Το σωματείο των δημοσιογράφων διέγραψε τον Άρη Πορτοσάλτε και το Σταμάτη Μαλέλλη και επέπληξε την Όλγα Τρέμη, τη Μαρία Σαράφογλου και τη Μαρία Χούκλη για τη στάση τους στο δημοψήφισμα. Έκανε σωστά ή λάθος;
Του Κώστα Βαξεβάνη
Το διαδίκτυο δείχνει διχασμένο ανάμεσα στην εκδικητική διάθεση των πολιτών που έχουν ταλαιπωρηθεί από την προσβλητική για τη νοημοσύνη στάση των δημοσιογράφων (μέσα από δημόσιες συχνότητες να θυμίσω) και αυτούς που υπερασπίζουν το δικαίωμα κάθε δημοσιογράφου να λέει ό,τι θέλει.
Θέλω να διευκρινίσω κατ αρχήν, πως αν υπήρχε και λειτουργούσε η ΕΣΗΕΑ, δεν θα χρειαζόταν καμιά διαγραφή. Αν τα σωματεία των δημοσιογράφων μέσα από τη λειτουργία τους εξασφάλιζαν τους κανόνες, όχι απλά διατυπωμένους σε χαρτί αλλά ως κανόνες της καθημερινότητας της δημοσιογραφίας, η δημοσιογραφία θα ήταν ζωντανή. Το ίδιο και η ΕΣΗΕΑ.
Τα δημοσιογραφικά όργανα, τα οποία έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο παρακμής που μοναδική τους λειτουργία είναι να εκλέξουν Πρόεδρο (και πάλι δεν τα καταφέρνουν) καταπίνουν επί δεκαετίες καμήλους και ξαφνικά τους έκατσε στο λαιμό η Τρέμη. Δεν εννοώ αδικαιολόγητα. Αλλά αν η ΕΣΗΕΑ λειτουργούσε δεν θα χρειαζόταν να υπάρξει αυτή η ακραία κατάσταση στην οποία ξαφνικά καλείται να ισορροπήσει η δημοσιογραφία.
Ο Μαλέλλης πριν προπαγανδίσει για το δημοψήφισμα, καθιέρωσε τον κιτρινισμό στη δημοσιογραφία. Όσοι έχουν δουλέψει μαζί του θυμούνται το γνωστό “μην αφήνετε την αλήθεια να σας χαλάσει μια καλή ιστορία”. Ο Πορτοσάλτε δεν προσέβαλε τη δημοσιογραφική δεοντολογία προπαγανδίζοντας το ΝΑΙ, αλλά την κακοποίησε επί μακρόν παρουσιάζοντας την άποψή του και τις απαιτήσεις του Αλαφούζου ως δεδομένα ρεπορτάζ. Αυτοί και άλλοι πολλοί δημιουργήθηκαν με τον τρόπο που δημιουργήθηκαν, στο κενό που άφηνε ο ελλειπής δημοσιογραφικός έλεγχος από τα επίσημα όργανα.
Η ΕΣΗΕΑ επέτρεψε και προήγαγε τον εκμαυλισμό των δημοσιογράφων, βαφτίζοντας τις αργομισθίες στο Δημόσιο συμπλήρωμα του εισοδήματος. Η ΕΣΗΕΑ επέτρεψε να ανδρωθούν παθογενή ΜΜΕ, δανεισμένα με θαλασσοδάνεια, μόνο και μόνο γιατί πρόσκαιρα κάποιοι κονομούσαν. Η ΕΣΗΕΑ δεν έδειξε στον κλάδο το φρένο της αξιοπρέπειας όταν κάποιοι πατούσαν με φρενίτιδα το γκάζι της συνδιαλλαγής. Η ΕΣΗΕΑ άφησε τους υγιείς δημοσιογράφους βορά στις επιθέσεις και στις προσπάθειες εξόντωσης.
Το 2016, η συκοφαντική δυσφήμηση είναι ακόμη ποινικό αδίκημα και μάλιστα αυτόφωρο. Οποιοσδήποτε μπορεί να μηνύσει δημοσιογράφο άδικα και η αστυνομία οφείλει να τον συλλάβει και να τον οδηγήσει με χειροπέδες στα κρατητήρια. Οποιοσδήποτε λεφτάς μπορεί να μηνύσει 50 φορές δημοσιογράφο και να τον εξοντώσει οικονομικά. Η δημοσιογραφία έχει πλέον ποινικοποιηθεί και δημοσιογράφοι σέρνονται στις δικαστικές αίθουσες γιατί εκφράζουν άποψη. Πολλές φορές μάλιστα καταδικάζονται, γιατί η παντελής απουσία της ΕΣΗΕΑ, έχει μεταστρέψει την αντίληψη για το ποια είναι τα δικαιώματα και η δουλειά των δημοσιογράφων σε μια συντηρητική δικαστική κρίση.
Το 2016, η μεγάλη μάζα των δημοσιογράφων που είναι όσοι δουλεύουν στο διαδύκτιο, είναι ανασφάλιστοι και η ΕΣΗΕΑ δεν έχει κάνει τον κόπο να ζητήσει από τις κυβερνήσεις να αλλάξουν το νόμο και να έχουν δικαίωμα ασφάλισης στο ΤΣΠΕΑΘ παρότι τα ταμεία πάνε κατά διαόλου
Η διαπλοκή έχει αγκαλιάσει το δημοσιογραφικό επάγγελμα, όχι γιατί όλοι οι δημοσιογράφοι είναι διαπλεκόμενοι, αλλά γιατί ο εκμαυλισμός και η αντίληψη “δεν μιλάω”, έχουν κυριαρχήσει στα κενά που άφησε η απαίτηση (ναι ακόμη και με την απειλή των διαγραφών) για δημοσιογραφία.
Η Ελλάδα δεν θα ήταν στην κατάσταση που είναι (ούτε η δημοσιογραφία), αν οι δημοσιογράφοι έκαναν τη δουλειά τους με επίβλεψη και κανόνες ελέγχου από την ΕΣΗΕΑ.
Και πάμε τώρα στην ουσία. Έχω γράψει πολλές φορές πως δεν υπάρχει αντικειμενικότητα. Η αντικειμενικότητα είναι ο βαθμός της ευπρέπειας του υποκειμενισμού μας. Όλοι οι άνθρωποι και φυσικά οι δημοσιογράφοι, κουβαλούν αντιλήψεις, πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις, αγκυλώσεις και υπερβολές. Αυτά δεν βγαίνουν σαν πουκάμισο για να παίξουμε το ρόλο του δημοσιογράφου.
Ο δημοσιογράφος πρέπει να λέει την άποψή του. Αλλοίμονο αν δεν είχε άποψη αυτός που βρίσκεται μέσα στις εξελίξεις. Είναι ή βλάκας ή υποκριτής. Αυτή η πεπεφρασμένη άποψη είναι και στοιχείο ελευθερίας και Δημοκρατίας. Η αποστειρωμένη δημοσιογραφία των δήθεν ισορροπιών βολεύει αυτόν που έχει άδικο και τον ισχυρό. Η δημοσιογραφία δεν κρατά ίσες αποστάσεις, αλλά εφάπτεται της αλήθειας που παρουσιάζουν τα στοιχεία.
Άρα η αντικειμενικότητα είναι ένας νεκρός που συνηθίζουμε να προσκυνάμε σε μαυσωλείο. Το ερώτημα είναι αν ο δημοσιογράφος είναι έγκυρος. Αν δηλαδή έχει την τιμιότητα όταν διατυπώνει άποψη να διευκρινίζει πως αυτή είναι η άποψή του και όχι τα στοιχεία και τα δεδομένα του ρεπορτάζ.
Οι δημοσιογράφοι που οδηγήθηκαν στο πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ, δεν διατύπωναν άποψη αλλά προσπαθούσαν να εμφανίσουν τα λεγόμενά τους ως στοιχεία της πραγματικότητας του ρεπορτάζ. Όταν η Τρέμη λέει πως “δεν βρήκαμε κάποιον να είναι υπερ του ΟΧΙ”, ή όταν η Σαράφογλου υποστηρίζει πως “δεν φταίμε εμείς που οι κοινωνικές ομάδες είναι υπέρ του ΝΑΙ” ενώ το κανάλι έχει επιλέξει τις “κοινωνικές ομάδες” που θα βγάλει ώστε να αβαντάρει το ΝΑΙ, τότε δεν μιλάμε για άποψη, αλλά για συνειδητή ψευδή παρουσίαση στοιχείων. Όταν ο Πορτοσάλτε κινδυνολογεί πως θα καταστραφεί η χώρα αν επικρατήσει το ΟΧΙ είναι μια άποψη. Όταν όμως συστηματικά το κανάλι του και το ραδιόφωνο που δευθύνει επιμελώς παρουσιάζουν μόνο αυτές τις απόψεις δημιουργώντας την πεποίθηση μιας αδιαμφισβήτητης πραγματικότητας, τότε είναι προπαγάνδα.
Καλά έκανε ο καθένας από αυτούς και είπε την άποψή του. Έκανε κακά όμως να εμφανίσει αυτή την άποψη ως ρεπορτάζ και μοναδική πραγματικότητα. Το σημαντικότερο είναι πως το έκανε συστηματικά κανιβαλίζοντας κάθε άλλη θέση. Αυτό διαφοροποιεί τη δημοσιογραφική θέση από την προπαγάνδα.
Έκανε καλά που τους διέγραψε η ΕΣΗΕΑ; Είναι αδιάφορο. Δεν έχει καμιά πρακτική σημασία, δεν θα κάνει καλύτερη τη δημοσιογραφία, δεν λειτουργεί παραδειγματικά για κανέναν. Γιατί κανένας δεν παραδειγματίζεται πια από την ΕΣΗΕΑ και,ακόμη χειρότερο, κανένας δεν την υπολογίζει. Αυτοαναιρέθηκε, αυτοκυρώθηκε, κατάντησε γραφική θεωρώντας πως συνδικαλισμός είναι η εξαγγελία απεργιών ή η διαμάχη για την προεδρική καρέκλα. Άφησε έτσι να καθιερωθεί στη συνείδηση του κόσμου πως μοιραία ο δημοσιογράφος είναι εκφραστής της διαπλοκής ή μιας κάποιας διαπλοκής.
Ο πρώτος που κρίνει τον δημοσιογράφο είναι το κοινό του. Στην κοινωνία λοιπόν θα κριθούν και οι προπαγανδιστές, και τα γιουσουφάκια και οι εκμαυλισμένοι και οι μαχητές και τίμιοι. Αν υπήρχαν πραγματικά όργανα της δημοσιογραφίας και των δημοσιογράφων, η απολογία των σαλταδόρων και των Πορτοσαλταδόρων της διαπλοκής θα είχε νόημα. Θα ήταν και παιδευτική. Τώρα το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να δημιουργήσει σύγχυση και να υπάρξουν αφελείς που πιστεύουν πως ο Άρης του Αλαφούζου είναι ο Άρης του αντάρτικου της δημοσιογραφίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου