Κοιτώ την επικαιρότητα με λοξές ματιές σε
μικρές δόσεις . Δόσεις πάλι, αλλά αυτή την φορά δόσεις αντιφάσεων. Άνθρωποι που
γράφουν ποιήματα, απαγγέλουν Ελύτη και στον επόμενο τόνο πέφτουν με τα χίλια
του θυμού τους πάνω στην αντίθετη γνώμη, χωρίς να κάνουν τον παραμικρό κόπο ούτε
καν να την ακούσουν. Θέλοντας να κατασπαράξουν και αυτή και αυτόν που την
είχε....Όμως όπως πάντα αυτοί που βιώνουν μια τραγωδία,
δεν είναι ούτε αυτοί που βροντοφωνάζουν περί εθνικής τραγωδίας, ούτε περί dna
της φυλής, ούτε αυτοί που κάθε τρείς λέξεις πετάνε την λέξη πατρίδα. Άνθρωποι
δηλαδή που δεν φοβούνται να κοιταχτούν στον καθρέφτη, βιώνουν τις
τραγωδίες.
Κι όμως είναι κάτι που σαλεύει.
Κάποτε είχαμε το νέφος που όλο πύκνωνε και μας έπνιγε. Τώρα πυκνώνουν τα προβλήματα της κρίσης, τα ποσοστά της ανεργίας, τα σημάδια της διαταραχής, οι αριθμοί των αυτοκτονιών, των αναπάντεχων ανατροπών. Μια διαρκώς υπό αίρεση καθημερινότητα.
Το νέφος το παλεύαμε με τα μονά ζυγά. Πως παλεύεται η ζωή όταν αλλάζει ταχύτατα και αρχίζει να νιώθει ο άνθρωπος πως δεν τον περιλαμβάνει ; Ποιές είναι οι διαφυγές μας σήμερα; Ο θυμός, η κατάπτωση, η σύγχυση, τα παράληρήματα. Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι ούτε την δυνατότητα , ούτε την ψυχραιμία , ούτε την γνώση και την σοφία να διαχειρίζονται κρίσεις σαν αυτές που ζούμε.
Παλεύει μια κοινωνία πολιτών να ανακουφίσει ό,τι μπορεί, με ό,τι έχει . Ομάδες εθελοντισμού , δράσεις αλληλεγγύης. Παστίλιες για τον πόνο του άλλου. Να μαλακώσει ένας πόνος απρόβλεπτος και άνισος που κτυπά στο μυαλό και στην ψυχή. Μοιράζεται ο πόνος αν ξέρεις και μπορείς να εμπιστευθείς. Ίσως τελικά αυτό το μοίρασμα είναι που σαλεύει και βοηθά ένα κάτι άλλο να συνεχίσει. Αφού όλα πρέπει να συνεχίσουν και τίποτα δεν μπορεί να διακόψει αυτή την ροή.
Αυτά σκεφτόμουν και περπατούσα αφήνοντας πίσω μου πέντε ''αγοράζω χρυσό'' σε αδερφική διαδοχή με τα αντιφαστιστικά συνθήματα στις λαμαρίνες, τις φθαρμένες ταμπέλες με τα κόκκινα κεφαλαία ''εκποίηση'' και ΄΄κλείσαμε''. Μια εντελώς πρωτόγνωρη πραγματικότητα που διαδέχεται την ακριβώς προηγούμενη πραγματικότητα. Η δική μας κληρονομιά, η δική μας βιωμένη πραγματικότητα. Προχώραγα, οι ταμπέλες και τα συνθήματα υποχωρούσαν και άλλα διαδέχονταν τα προηγούμενα, μην μπορώντας να διακρίνω, αν τουλάχιστον λιγόστευαν. Σε μια μελαγχολική εναλλαγή.
Δεν λιγόστευε όμως η ευχή να συνεχίσει να σαλεύει, αυτό που σαλεύει. Αν είναι η πόλη που σαλεύει, ή τα συναισθηματα μας που σαλεύουν. Εμείς σαλεύουμε. Και η ευχή να μην συνηθίσουμε αυτή την πικρή εναλλαγή. Να την νιώθουμε πρόσκαιρη, παροδική, ξεπεράσιμη. Μήπως και αφήσουμε αυτή την Άνοιξη να μας πει κάτι για την ζωή.
Κι όμως είναι κάτι που σαλεύει.
Κάποτε είχαμε το νέφος που όλο πύκνωνε και μας έπνιγε. Τώρα πυκνώνουν τα προβλήματα της κρίσης, τα ποσοστά της ανεργίας, τα σημάδια της διαταραχής, οι αριθμοί των αυτοκτονιών, των αναπάντεχων ανατροπών. Μια διαρκώς υπό αίρεση καθημερινότητα.
Το νέφος το παλεύαμε με τα μονά ζυγά. Πως παλεύεται η ζωή όταν αλλάζει ταχύτατα και αρχίζει να νιώθει ο άνθρωπος πως δεν τον περιλαμβάνει ; Ποιές είναι οι διαφυγές μας σήμερα; Ο θυμός, η κατάπτωση, η σύγχυση, τα παράληρήματα. Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι ούτε την δυνατότητα , ούτε την ψυχραιμία , ούτε την γνώση και την σοφία να διαχειρίζονται κρίσεις σαν αυτές που ζούμε.
Παλεύει μια κοινωνία πολιτών να ανακουφίσει ό,τι μπορεί, με ό,τι έχει . Ομάδες εθελοντισμού , δράσεις αλληλεγγύης. Παστίλιες για τον πόνο του άλλου. Να μαλακώσει ένας πόνος απρόβλεπτος και άνισος που κτυπά στο μυαλό και στην ψυχή. Μοιράζεται ο πόνος αν ξέρεις και μπορείς να εμπιστευθείς. Ίσως τελικά αυτό το μοίρασμα είναι που σαλεύει και βοηθά ένα κάτι άλλο να συνεχίσει. Αφού όλα πρέπει να συνεχίσουν και τίποτα δεν μπορεί να διακόψει αυτή την ροή.
Αυτά σκεφτόμουν και περπατούσα αφήνοντας πίσω μου πέντε ''αγοράζω χρυσό'' σε αδερφική διαδοχή με τα αντιφαστιστικά συνθήματα στις λαμαρίνες, τις φθαρμένες ταμπέλες με τα κόκκινα κεφαλαία ''εκποίηση'' και ΄΄κλείσαμε''. Μια εντελώς πρωτόγνωρη πραγματικότητα που διαδέχεται την ακριβώς προηγούμενη πραγματικότητα. Η δική μας κληρονομιά, η δική μας βιωμένη πραγματικότητα. Προχώραγα, οι ταμπέλες και τα συνθήματα υποχωρούσαν και άλλα διαδέχονταν τα προηγούμενα, μην μπορώντας να διακρίνω, αν τουλάχιστον λιγόστευαν. Σε μια μελαγχολική εναλλαγή.
Δεν λιγόστευε όμως η ευχή να συνεχίσει να σαλεύει, αυτό που σαλεύει. Αν είναι η πόλη που σαλεύει, ή τα συναισθηματα μας που σαλεύουν. Εμείς σαλεύουμε. Και η ευχή να μην συνηθίσουμε αυτή την πικρή εναλλαγή. Να την νιώθουμε πρόσκαιρη, παροδική, ξεπεράσιμη. Μήπως και αφήσουμε αυτή την Άνοιξη να μας πει κάτι για την ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου