάσει στο χτένι, απλώς κουρεύονται αλλά μόνο αφού έχουν συνθλιβεί οι μη έχοντες και έχουν ενισχυθεί οι κατέχοντες. Αν και όλα αυτά πλέον είναι γνωστά μετά από μια δεκαετία κρίσης, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στους αριθμούς.
Το συνολικό ετήσιο εισόδημα της ανθρωπότητας κυμαίνεται στα 77 τρισ. δολάρια. Το συνολικό χρέος είναι 244 τρισ. δολάρια, δηλαδή 318% του πλανητικού ΑΕΠ. Από αυτά τα χρέη τα 45 τρισ. τα χρωστούν οι πολίτες, τα 65 τρισ. τα κράτη, τα 73 τρισ. οι επιχειρήσεις και τα 60 τρισ. οι τράπεζες.
Αν συγκρίνουμε τη σημερινή κατάσταση με το 2007, λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, θα δούμε πως, παρά το γεγονός ότι τα κράτη επωμίστηκαν τεράστια νέα χρέη για να διασώσουν τις τράπεζες, το χρέος των τραπεζών αυξήθηκε 10% την ώρα που αυξάνονταν εκθετικά και τα… κέρδη τους. Είναι σαν η ανθρωπότητα να ζει και να ιδρώνει για να πλουτίζουν τραπεζίτες, οι οποίοι στο μεταξύ φεσώνουν ακόμα περισσότερο τις τράπεζες που οι πολίτες διασώζουν.
Ερχόμενοι κοντύτερα στην Ευρώπη, και δη στην ευρωζώνη, μια ματιά στα νούμερα φανερώνει μια συγκλονιστική πραγματικότητα: πρώτον, η πλούσια Ευρώπη είναι χρεωμένη, με εξαίρεση τη Γερμανία, είτε το ίδιο είτε περισσότερο από τον υπόλοιπο πλανήτη. Ακόμα και η πλεονασματική Γερμανία χρωστά συνολικά 212% των εισοδημάτων της. Δεύτερον, και πιο σημαντικό, οι πιο υπερχρεωμένες χώρες δεν είναι η Ελλάδα και η Ιταλία, αλλά χώρες όπως η Ιρλανδία (475% του ΑΕΠ), η Ολλανδία (384% του ΑΕΠ), ακόμα και η Γαλλία (331% του ΑΕΠ).
Το ερώτημα τότε είναι: Γιατί γίνεται τόση κουβέντα για το ελληνικό και το ιταλικό χρέος και όχι για το ολλανδικό, το γαλλικό ή το ισπανικό; Η απάντηση βρίσκεται στη δεύτερη στήλη του πίνακα –στο γεγονός ότι αυτό που φαίνεται να δημιουργεί πρόβλημα δεν είναι πόσο χρωστά μια χώρα συνολικά, αλλά πόσα από αυτά τα χρέη είναι δημόσια. Οσο πιο μεγάλα τα ιδιωτικά σε σχέση με τα δημόσια χρέη τόσο το συνολικό χρέος παρουσιάζεται ως βιώσιμο.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί, παραδείγματος χάριν, η Ιταλία θεωρείται στα πρόθυρα της πτώχευσης, ενώ η Ισπανία είναι στο απυρόβλητο παρά το γεγονός ότι οι δυο χώρες έχουν λίγο-πολύ το ίδιο ποσοστό συνολικού χρέους; Οι συνήθεις πολέμιοι του κράτους θα σπεύσουν να επιχειρηματολογήσουν πως ότιδήποτε είναι κρατικό είναι, εξ ορισμού, χειρότερο από το ιδιωτικό. Πρόκειται για ιδεοληψία που δεν έχει καμία βάση ούτε στη λογική ούτε στην εμπειρία.
Οταν μια χώρα είναι υπερχρεωμένη, δεν θα έπρεπε να έχει καμία σημασία αν τα βουνά χρέους βαραίνουν το κράτος ή τις επιχειρήσεις, τις τράπεζες, τα νοικοκυριά. Η κρίση, όταν π.χ. αυξηθούν τα επιτόκια, θα γκρεμίσει με την ίδια μανία τις υπερχρεωμένες τράπεζες και τα υπερχρεωμένα κράτη.
Οποιοι πέσουν πρώτοι, θα συμπαρασύρουν και τους άλλους: οι τράπεζες το κράτος ή το κράτος τις τράπεζες. Πράγματι όταν το 2008 κλονίστηκε ο παγκόσμιος καπιταλισμός, ιδίως στις ΗΠΑ, η αιτία δεν ήταν το δημόσιο χρέος, αλλά το ιδιωτικό. Το ίδιο και με την Ιρλανδία, την Ισπανία, τη Γερμανία: οι τράπεζές τους κατέρρευσαν δημιουργώντας συνθήκες βαθιάς κρίσης και αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να τις διασώσουν αυξάνοντας το δημόσιο χρέος. Μόνο στην Ελλάδα το ωστικό κύμα της παγκόσμιας κρίσης που γέννησε η καθίζηση του ιδιωτικού χρέους εκτός των τειχών χτύπησε πρώτα το δημόσιο χρέος (καθώς το ιδιωτικό ήταν σχετικά μικρό).
Τότε, επανερχόμενος στο πιο πάνω ερώτημα, γιατί Πορτογαλία, Ολλανδία και Γαλλία δεν δακτυλοδείχνονται ως χώρες με μη βιώσιμο χρέος (δεδομένου ότι το συνολικό τους χρέος κυμαίνεται μεταξύ του 330% και 475% του ΑΕΠ), αντίθετα με την Ιταλία (με χρέος 301%) και την Ελλάδα (312%); Ο λόγος είναι καθαρά πολιτικός.
Ζούμε σε μια ευρωζώνη με μια κεντρική τράπεζα (την ΕΚΤ) στην οποία από καταβολής απαγορεύτηκε διά ροπάλου να διασώζει τόσο τα κράτη όσο και τις τράπεζες. Ηταν ο όρος που έθεσε το Βερολίνο στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, για να συναινέσει στην αντικατάσταση του μάρκου από το ευρώ.
Ομως, όταν το 2008 οι τράπεζες άρχισαν να καταρρέουν, η απαγόρευση αυτή καταργήθηκε σιωπηλά και άκρως μεροληπτικά. Ενώ οι τράπεζες έλαβαν πιστώσεις και εγγυήσεις (IOU) σχεδόν δωρεάν (με ελάχιστα, δηλαδή, επιτόκια), τα κράτη είτε δεν έλαβαν τίποτα (π.χ. Ιταλία) είτε δανείστηκαν από την τρόικα με απαγορευτικά επιτόκια (π.χ. 6% ήταν το πρώτο επιτόκιο δανεισμού του πρώτου μας Μνημονίου). Από το 2010 έως σήμερα η ΕΚΤ έχει χορηγήσει πάνω από 2 τρισ. στις τράπεζες χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα ή όρους.
Το μυστήριο υποχωρεί: χώρες με ποσοστό ιδιωτικού χρέους πάνω από το 60% (βλ. πίνακα) δεν αντιμετωπίζονται από την Ε.Ε. και τις αγορές ως υπερχρεωμένες ακόμα κι όταν το συνολικό τους χρέος ξεπερνά το 300% του ΑΕΠ τους, επειδή το μεγαλύτερο κομμάτι του χρέους του (πάνω από 60%) το καλύπτει, παράνομα και στα μουλωχτά, η ΕΚΤ. Να γιατί η Πορτογαλία με 384% χρέος δεν συζητιέται ως προβληματική, ενώ η Ιταλία με 301% χρέους διασύρεται ως αποτυχημένη.
Και ποιος αποφάσισε ότι η ΕΚΤ θα είναι γενναιόδωρη προς τους τραπεζίτες, και το ιδιωτικό χρέος, αλλά κέρβερος με το Δημόσιο, τους συνταξιούχους και τους φτωχότερους των φορολογούμενων; Η ολιγαρχία και οι εν τω Eurogroup εκφραστές της κεκλεισμένων των θυρών και πίσω από την πλάτη των πολιτών. Ομως έτσι η Ευρώπη αποδομείται και τα πολιτικά τέρατα του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας ενισχύονται.
Αυτός είναι ο λόγος που το ΜέΡΑ25 στις ευρωεκλογές καταθέτει ριζοσπαστικές και πολύ συγκεκριμένες προτάσεις για αναδιάρθρωση του συνόλου του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης, των «κόκκινων» δανείων των πολιτών, αλλά και νέες πρακτικές που θέτουν τέλος στο αλισβερίσι των τραπεζιτών εις βάρος των Ευρωπαίων –προτάσεις και πρακτικές που δεν χρειάζονται καν αλλαγές των Ευρωπαϊκών Συνθηκών για να εφαρμοστούν.
Το πρόγραμμα αυτό, που ονομάζουμε ΝΕΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ, εγκρίθηκε την περασμένη Πέμπτη στο Βερολίνο από το Συμβούλιο της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ στην οποία συμμετέχει το ΜέΡΑ25 και άλλα δέκα κινήματα ή κόμματα. Νομίζω ότι αξίζει να διαβαστεί απ’ όσους ενδιαφέρονται για ρεαλιστικές, υπεύθυνες λύσεις.
* γραμματέας του ΜέΡΑ25
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου