Επαναλαμβανόμενα λάθη και αστοχίες έχουν λειτουργήσει καταλυτικά για το κύρος των δημοσκοπήσεων τον τελευταίο καιρό...
Μία από τις πιο ιστορικές εκλογικές αναμετρήσεις στις ...
Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αυτές του Νοεμβρίου του 1948. Τότε την εξουσία διεκδικούσαν ο Thomas Dewey για τους Ρεπουμπλικάνους και ο Harry Truman για τους Δημοκρατικούς. Οι εφημερίδες και τα μεγάλα έντυπα της εποχής, υιοθετώντας τυφλά τις δημοσκοπήσεις, μιλούσαν για καθαρή νίκη του Dewey. Όμως, η κάλπη έκρυβε εκπλήξεις και την ημέρα των εκλογών τα πρώτα αποτελέσματα έδειχναν επικράτηση του Truman.
Όσο εξελισσόταν η βραδιά, βάσει και πάλι των στοιχείων των δημοσκοπήσεων, εξακολουθούσε να αμφισβητείται η πρωτιά του Truman, με αποκορύφωμα το πρωτοσέλιδο της "Chicago Daily Tribune", η οποία στην πρώτη της έκδοση κυκλοφόρησε με τίτλο "Dewey Defeats Truman". Όταν αντιλήφθηκαν ότι ο Truman θα κέρδιζε οριστικά, άλλαξαν αμέσως τον τίτλο, με την εφημερίδα να επικαλείται τα «στοιχεία των δημοσκοπήσεων» για να δικαιολογηθεί στο αναγνωστικό της κοινό. Προκειμένου να εκδικηθεί τις δημοσκοπήσεις, ο νέος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Harry Truman, όταν ανέβηκε στο τρένο που θα τον οδηγούσε από το Σεντ Λούις στην Ουάσινγκτον, κρατούσε απέναντι από τους φωτογράφους ένα από τα λανθασμένα εξώφυλλα της "Chicago Daily Tribune". Έτσι, αυτή η φωτογραφία του Τρούμαν με το εξώφυλλο της ήττας του έμελλε να γίνει άγαλμα στη Rapid City, μένοντας στην ιστορία ως το πιο ισχυρό αποδεικτικό στοιχείο της «αξιοπιστίας» των δημοσκοπήσεων.
Κάπως έτσι, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα εκλογικών αναμετρήσεων, και στη χώρα μας, για τα οποία υπήρχαν «νικητές των δημοσκοπήσεων» και «κερδισμένοι των εκλογών», όπως το 2000, ενώ ακόμα και στις τελευταίες εκλογές παρατηρήθηκαν κραυγαλέες διαφορές σε σχέση με τα εκλογικά αποτελέσματα. Αναμφίβολα, οι δημοσκοπήσεις έχουν κυρίαρχο ρόλο στο πολιτικό μας σύστημα. Όμως τα επαναλαμβανόμενα λάθη και οι αστοχίες έχουν λειτουργήσει καταλυτικά για το κύρος τους και οι απορίες αυξάνονται με γρήγορο ρυθμό. Μιλάμε για απλά εργαλεία καταγραφής της κοινής γνώμης ή για μέσα χειραγώγησης της κοινωνίας, επιρροής στα επικείμενα εκλογικά ποσοστά αλλά και για κατευθυνόμενα αποτελέσματα που ικανοποιούν το εκάστοτε πολιτικό κόμμα ή μέσο ενημέρωσης που τις παραγγέλνει; Γιώργος Κοντογιώργης.
Θέτω τους συγκεκριμένους προβληματισμούς στον πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου και καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης, Γιώργο Κοντογιώργη. «Όπως όλα, έτσι και οι δημοσκοπήσεις είναι εναρμονισμένες με το πολιτικό σύστημα. Αν αυτό διαθέτει μια υψηλή δυναμική χειραγώγησης –γι' αυτό και πολλές φορές χρησιμοποιώ τον όρο "κομματοκρατία", σημαίνει ότι θα προσπαθήσει να εναρμονίσει όλα τα δημόσια και θεσμικά όργανα λειτουργίας προς το δικό του κλίμα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι δημοσκοπήσεις δεν υπαγορεύονται απλώς από μια τρίτη δύναμη ή από τη λογική της περιέργειας, αλλά παραγγέλνονται. Επομένως, η παραγγελία από τις πολιτικές δυνάμεις και τα ΜΜΕ συνεπάγεται ταυτόχρονα και την αυτονόητη κατεύθυνση των ερωτημάτων. Ανεξαρτήτως τού αν βάζουν, έτσι κι αλλιώς, λίγο το χέρι τους για να βγάλουν τα αποτελέσματα που επιθυμούν, με τις ίδιες τις ερωτήσεις κατευθύνουν τη σκέψη του ερωτώμενου σε απαντήσεις που επιδιώκει το σύστημα εξουσίας. Γι' αυτό και δεν θα δούμε ποτέ να ερωτώνται οι πολίτες αν θέλουν ένα άλλο πολιτικό σύστημα, που να μην είναι ένα σύστημα της κυριαρχίας των πολιτικών κομμάτων και της εναλλαγής αυτών, καθώς και αν θέλουν μια άλλου τύπου συμμετοχή ή έλεγχο αυτού του συστήματος από την κοινωνία. Άρα, μήπως να τους ρωτούσαμε, αν θέλουν να μην είναι ιδιωτική κοινωνία και άθροισμα ανθρώπων που ο καθένας λειτουργεί την ατομικότητά του με τον τρόπο της ιδιώτευσης, ώστε να γίνει εταίρος της πολιτείας; Φυσικά, εμείς θα διαβάσουμε ερωτήματα όπως το αν μας αρέσει ο ένας ή ο άλλος, αν έχει πιο ωραία μάτια ή ποιος είναι ο καλύτερος και δεν είναι τυχαίο ότι στην κορυφή των δημοσκοπήσεων πάντα βρίσκονται εκείνοι που αναλαμβάνουν τις λιγότερες ευθύνες», απαντά ο κ. Κοντογιώργης.
Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να φτάσουμε και σε απόλυτη διαστροφή της πραγματικότητας. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι βέβαια το εργαλείο, αλλά οι προθέσεις όσων το χρησιμοποιούν. Άλλωστε, χειραγώγηση της κοινής γνώμης δεν επιχειρείται μόνο μέσω των δημοσκοπήσεων αλλά κυρίως μέσω του τρόπου που τα ΜΜΕ πλαισιώνουν και στη συνέχεια "αφηγούνται" την πραγματικότητα.
Τι προσπαθούν να πετύχουν οι δημοσκοπήσεις, θέτοντας συγκεκριμένες ερωτήσεις, που ταυτόχρονα είναι διφορούμενες; «Καθοδηγούν τα μυαλά των ανθρώπων, ώστε να μη σκέφτονται. Δείτε, για παράδειγμα, το θέμα της αποχής. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, το οποίο στις μετρήσεις έχει κουκουλωθεί σκοπίμως. Κανείς δεν ρώτησε τι είναι αυτό που τη δημιουργεί και γιατί δεν θέλει να πάει κάποιος να ψηφίσει. Το ίδιο θα αντικρίσουμε και σε άλλες περιπτώσεις, όπως στο ερώτημα που είδα πρόσφατα: "θα φεύγατε από την Ελλάδα;". Στη δημοσκόπηση οι ερωτώμενοι είχαν απαντήσει ότι σε ποσοστό 67% θα επέλεγαν να φύγουν από την Ελλάδα. Αυτό το νούμερο, αν παρουσιαζόταν σε μια άλλη χώρα, θα είχε προκαλέσει σεισμό. Εδώ το καλύψαμε και δεν είχαν καν την ευθιξία να ρωτήσουν ή να αναλύσουν το "γιατί", παρά η απάντηση που έδιναν ήταν ότι δεν βρίσκουν εργασία στη χώρα μας. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν αισθάνονται φιλική την Ελλάδα προς αυτούς αλλά εχθρική, καθώς και ότι είναι υπό διωγμό. Άρα, η έννοια της χειραγώγησης έχει πολλά επίπεδα και αφορά τη λογική του αυτονόητου, της υπαγόρευσης με λίγο αλατοπίπερο για την απαραίτητη προσομοίωση στο σκοπούμενο, καθώς και την αρχή της ενιαίας σκέψης που σου υπενθυμίζει συνεχώς ότι αυτό το πολιτικό σύστημα έχουμε, είτε σας αρέσει είτε όχι. Μια εταιρεία δημοσκοπήσεων, αν είχε την ανάλογη ανεξαρτησία, θα έπρεπε να θέτει ερωτήματα που ακουμπούν την απέναντι πλευρά και τα ερωτήματα να μην είναι καθεστωτικά. Σκεφτείτε ότι πολλές φορές ακούμε να λένε οι πολιτικοί μας με υψηλή ολιγαρχική περιφρόνηση ότι δεν κυβερνούν με βάση τις δημοσκοπήσεις και ταυτόχρονα το μόνο στοιχείο που διαπιστώνουμε σε όλες τις μετρήσεις είναι ότι σε καμία δεν υπάρχει συμφωνία της κοινωνικής βούλησης με τις πολιτικές της εκάστοτε κυβέρνησης, παρά μια πλήρης ανακολουθία. Θα δείτε τους πολίτες να επιλέγουν τη νέα ελπίδα, παρόλο που στη συνέχεια απαντούν ότι τελικά αυτή θα τους προδώσει. Αναντίρρητα, είναι ένας μοχλός μιας αυστηρής ολιγαρχίας με εξουσιαστικό πρόσημο και τα υπόλοιπα είναι παραμύθια για να κοιμίζουν τα μυαλά των ανθρώπων και να τους εκφοβίζουν με διλήμματα του τύπου: "κοινοβουλευτισμός ή δικτατορία"» καταλήγει ο κ. Κοντογιώργης.
Αναμφίβολα, οι δημοσκοπήσεις αποτελούν ένα πολύτιμο εργαλείο για την καταγραφή ρευμάτων που διαμορφώνονται στην κοινωνία. Για να είναι, όμως, επωφελής η χρήση τους, υφίσταται μια σειρά από προϋποθέσεις» επισημαίνει ο κ. Σεραφείμ Σεφεριάδης, αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Life Member στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ. Τον ρωτώ ποιες είναι αυτές.
«Τρεις είναι, κατά τη γνώμη μου, οι πιο βασικές. Η πρώτη και πιο σημαντική συνίσταται στο γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις δεν είναι και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως υποκατάστατα θεσμών για την επίσημη καταγραφή της άποψης των πολιτών. Τείνουμε να στηριζόμαστε τόσο πολύ στις δημοσκοπήσεις ακριβώς διότι βιώνουμε μια κραυγαλέα κρίση εκπροσώπησης – τόσο με την έννοια ότι οι πολίτες έχουν πολύ λιγότερες ευκαιρίες να διατυπώνουν τη γνώμη τους απ' όσο θα έπρεπε (είναι πλέον περίπου παγιωμένη μια λογική πληρεξουσιότητας στη λειτουργία του πολιτικού προσωπικού), όσο και με την έννοια ότι άλλα ψηφίζουν οι πολίτες και άλλα εφαρμόζονται. Φυσικό είναι στις συνθήκες αυτές να αναζητείται εναγώνια, αλλά και υποβολιμαία, η εκ των υστέρων νομιμοποίηση παράτυπων πολιτικών πρακτικών μέσω των δημοσκοπήσεων – και εκεί ανακύπτει και το πρόβλημα της επικοινωνιακής χειραγώγησης της κοινής γνώμης, προκειμένου να αναδειχθούν ειδικές και μόνον όψεις των προβλημάτων. Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να φτάσουμε και σε απόλυτη διαστροφή της πραγματικότητας. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι βέβαια το εργαλείο, αλλά οι προθέσεις όσων το χρησιμοποιούν. Άλλωστε, χειραγώγηση της κοινής γνώμης δεν επιχειρείται μόνο μέσω των δημοσκοπήσεων αλλά κυρίως μέσω του τρόπου που τα ΜΜΕ πλαισιώνουν και στη συνέχεια "αφηγούνται" την πραγματικότητα» λέει ο κ. Σεφεριάδης. Τι χρειάζεται να γίνει για να αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο πρόβλημα; «Ένας γενικός εκδημοκρατισμός στο τοπίο αυτό. Διαφάνεια στον τρόπο που παρουσιάζονται τα γεγονότα, περισσότερος έλεγχος και περισσότερη λογοδοσία. Οι υποβολιμαίες δημοσκοπήσεις είναι, με άλλα λόγια, το σύμπτωμα μιας γενικότερης παθογένειας, δεν είναι η αιτία του – άρα, εκεί, στο εν πολλοίς αδιαφανές τοπίο της ενημέρωσης είναι που πρέπει κυρίως να στρέψουμε την προσοχή μας. Η παραθεσμική γιγάντωση των ΜΜΕ αποτελεί, άλλωστε, συστατικό στοιχείο της δημοκρατικής συρρίκνωσης των τελευταίων χρόνων», υποστηρίζει και τον ρωτώ ποιες είναι οι άλλες δύο προϋποθέσεις. «Είναι αυτές που αφορούν τις δημοσκοπήσεις πιο άμεσα. Πρέπει, καταρχάς, να σχεδιάζονται με τρόπο που δεν θα αποκλείει τεχνητά όψεις των προβλημάτων που εξετάζονται, είτε μέσω του ευθύ αποκλεισμού σημαντικών ερωτήσεων είτε μέσω της αποτύπωσης "μερικών", μισών αληθειών, που κατά κανόνα παραπλανούν και συσκοτίζουν, αντί να φωτίζουν.
Πρόκειται για πρόκληση που, αν καταφέρναμε να υπερβούμε τις πολιτικές ιδιοτέλειες που ανέφερα προηγουμένως, είναι σε μεγάλο βαθμό τεχνικής υφής. Στον τομέα αυτό υπάρχει, πιστεύω, επάρκεια που, σε συνδυασμό με νέους, εύρωστους θεσμούς πολιτικής λογοδοσίας, θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα τοπίο όπου οι δημοσκοπήσεις θα έπαιζαν έναν επωφελή ρόλο.
Συναφώς τεχνικής υφής είναι και η τελευταία προϋπόθεση που θα ήθελα να επισημάνω, ότι είναι σαφές πως δημοσκοπήσεις δεν μπορεί να κάνει ο καθένας, συνεπώς απαιτείται η θέσπιση σοβαρών διαδικασιών πιστοποίησης και ελέγχου της επιστημονικής επάρκειας των φορέων που τις αναλαμβάνουν. Ακριβώς λόγω του μεγάλου ρόλου που, όπως είπα, κακώς διαδραματίζουν στις σημερινές συνθήκες, δεν πρέπει να αφήσουμε τις δημοσκοπήσεις να καταντήσουν ένα απλό εμπόρευμα (όπως ούτε και η ενημέρωση, συνολικά, πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα). Όλα αυτά τα όντως δύσκολα ζητήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν με έναν και μόνο τρόπο, μέσω της δημοκρατικής εμβάθυνσης. Οι δημοσκοπήσεις, όπως και η ενημέρωση συνολικότερα, έχουν εξελιχθεί στις μέρες μας σε ένα "μαύρο κουτί", όπως λέμε στην πολιτική επιστήμη, που, ενώ τα αποτελέσματα των διεργασιών που συντελούνται στο εσωτερικό του επηρεάζουν τη ζωή μας καταλυτικά, η υφή και η ιδιοσυστασία του γίνονται όλο και πιο απρόσιτες. Χρειάζονται πάραυτα θεσμοί, ώστε η κατάσταση αυτή να αναταχθεί», εξηγεί.
Πριν από λίγες μέρες είδε το φως της δημοσιότητας ακόμη και μια δημοσκόπηση που παρέθετε ποσοστά για την προέλευση των προσφύγων ή για τη χώρα στην οποία θέλουν να καταφύγουν. Με τη μυρωδιά των εκλογών να αιωρείται πάνω από τη χώρα μας, είναι σίγουρο ότι οι δημοσκοπήσεις θα συνεχίσουν να μας απασχολούν και να κινούνται στην ίδια λογική. Οι κανόνες ακόμη αναμένονται, το πλαίσιο στο οποίο θα διεξάγονται ακόμη περισσότερο, και το ζήτημα που ανακύπτει σαφέστατα είναι να μην καταλήξουμε σε αυτό που έλεγε ένας κορυφαίος Αμερικανός λογογράφος, ο Ρόμπερτ Όρμπεν: «Έχετε κι εσείς την εντύπωση ότι ο μόνος λόγος που γίνονται εκλογές είναι για να διαπιστωθεί αν οι δημοσκοπήσεις είναι σωστές;».
Πρόκειται για πρόκληση που, αν καταφέρναμε να υπερβούμε τις πολιτικές ιδιοτέλειες που ανέφερα προηγουμένως, είναι σε μεγάλο βαθμό τεχνικής υφής. Στον τομέα αυτό υπάρχει, πιστεύω, επάρκεια που, σε συνδυασμό με νέους, εύρωστους θεσμούς πολιτικής λογοδοσίας, θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα τοπίο όπου οι δημοσκοπήσεις θα έπαιζαν έναν επωφελή ρόλο.
Συναφώς τεχνικής υφής είναι και η τελευταία προϋπόθεση που θα ήθελα να επισημάνω, ότι είναι σαφές πως δημοσκοπήσεις δεν μπορεί να κάνει ο καθένας, συνεπώς απαιτείται η θέσπιση σοβαρών διαδικασιών πιστοποίησης και ελέγχου της επιστημονικής επάρκειας των φορέων που τις αναλαμβάνουν. Ακριβώς λόγω του μεγάλου ρόλου που, όπως είπα, κακώς διαδραματίζουν στις σημερινές συνθήκες, δεν πρέπει να αφήσουμε τις δημοσκοπήσεις να καταντήσουν ένα απλό εμπόρευμα (όπως ούτε και η ενημέρωση, συνολικά, πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα). Όλα αυτά τα όντως δύσκολα ζητήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν με έναν και μόνο τρόπο, μέσω της δημοκρατικής εμβάθυνσης. Οι δημοσκοπήσεις, όπως και η ενημέρωση συνολικότερα, έχουν εξελιχθεί στις μέρες μας σε ένα "μαύρο κουτί", όπως λέμε στην πολιτική επιστήμη, που, ενώ τα αποτελέσματα των διεργασιών που συντελούνται στο εσωτερικό του επηρεάζουν τη ζωή μας καταλυτικά, η υφή και η ιδιοσυστασία του γίνονται όλο και πιο απρόσιτες. Χρειάζονται πάραυτα θεσμοί, ώστε η κατάσταση αυτή να αναταχθεί», εξηγεί.
Πριν από λίγες μέρες είδε το φως της δημοσιότητας ακόμη και μια δημοσκόπηση που παρέθετε ποσοστά για την προέλευση των προσφύγων ή για τη χώρα στην οποία θέλουν να καταφύγουν. Με τη μυρωδιά των εκλογών να αιωρείται πάνω από τη χώρα μας, είναι σίγουρο ότι οι δημοσκοπήσεις θα συνεχίσουν να μας απασχολούν και να κινούνται στην ίδια λογική. Οι κανόνες ακόμη αναμένονται, το πλαίσιο στο οποίο θα διεξάγονται ακόμη περισσότερο, και το ζήτημα που ανακύπτει σαφέστατα είναι να μην καταλήξουμε σε αυτό που έλεγε ένας κορυφαίος Αμερικανός λογογράφος, ο Ρόμπερτ Όρμπεν: «Έχετε κι εσείς την εντύπωση ότι ο μόνος λόγος που γίνονται εκλογές είναι για να διαπιστωθεί αν οι δημοσκοπήσεις είναι σωστές;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου