Μία είναι η απορία που «γεννήθηκε» το Σαββατοκύριακο και θα κυριαρχεί και τις επόμενες ημέρες στο πολιτικό σκηνικό: Γιατί ο Όμιλος Μαρινάκη αποφάσισε να τα βάλει ξαφνικά με την κυβέρνηση; Αφορμή το «διπλό χτύπημα» από τις δύο μεγαλύτερες εφημερίδες του ΔΟΜ: Τα Νέα και το Βήμα.
Η καθημερινή και η εβδομαδιαία έκδοση είχαν πρωτοσέλιδα «χτυπήματα» όπου γίνονταν λόγος για παρακολουθήσεις υπουργών της κυβέρνησης χωρίς να κατανομάζονται (ΝΕΑ). Παράλληλα, συσχετίζονταν η έλευση του λογισμικού Predator στην Ελλάδα με τον πρωθυπουργικό ανιψιό Γρηγόρη Δημητριάδη (ΒΗΜΑ).
Εύλογη ήταν λοιπόν η απορία του γιατί δύο εφημερίδες που σταθερά από το 2016 στηρίζουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως και την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από το καλοκαίρι του 2019, ξαφνικά έδειξαν μία εντελώς … ανάποδη συμπεριφορά.
Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα ότι τα εν λόγω δημοσιεύματα θα συμπεριληφθούν στο υλικό της εισαγγελικής έρευνας για τις υποκλοπές. Επίσης μία προσεκτική ανάγνωση και της αρθρογραφίας των συγκεκριμένων εντύπων δείχνει μία αποστασιοποίηση και από την υπόθεση του Ανδρέα Πάτση.
Εμφανέστατη ήταν και η κυβερνητική αμηχανία. Έως σήμερα είχαμε συνηθίσει σε μία κυβέρνηση που όταν υπήρχαν δημοσιεύματα ενάντια στην πολιτική της υιοθετούσε άκρως επιθετικό ύφος, στηλιτεύοντας συνήθως εκτός από το περιεχόμενο των δημοσιευμάτων και το μέσο που τα δημοσίευε. Αυτή την φορά όμως η αντίδραση ήταν πολύ πιο συγκρατημένη. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου αρκέστηκε να μιλήσει για «ένα δημοσίευμα γεμάτο εικασίες από το οποίο απουσιάζουν στοιχεία, ονόματα και συγκεκριμένα γεγονότα» και στην συνέχεια να άσκησε κριτική στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Επί της ουσίας δηλαδή δεν διέψευσε το δημοσίευμα.
Στην συνέχεια η κυβερνητική «γραμμή» ακολούθησε την πάγια τακτική του να διαψεύδει ότι η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε αγορά η υπενοικίαση του λογισμικού Predator. O Γιάννης Οικονόμου είπε πως «το ελληνικό δημόσιο δεν έχει προμηθευτεί κανένα κακόβουλο λογισμικό παρακολούθησης και οι υπηρεσίες ασφαλείας στη χώρα μας δεν χρησιμοποιούν, με οποιονδήποτε τρόπο, κακόβουλα λογισμικά παρακολούθησης». Τις ίδιες ακριβώς θέσεις εξέφρασε και στην σημερνή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, αν και έκανε και μία γενικευμένη δήλωση που «ενσωματώνει» και την υπόθεση των παρακολουθήσεων όσο και την υπόθεση του Ανδρέα Πάτση. Βασίστηκε στην λογική του … «όποιος δουλεύει κάνει λάθη» και υποστήριξε ότι «στην πορεία μας ως κυβέρνηση κάνουμε και λάθη, καταγράφουμε και ορισμένες αστοχίες, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με συμπεριφορές λίγων στελεχών μας που κινούνται εκτός του αξιακού μας συστήματος. Αυτή, όμως, είναι η αναπόφευκτη μοίρα όσων προσπαθούν, όσων τολμούν, όσων δρουν».
ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ «υιοθέτησαν» άμεσα τα δημοσιεύματα. Η αξιωματική αντιπολίτευση ισχυρίστηκε ότι «οι δημοσιογραφικές πληροφορίες, που από εχθές η κυβέρνηση υπεκφεύγοντας δεν διαψεύδει ευθέως, κάνουν λόγο για ένα εκτεταμένο παρακρατικό σύστημα παρακολούθησης πολιτικών αντιπάλων, επιχειρηματιών, ακόμα και στελεχών της Νέας Δημοκρατίας». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ,Τσίπρας θα καταθέσει στην Βουλή ερώτηση προς τον πρωθυπουργό για τα δημοσιεύματα. Αντίστοιχα το ΠΑΣΟΚ δήλωσε πως τα δημοσιεύματα «προσθέτουν άλλη μια ψηφίδα στο συγκεντρωτικό και παρωχημένο μοντέλο με το οποίο ασκεί την διακυβέρνηση ο Κυριάκος Μητσοτάκης».
Το ΚΚΕ σε ανακοίνωση του για τα δημοσιεύματα ανάφερε: «Αν κάτι επιβεβαιώνει το σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας “ΤΑ ΝΕΑ”, για το οποίο η κυβέρνηση τηρεί σιγή ασυρμάτου, είναι η ευρεία και συστηματική χρήση κακόβουλων λογισμικών από διάφορους μηχανισμούς, το σκοτεινό θεσμικό πλαίσιο που ακυρώνει κάθε έννοια προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών και πάνω από όλα επιβεβαιώνει το κρατικό δόγμα “ουδείς εξαιρείται των παρακολουθήσεων”.
Οι απαντήσεις στα ερωτήματα που προκύπτουν δεν πρόκειται να δοθούν με …ιδεολογικούς όρους. Οι κυρίαρχοι επιχειρηματικοί όμιλοι στην Ελλάδα έχουν αποδείξει ότι δεν κινούνται με γνώμονα κάποια πολιτική θέση ή άποψη, αλλά με κριτήριο την εξυπηρέτηση των πολυπλόκαμων συμφερόντων τους. Μάλιστα, ειδικά για τον Όμιλο Μαρινάκη αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι δεν υιοθετείται την επιθετική ρητορική για το ζήτημα των υποκλοπών, στο σύνολο της ηλεκτρονικών, ψηφιακών ή έντυπων μέσων που περιλαμβάνει. Ως εκ τούτου τίποτε δεν δείχνει γενικευμένη ρήξη.
Οι υπάρχουσες πληροφορίες αναφέρουν ότι βρισκόμαστε σε μία περίοδο σύγκρουσης οικονομικών συμφερόντων που αντανακλάται και στο εσωτερικό του Μεγάρου Μαξίμου. Στόχος των δημοσιευμάτων φαίνεται να είναι ο μηχανισμός που κινούνταν γύρω από τον παραιτηθέντα γραμματέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη, ένα πρόσωπο που θρυλείται ότι βρέθηκε στην επιρροή άλλου ανταγωνιστικού επιχειρηματικού ομίλου και συγκεκριμένα του ομίλου Μελλισανίδη. Η ερμηνεία αυτή δεν μπορεί να ελεγχθεί φυσικά για την ακρίβειά της με τεκμήρια, όμως, εφόσον ισχύει είναι σαφές ότι εξηγεί τόσο την συμπεριφορά των προαναφερόμενων εντύπων, όσο και το γεγονός της ανάδειξης του ζητήματος των υποκλοπών σε μία περίοδο που η κυβέρνηση πασχίζει να το εξαφανίσει από την επικαιρότητα.
Αυτά σε ένα χρονικό σημείο που οι κομματικοί σχηματισμοί ετοιμάζονται για τις εκλογές του 2023 και τα ψηφοδέλτια ήδη έχουν ατύπως ξεκινήσει να καταρτίζονται. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ένας από τους στενούς συνεργάτες του πρωθυπουργού, ο Γιώργος Γεραπετρίτης, φημολογείται ότι θα κατέλθει υποψήφιος σε μία από τις περιφέρειες του Πειραιά. Η πιθανότητα αυτή «παίζει» άλλωστε ήδη από το 2021, αν και τα ΜΜΕ που πρόσκεινται στο όμιλο Αλαφούζου επιμένουν ότι δεν θα επαληθευθεί.
Όλα τα παραπάνω όμως οφείλει να τα ερμηνεύσει κανείς και με τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις. Τους επόμενους 6 με 9 μήνες ας μην ξεχνάμε ότι θα προκύψει έντονα το ερώτημα της κυβερνητικής διαχείρισης, αφού έχουμε μπροστά μία εκλογική διαδικασία με ένα αναλογικό εκλογικό σύστημα που δεν θα «δώσει» αυτοδύναμη κυβέρνηση. Πιθανότατα θα οδηγηθούμε σε δεύτερες εκλογές όπου δεν διαφαίνεται επικράτηση κάποιου κόμματος και μάλιστα με ποσοστά που θα διαμορφώνουν ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Το ζήτημα των υποκλοπών μοιάζει ως το πλέον πρόσφορο ζήτημα για να αξιοποιηθεί ως διαπραγματευτικό ατού στις (βέβαιες) επαφές και διαβουλεύσεις για την αναζήτηση κυβερνητικού σχήματος. Ιδίως αν ο σημερινός πρωθυπουργός από «Μωυσής» και «μάγος των αγορών» καταλήξει να είναι εμπόδιο στην διαμόρφωση των κατάλληλων πολιτικών συνθηκών. Αυτών δηλαδή που θα εξασφαλίζουν «κοινωνική ειρήνη», «προσήλωση» στην διαμόρφωση ευνοϊκού εδάφους για την επιχειρηματικότητα, με λίγα λόγια αυτό που για το εγχώριο κεφάλαιο λέγεται «σταθερότητα».
Η καθημερινή και η εβδομαδιαία έκδοση είχαν πρωτοσέλιδα «χτυπήματα» όπου γίνονταν λόγος για παρακολουθήσεις υπουργών της κυβέρνησης χωρίς να κατανομάζονται (ΝΕΑ). Παράλληλα, συσχετίζονταν η έλευση του λογισμικού Predator στην Ελλάδα με τον πρωθυπουργικό ανιψιό Γρηγόρη Δημητριάδη (ΒΗΜΑ).
Εύλογη ήταν λοιπόν η απορία του γιατί δύο εφημερίδες που σταθερά από το 2016 στηρίζουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως και την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από το καλοκαίρι του 2019, ξαφνικά έδειξαν μία εντελώς … ανάποδη συμπεριφορά.
Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα ότι τα εν λόγω δημοσιεύματα θα συμπεριληφθούν στο υλικό της εισαγγελικής έρευνας για τις υποκλοπές. Επίσης μία προσεκτική ανάγνωση και της αρθρογραφίας των συγκεκριμένων εντύπων δείχνει μία αποστασιοποίηση και από την υπόθεση του Ανδρέα Πάτση.
Εμφανέστατη ήταν και η κυβερνητική αμηχανία. Έως σήμερα είχαμε συνηθίσει σε μία κυβέρνηση που όταν υπήρχαν δημοσιεύματα ενάντια στην πολιτική της υιοθετούσε άκρως επιθετικό ύφος, στηλιτεύοντας συνήθως εκτός από το περιεχόμενο των δημοσιευμάτων και το μέσο που τα δημοσίευε. Αυτή την φορά όμως η αντίδραση ήταν πολύ πιο συγκρατημένη. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου αρκέστηκε να μιλήσει για «ένα δημοσίευμα γεμάτο εικασίες από το οποίο απουσιάζουν στοιχεία, ονόματα και συγκεκριμένα γεγονότα» και στην συνέχεια να άσκησε κριτική στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Επί της ουσίας δηλαδή δεν διέψευσε το δημοσίευμα.
Στην συνέχεια η κυβερνητική «γραμμή» ακολούθησε την πάγια τακτική του να διαψεύδει ότι η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε αγορά η υπενοικίαση του λογισμικού Predator. O Γιάννης Οικονόμου είπε πως «το ελληνικό δημόσιο δεν έχει προμηθευτεί κανένα κακόβουλο λογισμικό παρακολούθησης και οι υπηρεσίες ασφαλείας στη χώρα μας δεν χρησιμοποιούν, με οποιονδήποτε τρόπο, κακόβουλα λογισμικά παρακολούθησης». Τις ίδιες ακριβώς θέσεις εξέφρασε και στην σημερνή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, αν και έκανε και μία γενικευμένη δήλωση που «ενσωματώνει» και την υπόθεση των παρακολουθήσεων όσο και την υπόθεση του Ανδρέα Πάτση. Βασίστηκε στην λογική του … «όποιος δουλεύει κάνει λάθη» και υποστήριξε ότι «στην πορεία μας ως κυβέρνηση κάνουμε και λάθη, καταγράφουμε και ορισμένες αστοχίες, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με συμπεριφορές λίγων στελεχών μας που κινούνται εκτός του αξιακού μας συστήματος. Αυτή, όμως, είναι η αναπόφευκτη μοίρα όσων προσπαθούν, όσων τολμούν, όσων δρουν».
ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ «υιοθέτησαν» άμεσα τα δημοσιεύματα. Η αξιωματική αντιπολίτευση ισχυρίστηκε ότι «οι δημοσιογραφικές πληροφορίες, που από εχθές η κυβέρνηση υπεκφεύγοντας δεν διαψεύδει ευθέως, κάνουν λόγο για ένα εκτεταμένο παρακρατικό σύστημα παρακολούθησης πολιτικών αντιπάλων, επιχειρηματιών, ακόμα και στελεχών της Νέας Δημοκρατίας». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ,Τσίπρας θα καταθέσει στην Βουλή ερώτηση προς τον πρωθυπουργό για τα δημοσιεύματα. Αντίστοιχα το ΠΑΣΟΚ δήλωσε πως τα δημοσιεύματα «προσθέτουν άλλη μια ψηφίδα στο συγκεντρωτικό και παρωχημένο μοντέλο με το οποίο ασκεί την διακυβέρνηση ο Κυριάκος Μητσοτάκης».
Το ΚΚΕ σε ανακοίνωση του για τα δημοσιεύματα ανάφερε: «Αν κάτι επιβεβαιώνει το σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας “ΤΑ ΝΕΑ”, για το οποίο η κυβέρνηση τηρεί σιγή ασυρμάτου, είναι η ευρεία και συστηματική χρήση κακόβουλων λογισμικών από διάφορους μηχανισμούς, το σκοτεινό θεσμικό πλαίσιο που ακυρώνει κάθε έννοια προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών και πάνω από όλα επιβεβαιώνει το κρατικό δόγμα “ουδείς εξαιρείται των παρακολουθήσεων”.
Οι απαντήσεις στα ερωτήματα που προκύπτουν δεν πρόκειται να δοθούν με …ιδεολογικούς όρους. Οι κυρίαρχοι επιχειρηματικοί όμιλοι στην Ελλάδα έχουν αποδείξει ότι δεν κινούνται με γνώμονα κάποια πολιτική θέση ή άποψη, αλλά με κριτήριο την εξυπηρέτηση των πολυπλόκαμων συμφερόντων τους. Μάλιστα, ειδικά για τον Όμιλο Μαρινάκη αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι δεν υιοθετείται την επιθετική ρητορική για το ζήτημα των υποκλοπών, στο σύνολο της ηλεκτρονικών, ψηφιακών ή έντυπων μέσων που περιλαμβάνει. Ως εκ τούτου τίποτε δεν δείχνει γενικευμένη ρήξη.
Οι υπάρχουσες πληροφορίες αναφέρουν ότι βρισκόμαστε σε μία περίοδο σύγκρουσης οικονομικών συμφερόντων που αντανακλάται και στο εσωτερικό του Μεγάρου Μαξίμου. Στόχος των δημοσιευμάτων φαίνεται να είναι ο μηχανισμός που κινούνταν γύρω από τον παραιτηθέντα γραμματέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη, ένα πρόσωπο που θρυλείται ότι βρέθηκε στην επιρροή άλλου ανταγωνιστικού επιχειρηματικού ομίλου και συγκεκριμένα του ομίλου Μελλισανίδη. Η ερμηνεία αυτή δεν μπορεί να ελεγχθεί φυσικά για την ακρίβειά της με τεκμήρια, όμως, εφόσον ισχύει είναι σαφές ότι εξηγεί τόσο την συμπεριφορά των προαναφερόμενων εντύπων, όσο και το γεγονός της ανάδειξης του ζητήματος των υποκλοπών σε μία περίοδο που η κυβέρνηση πασχίζει να το εξαφανίσει από την επικαιρότητα.
Αυτά σε ένα χρονικό σημείο που οι κομματικοί σχηματισμοί ετοιμάζονται για τις εκλογές του 2023 και τα ψηφοδέλτια ήδη έχουν ατύπως ξεκινήσει να καταρτίζονται. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ένας από τους στενούς συνεργάτες του πρωθυπουργού, ο Γιώργος Γεραπετρίτης, φημολογείται ότι θα κατέλθει υποψήφιος σε μία από τις περιφέρειες του Πειραιά. Η πιθανότητα αυτή «παίζει» άλλωστε ήδη από το 2021, αν και τα ΜΜΕ που πρόσκεινται στο όμιλο Αλαφούζου επιμένουν ότι δεν θα επαληθευθεί.
Όλα τα παραπάνω όμως οφείλει να τα ερμηνεύσει κανείς και με τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις. Τους επόμενους 6 με 9 μήνες ας μην ξεχνάμε ότι θα προκύψει έντονα το ερώτημα της κυβερνητικής διαχείρισης, αφού έχουμε μπροστά μία εκλογική διαδικασία με ένα αναλογικό εκλογικό σύστημα που δεν θα «δώσει» αυτοδύναμη κυβέρνηση. Πιθανότατα θα οδηγηθούμε σε δεύτερες εκλογές όπου δεν διαφαίνεται επικράτηση κάποιου κόμματος και μάλιστα με ποσοστά που θα διαμορφώνουν ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Το ζήτημα των υποκλοπών μοιάζει ως το πλέον πρόσφορο ζήτημα για να αξιοποιηθεί ως διαπραγματευτικό ατού στις (βέβαιες) επαφές και διαβουλεύσεις για την αναζήτηση κυβερνητικού σχήματος. Ιδίως αν ο σημερινός πρωθυπουργός από «Μωυσής» και «μάγος των αγορών» καταλήξει να είναι εμπόδιο στην διαμόρφωση των κατάλληλων πολιτικών συνθηκών. Αυτών δηλαδή που θα εξασφαλίζουν «κοινωνική ειρήνη», «προσήλωση» στην διαμόρφωση ευνοϊκού εδάφους για την επιχειρηματικότητα, με λίγα λόγια αυτό που για το εγχώριο κεφάλαιο λέγεται «σταθερότητα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου