Επιμέλεια: Νίκος Δεμισιώτης
«Επρεπε να είναι κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι, να κλείνει μέσα του πολλή ρωμιοσύνη… και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να μιλήσουμε για τους καημούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες, για προδομένες ελπίδες… και πάνω απ’ όλα για ομορφιά. Για την ομορφιά αυτού του λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται, να προδίδεται, να πιστεύει και να συνεχίζει τον αγώνα του, διατηρώντας τις ρίζες του αναλλοίωτες αιώνες τώρα.Όλα αυτά όμως θα ‘πρεπε να ειπωθούν ρωμέικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θα ‘πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο, άπιαστο σχεδόν». Στα λόγια της σπουδαίας Τζένης Καρέζη μπορεί κάποιος να εντοπίσει πως το «Μεγάλο μας Τσίρκο» η θεατρική παράσταση – σύμβολο που έκανε πρεμιέρα μια ημέρα σαν σήμερα ήταν κάτι παραπάνω από μια θεατρική παράσταση.
«Εγχείρημα δύσκολο, άπιαστο σχεδόν»
Η ιδέα γι' αυτό ο θεατρικό έργο ανήκει στην Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο. Εν μέσω της χούντας, ωστόσο, και με την κοινωνία να βράζει μόνο εύκολο δεν θα ήταν. Και σε αυτό το έργο δεν χωρούσαν «εκπτώσεις». Έπρεπε να είναι ένα ταρακούνημα.
Το έργο διατρέχει, με σατυρικό, αλλά και δραματικό τρόπο, τη νεότερη ελληνική ιστορία από την Τουρκοκρατία και τα χρόνια του Όθωνα έως τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη γερμανική Κατοχή. Μέσα από αυτά τα ιστορικά γεγονότα έπρεπε να περνάνε τα αντιδικτατορικά μηνύματα. Αλλά η λογοκρισία καραδοκούσε. Οπότε χρειαζόντουσαν έξυπνες ιδέες ή... καλές δικαιολογίες.
Όπως έχει αφηγηθεί σε παλαιότερη συνέντευξη του ο Κώστας Καζάκος, κάποια στιγμή τον είχαν φωνάξει για να δώσει εξηγήσεις για το κομμάτι που ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ως Κολοκοτρώνης άφηνε την παρακαταθήκη του στους νεοέλληνες. Ο κόσμος αποθέωνε τον αγαπημένο ηθοποιό για τα φλογερά και άκρως... επαναστατικά λόγια και αυτό ενοχλούσε το καθεστώς. Ο λογοκριτής, λοιπόν, ζητά εξηγήσεις για το συγκεκριμένο κομμάτι της παράστασης. «Πήγα στο γραφείο του και έβγαλε κόλες αναφοράς που του είχαν γράψει οι φαντάροι του για τα σημεία που χειροκροτούσε ο κόσμος. Αρχίζει να μου διαβάζει και τυχαίνει να είναι το κομμάτι με τα λόγια του Κολοκοτρώνη. Πετάγομαι πάνω και του λέω ''Στρατηγέ μου, θα κόψουμε αυτά τα λόγια; Ξέρετε ποιανού είναι; Του Γέρου του Μοριά''. Σοκαρίστηκε ο στρατιωτικός. Δεν το περίμενε. Έσκισε τις κόλλες και τις πέταξε στα σκουπίδια» είπε γελώντας ο Κώστας Καζάκος!
«Το Μεγάλο μας τσίρκο, ανέβηκε, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 22 Ιουνίου 1973, στο θέατρο Αθήναιον στην οδό Πατησίων το οποίο βρισκόταν απέναντι από το Μουσείο.
Την παράσταση ανέλαβε να σκηνοθετήσει ο Κώστας Καζάκος με βοηθό τον Άρη Δαβαράκη, τα σκηνικά και τα κοστούμια έφτιαξε ο Φαίδων Πατρικαλάκης. Τα τραγούδια της παράστασης έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τα ερμήνευε επί σκηνής ο Νίκος Ξυλούρης. Η κίνηση και η θεατρική απόδοση της σκηνής του Καραγκιόζη διδάχτηκε από τον Ευγένιο Σπαθάρη, ο οποίος διακόσμησε το χώρο της εισόδου. Τους βασικούς ρόλους ερμήνευσαν ο Κώστας Καζάκος, η Τζένη Καρέζη, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος.
«Ψωμί, παιδεία, ελευθερία»Όλοι γνωρίζουν πως το «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» ήταν το κεντρικό σύνθημα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Αυτό που λίγοι ξέρουν, ωστόσο, είναι πως το συγκεκριμένο σύνθημα δεν ακούστηκε πρώτη φορά εκεί. Πρωτοεμφανίστηκε σε πλακάτ κατά τη διάρκεια της παράστασης!
Η επιτυχία ήταν πρωτόγνωρη. Στην Αθήνα όσο καιρό παιζόταν έκοψε πάνω από μισό εκατομμύριο εισιτήρια! Στη Θεσσαλονίκη, μόνο για έξι παραστάσεις έκοψε 52.000 εισιτήρια!
Η τεράστια επιτυχία ενόχλησε το καθεστώς που αποφάσισε να λάβει πιο σκληρά μέτρα. Οι παραστάσεις του διακόπηκαν βίαια από τη δικτατορία, τον Οκτώβριο, λίγο πριν από το Πολυτεχνείο. Η Τζένη Καρέζη (την ώρα, μάλιστα, που η παράσταση ήταν σε εξέλιξη και κρατήθηκε στην απομόνωση για περίπου ένα μήνα) και ο Κώστας Καζάκος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν στην ΕΑΤ - ΕΣΑ, ενώ συνελήφθησαν εκ νέου κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Οι παραστάσεις του έργου συνεχίστηκαν μετά την αποφυλάκισή τους με μεγαλύτερη επιτυχία από τις 22 Δεκεμβρίου 1973 αλλά αυτή τη φορά στο θέατρο «Ακροπόλ». Η πρεμιέρα συγκλονιστική. Ο κόσμος είχε κρυμμένα κόκκινα γαρύφαλλα στις τσέπες του και όταν έπεσε η αυλαία έρανε τη σκηνή και τους συντελεστές. Η Τζένη Καρέζη ψιθύρισε «Ναι. Θα ξαναπάω φυλακή. Αν χρειαστεί θα ξαναπάω».
Το μόνο κακό που υπάρχει είναι πως μόνο κάποια ολιγόλεπτα αποσπάσματα έχουν σωθεί από «το Μεγάλο μας Τσίρκο», ένα έργο που ξεπέρασε την εποχή του και τις προθέσεις του δημιουργού χάρη στην ευφυΐα του συγγραφέα του, την υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών αλλά την ενθουσιώδη υποδοχή του κόσμου.
Τα τραγούδια της παράστασης αγαπήθηκαν όσο λίγα και πολλά από αυτά τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα. Το 1974 κυκλοφόρησαν σε δίσκο από την Columbia με τον Σταύρο Ξαρχάκο να κάνει την ενορχήστρωση και να έχει αναλάβει τη διεύθυνση της ορχήστρας. Αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση, στις 3 Αυγούστου 1974, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των λογοκριμένων σκηνών και ενός τραγουδιού («Το Προσκύνημα») στο φινάλε της παράστασης για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου.
Τα τραγούδια της παράστασης αγαπήθηκαν όσο λίγα και πολλά από αυτά τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα. Το 1974 κυκλοφόρησαν σε δίσκο από την Columbia με τον Σταύρο Ξαρχάκο να κάνει την ενορχήστρωση και να έχει αναλάβει τη διεύθυνση της ορχήστρας. Αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση, στις 3 Αυγούστου 1974, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των λογοκριμένων σκηνών και ενός τραγουδιού («Το Προσκύνημα») στο φινάλε της παράστασης για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου.
Πηγή: Reader
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου