Έρευνα στη Δύση.
Στο διάστημα των δύο τελευταίων δεκαετιών οι πολίτες χωρών, που δηλώνουν ότι έχουν δημοκρατία, εμφανίζονται ολοένα και πιο δυσαρεστημένοι από τον τρόπο εφαρμογής της. Ειδικότερα, κατηγορούν τις κυβερνήσεις τους ότι δεν νοιάζονται για τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους και ότι η κατάσταση ουδόλως βελτιώνεται με τις βουλευτικές εκλογές, που συνεχίζουν τα ίδια με τις προηγούμενες.
Και έτσι εξηγείται, σύμφωνα με τα ευρήματα του Ερευνητικού Κέντρου Pew, ότι το 69% των πολιτών σε 34 χώρες του κόσμου δεν είναι ικανοποιημένοι από τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους. Το ίδιο απαγοητευμένοι από τις κυβερνήσεις τους εμφανίζεται και το 59% των Αμερικανών.
Σε πείσμα των παραπάνω διαπιστώσεων, αλλά με την παραδοχή της υπόθεσης ότι η δημοκρατία εξακολουθεί να είναι το καλύτερο δυνατό πολίτευμα, αναλαμβάνονται διάφορες πρωτοβουλίες με στόχο τη βελτίωση του τρόπου εφαρμογής της. Έτσι, πρόσφατα, επιστήμονες του κοινωνικού χώρου, αναζήτησαν μεθόδους εφαρμογής της άμεσης δημοκρατίας, κατά το πρότυπο της αρχαίας Ελλάδας.
Συνελεύσεις πολιτών
Χώρες, ανάμεσα στις οποίες η Αμερική, η Μ. Βρετανία, η Γαλλία, η Ιρλανδία, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Ολλανδία κ.ά. αλλά όχι και η Ελλάδα, προσφεύγουν στη σύσταση συνελεύσεων πολιτών, προκειμένου να συζητήσουν, μέσω Zoom, τα προβλήματα αιχμής που εκάστοτε τους απασχολούν. Στη συνέχεια, τα μέλη αυτών των συνελεύσεων, καλούνται να ψηφίσουν λύσεις στα προβλήματά τους, που κατά πλειοψηφία θεωρούν ικανοποιητικές.
Η αναζήτηση των μελών αυτών των συνελεύσεων γίνεται, κυρίως, τηλεφωνικώς, και απευθύνεται αρχικά σε πολύ μεγάλο αριθμό πολιτών, με κατώτατη ηλικία τα 16 χρόνια. Στη συνέχεια, μέσα από το πλήθος αυτό επιλέγεται αντιπροσωπευτικό δείγμα 100-150 περίπου ατόμων, με βάση το φύλο, την ηλικία, τις περιοχές προέλευσης, το επίπεδο μόρφωσης, το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον.
Τα επιλεγμένα μέλη, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία δέχονται με ενθουσιασμό το ρόλο τους, συγκεντρώνονται και συζητούν επί εβδομάδες τα προβλήματα που τίθενται ενώπιόν τους, αναζητώντας την εκάστοτε καλύτερη δυνατή λύση. Των συζητήσεων, προηγούνται αναλυτικές εισηγήσεις ειδικών, που εκφράζουν διαφορετικές πλευρές αλλά και διαφορετικές απόψεις, σχετικά με το κάθε πρόβλημα. Κάθε εκλεγμένο μέλος της συνέλευσης, που λαμβάνει μέρος στη συζήτηση και, τελικώς, στην ψηφοφορία, αμείβεται με 86 ευρώ την ημέρα.
Δυστυχώς, τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας δεν στέφθηκαν, μέχρι στιγμής, με επιτυχία, και οπωσδήποτε δεν φαίνεται να έχουν προσφέρει λύσεις στο γενικότερο πρόβλημα της μη ικανοποιητικής εφαρμογής της δημοκρατίας. Οι λόγοι αυτής της αποτυχίας είναι και πολύπλοκοι και πολυάριθμοι.
Δυσπιστία για τις διαδικασίες
Καταρχήν, να παρατηρηθεί ότι όπως θα έπρεπε να είναι αναμενόμενο, υπάρχει μια γενικότερη δυσπιστία, που αναφέρεται και στους πιθανούς λόγους της απόφασης συγκρότησης αυτών των συνελεύσεων, αλλά και στον τρόπο επιλογής των επιστημόνων, που επιστρατεύονται για να αναλύσουν το εκάστοτε πρόβλημα στα μέλη τους. Ορισμένα αποτελέσματα ψηφοφοριών, που συμφωνούσαν συχνά με τις κυβερνητικές προτιμήσεις, αλλά όχι και με αυτές των λαών, ενίσχυσαν τις αμφιβολίες σχετικά με την αντικειμενικότητα και το αδιάβλητο των σχετικών διαδικασιών.
Πράγματι, είναι δύσκολο να αποκλειστεί η προσφυγή σε μεθόδους ικανές να επηρεάσουν την κρίση των μελών αυτών των συνελεύσεων, έτσι που τελικώς να ενισχύσουν την ψήφο στις εκάστοτε προαποφασισμένες από την κυβέρνηση επιλογές. Αναφέρεται, σχετικά, η περίπτωση, που όντως είναι δύσκολο να ερμηνευτεί με καλοπροαίρετο τρόπο, και που αφορά την Ιρλανδία με το συντριπτικά υψηλό ποσοστό καθολικών της.
Συγκεκριμένα, το 2015 το 62% των μελών της εκεί συνέλευσης τάχθηκε υπέρ του γάμου ομοφυλόφυλων, και το 2018 το 66% υπέρ της αποβολής του εμβρύου, κατά τις πρώτες 12 εβδομάδες της εγκυμοσύνης, παρότι ήταν γνωστή η έντονη αντίθεση των Ιρλανδών και στις δύο παραπάνω προτάσεις. Και, όμως, στις δύο αυτές ψηφοφορίες, οι λύσεις που συγκέντρωσαν την πλειοψηφία των μελών των συνελεύσεων συνέπιπταν με τις προτιμήσεις της κυβέρνησης και όχι με αυτές του ιρλανδικού λαού.
Απαγοητευτικά ευρήματα
Πέρα, ωστόσο, από τις μη επιτυχείς προσπάθειες ενίσχυσης της δημοκρατίας και βελτίωσης του τρόπου εφαρμογής της, τίθεται ήδη επιτακτικά στους πολίτες των σύγχρονων κρατών, το ερώτημα του κατά πόσον εξακολουθεί να μετρά η δημοκρατία, στη συνείδησή τους. Τα σχετικά ευρήματα είναι αρκετά απογοητευτικά.
Αναφέρομαι καταρχήν στην έρευνα της Pew Research Center της 22/10/2017, για την Ελλάδα και άλλες 37 χώρες. Σε αυτές, μόνο το 46% των κατοίκων εμφανίζεται ικανοποιημένο, από τη λειτουργία της δημοκρατίας, ενώ το 52% δυσαρεστημένο. Ειδικά για την Ελλάδα το ποσοστό δυσαρεστημένων είναι ιδιαιτέρως υψηλό και ανέρχεται στο 79%. Ακόμη, μεταξύ των 38 χωρών στις οποίες διεξήχθη η έρευνα μόνο το 23% δηλώνει σθεναρά πιστό στην επιλογή ενός αντιπροσωπευτικού δημοκρατικού πολιτεύματος ενώ ένα 47% εμφανίζεται λιγότερο προσηλωμένο σε αυτό το πολίτευμα με το 13% να τάσσεται υπέρ μη-δημοκρατικών επιλογών.
Η χαμηλή αυτή προτίμηση των πολιτών της υφηλίου για το δημοκρατικό πολίτευμα μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός της σταδιακής υποχώρησης βασικών χαρακτηριστικών συνυφασμένων με τη δημοκρατία, όπως η εξασφάλιση σχετικής ισότητας των πολιτών, όπως η ταχεία αύξηση του εισοδήματός τους και όπως η επίτευξη υψηλότερου βαθμού ευημερίας σε σύγκριση με οικονομίες που δεν είχαν δημοκρατικό καθεστώς.
Δημοκρατία, το γέρας της νίκης
Εξάλλου, σημαντική επίδραση στις μεταβολές αυτές των προτιμήσεων των πολιτών ασκεί πιθανότατα και το γεγονός ότι από τις περίπου 15 οικονομίες της υφηλίου, που απολαμβάνουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, τα 2/3 δεν έχουν δημοκρατία, αλλά διαφόρων βαθμών αυταρχικά καθεστώτα. Να προσθέσω ακόμη ότι από σχετικές έρευνες προκύπτει ποσοστό κατώτερο από το 1/3 των πολιτών, κάτω των 35 ετών, που αδιαφορεί για τη διαβίωσή του με ή χωρίς δημοκρατία, ενώ αντιθέτως άτομα που έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στη διατήρησή της.
Από τα παραπάνω συμπεραίνεται σαφώς ότι η σημασία και η εν γένει επίδραση της δημοκρατίας στα παγκόσμια τεκταινόμενα είναι περιορισμένη και κυρίως πτωτική. Ωστόσο, όπως είναι γνωστό, η Δύση εξακολουθεί να εμφανίζει τη δημοκρατία, ως το γέρας της νίκης της και ως το κύριο διαχωριστικό χαρακτηριστικό της από χώρες που έχουν διαφορετικό πολίτευμα και που θεωρεί ανεκπλήρωτες, σχεδόν βάρβαρες και αναγκαστικά καθοδόν προς τον εκδημοκρατισμό τους.
Για τη Δύση η δημοκρατία εκλαμβάνεται ως η καθεστηκυία τάξη, που νομοτελειακά θα επεκταθεί στον υπόλοιπο κόσμο, αλλά και το καθεστώς που δικαιολογεί την εχθρότητά της απέναντι σε όλες εκείνες τις χώρες, που δεν το ασπάζονται, ενώ υποχρεούνται να το υιοθετήσουν. Με τις επικρατούσες συνθήκες εύλογα τίθεται το ερώτημα, για το κατά πόσον αυτές οι ουτοπίες είναι σε θέση να προσδιορίζουν τις παγκόσμιες εξελίξεις;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου