Δεν (θα έπρεπε) πρέπει να περάσει απαρατήρητη η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου σχετικά με το τηλεφώνημα που έκανε ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στον Κυριάκο Μητσοτάκη για την επανεκλογή του. Η εν λόγω ανακοίνωση αφού επαναλαμβάνει τα τετριμμένα περί των ισχυρών δεσμών κ.λπ., καταλήγει: «Οι δύο ηγέτες δεσμεύτηκαν να συνεχίσουν τη στενή συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεών μας σε όλο το φάσμα των κοινών προτεραιοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης της σταθερότητας στο Αιγαίο».
Ήδη, πριν από την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου είχε γίνει γνωστή η επικοινωνία (για τα συχαρίκια) του Ερντογάν με τον Μητσοτάκη και η συμφωνία τους να συναντηθούν την ερχόμενη βδομάδα (11-12 Ιουλίου) στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βιλνιούς της Λιθουανίας. Αξίζει να σημειωθεί πως ανάλογη διμερής ελληνοτουρκική συνάντηση έχει συμφωνηθεί να πραγματοποιηθεί τις ίδιες μέρες μεταξύ και των δύο νέων υπουργών Εξωτερικών (Γεραπετρίτη – Φιντάν), που θα παρευρίσκονται/συμμετέχουν στη ΝΑΤΟϊκή Σύνοδο.
Το γεγονός ότι η προσπάθεια/μεθόδευση αναθέρμανσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα εξελιχθεί στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ δεν είναι τυχαίο. Ο βορειοατλαντικός στρατιωτικός μηχανισμός, δεν είναι μυστικό, αποτελεί το «βαρύ χέρι» της αμερικανικής διπλωματίας, καθώς η Ουάσιγκτον τον ελέγχει απόλυτα και τον χρησιμοποιεί για να προκαλεί «τρόμο» στους εχθρούς και κυρίως για να «καθοδηγεί» τους συμμάχους σε ξεκάθαρη αμερικανική γραμμή πλεύσης.
Το στρατιωτικό αποτύπωμα
Δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως κατά την τελευταία κορύφωση της ελληνοτουρκικής κρίσης το καλοκαίρι του 2020 με τις έρευνες που έκανε το τουρκικό ωκεανογραφικό Ορούτς Ρέις φτάνοντας μέχρι και 6,5 μίλια από τις ακτές των ελληνικών νησιών (Καστελόριζο, Ρόδο, Κρήτη), το ΝΑΤΟϊκό πλαίσιο ήταν εκείνο στο οποίο οι Αμερικανοί επέλεξαν να τοποθετήσουν το ελληνοτουρκικό πρόβλημα, προκειμένου να αναζητηθούν τρόποι εκτόνωσης.
Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε ο «μηχανισμός αποσυμπίεσης» της ελληνοτουρκικής έντασης και εξελίχθηκαν σε επίπεδο ανώτατων υπηρεσιακών παραγόντων της Ελλάδας και της Τουρκίας, υπό την αυστηρή αμερικανική επίβλεψη, οι συζητήσεις για τη μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος στην ελληνοτουρκική μεθόριο.
Τα αποτελέσματα αυτών των συζητήσεων ουδέποτε ανακοινώθηκαν, ωστόσο αποτελούν παρακαταθήκη για τις μελλοντικές συζητήσεις που προετοιμάζονται στο παρασκήνιο, καθώς στις δύο χώρες έχουν προκύψει ισχυρότατες κυβερνήσεις με νωπή εντολή που θα μπορούσαν(;) να φέρουν σε πέρας κάποιους(;) συμβιβασμούς.
Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι όταν ξεκίνησε η συζήτηση στο ΝΑΤΟ για τη μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος, η Άγκυρα είχε φέρει στην κορυφή της ατζέντας των διεκδικήσεών της σε βάρος της Ελλάδας την (απο)στρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών που βρίσκονται στην ελληνοτουρκική μεθόριο.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι αμερικανικές οδηγίες προς τους ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους να ενισχύσουν με πολεμικό υλικό το Κίεβο πρόσφεραν στην ελληνική κυβέρνηση τη δυνατότητα να εμφανιστεί και αφοσιωμένη στην Ουάσιγκτον και κατευναστική στην (ανικανοποίητη, ωστόσο) Τουρκία. Το «ξαλάφρωμα» της αεράμυνας των ελληνικών νησιών με την αποστολή στην Ουκρανία ρωσικής τεχνολογίας αντιαεροπορικών συστημάτων και αρμάτων μάχης προχώρησε προσφέροντας στην ελληνική κυβέρνηση τα αμερικανικά εύσημα, ανοίγοντας ωστόσο την όρεξη της Άγκυρας για μεγαλύτερες παραχωρήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος (της αμυνόμενης Ελλάδας και της επιτιθέμενης Τουρκίας) θα είναι, όπως εκτιμούν έμπειροι διπλωμάτες, ένα από τα (νέα) Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που θα συζητηθούν στο πλαίσιο της νέας ελληνοτουρκικής προσπάθειας προσέγγισης…
Το κυπριακό ανάχωμα
Πραγματοποιώντας την πρώτη του επίσκεψη ως υπουργός Εξωτερικών στην Κύπρο ο Γιώργος Γεραπετρίτης στις δηλώσεις του μίλησε για «ιστορική ευκαιρία επίλυσης του Κυπριακού».
Η εν λόγω άκρως αισιόδοξη διατύπωση του νέου υπουργού Εξωτερικών, η οποία μάλιστα δεν στηρίζεται σε κανένα θετικό δεδομένο (αντιθέτως, παραβλέπει σειρά αρνητικών εξελίξεων), θα πρέπει να μας προετοιμάσει για διεργασίες στο Κυπριακό.
Το κυπριακό πρόβλημα (εισβολή και κατοχή εδάφους ανεξάρτητης χώρας μέλους της Ε.Ε.) ανέκαθεν αποτελούσε το ανάχωμα πάνω στο οποία εξαντλούνταν κάθε προσπάθεια διευθέτησης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Πώς θα μπορούσε η όποια ελληνική κυβέρνηση να καταλήξει σε κάποια ελληνοτουρκική συμφωνία με το Κυπριακό σε εκκρεμότητα;
Η «κινητικότητα» που προδιαγράφεται στο Κυπριακό τους επόμενους μήνες, εκτός από την προώθηση «διχοτομικών λύσεων», αποσκοπεί να καλλιεργήσει την εντύπωση πως το «πακέτο» των ελληνοτουρκικών προχωρά σε διευθετήσεις και να διευκολύνει τους χειρισμούς της κυβέρνησης στο ναρκοπέδιο των πολιτικών αντιπαραθέσεων που θα προκύψουν, όπως συμβαίνει κάθε φορά που προωθείται μια διαδικασία «επίλυσης» των ελληνοτουρκικών.
Αυτή τη φορά, αλλιώς…
Κοιτώντας τη σύνθεση της νέας ελληνικής Βουλής, μπορεί κάποιος να δικαιολογήσει την αισιοδοξία όσων προβλέπουν ραγδαίες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ., έχοντας απέναντί της μια «διαλυμένη» αξιωματική αντιπολίτευση, ένα πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα (ΠΑΣΟΚ), κάποιους που απλώς «σκαρφάλωσαν» στη Ζωή Κωνσταντοπούλου και έγιναν βουλευτές, δεν αναμένεται να βρει σοβαρές πολιτικές αντιστάσεις σε ενδεχόμενους συμβιβασμούς με την Τουρκία. Οι κορώνες που θα ακουστούν από τα ακροδεξιά ρετάλια της θεωρούνται ήδη απαξιωμένες και ακίνδυνες.
Ωστόσο, παραφράζοντας μια παλιά σοφή κουβέντα που λέει ότι «με το Κυπριακό/ελληνοτουρκικά δεν κερδίζει κάποιος εκλογές, μπορεί ωστόσο να τις χάσει», οι νέοι επίδοξοι διεκδικητές του «Νόμπελ ειρήνης» ας έχουν κατά νου πως εδώ και μισό αιώνα κάποιοι, κατά τεκμήριο ικανότεροι από αυτούς (ανάμεσά τους και ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού), βρήκαν τοίχο όταν αναζήτησαν συμβιβασμούς με την Άγκυρα.
Πηγή: topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου