Οι δηλώσεις του Όσκαρ Λαφοντέν, όπως αποτυπώνονται σε διάφορα ρεπορτάζ, έχουν ως ακολούθως:
Το σύστημα του ευρώ έχει ένα βασικό «κατασκευαστικό λάθος», πιστεύει ο Όσκαρ Λαφοντέν: «Δεν προβλέπεται διαδικασία άρσης των ανισορροπιών, όταν ορισμένα κράτη ζουν πάνω και ορισμένα κάτω από τις δυνατότητές τους. Η Γερμανία ζει επί σειρά ετών κάτω από τις δυνατότητές της παράγοντας περισσότερα απ' όσα καταναλώνει, ενώ το αντίθετο συμβαίνει στην Ελλάδα. Ο μηχανισμός συναλλαγματικής ιστοτιμίας θα διόρθωνε τα πράγματα, αλλά με το ευρώ δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα, διαπιστώνει. Άρα, θα πρέπει να επιτευχθεί η άρση των ανισορροπιών μέσω των μισθών: Οι μισθοί στη Γερμανία πρέπει να αυξηθούν, ενώ στην Ελλάδα να μην αυξηθούν τόσο δραστικά», προτείνει.
Ο πρώην Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας απορρίπτει το πρόγραμμα λιτότητας, που επιβάλλεται στους Έλληνες από την Άνγκελα Μέρκελ και τον Νικολά Σαρκοζί, επειδή «σε συνθήκες ύφεσης οδηγεί τις χώρες στον οικονομικό γκρεμό και καταστρέφει τη Δημοκρατία». Η καγκελάριος δεν κατανοεί τους μηχανισμούς των χρηματοπιστωτικών αγορών, υποστηρίζει ο Λαφοντέν. «Αυτή και ο Σαρκοζί στραγγαλίζουν την ελληνική οικονομία με το να προκαλούν συρρίκνωση της κατανάλωσης και με το να φορτώνουν τις επιπτώσεις της κερδοσκοπίας στους φορολογουμένους αντί στις τράπεζες. Εάν είχαν αποφασίσει εγκαίρως την έκδοση ευρωομολόγων, τα επιτόκια δανεισμού και το χρέος των χωρών της Μεσογείου δεν θα είχαν εμφανίσει τόσο εκρηκτική αύξηση. Με τη διστακτικότητά της η Καγκελάριος διασπαθίζει δισεκατομμύρια ευρώ των Γερμανών φορολογουμένων και εισπράττει μάλιστα και θαυμασμό γι' αυτό» καταγγέλλει.
Η ΕΚΤ πρέπει να χορηγήσει δάνεια απευθείας στα ευρωπαϊκά κράτη, προτείνει ο Λαφοντέν και συμπληρώνει: «Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος, ώστε να αποδυναμωθούν οι αγορές και οι οίκοι αξιολόγησης. Είναι σαφές ότι τα δάνεια αυτά πρέπει να χορηγούνται υπό τον όρο ότι η Ελλάδα θα μηδενίσει τις εξοπλιστικές της δαπάνες και θα φορολογήσει τα εκατομμύρια των 2.000 πιο πλούσιων οικογενιεών στη χώρα, οι οποίες κατέχουν στα χέρια τους το 80% του πλούτου. Η διάθεση των χρημάτων για την ανασυγκρότηση της οικονομίας θα πρέπει να εποπτεύεται από την ΕΕ και δεν επιτρέπεται να διοχετευτούν σε σκοτεινά κανάλια της ελληνικής πολιτικής».
Οι λαοί της Ευρώπης βλέπουν ότι υφίστανται μία «απαλλλοτρίωση» αντί να καλούνται στο ταμείο οι εκατομμυριούχοι της Ευρώπης, σημειώνει ο Λαφοντέν με το βλέμμα στα πρόσφατα έκτροπα στην Αθήνα. «Τα στοιχεία δεν αφήνουν καμία αμφιβολία: Οι εκατομμυριούχοι της Ευρώπης έχουν μία περιουσία όση και το συνολικό χρέος των ευρωπαϊκών χωρών. Όποιος περικόπτει - υπό αυτό το φως - μισθούς και συντάξεις, στρέφεται κατά των πολιτών και θέτει σε κίνδυνο τη Δημοκρατία».
Εκκινώντας από μία φράση του Αμερικανού οικονομολόγου Μάικελ Χάτσον, ότι «Υπάρχει ένας τρόπος να σωθεί το ευρώ: Να ζητηθεί από την ΕΚΤ να κάνει αυτό για το οποίο έχουν συσταθεί οι Κεντρικές Τράπεζες, ήτοι να τυπώσει χρήμα», ο Λαφοντέν καταγγέλλει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που δεν μπορούν να σκεφτούν τίποτε άλλο πέρα από το να χρεώνουν στους πολίτες τις απώλειες από τα «παιχνίδια στο καζίνο». «Εάν δεν επιβληθεί ρυθμιστικό πλαίσιο στις τράπεζες, αυτές θα κάνουν, ό, τι θέλουν», προειδοποιεί.
Πέτερ Μποφινγκερ: "Πρέπει να αλλάξει η θανάσιμη συνταγή
για την Ελλάδα"
Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποχρεώνει την Ελλάδα σε ακραία λιτότητα – πράγμα που θα μπορούσε να βυθίσει τη χώρα στην άβυσσο» γράφει σε άρθρο του στη "Sueddeutsche Zeitung" ο εκ των πέντε «σοφών» οικονομικών εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης Πέτερ Μπόφινγκερ. Ο Πέτερ Μπόφινγκερ επισημαίνει τον κίνδυνο ενός απροσδόκητου και μεγάλης έκτασης οικονομικού και πολιτικού γεγονότος στην Ελλάδα, που μπορούσε να αποσταθεροποιήσει το σύνολο της ευρωζώνης. Αν επιδιώκεται η αποτροπή ενός τέτοιου ενδεχομένου, θα πρέπει να αναζητηθούν οι αιτίες και να προσδιοριστεί, εάν η θεραπεία της τρόικα απέτυχε ή εάν ευθύνεται ο ασθενής για την απροθυμία του να τη δεχθεί.
Ο γερμανός «σοφός» δεν πιστεύει ότι η αποτυχία βαραίνει την Ελλάδα, καθώς μια ψύχραιμη ανάγνωση των σχετικών εκθέσεων του ΔΝΤ οδηγεί στη διαπίστωση ότι η χώρα έχει υλοποιήσει με συνέπεια μεγάλο τμήμα των επιβαλλόμενων μέτρων. Για ποιο λόγο, όμως, δεν επετεύχθη δραστικότερη μείωση του ελλείμματος; Επειδή τα έσοδα και οι δαπάνες ενός κράτους δεν εξαρτώνται μόνο από το ύψος των φορολογικών συντελεστών και από τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων.
Εξαρτώνται, επίσης, από το πώς εξελίσσεται η οικονομία. Στο σημείο αυτό οι προβλέψεις του ΔΝΤ παραήταν αισιόδοξες, καθώς η συνολική ύφεση για τα έτη 2010 – 2012 ανήλθε στο 12%, έναντι του προβλεπόμενου 5,5%. Εάν συνυπολογιστεί η ύφεση, η μείωση του ελλείμματος σκαρφαλώνει στο 11% τη διετία 2009 – 2011, κάτι που δεν έχει καταφέρει μέχρι τώρα κανένα άλλο κράτος.
Αξιόλογες θεωρεί ο Μπόφινγκερ και τις μεταρρυθμίσεις που έχουν συντελεστεί μέχρι στιγμής στο ασφαλιστικό, στην απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και του τομέα των μεταφορών, στην άρση των εμποδίων για την ανάπτυξη επιχειρηματικών και την επιτάχυνση των επενδυτικών δραστηριοτήτων. Αναγνωρίζει ότι υπάρχουν και άλλα που μπορούν να γίνουν στο τομέα τη φορολογίας, αλλά αυτό δεν μπορεί να συμβεί από τη μία μέρα στην άλλη.
Η καταστροφική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί κατά συνέπεια να χρεωθεί πρωταρχικά στην ελλιπή προθυμία της χώρας για εφαρμογή προγραμμάτων δημοσονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων. Κατά τη γνώμη του, η δεινή θέση της ελληνικής οικονομίας οφείλεται στην ακολουθούμενη πολιτική λιτότητας από το ΔΝΤ, που δεν έχει εφαρμοστεί σε τέτοια κλίμακα σε καμία άλλη χώρα, όπως αναγνωρίζει και το ίδιο το ΔΝΤ. Επιπλέον δυσκολίες προκαλεί στην Ελλάδα η μη δυνατότητά της να υποτιμήσει το νόμισμά της, όπως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις εφαρμογής σκληρών προγραμμάτων λιτότητας.
Το αποτέλεσμα της «θεραπείας» είναι οικονομική ύφεση που έχει να σημειωθεί από τις αρχές της δεκαετίας του '30. Το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά την πενταετία 2007 – 2012 κατά 15%, ενώ οι επενδύσεις κατέρρευσαν κατά 50%, γεγονός που είχε άμεσο αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα της χώρας. Το εφαρμοζόμενο πρόγραμμα λιτότητας οδήγησε σε σημαντική μείωση της κατανάλωσης, ώστε να συρρικνώνονται οι πιθανότητες επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας. Τα μέτρα, που αποφασίστηκαν τώρα, ήτοι η μείωση του κατώτατου μισθού, οι περικοπές στις συντάξεις και οι απολύσεις 15.000 εργαζομένων στο Δημόσιιο θυμίζουν τα μοιραία μέτρα που ελήφθησαν από τον Καγκελάριο Χάινριχ Μπρίνινγκ τη διετία 1930 – 1932 στη Γερμανία. Τα μέτρα αυτά θα μειώσουν ακόμη περισσότερο την κατανάλωση επιβαρύνοντας περαιτέρω τα δημοσιονομικά και την ανταγωνιστικότητα.
Η διέξοδος βρίσκεται στην αναθεώρηση αυτής της συνταγής και στον τερματισμό των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής μέχρις ότου η οικονομία πετύχει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η επιλογή αυτή μπορεί να οδηγήσει προσωρινά σε αύξηση του ελλείμματος, που θα πρέπει να συγχρηματοδοτηθεί με αλληλεγγύη από τα άλλα κράτη της ΕΕ. Οι διαρθρωτικές μεταρυθμίσεις πρέπει, ωστόσο, να εφαρμοστούν με συνέπεια, αλλά θα πρέπει να εξευρεθεί επειγόντως τρόπος για διάθεση κονδυλίων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ώστε να δοθούν πραγματικά κίνητρα για ανάπτυξη.
Απαντώντας στις αντιρρήσεις των γερμανών φορολογουμένων, ο Μπόφινγκερ τούς καλεί να αναλογιστούν τις ολέθριες πιθανές επιπτώσεις μιας κατάρρευσης της δημόσιας και οικονομικής ζωής της Ελλάδας. Η επιλογή να δοθεί ένα «τέλος με τρόμο», που θέλει τους Γερμανούς να μη συμμετέχουν πλέον στη διάσωση της Ελλάδας, αποτελεί αυταπάτη. Και σε μία τέτοια περίπτωση η Ελλάδα των 11 εκ. κατοίκων θα συνεχίζει να υπάρχει στον ευρωπαϊκό χάρτη. Η ΕΕ δεν θα μπορεί να στέκεται αδιάφορη, εάν παρουσιαστούν φαινόμενα αναρχίας, πείνας και σοβαρότατων ελλείψεων στον τομέα της Υγείας. Για το λόγο αυτό είναι προτιμότερο να πραγματοποιηθεί τώρα μία αλλαγή στρατηγικής αντί να υποστεί κανείς το κόστος της πολιτικής του καγκελάριου Μπρίνιγκ επί δεκαετίες.
Ο Μπόφινγκερ τονίζει, τέλος, ότι οι Έλληνες αξίζουν να λάβουν και στη συνέχεια στήριξη παρά το ότι μένουν ακόμη πολλά να γίνουν. Έχουν καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για βελτίωση της κατάστασης στη χώρα τους. Εάν αυτή η προσπάθεια δεν είχε τα προσδωκόμενα αποτελέσματα, φταίει η εφαρμοζόμενη «θεραπεία», καθώς υποτιμήθηκαν παντελώς οι κίνδυνοι για το «κυκλοφορικό» του ασθενούς.• Κάθε γνώμη είναι σεβαστή, αρκεί να αποφεύγονται ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητος λόγος και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, πολύ περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο, εναντίον των συνομιλητών ή και των συγγραφέων, με υποτιμητικές προσφωνήσεις, ύβρεις, υπονοούμενα, απειλές, ή χυδαιολογίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου