Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Τρίτη 30 Απριλίου 2019

Δεν υπάρχει καλό και κακό πραξικόπημα



Γιάννης Τριάντης

Το πραξικόπημα είναι πραξικόπημα, ακόμη και… «για καλό σκοπό». Διότι καθ΄ύλην αρμόδιος να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις είναι μονάχα ο... λαός.
Όταν επεμβαίνει ο στρατός, η Δημοκρατία καταλύεται. Κανένα άλλοθι δεν νομιμοποιεί τη χούντα, είτε αυτή προέρχεται από την Δεξιά είτε από την Αριστερά.
Ακόμη και όταν χειμάζεται η Δημοκρατία από εκλεγμένη μεν αλλά αυταρχική κυβέρνηση, όπως είναι η κυβέρνηση Μαδούρο, η επέμβαση του στρατού είναι απαράδεκτη.
Και, φυσικά, επικίνδυνη. Γιατί συνιστά νομιμοποίηση επιδόξων δικτατόρων του μέλλοντος-αριστερών ή δεξιών. Σήμερα, με το εν εξελίξει πραξικόπημα (σ.σ. ομιχλώδες το τοπίο την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές) επιδιώκεται να αποκατασταθεί η Δημοκρατία, όπως διατείνεται ο Γκουαϊντό.
Όμως στο μέλλον, ουδείς αποκλείει να επέμβουν αριστεροί στρατιωτικοί-ας πούμε π.χ. με την στήριξη της Ρωσίας- προκειμένου «να σταματήσει ο κατήφορος και το ξεπούλημα της χώρας». Επίφοβη, επομένως, η λογική του καλού ή του προοδευτικού πραξικοπήματος.
Κάποτε, ο Ούγκο Τσάβες, στρατιωτικός ο ίδιος, επιχείρησε πραξικόπημα, απέτυχε και κλείστηκε στη φυλακή. Λίγο μετά, νέα απόπειρα πραξικοπήματος από δικούς του ανθρώπους, αποτυχημένη και αυτή.
Εννοείται ότι τότε οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Δεξιά που κυβερνούσε την Βενεζουέλα αποδοκίμαζαν τις απόπειρες του Τσάβες να καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία. Και καλά έκαναν. Σήμερα που επιχειρείται κάτι ανάλογο από την αντίθετη κατεύθυνση, ποια είναι η θέση τους;
Πάντως μέχρι στιγμής την απόπειρα πραξικοπήματος έχει αποδοκιμάσει μονάχα η Ισπανία. Η οποία εχθρεύεται ανοιχτά τον Μαδούρο και έχει ταχθεί προ πολλού υπέρ του Γκουαϊντό…
 …Το πραξικόπημα είναι πραξικόπημα, ακόμη και… «για καλό σκοπό». Διότι καθ΄ύλην αρμόδιος να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις είναι μονάχα ο λαός. Τα υπόλοιπα, επικίνδυνα και απεχθή. Από οποιαδήποτε πλευρά κι αν προέρχονται…

Γιατί οι εγχώριοι επαρχιώτες ευρωπαϊστές βλάπτουν σοβαρά την ενοποίηση

Γιατί οι εγχώριοι επαρχιώτες ευρωπαϊστές βλάπτουν σοβαρά την ενοποίηση, Σταύρος Λυγερός
Σταύρος Λυγερός

Το να χρησιμοποιεί, όμως, ένα κράτος-μέλος τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για την προάσπιση της εθνικής του ασφάλειας είναι θεμιτό. Είναι θεμιτό ακόμα και εάν δημιουργούνται προβλήματα στην προώθηση κοινοτικών πολιτικών, τις οποίες υποστηρίζουν τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι ιδρυτικές και επόμενες συνθήκες προβλέπουν το δικαίωμα άσκησης βέτο σε ζητήματα εθνικής σημασίας για τα κράτη-μέλη.
Στην πραγματικότητα, οι εγχώριοι επαρχιώτες ευρωπαϊστές προσφέρουν πολύ κακές υπηρεσίες στην υπόθεση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Κι αυτό, επειδή διευκολύνουν τα μεγάλα κράτη-μέλη, που κατά κανόνα διαμορφώνουν το κλίμα και υπαγορεύουν τις πολιτικές επιλογές, να χρησιμοποιούν την ΕΕ σαν όχημα για να προωθήσουν τα εθνικά συμφέροντά τους, παρακάμπτοντας ή και παραβιάζοντας τα εθνικά συμφέροντα μικρότερων κρατών-μελών. Το διαπιστώνουμε πολύ καθαρά την τελευταία δεκαετία, οπότε δια της διολισθήσεως η Ευρώπη απέκτησε αφεντικό (Γερμανία), ιεραρχία και μεταμοντέρνες αποικίες (Ελλάδα).
Αυτή η μετάλλαξη της ΕΕ δεν παραβιάζει μόνο θεμελιώδεις αρχές, όπως η ισοτιμία των κρατών-μελών και η κοινοτική αλληλεγγύη. Λειτουργεί και σαν βόμβα στα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Το ενοποιητικό εγχείρημα θα είναι ευσταθές και θα έχει μέλλον μόνο εάν σεβαστεί τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα των κρατών-μελών και πατήσει στον καλώς εννοούμενο πατριωτισμό των επιμέρους εθνικών συνιστωσών. Το γεγονός ότι αυτή η βασική αλήθεια παραβιάζεται εξηγεί και την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και της ευρωάρνησης, συνήθως με εθνικιστικό, αν όχι ακροδεξιό πρόσημο.
 
Ο ευρωπαϊκός επαρχιωτισμός έχει ταμπού
Το πολιτικό σύστημα και τα MME στην Ελλάδα έχουν αποφύγει επιμελώς να ανοίξουν μια δημόσια συζήτηση για τη μετάλλαξη της ΕΕ και πολύ περισσότερο για τη θέση της χώρας στο μεταλλαγμένο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Το ζήτημα αντιμετωπίζεται σαν ταμπού που δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να τεθεί σε αμφισβήτηση. Δεν πρόκειται για φαινόμενο που προέκυψε μετά την εκδήλωση της κρίσης.
Όταν πριν από αυτή, είχε τεθεί στην ευρωπαϊκή ατζέντα το περιβόητο Ευρωσύνταγμα (μέσα της δεκαετίας του 2000), το εγχώριο πολιτικό σύστημα είχε αποφύγει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Είχε προτιμήσει η κύρωση να γίνει από το Κοινοβούλιο και μάλιστα χωρίς σοβαρή συζήτηση, επιβεβαιώνοντας το χρόνιο έλλειμμα δημοκρατικής ουσίας. Το ελληνικό “ναι” είχε προκύψει έπειτα από έναν τυπικό κι ατροφικό κοινοβουλευτικό διάλογο, ο οποίος δεν διαχύθηκε ούτε κατ’ ελάχιστον στους κόλπους της κοινωνίας.
Οι Έλληνες –ακόμα και οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης– γνώριζαν ελάχιστα για το Ευρωσύνταγμα, όπως και για τη μεταγενέστερη συνθήκη της Λισσαβόνας. Το ίδιο είχε συμβεί και με άλλες βαρυσήμαντες επιλογές, όπως η κύρωση της συνθήκης του Μάαστριχ, η προσχώρηση στην ONE και η πορεία ένταξης της Τουρκίας στην EΕ. Σε όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ φρόντιζαν –διά παραλείψεων– να αφήσουν την κοινωνία στο περιθώριο. Ήταν το γαλλικό και ολλανδικό “όχι” στα αντίστοιχα δημοψηφίσματα που είχαν κεντρίσει το ενδιαφέρον και είχαν προκαλέσει συζήτηση στην Ελλάδα για το Ευρωσύνταγμα.
 
Στον σκληρό πυρήνα
Εκκινώντας από την ίδια επαρχιώτικη αντίληψη, η Αθήνα είχε πριν από την εκδήλωση της κρίσης αποδεχθεί, ουσιαστικά χωρίς συζήτηση, την προοπτική ομοσπονδοποίησης της ΕΕ. Κι αυτό, χωρίς να αποσαφηνιστούν ένα πλήθος πτυχών, οι οποίες έχουν συχνά καθοριστική σημασία. Η ελληνική θέση είχε υπαγορευθεί όχι από μια διεξοδική ανάλυση των επιπτώσεων της ομοσπονδοποίησης στα εθνικά συμφέροντα, αλλά από την επιδίωξη η Ελλάδα να βρεθεί εντός του σκληρού πυρήνα της ΕΕ. Η ομοσπονδοποίηση, όμως, δεν ήταν ποτέ ευρωπαϊκός μονόδρομος ούτε θεωρητικά ούτε πρακτικά.
Η ένταξη στον σκληρό πυρήνα θα ενίσχυε τη θέση της Ελλάδας και αναμφισβήτητα θα διασφάλιζε πλεονεκτήματα. Για τη συμμετοχή στην πρώτη ταχύτητα και ευρύτερα στις ενισχυμένες συνεργασίες, όμως, δεν αρκούσε να υψώνεις ανέξοδα τη σημαία του φεντεραλισμού. Μια χώρα πρέπει να μπορεί να σταθεί στον σκληρό πυρήνα. Σ’ αυτό το επίπεδο η Ελλάδα πάντα υστερούσε.
Όπως απέδειξαν τα γεγονότα, οι εγχώριες άρχουσες ελίτ όχι μόνο δεν εργάστηκαν για να καταστήσουν την Ελλάδα ικανή να σταθεί στον σκληρό πυρήνα, αλλά με το κλεπτοκρατικό και παρασιτικό μοντέλο πλασματικής ανάπτυξης που διαμόρφωσαν έριξαν τη χώρα στα βράχια. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά: Αντί για συμμετοχή στον σκληρό πυρήνα, Μνημόνια και μετατροπή της Ελλάδας σε μεταμοντέρνα αποικία της Ευρωζώνης.
Αυτά για να μην ξεχνιόμαστε, ευρωεκλογές που έρχονται…

Δευτέρα 29 Απριλίου 2019

Ποιος δεν είναι διανοούμενος;



Ο Μισέλ Φουκώ έχει πει ότι δεν υπάρχουν ολοκληρωμένοι διανοούμενοι: «οι πανεπιστημιακοί στηρίζουν τα πανεπιστήμια, οι καλλιτέχνες τα θέατρα, οι γιατροί τα νοσοκομεία, η κάθε κατηγορία τα δικά της επαγγελματικά συμφέροντα. Λείπουν οι διανοούμενοι που θα στοχαστούν με πλαίσιο αναφοράς την ανθρωπότητα ολόκληρη».
Σύμφωνα με τον Έντσο Τραβέρσο, η λέξη διανούμενος έχει χάσει κάθε κύρος, καθώς αποδίδεται συνήθως σε «φλύαρες φιγούρες» που γεμίζουν τις τηλεοπτικές οθόνες και στους εμπειρογνώμονες της κυβέρνησης. Και αυτή η έκλειψη οφείλεται στο τέλος των ουτοπιών του 20ού αιώνα, τη συντηρητική στροφή της δεκαετίας του 1980, την εμπορευματοποίηση της κουλτούρας, τις απογοητεύσεις μιας γενιάς. Για να επινοήσουν νέες ουτοπίες, οι διανοούμενοι θα έπρεπε να βγουν από το ειδικευμένο περιβάλλον τους και να ξαναβρούν μια οικουμενική στάση: «Οι διανούμενοι ανήκουν είτε «φύσει» είτε «θέσει» κατά μεγάλο ποσοστό στη μικροαστική τάξη. Μετέωροι ανάμεσα στις δύο μυλόπετρες της Ιστορίας, το Κεφάλαιο και την Εργασία, συνθλίβονται από αυτές και αφομοιώνονται αδιάκοπα και προς τις δύο αντίρροπες κατευθύνσεις, έστω κατά άνισα ποσοστά. Αν η καπιταλιστική εξέλιξη προλεταροποιεί ένα μεγάλο μέρος μικροαστικών στρωμάτων, αυτό δεν σημαίνει ότι τα διαφοροποιεί ταυτόχρονα και επαναστατικά. Η δίψα της «ανόδου», ο καριερισμός, ο τυχοδιωκτισμός, η παλινωδία, η ταλάντευση και η πολιτική προδοσία είναι κύρια γνωρίσματα της μικροαστικής ψυχολογίας». («Τι απέγιναν οι διανοούμενοι;», Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.)
«Ο ρατσισμός της ευφυίας», γράφει ο Μπουρντιέ, είναι χειρότερος από τους λοιπούς. Οι διανοούμενοι υπήρξαν πάντοτε και ταυτόχρονα «καθολικοί», «μιντιακοί» και «ειδικοί». Το σύγχρονο πανεπιστήμιο παράγει τον τύπο του  διανοούμενου-ειδικού. Ενώ ο μιντιακός διανοούμενος κυρίως νομιμοποιεί τις παραδεδεγμένες ιδέες.
Σύμφωνα με τον Νορμπέρτο Μπόμπιο, όλοι οι ορισμοί του διανοούμενου ταλαντεύονται ανάμεσα σε δύο πόλους, από τη μία η πλατωνική οπτική του σοφού που αναλαμβάνει εξουσία, ο «φιλόσοφος βασιλιάς» της ιδανικής πολιτείας και από την άλλη ο διανοούμενος ως σύμβουλος, ο φιλόσοφος της αυλής που θέτει τη γνώση του στην υπηρεσία του ηγεμόνα.
Ο Σαρτρ θέλει τον διανοούμενο «ηθική συνείδηση» της εποχής του. Ο Τσόμσκι δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο των διανοουμένων στην αναπαραγωγή της ιδεολογίας(κατασκευή της συναίνεσης). Στο γνωστό άρθρο του με τον τίτλο «The Responsibility of the Intellectuals» («Η ευθύνη των διανοουμένων»), που δημοσιεύθηκε το 1967 στο «New York Review of Books», ο Νόαμ Τσόμσκι γράφει ότι ιστορικά "η ευθύνη των διανοουμένων είναι να λένε την αλήθεια".
Ο Παλαιστίνιος Edward W. Said στο βιβλίο του «Διανοούμενοι και εξουσία» (εκδόσεις SCRIPTA, Αθήνα 1999), υποστηρίζει ότι ο διανοούμενος έχει «έναν πολύ συγκεκριμένο δημόσιο ρόλο,  κεντρικό σημείο του οποίου είναι η ικανότητα αναπαράστασης, ενσάρκωσης και άρθρωσης ενός μηνύματος, ενός οράματος, μιας στάσης, μιας φιλοσοφίας, ή μιας άποψης, που πραγματοποιούνται ενώπιον, αλλά και εκ μέρους, ενός κοινού του οποίου αποτελεί τον εκπρόσωπο, μα όχι τον τιμητή. Οι κομματικοί δεσμοί, το εθνικό πλαίσιο και η πρωταρχική αίσθηση νομιμοφροσύνης δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να υποσκελίζουν το κριτήριο της αλήθειας σχετικά με την ανθρώπινη δυστυχία και καταπίεση. Κανένα άλλο στοιχείο δεν παραμορφώνει το δημόσιο πρόσωπο του διανοουμένου, περισσότερο από τη λοξοδρομία, την επιφυλακτική σιωπή τον πατριωτικό φανφαρονισμό, τη μελοδραματική αναδρομική αποστασία». Γι' αυτό και αντιλαμβάνεται τον κοινωνικό ρόλο του διανοούμενο ως «ξένου», «ερασιτέχνη», και ανατροπέα του όποιου status quo.
Ο Γκράμσι λέει ότι «Θα μπορούσε να πει κανείς ότι όλοι οι άνθρωποι είναι διανοούμενοι ωστόσο δεν λειτουργούν όλοι ως διανοούμενοι μέσα στην κοινωνία». Στα τετράδια της Φυλακής θα περιγράψει πρώτος την ανάδειξη, μιας τάξης νέων «οργανικών» διανοουμένων: «ο καπιταλιστής επιχειρηματίας δημιουργεί στο πλάι του θέσεις για τον βιομηχανικό τεχνικό, τον ειδικό στην πολιτική οικονομία, τους οργανωτές μιας νέας κουλτούρας, ενός νέου νομικού συστήματος». Ο Giroux αναφέρεται στη διαμόρφωση της εκπαίδευσης ως κεντρικό χαρακτηριστικό της πολιτικής, τονίζοντας την ανάγκη να συμβάλλουν οι διανοούμενοι στην ανάπτυξη των διαμορφωτικών εκείνων προϋποθέσεων, προκειμένου να δημιουργήσουν κριτικά σκεπτόμενους και κοινωνικά υπεύθυνους πολίτες. Οι διανοούμενοι, υποστηρίζει, πρέπει να αρνηθούν να μετατραπούν σε αυτό που ο Γκράμσι αποκάλεσε κάποτε «ειδικοί στη νομιμοποίηση».
Ο Καστοριάδης γράφει: «Διανοούμενος. Ουδέποτε συμπάθησα (ούτε αποδέχτηκα για λογαριασμό μου) αυτόν τον όρο, και για λόγους αισθητικούς, εξαιτίας της άθλιας και αμυντικής υπεροψίας που αυτός ο όρος προϋποθέτει, άλλα και για λόγους λογικούς· ποιος δεν είναι διανοούμενος;
Δεν θα προσπαθήσω εδώ να απαντήσω σ’ αυτό το πρόβλημα. Οι παρατηρήσεις μου θα έχουν να κάνουν με εκείνους πού δια του λόγου και της ρητής διατύπωσης γενικών ιδεών, επιχείρησαν ή επιχειρούν να ασκήσουν κάποιαν επιρροή στην εξέλιξη της κοινωνίας τους και στην πορεία της ιστορίας... Έτσι, θα περιοριστώ στη σύντομη συζήτηση τριών σημείων. Το πρώτο σημείο αφορά σε δύο διαφορετικούς τύπους σχέσεως μεταξύ του στοχαστού και της πολιτικής κοινότητας, όπως παραδείγματος χάριν τις προβάλλει η ριζική αντίθεση μεταξύ Σωκράτους, του φιλοσόφου εντός της πόλεως, και Πλάτωνος, του φιλοσόφου που θέλει να είναι υπεράνω της πόλεως. Το δεύτερο σημείο είναι σχετικό με την τάση πού κατέλαβε τούς φιλοσόφους, από κάποια συγκεκριμένη ιστορική φάση και μετά, να εκλογικεύσουν το πραγματικό, δηλαδή να το νομιμοποιήσουν. Στην εποχή της οποίας είδαμε το τέλος, γνωρίσαμε περιπτώσεις ιδιαιτέρως θλιβερές με τούς συνοδοιπόρους τού σταλινισμού, αλλά επίσης, με κάποιον «εμπειρικά» μεν διαφορετικό, άλλα φιλοσοφικά ισότιμο τρόπο, με τον Heidegger και τον ναζισμό. Θα καταλήξω μ’ ένα τρίτο σημείο: Με το ερώτημα πού θέτει ή σχέση της κριτικής και της θεώρησης του φιλοσόφου-πολίτη με το γεγονός ότι, σ’ ένα πρόταγμα αυτονομίας και δημοκρατίας, η πηγή της δημιουργίας, ο κύριος θεματοφύλακας του θεσμίζοντος φαντασιακού, είναι η μεγάλη πλειονότης των ανδρών και των γυναικών μιας κοινωνίας, και αυτοί πρέπει να γίνουν τα δρώντα υποκείμενα της ρητής πολιτικής». ("Ο θρυμματισμένος κόσμος" που κυκλοφόρησε το 1999 από τις εκδόσεις Ύψιλον).
O διανοούμενος δεν μπορεί να είναι θεμελιωτής της συναίνεσης. Είναι ένας άνθρωπος, όπως εμείς, που διακυβεύει όλη του την ύπαρξη για χάρη του κριτικού πνεύματος και της Ελευθερίας. Αντί να εμπιστευτούμε αυτόν τον ρόλο σε μια κατηγορία προσώπων, θα ήταν ίσως καλύτερο να στρατευόμαστε όλοι στη δράση.
                                                                                                               Πηγή: artinews.gr

Το αμάρτημα του Πολάκη


Κώστας Βαξεβάνης
 
Η τελευταία φωτογραφία του Στέλιου Κυμπουρόπουλου πριν τον αποτυπώσουν τα κανάλια ως λόγο για τον οποίο πρέπει να καθυβρίζεται ο Παύλος Πολάκης, ήταν στην παρουσίαση του Ευρωψηφοδελτίου της ΝΔ. Σε αυτή την τραγική φωτογραφία, ο Στέλιος , στριμώχνεται από το πλήθος των επίλεκτων της βαρβαρότητας που τον πιέζουν  ανάμεσα σε αγκώνες και πόδια που είναι έτοιμα να τον τσαλαπατήσουν για να φωτογραφηθούν. Δεν χρειάζεται να έχεις συναναστραφεί ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, για να νοιώσεις την αγωνία του πίσω από το πολύ μικρό κενό που αφήνουν  τα σώματα των  αρτιμελών συνυποψηφίων του, όχι για να φωτογραφηθεί αλλά έστω για να ανασάνει.  Ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος φωτογραφίζεται ως ένα κεφάλι ανάμεσα στους ανεγκέφαλους που διψούν για προβολή.
Υπάρχει μια αντίστοιχη φωτογραφία με τους υποψήφιους του ΣΥΡΙΖΑ, όπου οι υποψήφιοι με κινητικά προβλήματα παίρνουν θέση μπροστά από τους συνυποψήφιούς τους που φροντίζουν γι αυτό. Δύο διαφορετικά κόμματα, δύο διαφορετικές αντιλήψεις οι οποίες κρίνονται στην πράξη.
Κρίνονται άραγε από μερικές φωτογραφίες και μόνο; Φυσικά και όχι. Σε μια συνέντευξή του ο κολοσσός σκέψης της ΝΔ που ακούει στο όνομα Φωτήλας, είχε ειρωνευτεί και είχε επιπλήξει την κυβέρνηση γιατί είχε τοποθετήσει ένα ΑΜΕΑ ως υποδιοικητή σε μεγάλο Νοσοκομείο. Για τον κύριο Φωτήλα έπρεπε να κάθεται στο σπίτι του, χωρίς καμία δράση, φυλακισμένος από τις πολιτικές που αντιμετωπίζουν το ΑΜΕΑ ως άνθρωπο δεύτερης κατηγορίας που δεν του ανήκουν ούτε πεζοδρόμια , ούτε η ζωή.
Μετά την αντιπαράθεση με τον Πολάκη, η βουλευτής της ΝΔ κυρία Βόζεμπεργκ, μίλησε υποτιμητικά για τον Αναπληρωτή Υπουργό Υγείας και τον παρότρυνε να αντιμετωπίζει ανθρώπους που αντιστοιχούν στο μπόι του, σκιαγραφώντας έτσι τα μύχια των σκέψεων και των αντιλήψεών της, πως τα ΑΜΕΑ όπως ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος , δεν έχουν το πνευματικό μπόι ενός αρτιμελούς για να αντιπαρατεθούν και πρέπει να εισπράττουν οίκτο και συμπόνια.
Σε αντίθεση με την κυρία Βόζεμπεργκ, τον Φωτήλα και τους συνυποψηφίους του που τον στρίμωξαν στο περιθώριο ακόμη και της φωτογραφίας, ο Παύλος Πολάκης τον  έθεσε απέναντι ως ισότιμο για να υπερασπίσει δύο πράγματα. Το κοινωνικό κράτος που έδωσε τη δυνατότητα στον Στέλιο Κυμπουρόπουλο να ζήσει , να διαπρέψει και να αναδειχθεί, (γιατί γι αυτό δεν φτάνει η θέληση ή η πνευματικότητα πρέπει να υπάρχουν και οι συνθήκες που φέρνουν τους άλλους ανθρώπους δίπλα σου) και τον ίδιο τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο.  Ο Πολάκης δεν εξέφρασε συμπόνοια και οίκτο, δεν υποχώρησε κάτω από την αντίληψη πως μιλούσε με έναν «μειονεκτικό» και εκ των πραγμάτων θα τσαλακωνόταν η εικόνα του από την πανθομιολογούμενη συμπάθεια, αλλά απάντησε στις πολιτικές θέσεις ενός ισότιμου πολιτικού εντοπίζοντας την επικινδυνότητα να θέτει το προσωπικό του παράδειγμα και τη δύναμη που εκπέμπει για να εμφανίσει μη αναγκαίες τις κοινωνικές δομές και το κοινωνικό κράτος. Πόσο μάλλον όταν ο Κυμπουρόπουλος ευνοήθηκε και αναπτύχθηκε εξαιτίας αυτών των κοινωνικών προβλέψεων.
Για να χτυπηθεί πολλάκις ο Πολάκης και η κυβέρνηση, ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος αντί να αποτελέσει ένα πολιτικό παράδειγμα, εργαλειοποιήθηκε πολιτικά και επικοινωνιακά και η πορεία του μαζί με την πορεία του κοινωνικού κράτους στη χώρα τα οποία έπρεπε να αναδειχθούν, ξέπεσαν σε επίπεδο της οικτρής προπαγάνδας.
Η προσπάθεια αυτή όμως ήταν ένα χτύπημα για τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Έχει γίνει εμφανές πως το κράτος πρόνοιας το οποίο εχθρεύεται σε κάθε του μορφή ο αρχηγός της ΝΔ είναι πολύτιμο. Το κάθε επίδομα μπορεί για τον κύριο Μητσοτάκη να είναι κάτι σαν ποινικό αδίκημα εν αντιθέση με τα κονδύλια που χρηματοδοτούν ανωνύμως τη σύζυγό του μέσω offshore , αλλά αυτά ακριβώς τα επιδόματα και οι κοινωνικές πρόνοιες είναι τα σκαλοπάτια που μπορούν να βγάλουν ένα άτομο από τον κοινωνικό Καιάδα. Όταν υπάρχει κοινωνικό κράτος, ο Κυμπουρόπουλος και ο κάθε Κυμπουρόπουλος, μπορούν να αποκτούν ευκαιρίες, να ζουν, να διαπρέπουν και να κατακτούν μέσα από την ισοτιμία, τη ζωή, την επιστήμη ή την πολιτική. Όταν λείπει ένα τέτοιο κράτος, τότε δεν θα υπάρχουν ευκαιρίες και όλα θα κρίνονται από το χρήμα σε μια σκληρή ταξική κοινωνία. Τότε ακόμη και το χαζό παιδί της οικογένειας θα μπορεί να σπουδάσει με το στανιό στα Χάρβαρντ με τα λεφτά του μπαμπά και να κυβερνήσει τη χώρα με την παρέα του. 
Αυτό ήταν το αμάρτημα του Πολάκη, πως υπερασπίστηκε για μια ακόμη φορά ένα κράτος το οποίο δεν είναι αρεστό στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που θέλει τον Κυμπουρόπουλο ως ποσόστωση στο ψηφοδέλτιο, ως κεφαλάκι σε φωτογραφία αλλά κυρίως  ως στατιστική και συμβόλαιο κάποιας ασφαλιστικής εταιρείας.

Ποια ονόματα πρότειναν στις Ηνωμένες Πολιτείες Καραμανλής-Ντόρα, Βενιζέλος για τα Σκόπια

Συγκλονιστικά έγγραφα αποδεικνύουν ποιες υποχωρήσεις ήταν έτοιµοι να κάνουν – Τους... έσωσε την τελευταία στιγµή ο Γκρουέφσκι
«Να προχωρησουμε στο 80% του δρομου, αλλα οι σκοπιανοι να είναι ετοιμοι να μετακινηθουν κατα 20%»
 
Του Θανάση Λυρτσογιάννη
 
Αν είχαμε μία ζυγαριά κατάλληλη να μετρήσει το συμβιβασμό και τις υποχωρήσεις που έκαναν στο λεγόμενο Μακεδονικό η Ελλάδα και η Βόρεια Μακεδονία τώρα πλέον, θα μπορούσαμε να βγάζαμε πολύ χρήσιμα συμπεράσματα.
Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να δούμε αν η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα έκανε περισσότερες υποχωρήσεις από εκείνες που ήταν διατεθειμένη να κάνει η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή.
Το μυστικό στη μέτρηση είναι το 80% έναντι του 20%. Τι σημαίνει αυτό; Ο Αλέξης Τσίπρας υποχώρησε περισσότερο ή λιγότερο από 80% στα σημεία που υπήρχε διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία. Αν υποχώρησε πάνω από 80% τότε ένα τμήμα των επικριτών της Συμφωνίας των Πρεσπών θα έχει πράγματι δίκιο να ασκεί κριτική σε σύγκριση με τη δική της διάθεση για υποχωρήσεις και συμβιβασμούς.
Αν, όμως, η υποχώρηση είναι μικρότερη από 80% και του Ζόραν Ζάεφ μεγαλύτερη από 20%, τότε τίθεται ζήτημα για την ειλικρίνεια της κριτικής και των επιθέσεων που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση.
Θα αναρωτηθείτε μα ποιος είναι αυτός που ορίζει τα ποσοστά; Τα ορίζει ο, ή καλύτερα η πλέον αρμόδια εκείνη την εποχή, η υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη.
Η θέση αυτή της Ντόρας Μπακογιάννη, η οποία ασφαλώς εξέφραζε την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή ως αρμόδια υπουργός, περιλαμβάνεται σε τηλεγράφημα του τότε πρεσβευτή στην Αθήνα του Τσαρλς Ρις, ο οποίος είχε συναντηθεί με την Ελληνίδα υπουργό Εξωτερικών ενόψει της επίσκεψής της στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο τηλεγράφημά του προς τους ανωτέρους του στις ΗΠΑ ο Αμερικανός πρέσβης με σαφήνεια έγραφε στις 16 Μαρτίου 2007 ότι «η ελληνική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να υποστεί το μεγαλύτερο μέρος του βάρους (και η κυβέρνηση Καραμανλή ήταν έτοιμη να πάρει το πολιτικό κόστος), αλλά χρειάζονται διαβεβαιώσεις ότι δεν θα επρόκειτο για μονόδρομο». Οπως το έθεσε: «Μπορούμε να προχωρήσουμε στο 80% του δρόμου, αλλά οι Σκοπιανοί πρέπει να είναι έτοιμοι να μετακινηθούν κατά 20%».
Βεβαίως, στο τηλεγράφημα δεν προσδιορίζεται σε τι αφορά το 80% και σε τι το 20%. Ομως, είναι τόσο ετεροβαρή τα ποσοστά των υποχωρήσεων που δεχόταν η τότε ελληνική κυβέρνηση, που από μόνη της η οποιαδήποτε συμφωνία μπορούσε να γίνει, θα φάνταζε πάρα πολύ δυσμενής για την Ελλάδα.
Ομως, η τότε η κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να πάρει το πολιτικό κόστος να λυθεί η διαφορά ανάμεσα στις δύο χώρες.
Αν προχωρήσουμε λίγο το συλλογισμό μας, τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει δύο πράγματα. Η είχαν ασκηθεί πάρα πολύ ισχυρές πιέσεις από το εξωτερικό ή η κυβέρνηση Καραμανλή γενικώς και η Ντόρα Μπακογιάννη ειδικότερα, εκτιμούσαν ως πάρα πολύ σημαντική για τη χώρα μας, την εξομάλυνση και την αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την τότε ΠΓΔΜ και νυν Βόρεια Μακεδονία.
Δυστυχώς, ο τότε πρωθυπουργός Νίκολας Γκρούεφσκι δεν δέχθηκε να κάνει την παραμικρή υποχώρηση και έτσι η οποιαδήποτε συμφωνία ναυάγησε. Η αδιάλλακτη στάση του διευκόλυνε την ελληνική κυβέρνηση να αρνηθεί οποιεσδήποτε άλλες υποχωρήσεις.
Οσον αφορά στο όνομα της χώρας, που είναι μία από τις πλέον κρίσιμες παραμέτρους της συμφωνίας, τα τηλεγραφήματα της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα είναι πολύ αποκαλυπτικά. Ηδη γνωρίζουμε ότι η Ντόρα Μπακογιάννη είχε ταχθεί και ακόμα και τώρα ήταν υπέρ της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό.
Για το όνομα είναι πολύ αποκαλυπτικό το τηλεγράφημα που είχε στείλει στην Ουάσιγκτον ο τότε πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα Ντάνειλ Σπέκχαρντ στο οποίο έγραφε: «Η Μπακογιάννη επανέλαβε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να δεχθεί ένα όνομα που “θα περιγράφει το είδος της δημοκρατίας που έχει η χώρα”, αποκλείοντας το “συνταγματική” και “ανεξάρτητη”. Το όνομα δεν μπορεί να “μονοπωλήσει τη Μακεδονία”. Το όνομα πρέπει να δείχνει ότι είναι “μέρος της Μακεδονίας” αλλά όχι “βουλγαρική ή ελληνική Μακεδονία”. Η Ελλάδα θα μπορούσε να δεχτεί “Ανω” ή “Νέα”. Πρόσθεσε ότι “χρειαζόμαστε μια σαφή λύση που να είναι erga omnes και τελική”».
Εδώ βλέπουμε να τίθεται και ο όρος erga omnes τον οποίο πέτυχε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα με τη συμφωνία των Πρεσπών.
Νωρίτερα, όμως, η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, σύμφωνα πάντα με τα τηλεγραφήματα της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, ήταν διατεθειμένη για συμφωνία ακόμα και χωρίς το erga omnes (δηλαδή εντός και εκτός της χώρας και για όλες τις χρήσεις).
Σε τηλεγράφημα με ημερομηνία 5 Ιανουαρίου 2008 αφού επισημαίνεται ότι ο Κώστας Καραμανλής και η κυβέρνηση κράτησε σκληρή στάση στο ζήτημα, προστίθεται ότι: «Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η ελληνική κοινή γνώμη παλαιότερα είχε αντιταχθεί έντονα σε οποιαδήποτε χρήση του ονόματος “Μακεδονία”, αλλά μετά από τις προτάσεις του Νίμιτς, η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε το “τολμηρό βήμα” της αποδοχής τους ως βάσης διαπραγμάτευσης, κάτι το οποίο προκάλεσε τεράστιο πολιτικό κόστος για τον Καραμανλή και τη Νέα Δημοκρατία. [...] Ως προς την πρόταση του Νίμιτς για μια λύση διπλής ονομασίας (Δημοκρατία της Μακεδονίας για εσωτερική χρήση και ένα σύνθετο όνομα για τον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ και διεθνή χρήση), ο Καραμανλής είπε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να το αποδεχτεί, αλλά το σύνθετο όνομα θα έπρεπε να χρησιμοποιείται σε όλα τα διεθνή φόρα και η Ελλάδα περιμένει να χρησιμοποιούν και οι ΗΠΑ το σύνθετο όνομα».
Οπως βλέπουμε δεν υπήρχε ο όρος για σύνθετη ονομασία erga omnes κατά την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα. Και το πιο σημαντικό η ελληνική κυβέρνηση δεχόταν η χρήση του όρου «Μακεδονία» χωρίς άλλο συνθετικό στο εσωτερικό της χώρας. Κι΄ αυτό γιατί αρκούσε σε όλα τα διεθνή φόρα, καθώς και από τις ΗΠΑ να χρησιμοποιείται η σύνθετη ονομασία.
Αυτό σημαίνει ότι το erga omnes δεν περιλαμβάνεται στο 20% των υποχωρήσεων που ζητούσε η Ελλάδα να κάνει η Βόρεια Μακεδονία.
Την άποψη για το όνομα και τη θέση ακόμα ενός σημαίνοντα Ελληνα πολιτικού αποκαλύπτει η αμερικάνική πρεσβεία. Πρόκειται για τον Βαγγέλη Βενιζέλο.
Οπως αναφέρεται τον Μάιο του 2008 ο Σπέκχαρντ είχε μια εκτενή συζήτηση στις ΗΠΑ με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος υποστήριξε ότι «η κρίση είναι πάντα ο καλύτερος τρόπος να αναζητείται λύση» και ο ίδιος υπέδειξε ως πιο κατάλληλο επιθετικό προσδιορισμό για το όνομα το «Ανω ή το Βόρεια».
Δηλαδή ο Ευάγγελος Βενιζέλος ήταν υπέρ της σύνθετης ονομασίας και ανέφερε δύο εκδοχές από τις οποίες η δεύτερη είναι αυτή που υιοθετήθηκε και συνθέτει τη σημερινή ονομασία της γειτονικής χώρας.
Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η άποψη πως «η κρίση είναι πάντα ο καλύτερος τρόπος να αναζητείται λύση». Σε μία απόπειρα ερμηνείας της θέσης του Βαγγέλη Βενιζέλου, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως υποστηρίζει την πρόκληση κρίσης ανάμεσα στις δύο χώρες, κρίση η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμβιβαστική λύση, η οποία στο όνομα της ονομασίας θα κατέληγε στο «Ανω Μακεδονία» ή στο «Βόρεια Μακεδονία».
Αλλά δύο τηλεγραφήματα αποκαλύπτουν ότι οι κυβερνήσεις υπό τον Κώστα Καραμανλή είχαν και πιο συμβιβαστικές θέσεις. Για παράδειγμα σε τηλεγράφημα του πρέσβη των ΗΠΑ Τσαρλς Ρις, για τη συνάντησή του με τον Πέτρο Μολυβιάτη στις 27 Οκτωβρίου 2005 αναφέρεται ότι «ο Μολυβιάτης προειδοποίησε τον πρέσβη ότι η πρόταση της Ελλάδας τον Απρίλιο (“Δημοκρατία Μακεδονίας-Σκόπια”) ήταν η “τελική” (was “it”) όσον αφορά την Ελλάδα».
Που σημαίνει ναι μεν ήταν σύνθετη, αλλά όχι με γεωγραφικό προσδιορισμό. Αργότερα η ελληνική πλευρά μετακινήθηκε σε σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό, όπως την προσδιόρισε η Ντόρα Μπακογιάννη.
Πιο αποκαλυπτικό είναι ένα άλλο τηλεγράφημα στο οποίο η τότε κυβέρνηση αποδέχεται να μπει η γειτονική χώρα στο ΝΑΤΟ με το όνομα ΠΓΔΜ αρκεί να προχωρούσε σε κάποιες υποχωρήσεις.
Συγκεκριμένα η πρεσβεία σε τηλεγράφημά της για τη συνάντηση της Ντόρας Μπακογιάννη με τον υφυπουργό Εξωτερικών Ρίτσαρντ Μπερνς (είχε διατελέσει πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ελλάδα), που έγινε στις 27 Ιουνίου 2007 αναφέρει: «Η Μπακογιάννη είπε στον Μπερνς ότι η κυβέρνηση της Μακεδονίας είχε στείλει τρεις φορές “ιδιωτικά” μηνύματα στον πρωθυπουργό Καραμανλή ότι επρόκειτο να αλλάξει το όνομα του αεροδρομίου, αλλά δεν προχώρησε σε καμία ενέργεια. Η αλλαγή του ονόματος θα άρεσε στην ελληνική κοινή γνώμη και θα επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να συμφωνήσει με την προσχώρηση της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ ως ΠΓΔΜ, εφόσον πληρούσε τα κριτήρια».
Από το τελευταίο τηλεγραφήματα προκύπτει και κάτι ακόμα. Οι Αμερικανοί στο δικά τους διπλωματικά έγγραφα χρησιμοποιούσαν για την τότε ΠΓΔΜ το όνομα «Μακεδονία» νέτο σκέτο.

5G: O πρώτος παγκόσμιος πόλεμος της τεχνολογίας ξεκίνησε


Άρης Χατζηστεφάνου
 
Μια νέα τεχνολογία, που υπόσχεται να αλλάξει με επαναστατικό τρόπο την καθημερινότητά μας, θα έπρεπε να είναι αντικείμενο μελέτης επιστημόνων και μηχανικών.
Όταν όμως ασχολούνται περισσότερο μαζί της στρατηγοί του αμερικανικού Πενταγώνου, υψηλόβαθμα στελέχη των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και της Βρετανίας αλλά ακόμη και αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι ο πλανήτης οδηγείται σε μια νέα κλιμάκωση γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων με απρόβλεπτες εξελίξεις.
Η νέα μάχη αυτού του οικονομικού και τεχνολογικού πολέμου αφορά την εισαγωγή των ασύρματων δικτύων πέμπτης γενιάς 5G. Η νέα τεχνολογία αποτελεί σημείο καμπής στις ισορροπίες των οικονομικών υπερδυνάμεων καθώς ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία κινεζικές εταιρείες όπως η Huawei διαθέτουν όχι μόνο την τεχνολογική υπεροχή σε ένα τόσο κρίσιμο τομέα της οικονομίας αλλά ελέγχουν και το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς στην οποία θα διατεθεί η νέα τεχνολογία. Μέχρι το 2023 εκτιμάται ότι το 50% των 1,3 δισεκατομμυρίων συνδρομητών των δικτύων 5G θα ζουν στην Κίνα ενώ ΗΠΑ και Ευρώπη θα έχον αθροιστικά 337 εκατομμύρια συνδρομητές.
H τεχνολογία του 5G θα αποτελέσει την μεγαλύτερη τεχνολογική επανάσταση των τελευταίων δεκαετιών καθώς θα προσφέρει έως και 100 φορές ταχύτερη μεταφορά δεδομένων σε σχέση με τα δίκτυα 4G, και θα χρησιμοποιείται από ρομποτικές εφαρμογές και αυτοκίνητα χωρίς οδηγούς μέχρι το λεγόμενο internet of things, δηλαδή τη διασύνδεση συσκευών και αντικειμένων καθημερινής χρήσης με το διαδίκτυο.
Οι ΗΠΑ έχουν θεωρητικά δίκιο να ανησυχούν δεδομένου ότι οι εταιρείες που θα προλάβουν να επιβάλουν τα στάνταρντς της νέας τεχνολογίας και να εγκαταστήσουν τα δίκτυα των 5G θα αποκτήσουν πρόσβαση στις καθημερινές δραστηριότητες δισεκατομμυρίων πολιτών — για την ακρίβεια σε 22 δισεκατομμύρια συσκευές μέχρι το 2024. Το βασικό επιχείρημα της Ουάσινγκτον, όμως, ότι η τεχνολογία της Huawei δεν είναι ασφαλής καθώς η εταιρεία θα μπορούσε να προσφέρει στις κινεζικές αρχές στοιχεία για τη συμπεριφορά των πελατών της, δεν έχει αποδειχθεί. Αντίθετα, χάρη στις αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν και των Wikileaks γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι η αμερικανική κυβέρνηση και εταιρείες τεχνολογίας με έδρα τις ΗΠΑ πραγματοποιούν εδώ και δεκαετίες αυτό ακριβώς για το οποίο κατηγορούν τους αντιπάλους τους: λειτουργούν ένα γιγαντιαίο δίκτυο παράνομης συλλογής πληροφοριών μέσα από κερκόπορτες ασφαλείας (back doors) που βρίσκονται σε ορισμένα από τα δημοφιλέστερα προγράμματα και ηλεκτρονικές συσκευές.
Έχοντας χάσει την πρώτη φάση του τεχνολογικού πολέμου, η Ουάσινγκτον κατέφυγε σε μεθόδους που παραπέμπουν περισσότερο σε πρακτικές της μαφίας. Η σύλληψη της οικονομικής διευθύντριας της Huawei, με πρόσχημα την παραβίαση του αμερικανικού εμπάργκο με το Ιράν, ήταν η πλέον εξόφθαλμη κίνηση. Ο πραγματικός πόλεμος, όμως, διεξάγεται κάτω από το τραπέζι καθώς αμερικανοί αξιωματούχοι άρχισαν να απειλούν ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ότι θα διακόψουν τη συνεργασία μαζί τους σε θέματα ασφαλείας και ανταλλαγής πληροφοριών.
Η Ευρώπη από την πλευρά της βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στην αμήχανη θέση να μην διαθέτει ούτε την τεχνολογική καινοτομία της Κίνας αλλά ούτε και την δυνατότητα προβολής ισχύος των ΗΠΑ. Μετατράπηκε λοιπόν στο μήλον της έριδος μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον, με το πρώτο να ασκεί τη λεγόμενη "μαλακή ισχύ" του, προωθώντας οικονομικές συμφωνίες για την εγκατάσταση κινεζικών συστημάτων 5G και τη δεύτερη να απαντά με διπλωματικούς και γεωπολιτικούς τραμπουκισμούς που παραπέμπουν στην πολιτική των κανονιοφόρων.
Η πρώτη «αποστασία» από το δυτικό στρατόπεδο ήρθε από την Ιταλία, η οποία έχει συνάψει σειρά οικονομικών και εμπορικών συμφωνιών με την Κίνα. Ακόμη και η Γερμανία όμως αρνήθηκε να υιοθετήσει το σύνολο της αμερικανικής επιχειρηματολογίας και να μπλοκάρει πλήρως τις δραστηριότητες της Huawei στη Γερμανία — και κατ' επέκταση σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ούτως η άλλως οι δραστηριότητες της συγκεκριμένης εταιρείας σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών έχουν επεκταθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε θα αποτελούσε οικονομική αυτοκτονία για την Ευρώπη να διακόψει απότομα κάθε επαφή με τον κινεζικο δράκο της υψηλής τεχνολογίας.
Μια ακόμη «πισώπλατη μαχαιριά» για τις ΗΠΑ ήρθε στις αρχές του χρόνου όταν αξιωματούχοι βρετανικών μυστικών υπηρεσιών υποστήριξαν ότι ο κίνδυνος από τη χρήση τεχνολογίας της Huawei είναι ελεγχόμενος και δεν συγκρίνεται με τις κραυγές που ακούγονται από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. «Η κλιμακούμενη υστερία για την κινεζική τεχνολογία αποκρύπτει το γεγονός ότι το NCSC (Κέντρο Εθνικής Κυβερνο-Ασφάλειας της Βρετανίας) δεν εντόπισε ποτέ κακόβουλες κυβερνο-επιθέσεις της Huawei για λογαριασμό της Κίνας» δήλωσε ο Ρόμπερτ Χάνιγκαν, ο άνθρωπος που μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν υπεύθυνος για την ασφάλεια των δικτύων των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων.
Σε αυτή τη μάχη λοιπόν οι ΗΠΑ «υπόσχονται» ακριβότερες υπηρεσίες, χαμηλότερη ποιότητα και ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες για την λεγόμενη κινεζική απειλή. Για αυτό ακριβώς το λόγο κατανοούν ότι η επικράτηση στην αγορά δεν μπορεί να έρθει από την ασθμαίνουσα βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας της Αμερικής αλλά από την στρατιωτική και γεωπολιτική ισχύ αυτής της κουρασμένης και επικίνδυνης υπερδύναμης
sputniknews.gr

Κυριακή 28 Απριλίου 2019

Τα γαστρονομικά έθιμα του Πάσχα σε όλη την Ελλάδα

 
Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σε όλη την Ελλάδα διατηρούνται ιδιαίτερα γαστρονομικά έθιμα, ανήμερα το Πάσχα. 
 
Οφτό κρέας ή Αντικριστό
Που αλλού εκτός από την Κρήτη. Ένας από τους αρχαιότερους τρόπους μαγειρέματος του πασχαλινού αρνιού που τα τελευταία χρόνια ακούει και στην ονομασία «αντικριστό». Αυτός ο τρόπος μαγειρέματος εφαρμόζεται από αρκετούς Κρητικούς που αναγνωρίζουν την εξαίσια γεύση και τα πλεονεκτήματα έναντι άλλων μεθόδων μαγειρικής. Η μέθοδος αυτή συναντάται και πολύ πιο παλιά, συγκεκριμένα στην ραψωδία Ι στην Ιλιάδα του Ομήρου. Για να γίνει το αντικριστό επιλέγεται αρνί συνήθως ενός έτους. Το ζώο τεμαχίζεται στα τέσσερα, πασπαλίζεται με αρκετό αλάτι και κάθε κομμάτι περνιέται με προσοχή σε μυτερό ξύλο. Σκάβεται ένας αρκετά μεγάλος λάκκος στον οποίο τοποθετούνται πλήθος ξύλων για να είναι η φωτιά άφθονη. Τα ξύλα τοποθετούνται περιμετρικά γύρω από τη φωτιά, λαμβάνοντας υπ’ όψιν, την ένταση της, τους ανέμους και την απόσταση του ενός ξύλου από το άλλο. Σιγοψήνεται εκεί για 4 με 6 ώρες. Η απόσταση του κρέατος από τη φωτιά και το ξύλο, δίνουν ένα άριστο γευστικό αποτέλεσμα.
 
Μπατούδο Νάξου
Στο πασχαλινό τραπέζι των κατοίκων του νησιού ξεχωρίζει το «μπατούδο». Από το κατσικάκι αφαιρούνται μόνο τα πίσω μπούτια με προσοχή να μην σπάσει η μεμβράνη που κλείνει το μπροστινό μέρος. Σε ξεχωριστή κατσαρόλα παρασκευάζεται το ρύζι με την προσθήκη εντοσθίων, λαχανικών, δηλαδή σέσκουλα και κουτσουνάδες από τις παπαρούνες που βγαίνουν το Πάσχα, αυγών και τυριού, συνήθως της φημισμένης γραβιέρας του νησιού. Το κατσικάκι γεμίζεται με το μείγμα και η μεμβράνη ράβεται με βελόνα για να μη χυθούν τα υλικά. Ψήνεται σε φούρνο για περίπου 3 ώρες. Παλιότερα τον έψηναν σε ξυλόφουρνο για 5 με 6 ώρες!
 
Αρνί σε αμπελόκλαδα Ανάφης
Από το απόγευμα του Μεγάλου Σαββάτου όλο το νησί μυρίζει αμπελόκλαδα που καίγονται για να προετοιμάσουν το φούρνο να δεχτεί το κατσικάκι. Αυτό τοποθετείται σε ταψιά προστίθεται από πάνω αναφιώτικο τυρί και τοποθετείται στο φούρνο καλυμμένο με αλουμινόχαρτο. Η πόρτα και η καπνοδόχος του φούρνου σφραγίζεται με λάσπη για να εμποδίσει τον αέρα να περάσει και κάψει το κρέας. Στο πασχαλινό τραπέζι τους επίσης ξεχωρίζει το κίτρινο ψωμί και η μελιτέρα, στρογγυλά πιττάκια με μυζήθρα.
 
Από τις  γάστρες της Ηπείρου στο κλέφτικο της Μακεδονίας
Στην Ήπειρο το κρέας τοποθετείται σε γάστρα με την προσθήκη διάφορων χόρτων που μαζεύουν από τα βουνά της περιοχής. Στο τέλος προστίθεται αυγολέμονο δίνοντας στο κρέας μη πιο στυφή γεύση. Στην Μακεδονία αναβιώνει το έθιμο του κλέφτικου. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας οι κλέφτες και οι αμαρτωλοί άνοιγαν λάκκους, τοποθετούσαν μέσα τα κάρβουνα και από πάνω το κρέας μέσα σε δέρμα ζώου. Το σκέπαζαν από πάνω με χώμα έτσι ώστε να μη γίνει αντιληπτό από τους Τούρκους εξαιτίας της μυρωδιάς και του καπνού. Το κρέας διατηρούνταν εκεί για μέρες και το έβγαζαν και το έτρωγαν σε μερίδες.
 
Οι σούβλες της Μάνης
Με το που θα βγει ο ήλιος της Λαμπρής στα χωριά της Μάνης, ξεκινάει το ψήσιμο. Το ψήσιμο για αυτούς είναι τέχνη, οπότε το αναλαμβάνει ο πιο ικανός ψήστης. Ο «αρχηψήστης», ξεκινά το γύρισμα της ξύλινης σούβλας σιγά-σιγά και ελέγχει ώστε το κρέας να μην είναι κοντά στη φωτιά. Ναι, στη Μάνη οι σούβλες είναι ξύλινες και η φωτιά δημιουργείται μόνο από κληματόβεργες, έτσι το κρέας γίνεται πιο νόστιμο. Δίπλα σε παρόμοιες σούβλες ετοιμάζονται τα κοκορέτσια και τα γλυκάδια. Το αρνί που έχει επιλεχτεί για τη μέρα της Λαμπρής δεν είναι τυχαίο. Οι κάτοικοι της Μάνης, θρέφουν όλο το χρόνο μια προβατίνα την «μανάρα», που θα γεννήσει το αρνάκι της Λαμπρής. Όταν γεννηθεί αυτό δεν το αποκόβουν από το γάλα της μάνας του σύντομα, για να έχει παχύ και νόστιμο τη μέρα που θα το σουβλίσουν.

Χριστός Ανέστη, Χρόνια Πολλά, Καλό Πάσχα σε όλες και όλους

Σάββατο 27 Απριλίου 2019

Η Παναγία του λαού...

Παντελής Μπουκάλας
                
 
Στο συγκλονιστικό «Μοιρολόι της Μεγάλης Παρασκευής», που απαντά σε πάμπολλες παραλλαγές, σε όλα τα ιδιώματα της νεοελληνικής γλώσσας και σε κάθε περιοχή όπου μιλήθηκε, η Παναγία δεν θρηνεί σαν Θεοτόκος, σαν μητέρα Θεού. Μοιρολογάει τον... γιο της σαν μάνα ανθρώπου, θνητού, που τίποτε δεν της εξασφαλίζει ότι θα τον ξαναδεί αναστημένο, με ταπεινωμένο στα νικηφόρα πόδια του τον Αδη.
Ο απόλυτος σπαραγμός της εξηγεί εν μέρει τις κατάρες της κατά του Ατσίγγανου, που έφτιαξε τα πέντε καρφιά της σταύρωσης. Κατά τη λαϊκή παράδοση βέβαια, που αντιπαθεί γενικά τους Τσιγγάνους, γιατί τίποτε δεν λένε για σταυρωτήδες Φαραώ ή χαλκιάδες τα Ευαγγέλια (κανονικά και απόκρυφα) ή οι Πατέρες και η υμνογραφία.
Μαθαίνοντας η Παναγία (και μάλιστα από τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, άλλο στοιχείο αυτό της εξωευαγγελικής λαϊκής διήγησης) για τα πάθη του γιου της, σκέφτεται ό,τι αναρίθμητες μανάδες:
«Δεν έχ’ γκρεμό να γκρεμιστώ για το μονογενή μου, / δεν έχ’ μαχαίρι να σφαγώ για το μονογενή μου, / δεν έχ’ σκοινί να κρεμαστώ για το μονογενή μου».
Στο «Μοιρολόι» την αποτρέπει ο Χριστός:
«Μάνα μ’, αν γκρεμιστείς εσύ, γκρεμιέτ’ όλος ο κόσμος, / μάνα μ’ αν κρεμαστείς εσύ, κρεμιέτ’ όλος ο κόσμος».
Αντίθετα, σε μία από τις λαϊκές παραδόσεις που αποθησαύρισε ο Ν.Γ. Πολίτης, η Παναγία αποφασίζει να μην αυτοκτονήσει δίχως την υιική προτροπή. Καταριέται μάλιστα την (ανύπαρκτη σε άλλες αφηγήσεις) αγία Καλή, που την ψέγει επειδή μετέχει στον νεκρόδειπνο: «Οταν σταυρώθη ο Χριστός, και η Παναγία εκαθότανε στην παρηγοριά, επέρασε μια καλόγρια και είπε:
Ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι; Τότε εγύρισε η Παναγία και της είπε:
«Σύρε, μάνα Καλή, μήτε να ψάλεσαι μήτε να λειτουργιέσαι. Αν κρεμαστώ εγώ, θα κρεμαστούν μανάδες και αν πνιγώ εγώ, θα πνιγούν μανάδες, κάθομαι στην παρηγοριά, για να παρηγορηθούν όλες οι μανάδες».
Παρηγοριούνται άραγε οι ζώντες; Ενα λευκαδίτικο μοιρολόι, «εξαιρετικής τελειότητας» κατά τον Γκυ Σωνιέ που το ανθολογεί, τους δείχνει έτοιμους να υπηρετήσουν ένα ψέμα, όχι όμως για να παρηγορηθούν οι ίδιοι αλλά οι αγαπημένοι νεκροί, που δεν θα ξαναπασχάσουν:
«Αυτού που βούλεσαι να πας, κι όπου ξεπερατιέσαι, / αν εύρεις νιους χαιρέτα τους, και νιες κουβέντιασέ τες. [...] Μην πεις πως έρχεται Λαμπρή, πως έρχονται γιορτάδες. / Πες του Χριστού πως χιόνιζε και τη Λαμπρή θα βρέχει, / και την ημέρα τ’ αϊ-Θωμά θα σέρνουν τα ποτάμια». Ή: «Και το δεκαπενταύγουστο φουσκώνουν τα ποτάμια»...

Παρασκευή 26 Απριλίου 2019

Δέκα πράγματα που δεν ξέραμε για τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ»

 
Η τηλεοπτική μίνι σειρά που πρωτοπροβλήθηκε το 1977 και έκτοτε ταυτίστηκε με τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα είχε έναν εμβληματικό πρωταγωνιστή, έναν σπουδαίο σκηνοθέτη και ένα απίστευτο παρασκήνιο
 
Είναι κτήμα του καθενός μας. Ακόμα και αν δεν πιστεύεις, ή περνάς τη Μεγάλη Εβδομάδα μακριά από την ελληνική (τηλεοπτική) πραγματικότητα, δεν μπορεί, κάπου θα έχεις πετύχει τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ» –ο ΑΝΤ1 τον προβάλλει κάθε χρόνο, κάτι σαν τάμα. Δεν είναι βέβαια μόνο ελληνικό φαινόμενο, η μίνι σειρά των 371 λεπτών που είχε γυρίσει ο σπουδαίος Φράνκο Τζεφιρέλι το 1977 έχει ιδιαίτερη απήχηση σε όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου και προβάλλεται παραδοσιακά το Πάσχα. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτήν και πάρα πολλά έχουν γραφτεί επίσης. Αλλά υπάρχουν κάποια που ενδεχομένως να μην τα γνωρίζετε.
01. Ο Φράνκο Τζεφιρέλι έχει περιγράψει στο βιβλίο «Franco Zeffirelli’s Jesus: A Spiritual Diary» ότι αποφάσισε να γυρίσει τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ» προκειμένου να συμβάλει στην προσπάθεια να περιοριστεί η διαδεδομένη αντίληψη ότι οι Εβραίοι ευθύνονταν για τη σταύρωση του Ιησού. Ο σκηνοθέτης είχε πει ότι εμπνεύστηκε από τη Nostra Aetate, την ιστορική απόφαση του Βατικανού τον Οκτώβριο του 1965 (εδώ), με την οποία η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αναθεώρησε τις σχέσεις της με τις άλλες θρησκείες και έπαιρνε σαφείς αποστάσεις από την προαιώνια θέση για την ευθύνη των Εβραίων για τα πάθη του Ιησού.
02. Ο Τζεφιρέλι είχε σκεφτεί να προσλάβει τον φρέσκο από την επιτυχία των «Νονών» Αλ Πατσίνο ή τον Ντάστιν Χόφμαν που μόλις είχε γυρίσει το «Ολοι οι Ανθρωποι του Προέδρου» για τον ρόλο του Ιησού. Ηθελε τον Ρόμπερτ Πάουελ στον ρόλο του Ιούδα. Ομως όταν τον είδε τον βρετανό ηθοποιό σε κάτι δοκιμαστικά με τον λευκό χιτώνα που θα φορούσε ο Ιησούς, τού έδωσε χωρίς δισταγμό τον ρόλο: ο Πάουελ έγινε ο αρχετυπικός Θεάνθρωπος της οθόνης σε τέτοιο βαθμό που αποδείχτηκε αδύνατον να κάνει καριέρα μετά, χωρίς το κοινό να βλέπει σε αυτόν τον Ιησού. Το ίδιο συνέβαινε και με το συνεργείο των γυρισμάτων. Εχει περιγραφεί ότι μόλις ο Πάουελ έβγαινε από το καμαρίνι του φορώντας τον χιτώνα, σταματούσαν οι βωμολοχίες.
03. Η πρεμιέρα του «Ιησού από τη Ναζαρέτ» έγινε στην ιταλική RAI στις 27 Μαρτίου του 1977 –είχε προβλεφθεί να παιχτούν πέντε επεισόδια σε ισάριθμες Κυριακής. Στις 3 Απριλίου 1977 –Κυριακή των Βαΐων για τους Ρωμαιοκαθολικούς– όταν θα παιζόταν το δεύτερο επεισόδιο, ο Πάπας Παύλος Στ’ κάλεσε στο κήρυγμά του τους πιστούς να δουν τη σειρά. Στις 10 Απριλίου, Κυριακή του Πάσχα περισσότεροι από 28,3 εκατ. Ιταλοί είδαν το τρίτο επεισόδιο.
 
 
04. Στις ΗΠΑ ο τηλεοπτικός «Ιησούς της Ναζαρέτ» ανέβηκε τον δικό του Γολγοθά προκειμένου να προβληθεί στην τηλεόραση. Μια φράση του Φράνκο Τζεφιρέλι ότι ήθελε να παρουσιάσει τον Ιησού ως «κανονικό άνθρωπο» παρερμηνεύτηκε. Ακολούθησαν οι αντιδράσεις σκληροπυρηνικών ευαγγελικών προτεσταντών οι οποίοι παρακινούμενοι από τον αμφιλεγόμενο και ρατσιστή κληρικό Μπομπ Τζόουνς Γ’ (έχει κάποτε αποκαλέσει τον Ρωμαιοκαθολικισμό «θρησκεία του Σατανά»), έστειλαν χιλιάδες επιστολές κατά της General Motors που είχε δαπανήσει τρία εκατ. δολάρια για να είναι χορηγός της σειράς στο NBC. Η GM τελικά απέσυρε τη χορηγία και η Procter & Gamble προσέφερε μόλις 1 εκατ. δολάρια. Ο «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» προβλήθηκε σε δύο Κυριακές την άνοιξη του 1977 χάρη στην προσθήκη μιας εικονικής Ανάστασης ώστε να τονιστεί η θεία φύση του Σωτήρος και να περιοριστούν οι αντιδράσεις των ευαγγελιστών. Τελικά η τηλεθέαση ήταν εξαιρετική. Οι New York Times ανέφεραν τότε (εδώ) ότι συνολικά περισσότεροι από 90 εκατ. Αμερικανοί είδαν τα δύο επεισόδια.
05. Εχοντας συγκεντρώσει ήδη την αφρόκρεμα του Χόλιγουντ –πρωτοφανές για μια τηλεοπτική παραγωγή–, από τον σερ Λόρενς Ολίβιε και τον Πίτερ Ουστίνοφ, ως τον Αντονι Κουίν, την Αν Μπάνκροφτ και τον Μάικλ Γιορκ, ο Τζεφιρέλι ήθελε τον Μαρσέλο Μαστρογιάνι για τον ρόλο του Πόντιου Πιλάτου. Ωστόσο δεν τα βρήκαν στα χρήματα. Τελικά ο Τζεφιρέλι όχι μόνο κατέληξε στον Ροντ Στάιγκερ αλλά διαπίστωσε πως ήταν ένας «τέλειος Πιλάτος». Και ήταν.
 
 
06. Τα γυρίσματα του «Ιησού από τη Ναζαρέτ» έγιναν κυρίως στην Τυνησία –στην Τζέρμπα και στο Mοναστίρ, που χρησίμευσε ως Ιερουσαλήμ. Στα ίδια μέρη γυρίστηκε δύο χρόνια αργότερα και το αιρετικό «Ενας προφήτης μα τι προφήτης!» (Life of Bryan) των Μόντι Πάιθον. Ο Τέρι Τζόουνς είχε διηγηθεί ότι ορισμένες σκηνές γυρίστηκαν ακριβώς στα ίδια σημεία και πως μάλιστα κάποιοι κομπάρσοι είχαν συμμετάσχει και στις δύο παραγωγές!
07. Τρεις άνθρωποι ενσάρκωσαν τον Ιησού στην παραγωγή του Τζεφιρέλι. Ο Ρόμπερτ Πάουελ, ο μικρός Λάζαρο Μονέ που έπαιξε στις σκηνές του δωδεκαετή Ιησού και ο Ιμάντ Κόεν για τις σκηνές του νηπίου.. Σε όλη την ταινία ο Ιησούς ανοιγοκλείνει τα μάτια του τρεις φορές, δύο ως δωδεκαετής και μια στις σκηνές του Πάουελ. Ηταν μια ιδέα του Τζεφιρέλι ώστε υποσυνείδητα να προσφέρει στους θεατές ένα μυστικιστικό φορτίο του χαρακτήρα.
 
Robert Powell in The Real Jesus of Nazareth
 
08. O Ρόμπερτ Πάουελ μίλησε προ δύο ετών στο History Channel για την όλη εμπειρία (εδώ). Είχε πει, για παράδειγμα, ότι είχε επισκεφτεί την Ελλάδα και κάποια στιγμή τον σταμάτησαν στον δρόμο καθώς τον αναγνώρισαν, μολονότι είχαν περάσει 40 χρόνια, δεν είχε γένια ούτε μακριά μαλλιά. Ή ότι σε μια εκκλησία στη Βενεζουέλα είχαν την εικόνα του αντί για αγιογραφία. Μεταξύ άλλων προσπάθησε να εξηγήσει και την επιτυχία του «Jesus of Nazareth»: «Πιστεύω ότι ο ρόλος και η ταινία είχαν τέτοια πολιτισμική απήχηση επειδή, πρώτον, καταφέραμε να προσεγγίσουμε τόσο μεγάλα κοινά και δεύτερον επειδή δεν εξειδικεύσαμε την προσέγγισή μας προς τον Ιησού. Είχαν υπάρξει άλλες φανταστικές ερμηνείες όπως του Παζολίνι το 1964 (στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο»), αλλά για κάθε άτομο που σου έλεγε “πόσο σπουδαία ερμηνεία” είχες δέκα χιλιάδες που σου απαντούσαν “δεν είναι αυτός ο Ιησούς, δεν είναι όπως τον φαντάστηκα και γι’ αυτό δεν μπορώ να το δω”. Παρουσιάζοντάς τους κάτι με το οποίο αυτοί κάνουν όλη τη δουλειά, μπορείς να γίνεις Ιησούς για όλους. Δεν συνάντησα ποτέ κάποιον να μου πει ότι “δεν τον είχα φανταστεί έτσι”».
 
 
09. Ο Ερνεστ Μπόργκναϊν, o οποίος έπαιξε τον ρωμαίο στρατιώτη κάτω από τον σταυρό, έχει πει ότι όταν γύρισε την σκηνή και όταν άκουσε την ατάκτα «πάτερ άφες αυτοίς ου γάρ οίδασι τί ποιούσι» τον έπιασαν τα κλάματα. «Εκλαιγα εγώ, έκλαιγε και η Αν Μπάνκροφτ που δεν ήταν καν στη σκηνή. Και τότε ο Τζεφιρέλι φωνάζει “cut!” και άρχισε να ρωτάει τους εικονολήπτες αν είχαν τη σκηνή. Μετά γυρνάει σε εμένα και με ρωτάει: “Ερνέστο, πιστεύεις ότι θα μπορούσαμε να το ξαναγυρίσουμε αλλά με λιγότερα δάκρυα;”»
10. Το κόστος της εξάωρης σειράς ήταν σχεδόν μυθικό, όχι μόνο για τα δεδομένα της εποχής, αλλά και για αυτά της τηλεόρασης, αν όχι της βιομηχανίας του θεάματος. Μέσα ενημέρωσης είχαν εκτιμήσει ότι ο προϋπολογισμός εκτινάχθηκε στα 20 εκατ. δολάρια, ποσό εξωφρενικό αν αναλογιστεί κανείς ότι το κόστος του «Star Wars» που βγήκε την ίδια χρονιά ήταν στα 11,2 εκατ. δολάρια. Ο σερ Λιου Γκρέιντ, ο βρετανοεβραίος παραγωγός της σειράς, είχε πει ότι το κόστος του «Ιησού από τη Ναζαρέτ» είχε φτάσει τα 45 εκατ. δολάρια, αλλά αναλυτές εκτιμούν ότι αναφερόταν σε τιμές 1987. Ο ίδιος πάντως είχε πει ότι το καθαρό κέρδος άγγιξε τα 30 εκατ. δολάρια.

Δευτέρα 22 Απριλίου 2019

Γκρρτς, Σρρπ, Μπουλγκάρ, Μακεντών ορτοντόξ... (Κ)

 
Ε​ργο συγκλονιστικό «Η ζωή εν τάφω» του Στράτη Μυριβήλη, αφήνει βαθιά τα ίχνη της στην ψυχή και τη σκέψη του αναγνώστη. Σε όποια ηλικία κι αν συναντηθεί μαζί της. Να συμπεριλαμβάνεται άραγε στα ίχνη αυτά και η αφήγηση που ξετυλίγουν τα «Χειρόγραφα που βρέθηκαν μες στο γελιό του λοχία Αντώνη Κωστούλα» (αυτός, θυμίζω, είναι ο υπότιτλος του βιβλίου) για τη φιλοξενία του αυτοϊστορούμενου ήρωα στο ταπεινό σπίτι κάποιου «μακεδονίτικου χωριού», όπου και ανάρρωσε; Φοβάμαι πως όχι. Αν η μνήμη των μισών έστω αναγνωστών (και τη «Ζωή εν τάφω» την έχουν διαβάσει εκατοντάδες χιλιάδες) είχε συγκρατήσει κάτι από τις συγκεκριμένες σελίδες, ίσως δεν θα ήταν τόσο εύκολο στους κάπηλους του πατριωτισμού –ιεράρχες, κομματάρχες, τέως στρατάρχες κ.ο.κ.– να διακινούν και να επιβάλλουν μαζικά τα ανιστόρητα κλισέ τους για τους «γυφτοσκοπιανούς» που, όπως απεφάνθη τουιτερικώς και τρανό στέλεχος της ΟΝΝΕΔ, «όταν εμείς κάναμε εγκαίνια στην Ακρόπολη, αυτοί είχαν ουρά και πηδούσαν από δέντρο σε δέντρο». Το μόνο που δεν πρόσθεσε είναι ότι τα «εγκαίνια» ξεκίνησαν με τον Βασίλη Καρρά να τραγουδάει το «Μακεδονία ξακουστή». Αρκέστηκε να διαβεβαιώσει πως «οι κρεμάλες στο Σύνταγμα για τους εθνοπροδότες είναι έτοιμες και περιμένουν». Αν ήταν εφικτός ο απαγχονισμός φαντασμάτων, δεν θα τη γλίτωνε ο Μυριβήλης. Αλλά μπορούμε πάντα να κάψουμε τη «Ζωή εν τάφω». Εχει ξαναγίνει. Επί Μεταξά.
Είμαστε λοιπόν στα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Πανευρωπαϊκό τον ονομάζει –ευλόγως– ο Μυριβήλης, μάχιμος στα χαρακώματα του μακεδονικού μετώπου από τον Μάιο του 1917 έως τον Απρίλιο του 1918. Το «μακεδονίτικο χωριό», όπου έμεινε για να αναρρώσει ο λοχίας Κωστούλας, η Βελούσινα (Βελούζινα στο βιβλίο) βρίσκεται στην ΠΓΔΜ, πολύ κοντά στα σύνορά της με την Ελλάδα, χρωστάει δε το όνομά της στη Βέλικα Ελεούσα, τον ναό της Θεοτόκου Μεγάλης Ελεούσας, που χτίστηκε τον 4ο-5ο αιώνα, επί Θεοδοσίου του Β΄. Παραθέτω τις κρίσιμες παραγράφους του αντιμιλιταριστικού πεζογραφήματος όπως απαντούν στην πρώτη έκδοση, που κυκλοφόρησε στη Μυτιλήνη το 1924. Η έκδοση αυτή, μαζί με τη δεύτερη, του 1930, τυπώθηκαν για πρώτη φορά σε έναν τόμο από την «Εστία» το 2016, με φιλολογική επιμέλεια, πρόλογο και επίμετρο της Νίκης Λυκούργου.
Αντλώ λοιπόν από την πρόσφατη έκδοση της «Εστίας», με την οποία παραδίδεται το κείμενο χωρίς απαλοιφές ή προσαρμογές στις απαιτήσεις της «εθνικής ορθότητας», οι οποίες επιβλήθηκαν στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη συγγραφή και τις πρώτες εκδόσεις της «Ζωής», απαλοιφές που επέτρεψαν στους μάστορες της εθνικόφρονης ψευδολογίας να διατείνονται ότι ουδέποτε έγραψε τέτοια πράγματα ο Μυριβήλης. Τα έγραψε όμως (σ. 95 κ.ε.):
«Από προχτές βρίσκουμαι κάτου από στέγη. Ανάμεσα πια σ’ αθρώπους που δε ζούνε ξυλιασμένοι κάτου απ’ την ψυχρή πνοή της στρατιωτικής πειθαρχίας. Ο γιατρός δήλωσε πως για να μου περάσει το πόδι πρέπει πρώτα απ’ όλα να σηκωθώ απ’ το χώμα κι απ’ την υγρασία τ’ αντίσκηνου. Και επειδής δε δέχτηκα με κανέναν τρόπο να πάω στο Νοσοκομείο, ο λοχαγός μου φρόντισε και μ’ έβαλε εδώ, σ’ ένα σπίτι του κοντινού χωριού. [...] Οι χωριάτες με δέχτηκαν ανοιχτόκαρδα κι απλά. Και σαν απόμεινα ολομόναχος μαζί τους, άρχεψαν να μου μιλάνε σχεδόν όλοι μαζί, με τη γλώσσα τους που δεν την καταλάβαινα. [...] Μα καταλάβαινα πολύ ξάστερα πως ήτανε ένας κόσμος απλός και δουλευτής. Ενας κόσμος ίσιος. Και τα λόγια τους ήτανε όλα λόγια αγαθά, άδολα σαν το ψωμί τους και μοσκοβολισμένα από συμπάθεια και συμπόνεση. [...]
»Η μάννα τους δουλεύει στον αργαλειό. Τα μεγάλα της τ’ άσπρα πόδια ανεβοκατεβαίνουν γυμνά πάνου στις πατήτρες, και συχνά μαλώνει γελώντας τις μικρές μου φιλενάδες, που κάνουν ολάκερη συνδιάσκεψη, σοβαρή και φωνακλάδικη, συζητώντας γύρου στο εθνόσημο του κασκέτου μου. Είναι Γκρρτς ή Σρρπ. Ρωμέικο για Σέρβικο. Κι η μάννα τους φαίνεται τους λέει πως είμαι ένας “Γκρρτς”, ένας “ντόμπρο Γκρρτς”, ένας “ντόμπρο κριστιάν” και... να προσέχουν το πονεμένο πόδι μου. [...] Η βαθιά ανάγκη που με σπρώχνει να επικοινωνήσω πιο καλά με την πρωτόγονη ψυχήν αυτονών των ανθρώπων, μ’ έκανε να πολεμώ πεισμωμένα να μπω μες στο νόημα του γλωσσικού τους ιδιώματος. Είναι ένα σλαβικό παρακλάδι με πολλά τούρκικα και ρωμέικα στοιχεία. [...] Αυτοί εδώ οι χωριάτες, που τη γλώσσα τους την καταλαβαίνουν περίφημα κι οι Βουργάροι κι οι Σέρβοι, αντιπαθούνε τους πρώτους γιατί τους πήρανε τα παιδιά τους στο στρατό. Μισούν τους δεύτερους που τους κακομεταχειρίζουνται για Βουργάρους. Και κοιτάνε με αρκετά συμπαθητική περιέργεια εμάς τους περαστικούς Ρωμιούς επειδή είμαστε οι γνήσιοι πνευματικοί υπήκοοι του Πατρίκ, δηλαδή του “Ορθόδοξου Πατριάρχη της Πόλης”. Γιατί η ιδέα του απλώνεται ακόμα, τυλιγμένη μέσα σε μια θαμπή μυστικοπάθεια πολύ παράξενη, πάνου σ’ αυτό τον απλοϊκό χριστιανικό κόσμο. Επειτα οι τάφοι των παλιώ τους προεστών έχουνε πάνω στις πέτρες σκαλισμένα ελληνικά γράμματα. Τα ίδια γράμματα που ’ναι γραμμένα πάνου στα σκεβρωμένα κονίσματά τους, και στα παλιά εκκλησιαστικά βιβλία των εκκλησιώ τους. Ωστόσο, δε θέλουν να ’ναι μήτε “Μπουλγκάρ”, μήτε “Σρρπ”, μήτε “Γκρρτς”. Μοναχά “Μακεντόν ορτοντόξ”».
Υπάρχουν κάποιες μικροδιαφορές στη β΄ έκδοση, του 1930, η οποία, σημειώνει η Λυκούργου, «αποτέλεσε και τη βάση για την έβδομη και οριστική έκδοση του βιβλίου το 1955». Μια και η επανάληψη φημίζεται σαν μήτηρ μαθήσεως, δίνω την τελευταία ξαναπλασμένη παράγραφο (σ. 304-305): «Υστερα είναι και οι τάφοι των προεστών και των παπάδων τους που ’ναι σκαλισμένοι με τα ιερά και μυστηριώδικα ελληνικά γράμματα. Τα ίδια γράμματα είναι γραμμένα πάνου στα παλιά σκεβρωμένα κονίσματά τους, γύρω απ’ τ’ άγρια ασκητικά κεφάλια των αγίων του Βυζαντίου, και μέσα στα κιτρινιασμένα Βαγγέλια. Αυτά όλα μάς κάνουν προνομιούχους αντίκρυ στα μάτια τους. Μολαταύτα δε θέλουν να ’ναι μήτε Μ π ο υ λ γ κ ά ρ μήτε Σ ρ ρ π μήτε Γ κ ρ ρ τ ς. Μ ο ν ά χ α Μ α κ ε ν τ ώ ν ο ρ τ ο ν τ ό ξ». Η αραίωση είναι του πρωτοτύπου.
Καμία επιστήμη ή τέχνη δεν είναι άμοιρη ιδεολογίας. Η φιλολογία, η γλωσσολογία, η αρχαιολογία και η ιστοριογραφία, και η λογοτεχνία βέβαια, έχουν συρθεί πάμπολλες φορές και σε πάμπολλες χώρες (ανάμεσά τους και η Ελλάδα και η FYROM) για να υπηρετήσουν τα «δίκαια» που κάθε λαός διδάσκεται να τα θεωρεί αυτονόητα και αναμφισβήτητα, αν όχι θεοπροστάτευτα, εξού και οι εθνικισμοί, οι αλυτρωτισμοί, οι πόλεμοι. Η «Ζωή εν τάφω», έργο μη αριστερού, γκρεμίζει εξαρχής τον σημερινό δογματισμό μας, αφού μας πληροφορεί για κάποιους γείτονές μας που μιλούν το δικό τους «ιδίωμα», μας συμπαθούν, και «μολαταύτα» δεν θέλουν να είναι Ελληνες, ούτε Σέρβοι ή Βούλγαροι. Από το «μολαταύτα» θα ’πρεπε να ξεκινάει η συζήτηση.

Κυριακή 21 Απριλίου 2019

Αυτή ήταν η Χούντα...


 Eλενα Ακρίτα

Χούντα. Στη φωτογραφία αριστερά η μητέρα μου Σύλβα Ακρίτα το 1967, ακριβώς τη στιγμή που καταδικάζεται σε δέκα χρόνια φυλάκιση από το στρατοδικείο.
Στα 11 μου χρόνια, η Χούντα ήταν...
το μακρύ ταξίδι μου μέσα στη νύχτα. Παιδί του δημοτικού εγώ με την μητέρα μου που ήταν ηγετικό στέλεχος στην αντιστασιακή οργάνωση Πατριωτικό Μέτωπο. Συνελήφθη, δικάστηκε από το στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια κάθειρξη στις φυλακές Κορυδαλλού.
Μια από τις ευθύνες της μητέρας μου ήταν να βρίσκει ασφαλή σπίτια-κρυψώνες για τους κυνηγημένους αγωνιστές και να τους μεταφέρει με το αυτοκινητό της από κρυψώνα σε κρυψώνα τηρώντας όλους τους συνωμοτικούς κανόνες.
Θυμάμαι η μητέρα μου μού κούρεψε το μαλλί για να μη φαίνεται αν είμαι κοριτσάκι ή αγοράκι. Ανάμεσα στους αγωνιστές αυτούς ήταν ο Κώστας Φιλίνης μεγάλη μέγιστη φυσιογνωμία, ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Αντώνης Μπριλάκης, ο Μίκης ο Θεοδωράκης.
Θυμάμαι το εξής κωμικοτραγικό. Έχουμε κάνει τη μεταφορά του Μίκη από σπίτι ‘καρφωμένο’ στην Ασφάλεια σε νέα κι ασφαλή κρυψώνα. Ο Μίκης ως γνωστόν είναι δύο μέτρα άνθρωπος. Ένας θεός ξέρει πώς τον...στουμπώσαμε κακήν κακώς σε ένα τόσο δα Μίνι Μόρις, κατακαλόκαιρο ντάλα. Τον στριμώχνουμε στο πίσω κάθισμα τον καλύπτουμε μια κουβέρτα κι εγώ κοριτσάκι πατάω πάνω του για να μην φαίνεται, αν πέσουμε σε μπλόκο. Πώς επέζησε ο άνθρωπος απορίας αξιον.
Στα κοντινά σπίτια με έστελναν εμένα σε καθημερινή βάση με κατσαρολάκια φαγητό για τους αντιστασιακούς.
Και κάτι άγνωστο εντελώς. Τότε όπως γνωρίζουμε, οι ειδήσεις στην γερμανική Ντόιτσε Βέλε ήταν παράνομες. Τα νέα στέλνονταν από την Ελλάδα ηχογραφημένα με την δική μου παιδική φωνή.. Τότε δεν υπήρχαν τα μηχανήματα αναγνώρισης, αλλά σκέφτηκαν στην οργάνωση ότι μια παιδική φωνούλα τρέχα γύρευε για να την εντοπίσεις. Για πολύ καιρό, έτσι τα στέλναμε στη Ντόιτσε Βέλε.
Αργότερα μαζί με τον παππού επισκεπτόμουν την μαμά μου πρώτα στο κρατητήριο της Ασφαλείας και μετά στις φυλακές Κορυδαλλού. Θυμάμαι σαν χτες τους ασφαλίτες Λάμπρου, Θεοφυλογιάννακη και Μπάμπαλη να με τρομοκρατούν μικρό παιδάκι, λέγοντας πως αν δεν πείσω τη μάνα μου να μιλήσει (που δεν μίλησε) θα την εκτελέσουν ως προδότρια του Έθνους. Κι ότι επειδή πριν δυο χρόνια πέθανε ο πατέρας μου, θα εμένα ‘πεντάρφανη’ - θυμάμαι και τη λέξη ακόμα. «Θα σκοτώσουμε τη μανούλα» έτσι μου το είπανε και δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Αυτή ήταν η Χούντα και αυτές είναι η χούντες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Κι όσοι δεν ξέρουν τι τους γίνεται, καλό είναι να μην την πιάνουν τόσο χαλαρά στο στόμα τους.

"ΑΝΘΡΩΠΟΦΥΛΑΚΕΣ"...

... δεν πρέπει κανείς να μην το διαβάσει... Το νεοφασιστικό κτήνος της αμερικανοκίνητης χούντας (21 Απρίλη 1967)...
 
ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΟΡΟΒΕΣΗ

 Δωρεάν "ΑΝΘΡΩΠΟΦΥΛΑΚΕΣ" σε pdf !!!
Ο τίτλος θα μπορούσε να είναι ''Ανθρωποφάγοι'' ή ''Ανθρωποειδή'', αλλά & στις... 2 αυτές επιλογές δυσφημούνται οι πρωτόγονοι & τα ζώα.
Στον 20ό αιώνα βλέπεις, οι αναλογίες, οι προσομοιώσεις μας αποδείχνονται ανεπαρκείς.
Πάντως ο άνθρωπος ως πρώτο συνθετικό είναι νομίζω απαραίτητος.
Μόνο άνθρωποι θα μπορούσαν να τα κάνουν αυτά''.
Περικλής Κοροβέσης
 
Το βιβλίο: ΕΔΩ                                                                     sibilla-gr-sibilla.blogspot.com

Τα ξεχασμένα σκάνδαλα της «Εθνοσωτηρίου»...

 
Εφτά χρόνια αρπαχτή…

Με αφορμή τη συμπλήρωση 52 χρόνων από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, αναδημοσιεύουμε ένα επίκαιρο άρθρο του «Ιού», που δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία το 2010.
Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από...
τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους.
Στους έντονα αντικοινοβουλευτικούς καιρούς μας, ένα δόλιο φάντασμα πλανιέται στον αέρα: ο ισχυρισμός περί «τιμιότητας» των δικτατόρων που κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία το 1967 για να την επιστρέψουν πριν από 36 χρόνια, σαν βρεγμένες γάτες, «στους πολιτικούς».
Πρόκειται βέβαια για μύθο, θεμελιωμένο στη μίζερη εικόνα των επιζώντων «πρωταιτίων» – αφού πρώτα έχασαν την εξουσία, στερήθηκαν όσα είχαν παράνομα καρπωθεί και υπέστησαν τις οικονομικές συνέπειες της κοινωνικής απομόνωσής τους. Ακόμη κι αυτή η εικόνα δεν αφορά, ωστόσο, παρά ελάχιστους πρωτεργάτες της δικτατορίας. Αγνοεί την οικονομική ευμάρεια πάμπολλων μεσαίων ή «πολιτικών» στελεχών της, που η νομική κατασκευή περί «στιγμιαίου αδικήματος» άφησε παντελώς ατιμώρητα ν’ απολαμβάνουν τα αποκτήματά τους.
Την επιβίωση του μύθου διευκολύνει η χαώδης διαφορά του τότε με το σήμερα, όσον αφορά τη δυνατότητα δημόσιας συζήτησης για παρόμοια ζητήματα. Επί χούντας η ραδιοτηλεόραση ήταν κρατική (κι αυστηρά προπαγανδιστική), ενώ ο Τύπος περνούσε από δρακόντεια λογοκρισία. Οποιαδήποτε έρευνα ή ακόμη και νύξη για κρατικά σκάνδαλα ήταν απλά αδιανόητη. χαρακτηριστικό το κύριο άρθρο του Γιάννη Καψή στον «Ταχυδρόμο» (24.5.74), όταν η δικτατορία Ιωαννίδη δημοσιοποίησε το (παπαδοπουλικό) «σκάνδαλο των κρεάτων»:
«Δεν είναι καινούρια η υπόθεση. Μήνες ολόκληρους οι φήμες οργίαζαν. Κι όμως κανείς δεν τολμούσε. Κανείς δεν είχε το θάρρος να μεταβάλη τον ψίθυρο σε καταγγελία. Κι όσο οι φήμες απλώνονταν, αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερους υπεύθυνους και μη, τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μήπως θίξουμε τα κακώς κείμενα. Ηταν μια ‘συνωμοσία κραυγαλέας σιωπής’, χάρη και στη δρακόντεια νομοθεσία που ρυθμίζει -και συμπιέζει- την ενάσκηση του λειτουργήματός μας».
Μετά τη Μεταπολίτευση, ο Τύπος ξεχείλισε βέβαια από πληροφορίες για σκάνδαλα της χουντικής επταετίας. Ομως αυτά θεωρούνταν τότε -και σωστά- απλές παρωνυχίδες μπροστά στα υπόλοιπα εγκλήματα της δικτατορίας.

Απολαβές και «ασυλία»
Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να κάνουν οι ηγέτες της χούντας, ήταν να αυγατίσουν τα εισοδήματά τους –σε σχέση όχι μόνο με τους ώς τότε δημοσιοϋπαλληλικούς μισθούς τους, αλλά και με τις απολαβές της ανατραπείσας κοινοβουλευτικής «φαυλοκρατίας». Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5.10.73).
Ακολούθησαν κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8.2.75).
Οι δικτάτορες θεσμοθέτησαν τέλος τη μελλοντική ασυλία τους, με ρυθμίσεις που κάνουν τα σημερινά κουκουλώματα να μοιάζουν με παιδικό παιχνίδι. Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30.12.1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των ...συναδέλφων τους. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα δια τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής, θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα!
Προϋπόθεση για την ατιμωρησία συνιστούσε, φυσικά, η επιτυχία της ελεγχόμενης επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό «αλά τουρκικά». Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τίναξε όμως το εγχείρημα στον αέρα, με αποτέλεσμα τον κάθετο θεσμικό διαχωρισμό της Μεταπολίτευσης απ’ το προηγούμενο καθεστώς.

Τα μαύρα κρέατα
Το μόνο σκάνδαλο που εκκαθαρίστηκε δικαστικά επί χούντας, αποκαλύφθηκε για λόγους προπαγανδιστικής «νομιμοποίησης» της ανατροπής του Παπαδόπουλου απ’ τον Ιωαννίδη. Πρόκειται για την (κυριολεκτικά δύσοσμη) «υπόθεση των κρεάτων», με βασικούς κατηγορούμενους τον πρώην υφυπουργό Εμπορίου Μιχαήλ Μπαλόπουλο και το Γεν. Διευθυντή του Υπουργείου (και διορισμένο πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ) Ζαφείριο Παπαμιχαλόπουλο.
Το κατηγορητήριο αφορούσε ποικίλες παρανομίες, με κυριότερη τη «δωροληψία κατά συρροήν» από μεγαλεμπόρους για τη μονοπωλιακή εξασφάλιση αδειών εισαγωγής κρέατος –με αποτέλεσμα παράνομες ανατιμήσεις («καπέλα») σε βάρος των καταναλωτών. Επιμέρους πτυχή του σκανδάλου συνιστούσε η απαγόρευση διάθεσης ντόπιων ζώων, ώστε να πουληθούν τα προβληματικά κρέατα Αργεντινής που «μαύριζαν» και «δεν τάθελε ο κόσμος». Στη δίκη πρόκυψε ανάμιξη του Παττακού – αναγνώστηκε, μάλιστα, και διαταγή του (21.9.72) «όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα επίμαχα προϊόντα.
Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε 3,5 χρόνια φυλάκιση, ποινή που το 1976 μειώθηκε σε 14 μήνες. Δεν διώχθηκε, αντίθετα, για την επίδοση που τον έκανε ευρύτερα διάσημο: το «μπαλόσημο» που (φέρεται να) εισέπραττε ως γραμματέας του ΕΟΤ, με το παρατσούκλι «ο κύριος 10%».
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχετικές ημερολογιακές εγγραφές του διπλωμάτη Γεωργίου Χέλμη, γαμπρού του Μαρκεζίνη. «Φαίνεται πως συνελήφθη ο Μπαλόπουλος, πρώην του Τουρισμού, για οικονομικά σκάνδαλα και καταδιώκεται ο Παύλου, γαμπρός του Παττακού, επίσης για οικονομικά σκάνδαλα (υπόθεσις κρεάτων)», σημειώνει στις 21.1.74, για να συμπληρώσει στις 5.2: «Για τα σκάνδαλα, πιστεύει ο Μομφεράτος ότι τίποτε δεν πρόκειται να προωθήσουν, διότι φοβούνται να έλθουν εις αντιθέσεις και, άλλωστε, δεν έχουν μάρτυρες να καταθέσουν». Με τη δημοσιοποίηση της δίωξης, εκτιμά τέλος «ότι κατά την δίκη θα προκύψουν και στοιχεία για άλλες υποθέσεις (ίσως σκάνδαλα στον τουρισμό κά)» («Ταραγμένη διετία», Αθήνα 2006, σ.123, 129 & 161).

Η «νέα φαυλοκρατία»
Η δυσοσμία δεν περιοριζόταν ωστόσο στα κρέατα. Επτά μήνες μετά το πραξικόπημα, ο εκδότης του «Ελεύθερου Κόσμου» (και κεντρικός προπαγανδιστής της χούντας) Σάββας Κωσταντόπουλος εξομολογείται γραπτά στον παλιό του πάτρωνα Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Λυπούμαι, διότι είμαι υποχρεωμένος να μνημονεύσω και ένα άλλο εκτάκτως λυπηρόν φαινόμενον. Ενεφανίσθη και αναπτύσσεται μία νέο-φαυλοκρατία (ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή κοκ)» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος, σ.50).
Παρά τη στενή σχέση του με το καθεστώς, ο Κωσταντόπουλος διατήρησε την ίδια γνώμη μέχρι τέλους. Αναλύοντας το Δεκέμβριο του 1973 στον Καραμανλή την ανατροπή του Παπαδόπουλου, τονίζει πως «είχε υποστεί το καθεστώς και αυτός προσωπικώς ηθικήν φθοράν εις την συνείδησιν των Ενόπλων Δυνάμεων. Μεγάλην ζημίαν του έκαμε η σύζυγός του και ο ταξίαρχος Μ. Ρουφογάλης, τον οποίον είχε τοποθετήσει εις την ΚΥΠ. Εκαμαν προκλητικάς ενεργείας (εντυπωσιακοί γάμοι, θορυβώδεις δεξιώσεις, δημόσιαι εμφανίσεις με μεγαλοπλουσίους, επίδειξις πλούτου κλπ). Μοιραίον ρόλον έπαιξαν και οι γαμβροί ωρισμένων παραγόντων του καθεστώτος (του κ. Σ. Παττακού και άλλων). Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε» (όπ.π., σ.203-5).
Παρόμοια αίσθηση αναδύουν κι οι επιστολές του «γεφυροποιού» Ευάγγελου Αβέρωφ προς τον Καραμανλή: «κυκλοφορούσαι φήμαι περί μεγάλων ή μικρών σκανδάλων (δημοπρασίαι τηλεοράσεως, ΟΛΠ, σύμβασις Reynold’s, βέβαιοι μικρολοβιτούραι Ματθαίου και άλλα)» (14.10.68), «ανησυχία» του Παπαδόπουλου για «τα γύρω του σκάνδαλα, το ξεχαρβάλωμα της Διοικήσεως» (28.10.72).
Ιδια γεύση και στη συνομιλία του νεαρού -τότε- πολιτικού επιστήμονα Θεόδωρου Κουλουμπή με τον παλαίμαχο μεταξικό υπουργό Ασφαλείας, Κωνσταντίνο Μανιαδάκη (27.8.71): «Και για το στρατό; τον ρώτησα. Η απάντησή του ήταν να τρίψει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, υπονοώντας ότι δωροδοκούνται» («Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού», σ.116-7).
Ειδική πτυχή της «νεοφαυλοκρατίας» αποτέλεσε η ποικιλότροπη «τακτοποίηση» του συγγενικού περιβάλλοντος των δικτατόρων:

* Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.

* Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο Γ.Γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.

* Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων –από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.

* Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, Γ.Γ. του Υπ. Προεδρίας, Περιφερειακός Διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει Γ.Γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν ‘μπον φιλέ’ γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ.118).

Ειδική κατηγορία σκανδάλων συνιστούν οι ανεξέλεγκτες δανειοδοτήσεις «ημετέρων». Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δυο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29.8 και 12.9.74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.
Ενδιαφέρουσα και η εμπιστευτική ενημέρωση του Χαρίλαου Χατζηγιάννη, προσωπικού φίλου του δικτάτορα, προς τον αυλάρχη του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου (25.11.70): «Αυξάνεται η επιρροή της Δέσποινας [Παπαδοπούλου], του Ρουφογάλη και του Φραγκίστα. Η Δέσποινα ανακατεύεται σε όλα και, αναμφισβήτητα, επηρεάζει τον άντρα της. Ακόμη και η κόρη της παίζει ρόλο. Μιλούν και για οικονομικά συμφέροντα. Ο Λαδάς φώναξε τον Χατζηγιάννη και του συνέστησε, φιλικά, να διαφωτίσει τον Παπαδόπουλο» (Λεωνίδας Παπάγος, «Σημειώσεις 1967-1977», Αθήνα 1999, σ.296).

Η Ντόλτσε Βίτα
Την εικόνα συμπληρώνουν, από διαφορετική οπτική γωνία, οι αναμνήσεις της Ντέλλας Ρουφογάλη, φωτομοντέλου που το 1973 παντρεύτηκε το διοικητή της ΚΥΠ: «Αρχίζω να ράβω την καινούρια μου γκαρνταρόμπα στους μετρ της ραπτικής για τους οποίους μέχρι τώρα έκανα επιδείξεις. Η ζωή μου έχει αλλάξει τελείως, το ίδιο και η συμπεριφορά όλων απέναντί μου. Μου φέρονται με έκδηλο σεβασμό και τα κοπλιμέντα τους είναι υπερβολικά. Αλλά μου αρέσει. Εγώ εξακολουθώ να φέρομαι φιλικά προς τους παλιούς γνωστούς και τους κανούριους, πλούσιους φιλοχουντικούς επιχειρηματίες που πληθαίνουν μέρα με τη μέρα μαζί με τα ραβασάκια για ρουσφέτια. Αισθάνομαι πως έχω υποχρέωση να εξυπηρετήσω τους πάντες. Ο Μιχάλης συνήθως δεν αρνείται. Γεύομαι τη δύναμη της εξουσίας, και με μαγεύει» (σ.85-6).
Στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Βέροια, «έρχονται πολλοί να με δουν. Γνωστοί και άγνωστοι. Ο πατέρας μου μου δίνει πακέτο τα σημειωματάκια με τα ρουσφέτια που ζητούσαν οι γνωστοί του όλο αυτό τον καιρό και εγώ του υπόσχομαι ότι κάτι θα προσπαθήσω να κάνω». Μεταξύ των αιτημάτων που ικανοποίησε, γράφει, ήταν και η απονομή χάριτος (απ’ τον Παπαδόπουλο) σ’ ένα συντοπίτη της εξαγωγέα, πρώην «μεγάλο ποδοσφαιριστή της τοπικής ομάδας», που είχε καταδικαστεί «με αποδείξεις» για κατασκοπεία υπέρ της Βουλγαρίας (σ.89).
Τους αρραβώνες του ζεύγους τίμησαν «επιλεγμένοι εξωκυβερνητικοί παράγοντες», όπως οι επιχειρηματίες Λάτσης και Κιοσέογλου. «Την επόμενη βδομάδα καινούρια δώρα, καινούριες ανθοδέσμες, φρέσκα ψάρια απ’ όλα τα νησιά της Ελλάδας, κούτες με το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας και παγωμένα καβούρια της Αλάσκας καταφθάνουν στο σπίτι. Δεν ξέρω τι να τα κάνω» (σ.88).
Στο γάμο τους, πάλι, παραβρέθηκαν «ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο εφοπλιστής Θεοδωρακόπουλος με το γιο του τον Τάκη, ο Κώστας Δρακόπουλος των διυλιστηρίων, ο Νίκος Ταβουλάρης των ναυπηγείων, το ζεύγος Μποδοσάκη, ο Αγγελος Κανελλόπουλος των τσιμέντων ‘Τιτάν’ με τη γυναίκα του, ο Τομ Πάππας, ο Γ. Λύρας, ο Γιώργος Ταβλάριος, εφοπλιστής από τη Νέα Υόρκη με τη γυναίκα του και ο Γιάννης Λάτσης με τη μεγάλη του κόρη, αφού η γυναίκα του την ίδια μέρα πάντρευε την ανηψιά της σε άλλη εκκλησία» (σ.95).
Εύγλωττη για τις στενές σχέσεις χουντικής ηγεσίας και μεγαλοκαπιταλιστών είναι η περιγραφή ενός ιδιωτικού ταξιδιού της Ντέλλας με τη Δέσποινα Παπαδοπούλου στο Παρίσι: «Μένουμε σε μεγάλες σουΐτες στο Intercontinental. Ερχονται να μας επισκεφθούν με το τραίνο από τη Γενεύη ο Γιάννης Λάτσης και η σύζυγός του Εριέτα. Είναι πολύ φίλοι της Δέσποινας. [...] Πηγαίνουμε σε όλα τα καλά μαγαζιά της Φομπούρ Σεντ Ονορέ. Η Δέσποινα έχει αφεθεί στο γούστο μου. [...] Λόγω της παρατεταμένης κακοκαιρίας, πηγαίνουμε οδικώς στις Βρυξέλλες με λιμουζίνα που μας έστειλε ο Ωνάσης» (σ.87).
Οι επαφές αυτές δεν ήταν αυστηρά κοινωνικές. Λίγο μετά το Πολυτεχνείο, π.χ., το ζεύγος Ρουφογάλη τρώει στο σπίτι του με το Λάτση. Αρχηγός της ΚΥΠ κι εφοπλιστής «συζητούν για τα διϋλιστήρια και τα προβλήματα που έχει». Μετά το τέλος της κουβέντας, ο δεύτερος προθυμοποιείται να συνοδεύσει τη γυναίκα του πρώτου στο Λονδίνο, για κάποιες ιατρικές εξετάσεις (σ.100).
Μια στιχομυθία του Ρουφογάλη φωτίζει, τέλος, καλύτερα την τυχοδιωκτική διαχείριση του δημόσιου πλούτου από τα ηγετικά στελέχη της χούντας:
«Ενα βράδυ ο Χρήστος Μίχαλος, τότε υπουργός, μισοαστειευόμενος, του λέει ότι τώρα που παντρεύτηκε θα πρέπει να κάνουν καμιά δουλειά να εξασφαλίσουν το μέλλον τους, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Ο Μιχάλης, ατάραχος, του λέει να μην ανησυχεί. ‘Οσο είμαστε στα πράγματα δεν μας χρειάζονται λεφτά και, αν πέσουμε, τα λεφτά δεν θα μας σώσουν’. Ξεσπάει σε γέλια. Εγώ παγώνω, μαζί μου κι ο Μίχαλος» (σ.98).

Οι συμβάσεις
 Το φιλέτο των σκανδάλων της «επταετίας» υπήρξαν ωστόσο οι μεγάλες «αναπτυξιακές» συμβάσεις της περιόδου.

* Η πρώτη υπογράφηκε με την αμερικανική πολυεθνική Litton (15.5.67), για «παροχήν υπηρεσιών οργανώσεως και διεκπεραιώσεως της οικονομικής αναπτύξεως ορισμένων περιοχών εις Κρήτην και Δυτικήν Πελοπόννησον» (ΦΕΚ 1972/Α/88). Είχε προταθεί το 1966 απ’ την κυβέρνηση των αποστατών (κυρίως τον Μητσοτάκη), αλλά η Βουλή δεν τόλμησε να την ψηφίσει. Η Litton θα εισέπραττε όλα τα έξοδα που έκανε «βοηθώντας» το δημόσιο (συν κέρδος 11%) και προμήθεια 2% επί των κεφαλαίων (ή των δανείων) που θα έφερνε, θεωρητικού ύψους 800.000.000 δολαρίων. Ως «προκαταβολή», το δημόσιο της κατέβαλε 1.200.000 δολάρια.

Στην πράξη, η εταιρεία αρκέστηκε να ξεκοκκαλίζει τα ποσοστά επί των ...εξόδων της: «Το κέρδος μας είναι φυσικά δυσανάλογα μεγάλο», παραδεχόταν (στις ΗΠΑ) ο υπεύθυνος του προγράμματος, «επειδή δεν έχουμε κάνει βασική επένδυση. Η επένδυση είναι το καλό μας όνομα». Τελικά η σύμβαση λύθηκε στις 15.10.69, με καταβολή από το κράτος των δαπανών της εταιρείας -συν 11%- ακόμη και κατά την ...«περίοδο τερματισμού» (ΦΕΚ 1969/Α/268). Επίσημη δικαιολογία: «αι ελληνικαί υπηρεσίαι είναι εις θέσιν να συνεχίσουν άνευ ειδικής εξωτερικής βοηθείας τας προσπαθείας δια την ανάπτυξιν» (Βήμα, 16.10.69).

* Απίστευτα επαχθής ήταν και η σύμβαση για την κατασκευή της Εγνατίας, που ο Μακαρέζος υπέγραψε με τον αμερικανό εργολάβο Ρόμπερτ Μακντόναλντ (ΦΕΚ 1969/Α/15). Το δημόσιο έβαζε 45 απ’ τα 150 εκατομμύρια δολάρια του έργου, «διευκόλυνε» τον «επενδυτή» με ομόλογα 80.000.000 κι εγγυόταν για τα δάνειά του. Το έργο θα γινόταν από έλληνες υπεργολάβους, ενώ ο «ανάδοχος» θα φρόντιζε απλώς για μελέτες και δάνεια, εισπράττοντας αμοιβή 14% επί των εξόδων (συμπεριλαμβανόμενης της δημόσιας χρηματοδότησης!) – τα 4.500.000 δολάρια «εν είδει προκαταβολής». «Εάν κατά την διάρκειαν της μελέτης ήθελεν διαπιστωθή» από τον ίδιο πως 150 εκατομμύρια δεν αρκούν, μπορούσε είτε να ψάξει γι’ άλλα είτε απλά να «θεωρηθή εκτελέσας την σύμβασιν άμα τη συμπληρώσει της κατασκευής τμήματος της οδού, ούτινος η αξία ανέρχεται εις δολλ. ΗΠΑ 150.000.000» (άρθρο 1§4). Τελικά, δε βρήκε ούτε τα προβλεπόμενα κι έφυγε, αφού το δημόσιο επιβαρύνθημε με 1 ½ δις δρχ.

* Ο ελληνοαμερικανός Τομ Πάππας ήταν ήδη παρών με το διϋλιστήριο της ESSO στη Θεσσαλονίκη, επένδυση του 1962 που είχε καταγγελθεί ως σκανδαλωδώς προνομιακή. Το Μάιο του 1972, η χούντα τον απάλλαξε από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει, για ανέγερση έξι αγροτοβιομηχανικών μονάδων σε διάφορα σημεία της χώρας (ΦΕΚ 1972/Α/72). Του έδωσε και άδεια για τα εργοστάσια της Coca Cola, που οι κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις δεν ενέκριναν, ως ανταγωνιστικά προς τη ντόπια παραγωγή αναψυκτικών (ΦΕΚ 1968/Α/201).
 Θερμός υποστηρικτής της χούντας, ο Πάππας πρωταγωνίστησε ως γνωστόν στο «ελληνικό Γουτεργκέιτ», ανακυκλώνοντας κονδύλια της CIA για το χρηματισμό του Νίξον απ’ τους δικτάτορες. Ενας προσωπάρχης του με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

* Μητέρα όλων των μαχών υπήρξε ωστόσο το ντέρμπι των μεγιστάνων (Ωνάσης, Νιάρχος, Βαρδινογιάννης, Ανδρεάδης, Λάτσης κ.ά) για το 3ο διϋλιστήριο της χώρας. Ο Παπαδόπουλος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του Ωνάση, σε βίλα του οποίου (στο Λαγονήσι) έμενε αντί συμβολικού ενοικίου, ενώ ο Μακαρέζος υπέρ του Νιάρχου. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, με απόπειρες πραξικοπημάτων κι έκτακτους ανασχηματισμούς. Τελικά ο Ωνάσης τα παράτησε, ακυρώνοντας τη «μεγαλειώδη» σύμβαση που είχε υπογράψει και παίρνοντας πίσω την εγγύησή του, το 3ο διϋλιστήριο μοιράστηκε μεταξύ Ανδρεάδη και Λάτση (ΦΕΚ 1972/Α/130) κι ένα 4ο παραχωρήθηκε στο Βαρδινογιάννη (ΦΕΚ 1972/Α/181).
Μια λεπτομέρεια αυτής της τιτανομαχίας, από την εμπιστευτική ενημέρωση Χατζηγιάννη προς τον Παπάγο (25.11.70), παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με βάση τα σημερινά δεδομένα:
«Σε άλλο υπουργικό συμβούλιο, παραβρισκόταν ο Καρδαμάκης, ο οποίος εισηγήθηκε την αγορά μηχανημάτων από τη Siemens και την AEG χωρίς διαγωνισμό, για να μπορέσει να ανταποκριθεί η ΔΕΗ στο πρόγραμμά της, που καθυστερούσε λόγω των δυσκολιών εκτέλεσης των συμφωνιών Ωνάση. Ο Παπαδόπουλος έλυσε μόνος του το θέμα, αποδεχόμενος την αγορά από τη μια εταιρεία».

Το «Τάμα του Εθνους»
Υπήρξε ίσως το χαρακτηριστικότερο σκάνδαλο της χούντας: ο τέλειος συνδυασμός της επαγγελίας μιας «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» με τη μεγαλομανία του δικτάτορα και το ξάφρισμα υπέρογκων δημόσιων κονδυλίων.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος εξήγγειλε την ανέγερση ενός μνημειώδους ναού του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια –ως εκπλήρωση, υποτίθεται, της σχετικής υπόσχεσης της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1829 προς το Θεό σε περίπτωση απελευθέρωσης της Ελλάδας. Σύμφωνα άλλωστε με τη χουντική προπαγάνδα, η «επανάστασις» της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν παρά η άμεση συνέχεια -και ολοκλήρωση- του 1821.
Το έργο εγκρίθηκε στις 5.1.69 σε κοινή συνεδρίαση υπουργικού συμβουλίου και αρχιεπισκόπου. Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο μια «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο τον ίδιο τον πρωθυπουργό Γ. Παπαδόπουλο και μέλη τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στ. Πατττακό, Συντονισμού Ν. Μακαρέζο, Παιδείας Θ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. Εργων Κ. Παπαδημητρίου και τον υφυπουργό Προεδρίας Κ. Βοβολίνη. Ενα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του Πανεπιστημίου και του ΕΜΠ, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής. Στο εγχείρημα μετείχε, με άλλα λόγια, σύμπασα η ανώτατη πολιτική και πνευματική ηγεσία του καθεστώτος.
Για το είδος της προπαγάνδας που συνόδευσε την εξαγγελία, αποκαλυπτικό είναι ένα απόσπασμα από την «Ηχώ των Ενόπλων Δυνάμεων» (3.6.73): «Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Εθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό».
Η επιστημονική κοινότητα των 1.857 ελλήνων αρχιτεκτόνων δεν φάνηκε πάντως να δείχνει τον ίδιο ενθουσιασμό. Τρεις διαδοχικοί διαγωνισμοί «προσχεδίων» και «ιδεών» μεταξύ 1970 και 1973 κατέληξαν σε φιάσκο: παρά τα τεράστια «βραβεία» που τους συνόδευαν (από 300.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, όταν ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα ήταν γύρω στις 4.000 δραχμές), οι προτάσεις που υποβλήθηκαν ήταν αντίστοχια 7, 35 και 31. Τελικά και οι τρεις διαγωνισμοί κηρύχθηκαν άγονοι - μάλλον δίκαια, αν κρίνουμε από τις μακέτες που δημοσιεύθηκαν μεταδικτατορικά στο «Αντί» (30.11.74). Ακόμη κι έτσι, 3.650.000 δρχ διανεμήθηκαν σε ελάσσονες «επαίνους».
Απείρως μεγαλύτερη τέχνη επιδείχθηκε στη διασπάθιση των χρημάτων.
Τον Ιούνιο του 1969 ανακοινώθηκε η σύσταση «Ειδικού Ταμείου» για την οικονομική διαχείριση του «τάματος». Σύμφωνα με τον τελικό απολογισμό του που δημοσιεύθηκε μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου («Εστία» 19.1.1974), το «Ταμείο» εισέπραξε συνολικά 453.300.000 δρχ: 45,5 εκατομμύρια ως επιχορήγηση απ’ τον τακτικό προϋπολογισμό, 180 εκατομμύρια από «δωρεές, εισφορές, κλπ» και 230 εκατομμύρια σε δάνεια. Ενα μέρος των «εισφορών» ήταν επίσης δημόσιο χρήμα (η Αγροτική Τράπεζα «πρόσφερε» π.χ. 10 εκατομμύρια), ενώ το υπόλοιπο προήλθε από το υστέρημα του φιλοχρίστου και φιλοθεάμονος κοινού – όπως ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος που θυσίασε στο «Τάμα» ολόκληρο το εφάπαξ του (109.455 δρχ), εισπράττοντας «τα συγχαρητήρια του πρωθυπουργού δια του υπουργού Προεδρίας» («Νέα» 31.12.68).
Σύμφωνα ωστόσο με τον ίδιο απολογισμό, το 90% των εσόδων είχε ήδη καταναλωθεί σε απαλλοτριώσεις, «δαπάνες μελετών», προπαρασκευαστικά έργα και «δαπάνες διοικήσεως και λειτουργίας»!
«Φαίνεται ότι ο Ναός του Σωτήρος, που πρόκειται να ανεγερθή πάνω στα Τουρκοβούνια, θα είναι απ’ τους πιο θαυματουργούς στη χώρα μας», σχολίαζαν τις επόμενες μέρες τα «Νέα» (26.1.74). «Γιατί, πριν ακόμα κτισθή, πριν καν γίνουν τα σχέδια για την κατασκευή του, δαπανήθηκαν -λες από θαύμα- τα 406 εκατομμύρια δραχμές από τα 453 εκατομμύρια που είχαν τελικά συγκεντρωθεί. Πάντως κι οι πιο ολιγόπιστοι θαύμασαν το γεγονός ότι με εντελώς κανονικό τρόπο αναλώθηκε ολόκληρο το τεράστιο αυτό ποσόν για ένα έργο του οποίου ακόμα δεν κατάφεραν οι υπεύθυνοι να έχουν ούτε το σχέδιο. [...] Αφού λεφτά δεν υπάρχουν πιά, αφού ούτε καν τα σχέδια του ναού δεν έχουν γίνει ακόμη, η υπόθεση αυτή θα πρέπει να λήξη εδώ και όλοι θα φροντίσουμε να ξεχασθή».

ένα επίκαιρο λόγω ημέρας άρθρο του «Ιού», που δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία το 2010