«Ό,τι ισχύει για τη σχέση του ανθρώπου με την εργασία του, με το προϊόν της εργασίας του και με τον εαυτό του, ισχύει και για την σχέση του ανθρώπου με τον άλλο άνθρωπο, και με την εργασία και το αντικείμενο της εργασίας του άλλου ανθρώπου. Στην πραγματικότητα, η πρόταση ότι η ειδοποιός φύση του ανθρώπου αποξενώνεται απ' αυτόν σημαίνει ότι ο ένας άνθρωπος αποξενώνεται από τον άλλο, όπως ο καθένας τους από την ουσιαστική φύση του» (Χειρόγραφα του 1844).
Η έννοια της αλλοτρίωσης του ανθρώπου βρίσκεται εκ νέου στο επίκεντρο της ιδεολογικοπολιτικής πάλης. Τα διεστραμμένα ελληνικά που χρησιμοποιούμε εδώ και κάνα δυο δεκαετίες για τον ευτελισμό της αξιοπρέπειας του εργαζόμενου, με τον διαβόητο όρο «μείωση του κόστους εργασίας», είναι ενδεικτικά μιας πνευματικής διάβρωσης, τέτοιας ώστε πλέον ουδείς τολμά να υπερασπίζεται τις λέξεις και την έντασή τους.
Από πλευράς Αριστεράς, η ιδεολογική επαναπροσέγγιση του εργασιακού ζητήματος καθίσταται επιτακτική. Εργασιακό και ασφαλιστικό αποτελούν τα μεγάλα αγκάθια μιας ενδεχόμενης συμφωνίας, η δε κυβέρνηση της Ελλάδας διαπραγματεύεται με τους δανειστές αυτονόητα περασμένων εποχών -συλλογικές συμβάσεις, κατώτατο μισθό, συντάξεις κ.ο.κ. Κι αυτό την ώρα που διανύουμε την εποχή όπου οι μηχανές υποβοηθούν την εργασία του ανθρώπου όσο ποτέ, περιορίζοντας δραστικά τις θέσεις εργασίας. Το 8ωρο μετατρέπεται σιωπηρώς σε 10ωρο, και βάλε, ενώ τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης μετατοπίζονται προς τα άνω, υποχρεώνοντας τους πολίτες να δουλεύουν και κατά την τρίτη, κυριολεκτικά, ηλικία, ως τα 70 –βλέπε Αυστραλία.
Κι ενώ η συζήτηση θα έπρεπε να περιστρέφεται γύρω από τον περιορισμό των ωρών εργασίας χωρίς, φυσικά, την αντίστοιχη περικοπή μισθού –όπως συμβαίνει σήμερα με το λεγόμενο τετράωρο, το οποίο καταστρατηγείται καταφανώς, παντού, προς όφελος του εργοδότη-, το 35ωρο αποτελεί καιρό τώρα ξεχασμένη υπόθεση. Οι δε πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, όπου υπήρχαν, καταργούνται.
Η ιδεολογική παρρησία της ανά τον κόσμο Αριστεράς, η οποία οφείλει να βάζει τα πράγματα στη θέση τους, προς όφελος του κόσμου της εργασίας, μοιάζει απούσα. Αν ο Πολ Λαφάργκ, από το 1883, διεκδικούσε τετράωρη εργασία, για «να πάψει να αποτελεί η γη κοιλάδα των δακρύων για τους εργάτες», τώρα ουδείς τολμά να παραδεχτεί δημοσίως το αυτονόητο: πως, δηλαδή, όσο η τεχνολογία προοδεύει, τόσο περισσότερες θέσεις εργασίας θα περικόπτονται. Συνυπολογίζοντας ότι το μέσο προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, με την αύξηση του ωραρίου εργασίας αλλά και του ορίου συνταξιοδότησης, η μακρόχονη ανεργία μεγάλου μέρους του πληθυσμού είναι αναπόφευκτη. Τούτο αποτελεί συνειδητή πολιτική επιλογή των καπιταλιστών: δομικό στοιχείο του συστήματος η ανεργία, βοηθά επιπλέον στη χειραγώγηση των μαζών.
Πώς απαντάμε σ’ αυτό; Όχι βεβαίως αναπαράγοντας κοινότοπες ηθικοπλαστικές μυθοπλασίες περί σελέμηδων που, δια της γερμανικής οδού, θα επιστρέψουν στον προτεσταντικό χριστιανισμό των δουλευταράδων.
Οφείλουμε να προτάξουμε -και να παλέψουμε για- 35ωρο με αυξημένες αποδοχές, να μην πειράξουμε τις συντάξεις και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Οι συστημικές κραυγές για δήθεν αδιέξοδο και η διάδοση του ψεύδους για το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού, τον οποίο τάχα αδυνατεί να θρέψει η νέα γενιά, πρέπει να απαντηθεί από τις δυνάμεις της προόδου.
Ας αρχίσουμε να μιλούμε για το δικαίωμα στην εργασία του συνόλου των ανθρώπων και ταυτόχρονα για το δικαίωμα σε όσο το δυνατόν περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Και ας αρχίσουμε νέο κύκλο ταξικού πολέμου, όχι προς υπεράσπιση του 8ώρου αλλά για τη μείωσή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου