του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Η διαφαινόμενη (δημοσκοπική) υπεροχή του Brexit βυθίζει τα χρηματιστήρια, εκτοξεύει τις αποδόσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων, μηδέ εξαιρουμένων των γερμανικών, προκαλεί φρενίτιδα ζήτησης χρυσού, κατεδαφίζει την ισοτιμία της στερλίνας, συρρικνώνει ακόμη και τα ταπεινά ελληνικά «όνειρα σταθεροποίησης» και προκαλεί απίστευτο κρεσέντο καταστροφολογίας.
Η διαφαινόμενη (δημοσκοπική) υπεροχή του Brexit βυθίζει τα χρηματιστήρια, εκτοξεύει τις αποδόσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων, μηδέ εξαιρουμένων των γερμανικών, προκαλεί φρενίτιδα ζήτησης χρυσού, κατεδαφίζει την ισοτιμία της στερλίνας, συρρικνώνει ακόμη και τα ταπεινά ελληνικά «όνειρα σταθεροποίησης» και προκαλεί απίστευτο κρεσέντο καταστροφολογίας.
Σε μια κορυφαία επίδειξη αμετροέπειας, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Ε.Ε. Ντόναλντ Τουσκ, επικαλούμενος μάλιστα την ιδιότητά του ως ιστορικού, προέβλεψε ότι μια έξοδος της Βρετανίας από την Ε.Ε. μπορεί να προκαλέσει όχι μόνο διάλυση της ίδιας της Ένωσης, αλλά και το τέλος του δυτικού πολιτικού πολιτισμού!
Για να κάνει πειστικότερη την πίεση στους Βρετανούς ψηφοφόρους, σε ένα σκηνικό που θυμίζει αντιστρόφως την «τρομοκρατία» εναντίον των Ελλήνων πολιτών στις παραμονές του ελληνικού δημοψηφίσματος, η ηγεσία της Ε.Ε. επιστρατεύει επιχειρήματα που ακυρώνουν όσα λέγονταν περίπου πριν ένα χρόνο περί fast track αποπομπής της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. αν υπερίσχυε το «όχι» και η κυβέρνηση σεβόταν το περιεχόμενό του.
Για παράδειγμα, ο κ. Τουσκ προειδοποίησε ότι μια απόφαση υπέρ της αποχώρησης της Βρετανίας δεν πρόκειται να σημάνει και απεγκλωβισμό της από την Ε.Ε. πριν από τουλάχιστον μια επταετία. Και, πράγματι, κάτι τέτοιο προκύπτει ρεαλιστικά από τον λαβύρινθο των ευρωπαϊκών συνθηκών και κανονισμών. Βρετανοί ψηφοφόροι σε σύγχυση Βομβαρδιζόμενοι ένθεν κακείθεν, οι Βρετανοί ψηφοφόροι πρέπει να βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Κι αυτό γιατί, πέρα από τις εξωτερικές πιέσεις, η ίδια η σύνθεση των «στρατοπέδων» της παραμονής και της εξόδου από την Ε.Ε. εντείνει τη σύγχυσή τους.
Πρακτικά, όλο το πολιτικό φάσμα, από το ακροδεξιό UKIP μέχρι τους Εργατικούς, και από τους Τόρις μέχρι τους Φιλελεύθερους, εκπροσωπείται, έστω και με διαφορετικές αναλογίες, και στην καμπάνια του «In» και σ’ αυτή του «Out’. Ο ίδιος οριζόντιος διχασμός χαρακτηρίζει και την επιχειρηματική ελίτ της χώρας, κορυφαίοι εκπρόσωποι της οποίας εμφανίζονται ως χορηγοί και υποστηρικτές της μιας ή της άλλης καμπάνιας. Πράγμα που θολώνει, αν δεν εξαφανίζει τελείως, το κοινωνικό περιεχόμενο της πόλωσης. Και τέτοιο περιεχόμενο θα υπήρχε αν τα δύο αντιμαχόμενα μέτωπα δεν διέθεταν τόσο χαρακτηριστικά ταυτόσημες ατζέντες: ένα μίγμα οικονομικού εθνικισμού γύρω από τον παγκόσμιο ρόλο της Βρετανίας, ρατσισμού εις βάρος του αδύναμου και ράθυμου ευρωπαϊκού Νότου και αντιμεταναστευτικής ρητορικής.
Υπάρχουν, βεβαίως, σοβαρές διαφορές στο πώς χρωματίζεται αυτή η κοινή ατζέντα από το στρατόπεδο της «εξόδου» κι αυτό της «παραμονής», αλλά αυτό που τα καθιστά ακόμη πιο «ομοούσια» είναι ότι δεν κάνουν καμιά ουσιαστική αναφορά στις αγωνίες των λαϊκών στρωμάτων: στην αντιστροφή της λιτότητας, στην ανάκτηση του κοινωνικού κράτους, στην ανάσχεση της ανεργίας ή στην αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων.
Μισό… Brexit στη συμφωνία Βρετανίας-Ε.Ε.
Εκ πρώτης όψεως είναι παράδοξο αυτή η περίπου κοινή ατζέντα των δύο στρατοπέδων να υπηρετείται τόσο από το «ευρωπαϊκό» όσο και από το «αντιευρωπαϊκό» σχέδιο. Όμως, μια καλή εξήγηση γι’ αυτό δίνει το γεγονός ότι μεταξύ Βρετανίας και Ε.Ε. έχει συνομολογηθεί μια συμφωνία που, σε περίπτωση παραμονής της, θα παραγάγει αποτελέσματα ενός μερικού Brexit, που απλώς δεν θα ονομάζεται έτσι.
Στις 19 Φεβρουαρίου η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. κατέληξε σε απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη σχέση Βρετανίας – Ε.Ε. εφόσον στο δημοψήφισμα της 23/6 αποφασιστεί παραμονή. Η απόφαση περιλαμβάνει ένα πλαίσιο συμφωνίας και επτά παραρτήματα στα οποία ορίζεται το καθεστώς εξαίρεσης της Βρετανίας σε σειρά κοινών πολιτικών, εξαίρεση που βαφτίζεται «συμβατή με τις ευρωπαϊκές συνθήκες». Βάσει αυτών η Βρετανία έχει δικαίωμα εξαίρεσης: από τη μελλοντική ένταξη στο ευρώ και στη Σένγκεν, από τους τομείς της ασφάλειας, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας, από την αστυνομική και δικαστική συνεργασία, από την εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., από την τραπεζική ένωση και οποιαδήποτε ενιαία εποπτεία του τραπεζικού τομέα, από τις υποχρεώσεις συμβολής σε κρατικές ή τραπεζικές διασώσεις, από οποιοδήποτε επιπλέον βήμα πολιτικής ολοκλήρωσης της Ε.Ε., από τους κοινούς κανόνες για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων από χώρα σε χώρα της Ε.Ε. και από τις υποχρεώσεις ισότιμης πρόσβασής τους στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας (με δικαίωμα ακόμη και πλήρους αποκλεισμού τους!), από σειρά κοινών ρυθμιστικών νομοθεσιών που βαίνουν προς κατάργηση λόγω «μη συμβολής τους στην ανταγωνιστικότητα», από την κοινή μεταναστευτική πολιτική, από την αρχή της επικουρικότητας στη νομοθέτηση κοινών πολιτικών, για την ενεργοποίηση της οποίας απαιτείται μια νέα ειδική πλειοψηφία εθνικών κοινοβουλίων…
Για να ικανοποιηθούν οι βρετανικές απαιτήσεις αυτοεξαίρεσης από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση πρέπει να αλλάξουν σειρά διατάξεων στις Συνθήκες και να τροποποιηθούν ή καταργηθούν δεκάδες κανονισμοί. Ακόμη και μια απλή ανάγνωση της συμφωνίας Βρετανίας- Ε.Ε. με τα επτά παραρτήματά της (διαθέσιμης και στα ελληνικά στη σελίδα http://www.consilium.europa.eu) αποκαλύπτει ότι το μεγαλύτερο μέρος από τα προτάγματα των οπαδών της «εξόδου» έχει ήδη υιοθετηθεί χάρη στη διαπραγμάτευση των οπαδών της «παραμονής» (με επικεφαλής τον Κάμερον). Ποιος είναι το άλλοθι ποιου δεν είναι σαφές, πάντως το όλο σκηνικό καθιστά την αναμέτρηση ολίγον «σικέ». Σε βαθμό που μπορεί κανείς βάσιμα να υποθέσει ότι, ακόμη κι αν επικρατήσει το Brexit, πέραν της βραχυπρόθεσμης παγκόσμιας αναστάτωσης, αυτό που θα ακολουθήσει θα είναι μια αναδιαπραγμάτευση της εταιρικής σχέσης Βρετανίας – Ε.Ε. σε ακόμη πιο χαλαρή βάση. Πράγμα που κάθε άλλο παρά απεχθές είναι στη γερμανική ηγεσία και στον αυθεντικό της εκφραστή Β. Σόιμπλε, οραματιστή μιας αλά καρτ και διαφορετικών ταχυτήτων ευρωπαϊκής ενοποίησης και ολοκλήρωσης, με ευαισθησίες για τη γερμανική κυριαρχία πολύ συγγενικές προς αυτές του Κάμερον ή του Τζόνσον για τη βρετανική κυριαρχία.
Πηγή: Δικαιολογητικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου