Μακρυγιάννη, Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Αποστόλου Παύλου, Θησείο, Μοναστηράκι, Καπνικαρέα, Ερμού. Αυτή είναι μια από τις ωραιότερες διαδρομές στην πρωτεύουσα είτε είναι καλοκαίρι είτε χειμώνας είτε πρωί είτε βράδυ είτε κάποιος ζει στην Αθήνα είτε είναι απλός επισκέπτης.
Σπύρος Οικόπουλος
Φωτογραφίες: Γιώργος Στεργιόπουλος/Eurokinissi
Η Αθήνα είναι ζωντανή πόλη όλη την ημέρα κι αυτοί που της δίνουν τη δική τους ξεχωριστή πινελιά είναι οι μουσικοί του δρόμου. Ξεκινήσαμε τη διαδρομή αργά το απόγευμα, ακούσαμε απίστευτες μουσικές και μιλήσαμε με τους μουσικούς. Ο καθένας είχε το στιλ του, την ιστορία του και φυσικά το κοινό του.
Στον σταθμό Ακρόπολη του μετρό συναντήσαμε τον Δημήτρη με την κιθάρα του, Μήτσο για τους γνωστούς και τους φίλους, έναν από τους πιο παλιούς μουσικούς του δρόμου. «Το νταλαβέρι στον δρόμο είναι ένα και μοναδικό. Τι μπορώ να σου δώσω εγώ από την ψυχή και τι να μου δώσεις εσύ από τη δική σου είτε σε δω ένα δευτερόλεπτο είτε κάτσεις και ακούσεις ένα τραγούδι. Ο δρόμος είναι η ψυχή του καθενός και το μέρος που την εμφανίζει στον άλλο».
Ρωτήσαμε τον Μήτσο για το νομικό πλαίσιο που ισχύει για τους μουσικούς. «Οι μουσικοί του δρόμου πλέον είναι νόμιμοι με κυβερνητική απόφαση και ο Πανελλήνιος Μουσικός Σύλλογος έχει ενημερώσει το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Δεν είμαστε επαίτες και κακώς κάποιοι μας είχαν κρίνει έτσι. Οπως εσύ μπορείς να κάτσεις με την κοπέλα σου και μια κιθάρα σε ένα παγκάκι και να τραγουδάτε, το ίδιο κάνουμε κι εμείς. Δεν ζητάμε ποτέ και τίποτα από κανέναν. Υπάρχουν βέβαια περιοχές στην Ελλάδα όπου συμβαίνουν διάφορες εκβιαστικές καταστάσεις, αλλά θέλουμε να πιστεύουμε ότι αυτό θα σταματήσει σύντομα».
Πριν από την κυβερνητική απόφαση οι μουσικοί μπορούσαν να πάρουν άδεια για συγκεκριμένα πόστα από τις δημοτικές αρχές. Για να συμβεί κάτι τέτοιο έπρεπε να προσκομίσουν αναγνωρισμένο πτυχίο από ωδείο, κάτι που πλέον δεν ισχύει. Οι μουσικοί του δρόμου όχι μόνο δεν είναι επαίτες, αλλά ούτε κάνουν παρεμπόριο ούτε φυσικά κάνουν κατάληψη δημόσιας θέσης, όπως πολλοί τους κατηγορούσαν στο παρελθόν. Ο Μήτσος συνέχισε: «Ακόμη και με ρεύμα να παίζει κάποιος, αν η ένταση είναι χαμηλή και παρόμοια με το ακουστικό παίξιμο δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Υπάρχουν και περιπτώσεις μουσικών που νομίζουν ότι βρίσκονται σε συναυλία και απλώς βαράνε χωρίς να υπολογίζουν τίποτε. Αλλωστε σε κάθε χώρο υπάρχουν καλοί και κακοί συνεργάτες, συνοδοιπόροι, πες το όπως θέλεις εσύ».
Η πραγματική αμοιβή του καλλιτέχνη
Οι εποχές αλλάζουν. Ο Μήτσος σαν πιο παλιός τις έχει ζήσει στο πετσί του. «Ο καθένας βιώνει την κρίση του και μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Υπάρχουν άνθρωποι που στηρίζονται σε μας για να επιβιώσουν. Αυτό πάντα συνέβαινε σε όλους. Οι τρόποι που μπορεί να βγάλει κάποιος πολύ εύκολα χρήματα είναι γνωστοί. Αυτό το ξέρουν οι πολιτικοί καλύτερα από μας τους καλλιτέχνες. Το θέμα δεν είναι τα λεφτά. Στα τέτοια μας τα λεφτά κι αυτό θα σ' το πουν όλοι οι μουσικοί στον δρόμο, γιατί οι καλλιτέχνες δεν είναι λαμόγια. Προτιμάμε να καθόμαστε τέσσερις και πέντε ώρες στη ζέστη ή στο κρύο για να βγάλουμε ένα γαμημένο δεκάλεπτο. Η πραγματική αμοιβή είναι το χαμόγελο της γιαγιάς που θα περάσει και απλώς θα σου χαμογελάσει λέγοντας μια γλυκιά κουβέντα ή ακόμη και του περαστικού που θα τραγουδήσει μαζί σου. Αυτός που θα σου πει ένα “ευχαριστώ που σε άκουσα και είσαι εδώ και παίζεις” σου δίνει το μεγαλύτερο κουράγιο για να συνεχίσεις να παίζεις».
Ο Μήτσος μας μίλησε και για άλλο ένα σημείο των καιρών, το περιβόητο POS. «Από τότε που άρχισε ο κόσμος να κυκλοφορεί με κάρτα, αυτά που μαζεύουμε είναι πολύ λιγότερα από το παρελθόν. Ερχεται ο άλλος, σε ακούει και σου λέει: “Μεγάλε, μακάρι να είχα κάτι να σου δώσω, αλλά μπορώ να πάω στον φούρνο και να σου φέρω μια τυρόπιτα και μια μπίρα που μπορώ να τα πληρώσω με την κάρτα”. Ακόμη και η πρόθεση, ο καλός λόγος και το κέρασμα είναι η μεγαλύτερη αμοιβή για μας».
Οι άτυποι κανόνες
Φτάνοντας στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου συναντήσαμε τον Χρήστο με την κιθάρα και τον μικρό ενισχυτή του. Τον ρωτήσαμε για τους άτυπους κανόνες μεταξύ των μουσικών. «Το πρώτο και βασικό είναι να κρατάμε μια απόσταση ώστε να μην ενοχλεί ο ένας τον άλλο. Η ένταση παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς κι εγώ που παίζω με ενισχυτή φροντίζω να ακούγομαι μόνο σε αυτούς που βρίσκονται γύρω μου. Σαφώς και υπάρχουν μεγάλες εντάσεις από ορισμένους, αλλά τους συμμορφώνει ή τους αποβάλλει ο ίδιος ο κόσμος. Πάντα πρέπει να υπάρχει σεβασμός στις ώρες κοινής ησυχίας, αλλά και στον κόπο του άλλου μουσικού». Ρωτήσαμε για τις σχέσεις Ελλήνων και ξένων μουσικών. «Ο καλλιτέχνης δεν έχει εθνικότητα και η μουσική είναι μία. Ολα είναι στον άνθρωπο και σε αυτό δεν παίζει ρόλο ούτε η χώρα προέλευσης ούτε το χρώμα ούτε και το είδος της μουσικής».
Φτάσαμε στην Ερμού με τα καταστήματα να έχουν κλείσει και τον κόσμο να κάνει τη βραδινή του βόλτα. Εκεί συναντήσαμε τον Ορέστη και τον Γιώργο, πτυχιούχο μουσικό, ο οποίος μας μίλησε πρώτος. «Πιο παλιά, πριν αλλάξει ο νόμος, παρόλο που μεταξύ μας οι μουσικοί δεν είχαμε προβλήματα με τα σημεία που καθόμασταν, είχαν οι αρχές. Η αστυνομία μας παρέπεμψε στον δήμο, όπου από εκεί πήραμε συγκεκριμένα πόστα με αριθμό. Οταν ξεκίνησα ήμασταν επτά άτομα σαν μπάντα και από τότε έχω αλλάξει διάφορα σχήματα».
Λίγο πριν από την Καπνικαρέα, στην Ερμού, κάναμε την τελευταία μας στάση στον Παναγιώτη Ωμέγα. «Ξεκίνησα σαν μουσικός του δρόμου και δεν το ξεχνώ ποτέ αυτό. Ζω από τη μουσική παίζοντας σε διάφορα μαγαζιά σε όλη την Ελλάδα, αλλά βγαίνω στον δρόμο όταν θέλω να νιώσω ελεύθερος, κάνοντας αυτό που αγαπάω. Στα μαγαζιά υπάρχει πάντα ένα είδος περιορισμού, ενώ στον δρόμο παίζω τα τραγούδια μου, τη μουσική μου και εκφράζομαι ακριβώς όπως νιώθω».
Για τον κόσμο στον δρόμο ο Παναγιώτης λέει ότι: «Είναι πιο αυθεντικός. Σε βλέπουν και σε ακούν τυχαία και αν υπάρχει ανταπόκριση σε αυτό που κάνεις, είναι το καλύτερο που μπορεί να συμβεί. Σε ένα μαγαζί δεν πηγαίνουμε πάντα επειδή το θέλουμε εμείς, μπορεί να γίνει από επιλογή της παρέας και δεν σημαίνει ότι θα περάσουμε πάντα καλά. Αντίστοιχα ο μουσικός δεν έχει την απόλυτη ελευθερία έκφρασης και ειδικά σε καλλιτέχνες που έχουν και δική τους δουλειά, όπως εγώ, δεν γίνεται να μπορούν να την προβάλλουν πάντα εκεί. Δεν είναι όλα χρήμα και όλοι οι καλλιτέχνες πρέπει να ζούμε τη ζωή μας ελεύθερα».
Κάνοντας μια σύγκριση των μουσικών του δρόμου στην Ελλάδα με αυτούς σε χώρες του εξωτερικού ίσως να είμαστε αρκετά βήματα πίσω. Οχι τόσο στο θέμα της νομιμοποίησης, αλλά σε ό,τι αφορά τους χώρους όπου μπορεί ο καθένας να παίξει, καθώς πολλές πρωτεύουσες στηρίζουν την τέχνη στον δρόμο. Το πιο εντυπωσιακό ήταν οι αντιδράσεις των περαστικών. Ελληνες και ξένοι απολάμβαναν κάθε είδος ρεπερτορίου και όπως είπαν και οι ίδιοι οι μουσικοί, το ζητούμενο είναι μόνο το χειροκρότημα και η αγάπη του κόσμου.
Ο καθένας που ακούει μια μελωδία την κάνει δική του, ανάλογα με τη διάθεση και τα ταξίδια του μυαλού του και ίσως αργότερα ξεχαστεί. Αυτό που σίγουρα ισχύει για τους μουσικούς της πόλης είναι πως είναι ακόμη ζωντανοί στη σκηνή, στον δρόμο, σαν ροκ συγκρότημα. Δεν ζητούν τίποτε και από κανέναν και τους αντέχει το σχοινί… κι αυτό φαίνεται στο χειροκρότημα.
Λίγο από ιστορία του δρόμου
• Ο Μπι Μπι Κινγκ, ο Ροντ Στιούαρτ, η Εντίθ Πιαφ και η Τρέισι Τσάπμαν είναι μερικοί από τους καλλιτέχνες που ξεκίνησαν ως μουσικοί του δρόμου.
• Ο «μπαγάσας» Νικόλας Ασιμος έδινε πολλές παραστάσεις στον δρόμο, γνωστές ως κροκ ή βόλτα.
• Το «Crossroads» του Ουόλτερ Χιλ είναι από τις πιο γνωστές ταινίες αφιερωμένες στους μουσικούς του δρόμου.
• Ο Μάρτιν Σκορσέζε σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ «The Blues: Α musical journey» για τη σχέση των μαύρων με τη μουσική και όχι μόνο.
• Το συγκρότημα Lucky Chops ξεκίνησε την καριέρα του στο μετρό της Νέας Υόρκης. Εγιναν γνωστοί όταν το βίντεο που ανέβασε ένας τουρίστας με την ερμηνεία τους ξεπέρασε τις 80.000.000 προβολές στο διαδίκτυο.
• Το 2016 στη Θεσσαλονίκη έγινε μεγάλη κινητοποίηση των μουσικών όταν η αστυνομία συνέλαβε μiα μουσικό με την κατηγορία της επαιτείας. Το θέμα γνωστοποίησε σε όλη τη χώρα ο Δημήτρης Ζερβουδάκης και η συμπαράσταση ήταν καθολική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου