Tου Ρούντι Ρινάλντι*
Στις παραμονές του 1ου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, ας παραθέσουμε ορισμένες σκέψεις με σκοπό να συμβάλουμε στον προβληματισμό που αναπτύσσεται γύρω από τον νέο πολιτικό μας φορέα.
Στις παραμονές του 1ου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, ας παραθέσουμε ορισμένες σκέψεις με σκοπό να συμβάλουμε στον προβληματισμό που αναπτύσσεται γύρω από τον νέο πολιτικό μας φορέα.
1.Πόσο προαγωγικό και ουσιαστικό θα είναι το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί να βγει κάποιο συμπέρασμα από τις μέχρι τώρα προσυνεδριακές διαδικασίες;
Ουσιαστική απάντηση μπορεί να δοθεί μονάχα αφού ολοκληρωθεί το ιδρυτικό Συνέδριο. Όπως είναι γνωστό, υπήρχαν αρκετές ενστάσεις για τη διεξαγωγή του Συνεδρίου, που αφορούσαν δύο θέματα: Πρώτο να είναι συνέδριο ουσίας, δηλαδή να ασχοληθεί με καίρια ζητήματα πολιτικής γραμμής, ανάλυσης και προοπτικής και δεύτερο να μπορούσε να διεξαχθεί μια ουσιαστική συζήτηση σε όλες τις Οργανώσεις Μελών του κόμματος. Δηλαδή, έπρεπε με κάθε τρόπο να αποφευχθεί μια διαδικασία καταγραφής εσωτερικών συσχετισμών, οργανωτικής εσωστρέφειας, ακόμα και...
σκληρής σταυροδοσίας ανάμεσα σε μηχανισμούς.
Αν στις ενστάσεις αυτές προσθέσουμε τα πολιτικά γεγονότα (π.χ. κρίση με ΕΡΤ, αλλαγή κυβέρνησης, νέα μέτρα τρόικας κ.λπ.), το Συνέδριο μπορούσε μόνο οριακά να τροποποιήσει συνήθειες, να προαγάγει την εσωτερική λειτουργία, να προωθήσει μια ζύμωση σε καίρια θέματα και, τέλος, να στείλει ένα σαφές και καθαρό μήνυμα στην κοινωνία.
Επομένως, αν και οι διαδικασίες ήταν ιδιαίτερα στριμωγμένες, αν και λειτούργησαν οι γνωστοί μηχανισμοί και οι σκληρές σταυροδοσίες, αν και η συζήτηση επικεντρώθηκε σε λίγα ζητήματα, κυρίως οργανωτικά, υπάρχει ακόμα περιθώριο το ιδρυτικό Συνέδριο να λειτουργήσει προαγωγικά για το εγχείρημα. Αυτό θα εξαρτηθεί, κυρίως, από το μήνυμα προς την κοινωνία, που πρέπει να είναι σαφές, καθαρό και ελπιδοφόρο και από το μήνυμα προς όλο το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ότι οικοδομούμε ένα κόμμα των μελών, όχι των μηχανισμών, όχι των παραγόντων.
Ουσιαστική απάντηση μπορεί να δοθεί μονάχα αφού ολοκληρωθεί το ιδρυτικό Συνέδριο. Όπως είναι γνωστό, υπήρχαν αρκετές ενστάσεις για τη διεξαγωγή του Συνεδρίου, που αφορούσαν δύο θέματα: Πρώτο να είναι συνέδριο ουσίας, δηλαδή να ασχοληθεί με καίρια ζητήματα πολιτικής γραμμής, ανάλυσης και προοπτικής και δεύτερο να μπορούσε να διεξαχθεί μια ουσιαστική συζήτηση σε όλες τις Οργανώσεις Μελών του κόμματος. Δηλαδή, έπρεπε με κάθε τρόπο να αποφευχθεί μια διαδικασία καταγραφής εσωτερικών συσχετισμών, οργανωτικής εσωστρέφειας, ακόμα και...
σκληρής σταυροδοσίας ανάμεσα σε μηχανισμούς.
Αν στις ενστάσεις αυτές προσθέσουμε τα πολιτικά γεγονότα (π.χ. κρίση με ΕΡΤ, αλλαγή κυβέρνησης, νέα μέτρα τρόικας κ.λπ.), το Συνέδριο μπορούσε μόνο οριακά να τροποποιήσει συνήθειες, να προαγάγει την εσωτερική λειτουργία, να προωθήσει μια ζύμωση σε καίρια θέματα και, τέλος, να στείλει ένα σαφές και καθαρό μήνυμα στην κοινωνία.
Επομένως, αν και οι διαδικασίες ήταν ιδιαίτερα στριμωγμένες, αν και λειτούργησαν οι γνωστοί μηχανισμοί και οι σκληρές σταυροδοσίες, αν και η συζήτηση επικεντρώθηκε σε λίγα ζητήματα, κυρίως οργανωτικά, υπάρχει ακόμα περιθώριο το ιδρυτικό Συνέδριο να λειτουργήσει προαγωγικά για το εγχείρημα. Αυτό θα εξαρτηθεί, κυρίως, από το μήνυμα προς την κοινωνία, που πρέπει να είναι σαφές, καθαρό και ελπιδοφόρο και από το μήνυμα προς όλο το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ότι οικοδομούμε ένα κόμμα των μελών, όχι των μηχανισμών, όχι των παραγόντων.
2.Ποια είναι η κατάσταση πνευμάτων των μελών του ΣΥΡΙΖΑ; Πώς βλέπουν το ίδιο το εγχείρημά τους;
Μέσα στις πολλές πρωτοτυπίες του εγχειρήματος, έχει προκύψει και μια νέα. Το δυσαρεστημένο μέλος. Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ σε όποια τάση, ρεύμα, συνιστώσα κ.λπ., δεν είναι ευχαριστημένα από το φορέα τους. Πιθανώς για διαφορετικούς λόγους το καθένα, αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη κατάσταση. Γι' αυτό απαιτείται μια ερμηνεία. Σε γενικές γραμμές, η άποψη που διαμορφώνω είναι ότι έλειψαν οι συστηματικές πολιτικές για διάφορους τομείς της ζωής του κόμματος και έλειψε η σχεδιασμένη-στοχευόμενη δράση ολόκληρου του κόμματος, στο χρόνο που πέρασε. Αν αναλογιστεί κανείς τον απολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ τη χρονιά που πέρασε, θα δει πως μόνο η «προετοιμασία» του οργανισμού για τη διακυβέρνηση (που έμοιαζε εύκολη υπόθεση) προωθήθηκε και αυτό πιθανά σε βάρος της ανάγκης να δημιουργήσουμε ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου της χώρας. Δεύτερο, μέσα σε 1 χρόνο είχαμε δύο «εσωτερικές διαδικασίες» κεντρικού τύπου (Συνδιάσκεψη και τώρα Συνέδριο) ενώ για την εκλογή νομαρχιακών επιτροπών πάλι ταλανίσθηκε ολόκληρο το κόμμα. Με αυτά και με αυτά, περισσότερο φτιαχνόταν ένας φορέας στις προδιαγραφές του ΣΥΝ παρά ένα νέο κομματικό εγχείρημα. Αυτές οι διαδικασίες οδήγησαν σε μια «νέα ποιότητα», στο «διφυές κόμμα», δηλαδή στην ύπαρξη δύο κομμάτων στη συσκευασία ενός. Γεγονός που μετέφερε ένα διχασμό μέχρι τη βάση. Μετά τα γεγονότα στην Κύπρο μεγάλωσαν οι απαιτήσεις για μια πιο σαφή οραματική προγραμματική δέσμευση απέναντι στη γερμανική Ευρώπη και αυτό δημιούργησε και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ανάγκες για αναδιατάξεις.
Κοντολογίς, ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ νιώθει την πίεση του ερωτήματος της κοινωνίας «τι κάνει, πού είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι προοπτική ανοίγει». Παράλληλα, ζητάει ένα κόμμα με πιο ουσιαστική λειτουργία πέρα από τους μηχανισμούς και τη γραφειοκρατία.
Μέσα στις πολλές πρωτοτυπίες του εγχειρήματος, έχει προκύψει και μια νέα. Το δυσαρεστημένο μέλος. Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ σε όποια τάση, ρεύμα, συνιστώσα κ.λπ., δεν είναι ευχαριστημένα από το φορέα τους. Πιθανώς για διαφορετικούς λόγους το καθένα, αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη κατάσταση. Γι' αυτό απαιτείται μια ερμηνεία. Σε γενικές γραμμές, η άποψη που διαμορφώνω είναι ότι έλειψαν οι συστηματικές πολιτικές για διάφορους τομείς της ζωής του κόμματος και έλειψε η σχεδιασμένη-στοχευόμενη δράση ολόκληρου του κόμματος, στο χρόνο που πέρασε. Αν αναλογιστεί κανείς τον απολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ τη χρονιά που πέρασε, θα δει πως μόνο η «προετοιμασία» του οργανισμού για τη διακυβέρνηση (που έμοιαζε εύκολη υπόθεση) προωθήθηκε και αυτό πιθανά σε βάρος της ανάγκης να δημιουργήσουμε ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου της χώρας. Δεύτερο, μέσα σε 1 χρόνο είχαμε δύο «εσωτερικές διαδικασίες» κεντρικού τύπου (Συνδιάσκεψη και τώρα Συνέδριο) ενώ για την εκλογή νομαρχιακών επιτροπών πάλι ταλανίσθηκε ολόκληρο το κόμμα. Με αυτά και με αυτά, περισσότερο φτιαχνόταν ένας φορέας στις προδιαγραφές του ΣΥΝ παρά ένα νέο κομματικό εγχείρημα. Αυτές οι διαδικασίες οδήγησαν σε μια «νέα ποιότητα», στο «διφυές κόμμα», δηλαδή στην ύπαρξη δύο κομμάτων στη συσκευασία ενός. Γεγονός που μετέφερε ένα διχασμό μέχρι τη βάση. Μετά τα γεγονότα στην Κύπρο μεγάλωσαν οι απαιτήσεις για μια πιο σαφή οραματική προγραμματική δέσμευση απέναντι στη γερμανική Ευρώπη και αυτό δημιούργησε και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ανάγκες για αναδιατάξεις.
Κοντολογίς, ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ νιώθει την πίεση του ερωτήματος της κοινωνίας «τι κάνει, πού είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι προοπτική ανοίγει». Παράλληλα, ζητάει ένα κόμμα με πιο ουσιαστική λειτουργία πέρα από τους μηχανισμούς και τη γραφειοκρατία.
3.Γίνεται αρκετή συζήτηση για τις συνιστώσες. Είναι πράγματι αυτές το μέγα πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ;
Από όσα τονίστηκαν πριν, προκύπτει καθαρά ότι το καίριο πρόβλημα είναι πρόβλημα γραμμής και πολιτικών για την προώθηση της γραμμής. Αν είχε συνειδητοποιηθεί ότι χρειάζεται, ότι είναι απαραίτητο ένα πολιτικό κίνημα διεξόδου και ο φορέας να δοκιμαζόταν στην οικοδόμηση των προϋποθέσεών του, τότε θα είχαμε άλλες ιεραρχήσεις και άλλες επιλογές. Για παράδειγμα, όλοι γνωρίζουν ότι η αποδοχή μιας κατάστασης κόμματος ή κομμάτων μέσα στο κόμμα είναι χειρότερη από όλες τις παθογένειες που μπορεί να είχε το μοντέλο των συνιστωσών. Αυτό, όμως, αν το καλοεξετάσουμε ήταν απότοκο μιας κατάστασης στο εσωτερικό του ΣΥΝ που μεταφυτεύτηκε βίαια στον ΣΥΡΙΖΑ, στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Όταν σε έναν οργανισμό υπάρξει μια κατάσταση «κόμματος μέσα στο κόμμα», σημαίνει ότι υπάρχει σημαντικό πολιτικό πρόβλημα που πρέπει να λυθεί με πολιτικό τρόπο και όχι με κλεφτοπόλεμο και αναμετρήσεις οργανωτικού τύπου. Αυτό ίσως να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή.
Όσον αφορά τις συνιστώσες, είναι φανερό πως έπρεπε να περάσουμε σε ένα άλλο μοντέλο ύπαρξης του κόμματος-φορέα. Όπου το κύριο στοιχείο να ήταν η υποδοχή του νέου κόσμου που ήθελε να συμβάλει στο εγχείρημα, που ήθελε να συμμετάσχει. Αντί, όμως, μιας μεγάλης ανοικτής υποδοχής του νέου δυναμικού κυριάρχησαν οι λογικές των μηχανισμών. Προβάλαμε έγκαιρα την ιδέα της ποσόστωσης 50% λέγοντας ότι περίπου 50% σε όλα τα όργανα, αντιπροσώπους κ.λπ. πρέπει να είναι νέα μέλη που ήρθαν στον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε μετά πολλών επαίνων, όχι μόνο ή τόσο κεντρικά, αλλά και από κάθε τοπική μικρο-εξουσία στελεχών κ.λπ. Δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν μια κίνηση κόμματος-κινήματος και όλα τα μετρούσαν με το μέτρο και τις συνήθειες του ΣΥΝ.
Υπάρχει, επομένως, ένα αίτημα: Υπέρβαση του μοντέλου ενός ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών, οικοδόμηση ενός πραγματικά σύγχρονου αριστερού δημοκρατικού ριζοσπαστικού πολυτασικού πολιτικού οργανισμού, χωρίς κόμματα μέσα στο κόμμα, ένα κόμμα των μελών του. Για να γίνει αυτό πρέπει ο καθένας να κάνει τις απαραίτητες διορθώσεις στο στυλ, στη συμπεριφορά, στον τρόπο ύπαρξης, στην αντίληψη. Αυτή η διαδικασία-προτσές δεν είναι απότοκο αποφάσεων και διαταγμάτων, αλλά ωρίμανσης και προώθησης. Για παράδειγμα, ο μεν ΣΥΝ αυτοδιαλύεται αλλά μας μεταφέρει το «κόμμα μέσα στο κόμμα» χωρίς να έχει λύση γι’ αυτό και αυτό υπονομεύει την ενότητα και τη διαδικασία του ενιαίου κόμματος. Και αντί να μιλάμε γι’ αυτό ώστε να το επιλύσουμε με ουσιαστικό τρόπο, θεωρούμε την ύπαρξη συνιστωσών σαν κεντρικό θέμα. Πρόβλημα δεν είναι γενικά οι συνιστώσες αλλά η αντίληψη που ορισμένες έχουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μαζικός χώρος άσκησης πολιτικής, εισοδισμού, άντλησης μελών και γενικών διευκολύνσεων. Αυτή η αντίληψη δεν επενδύει στο εγχείρημα, αλλά προσπαθεί μόνο να αντλήσει από αυτό.
Υπάρχουν και συνιστώσες οι οποίες έχουν διαφορετική οπτική, χωρίς να εμποδίζουν τη λειτουργία και δημιουργία του ενιαίου φορέα. Επομένως, χρειάζεται η μέγιστη πλαστικότητα και ευλυγισία ώστε το μεν εγχείρημα να περάσει σε νέα φάση αλλά και η ωρίμανση προϋποθέσεων και συμβολών να συνεχιστεί.
Από όσα τονίστηκαν πριν, προκύπτει καθαρά ότι το καίριο πρόβλημα είναι πρόβλημα γραμμής και πολιτικών για την προώθηση της γραμμής. Αν είχε συνειδητοποιηθεί ότι χρειάζεται, ότι είναι απαραίτητο ένα πολιτικό κίνημα διεξόδου και ο φορέας να δοκιμαζόταν στην οικοδόμηση των προϋποθέσεών του, τότε θα είχαμε άλλες ιεραρχήσεις και άλλες επιλογές. Για παράδειγμα, όλοι γνωρίζουν ότι η αποδοχή μιας κατάστασης κόμματος ή κομμάτων μέσα στο κόμμα είναι χειρότερη από όλες τις παθογένειες που μπορεί να είχε το μοντέλο των συνιστωσών. Αυτό, όμως, αν το καλοεξετάσουμε ήταν απότοκο μιας κατάστασης στο εσωτερικό του ΣΥΝ που μεταφυτεύτηκε βίαια στον ΣΥΡΙΖΑ, στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Όταν σε έναν οργανισμό υπάρξει μια κατάσταση «κόμματος μέσα στο κόμμα», σημαίνει ότι υπάρχει σημαντικό πολιτικό πρόβλημα που πρέπει να λυθεί με πολιτικό τρόπο και όχι με κλεφτοπόλεμο και αναμετρήσεις οργανωτικού τύπου. Αυτό ίσως να είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή.
Όσον αφορά τις συνιστώσες, είναι φανερό πως έπρεπε να περάσουμε σε ένα άλλο μοντέλο ύπαρξης του κόμματος-φορέα. Όπου το κύριο στοιχείο να ήταν η υποδοχή του νέου κόσμου που ήθελε να συμβάλει στο εγχείρημα, που ήθελε να συμμετάσχει. Αντί, όμως, μιας μεγάλης ανοικτής υποδοχής του νέου δυναμικού κυριάρχησαν οι λογικές των μηχανισμών. Προβάλαμε έγκαιρα την ιδέα της ποσόστωσης 50% λέγοντας ότι περίπου 50% σε όλα τα όργανα, αντιπροσώπους κ.λπ. πρέπει να είναι νέα μέλη που ήρθαν στον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε μετά πολλών επαίνων, όχι μόνο ή τόσο κεντρικά, αλλά και από κάθε τοπική μικρο-εξουσία στελεχών κ.λπ. Δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν μια κίνηση κόμματος-κινήματος και όλα τα μετρούσαν με το μέτρο και τις συνήθειες του ΣΥΝ.
Υπάρχει, επομένως, ένα αίτημα: Υπέρβαση του μοντέλου ενός ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών, οικοδόμηση ενός πραγματικά σύγχρονου αριστερού δημοκρατικού ριζοσπαστικού πολυτασικού πολιτικού οργανισμού, χωρίς κόμματα μέσα στο κόμμα, ένα κόμμα των μελών του. Για να γίνει αυτό πρέπει ο καθένας να κάνει τις απαραίτητες διορθώσεις στο στυλ, στη συμπεριφορά, στον τρόπο ύπαρξης, στην αντίληψη. Αυτή η διαδικασία-προτσές δεν είναι απότοκο αποφάσεων και διαταγμάτων, αλλά ωρίμανσης και προώθησης. Για παράδειγμα, ο μεν ΣΥΝ αυτοδιαλύεται αλλά μας μεταφέρει το «κόμμα μέσα στο κόμμα» χωρίς να έχει λύση γι’ αυτό και αυτό υπονομεύει την ενότητα και τη διαδικασία του ενιαίου κόμματος. Και αντί να μιλάμε γι’ αυτό ώστε να το επιλύσουμε με ουσιαστικό τρόπο, θεωρούμε την ύπαρξη συνιστωσών σαν κεντρικό θέμα. Πρόβλημα δεν είναι γενικά οι συνιστώσες αλλά η αντίληψη που ορισμένες έχουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μαζικός χώρος άσκησης πολιτικής, εισοδισμού, άντλησης μελών και γενικών διευκολύνσεων. Αυτή η αντίληψη δεν επενδύει στο εγχείρημα, αλλά προσπαθεί μόνο να αντλήσει από αυτό.
Υπάρχουν και συνιστώσες οι οποίες έχουν διαφορετική οπτική, χωρίς να εμποδίζουν τη λειτουργία και δημιουργία του ενιαίου φορέα. Επομένως, χρειάζεται η μέγιστη πλαστικότητα και ευλυγισία ώστε το μεν εγχείρημα να περάσει σε νέα φάση αλλά και η ωρίμανση προϋποθέσεων και συμβολών να συνεχιστεί.
4.Η ΚΟΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Ποια θα είναι η σχέση;
Όπως μπορεί κανείς να διαβάσει στη σχετική ανακοίνωση για το θέμα, η ΚΟΕ προσπαθεί να συμβάλει στην υπέρβαση του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών. Έτσι ορίζει την πολιτική της συμπεριφορά με μια ουσιαστική επένδυση στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ως ενιαίου φορέα. Στο πλαίσιο αυτό θα αναστείλει τη δημόσια παρουσία της, δεν θα έχει ξεχωριστά πανό, αφίσες, συγκεντρώσεις, ανακοινώσεις κ.λπ., αλλά θα ενταχθούν τα μέλη της στον ενιαίο φορέα και θα λειτουργούν σύμφωνα με τις καταστατικές του αρχές. Ο ενιαίος φορέας θα προωθήσει νέα πράγματα στο βαθμό που κατανοηθεί η σημασία του στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Ένα κόμμα δικαιολογεί την ύπαρξή του όταν προωθεί γεγονότα προς όφελος των υποτελών τάξεων που εκπροσωπεί ή όταν εμποδίζει την προώθηση γεγονότων που επιδιώκει η αστική τάξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα, επωμίζεται μεγάλα καθήκοντα και θα κριθεί από το αν θα είναι σε θέση να αποτρέψει την καταστροφή της χώρας και της κοινωνίας και από το αν θα ανατρέψει το καθεστώς της τρόικας και των μνημονίων για να προωθήσει μια μεγάλη μετάβαση σε μια άλλη Ελλάδα σε μια άλλη Ευρώπη. Τα υπόλοιπα είναι περίπου μικροεπεισόδια εσωτερικής χρήσης χωρίς ιδιαίτερη σημασία για την κοινωνία, το λαό και τον τόπο.
Όπως μπορεί κανείς να διαβάσει στη σχετική ανακοίνωση για το θέμα, η ΚΟΕ προσπαθεί να συμβάλει στην υπέρβαση του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών. Έτσι ορίζει την πολιτική της συμπεριφορά με μια ουσιαστική επένδυση στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ως ενιαίου φορέα. Στο πλαίσιο αυτό θα αναστείλει τη δημόσια παρουσία της, δεν θα έχει ξεχωριστά πανό, αφίσες, συγκεντρώσεις, ανακοινώσεις κ.λπ., αλλά θα ενταχθούν τα μέλη της στον ενιαίο φορέα και θα λειτουργούν σύμφωνα με τις καταστατικές του αρχές. Ο ενιαίος φορέας θα προωθήσει νέα πράγματα στο βαθμό που κατανοηθεί η σημασία του στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Ένα κόμμα δικαιολογεί την ύπαρξή του όταν προωθεί γεγονότα προς όφελος των υποτελών τάξεων που εκπροσωπεί ή όταν εμποδίζει την προώθηση γεγονότων που επιδιώκει η αστική τάξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα, επωμίζεται μεγάλα καθήκοντα και θα κριθεί από το αν θα είναι σε θέση να αποτρέψει την καταστροφή της χώρας και της κοινωνίας και από το αν θα ανατρέψει το καθεστώς της τρόικας και των μνημονίων για να προωθήσει μια μεγάλη μετάβαση σε μια άλλη Ελλάδα σε μια άλλη Ευρώπη. Τα υπόλοιπα είναι περίπου μικροεπεισόδια εσωτερικής χρήσης χωρίς ιδιαίτερη σημασία για την κοινωνία, το λαό και τον τόπο.
* Ο Ρούντι Ρινάλντι είναι μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
"dromos"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου