Έχει γίνει πλέον πολύ κοινή κάθε συζήτηση ή αναφορά γύρω από τον «εθνικισμό» όποια μορφή και αν έχει αυτός και όποια έννοια και αν του δίναμε σήμερα. Με την τροπή που πήραν τα πράγματα τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από την εποχή της έξαρσης του «σοβιετικού εθνικισμού» τον οποίο δεν μπόρεσε να χαλιναγωγήσει ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ με αποτέλεσμα να αρχίσει έκτοτε η αντίστροφη μέτρηση του βίου της σοβιετικής αυτοκρατορίας και η έκρηξη εθνικισμών σε πολλές περιοχές.
Είναι κακό αυτό; Το παράδειγμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας όπου το δημιούργημα του Τίτο ξηλώθηκε μέσα σε επεισόδια, στα οποία πρωταγωνιστή ο εθνικισμός με ποικίλες μορφές, θα μπορούσε ίσως να προβληθεί ως παράδειγμα «προς αποφυγή». Όμως σε μια κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι παρακινδυνευμένο να προβλέπει κανένας την τροπή της και το τέλος της. Δεν είναι συμπτωματικό γεγονός, ότι τόσο οι περιοχές της Γιουγκοσλαβίας όσο και εκείνες της Σοβιετικής Ένωσης, που αποτελούν το κέντρο βάρους της εθνικιστικής έξαρσης και δράσης, βρίσκονται επί πολλές δεκαετίες μέσα σε ολοκληρωτικά συστήματα, χωρίς τη δυνατότητα έκφρασης των θελήσεων και πεποιθήσεων σε επίπεδο εθνικιστών, μειονοτήτων, κ.τ.λ. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν ξαφνικά οι λαοί βρίσκουν την ευκαιρία να εκδηλωθούν, οι ακραίες καταστάσεις είναι αναπόφευκτες, όταν μάλιστα οι «εθνικισμοί» έχουν προγενέστερες βαθιές ρίζες.
Πολλοί φοβούνται ένα «εθνικιστικό ολοκαύτωμα» φέροντας ως πρόχειρο παράδειγμα τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων και τώρα τους εμφυλίους πολέμους,σε διαφορές ευαίσθητες περιοχές του πλανήτη όπως τώρα με την Συρία. Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι έχουν υπεισέλθει παράγοντες που ελάχιστη, ή και καμία απολύτως σχέση έχουν με τον εθνικισμό και τις επιδιώξεις των λαών. Και οι παράγοντες αυτοί δεν είναι άλλοι από εκείνους της διαμορφωμένης «νέας τάξης πραγμάτων» στον κόσμο. Όσο για τους εθνικισμούς, είναι ασφαλώς υπαρκτοί αλλά γιατί τους βλέπουν πολλοί μόνο ως αρνητικό φαινόμενο.
Λίγο μετά από το αποτυχημένο πραξικόπημα στη Μόσχα τον Αύγουστο του 1991 σε μια ανάλυση, για την εποχή του εθνικισμού. Γράνους Φουκογίαμα, πρώην υποδιευθυντής της διεύθυνσης σχεδιασμού του υπουργείου εξωτερικών των Η.Π.Α αναφερόταν: « Η αποτυχία του πραξικοπήματος στην Ε.Σ.Σ.Δ. από τους «σκληρούς» η οποία αν την δει κανένας τώρα θυμίζει φάρσα, δείχνει κατά τρόπο πειστικό ότι δεν υπάρχει άλλη αρχή νομιμότητας για τις σύγχρονες κοινωνίες από τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Σε ολόκληρο τον κόσμο οι αντιδραστικοί έχουν χάσει τη δύναμη τους. Από την άλλη πλευρά , οι Ρώσοι, ο λαός αυτός που πολλοί στη Δύση έκριναν ότι είναι ένας λαός παθητικός, επιρρεπής στον καταναγκασμό της εξουσίας, αυτοί οι Ρώσοι λοιπόν απέδειξαν στηρίζοντας τους δημοκρατικούς θεσμούς που μόλις είχαν αποκτήσει , ότι έχουν προοδεύσει τόσο, όσο και οι άλλοι Ευρωπαίοι.
Κατάφεραν τα τρία αυτά τελευταία χρόνια να μετατρέψουν μια ολοκληρωτική κοινωνία σε μια κοινωνία δημοκρατική, όπου λειτουργούν αναρίθμητα πολιτικά κόμματα, συνδικάτα, εφημερίδες, η εκκλησία, οργανώσεις για την προστασία του περιβάλλοντος κ.τ.λ.
Αν και δεν είχαν δημοκρατική παράδοση την αντικατέστησαν με την σκληρή εργασία του ρώσικου κοινοβουλίου και εκλέγοντας οι ίδιοι πρόεδρο. Ένα τμήμα της εφορίας διαλύθηκε, ωστόσο την επομένη του αποτυχόντος πραξικοπήματος στην Σοβιετική Ένωση, έδειξε να οδηγείται προς το πολιτικό χάος. Δημιουργήθηκε μια γενική φοβία στη Σοβιετική Ένωση ότι τελικά θα υπέκυπτε σε μια ανεξέλεγκτη εθνικιστική βία ανάλογη με εκείνη της Γιουγκοσλαβίας. Έτσι δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι αυτό που θα αντικαθιστούσε τον κουμμουνισμό στη Σοβιετική Ένωση και την Ανατολική Ευρώπη δεν θα ήταν η φιλελεύθερη δημοκρατία, αλλά ένας άτεγκτος εθνικισμός και ότι η ουσία της Νέας Τάξης που αναδεικνύεται μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου είναι οι εθνικιστικές συγκρούσεις και όχι η δημοκρατική ειρήνη. Το συμπέρασμα αυτό όμως είναι «πρόωρο». Εκείνη την εποχή πράγματι ήταν πρόωρο να συμπεράνει κανείς κάτι τέτοιο, αλλά δεν πέρασαν παρά μερικοί μήνες και η διάλυση της Ε.Σ.Σ.Δ. ήταν γεγονός- όπως γεγονός ήταν και η έξαρση των εθνικισμών στις άλλοτε σοβιετικές δημοκρατίες.
Μέχρι σήμερα τα προβλήματα από τον άκρατο εθνικισμό σε πολλές περιοχές είναι υπαρκτά και δεν λύνονται εύκολα. Τα όπλα έχουν τον λόγο και το αίμα ρέει. Η πιθανότητα ενός «εθνικιστικού καταυλισμού» δεν έχει αποκλειστεί από τον Φουκογίαμα. Ως ένα βαθμό αυτό συμβαίνει τώρα και ως έναν άλλο βαθμό-ίσως πολύ μεγαλύτερο- οι εθνικισμοί είναι καθοδηγούμενοι από τις δυνάμεις που διαμορφώνουν και επιβάλλουν την Νέα Τάξη.
Για να εδραιωθεί η δημοκρατία σε οποιοδήποτε τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διάλυση της- τονίζει ο Φουκογίαμα τον Σεπτέμβρη του 1991.
Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ονειρευόταν μια ενοποιημένη δημοκρατία πάνω στο πρότυπο των Η.Π.Α ή της Γαλλίας η οποία θα κάλυπτε ολόκληρο το έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης.
« Το όνειρο αυτό δεν μπορεί κατά κανένα τρόπο να πραγματοποιηθεί γιατί ολόκληρη η Σοβιετική Ένωση είναι αρκετά ελεύθερη για να ως μια αυθεντική δημοκρατία, θα διεσπάτο αμέσως σε εθνικές ομάδες»
Μήπως με αυτό το «μοντέλο» δεν έγινε ισχυρή μετά τη διάλυση και τη δημιουργία της Κοινοπραξίας Ανεξάρτητων Κρατών; Η πρόβλεψη ήταν ότι οι περισσότερες από τις δημοκρατίες που θα έβγαιναν ανεξάρτητες από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης «δεν είναι βιώσιμες ως ανεξάρτητα κράτη και μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η διακήρυξη αυτή για την ανεξαρτησία τους είναι ένα ατού το οποίο θα χρησιμοποιούσαν στις διαπραγματεύσεις για τη σύνταξη ενός Συντάγματος για τη νέα Ένωση»-που τελικά ποτέ δεν έγινε. Ο Φουκογίαμα σημείωνε: « Έτσι ακόμη και μετά την πτώση του κουμμουνισμού οι παλιοί κομμουνιστές παραμένουν η κύρια απειλή εναντίον της δημοκρατίας σε ένα τμήμα που εκτείνεται από τα Βαλκάνια ως την Κεντρική Ασία. Ανάλογη εξέλιξη παρατηρείται σε όλη αυτή την περιοχή όπου οι παλιοί κομμουνιστές ηγούνται του αντικομουνισμού και εμφανίζονται ως υπερεθνικιστές.
Υπάρχει όμως και το αντίστροφο παράδειγμα-αυτό της Λιθουανίας, όπου οι κομμουνιστές επανήλθαν στην εξουσία θριαμβευτικά μέσα από τη διαδικασία ελεύθερων εκλογών. Το παράδειγμα έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι η χώρα αυτή της Βαλτικής πρωτοστάτησε στον αγώνα της ανεξαρτησίας πριν από μερικά χρόνια, δημιουργώντας, άλυτα προβλήματα στον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και την περεστρόικα. Ο εθνικισμός στην Λιθουανία, όπως και στις άλλες δυο δημοκρατικές της Βαλτικής, ήταν έντονος και η σημερινή «επιστροφή στο παρελθόν» έχει φέρει τους αναλυτές και τους θεωρητικούς των ιδεολογιών σε αμηχανία. Πώς λειτουργεί τέλος πάντων αυτός ο εθνικισμός και πώς μπορούμε να τον προσδιορίσουμε κατηγορηματικά; Απλούστατα δεν μπορούμε. Καθώς βρισκόμαστε στην κορύφωση του προβλήματος, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε τις εξελίξεις. Έντονη είναι και η παρουσία του μιλιταριστικού στοιχείου, ή ο φόβος για τον μιλιταρισμό που μπορεί και να μην είναι πραγματικός. Οι γείτονες των Γερμανών και των Ρώσων λόγου χάρη, φοβούνται ότι διακατέχονται από μιλιταριστική νοοτροπία. Πολύ συχνά φοβόμαστε το χειρότερο.
Είναι τόσο απλά τα πράγματα; Ο Φουκογίαμα έγραφε πριν από ενάμιση χρόνο ότι ήταν υπερβολή να διαβλέπει κανένας στη γερμανική υποστήριξη προς τη Σοβιετική Ένωση και την Κροατία την προσπάθεια του γερμανικού ηγεμονισμού στα Βαλκάνια, ότι η επανεμφάνιση της ρωσικής σημαίας σημαίνει επιστροφή στην αυτοκρατορία των τσάρων.
«Τέτοιες αντιδράσεις είναι κατανοητές υπό το φως της ιστορίας, αλλά θα πρέπει να είμαστε ικανοί να διακρίνουμε ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και τα νόμιμα εθνικά συμφέροντα» τόνιζε ο Φουκογίαμα.
Σήμερα όμως δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Γερμανία πρωτοστάτησε στην «έκρηξη» του εθνικισμού στη Σλοβενία και την Κροατία και ασφαλώς η άποψη ότι έχουμε να κάνουμε προσπάθεια γερμανικού ηγεμονικού στα Βαλκάνια δεν υποστηρίζεται από πολλούς. Είναι γνωστό και ολοφάνερο ότι στην πρώην Γιουγκοσλαβία «παίζεται χοντρό παιχνίδι» στ οποίο μετέχουν ποικίλων μορφών «εθνικισμού» , πολιτικοί, ιδεολογικοί και κυρίως θρησκευτικοί –όπως ο ισλαμικός κόσμος που γνωρίζει μια ιδιαίτερη ανάπτυξη και επέκταση. Αλλά μια πτυχή του εθνικισμού που ο καθένας θα μπορούσε να την παραδεχτεί ως φυσική, είναι αυτή η οποία αναφερόταν ο Φουκογίαμα: «Καμία ρωσική κυβέρνηση δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της να παραμείνει αδιάφορη για τα 30 εκατομμύρια Ρώσων που ζουν έξω από το ρωσικό έδαφος, όπως και καμία αμερικανική ή γαλλική κυβέρνηση δεν αδιαφόρησε, για τους λίγους ομήρους που κρατούνται ή κρατούντο στο Λίβανο. Είναι αυτονόητο ότι κάθε ρωσική κυβέρνηση που θα αδιαφορούσε για το θέμα αυτό θα αντικαθίστατο από ένα καθεστώς πολύ πιο σκληρό. Είναι μεγάλη τύχη για τη Δύση ότι ο ρωσικός εθνικισμός εκφράζεται από ένα φιλελεύθερο και μετριοπαθή πολιτικό, όπως ο Μπόρις Γέλτσιν, παρά από τον ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς της Σερβίας. Εδώ θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι οι πρόωρες εκτιμήσεις δεν αρμόζουν σε αναλυτές των διεθνών εξελίξεων. Ο Μπόρις Γέλτσιν ήδη αποδείχτηκε ηγέτης με τάσεις προς τον αυταρχισμό και είναι γνωστές οι συγκρούσεις του με τους πολιτικούς αντιπάλους του στη Μόσχα, καθώς επικρινόταν ότι οδεύει προς πραξικοπηματικές ενέργειες. Και όσο για τον Σ. Μιλόσεβιτς οι Δυτικοί που τον θεωρούσαν ως μοναδικό «κακό» στην περιπέτεια της πρώην Γιουγκοσλαβίας έχουν ρίξει τους τόνους εναντίον του και παραδέχονται ότι η σκοπιμότητα και η προπαγάνδα λειτούργησαν υπερβολικά έντονα εναντίον του Σέρβου προέδρου.
Τόσο η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης όσο και της Γιουγκοσλαβίας προκάλεσε ισχυρούς κλυδωνισμούς στην περιοχή των εθνικιστών. Ιστορικά βέβαια αυτές οι δομές που υπήρχαν και όπως λειτουργούσαν φαίνεται πράγματι ότι ανήκαν πλέον στο παρελθόν, αλλά για να αποκαταστηθούν οι ισορροπίες και να διευθετηθούν τα εθνικιστικά προβλήματα, μάλλον θα χρειαστεί ακόμη πολύς χρόνος και πολλές ανθρώπινες τραγωδίες.
Τώρα μπορούμε κάλλιστα να μιλάμε για «κινούμενους εθνικισμούς» που αναζητούν να συναντήσουν άλλους όμοιους τους .ώστε να συμπήξουν «μέτωπα» μιας και η δύναμη βρίσκεται στην ένωση. Το παράδειγμα του ισλαμικού εθνικισμού είναι χαρακτηριστικό από τις πρώην σοβιετικές μουσουλμανικές δημοκρατίες μέχρι τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή.
Ο Φουκογίαμα έγραφε πριν από ενάμιση χρόνο: «Η εξουσία στις δημοκρατίες περνάει τώρα στα χέρια μιας νέας γενιάς. Μπορούμε να αποτρέψουμε το εθνικιστικό ολοκαύτωμα. Όχι με την αντίθεση μας , σε αυτούς τους νέους εθνικισμούς αλλά με την αποδοχή των ιδιαιτεροτήτων τους και με την προσπάθεια να τους οδηγήσουμε σε μια οδό πιο δημοκρατική και πιο μετριοπαθή. Η σημερινή εθνικιστική αναταραχή στην Ανατολική Ευρώπη και στη Σοβιετική Ένωση αποτελεί τελικώς το απαραίτητο προοίμιο για την ανάδειξη μιας σταθερής δημοκρατίας στο μέλλον όπως συνέβη και με την Δυτική Ευρώπη κατά τον περασμένο αιώνα». Οι εξελίξεις δείχνουν ότι περισσότερο από τον ίδιο τον εθνικισμό, που είναι και δεδομένος άλλωστε σε έθνη και λαούς- είναι η εκμετάλλευση του εθνικισμού από τις δυνάμεις της Νέας Τάξης που προκαλεί τα προβλήματα στον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου