Αν πω μανταρίνι ξέρω τι θα βγει, ποιος θα ξεπεταχτεί κάτω από τη γλώσσα σου. Πορτοκάλι με ξυράφι δεν θα πω. Δεν θέλω. Δεν θέλω να δω το φίδι. Λοιπόν θα σε πιάσω από το αυτί της ψυχής σου, όχι από το αυτί της κεφαλής σου. Όλα αυτά που λες, που γράφεις τόσες μέρες, τα ξέρω, τα έχω ξανακούσει, τα έχω δει, λιωμένα, ξεραμένα, ξεφτισμένα, κάτω από τη Μεγάλη Πέτρα. Είναι λουλούδια, κλεμμένα από ξένους τάφους, γνωστές κηδείες, παλιά μοιρολόγια, σκουριασμένα.
Επειδή τη Μεγάλη Πέτρα τη διαχειρίζεται, την κουμαντάρει η ζωή -είναι μια αυτή- ξέρει, γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα μας τι πρέπει να γίνει. Είναι πιο έξυπνη από το στενόκαρδο ιδιωτικό μας συμφέρον, νοιάζεται, μεριμνά, κόφτεται, μάχεται, ενδιαφέρεται για το «πέσιμο, όχι για τον πεσμένο».
Η στάση της, το κύλισμα, το σταμάτημα, η στάθμευση, η καθήλωση, ο σταθμός, η σταθερότητα, η αστάθεια, η παύση, η διαγωγή, η διακοπή, η αγάπη, η θυσία, η θέση, ο θυμός, το θεμέλιο, η κορυφή, η σκέψη, είναι δικά της πράγματα. Πέτρινα. Σκληρά. Τρυφερά. Προς τα μέσα. Ποτέ προς τα έξω. Αλλοίμονο αν βρεθείς απροετοίμαστος, αγύμναστος, απαίδευτος, στον δρόμο της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου