Πάνε κάµποσα χρόνια τώρα που το διεθνές έθιμο τηρείται απαρεγκλίτως. Μόλις ανοίγει η άνοιξη τα τεφτέρια της, αν βέβαια ισχύει ακόμα ο χωρισμός του έτους σε τέσσερις διακριτές εποχές, αρχίζει το πανηγύρι της αριστείας, του ποσοτικοποιημένου κάλλους, της βαθμολογημένης αίγλης νησιών, ακρογιαλιών, λιμνών, ποταμών, ορεινών «απομονωτηρίων», τουριστικών προορισμών εν γένει:
«οι εκατό καλύτερες αμμουδιές του κόσμου», «τα... δέκα ωραιότερα νησιά», «είκοσι μυστικές “Μπαχάμες” στη Μεσόγειο»… Κι από κοντά, αφού τα ταξίδια ανοίγουν την όρεξη (ιδίως τα καθιστικά ταξίδια, από το σπίτι σου κατευθείαν για άραγμα στο ξενοδοχείο με τις τρεις πισίνες, εκατό μέτρα από τη θάλασσα), «οι πενήντα καλύτερες σαλάτες του κόσμου», «τα είκοσι νοστιμότερα τυριά του ευρωπαϊκού Νότου», «τα 49+1 γευστικότερα πιάτα της Ευρώπης», «τα τριάντα καλύτερα κρασιά»…
Ολα υπάγονται στα μαθηματικά πλέον. Ακόμα και τα υποκειμενικότερα των πραγμάτων και των αισθημάτων. Και το ίδιο το γούστο σου, το απλούστατο μα και ταυτοτικό «μ’ αρέσει – δεν μ’ αρέσει», πρέπει να προσαρμοστεί, να εκπαιδευτεί στα «in», τα «must» και τα «the best of…». Πρέπει να αποδεχτεί σαν επιστημονικά τεκμηριωμένη την εκκωφαντική αυθαιρεσία τους, για να μη μοιάζει παράταιρο, αλλόκοτο, απειλητικό.
Διακονώντας τον χόμο τουρίστικους, τον μαζικό άνθρωπο που καταναλώνει ξένους τόπους δίχως να ενδιαφέρεται να τους μάθει, ξένες εφημερίδες μεγάλου εκτοπίσματος, περιοδικά ειδικευμένα ή γενικού περιεχομένου και ιστοσελίδες αφιερωμένες στην τουριστική βιομηχανία δημοσιεύουν καταλόγους με τις δεκάδες ή τις εκατοντάδες των «καλύτερων». Το ίδιο κάνουν και οι περιβόητοι ινφλουένσερ, αφού ο πλανήτης έχει πια στριμωχτεί στο φέισμπουκ ή είναι συντονισμένος στον ρυθμό Τικ-Τοκ. Ετσι τουλάχιστον πιστεύουμε ανιστόρητα όσοι ταυτίζουμε τον πλανήτη με τη Δύση.
Λίστες λοιπόν. Για να ‘χεις να διαλέξεις. Ή μάλλον για να ‘χεις να στενοχωρηθείς. Γιατί μπορεί ο τουρισμός να είναι παγκόσμιο φαινόμενο, αφού έχει μετατρέψει το καθετί σε «αξιοθέατο», από τις κορυφές των σκουπιδοβριθών Ιμαλαΐων έως τα διάσημα (και θανάσιμα) ναυάγια στον βυθό του Ατλαντικού, σε λίγο και τη Σελήνη, δεν αφορά όμως όλον τον κόσμο. Πόσοι Ελληνες αντέχουν άραγε ένα πενθήμερο στις Κυκλάδες, και δεν εννοώ την άβατη έτσι κι αλλιώς Μύκονο ή τη Σαντορίνη, αλλά την προ δεκαετίας λαϊκή Νάξο;
Αφήστε δε που τα νερά του Αιγαίου, της Μεσογείου όλης, είναι πια ρυπαρά. Μολύνονται από τους αμέτρητους εθελοντές του θαλασσοπνιγμού, που για να υπηρετήσουν το σατανικό σχέδιο της Μεγάλης Αντικατάστασης, στριμώχνονται σε σαπιοκάραβα και, για να μας εκθέσουν, τα βουλιάζουν μόνοι τους και πνίγονται. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Ευρωπαίων λιμενικών να τους σώσουν – Ελλήνων, Ιταλών, Ισπανών, Μαλτέζων, Φροντεξιανών.
Παλαιότερα, όποτε έβλεπα το όνομα ελληνικού νησιού ανάμεσα στα «δέκα ομορφότερα του κόσμου» ή πέντε ακρογιαλιών μας μεταξύ των «εκατό τοπ» ψιλοκαμάρωνα για την πατρίδα μας, που ναι, είναι η ωραιότερη του κόσμου, όπως συμβαίνει και με καμιά διακοσαριά άλλες πατρίδες. Τώρα όμως τρομάζω, και ιδίως με τις λίστες που γνωστοποιούν τοις πάσι τις «μυστικές ομορφιές του Αιγαίου» ή «τα πέντε ελληνικά νησιά που δεν τα έχει αλλοιώσει ο τουρισμός»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου