Ολύμπιος Δαφέρμος
Διαβάζοντας για τα αίτια της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, διαπιστώνω ότι όλοι οι αρθρογράφοι τον αντιμετωπίζουν ως αστικό κόμμα που έκανε λάθη τακτικής, επικοινωνίας κ.α. Πιθανόν και να μην...
έχουν άδικο! Εδώ το ζήτημα θα το προσεγγίσω «κλασικά».
Η Αριστερά εξ αρχής και εξ ορισμού τίθεται στην υπηρεσία των αδύναμων όλων των ειδών, των καταπιεσμένων, των φτωχών και επαγγέλλεται μια κοινωνία ελεύθερων και χειραφετημένων πολιτών και συνεταιρισμένων παραγωγών με κοινωνικοποίηση, όχι κρατικοποίηση, των μέσων παραγωγής. Ισότητα, λοιπόν, ελευθερία και άμεση δημοκρατία -οι αναφορές κυρίως από τον πρώιμο Μαρξ, παραμερίζοντας και «αγνοώντας» τους διάφορους λενινισμούς, σταλινισμούς και μαοϊσμούς που καταρράκωσαν την ιδέα του εξισωτικού και ελευθεριακού σοσιαλισμού. Επομένως η Αριστερά, ως σύλληψη, είναι μία απολύτως αντισυστημική δύναμη. Συνεπώς, οι προσδοκίες των ανθρώπων, ακόμα και εκείνων που δεν την πιστεύουν, βρίσκονται πολύ πέρα από την απλή διαχείριση της εξουσίας.
Πώς διαχειρίστηκε την όποια εξουσία του ο ΣΥΡΙΖΑ; Επιδίωξε την κατάληψη της κυβέρνησης, γνωρίζοντας ότι ήταν αναγκασμένος να εφαρμόσει ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο οικονομικό πρόγραμμα, που ήταν ολοκληρωτικά και απολύτως αντίθετο με τις αρχές και τις αξίες του. Αυτό συνιστά μια «παρά φύση» σχέση και οδηγεί στην αυτοακύρωση της φυσιογνωμίας του (βλέπε και τα παθήματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που εφάρμοσε νεοφιλελεύθερα προγράμματα). Τίθεται, εκ των πραγμάτων, στην υπηρεσία της οικονομικής ελίτ, την οποία δεν ενόχλησε ούτε καν φορολογικά.
Αντίθετα, υπερφορολόγησε τη μεσαία τάξη. Αυτό από μόνο του βυθίζει τους ελπίζοντες στην απόλυτη απογοήτευση. Ταυτόχρονα -δεν μπορούσε να γίνει και αλλιώς- αθέτησε τις όποιες αριστερές και προγραμματικές υποσχέσεις του. Στη συνέχεια, διαχειρίστηκε την εξουσία με τον ίδιο τρόπο -ίδιο ύφος και ήθος- που θα το έκανε ένα συστημικό κόμμα. Συγκεντρωτισμός, «εγώ» του αρχηγού, απουσία του «εμείς», αδρανοποίηση του κόμματος και παντελής έλλειψη δημοκρατικών διαδικασιών, ίδια σχέση κυβέρνησης - κοινωνίας (βλέπε και δημοψήφισμα). Δεν επιχείρησε καν να ανοίξει διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας ούτε σε επίπεδο γειτονιάς ή δημοτικής κοινότητας.
Δεν επιχείρησε ούτε στοιχειωδώς να εμπλέξει τους ανθρώπους στις αποφάσεις που τους αφορούν και στη συνέχεια στην πραγματοποίησή τους ούτε καν σε τοπικό επίπεδο. Ελάχιστα προώθησε την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, δίχως να προσπαθήσει να εμπλέξει τους άνεργους και ανασφάλιστους σε συλλογικές οικονομικές δραστηριότητες. Δεν έδειξε ούτε στο ελάχιστο έναν άλλο τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των θεσμών και συνολικά της κοινωνίας.
Εκανε μια αστική διαχείριση της εξουσίας. Εν ολίγοις δεν επιχείρησε τέτοιες κοινωνικές και πολιτικές διαδικασίες που θα έδειχναν μια διαφορετική πολιτική αντίληψη. Μια άλλη ποιότητα κοινωνικής οργάνωσης. Αν το επιχειρούσε, θα άλλαζε το πολιτικό τοπίο. Η πολιτική αντιπαράθεση θα έπαιρνε άλλο χαρακτήρα, που θα ευνοούσε την κυβέρνηση. Οι ελπίδες θα αναπτερώνονταν. «Επαιξε σε ξένο γήπεδο», με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επαιξε με το σύστημα του αντιπάλου και με τα δικά του «εργαλεία». Μπορεί όμως έτσι να επιτύχει;
Η κυβέρνηση της Αριστεράς, όταν διαχειρίζεται την εξουσία όπως θα το έκανε ένα συστημικό κόμμα, έχει εξαρχής χάσει το παιχνίδι, εκτός από το γεγονός ότι δεν έχει κανένα νόημα αυτή η διαχείριση.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτόλμησε τα ουσιώδη. Επαιξε όπως και κάθε άλλο κόμμα. Επόμενο ήταν να απογοητεύσει, μιας και οι προσδοκίες που προκάλεσε δεν επαληθεύτηκαν, δεν θα μπορούσαν να επαληθευτούν.
Δίχως τα ουσιώδη, η πολιτική αντιπαράθεση, από την πλευρά της αντιπολίτευσης περιορίστηκε στα δευτερεύοντα, στα επικοινωνιακά κόλπα, στις εντυπώσεις όπως κότερο, Πολάκης, Λοΐζου κ.ά.
Σημαντικά αρνητικό γεγονός ήταν και η καταστροφή στο Μάτι, την οποία εκμεταλλεύτηκε στο έπακρον η αντιπολίτευση με τα φιλικά της ΜΜΕ. Λειτούργησε και αυτό εις βάρος της κυβέρνησης, ίσως όχι άδικα.
Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στο Μακεδονικό, το οποίο, μάλλον, στοίχισε ακριβά στον ΣΥΡΙΖΑ. Η επίλυσή του ήταν αναγκαία από καιρό. Ομως οι τεράστιες διαστάσεις που πήρε, και με την ανέντιμη λαϊκιστική βοήθεια του Μητσοτάκη, είχαν να κάνουν αφενός με την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να δώσει προοπτική και ελπίδα στην κοινωνία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και αφετέρου την καταστροφική επιστροφή στη μήτρα (εθνικισμός, θρησκείες κ.ά.) των ανθρώπων όταν βρίσκονται μπροστά στην αποτυχία της πολιτικής, στην κατάρρευση των ιδεολογιών, των αξιακών συστημάτων και τελικά των ελπίδων για ένα καλύτερο αύριο. Τούτο το τελευταίο φαίνεται να μην το κατάλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι, ο όλος χειρισμός του ζητήματος δεν έγινε με την πρέπουσα προσοχή.
Τελικά, αν η Αριστερά δεν καταφέρει να είναι αντισυστημική –δεν θεωρώ τα ίσαμε σήμερα σοβιετικά σταλινικά κράτη αντισυστημικά– δεν θα έχει καμιά τύχη. Ούτε βέβαια οι απανταχού υποφέροντες...
έχουν άδικο! Εδώ το ζήτημα θα το προσεγγίσω «κλασικά».
Η Αριστερά εξ αρχής και εξ ορισμού τίθεται στην υπηρεσία των αδύναμων όλων των ειδών, των καταπιεσμένων, των φτωχών και επαγγέλλεται μια κοινωνία ελεύθερων και χειραφετημένων πολιτών και συνεταιρισμένων παραγωγών με κοινωνικοποίηση, όχι κρατικοποίηση, των μέσων παραγωγής. Ισότητα, λοιπόν, ελευθερία και άμεση δημοκρατία -οι αναφορές κυρίως από τον πρώιμο Μαρξ, παραμερίζοντας και «αγνοώντας» τους διάφορους λενινισμούς, σταλινισμούς και μαοϊσμούς που καταρράκωσαν την ιδέα του εξισωτικού και ελευθεριακού σοσιαλισμού. Επομένως η Αριστερά, ως σύλληψη, είναι μία απολύτως αντισυστημική δύναμη. Συνεπώς, οι προσδοκίες των ανθρώπων, ακόμα και εκείνων που δεν την πιστεύουν, βρίσκονται πολύ πέρα από την απλή διαχείριση της εξουσίας.
Πώς διαχειρίστηκε την όποια εξουσία του ο ΣΥΡΙΖΑ; Επιδίωξε την κατάληψη της κυβέρνησης, γνωρίζοντας ότι ήταν αναγκασμένος να εφαρμόσει ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο οικονομικό πρόγραμμα, που ήταν ολοκληρωτικά και απολύτως αντίθετο με τις αρχές και τις αξίες του. Αυτό συνιστά μια «παρά φύση» σχέση και οδηγεί στην αυτοακύρωση της φυσιογνωμίας του (βλέπε και τα παθήματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που εφάρμοσε νεοφιλελεύθερα προγράμματα). Τίθεται, εκ των πραγμάτων, στην υπηρεσία της οικονομικής ελίτ, την οποία δεν ενόχλησε ούτε καν φορολογικά.
Αντίθετα, υπερφορολόγησε τη μεσαία τάξη. Αυτό από μόνο του βυθίζει τους ελπίζοντες στην απόλυτη απογοήτευση. Ταυτόχρονα -δεν μπορούσε να γίνει και αλλιώς- αθέτησε τις όποιες αριστερές και προγραμματικές υποσχέσεις του. Στη συνέχεια, διαχειρίστηκε την εξουσία με τον ίδιο τρόπο -ίδιο ύφος και ήθος- που θα το έκανε ένα συστημικό κόμμα. Συγκεντρωτισμός, «εγώ» του αρχηγού, απουσία του «εμείς», αδρανοποίηση του κόμματος και παντελής έλλειψη δημοκρατικών διαδικασιών, ίδια σχέση κυβέρνησης - κοινωνίας (βλέπε και δημοψήφισμα). Δεν επιχείρησε καν να ανοίξει διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας ούτε σε επίπεδο γειτονιάς ή δημοτικής κοινότητας.
Δεν επιχείρησε ούτε στοιχειωδώς να εμπλέξει τους ανθρώπους στις αποφάσεις που τους αφορούν και στη συνέχεια στην πραγματοποίησή τους ούτε καν σε τοπικό επίπεδο. Ελάχιστα προώθησε την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, δίχως να προσπαθήσει να εμπλέξει τους άνεργους και ανασφάλιστους σε συλλογικές οικονομικές δραστηριότητες. Δεν έδειξε ούτε στο ελάχιστο έναν άλλο τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των θεσμών και συνολικά της κοινωνίας.
Εκανε μια αστική διαχείριση της εξουσίας. Εν ολίγοις δεν επιχείρησε τέτοιες κοινωνικές και πολιτικές διαδικασίες που θα έδειχναν μια διαφορετική πολιτική αντίληψη. Μια άλλη ποιότητα κοινωνικής οργάνωσης. Αν το επιχειρούσε, θα άλλαζε το πολιτικό τοπίο. Η πολιτική αντιπαράθεση θα έπαιρνε άλλο χαρακτήρα, που θα ευνοούσε την κυβέρνηση. Οι ελπίδες θα αναπτερώνονταν. «Επαιξε σε ξένο γήπεδο», με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επαιξε με το σύστημα του αντιπάλου και με τα δικά του «εργαλεία». Μπορεί όμως έτσι να επιτύχει;
Η κυβέρνηση της Αριστεράς, όταν διαχειρίζεται την εξουσία όπως θα το έκανε ένα συστημικό κόμμα, έχει εξαρχής χάσει το παιχνίδι, εκτός από το γεγονός ότι δεν έχει κανένα νόημα αυτή η διαχείριση.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτόλμησε τα ουσιώδη. Επαιξε όπως και κάθε άλλο κόμμα. Επόμενο ήταν να απογοητεύσει, μιας και οι προσδοκίες που προκάλεσε δεν επαληθεύτηκαν, δεν θα μπορούσαν να επαληθευτούν.
Δίχως τα ουσιώδη, η πολιτική αντιπαράθεση, από την πλευρά της αντιπολίτευσης περιορίστηκε στα δευτερεύοντα, στα επικοινωνιακά κόλπα, στις εντυπώσεις όπως κότερο, Πολάκης, Λοΐζου κ.ά.
Σημαντικά αρνητικό γεγονός ήταν και η καταστροφή στο Μάτι, την οποία εκμεταλλεύτηκε στο έπακρον η αντιπολίτευση με τα φιλικά της ΜΜΕ. Λειτούργησε και αυτό εις βάρος της κυβέρνησης, ίσως όχι άδικα.
Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στο Μακεδονικό, το οποίο, μάλλον, στοίχισε ακριβά στον ΣΥΡΙΖΑ. Η επίλυσή του ήταν αναγκαία από καιρό. Ομως οι τεράστιες διαστάσεις που πήρε, και με την ανέντιμη λαϊκιστική βοήθεια του Μητσοτάκη, είχαν να κάνουν αφενός με την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να δώσει προοπτική και ελπίδα στην κοινωνία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και αφετέρου την καταστροφική επιστροφή στη μήτρα (εθνικισμός, θρησκείες κ.ά.) των ανθρώπων όταν βρίσκονται μπροστά στην αποτυχία της πολιτικής, στην κατάρρευση των ιδεολογιών, των αξιακών συστημάτων και τελικά των ελπίδων για ένα καλύτερο αύριο. Τούτο το τελευταίο φαίνεται να μην το κατάλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι, ο όλος χειρισμός του ζητήματος δεν έγινε με την πρέπουσα προσοχή.
Τελικά, αν η Αριστερά δεν καταφέρει να είναι αντισυστημική –δεν θεωρώ τα ίσαμε σήμερα σοβιετικά σταλινικά κράτη αντισυστημικά– δεν θα έχει καμιά τύχη. Ούτε βέβαια οι απανταχού υποφέροντες...
Ο Ολύμπιος Εμμ Δαφέρμος γεννήθηκε το 1947 στην Αξό Ρεθύμνου Είναι διπλωματούχος μηχανολόγοςηλεκτρολόγος ΕΜΠ και διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου Εργάστηκε ως σύμβουλος στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Στέλεχος του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και μελος της συντονιστικής επιυροπής του Πολυτεχνείου, είναι συγγραφέας των βιβλίων "Φοιτητές και δικτατορία: Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα" Γαβριηλίδης 1999· 2003 και "Όνειρο ήταν" Γαβριηλίδης 2003· επανέκδοση: Οδυσσέας 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου