Του Νίκου Κοτζιά (μέσω "press-gr")
Η κυβέρνηση (με αυξανόμενες
διαφοροποιήσεις), η τρόικα (με αυξανόμενη σιωπή) και οι σύμβουλοί τους
(με αυξανόμενο κρυφτό), εμφανίζουν την πολιτική που προωθούν ως αναγκαιότητα και
μονόδρομο. Αντίθετα με αυτούς, που συναποτελούν το Κόμμα του Μνημονίου,
υποστηρίζω ότι οι πολιτικές επιλογές των κυρίαρχων σήμερα δυνάμεων, υπηρετούν
συγκεκριμένα μειοψηφικά συμφέροντα ενάντια στην πλειοψηφία του λαού. Δεν φτάνει
δε, ότι αυτές οι πολιτικές είναι καταστροφικές για τη χώρα, επιπλέον, η εφαρμογή
τους χαρακτηρίζεται από... αυξανόμενο αντικοινωνικό πάθος
προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα 15 οικογενειών στην Ελλάδα, καθώς και
των πολιτικών και δημοσιογράφων που συνδέονται με αυτές.
Το Κόμμα του Μνημονίου εμφανίζει ότι είναι να παρθεί από τους μη έχοντες και αδύναμους ως θεϊκή επιταγή (μόνο που ως θεός εμφανίζεται ο ξένος παράγοντας) καθώς και οικονομική αναγκαιότητα. Αντίθετα, δεν λαμβάνει ανάλογα μέτρα ενάντια στους έχοντες και κατέχοντες, όπως είναι τα μεγάλα συμφέροντα, η διαπλοκή και η διεθνής τοκογλυφία. Με βάση αυτό το γεγονός, υποστηρίζω από την αρχή της κρίσης ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών είναι ιδιαίτερα σκληρές απέναντι των αδύναμων, και όλο ευγένεια έναντι των ισχυρών. Πρόκειται για μια πολιτική που με σκληρά αντικοινωνικά κριτήρια ανάγει τους απλούς και καθημερινούς ανθρώπους σε κύριο εχθρό του μέλλοντος της πατρίδας, ενώ, ταυτόχρονα, προστατεύει τους πραγματικά υπεύθυνους. Αυτή η θεμελιακή θέση που υποστηρίζω, προκύπτει από εκατοντάδες παραδείγματα, ορισμένα από τα οποία παραθέτω στη συνέχεια.
Σε ποιόν χρωστά το κράτος;Η καθημερινή προπαγάνδα και οι απαιτήσεις της τρόικας έχουν ως στόχο να πληρώσει το ελληνικό δημόσιο τα χρέη του. Ως δεσμευτικοί δεν θεωρούνται όλες οι κατηγορίες χρεών, αλλά μόνο δύο. Η πρώτη αφορά τον δημόσιο δανεισμό. Αυτός σε μεγάλο βαθμό αφορά τοκογλύφους οι οποίοι λαμβάνουν δάνεια με 1% από την ΕΚΤ και δανείζουν κατόπιν με 6% το ελληνικό κράτος. Όπως δείχνω στο νέο μου βιβλίο «Πολιτική Σωτηρίας» (εκδόσεις Λιβάνη) ο αρχικός δανεισμός της Ελλάδας με αφετηρία του 1994 έχει ήδη ξεπληρωθεί έξη (ναι! 6!) φορές και χρωστάμε άλλες πέντε (ναι! Άλλες 5!). Άρα οι δανειστές μας ως σύνολο έχουν ήδη λάβει τα αρχικά τους απαιτητές τοκοχρεολύσια στο πολλαπλάσιο.
Η τρόικα επιμένει στον υπέρτατο βαθμό να πληρωθούν χρέη που έχει το ελληνικό δημόσιο προς ιδιώτες επιχειρηματίες. Χρέη που αν είναι «έντιμα», όπως αυτά των ταμείων προς τους φαρμακοποιούς πράγματι πρέπει να πληρωθούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις το ελάχιστο που πρέπει να γίνουν, είναι να συμψηφιστούν με τα χρέη ιδιωτών προς το δημόσιο. Υπάρχουν, όμως, ιδιωτικά χρέη που προήλθαν από υπερτιμολογήσεις, διαφθορά και άλλους τρόπους, όπως είναι ορισμένα εκ των χρεών προς φαρμακευτικές εταιρείες. Σε αυτή την περίπτωση η βιασύνη της τρόικας και οι απαιτήσεις που διατυπώνει μάλλον απορρέουν από τους έλληνες πληροφοριοδότες της και τα ελληνικά συστήματα προεργασίας και προετοιμασίας των μνημονίων. Σε κάθε περίπτωση, όπως δείχνουν και τα δύο παραδείγματα, το ελληνικό δημόσιο καλείται να πληρώνει τους κάθε μορφής επιχειρηματίες «δανειστές» του.
Υπάρχουν, όμως, πολλοί περισσότεροι δανειστές του ελληνικού δημοσίου. Άνθρωποι του καθημερινού μόχθου. Που ουσιαστικά δάνεισαν το ελληνικό δημόσιο από το υστέρημά τους. Αυτοί είναι όλοι οι μισθωτοί, γενικότερα όλοι οι ασφαλισμένοι. Η κυβέρνηση κάθε τρίτο μήνα περιορίζει το κοινωνικό κράτος, μειώνει τους μισθούς και τις συντάξεις, προσπαθεί να καταργήσει το εφάπαξ των δημοσίων. Το ερώτημα είναι πολύ απλό: αυτά είναι χρήματα της τρόικας και της κυβέρνησης ή χρήματα των μισθωτών που τα έχουν καταθέσει, δηλαδή, δανείσει, στο δημόσιο; Η απάντηση είναι εξίσου απλή. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το εφάπαξ. Οι δημόσιοι υπάλληλοι κόβουν ένα κομμάτι του μισθού τους και το παραδίδουν στα χέρια του κράτους προκειμένου να τους το φυλάξει και να τους το επιτρέψει αρχικά μετά από περίπου 35 χρόνια. Στο διάστημα αυτό, το ελληνικό κράτος διαθέτει για τρίτους σκοπούς ποσά που έχει δανειστεί από τους δημόσιους υπαλλήλους. Άρα οφείλει να τους τα επιστρέψει προσθέτοντας έναν καλό τόκο. Τα ίδια ισχύουν στον ένα ή άλλο βαθμό για όλα τα συνταξιοδοτικά ταμεία και δικαιώματα.
Προκύπτει, λοιπόν, ένα πολύ απλό ερώτημα, γιατί η κυβέρνηση και η τρόικα δείχνουν τόσο πόνο για τα όποια (συχνά μη νόμιμα) χρέη του δημοσίου προς ιδιώτες επιχειρηματίες και τράπεζες, αλλά δεν δείχνει την ίδια ευαισθησία για τους έχοντες προπληρώσει το εφάπαξ και τις συντάξεις τους; Γιατί η τρόικα απαιτεί να πληρωθούν οι φαρμακοβιομηχανίες και να μην εκπέσει ούτε σεντς από τα χρωστούμενα, αλλά αυθαιρετεί ως προς το εφάπαξ (πέραν του γεγονότος της αδυναμίας της ΑΔΕΔΥ να αντιδράσει ουσιαστικά); Η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: Κυβέρνηση και Τρόικα πιστεύουν ότι ο επιχειρηματίας δεν πρέπει να χάσει ούτε ένα σεντς, ενώ τα δάνεια που έχει λάβει το δημόσιο από τους εργαζομένους μπορούν να λεηλατηθούν πολλαπλά. Ότι δηλαδή δεν μπορεί κανείς να κόβει από τα κέρδη των καπιταλιστών, αλλά μπορεί να αυθαιρετεί επί των χρημάτων που ανήκουν σε μισθωτούς. Και όλα αυτά στο όνομα των αγορών.
2. Η αγορά είναι «ελεύθερη» ή γίνονται μονόπλευρες ρυθμίσεις;Σύμφωνα με τους κεϋνσιανούς και τμήματος της αριστεράς, το δημόσιο θα πρέπει να παρεμβαίνει στην αγορά και να κάνει ρυθμίσεις. Ιδιαίτερα να ρυθμίζει τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους το δημόσιο δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει στις αγορές. Οφείλει να αφήνει να εξελίσσονται τα πράγματα μόνα τους. Σε κάθε περίπτωση, μόνο ο τύπος του κορποριτιστικού κράτους του φασιστικού μοντέλου της Ιταλίας στον μεσοπόλεμο έκανε συστηματικά κατασταλτικές παρεμβάσεις στην «αγορά εργασίας».
Τι συμβαίνει στη σημερινή Ελλάδα; Καταρχάς δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική παρέμβαση και έλεγχος στις αγορές όσον αφορά τις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών. Στα δύο χρόνια κρίσης ενώ υπάρχει μεγάλη ύφεση, οι τιμές δεν μειώνονται. Η δε αύξηση αυτή δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο στις αυξήσεις του ΦΠΑ, αλλά οφείλεται στην προσπάθεια που κάνουν –όσο βέβαια τους παίρνει και φαίνεται ότι τους παίρνει- να διατηρήσουν ακόμα και να αυξήσουν τις τιμές και κατά προέκταση τα κέρδη τους στην εποχή της κρίσης. Αντίθετα, υπάρχει η μέγιστη δυνατή παρέμβαση όσον αφορά την αγορά εργασίας. Αντί προστασίας αποδιοργανώνεται όλο το σύστημα των δικαιωμάτων που απέρρεαν από τις εργασιακές σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί μέσα στις τελευταίες δεκαετίες. Η τρόικα και το κράτος κάνουν συνεχείς παρεμβάσεις περιορισμού αυτών των δικαιωμάτων και διαμόρφωσης μιας μικρότερης τιμής για την μισθωτή εργασία. Με αυτό τον τρόπο, ρυθμίζουν προς τα κάτω τους μισθούς και κατά προέκταση τις συντάξεις της πλειοψηφίας των ελλήνων.
Στο ερώτημα εάν λειτουργεί η αγορά, η απάντηση είναι ότι σε μεγάλο βαθμό η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από απουσία του κράτους εκεί που πρέπει να προστατεύεται το λαϊκό εισόδημα και να ελέγχονται τα ανεξέλεγκτα κέρδη. Αντίθετα το ελληνικό κράτος μαζί με την τρόικα παρανόμως παρεμβαίνουν ως προς το ύψος των μισθών και των συντάξεων, καθώς και τον ελάχιστο μισθό. Παρεμβαίνει, επίσης, προκειμένου να στηρίξει μεγαλοεπιχειρηματίες που έχουν αποτύχει, όπως είναι οι εργολάβοι που πληρώνονται για διόδια εθνικών οδών που δεν κατασκευάζουν και τραπεζίτες που προσπαθούν να αποφύγουν την κρατικοποίηση των επιχειρήσεών τους που στηρίζονται στα λεφτά του δημοσίου/ των φορολογουμένων.
Ποιόν υβρίζουν οι κυβερνώντες;Η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, της μονόπλευρης παρέμβασης στις αγορές καθώς και της μονόπλευρης «αναγνώρισης» χρεών, προκειμένου να υλοποιηθεί, προϋποθέτει την ύβρη έναντι όλων εκείνων που αδικεί και την στήριξη με όλα τα μέσα ενημέρωσης και προπαγάνδας εκείνων στους οποίους κάνει παροχές. Για αυτό, η τρόικα, η κυβέρνηση και τα περισσότερα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης εμφανίζουν τα μέτρα ενάντια στους μισθωτούς, τους μικρομεσαίους και τους συνταξιούχους ως αναγκαία και μοναδικά, ενώ αποσιωπούν όσο μπορούν την στήριξη που δίνουν, όπως έδειξα σε δύο παραδείγματα και υπάρχουν μυριάδες ανάλογα, στα μεγάλα συμφέροντα και στην διαπλοκή. Με αυτό τον τρόπο παράγουν μια στρεβλή εικόνα του ποιος φταίει για την κρίση και ποιος καρπώνεται της κρίσης. Όσοι, λοιπόν, από τους κυβερνητικούς θέλουν να κάνουν αυτοκριτική, θα όφειλαν πριν από όλα να μιλήσουν για τις αδικίες που υφίστανται ιο συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι, για την ανάγκη καταπολέμησης των συμφερόντων που κινούνται ως Κόμμα του Μνημονίου.
Το Κόμμα του Μνημονίου εμφανίζει ότι είναι να παρθεί από τους μη έχοντες και αδύναμους ως θεϊκή επιταγή (μόνο που ως θεός εμφανίζεται ο ξένος παράγοντας) καθώς και οικονομική αναγκαιότητα. Αντίθετα, δεν λαμβάνει ανάλογα μέτρα ενάντια στους έχοντες και κατέχοντες, όπως είναι τα μεγάλα συμφέροντα, η διαπλοκή και η διεθνής τοκογλυφία. Με βάση αυτό το γεγονός, υποστηρίζω από την αρχή της κρίσης ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών είναι ιδιαίτερα σκληρές απέναντι των αδύναμων, και όλο ευγένεια έναντι των ισχυρών. Πρόκειται για μια πολιτική που με σκληρά αντικοινωνικά κριτήρια ανάγει τους απλούς και καθημερινούς ανθρώπους σε κύριο εχθρό του μέλλοντος της πατρίδας, ενώ, ταυτόχρονα, προστατεύει τους πραγματικά υπεύθυνους. Αυτή η θεμελιακή θέση που υποστηρίζω, προκύπτει από εκατοντάδες παραδείγματα, ορισμένα από τα οποία παραθέτω στη συνέχεια.
Σε ποιόν χρωστά το κράτος;Η καθημερινή προπαγάνδα και οι απαιτήσεις της τρόικας έχουν ως στόχο να πληρώσει το ελληνικό δημόσιο τα χρέη του. Ως δεσμευτικοί δεν θεωρούνται όλες οι κατηγορίες χρεών, αλλά μόνο δύο. Η πρώτη αφορά τον δημόσιο δανεισμό. Αυτός σε μεγάλο βαθμό αφορά τοκογλύφους οι οποίοι λαμβάνουν δάνεια με 1% από την ΕΚΤ και δανείζουν κατόπιν με 6% το ελληνικό κράτος. Όπως δείχνω στο νέο μου βιβλίο «Πολιτική Σωτηρίας» (εκδόσεις Λιβάνη) ο αρχικός δανεισμός της Ελλάδας με αφετηρία του 1994 έχει ήδη ξεπληρωθεί έξη (ναι! 6!) φορές και χρωστάμε άλλες πέντε (ναι! Άλλες 5!). Άρα οι δανειστές μας ως σύνολο έχουν ήδη λάβει τα αρχικά τους απαιτητές τοκοχρεολύσια στο πολλαπλάσιο.
Η τρόικα επιμένει στον υπέρτατο βαθμό να πληρωθούν χρέη που έχει το ελληνικό δημόσιο προς ιδιώτες επιχειρηματίες. Χρέη που αν είναι «έντιμα», όπως αυτά των ταμείων προς τους φαρμακοποιούς πράγματι πρέπει να πληρωθούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις το ελάχιστο που πρέπει να γίνουν, είναι να συμψηφιστούν με τα χρέη ιδιωτών προς το δημόσιο. Υπάρχουν, όμως, ιδιωτικά χρέη που προήλθαν από υπερτιμολογήσεις, διαφθορά και άλλους τρόπους, όπως είναι ορισμένα εκ των χρεών προς φαρμακευτικές εταιρείες. Σε αυτή την περίπτωση η βιασύνη της τρόικας και οι απαιτήσεις που διατυπώνει μάλλον απορρέουν από τους έλληνες πληροφοριοδότες της και τα ελληνικά συστήματα προεργασίας και προετοιμασίας των μνημονίων. Σε κάθε περίπτωση, όπως δείχνουν και τα δύο παραδείγματα, το ελληνικό δημόσιο καλείται να πληρώνει τους κάθε μορφής επιχειρηματίες «δανειστές» του.
Υπάρχουν, όμως, πολλοί περισσότεροι δανειστές του ελληνικού δημοσίου. Άνθρωποι του καθημερινού μόχθου. Που ουσιαστικά δάνεισαν το ελληνικό δημόσιο από το υστέρημά τους. Αυτοί είναι όλοι οι μισθωτοί, γενικότερα όλοι οι ασφαλισμένοι. Η κυβέρνηση κάθε τρίτο μήνα περιορίζει το κοινωνικό κράτος, μειώνει τους μισθούς και τις συντάξεις, προσπαθεί να καταργήσει το εφάπαξ των δημοσίων. Το ερώτημα είναι πολύ απλό: αυτά είναι χρήματα της τρόικας και της κυβέρνησης ή χρήματα των μισθωτών που τα έχουν καταθέσει, δηλαδή, δανείσει, στο δημόσιο; Η απάντηση είναι εξίσου απλή. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το εφάπαξ. Οι δημόσιοι υπάλληλοι κόβουν ένα κομμάτι του μισθού τους και το παραδίδουν στα χέρια του κράτους προκειμένου να τους το φυλάξει και να τους το επιτρέψει αρχικά μετά από περίπου 35 χρόνια. Στο διάστημα αυτό, το ελληνικό κράτος διαθέτει για τρίτους σκοπούς ποσά που έχει δανειστεί από τους δημόσιους υπαλλήλους. Άρα οφείλει να τους τα επιστρέψει προσθέτοντας έναν καλό τόκο. Τα ίδια ισχύουν στον ένα ή άλλο βαθμό για όλα τα συνταξιοδοτικά ταμεία και δικαιώματα.
Προκύπτει, λοιπόν, ένα πολύ απλό ερώτημα, γιατί η κυβέρνηση και η τρόικα δείχνουν τόσο πόνο για τα όποια (συχνά μη νόμιμα) χρέη του δημοσίου προς ιδιώτες επιχειρηματίες και τράπεζες, αλλά δεν δείχνει την ίδια ευαισθησία για τους έχοντες προπληρώσει το εφάπαξ και τις συντάξεις τους; Γιατί η τρόικα απαιτεί να πληρωθούν οι φαρμακοβιομηχανίες και να μην εκπέσει ούτε σεντς από τα χρωστούμενα, αλλά αυθαιρετεί ως προς το εφάπαξ (πέραν του γεγονότος της αδυναμίας της ΑΔΕΔΥ να αντιδράσει ουσιαστικά); Η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: Κυβέρνηση και Τρόικα πιστεύουν ότι ο επιχειρηματίας δεν πρέπει να χάσει ούτε ένα σεντς, ενώ τα δάνεια που έχει λάβει το δημόσιο από τους εργαζομένους μπορούν να λεηλατηθούν πολλαπλά. Ότι δηλαδή δεν μπορεί κανείς να κόβει από τα κέρδη των καπιταλιστών, αλλά μπορεί να αυθαιρετεί επί των χρημάτων που ανήκουν σε μισθωτούς. Και όλα αυτά στο όνομα των αγορών.
2. Η αγορά είναι «ελεύθερη» ή γίνονται μονόπλευρες ρυθμίσεις;Σύμφωνα με τους κεϋνσιανούς και τμήματος της αριστεράς, το δημόσιο θα πρέπει να παρεμβαίνει στην αγορά και να κάνει ρυθμίσεις. Ιδιαίτερα να ρυθμίζει τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους το δημόσιο δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει στις αγορές. Οφείλει να αφήνει να εξελίσσονται τα πράγματα μόνα τους. Σε κάθε περίπτωση, μόνο ο τύπος του κορποριτιστικού κράτους του φασιστικού μοντέλου της Ιταλίας στον μεσοπόλεμο έκανε συστηματικά κατασταλτικές παρεμβάσεις στην «αγορά εργασίας».
Τι συμβαίνει στη σημερινή Ελλάδα; Καταρχάς δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική παρέμβαση και έλεγχος στις αγορές όσον αφορά τις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών. Στα δύο χρόνια κρίσης ενώ υπάρχει μεγάλη ύφεση, οι τιμές δεν μειώνονται. Η δε αύξηση αυτή δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο στις αυξήσεις του ΦΠΑ, αλλά οφείλεται στην προσπάθεια που κάνουν –όσο βέβαια τους παίρνει και φαίνεται ότι τους παίρνει- να διατηρήσουν ακόμα και να αυξήσουν τις τιμές και κατά προέκταση τα κέρδη τους στην εποχή της κρίσης. Αντίθετα, υπάρχει η μέγιστη δυνατή παρέμβαση όσον αφορά την αγορά εργασίας. Αντί προστασίας αποδιοργανώνεται όλο το σύστημα των δικαιωμάτων που απέρρεαν από τις εργασιακές σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί μέσα στις τελευταίες δεκαετίες. Η τρόικα και το κράτος κάνουν συνεχείς παρεμβάσεις περιορισμού αυτών των δικαιωμάτων και διαμόρφωσης μιας μικρότερης τιμής για την μισθωτή εργασία. Με αυτό τον τρόπο, ρυθμίζουν προς τα κάτω τους μισθούς και κατά προέκταση τις συντάξεις της πλειοψηφίας των ελλήνων.
Στο ερώτημα εάν λειτουργεί η αγορά, η απάντηση είναι ότι σε μεγάλο βαθμό η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από απουσία του κράτους εκεί που πρέπει να προστατεύεται το λαϊκό εισόδημα και να ελέγχονται τα ανεξέλεγκτα κέρδη. Αντίθετα το ελληνικό κράτος μαζί με την τρόικα παρανόμως παρεμβαίνουν ως προς το ύψος των μισθών και των συντάξεων, καθώς και τον ελάχιστο μισθό. Παρεμβαίνει, επίσης, προκειμένου να στηρίξει μεγαλοεπιχειρηματίες που έχουν αποτύχει, όπως είναι οι εργολάβοι που πληρώνονται για διόδια εθνικών οδών που δεν κατασκευάζουν και τραπεζίτες που προσπαθούν να αποφύγουν την κρατικοποίηση των επιχειρήσεών τους που στηρίζονται στα λεφτά του δημοσίου/ των φορολογουμένων.
Ποιόν υβρίζουν οι κυβερνώντες;Η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, της μονόπλευρης παρέμβασης στις αγορές καθώς και της μονόπλευρης «αναγνώρισης» χρεών, προκειμένου να υλοποιηθεί, προϋποθέτει την ύβρη έναντι όλων εκείνων που αδικεί και την στήριξη με όλα τα μέσα ενημέρωσης και προπαγάνδας εκείνων στους οποίους κάνει παροχές. Για αυτό, η τρόικα, η κυβέρνηση και τα περισσότερα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης εμφανίζουν τα μέτρα ενάντια στους μισθωτούς, τους μικρομεσαίους και τους συνταξιούχους ως αναγκαία και μοναδικά, ενώ αποσιωπούν όσο μπορούν την στήριξη που δίνουν, όπως έδειξα σε δύο παραδείγματα και υπάρχουν μυριάδες ανάλογα, στα μεγάλα συμφέροντα και στην διαπλοκή. Με αυτό τον τρόπο παράγουν μια στρεβλή εικόνα του ποιος φταίει για την κρίση και ποιος καρπώνεται της κρίσης. Όσοι, λοιπόν, από τους κυβερνητικούς θέλουν να κάνουν αυτοκριτική, θα όφειλαν πριν από όλα να μιλήσουν για τις αδικίες που υφίστανται ιο συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι, για την ανάγκη καταπολέμησης των συμφερόντων που κινούνται ως Κόμμα του Μνημονίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου