Η εκτεταμένη καταστολή σε βάρος των απεργών επιχειρεί να συσκοτίσει τα ταξικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του αγώνα των λιμενεργατών.
Παρόλο που η ιταλική κυβέρνηση και ο μίσθαρνος Τύπος της πασχίζει να κηλιδώσει το κίνημα και την κατάληψη του εμπορικού λιμένα 4 στην Τεργέστη από τους εργάτες, ταυτίζοντας τις διαμαρτυρίες τους αποκλειστικά με το κίνημα των αντιεμβολιαστών (ΕΔΩ), ή προβάλλοντας υποτιθέμενες περιστασιακές εσωτερικές διαφωνίες τους σχετικά με την απόκτηση του πιστοποιητικού εμβολιασμού (ΕΔΩ), που από τις 15 Οκτωβρίου έγινε υποχρεωτικό σε όλους τους χώρους εργασίας, η απεργία συνεχίζεται ακάθεκτη παρά την βίαιη απομάκρυνση των απεργών από το λιμάνι (ΕΔΩ) και πλέον το επίκεντρο της διαμαρτυρίας έχει μετατοπισθεί στην ίδια την καρδιά της πόλης, την Πλατεία Ιταλικής Ενότητας (Unità d’ Italia) (ΕΔΩ).
Παρά τη σκληρή επέμβαση της αστυνομίας για να διαλύσει την αλυσίδα, που εργαζόμενοι και αλληλέγγυοι είχαν δημιουργήσει στο λιμάνι (ΕΔΩ) και τις απειλές για νέα, παρόμοιου μένους, επέμβαση στην κεντρική πλατεία, η κεντρική επιτροπή αγώνα CLPT, ενάντια στις “θεσμικές” πιέσεις των κύριων συνδικάτων (CGIL, CISL, UIL) που πρόσκεινται σε κόμματα που στηρίζουν την δοτή κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι, δηλώνει πως οι καταλήψεις θα συνεχισθούν οπωσδήποτε μέχρι τις 20 του μηνός, ενόψει της συνάντησης στις 23 με τον αρμόδιο υπουργό Ανάπτυξης Στέφανο Παντουανέλι.
Η εκτεταμένη τούτη εκστρατεία καταστολής που έχει εξαπολύσει η ιταλική κυβέρνηση (ΕΔΩ) στόχο έχει να συσκοτίσει τα αδρά ταξικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά που ενσωματώνονται στην αντίδραση των λιμενεργατών. Αντίδραση που δεν είναι τυχαία και δεν απηχεί μοναχά την εμμονή κάποιων να μην εμβολιασθούν. Η προβολή που τυγχάνει η οιονεί εξέγερση εργατών και απλών πολιτών στην Τεργέστη σχετίζεται με τις συνθήκες εργασίας, που γεννήθηκαν και δρομολογούνται με γοργούς ρυθμούς από τις απορρυθμιστικές συνθήκες της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης και συντηρούνται πολλαπλώς από την εργοδοσία και την κυβέρνηση.
Στην απεργία των λιμενεργατών στην Τεργέστη, όπως για λίγο και στο λιμάνι της Γένοβας, αντανακλάται η δεινή θέση του κόσμου της εργασίας μέσα στο νέο πλαίσιο (ΕΔΩ) λειτουργίας του μοντέλου παραγωγής που επιβάλλουν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Ε.Ε., του κυβερνητικού θεματοφύλακά τους και του εργοδοτικού Κέρβερου της εφαρμογής τους. Σε καιρούς όπου η γραμμή παραγωγής στους τομείς των διεθνών μεταφορών και διακομιστικού εμπορίου αυξάνει τους ρυθμούς της και μειώνει τους μισθούς με πρόσχημα την πανδημία και την κρίση, όταν οι συνθήκες εργασίας καταλύονται με πρόσχημα την “υγειονομική ασφάλεια”, η αντίσταση των λιμενεργατών στο Τριέστε υπερβαίνει την απλή αντίδραση σε ένα μέτρο “κοινωνικής προστασίας”. Δεν είναι τυχαίο που από την πρώτη στιγμή προσέλκυσε τη συμπαράσταση πολλών άλλων κλάδων εργαζομένων (ΕΔΩ), που σήμερα εξακολουθούν να δίνουν τη μάχη για να κρατήσουν τις δουλειές ή τις επιχειρήσεις τους, που η αχαλίνωτη συσσώρευση του κεφαλαίου σε χέρια ολίγιστων με πρόφαση την πανδημία απειλεί να τους αφαιρέσει.
Η αλυσίδα των μεταφορών και του εμπορίου έχει αναδειχθεί στα χρόνια της πανδημίας σε κρίσιμη αιχμή για την κερδοφορία του κεφαλαίου και η όποια διατάραξη της λειτουργίας της την απειλεί άμεσα (ΕΔΩ). Τη στιγμή μάλιστα που λόγω της υποτέλειας της Ευρώπης στα μονοπώλια και την πολιτική των ΗΠΑ, το κόστος των μεταφορών έχει εκτιναχθεί, η σπάνις των πρώτων υλών γίνεται πιεστικότερη (ΕΔΩ) και συνακόλουθα εντείνεται η πίεση στους μισθούς, τα ωράρια, την ασφάλεια και τις εργασιακές συνθήκες. Η αποτυχία της συνεργασίας κομμάτων και “θεσμικών” συνδικάτων να θεσπίσουν προνοιακά μέτρα για να μετριάσουν την μισθολογική και κοινωνική πίεση της ακρίβειας, της ανεργίας και της ανεπάρκειας στην αγορά (ΕΔΩ), έχουν αυξήσει την κοινωνική δυσαρέσκεια, που ταξικά μέτρα, όπως το πιστοποιητικό εμβολιασμού στους χώρους εργασίας, ή στις δημόσιες εκδηλώσεις εν γένει, κορυφώνουν. Έτσι, οι διχαστικές προσπάθειες της ιταλικής κυβέρνησης να ταυτίσουν τον αγώνα με το κίνημα των αντιεμβολιαστών, που κινδυνεύει να βυθίσει στο χάος τη χώρα (ΕΔΩ), στόχο έχουν να καταρρακώσουν όποια μελλοντική προσπάθειά τους να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, να παγιώσουν τον διαχωρισμό εργατών σε “καλούς” και “κακούς”, που θα αμείβονται και θα εργάζονται σε συνθήκες ανάλογα με την κατάταξή τους, είτε θα απολύονται και θα αντικαθίστανται με περιστασιακούς και χαμηλά αμοιβόμενους ξένους ή Ιταλούς είλωτες. Ή που θα καλούνται να μειώσουν ακόμη περισσότερο τον πενιχρό μισθό τους, πληρώνοντας τα 15 ευρώ του τέστ (ΕΔΩ), προκειμένου να παραμείνουν στην εργασία τους, παρίες και δακτυλοδεικτούμενοι, κοινωνικά στιγματισμένοι. Παρά τον εκφοβισμό, που οδήγησε σε μαζικούς εμβολιασμούς, δύο εκατομμύρια ανεμβολίαστοι εργαζόμενοι κινδυνεύουν να απωλέσουν τη θέση εργασίας τους (ΕΔΩ). Η ένωση βιομηχάνων, υπό τον ανεκδιήγητο πρόεδρό της Κάρλο Μπονόμι τεχνηέντως έχει συνδέσει τον κίνδυνο μολύνσεων με την υποτιθέμενη ανάπτυξη του 6,1% (ΕΔΩ) και πιέζει στην εφαρμογή του μέτρου, που θα διευκολύνει και με τη βούλα του κράτους τις απολύσεις και τη μείωση του κόστους εργασίας. Τη στιγμή που στη χώρα τα εργατικά ατυχήματα, παρά τη σχετική κάμψη των θανάτων, τείνουν να λάβουν μορφή επιδημίας (ΕΔΩ), απασχολώντας τα μέσα ενημέρωσης και προκαλώντας ανησυχία έως τα υψηλότερα κλιμάκια της πολιτικής ηγεσίας, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να συμπεριλάβει in extremis το διάταγμα για την ασφάλεια στην εργασία στο φετινό κείμενο του προϋπολογισμού (ΕΔΩ).
Η “εξέγερση” των λιμενεργατών στην Τεργέστη, μία πόλη που από καιρό πλήττεται α ()πό την ανεργία και την αποβιομηχάνιση, είχε και διατηρεί απαραχάρακτα κοινωνικά και αντιφασιστικά χαρακτηριστικά, όπως έχει αποδείξει η εμπειρία στους δρόμους και στο λιμάνι, όπου αποκλείστηκε κάθε ακροδεξιά φωνή και πρόκληση (ΕΔΩ), σε αντίθεση με ό,τι συνέβη την περασμένη εβδομάδα στη Ρώμη. Δεν είναι τυχαίο, που στην συζήτηση στο κοινοβούλιο για την επίθεση των ακροδεξιών στην έδρα της συνδικαλιστικής οργάνωσης CGIL στις 9 Οκτωβρίου, η ηγέτιδα του νεοφασιστικού κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, προσπάθησε να συνδέσει με τη γνωστή θεωρία των δύο άκρων τα επονείδιστα γεγονότα της Ρώμης με την επέμβαση στην Τεργέστη (ΕΔΩ). Η σύμπλευση με το κίνημα των αντιεμβολιαστών, που στις δημοτικές εκλογές στην Τεργέστη υπό τη σημεία του 3 V (Vaccini Vogliamo Verità = Θέλουμε την αλήθεια για τα εμβόλια) είχε με ποσοστό 4,5% σημειώσει το καλύτερο αποτέλεσμα απ’ όσες αντίστοιχες τοπικές παρατάξεις είχαν εκτεθεί στη λαϊκή ψήφο.
Και τούτο γιατί το κίνημα τούτο έχει εγκάρσιες διαπερατότητες στην κοινωνία και συναιρεί πολλές και διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, που επιζητούν πολιτική εκπροσώπηση για τα ιδιαίτερα προβλήματα του τόπου και όχι επειδή αναζητεί στήριξη και αντίλαλο για το “ψέκασμα”. Ο ίδιος ο εκπρόσωπος των απεργών Στέφανο Πούτσερ, στην επιστολή παραίτησης από τη θέση (αλλά όχι αποχώρησης από το κίνημα) (ΕΔΩ) τονίζει πως ο αγώνας για να αποσυρθεί το μέτρο της υποχρεωτικότητας του πιστοποιητικού δεν δίνεται για τους λιμενεργάτες στην Τεργέστη, αλλά για όλους τους εργαζομένους στην Ιταλία. Την ώρα που η κυβέρνηση αποδεικνύεται ανήμπορη να σταματήσει την αποχώρηση της Whirlpool από τη Νάπολη και την απόλυση 321 εργαζομένων (ΕΔΩ) και το κλείσιμο των εργοστασίων της GNK βρίσκεται επί θύραις, η “καταδίωξη” των μη εμβολιασμένων εργαζομένων ακούγεται ως ένα παραμύθι στο οποίο ο δράκος είναι ο εργαζόμενος και όχι η αυθαιρεσία της εργοδοσίας.
Ο αγώνας στην Τεργέστη έχει καθολικά χαρακτηριστικά, διαχέεται σιγά-σιγά στην κοινωνία και όχι μόνον την τοπική: ο επανεκλεγείς δεξιός δήμαρχος Ρομπέρτο Ντιπιάτσα “καταγγέλλει” πως οι καταληψίες της Πλατείας Unita’ d’ Italia είναι ξενόφερτοι και όχι οι “χρηστοί” δημότες της Τεργέστης. Μέσα από την απεργία των λιμενεργατών είναι έκδηλο το γεγονός ότι η κρίση δίνει την ευκαιρία να ξεπηδήσουν νέα πολιτικά υποκείμενα, γεννήματα και εκφράσεις των συνθηκών, που επιζητούν την ανατροπή των καθορισμένων αντικειμενικών σχέσεων που τους επιβάλλονται.
Και τούτος είναι ο λόγος, που ο αστικός Τύπος προσπαθεί να δυσφημίσει το κίνημα και να διασπάσει την ενότητα των εργαζομένων με τους πολίτες (ΕΔΩ), πασχίζοντας να συσκοτίσει ότι η εν γένει προσπάθεια κυβέρνησης και εργοδοσίας, όχι μόνον απέναντι στην απεργία στην Τεργέστη, μοιάζει να λαμβάνει τα χαρακτηριστικά του Κράτους-Κρίση όπως το περιέγραφε ο Τόνι Νέγκρι με χαρακτηριστικά: (α) τη γοργή μετάβαση από το “κράτος πρόνοιας” (welfare state) στο “κράτος πολέμου” (warfare state), β) την αρνητική χρήση του κεϋνσιανισμού προς όφελος της αγοράς (ευρωπαϊκά κεφάλαια του Υπερταμείου Ανάκαμψης προς το μεγάλο κεφάλαιο), (γ) τις επιθέσεις ενάντια στην ομοψυχία της ταξικής σύνθεσης (αντιεμβολιαστές κτλ.) και (δ) την μαζική πολιτικο-οικονομική παλλινόστηση της “Νέας Δεξιάς”, με άξονα την παραγωγικότητα και τη “συναίνεση”, ώστε να ανασυντάξει την πολυδιασπασμένη εργατική τάξη σε νέες θεσμικές και κρατικές αξίες, που οι μηχανισμοί της χαλκεύουν.
Και τούτος είναι ο λόγος, που ο αστικός Τύπος προσπαθεί να δυσφημίσει το κίνημα και να διασπάσει την ενότητα των εργαζομένων με τους πολίτες (ΕΔΩ), πασχίζοντας να συσκοτίσει ότι η εν γένει προσπάθεια κυβέρνησης και εργοδοσίας, όχι μόνον απέναντι στην απεργία στην Τεργέστη, μοιάζει να λαμβάνει τα χαρακτηριστικά του Κράτους-Κρίση όπως το περιέγραφε ο Τόνι Νέγκρι με χαρακτηριστικά: (α) τη γοργή μετάβαση από το “κράτος πρόνοιας” (welfare state) στο “κράτος πολέμου” (warfare state), β) την αρνητική χρήση του κεϋνσιανισμού προς όφελος της αγοράς (ευρωπαϊκά κεφάλαια του Υπερταμείου Ανάκαμψης προς το μεγάλο κεφάλαιο), (γ) τις επιθέσεις ενάντια στην ομοψυχία της ταξικής σύνθεσης (αντιεμβολιαστές κτλ.) και (δ) την μαζική πολιτικο-οικονομική παλλινόστηση της “Νέας Δεξιάς”, με άξονα την παραγωγικότητα και τη “συναίνεση”, ώστε να ανασυντάξει την πολυδιασπασμένη εργατική τάξη σε νέες θεσμικές και κρατικές αξίες, που οι μηχανισμοί της χαλκεύουν.
* Ο Γιώργης-Βύρων Δάβος εργάζεται ως δημοσιογράφος και κριτικός Τέχνης και διδάσκει Αισθητική στην Ακαδημία της Μπρέρα (Μιλάνου) και Κοινωνιογλωσσολογία και Λογική Φιλοσοφία της Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Βίγο (Ισπανία), ενώ στον ελεύθερο χρόνο του….γράφει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου