Προς όλους τους αυτοαποκαλούμενους Ρομπέν των Δασών, εξυγιαντές, επαναστάτες κι ελευθερωτές που θέλουν να επιβάλουν με κουμπούρια ή μη, πέννες, μικρόφωνα κι οθόνες σαν κοινωνική δικαιοσύνη και δίκαιο την δικιά τους εξουσιαστική άποψη και το προσωπικό ή επαγγελματικό τους όφελος σαν μαγκιά και λευτεριά όλων μας
(Δύο μικρά αποσπάσματα από το δημοσιευμένο παλαιότερα γραμματοσύμπλεγμα 'Ασίκης' του φίλου του blog StaMiKous)
"...Κάποτε γνώρισα έναν τζογαδόρο. Βλάμης απ’ τα μικράτα του, ασίκης στις ρούγες. Σταυρώσαμε τους δρόμους μας σ’ άφωτη στρούγγα. Εγώ την περιέργεια της νιότης μου ψάχνοντας να χορτάσω κι αυτός του πάθους του διέξοδο γυρεύοντας να βρει. Παίξαμε μαζί με κι άλλους. Μα σαν της μοίρας το παιχνίδισμα και του πρωτάρη η τύχη εμένα διάλεξαν για νικητή, ένας απ’ όλους κι ύστερα οι πολλοί, δεν άντεξαν ξανά την απονιά του ριζικού παιχνίδι να τους παίζει κι η κάμα άστραψε στης λάμπας το τρεμόπαιγμα. Τότε, αυτός πετάχτηκε σα λαβωμένο αγρίμι, κι όρμησε. "Πίσω ρε. Πίσω ρε άτιμοι..." βρυχήθηκε υπόκωφα και σαλεμένα γιατί δε βάσταξε την προσβολή της ζήσης του να δει. Κοκάλωσαν, προς στιγμήν κι αυτός συνέχισε "... Πού’ ναι ρε ξεσκισμένοι η μπέσα σας; Αυτή 'ναι η μαγκιά σας;" μ’ αυτοί δεν άκουγαν πια. Κι έκανε τότε το κορμί του με μιας ασπίδα και θυσίασμα, γέφυρα προς το φως"......
" .....Κάποτε γνώρισα μια κυρά σε σπίτι δηλωμένο σαν οίκο ανοχής. Σχολιαρόπαιδα εμείς, της νιότης μας τ’ αγρίμι ψάχνοντας να μερέψουμε, βρεθήκαμε πλάι της. Κι όταν ο πιο τρελός ή ο πιο γοργός που να θυμάμαι τώρα, μεγάλωμα ανυπόμονο πίστεψε πως θα βρει σε πουσσαλιώτικο χαρμάνι τραγανό, αυτή τον είδε. Όρμησε, στον κόρφο της να κρύψει τ’ άγουρου χρόνου τη μαγκιά. Μα οι μυστικοί την πρόλαβαν κι αυτή δε μίλησε. Εμείς σωπάσαμε. Χάθηκε. Ντρέπομαι ακόμα, μα φχαριστώ στο διάβα μου που βρήκα τη μάνα που μου έμαθε πως άντρας θα γεννώ, σαν του μικρού και του δειλού, τ' ανήμπορου, της χήρας το βάρος εις τους ώμους μου μπορέσω να κρατώ...."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου