Η κριτική στον Μαρξ σε φέρνει πιο κοντά στην χειραφέτηση ως σχέση της οικονομίας με την πολιτική, ενώ η κριτική στον Γιούργκεν Χάμπερμας σε φέρνει πιο κοντά στην αστική δημοκρατία ως σχέση της πολιτικής με την οικονομία.
Η κριτική αντιμετώπιση και των δύο από την περιοχή της θεωρίας της ηγεμονίας σε συνδυασμό με τον λεγόμενο μεταστρουκτουραλισμό, σε φέρνει πιο κοντά στην αιτία που «παρήγαγε» και τον έναν και τον....... άλλον (Γερμανικός Αυτισμός). Αυτή η αιτία δεν είναι ένα αίτιο που προκαλεί κάποιο κοινωνικοπολιτικό αποτέλεσμα παράλληλα με μια θεωρία και έναν μεγάλο φιλόσοφο, αλλά ένας μηχανισμός που γεννά την αντίληψη του φαινομένου της εξουσίας ως πολιτική ισχύος, που ορίζει το «τί θα πρέπει να γίνει» για να ανατραπεί το (ιστορικό) γεγονός που ορίζει την ιστορία ως γραμμική εξέλιξη συμβάντων της συγκυρίας.
Ο Μαρξ είδε την πολιτική ως συντηρητικό φαινόμενο, ο Χάμπερμας αντιμετωπίζει την πολιτική ως προοδευτικό φαινόμενο κι εγώ ως το φαινόμενο που όρισε την ύπαρξη του Μαρξ, όπως και αυτήν που ορίζει σήμερα τον Χάμπερμας, ως δύο κεντρικούς πυλώνες της διανόησης του «τί θα πρέπει να γίνει». Η πολιτική δεν είναι ούτε συντηρητικό, ούτε προοδευτικό φαινόμενο, είναι ένας ιστορικός μηχανισμός άρθρωσης ηγεμονίας κάποιας μορφής που ορίζει συγκεκριμένα συμβάντα ως κομβικά γεγονότα για την εξέλιξη. Ποια εξέλιξη; Του καπιταλισμού, σύμφωνα με τον Μαρξ. Της αστικής κοινωνίας, σύμφωνα με τον Χάμπερμας. Ο προσδιορισμός του αιτίου που «παράγει» και «αναπαράγει» τον Μάρξ ή τον Χάμπερμας - η διερεύνηση του αιτιατού μηχανισμού που μεταμορφώνει συγκεκριμένα συμβάντα σε αφηρημένα γεγονότα ή του μηχανισμού που χρησιμοποιεί την πολιτική για να ορίσει σχεδόν πάντα άδηλα την μορφή ηγεμονίας, με άλλα λόγια – αποτελεί την πιο χρήσιμη συνεισφορά στην περιπέτεια της διανόησης. Μια υλική περιπέτεια, που εκφράζεται ως πνευματική δημιουργία, για την μεταμόρφωση της ύλης σε κοινωνικό/ά αγαθό/ά.
Στο σημείο αυτό η διανόηση έρχεται, κρίνοντας τους μηχανισμούς ηγεμονίας, να προσεγγίσει ουσιαστικά το φαινόμενο αναπαραγωγής της ίδιας της ζωής για να διαπιστώσει πως όσο υπάρχει οικονομική διακυβέρνηση θα υπάρχει και πολιτική διακυβέρνηση και μάλιστα, πως η πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια διαφορετική έκφραση των οικονομικών σχέσεων και το αντίστροφο. Όταν μιλάμε για οικονομία με πολιτικούς όρους ορίζουμε την ανάγκη και όταν μιλάμε για πολιτική με οικονομικούς όρους ορίζουμε το «αναγκαίο και ικανό». Δεν υπάρχει οικονομία έξω από την πολιτική και πολιτική έξω από την οικονομία. Η αντικειμενική σχέση αυτών των δύο προσδιορίζει τελικά και το είδος της ηγεμονίας, όπως και τους επιμέρους κοινωνικούς και θεσμικούς μηχανισμούς που την θεμελιώνουν.
Είναι αφελείς ή λαοπλάνοι όσοι δηλώνουν πως «όλα είναι οικονομία». Εξίσου λαοπλάνοι είναι όσοι ισχυρίζονται πως όλα είναι πολιτική. Και τί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι όλα είναι (λαϊκή) επανάσταση; Αθλητές αλμάτων ύψους επί κοντώ! Η επανάσταση είναι το κοντάρι για να υπερβεί κάποιος τον πολιτικοοικονομικό πήχη της ιστορίας που τον ορίζει, προσβλέποντας στο τέλος της ιστορίας, η οποία δεν επιτρέπει την αναπαραγωγή της ζωής έξω από το πλαίσιο του ταξικού ανταγωνισμού, της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και κυρίως της αποδοτικότητας στην διαχείριση της νεκρής ύλης. Με αυτή την έννοια η επανάσταση εκφράζει την διάθεση της υπερπήδησης της ανισότητας και της ανελευθερίας, ρίχνοντας αναπόδραστα ένα πέπλο άγνοιας πάνω στις πολιτικοοικονομικές σχέσεις που ορίζουν το ηγεμονικό φαινόμενο κατά την μετάβαση σε μία πράγματι αταξική κοινωνία. Αυτή η «άγνοια» αποτέλεσε τον μηχανισμό αλλοίωσης σε μεγάλο ή απόλυτο βαθμό των διακηρυγμένων στόχων όλων των επαναστατών. Όχι. Όλα δεν είναι επανάσταση!
Όλα δεν είναι Μαρξ και/ή Χάμπερμας. Αν και οι δύο με αυτό το άτιμο το «όλα» απασχολήθηκαν. Αυτό το «όλα» είναι που βασανίζει και την ελληνική κοινωνία σήμερα, που δια της διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης «σοκ και δέος» μοιάζει να τα χάνει όλα! Αυτό το «όλα» είναι το αίτιο που παράγει κάθε μορφή πολιτικού, ή οικονομικού, ή ηγεμονικού αυτισμού. Αποτελεί μία διαταραχή επικοινωνιακού χαρακτήρα που παραγνωρίζει την πολιτική οικονομία της στρατηγικής για την επίτευξη συγκεκριμένου στόχου. Ο Γιούργκεν Χάμπερμας έρχεται στην Αθήνα για να μιλήσει ουσιαστικά περί του Γερμανικού Αυτισμού της εποχής μας, που δεν είναι άσχετος από εκείνον που διαμόρφωσε τα πολιτικοοικονομικά στερεότυπα της Ευρώπης και όχι μόνον, από την εποχή του Μαρξ μέχρι σήμερα. Το «κακό» είναι ότι τόσο ο Μαρξ, όσο και ο Χάμπερμας υπήρξαν και είναι στοιχεία αυτού του ηγεμονικού στερεοτύπου, το οποίο στην πραγματικότητα καθορίζει την αντίληψη στις υλικές σχέσεις των ανθρώπων, δηλαδή τον τρόπο που αντιλαμβάνονται την πολιτική και την οικονομία.
Αν αντιληφθούμε αυτό το «κακό», τότε και μόνον τότε θα μπορούσαμε να αντλήσουμε τα μέγιστα οφέλη από τον φιλοσοφικό στοχασμό τόσο του ενός, όσο και του άλλου. Δυστυχώς, τόσο ο Μαρξ, όσο και ο Χάμπερμας είναι προϊόντα του Γερμανικού Αυτισμού. Αυτό αν μπορούσαμε να καταλάβουμε, θα μπορούσαμε να ξεφύγουμε από την δογματική αντίληψη του «τί θα πρέπει να γίνει» για να ολοκληρωθεί ο άνθρωπος ως άτομο (Μαρξ), ή για να ολοκληρωθεί η αστική κοινωνία ως μηχανισμός εναρμονισμού αντιτιθέμενων συμφερόντων (Χάμπερμας).
Δεν αρκεί να συμφωνήσουμε με τον Χάμπερμας πως «η Ελλάδα θυμίζει το τέλος της Βαϊμάρης» και πως «μόνο μία Ευρώπη ενωμένη σε πολιτικό επίπεδο και με επαρκή οικονομική ευρωστία, μπορεί να δαμάσει τον ξέφρενο οικονομικό καπιταλισμό» - όπως επισημαίνει σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» - όπως ακριβώς δεν αρκεί να συμφωνήσουμε πως η ελληνική κρίση εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο της κρίσης της καπιταλιστικής συσσώρευσης κατά τον Μαρξ. Το πρόβλημα δεν είναι αν η πολιτική θα πρέπει να πάρει τα ινία της οικονομίας στην Ευρώπη, ή ποιοι θα ήταν οι σύγχρονοι όροι που θα προκαλούσαν προς μία επαναστατική απόπειρα του μεταμοντέρνου προλεταριάτου στην Ένωση για να αντιμετωπιστεί η εξολοθρευτική επέλαση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Το πρόβλημα είναι πώς θα ξεφύγουμε από τον γερμανικό ιδεαλισμό στην πολιτική και την οικονομία, που αποτελεί την μορφή αυτισμού που διαρκώς διαστρέφει την σχέση απόλυτης ταύτισης πολιτικής – οικονομίας. Μόνον στον βαθμό που πετύχουμε να ταυτίσουμε αναλυτικά την πολιτική με την οικονομία, θα έχουμε πετύχει να αναγνωρίσουμε το ηγεμονικό φαινόμενο που προκαλεί διαστροφή τόσο στην πολιτική όσο και στην οικονομία, αντιστρέφοντας διαρκώς την σχέση του μέσου με τον σκοπό.
Αυτού του είδους η αντιστροφή είναι τούτο που ορίζω απλά ως Γερμανικό Αυτισμό και είναι εκείνη που αναγάγει την λογική των νεκρών ή των αφηρημένων πραγμάτων σε ανώτατο νόμο. Η νομοτέλεια αυτή διαστρέφει τελικά την ίδια την πραγματικότητα με την μορφή της καθημερινότητας, είτε ως αστικός ιδεαλισμός (αστικός εθνικισμός ή ευρωπαϊκός εθνικισμός), είτε ως μαρξιστικός υλισμός. Για να αποφύγουμε την παγίδευσή μας στον Γερμανικό Αυτισμό, δεν έχουμε παρά να σκεφτόμαστε πολιτικά όταν προσεγγίζουμε την εθνική ή διεθνή οικονομία και οικονομικά όταν προσεγγίζουμε την εθνική ή διεθνή πολιτική. Μόνον τότε θα αντιληφθούμε πόσο μεταδοτικός είναι ο Γερμανικός Αυτισμός σε ο, τι μας αφορά προσωπικά, ασχέτως αν είμαστε υποστηρικτές ή πολέμιοι του σύγχρονου γερμανικού ηγεμονισμού στην Ευρώπη. Και μόνον τότε θα έχουμε ελπίδα ανάπτυξης και υποστήριξης μιας εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση, με δημοκρατικά πολιτικά μέσα και όχι κάποιου είδους χούντας, προτείνοντας μία μορφή εναλλακτικής ηγεμονίας με αποκεντρωμένες εξουσίες στην Ευρώπη – όπως έχω ήδη εξηγήσει σε προηγούμενα σημειώματά μου – σε αντίθεση με τη νεογερμανική ηγεμονία που θεμελιώνεται σε πολιτικές αντιπληθωρισμού και λιτότητας.
Η κριτική αντιμετώπιση και των δύο από την περιοχή της θεωρίας της ηγεμονίας σε συνδυασμό με τον λεγόμενο μεταστρουκτουραλισμό, σε φέρνει πιο κοντά στην αιτία που «παρήγαγε» και τον έναν και τον....... άλλον (Γερμανικός Αυτισμός). Αυτή η αιτία δεν είναι ένα αίτιο που προκαλεί κάποιο κοινωνικοπολιτικό αποτέλεσμα παράλληλα με μια θεωρία και έναν μεγάλο φιλόσοφο, αλλά ένας μηχανισμός που γεννά την αντίληψη του φαινομένου της εξουσίας ως πολιτική ισχύος, που ορίζει το «τί θα πρέπει να γίνει» για να ανατραπεί το (ιστορικό) γεγονός που ορίζει την ιστορία ως γραμμική εξέλιξη συμβάντων της συγκυρίας.
Ο Μαρξ είδε την πολιτική ως συντηρητικό φαινόμενο, ο Χάμπερμας αντιμετωπίζει την πολιτική ως προοδευτικό φαινόμενο κι εγώ ως το φαινόμενο που όρισε την ύπαρξη του Μαρξ, όπως και αυτήν που ορίζει σήμερα τον Χάμπερμας, ως δύο κεντρικούς πυλώνες της διανόησης του «τί θα πρέπει να γίνει». Η πολιτική δεν είναι ούτε συντηρητικό, ούτε προοδευτικό φαινόμενο, είναι ένας ιστορικός μηχανισμός άρθρωσης ηγεμονίας κάποιας μορφής που ορίζει συγκεκριμένα συμβάντα ως κομβικά γεγονότα για την εξέλιξη. Ποια εξέλιξη; Του καπιταλισμού, σύμφωνα με τον Μαρξ. Της αστικής κοινωνίας, σύμφωνα με τον Χάμπερμας. Ο προσδιορισμός του αιτίου που «παράγει» και «αναπαράγει» τον Μάρξ ή τον Χάμπερμας - η διερεύνηση του αιτιατού μηχανισμού που μεταμορφώνει συγκεκριμένα συμβάντα σε αφηρημένα γεγονότα ή του μηχανισμού που χρησιμοποιεί την πολιτική για να ορίσει σχεδόν πάντα άδηλα την μορφή ηγεμονίας, με άλλα λόγια – αποτελεί την πιο χρήσιμη συνεισφορά στην περιπέτεια της διανόησης. Μια υλική περιπέτεια, που εκφράζεται ως πνευματική δημιουργία, για την μεταμόρφωση της ύλης σε κοινωνικό/ά αγαθό/ά.
Στο σημείο αυτό η διανόηση έρχεται, κρίνοντας τους μηχανισμούς ηγεμονίας, να προσεγγίσει ουσιαστικά το φαινόμενο αναπαραγωγής της ίδιας της ζωής για να διαπιστώσει πως όσο υπάρχει οικονομική διακυβέρνηση θα υπάρχει και πολιτική διακυβέρνηση και μάλιστα, πως η πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια διαφορετική έκφραση των οικονομικών σχέσεων και το αντίστροφο. Όταν μιλάμε για οικονομία με πολιτικούς όρους ορίζουμε την ανάγκη και όταν μιλάμε για πολιτική με οικονομικούς όρους ορίζουμε το «αναγκαίο και ικανό». Δεν υπάρχει οικονομία έξω από την πολιτική και πολιτική έξω από την οικονομία. Η αντικειμενική σχέση αυτών των δύο προσδιορίζει τελικά και το είδος της ηγεμονίας, όπως και τους επιμέρους κοινωνικούς και θεσμικούς μηχανισμούς που την θεμελιώνουν.
Είναι αφελείς ή λαοπλάνοι όσοι δηλώνουν πως «όλα είναι οικονομία». Εξίσου λαοπλάνοι είναι όσοι ισχυρίζονται πως όλα είναι πολιτική. Και τί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι όλα είναι (λαϊκή) επανάσταση; Αθλητές αλμάτων ύψους επί κοντώ! Η επανάσταση είναι το κοντάρι για να υπερβεί κάποιος τον πολιτικοοικονομικό πήχη της ιστορίας που τον ορίζει, προσβλέποντας στο τέλος της ιστορίας, η οποία δεν επιτρέπει την αναπαραγωγή της ζωής έξω από το πλαίσιο του ταξικού ανταγωνισμού, της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και κυρίως της αποδοτικότητας στην διαχείριση της νεκρής ύλης. Με αυτή την έννοια η επανάσταση εκφράζει την διάθεση της υπερπήδησης της ανισότητας και της ανελευθερίας, ρίχνοντας αναπόδραστα ένα πέπλο άγνοιας πάνω στις πολιτικοοικονομικές σχέσεις που ορίζουν το ηγεμονικό φαινόμενο κατά την μετάβαση σε μία πράγματι αταξική κοινωνία. Αυτή η «άγνοια» αποτέλεσε τον μηχανισμό αλλοίωσης σε μεγάλο ή απόλυτο βαθμό των διακηρυγμένων στόχων όλων των επαναστατών. Όχι. Όλα δεν είναι επανάσταση!
Όλα δεν είναι Μαρξ και/ή Χάμπερμας. Αν και οι δύο με αυτό το άτιμο το «όλα» απασχολήθηκαν. Αυτό το «όλα» είναι που βασανίζει και την ελληνική κοινωνία σήμερα, που δια της διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης «σοκ και δέος» μοιάζει να τα χάνει όλα! Αυτό το «όλα» είναι το αίτιο που παράγει κάθε μορφή πολιτικού, ή οικονομικού, ή ηγεμονικού αυτισμού. Αποτελεί μία διαταραχή επικοινωνιακού χαρακτήρα που παραγνωρίζει την πολιτική οικονομία της στρατηγικής για την επίτευξη συγκεκριμένου στόχου. Ο Γιούργκεν Χάμπερμας έρχεται στην Αθήνα για να μιλήσει ουσιαστικά περί του Γερμανικού Αυτισμού της εποχής μας, που δεν είναι άσχετος από εκείνον που διαμόρφωσε τα πολιτικοοικονομικά στερεότυπα της Ευρώπης και όχι μόνον, από την εποχή του Μαρξ μέχρι σήμερα. Το «κακό» είναι ότι τόσο ο Μαρξ, όσο και ο Χάμπερμας υπήρξαν και είναι στοιχεία αυτού του ηγεμονικού στερεοτύπου, το οποίο στην πραγματικότητα καθορίζει την αντίληψη στις υλικές σχέσεις των ανθρώπων, δηλαδή τον τρόπο που αντιλαμβάνονται την πολιτική και την οικονομία.
Αν αντιληφθούμε αυτό το «κακό», τότε και μόνον τότε θα μπορούσαμε να αντλήσουμε τα μέγιστα οφέλη από τον φιλοσοφικό στοχασμό τόσο του ενός, όσο και του άλλου. Δυστυχώς, τόσο ο Μαρξ, όσο και ο Χάμπερμας είναι προϊόντα του Γερμανικού Αυτισμού. Αυτό αν μπορούσαμε να καταλάβουμε, θα μπορούσαμε να ξεφύγουμε από την δογματική αντίληψη του «τί θα πρέπει να γίνει» για να ολοκληρωθεί ο άνθρωπος ως άτομο (Μαρξ), ή για να ολοκληρωθεί η αστική κοινωνία ως μηχανισμός εναρμονισμού αντιτιθέμενων συμφερόντων (Χάμπερμας).
Δεν αρκεί να συμφωνήσουμε με τον Χάμπερμας πως «η Ελλάδα θυμίζει το τέλος της Βαϊμάρης» και πως «μόνο μία Ευρώπη ενωμένη σε πολιτικό επίπεδο και με επαρκή οικονομική ευρωστία, μπορεί να δαμάσει τον ξέφρενο οικονομικό καπιταλισμό» - όπως επισημαίνει σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» - όπως ακριβώς δεν αρκεί να συμφωνήσουμε πως η ελληνική κρίση εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο της κρίσης της καπιταλιστικής συσσώρευσης κατά τον Μαρξ. Το πρόβλημα δεν είναι αν η πολιτική θα πρέπει να πάρει τα ινία της οικονομίας στην Ευρώπη, ή ποιοι θα ήταν οι σύγχρονοι όροι που θα προκαλούσαν προς μία επαναστατική απόπειρα του μεταμοντέρνου προλεταριάτου στην Ένωση για να αντιμετωπιστεί η εξολοθρευτική επέλαση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Το πρόβλημα είναι πώς θα ξεφύγουμε από τον γερμανικό ιδεαλισμό στην πολιτική και την οικονομία, που αποτελεί την μορφή αυτισμού που διαρκώς διαστρέφει την σχέση απόλυτης ταύτισης πολιτικής – οικονομίας. Μόνον στον βαθμό που πετύχουμε να ταυτίσουμε αναλυτικά την πολιτική με την οικονομία, θα έχουμε πετύχει να αναγνωρίσουμε το ηγεμονικό φαινόμενο που προκαλεί διαστροφή τόσο στην πολιτική όσο και στην οικονομία, αντιστρέφοντας διαρκώς την σχέση του μέσου με τον σκοπό.
Αυτού του είδους η αντιστροφή είναι τούτο που ορίζω απλά ως Γερμανικό Αυτισμό και είναι εκείνη που αναγάγει την λογική των νεκρών ή των αφηρημένων πραγμάτων σε ανώτατο νόμο. Η νομοτέλεια αυτή διαστρέφει τελικά την ίδια την πραγματικότητα με την μορφή της καθημερινότητας, είτε ως αστικός ιδεαλισμός (αστικός εθνικισμός ή ευρωπαϊκός εθνικισμός), είτε ως μαρξιστικός υλισμός. Για να αποφύγουμε την παγίδευσή μας στον Γερμανικό Αυτισμό, δεν έχουμε παρά να σκεφτόμαστε πολιτικά όταν προσεγγίζουμε την εθνική ή διεθνή οικονομία και οικονομικά όταν προσεγγίζουμε την εθνική ή διεθνή πολιτική. Μόνον τότε θα αντιληφθούμε πόσο μεταδοτικός είναι ο Γερμανικός Αυτισμός σε ο, τι μας αφορά προσωπικά, ασχέτως αν είμαστε υποστηρικτές ή πολέμιοι του σύγχρονου γερμανικού ηγεμονισμού στην Ευρώπη. Και μόνον τότε θα έχουμε ελπίδα ανάπτυξης και υποστήριξης μιας εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση, με δημοκρατικά πολιτικά μέσα και όχι κάποιου είδους χούντας, προτείνοντας μία μορφή εναλλακτικής ηγεμονίας με αποκεντρωμένες εξουσίες στην Ευρώπη – όπως έχω ήδη εξηγήσει σε προηγούμενα σημειώματά μου – σε αντίθεση με τη νεογερμανική ηγεμονία που θεμελιώνεται σε πολιτικές αντιπληθωρισμού και λιτότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου