«Η άρνηση ήταν ανέκαθεν μια πράξη ουσιώδης. Δες τους άγιους, τους ερημίτες αλλά ακόμα και τους διανοούμενους: οι λιγοστοί άνθρωποι που έγραψαν ιστορία είναι εκείνοι που είπαν “οχι”– δεν είναι οι αυλοκόλακες και οι βοηθοί των καρδινάλιων. Η άρνηση για να λειτουργήσει , πρέπει να είναι μεγάλη, όχι μικρή, πρέπει να είναι ολική, όχι μερική, δεν πρέπει να επικεντρώνεται στο τάδε ή στο δείνα σημείο — είναι μια πράξη “παράλογη”, δεν υπαγορεύεται από την κοινή λογική» Πιερ Πάολο Παζολίνι (Απόσπασμα από την τελευταία του συνέντευξη – έκδοση: Alloglotta, 2015)
Η μεγάλη επανεκκίνηση είναι ήδη εδώ. Η μετάβαση σε μια δυστοπική κοινωνία χειραγωγημένων ατόμων, όπου ο καθένας θα είναι απομονωμένος, απέναντι σε έναν ψηφιακό κόσμο χωρίς σύνορα, με «εικονικές» σχέσεις να υποκαθιστούν την παλιά πραγματική πραγματικότητα, δημιουργώντας ωστόσο ένα πιο ασφυκτικό και αβέβαιο πλαίσιο εξάρτησης, έχει ήδη ξεκινήσει. Τα δυο χρόνια πανδημίας έχουν αφήσει μια πικρή γεύση για το πόσο «διαχειρίσιμοι» μπορούν να γίνουν οι άνθρωποι από αυταρχικές πολιτικές που υπηρετούν έκτακτες ανάγκες. Για τα τρελά περιθώρια κέρδους που κρύβουν αυτές οι έκτακτες ανάγκες, για τις αστείρευτες δυνατότητες μετενσάρκωσης του συστήματος – μέσω της ψηφιακής μετάβασης.
Η μεγάλη επανεκκίνηση δεν έσκασε από το πουθενά. Υπήρξαν πρόδρομα φαινόμενα που την προετοίμασαν μεθοδικά εδώ και τριάντα τουλάχιστον χρόνια, όπως υπήρξαν και «προφήτες», οι οποίοι έγκαιρα προειδοποίησαν ότι «βρισκόμαστε όλοι σε κίνδυνο»… Δεν τους ακούσαμε: Το αποτέλεσμα είναι ν’ αντιμετωπίζουμε πρόσωπο με πρόσωπο πια, έναν θανάσιμο βιοπολιτικό κίνδυνο, μια «μετάσταση» με την καρκινική σημασία του όρου. Τα γραφόμενα δεν είναι φραστικό σχήμα, δεν συγγενεύουν με εκφωνήσεις τσαρλατάνων που ευνοούνται στους θολωμένους μας καιρούς, ούτε με σενάρια συνωμοσιολογίας. Δεν εμφορούνται από φόβο απέναντι στο άγνωστο και το καινούργιο όπως διατείνονται οι υμνητές της επιστημοτεχνικής «προόδου». Είναι σήμα κινδύνου για ένα νέο, ανεξέλεγκτο στάδιο της εξουσίας για μια πρωτοφανή, καταστροφική μετάλλαξη του καπιταλισμού η οποία απειλεί με ολοκληρωτικό έλεγχο την ανθρώπινη υπόσταση σε όλες τις εκφάνσεις της. Πρόκειται κατά συνέπεια για την υπεράσπιση της ελεύθερης ανθρώπινης ζωής, την αρμονία της με τη φύση όπως τη γνωρίσαμε από τις απαρχές της ιστορίας και την με κάθε τίμημα αποτροπή της υβριδικής μετάλλαξής της που απεργάζεται μεθοδικά το 1% των ολιγαρχών του πλανήτη.
Με το παραπάνω κατηγορηματικού τόνου περίγραμμα απευθυνθήκαμε σε μια σειρά ανήσυχων ανθρώπων των οποίων η σκέψη και οι γνώσεις τους είναι σε θέση να συμβάλλουν στην επισήμανση των δυστοπικών συνεπειών της μεγάλης επαγγελίας ενός επερχόμενου βιοπολιτικού ολοκληρωτισμού. Ευχαριστούμε θερμά τους φίλους που αποδέχτηκαν την πρόσκληση. Στο αφιέρωμα, που ξεκινά από αυτό το φύλλο, συμμετέχουν οι: Φώτης Τερζάκης Βασίλης Καραποστόλης, Νίκος Προγούλης, Έρη Σαμικού, Κώστας Λιβιεράτος, Ιωάννης Λαζάρου, Στάθης Κατσαρός, Δημήτρης Μπελαντής, Μαρία Νικολακάκη, Αλεξάνδρα Πολιτάκη, Ζωή Μπέλλα, Δημήτρης Αβηδυνός, Αλέξης Θεοδωρίδης, Μάνος Τσίζεκ, Μανόλης Μούστος, Τάσος Βαρούνης, Θανάσης Παπαθανασίου.
Η μεγάλη επανεκκίνηση δεν έσκασε από το πουθενά. Υπήρξαν πρόδρομα φαινόμενα που την προετοίμασαν μεθοδικά εδώ και τριάντα τουλάχιστον χρόνια, όπως υπήρξαν και «προφήτες», οι οποίοι έγκαιρα προειδοποίησαν ότι «βρισκόμαστε όλοι σε κίνδυνο»… Δεν τους ακούσαμε: Το αποτέλεσμα είναι ν’ αντιμετωπίζουμε πρόσωπο με πρόσωπο πια, έναν θανάσιμο βιοπολιτικό κίνδυνο, μια «μετάσταση» με την καρκινική σημασία του όρου. Τα γραφόμενα δεν είναι φραστικό σχήμα, δεν συγγενεύουν με εκφωνήσεις τσαρλατάνων που ευνοούνται στους θολωμένους μας καιρούς, ούτε με σενάρια συνωμοσιολογίας. Δεν εμφορούνται από φόβο απέναντι στο άγνωστο και το καινούργιο όπως διατείνονται οι υμνητές της επιστημοτεχνικής «προόδου». Είναι σήμα κινδύνου για ένα νέο, ανεξέλεγκτο στάδιο της εξουσίας για μια πρωτοφανή, καταστροφική μετάλλαξη του καπιταλισμού η οποία απειλεί με ολοκληρωτικό έλεγχο την ανθρώπινη υπόσταση σε όλες τις εκφάνσεις της. Πρόκειται κατά συνέπεια για την υπεράσπιση της ελεύθερης ανθρώπινης ζωής, την αρμονία της με τη φύση όπως τη γνωρίσαμε από τις απαρχές της ιστορίας και την με κάθε τίμημα αποτροπή της υβριδικής μετάλλαξής της που απεργάζεται μεθοδικά το 1% των ολιγαρχών του πλανήτη.
Με το παραπάνω κατηγορηματικού τόνου περίγραμμα απευθυνθήκαμε σε μια σειρά ανήσυχων ανθρώπων των οποίων η σκέψη και οι γνώσεις τους είναι σε θέση να συμβάλλουν στην επισήμανση των δυστοπικών συνεπειών της μεγάλης επαγγελίας ενός επερχόμενου βιοπολιτικού ολοκληρωτισμού. Ευχαριστούμε θερμά τους φίλους που αποδέχτηκαν την πρόσκληση. Στο αφιέρωμα, που ξεκινά από αυτό το φύλλο, συμμετέχουν οι: Φώτης Τερζάκης Βασίλης Καραποστόλης, Νίκος Προγούλης, Έρη Σαμικού, Κώστας Λιβιεράτος, Ιωάννης Λαζάρου, Στάθης Κατσαρός, Δημήτρης Μπελαντής, Μαρία Νικολακάκη, Αλεξάνδρα Πολιτάκη, Ζωή Μπέλλα, Δημήτρης Αβηδυνός, Αλέξης Θεοδωρίδης, Μάνος Τσίζεκ, Μανόλης Μούστος, Τάσος Βαρούνης, Θανάσης Παπαθανασίου.
ΜΕ ΑΙΧΜΑΛΩΤΗ ΤΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ
γράφει ο Βασίλης Καραποστόλης*
Eίναι, άραγε, δυνατόν ο άνθρωπος να αντέξει την ιδέα ότι ο κόσμος του δεν έχει μέλλον; Μάλλον όχι. Ο ίδιος γνωρίζει ότι είναι ένα ον φθαρτό, κι αυτό μπορεί να το πάρει απόφαση και να το χωνέψει. Όμως το να δεχθεί ότι όσα φτιάχτηκαν γύρω του είναι καταδικασμένα να χαθούν, και χωρίς κανείς να θυμάται ότι υπήρξαν, αυτό ξεπερνά την αντοχή του και τον αναγκάζει να βρει μια διέξοδο. Σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται ο πολιτισμός του καιρού μας. Μην μπορώντας να κρύψει το γεγονός ότι του λείπει η προοπτική, απεργάζεται επειγόντως τρόπους ώστε οι άνθρωποι να μην νιώθουν πώς είναι πιασμένοι στη μέγγενη μιας ζωής μουντής, συρόμενης από μέρα σε μέρα.
ΤΑ ΜΕΣΑ ΠΟΥ χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό είναι τέτοια πού μετατρέπουν τα άτομα από ενοίκους του κόσμου σε φυγάδες. Ωθούνται να δραπετεύσουν από τον τόπο τους, από τη χώρα τους, από τον πλανήτη χρησιμοποιώντας το ίδιο όργανο που κάποτε επέτρεψε στο είδος τους να σχεδιάσει και να οικοδομήσει τον κόσμο: Τη νόηση. Είχαν σκεφθεί οι προγενέστεροι το πώς θα χτίσουν το σπίτι τους και το έπραξαν με αρκετή επιτυχία. Το οίκημα έμοιαζε ασφαλές και χάριζε και πολλές ανέσεις. Να όμως που τώρα κλονίζεται. Όλοι μιλούν για αστάθειες, διαβρώσεις, αλλοιώσεις, μολύνσεις. Η επιστήμη μασάει τα λόγια της, και στην καλύτερη περίπτωση πασχίζει να αποτρέψει την επιδείνωση των προβλημάτων παρά να αντιτάξει ένα πρόγραμμα που να υπόσχεται τη θεραπεία τους. Τι θα ακολουθήσει λοιπόν; Όταν ο γιατρός χάνει την αυτοπεποίθησή του, ο ασθενής αναζητά απελπισμένος την παρέμβαση κάποιου μάγου. Κι εφόσον τον ζητά θα έλθει. Στις μέρες μας τον βλέπει να καταφθάνει μέσα από οθόνες και ηχεία, εφοδιασμένος με σύνεργα πού από μόνα τους εντυπωσιάζουν τόσο τον ασθενή που αρχίζει να ξεχνιέται, παύοντας να ασχολείται με το τι τον πονάει και γιατί. Είναι η πρώτη φάση του έργου της τεχνολογικής μαγείας: Με τους φωσφορισμούς της, με τις οπτικές και ηχητικές αλχημείες της, με τις αστραπιαίες κινήσεις της οδηγεί το μυαλό μακριά από εκεί όπου συνάντησε δυσκολίες. Φεύγει από τον κόσμο που του φαίνεται αδύνατο να τον αντιμετωπίσει.
Έτσι, η απουσία μέλλοντος απωθείται σε κάποιο μισοσκόταδο της συνείδησης. Συγχρόνως, απωθείται όλο και περισσότερο το παρελθόν. Διότι εάν κρατιόταν περισσότερο ζωντανό το παρελθόν, θα υπενθύμιζε στο παρόν ότι, άλλοτε, οι άνθρωποι προσπαθούσαν πολύ περισσότερο να φέρουν τη ζωή στα μέτρα τους. Ενώ τώρα μην ξέροντας ποια είναι τα μέτρα τους, βλέπουν συνολικά τη ζωή σαν ένα ανεξέλεγκτο φαινόμενο που έρχεται καταπάνω τους. Για να μην υποστούν το σοκ, ξεγλιστρούν και καταφεύγουν σε ζώνες όπου η ζωή μοιάζει να είναι ελεγχόμενη, δηλαδή τεχνητή. Την ανακουφιστική αυτή κατάσταση τη διαμορφώνουν ειδικά επεξεργασμένες εικόνες και ήχοι .Μια γιγαντιαία επιχείρηση παραισθήσεων αναπτύσσεται πλέον στις σύγχρονες κοινωνίες. Αφού δεν προσφέρεται μέλλον στην ανθρωπότητα και αφού το παρόν μοιάζει υπερβολικά περίπλοκο και αντιφατικό για να το χειριστεί η συνείδηση, ανοίγονται δρόμοι για να τους πάρει ο νους του καθενός και προχωρώντας εκεί να χαθεί. Οδεύουμε προς μια μεθοδευμένη απώλεια της συνείδησης πού αντιστοιχεί σε μια αυξανόμενη ζήτηση γι’ αυτή την απώλεια. Οι άνθρωποι επιθυμούν να στείλουν το μυαλό τους σε απίθανα μέρη, επειδή στα υπαρκτά μέρη φοβούνται πως δεν έχουν τη δυνατότητα ούτε ένα βήμα να κάνουν χωρίς να σκοντάψουν σε κάτι ανεξήγητο ή απρόβλεπτο, ή και στημένο εκ του πονηρού. Το αποτέλεσμα είναι να θέλουν να υποκαταστήσουν τη σκέψη με τη φαντασία.
Ίσως να μην είναι μακριά η ώρα μιας απεγνωσμένης δράσης. Η έλλειψη συγκεκριμένων στόχων και μεθοδικότητας, καθώς και ο βρασμός της ψυχής που θα τη συνοδεύει δεν είναι τα πιο πρόσφορα μέσα για να φέρουν επιθυμητές αλλαγές σε μια σύνθετη και μηχανοκρατούμενη κοινωνία. Τουλάχιστον όμως θα ήταν μία κίνηση επανάκτησης του χαμένου εδάφους
ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΘΑ ήταν αναγκαστικά αρνητικό. Γνωρίζουμε πόσο η φαντασία σε άλλες εποχές προετοίμασε τη σκέψη των ανθρώπων ώστε να γεννήσει ιδέες αλλαγής του κόσμου προς το καλύτερο. Αλλά εδώ πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό. Προτού προλάβει η φαντασία να κινηθεί έστω και για λίγο στις περιοχές του δυνητικού, την αιχμαλωτίζουν εικόνες, ήχοι και συνθηματικές προτροπές κατασκευασμένες σε εξειδικευμένα εργαστήρια. Ένα μεγάλο μέρος της τεχνολογικής καινοτομίας έχει πλέον ως στόχο να βάλει τη φαντασία σε προκατασκευασμένα καλούπια, αν και διατυμπανίζει το αντίθετο. Φυσικά η τάση προϋπήρχε. Το διαπιστώνει κανείς εύκολα επισκοπώντας τις εξελίξεις στους διάφορους τομείς της διασκέδασης. Στη μουσική για τη νεολαία, στο θέατρο, στη βιομηχανία παιχνιδιών, στη διαφήμιση, στον κινηματογράφο ή και στην λογοτεχνία οι πειραματισμοί σχετικά με τους συνδυασμούς διαφόρων στοιχείων κατέληξαν να επιβάλουν ένα μοντέλο «μείξεων» όλων με όλα. Η ποικιλία για την ποικιλία έγινε κανόνας, το θορυβώδες συνταγή, το αποδιαρθρωμένο μόδα. Διαβλέπει κανείς σ’ αυτόν τον πυρετό την επιμονή των σχεδιαστών του να γεμίσουν με εκθαμβωτικό και εκκωφαντικό περιεχόμενο τη φαντασία των καταναλωτών. Τη θεωρούν άδεια και σπεύδουν να καλύψουν το κενό. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς, της δίνουν μια τροφή που αναμένουν να τη συνηθίσει και να τη ζητά διαρκώς.
Η πιο σοβαρή συνέπεια από το παραγέμισμα αυτό της φαντασίας είναι να αναστέλλεται η επιστροφή της στον κόσμο. Αν αφηνόταν ελεύθερη, πιθανόν να παρήγαγε παραστάσεις που θα έδειχναν τη διαφορά ανάμεσα σε αυτό που υπάρχει και σε αυτό που θα έπρεπε να υπάρχει. Τότε η συνείδηση βγαίνοντας από τη μισο-ύπνωση της, θα παρήγγειλε πράξεις διορθωτικές ή και ανατρεπτικές. Το παγκόσμιο σύστημα εξουσίας καθόλου σίγουρο για το αύριο προφανώς θα εμπόδιζε αυτή την εξέλιξη. Όχι ότι θα ανησυχούσε ιδιαίτερα για τις επαναστατικές διαθέσεις των ανθρώπων. Ξέρει ότι δεν είναι ισχυρές. Φοβάται όμως πολύ το ανεξέλεγκτο. Όντας στερημένο μέλλοντος και αποκομμένο από το παρελθόν αντιλαμβάνεται πόσο ευάλωτο είναι το παρόν. Γι’ αυτό και θα ήθελε να το ελέγξει. Την ίδια στιγμή υποψιάζεται πως αν η φαντασία χειραγωγηθεί υπερβολικά, ελλοχεύει ο κίνδυνος να προκληθεί μία έκρηξη με ανυπολόγιστες συνέπειες. Από τις πολλές ταινίες που θα έχουν δει, από τις μουσικές πού αντιβουίζουν στα αυτιά τους, από την παραζάλη των διαφημιστικών μηνυμάτων ίσως κάποια στιγμή ξεπηδήσει αγριεμένη η θέληση των κορεσμένων με θεάματα και ήχους ατόμων να αναλάβουν μια οποιαδήποτε δράση, έξω από το σπίτι τους και έξω από το μυαλό τους.
ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ να μην είναι μακριά η ώρα μιας τέτοιας απεγνωσμένης δράσης. Είναι αλήθεια πως δεν θα μπορούσε να αποφέρει πολλά. Η έλλειψη συγκεκριμένων στόχων και μεθοδικότητας, καθώς και ο βρασμός της ψυχής που θα τη συνοδεύει δεν είναι τα πιο πρόσφορα μέσα για να φέρουν επιθυμητές αλλαγές σε μια σύνθετη και μηχανοκρατούμενη κοινωνία. Τουλάχιστον όμως θα ήταν μία κίνηση επανάκτησης του χαμένου εδάφους. Οι φυγάδες θα επανέρχονταν σε οικείους χώρους. Πρέπει πάντα να υπολογίζουμε ότι εκτός από συγκεκριμένα πράγματα η φαντασία περιέχει συχνά και μια νοσταλγία εντελώς συγκεκριμένη: Την αίσθηση ότι ενεργούμε. Ότι αντί να ονειροπολούμε, ανοίγουμε την πόρτα, βγαίνουμε έξω και πηγαίνουμε εκεί που κρίνουμε ότι θα ήταν καλό να πάμε. Λίγο να περπατήσει η βούληση και η γραμμή του μέλλοντος χαράζεται πάλι.
* Ο Βασίλης Καραποστόλης είναι πανεπιστημιακός (ΕΚΠΑ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου