Αποδυνάμωση Ρωσίας, διπολισμός ΗΠΑ - Κίνας, σκληρά διλήμματα για Ε.Ε.
Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Φανταστείτε ότι το βράδυ της 23ης Φεβρουαρίου, μεταξύ τυρού και αχλαδίου, ο συνομιλητής σας υποστήριζε ότι υπάρχει ένας άνθρωπος ο οποίος, με μία μοναδική του κίνηση, θα κατάφερνε: Να φέρει την καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση του «εγκεφαλικά νεκρού», κατά Μακρόν, ΝΑΤΟ. Να θάψει στην υγρή χωματερή της Βαλτικής τον Nord Stream 2. Να συμφιλιώσει τις Βρυξέλλες με τις «μη φιλελεύθερες δημοκρατίες» του Ορμπαν και του Μοραβιέτσκι. Να ξανακάνει την Τουρκία του Ερντογάν αξιοσέβαστη δύναμη της Δύσης. Να στείλει αντιπροσωπεία της αμερικανικής κυβέρνησης στον Νικολάς Μαδούρο της Βενεζουέλας (φίλος ο Γουαϊδό, φίλτατο το πετρέλαιο σε κάτι τέτοιους καιρούς). Να ωθήσει την Ουάσιγκτον σε μια νέα συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Και πολλά άλλα.
Το πιθανότερο είναι ότι θα συνιστούσατε στον συνομιλητή σας μεγαλύτερη σύνεση στην κατανάλωση αλκοόλ. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα θα αποδεικνυόταν, ωστόσο, ότι είχε δίκιο. Ο μεγάλος θαυματοποιός όντως υπήρχε και λεγόταν Βλαντιμίρ Πούτιν, και η ταχυδακτυλουργική του κίνηση δεν ήταν άλλη από την εισβολή στην Ουκρανία. Τέσσερις εβδομάδες μετά την έναρξη των επιχειρήσεων, κι ενώ οι διπλωματικές πρωτοβουλίες και οι εκατόμβες των βομβαρδισμών εναλλάσσονται με αμείωτη ένταση, ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει πότε και πώς θα τελειώσει αυτός ο εφιάλτης.
Εκείνο που αρχίζει να γίνεται κοινή αίσθηση είναι ότι, σε κάθε περίπτωση, ο πόλεμος στην Ουκρανία θα έχει μακροπρόθεσμες, μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στη διεθνή τάξη πραγμάτων, μεγαλύτερες από την 11η Σεπτεμβρίου, την εισβολή στο Ιράκ, τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία και κάθε άλλη κρίση μετά την πτώση του Τείχους.
Το διαδεδομένο κλισέ των ημερών κάνει λόγο για ένα δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο μεταξύ Δύσης και Ρωσίας. Δεν αποκλείεται να αποδειχθεί ότι πρόκειται όχι για υπερβολή, αλλά για υποτίμηση του κινδύνου. Στον Ψυχρό Πόλεμο (γι’ αυτό άλλωστε τον λέγαμε Ψυχρό) η Ευρώπη δεν ήταν θέατρο άμεσης αντιπαράθεσης, αφού η Γιάλτα είχε χαράξει ξεκάθαρες γραμμές ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα και οι μεταξύ τους συγκρούσεις, μέσω αντιπροσώπων, περιορίζονταν στον Τρίτο Κόσμο. Αυτή τη φορά έχουμε κανονικό, θερμότατο πόλεμο ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες, εδαφικά, χώρες της ηπείρου μας. Ακόμη κι αν υπάρξει αύριο εκεχειρία, οι κίνδυνοι υποτροπής θα ελλοχεύουν για πολύ, καθώς οι Ουκρανοί θα αισθάνονται ότι αναγκάστηκαν να υποστούν μια Καρχηδόνια ειρήνη.
Παράλληλα, το ενδεχόμενο μετάστασης της κρίσης σε άλλες χώρες, με πρώτη υποψήφια τη Μολδαβία, θα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Το ίδιο και ο κίνδυνος γενίκευσης της σύγκρουσης έξω από κάθε έλεγχο. Αυτόν τον κίνδυνο μας υπενθύμισε ο βομβαρδισμός από τους Ρώσους, την περασμένη Κυριακή, στρατιωτικής βάσης στο Γιαβορίβ, περί τα 20 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Πολωνίας, δηλαδή στο κατώφλι του ΝΑΤΟ – μιας βάσης όπου μέχρι πριν από ένα μήνα βρίσκονταν Αμερικανοί στρατιωτικοί και εκπαίδευαν Ουκρανούς.
Συμφωνώντας με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, αρκετοί πολιτικοί και αναλυτές διακήρυξαν ότι, έναντι αυτών των πολύ επικίνδυνων τάσεων, μπορούμε να παρηγορηθούμε με τη διαπίστωση ότι η ρωσική εισβολή έφερε «μια πιο ενωμένη Ευρώπη, μια πιο ενωμένη Δύση». Ιδιαίτερα η στροφή της Γερμανίας στη θεαματική αύξηση των εξοπλισμών χαιρετίστηκε ως «η αφύπνιση της ωραίας κοιμωμένης», ως αρχή μεταμόρφωσης της Ευρώπης ώστε να αποτελεί υπολογίσιμη γεωπολιτική και όχι μόνο οικονομική οντότητα. Ο αρθρογράφος των New York Times Τόμας Μίνεϊ, ο οποίος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ, στο Βερολίνο, έχει τις ενστάσεις του. «Η ευρωπαϊκή συνοχή φαίνεται να είναι εφικτή μόνο όταν η Ευρώπη δένεται πιο σφιχτά στο κατάρτι των αμερικανικών προτεραιοτήτων. Η ιδέα μιας γεωπολιτικά αυτόνομης Ευρώπης, η οποία θα δρα ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ –ένα όραμα που ιστορικά συνδέθηκε με τη Γαλλία– φεύγει γρήγορα από το προσκήνιο».
Παράλληλα, το ενδεχόμενο μετάστασης της κρίσης σε άλλες χώρες, με πρώτη υποψήφια τη Μολδαβία, θα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Το ίδιο και ο κίνδυνος γενίκευσης της σύγκρουσης έξω από κάθε έλεγχο. Αυτόν τον κίνδυνο μας υπενθύμισε ο βομβαρδισμός από τους Ρώσους, την περασμένη Κυριακή, στρατιωτικής βάσης στο Γιαβορίβ, περί τα 20 χιλιόμετρα από τα σύνορα της Πολωνίας, δηλαδή στο κατώφλι του ΝΑΤΟ – μιας βάσης όπου μέχρι πριν από ένα μήνα βρίσκονταν Αμερικανοί στρατιωτικοί και εκπαίδευαν Ουκρανούς.
Συμφωνώντας με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, αρκετοί πολιτικοί και αναλυτές διακήρυξαν ότι, έναντι αυτών των πολύ επικίνδυνων τάσεων, μπορούμε να παρηγορηθούμε με τη διαπίστωση ότι η ρωσική εισβολή έφερε «μια πιο ενωμένη Ευρώπη, μια πιο ενωμένη Δύση». Ιδιαίτερα η στροφή της Γερμανίας στη θεαματική αύξηση των εξοπλισμών χαιρετίστηκε ως «η αφύπνιση της ωραίας κοιμωμένης», ως αρχή μεταμόρφωσης της Ευρώπης ώστε να αποτελεί υπολογίσιμη γεωπολιτική και όχι μόνο οικονομική οντότητα. Ο αρθρογράφος των New York Times Τόμας Μίνεϊ, ο οποίος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ, στο Βερολίνο, έχει τις ενστάσεις του. «Η ευρωπαϊκή συνοχή φαίνεται να είναι εφικτή μόνο όταν η Ευρώπη δένεται πιο σφιχτά στο κατάρτι των αμερικανικών προτεραιοτήτων. Η ιδέα μιας γεωπολιτικά αυτόνομης Ευρώπης, η οποία θα δρα ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ –ένα όραμα που ιστορικά συνδέθηκε με τη Γαλλία– φεύγει γρήγορα από το προσκήνιο».
Η «στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης» μοιάζει ουτοπική – Η Γερμανία, στο πλαίσιο του επανεξοπλισμού της, ζητάει F-35 από την Ουάσιγκτον και όχι Rafale από το Παρίσι.Στα τέλη του Ψυχρού Πολέμου, ο Φρανσουά Μιτεράν είχε ρίξει την ιδέα για μια Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία, που θα περιελάμβανε την ΕΣΣΔ, αλλά όχι τις ΗΠΑ. Σήμερα, οι ιδέες του Εμανουέλ Μακρόν για «στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης» φαίνονται πολύ ουτοπικές, τη στιγμή που η Γερμανία, στο πλαίσιο του επανεξοπλισμού της, ζητάει F-35 από την Ουάσιγκτον και όχι Rafale από το Παρίσι. Θα έλεγε κανείς ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία απειλεί να έχει ως μείζον γεωπολιτικό αποτέλεσμα κάτι ανάλογο με εκείνο των δύο παγκοσμίων πολέμων. Τότε, από τους δύο μεγάλους «ευρωπαϊκούς εμφυλίους» βγήκαν αποδυναμωμένες όλες οι παλιές ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες και νικήτριες οι νέες, εξωτερικές υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Ο υπό εξέλιξη πόλεμος στην Ευρώπη απειλεί να στριμώξει την Ε.Ε. σε ένα νέο διπολικό σκηνικό, ενισχύοντας τον ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ στο δυτικό στρατόπεδο και της Κίνας στο ανατολικό.
Η ελπίδα του Πούτιν
Η δεύτερη, σήμερα, και πιθανόν πρώτη, αύριο, οικονομία του κόσμου αποτελεί την ύστατη ελπίδα του Βλαντιμίρ Πούτιν να αντέξει τη θύελλα και να βγει πολιτικά ζωντανός από την ολέθρια ουκρανική εκστρατεία. Πιθανότατα, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ γνώριζε ότι ο Πούτιν είχε αποφασίσει να επιτεθεί στην Ουκρανία όταν τον υποδεχόταν στο Πεκίνο, παραμονές της Χειμερινής Ολυμπιάδας και συνυπέγραφε μαζί του μια «στρατηγική συμμαχία χωρίς όρια». Η χώρα του είναι η μόνη που μπορεί να εξασφαλίσει στη Ρωσία εναλλακτικές λύσεις για να αντιμετωπίσει, έστω μερικά, τις δρακόντειες κυρώσεις της Δύσης.
Βέβαια οι Αμερικανοί απειλούν με αντίμετρα, θυμίζοντας στην Κίνα ότι το διμερές της εμπόριο με τη Ρωσία, ύψους 147 δισ. δολαρίων τον χρόνο, ωχριά έναντι εκείνου με τις ΗΠΑ (756 δισ.) και με την Ε.Ε. (828 δισ.). Επί της ουσίας, όμως, είναι σαν να απειλούν ότι θα πυροβολήσουν τα πόδια τους. Η διαπλοκή της κινεζικής με την αμερικανική και την ευρωπαϊκή οικονομία είναι τέτοια ώστε να έχει αποκατασταθεί στο οικονομικό πεδίο κάτι αντίστοιχο με το ψυχροπολεμικό δόγμα MAD (Αμοιβαία Εγγυημένη Καταστροφή) στο πεδίο των πυρηνικών όπλων.
Αλλωστε, το Πεκίνο δεν μπορεί να ξεχάσει ότι βασική προτεραιότητα του Μπάιντεν είναι η περικύκλωση και αποδυνάμωση της Κίνας, όπως αυτό εκφράζεται με το πρόσφατο στρατιωτικό σύμφωνο AUKUS στον Ινδοειρηνικό και την ένταση για την Ταϊβάν. Οσο κι αν ο Σι προβληματίζεται για την αδυναμία του Πούτιν να πετύχει γρήγορη στρατιωτική νίκη στην Ουκρανία, το πιθανότερο είναι ότι θα του προσφέρει στήριξη μέχρι το τέλος, όπως δείχνει η κάλυψη του πολέμου από τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης, που έχουν πολεμικούς ανταποκριτές ενσωματωμένους στον ρωσικό στρατό.
Κάποια στιγμή, βέβαια, όλοι οι πόλεμοι τελειώνουν ή έστω αναστέλλονται. Οταν έρθει αυτή η ώρα για τον ουκρανικό πόλεμο, είναι πιθανό να δούμε να παραμερίζονται οι μικροί, προσωρινοί διαμεσολαβητές, όπως το Ισραήλ και η Τουρκία, και να αναλαμβάνουν την τελική μεσολάβηση τα μεγάλα μεγέθη της Κίνας, της Γερμανίας και της Γαλλίας. Κάτι τέτοιο θα διασφάλιζε γέφυρες επικοινωνίας με την απομονωμένη Ρωσία και ανάκτηση κάποιων βαθμών αυτονομίας από τις δύο ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά ακόμη απέχουμε πολύ από αυτό το σημείο.
Προκλήσεις για Τζο Μπάιντεν
Με τα σημερινά δεδομένα, ο Τζο Μπάιντεν προβάλλει ως ο κατεξοχήν κερδισμένος της ουκρανικής κρίσης. Αυτή η εικόνα, όμως, θα μπορούσε να αλλάξει στον πολύ χρόνο που μένει μέχρι τις κρίσιμες εκλογές του Νοεμβρίου για το Κογκρέσο. Ο Μπάιντεν ελέγχεται γιατί δεν μπόρεσε (ή μήπως δεν θέλησε;) να αποτρέψει την εισβολή που προέβλεπε και για τις φρούδες ελπίδες που έδινε στην Ουκρανία για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Ο κυριότερος κίνδυνος είναι να γίνει η ενεργειακή κρίση καταλύτης για ένα καθοδικό σπιράλ της παγκόσμιας οικονομίας προς τον στασιμοπληθωρισμό, όπως έγινε τη δεκαετία του ’70 με δύο άλλες γεωπολιτικές κρίσεις, εκείνες του Γιομ Κιπούρ και της ιρανικής επανάστασης. Για τους Αμερικανούς ψηφοφόρους, είναι αμφίβολο αν τα γεωπολιτικά βαρύνουν περισσότερο από τις τιμές της βενζίνης και των τροφίμων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου