Η ελίτ όχι μόνο δεν νοιάζεται να κρύβει την βαθιά υποτίμηση προς την «πλέμπα» αλλά την επιδεικνύει επιπλέον, υπό τύπο τελετουργικής επιβεβαίωσης της ισχύος της.
Θέμης Τζήμας
Το 1995, ο Mathieu Kassovitz μάς έδωσε μια ταινία- σταθμό: «Το Μίσος». Μπορώ να θυμηθώ την εντύπωση που μου είχε προκαλέσει όταν την είχα πρωτοπαρακολουθήσει ως έφηβος. Ένα μείγμα άπωσης και θαυμασμού για τους πρωταγωνιστές. Αργότερα θα συνειδητοποιούσα ότι επρόκειτο για μια κινηματογραφική αποτύπωση των θεωριών περί εσωτερικής αποικιοποίησης, οι οποίες στην Γαλλία προβάλλονται τόσο καθαρά στα προάστια της πρώην εργατικής τάξης της κεϋνσιανής περιόδου. Από τη μια η ελίτ η οποία ζει ολοένα πιο, όχι μόνο αποστασιοποιημένη, αλλά, περιτοιχισμένη προς τις μάζες και από την άλλη εκείνοι οι οποίοι βυθίζονται στο κοινωνικό περιθώριο ή επιβιώνουν με το διαρκές άγχος του πισωπατήματος σε αυτό.
Από τότε που κυκλοφόρησε η εν λόγω ταινία, οι ανισότητες μόνο παροξύνθηκαν περισσότερο. Η ελίτ όχι μόνο δεν νοιάζεται να κρύβει την βαθιά υποτίμηση προς την «πλέμπα» αλλά την επιδεικνύει επιπλέον, υπό τύπο τελετουργικής επιβεβαίωσης της ισχύος της.
Στην Ελλάδα βεβαίως, η λογική της εσωτερικής αποικιοποίησης βρίσκεται στον πυρήνα της κρατικής συγκρότησης και της πειθάρχησης του, συχνά και συνήθως μη δυτικόστροφα, απείθαρχου λαού. Όταν η αγωνιστική του διάθεση κορυφώνεται, η ελίτ κρύβεται λίγο. Όταν βρίσκεται σε ύφεση, μια σχεδόν τσαρική νοοτροπία επιδεικτικής υποτίμησης από ψώνια, απατεώνες, ανίκανους γόνους και λούμπεν υπηρέτες τους που έπιασαν «την καλή»- δηλαδή το κρατικό ταμείο- περιφέρεται.
Δεν πρόκειται όμως να αναφερθούμε εδώ στα «μεγάλα» γεγονότα τα οποία αποδεικνύουν τα παραπάνω αλλά σε κάτι πιο άμεσο: στις πανελλαδικές εισαγωγικές εξετάσεις.
Καλώς ή κακώς- μάλλον το δεύτερο αλλά δεν είναι το θέμα αυτό- οι εξετάσεις αυτές και η επακόλουθη επιτυχία, για την ελληνική οικογένεια- τον θεσμό ο οποίος έχει διασώσει την όποια κοινωνική συνοχή μέσα σε διαδοχικές αποτυχίες της κρατικής μας συγκρότησης να επιτελέσει αναδιανεμητικό, κοινωφελή ρόλο– αποτελεί το βασικό σκαλί κοινωνικής κινητικότητας προς τα πάνω- τα άλλα είναι η μετανάστευση ή η πρόσβαση στα ενδότερα του κράτους.
Η μαζικοποίηση των πανεπιστημίων μας, ήδη σταδιακά από τη δεκαετία του ’60, πράγματι μας έδωσε τελικά τον υψηλότερο βαθμό τέτοιας ανοδικής κινητικότητας- περιορίζοντας έστω κατά ένα μικρό βαθμό την κυριαρχία των μεγάλων τζακιών-, ένα αρκετά καλό επιστημονικό προσωπικό, σημαντικά -παρότι όχι απολύτως ικανοποιητικά- πανεπιστημιακά ιδρύματα, με ορισμένες σχολές μάλιστα να πρωταγωνιστούν παγκοσμίως και – αυτό είναι που “πονάει”- έναν υψηλό βαθμό κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης της νεολαίας.
Αποδείχτηκε έτσι το προφανές: το «κλείσιμο» της εισόδου σε ανώτατες μορφωτικές βαθμίδες για τους πολλούς, ωθεί στη συντήρηση, στην παρακμή, στον -ακόμα μεγαλύτερο- νεποτισμό και εν τέλει στη μετριότητα, ενώ η μαζικοποίηση των ιδρυμάτων, αυξάνει τις διανοητικές εφεδρείες του έθνους και διευρύνει τις παραγωγικές και δημιουργικές του δυνάμεις. Αντί για αυτό, η βλακώδης και αντιδραστική δεξιά επιδιώκει μια κάποια αριστεία χωρίς καν να γνωρίζει τι σημαίνει ο όρος και ότι στην πραγματικότητα η επιδίωξη διαμόρφωσης μιας ελίτ αρίστων στη θέση μιας ανόδου του συνολικού διανοητικού επιπέδου της ελληνικής κοινωνίας αποτελεί συνταγή αποτυχίας για την κοινωνία ως τέτοια.
Βεβαίως υπήρξαν πολλά σχεδιαστικά λάθη στο πλαίσιο της μαζικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης και πάρα πολλά κακώς κείμενα- με πρωταγωνιστές συνήθως εκλεκτά μέλη του δεξιού κατεστημένου. Η αδιαφορία απέναντι στην ανώτατη, τεχνολογική και επαγγελματική εκπαίδευση ήταν ένα από αυτά, όπως και ο πληθωρισμός προπτυχιακών προγραμμάτων, μεταπτυχιακών και πλέον διδακτορικών, χωρίς αντίκρισμα πάντοτε.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω απαιτούσαν και απαιτούν αναμόρφωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τρόπο τέτοιο που ακριβώς θα δίνει μεγαλύτερη ποιότητα στις μαζικές σπουδές.
Όχι όμως, για τη Νέα Δημοκρατία. Για τη δεξιά, η ποιότητα μπορεί, ή μάλλον πρέπει, να επιφυλάσσεται για ολοένα λιγότερους. Δεν πρόκειται περί λάθους. Πρόκειται περί ενός από τα βασικά καταφύγια μιας εξαχρειωμένης δράκας ανθρώπων, εκ των οποίων οι μεγαλοαστοί δεν θέλουν ούτε τον αέρα τους να μοιράζονται με τα λαϊκά στρώματα και οι υπόλοιποι, για να κάνουν μπίζνες με τους φίλους τους, τους ιδιοκτήτες κολλεγίων, θα ήταν ικανοί ακόμα και να τα κλείσουν τα δημόσια πανεπιστήμια- ο τελευταίος λόγος ευχερώς εντοπίζεται στην βάση της συμπεριφοράς και των πρώτων φυσικά.
Φτάσαμε έτσι, μαθητές να γράφουν, να υπάρχουν κενές θέσεις σε σχολές, ωστόσο να μην μπορούν να περάσουν και να σπουδάσουν αλλά να κατευθύνονται σε χαμηλοτάτου επιπέδου ψευτό- κολλέγια, όπως αυτά που υπάρχουν στην Ελλάδα. Ακόμα και στρατιωτικές σχολές μένουν με λιγότερα στελέχη εν μέσω διεθνών γεωπολιτικών κρίσεων, από τους «πατριώτες» της συμφοράς.
Είναι δε τόσο προφανής η διαπλοκή και η διαφθορά του κυβερνητικού στρατοπέδου, ώστε ούτε φέτος, οπότε και στέλνει χιλιάδες επιπλέον σπουδαστές στα κολλέγια της κακιάς ώρας, δεν τους επιβάλλει στοιχειώδεις κανόνες οι οποίοι κάπως να τα αναβαθμίζουν- αναλογία αμοιβών με τα ΑΕΙ, εκλογή διδασκόντων από εκλεκτορικά, προϋπόθεση για διδασκαλία να είναι η λήψη διδακτορικού και οι δημοσιεύσεις έργου, ελάχιστο αριθμό σχολών, διεξαγωγή έρευνας κλπ.
Την ίδια στιγμή όμως, ο πρωθυπουργός και μέλος της εταιρίας Μητσοτάκη, όπως κάθε ισχυρός και πλούσιος γονιός, κάθε εξαρτημένης χώρας, πήγε να εγγράψει την κόρη του σε ένα από τα πανεπιστήμια της μητρόπολης- βλ. ΗΠΑ- χάρη στο πορτοφόλι της οικογένειάς του, το οποίο γεμίζει χάρη στον ελληνικό λαό , εδώ και δεκαετίες. Πέρασαν μερικές ευχάριστες ημέρες, μετά από ένα καλοκαίρι γεμάτο διακοπές, έβγαλαν και ανήρτησαν τις φωτογραφίες τους και κατόπιν ο ευτυχής πατέρας της πληρωμένης «αριστείας» -τόσο για τον εαυτό του, όσο και για την κόρη του- επέστρεψε να κουνήσει το δάχτυλο στα παιδιά που με το ζόρι μπορούσαν να πληρώσουν ένα φροντιστήριο, αλλά και στους γονείς τους.
Πρόκειται για προκλητική τελετουργία ανοήτων, οι οποίοι μάλιστα νομίζουν ότι μπορούν να καλύπτουν τα πάντα στο διηνεκές, με την βοήθεια των πληρωμένων παπαγάλων τους. Δεν κατανοούν ότι ιδίως επειδή πλήττουν τον πυρήνα των στόχων εκατομμυρίων οικογενειών και κυρίως νέων, σπέρνουν την οργή και ότι θα θερίσουν το μίσος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου