Πριν λίγο καιρό, δύο επίλεκτα στελέχη της συριζικής «κατάστασης» έκαναν λόγο για την κοινωνική διαθεσιμότητα. Ο πρώτος ήταν ο Αλέξης Χαρίτσης, που δήλωνε στο Kalamata Journal: «Είναι αλήθεια πως σήμερα υπάρχει συνολικά μικρότερη κοινωνική διαθεσιμότητα σε σχέση με το παρελθόν για συμμετοχή με ενεργό τρόπο στο πολιτικό γίγνεσθαι, είναι η λεγόμενη κρίση του κομματικού φαινομένου» (9/12/2020). Ο δεύτερος, ο πιο γνωστός ιδιαίτερα με τα έργα του στο χώρο των αδειών για τα ΜΜΕ, Νίκος Παπάς, δήλωνε πως «την κοινωνική διαθεσιμότητα πρέπει να την κάνουμε πολλαπλασιαστική δύναμη για την πολιτική αλλαγή» (30/5/2022).Η πρώτη δήλωση έγινε μετά από μια εκλογική ήττα (του 2019), η άλλη μέσα σε προεκλογική περίοδο. Και οι δύο όμως αναφέρονται στην «κοινωνική διαθεσιμότητα». Ο ένας παρατηρεί την υποχώρησή της, ο άλλος την επικαλείται, επειδή αυτή διαθέτει μια πολλαπλασιαστική δύναμη για την επίτευξη των στόχων του κόμματός του.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε (και να σκεφτούμε) πάνω στο ζήτημα της κοινωνικής διαθεσιμότητας: τι αφορά, τι είναι, αν υπάρχει, αν υποχωρεί, αν μπορεί να ξαναεμφανιστεί και με ποιο τρόπο, τι την συγκροτεί, τι την αποσυναρμολογεί.
Με πολύ γενικούς όρους, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κοινωνική διαθεσιμότητα αφορά τη συμμετοχή ευρύτερων στρωμάτων του πληθυσμού γενικά στα κοινά, στην πολιτική διαδικασία, σε όλα τα προβλήματα που προκύπτουν και αφορούν την κοινωνία. Αντιδιαστέλλεται δηλαδή με τη σκέτη αντιπροσώπευση από κάποιους ειδικούς ή επαγγελματίες (της πολιτικής, της αυτοδιοίκησης κ.λπ.), και φυσικά μετριέται όχι μόνο με δημοσκοπήσεις (εν πολλοίς κατευθυνόμενες) αλλά με την πραγματική συμμετοχή, με το γενικό κοινό αίσθημα, με τους αγώνες, με τις διεκδικήσεις, με τη διαμαρτυρία, με την προβολή αιτημάτων και με την κινητοποίηση των άμεσων ενδιαφερομένων.
Η κοινωνική διαθεσιμότητα προσδιορίζεται από το στοιχείο μιας κοινωνίας σε κίνηση, μιας κοινωνίας της οποίας τα μέλη δεν είναι παθητικοποιημένα, περιθωριοποιημένα, απληροφόρητα, αποπροσανατολισμένα, κατευθυνόμενα. Η τρέχουσα (αστική) οπτική για το ζήτημα περιορίζει την κοινωνική διαθεσιμότητα απλά και μόνο στην ψήφο, κι αυτό πολύ διαφορετικά από ό,τι πριν μερικές δεκαετίες: Συστηματικά αποθαρρύνεται η συμμετοχή, οι εκλογές δεν αφορούν κρίσιμα ζητήματα, δεν υπάρχει διευκόλυνση της έκφρασης όλων των πολιτών και όλων των πολιτικών κομμάτων, δεσπόζουν απαγορεύσεις και περιορισμοί, αποκλείονται ολόκληρες ομάδες. Τέλος, με την εισαγωγή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας σε πληθώρα συνδικαλιστικών χώρων έχει καταργηθεί ακόμα και η φυσική παρουσία σε συνελεύσεις, απολογισμούς, ελέγχους κ.λπ. Όλα αυτά ως τάσεις υπήρχαν και από τα τέλη του 20ού αιώνα. Σήμερα περνάμε σε νέες κατεργασίες και χειρισμούς, που οδηγούν σε πολύ μεγαλύτερη περιθωριοποίηση του κοινωνικού σώματος από διαδικασίες στις οποίες θα έπρεπε να έχει παρουσία και συμμετοχή.
Θα ξεκινήσουμε με ένα άλμα στο παρελθόν: στην αυγή των αστικών επαναστάσεων, σχεδόν στον 18ο αιώνα. Θέλουμε μ’ αυτό να δείξουμε πόσο έχουμε απομακρυνθεί από κάποιες διακηρύξεις και αρχές, και να θυμίσουμε ορισμένες κεντρικές ιδέες που σημάδεψαν την είσοδο πλατιών μαζών στην πολιτική ζωή των κοινωνιών όπως τότε διαμορφώνονταν. Στα πρώτα βήματα των αστικών επαναστάσεων, λοιπόν, βλέπουμε να τίθεται το ζήτημα των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη σε διαφορετική βάση από ό,τι στις φεουδαλικές κοινωνίες. Για παράδειγμα:
► Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ (4/7/1776) θεωρεί ως «συγκεκριμένα απαραβίαστα δικαιώματα, το δικαίωμα στη Ζωή, το δικαίωμα στην Ελευθερία, και το δικαίωμα στην επιδίωξη της Ευτυχίας». Μάλιστα προειδοποιεί πως «όποτε μια μορφή κυβέρνησης γίνεται καταστροφική για τους σκοπούς αυτούς, είναι δικαίωμα του Λαού να την αλλάξει ή να την καταργήσει, και να εγκαταστήσει νέα κυβέρνηση, θέτοντας τα θεμέλιά της σε τέτοιες αρχές και οργανώνοντας τις εξουσίες της σε τέτοια μορφή, ώστε να φανεί πιθανότερο να επιφέρει την Ασφάλεια και την Ευτυχία του. […] Όταν όμως μια μακρά σειρά καταχρήσεων και σφετερισμών, συνεχώς με τον ίδιο σκοπό, μαρτυρά πλεκτάνη υποταγής του Λαού στον απόλυτο δεσποτισμό, είναι δικαίωμά του, είναι καθήκον του, να αποτινάξει μια τέτοια κυβέρνηση».
► Η Γαλλική Επανάσταση πάει πιο πέρα το θέμα, διότι συνδέει το ζήτημα του «δικαιώματος της ευτυχίας» με ορισμένες πλευρές του κοινωνικού ζητήματος: Στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, του 1793, διατρανώνει ότι ο σκοπός της κοινωνίας είναι η κοινή ευτυχία. Το άρθρο 1 ορίζει: «Σκοπός της κοινωνίας είναι η καθολική ευημερία. Η κυβέρνηση υπάρχει για να εγγυάται στον άνθρωπο ότι θα απολαμβάνει τα φυσικά και αναφαίρετα δικαιώματά του».
► Αλλά, για να κατανοήσουμε καλύτερα για ποιαν ευτυχία πρόκειται σε αυτήν την περίπτωση, στο άρθρο 21 αναφέρεται πως: «Η δημόσια πρόνοια είναι χρέος ιερό. Η κοινωνία πρέπει να προνοεί για τη συντήρηση των δύστυχων πολιτών, είτε μέσω της προσφοράς εργασίας, είτε μέσω της εξασφάλισης των μέσων επιβίωσης σε όσους δεν είναι σε θέση να εργαστούν». Ας δούμε και το άρθρο 9, για να θυμίσουμε κάτι προς τη δικαστική εξουσία: «Ο νόμος πρέπει να προστατεύει τη δημόσια και την ατομική ελευθερία ενάντια στην καταπίεση αυτών που κυβερνούν».
► Για τη φορολογία, άρθρο 20: «Κανένας φόρος δεν μπορεί να επιβληθεί, παρά μόνο αν αποβλέπει σε δημόσιο συμφέρον. Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν στη διαμόρφωση των φόρων, στην επίβλεψη της κατανομής τους και στον έλεγχο της διαχείρισής τους». Για τους καταχραστές της εξουσίας, άρθρο 31: «Τα εγκλήματα των εντολοδόχων του λαού και των εκπροσώπων τους δεν πρέπει ποτέ να μένουν ατιμώρητα. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να απαιτήσει για τον εαυτό του μεγαλύτερη ανοχή στην παράβαση από άλλους πολίτες».
► Ακόμα πιο εμφατικά για το κοινωνικό ζήτημα, στο άρθρο 34: «Ολόκληρο το κοινωνικό σώμα καταπιέζεται, όταν καταπιέζεται έστω και ένα μόνο μέλος του. Και κάθε μέλος καταπιέζεται, όταν καταπιέζεται ολόκληρο το κοινωνικό σώμα». Και τέλος το ουσιώδες, άρθρο 35: «Όταν η κυβέρνηση παραβιάζει τα δικαιώματα του λαού, η επανάσταση είναι για τον λαό, και για κάθε μερίδα του, το πιο ιερό δικαίωμα και το πιο αναγκαίο καθήκον».
► Σε αυτό το πνεύμα ο Σεν-Ζιστ, λίγους μήνες πριν καρατομηθεί στην γκιλοτίνα, είχε κάνει την περίφημη δήλωση «Η ευτυχία είναι μια νέα ιδέα στην Ευρώπη». Φεβρουάριος του 1794… Η αστική τάξη πραγμάτων δεν μπορούσε να ανεχθεί αυτόν τον ριζοσπαστισμό. Γρήγορα ήρθε η παλινόρθωση και ο συμβιβασμός με τα φεουδαρχικά στρώματα ενάντια σε ένα νέο υποκείμενο που είχε κάνει ήδη την εμφάνισή του. Ο Μπαμπέφ (από τους πρόδρομους του κομμουνισμού) στη δίκη του θα αναφερθεί στον Σεν-Ζιστ: «Η ευτυχία είναι μια νέα ιδέα στην Ευρώπη. Να μην ανέχεστε το να υπάρχει στο κράτος έστω και ένας μόνον φτωχός ή δυστυχισμένος, να διακηρύσσετε ότι δεν θέλετε πλέον στο γαλλικό έδαφος ούτε έναν δυστυχισμένο, ούτε έναν καταπιεστή. Οι δυστυχισμένοι είναι οι δυνάμεις της γης, αυτοί έχουν το δικαίωμα να μιλούν σαν αφέντες στις κυβερνήσεις που τους παραμελούν».
► O Ρουσό, απαντώντας στις θεωρίες ότι οι φτωχοί είναι πιο ευτυχισμένοι από τους πλούσιους, αναφέρει: «Αυτός, ο πλούσιος, βλέπει δίχως έλεος εκείνους τους δυστυχισμένους, που καταπιέζονται από μιαν αδιάκοπη εργασία, να βγάζουν με δυσκολία λίγο ξερό και μαύρο ψωμί, που χρησιμεύει στο να παρατείνει την αθλιότητά τους. Ο πλούσιος δεν βρίσκει παράξενο που το προϊόν είναι αντιστρόφως ανάλογο προς την εργασία τους, και που ένας ανελέητος και φιλήδονος χαραμοφάης χοντραίνει με τον ιδρώτα ενός εκατομμυρίου εξαθλιωμένων, εξουθενωμένων από τον μόχθο και από την ανάγκη. Είναι η κατάστασή τους, λέει αυτός –δηλαδή ο πλούσιος– έτσι γεννήθηκαν! Η συνήθεια όλα τα εξομοιώνει και εγώ δεν είμαι πιο ευτυχισμένος κάτω από τα πλούσια ταβάνια μου από έναν γελαδάρη στην καλύβα του ή από το βόδι στον στάβλο του»…
Ο Ντομένικο Λοσούρντο, σχολιάζοντας αυτήν την παρατήρηση του Ρουσό, ο οποίος καταγγέλλει το παραμύθι που προσδίδει ευτυχία στον φτωχό παρά την αθλιότητά του, θα σημειώσει: «Το παραμύθι είναι πιστευτό στον βαθμό ακριβώς που ο γελαδάρης δεν κατατάσσεται στην κατηγορία του ανθρώπου, αλλά εξομοιώνεται κατά κάποιον τρόπο με το βόδι στον στάβλο του».
Αυτά όλα είναι ένα «κακό παρελθόν». Μαζί με τις επαναστάσεις που θα συγκλονίσουν τον 20ό αιώνα, μαζί με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, μαζί με τη μαζική είσοδο των λαών στον στίβο της ιστορίας.
Μια μικρή υπενθύμιση: αυτές οι ηχηρές διακηρύξεις και ανατροπές γίνονταν πάντα ενόσω υπήρχε έντονη «κοινωνική διαθεσιμότητα». Ακόμα στη χώρα μας οι ίδιες ανάγκες, «ελευθερία, δικαιοσύνη, ανεξαρτησία, δημοκρατία, κοινωνική ευτυχία», προβλήθηκαν και ταρακούνησαν καθεστώτα μέσα σε μια έντονη κοινωνική διαθεσιμότητα, εξεγέρσεις, επαναστάσεις, παλλαϊκούς αγώνες. Η ηχώ αυτών των αναγκών ακούστηκε έντονα και στις Πλατείες πρόσφατα, άσχετα αν σήμερα όλο το πολιτικό σύστημα και η διανόηση τις καταδικάζει και τις αποδίδει στην ακροδεξιά και στους φασίστες. Στις Πλατείες ο λαός κινήθηκε και απαίτησε να τιμωρηθούν όσοι ευθύνονταν για την χρεοκοπία, έδειξε την εχθρότητά του προς το πολιτικό σύστημα, τα ΜΜΕ και τους τροϊκανούς, απαίτησε πραγματική δημοκρατία. Η κοινωνική διαθεσιμότητα δεν εξαντλείται όμως μόνο στην κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά σε όλους τους χώρους της κοινωνίας, με τη μορφή της αλληλεγγύης, της προσφοράς, της συμμετοχής.
Σήμερα το τοπίο είναι διαφορετικό. Πολύ διαφορετικό.
Το σύστημα διαρκώς επεξεργάζεται πολιτικές και τεχνικές για να μπορέσει να ποδηγετήσει τη λαϊκή δυσφορία, τη δυσαρέσκεια για τη διευρυνόμενη εκμετάλλευση, καταπίεση, αλλοτρίωση, αποξένωση. Βγάζει διαρκώς μαθήματα από όσα συμβαίνουν, και προσπαθεί να κρατήσει σε ορισμένα ανεκτά επίπεδα τη λαϊκή αγανάκτηση. Αυτό γίνεται με πολλούς τρόπους. Κύρια αιχμή όλων αυτών των διαδικασιών είναι η πλήρης, η απόλυτη αν γίνεται, χειραγώγηση σε κοινωνικό επίπεδο πρώτα, και δευτερευόντως σε πολιτικό επίπεδο. Διότι, αν επιτευχθεί σε κοινωνικό επίπεδο η χειραγώγηση, τότε το μανιπουλάρισμα του πολιτικού, ακόμα και σε περίοδο ενδορρήξεων και κρίσης προσανατολισμού ή ανταγωνισμού ανάμεσα σε μερίδες των κυρίαρχων ελίτ, είναι σχετικά εύκολη υπόθεση. Και θεωρητικά απομακρύνει την εισβολή της «μάζας» στο προσκήνιο. Τα ισχυρά εργαλεία της κοινωνικής χειραγώγησης στις μέρες μας είναι:
► Η απόλυτη κατασκευή μιας «πραγματικότητας» με τις ψευδείς ειδήσεις, τις μισοψευδείς ειδήσεις, με τον καταιγισμό εικόνων και πληροφοριών που δεν υπόκεινται σε κανέναν έλεγχο και απόδειξη, με τη συστηματική καλλιέργεια φόβου για επερχόμενες καταστροφές.
► Ο έλεγχος και η παρακολούθηση κάθε κίνησης, κάθε κλίσης, κάθε επιθυμίας, κάθε αντίδρασης, κάθε πτυχής της ζωής όλων των πολιτών. Ο βιοπολιτικός έλεγχος χάρη στις δυνατότητες που δίνει ο ψηφιακός καπιταλισμός.
► Η αποικιοποίηση της συνείδησης και η διάλυση κάθε κριτηρίου για το τι είναι σωστό και τι λάθος, τι καλό και τι κακό. Η κατάργηση κάθε ορίου σε όλα τα ζητήματα, η κατάργηση της ηθικής σε όλες τρις διαστάσεις.
► Η ανακήρυξη συνεχώς διαρκών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης. Οι πανδημίες, η «κλιματική αλλαγή», ο πόλεμος και η πολεμική οικονομία, η εγκληματικότητα, το αβέβαιο, το απροσδόκητο κ.λπ. επιβάλλουν έκτακτα μέτρα, καθολικά μέτρα, που κέντρο τους έχουν τη διάλυση της κοινωνικότητας, την παθητικοποίηση, τον φόβο και τρόμο. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι η πιο βολική συνθήκη ώστε, εν μέσω πολυοργανικής κρίσης και οξυνόμενων ανταγωνισμών, να κρατιέται πειθαναγκασμένη η κοινωνία στις επιλογές των ελίτ.
Μέσα στους «πειρασμούς» του κεφαλαίου στις μέρες μας ξεχωρίζει ο πειρασμός της απόλυτης χειραγώγησης. Οι πρόβες «παγκόσμιου πραξικοπήματος» με την επιβολή των πολιτικών για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι αποκαλυπτικές: το σύστημα σήμερα πρέπει να διαχειριστεί όχι απλά μια περίσσεια εργατικής δύναμης για την εμπέδωση ενός κοινωνικού συμβολαίου αποδεκτού από τις κοινωνίες, αλλά, μέσα από την ανατίναξη κάθε φραγμού και κάθε συμβολαίου, να διαχειριστεί ολόκληρους πληθυσμούς σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό είναι το περιεχόμενου του Μεγάλου Χειρισμού. Στα πλαίσιά του, μια κατάσταση μόνιμου προληπτικού συναγερμού που επηρεάζει όλους, και όπου όλοι πρέπει να είναι σε επιφυλακή (δηλαδή παθητικοποιημένοι και πειθήνιοι να δέχονται κάθε απόφαση) για όποια συμφορά προκύψει.
Αίσθηση παντοδυναμίας των ελίτ
Η κατάσταση είναι τέτοια που οι ελίτ έχουν την αίσθηση μιας παντοδυναμίας μέσω της χειραγώγησης που περιγράψαμε. Αυτή η αίσθηση της παντοδυναμίας τις οδηγεί στο να το «τερματίζουν» με κάθε τρόπο. Σε αυτό το πλαίσιο, ματαιώνουν κάθε μέλλον, απαγορεύουν την ελπίδα. Η μόνη «ελπίδα» για τους υποτελείς είναι να αντέξουν και να επιβιώσουν τη σημερινή συμφορά και όποια νέα έρχεται.
Οι ελίτ, ιδιαίτερα οι δυτικές ελίτ, ανακήρυξαν ως μεγάλη απειλή για τις κοινωνίες τον «εθνολαϊκισμό», την «ακροδεξιά και τον φασισμό». Πάνω σε αυτό το μοτίβο και σκηνικό θέλησαν να απωθήσουν και να δυσφημίσουν κάθε λαϊκή και εθνική κινητοποίηση, κάθε υπεράσπιση ή διεκδίκηση μεγάλων ταυτοτήτων και νοημάτων απέναντι στον παγκοσμιοποιητικό ισοπεδωτισμό. Οι ελίτ είναι ενωμένες –παρά τις αντιθέσεις τους– στον πλήρη κοινωνικό έλεγχο, στον έλεγχο επί της κοινωνίας.
Το πρόσφατο παράδειγμα της Βραζιλίας και η ομόθυμη καταδίκη της κίνησης οπαδών του Μπολσονάρου, εντάσσεται όχι σε μια ομόθυμη υποστήριξη της δημοκρατίας, αλλά σε μια ομόθυμη συμπαράταξη απέναντι στον κίνδυνο αμφισβήτησης και εισβολής των μαζών στο προσκήνιο. Το «παιχνίδι» πρέπει οπωσδήποτε να παιχθεί χωρίς αυτές, εν τη απουσία τους και μέσα στην παθητικοποίησή τους. Ποιο άλλο νόημα μπορεί να δοθεί στην ομοθυμία υποστήριξης του Λούλα, από ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ευρωπαίους, Λατινοαμερικάνους ηγέτες, αριστερά, Ν.Δ. κ.ο.κ., όλων μαζί ομιλούντων για τη δημοκρατία; Σε όλα τα ΜΜΕ του κόσμου η κινητοποίηση-οπερέτα στην Μπραζίλια ήταν πρώτη είδηση, μαζί με την ταυτόχρονη υποστήριξη του Λούλα. Κάτι άλλο συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας.
*****
Παραμένει το ερώτημα του τίτλου μας: Είναι δυνατή μια νέα κοινωνική διαθεσιμότητα; Το άλμα που κάναμε στο παρελθόν, τα 200 και πάνω χρόνια που μεσολάβησαν, έχουν ένα ειδικό περιεχόμενο που μπορεί να εξηγήσει το πώς και γιατί φθάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Σε αυτά θα αναφερθούμε στο επόμενο φύλλο.
Σήμερα περνάμε σε νέες κατεργασίες και χειρισμούς, που οδηγούν σε πολύ μεγαλύτερη περιθωριοποίηση του κοινωνικού σώματος από διαδικασίες στις οποίες θα έπρεπε να έχει παρουσία και συμμετοχήΗ σημερινή συστημική «σύμβαση»: αντιμετωπίζοντας ένα επικίνδυνο παρελθόν
Θα ξεκινήσουμε με ένα άλμα στο παρελθόν: στην αυγή των αστικών επαναστάσεων, σχεδόν στον 18ο αιώνα. Θέλουμε μ’ αυτό να δείξουμε πόσο έχουμε απομακρυνθεί από κάποιες διακηρύξεις και αρχές, και να θυμίσουμε ορισμένες κεντρικές ιδέες που σημάδεψαν την είσοδο πλατιών μαζών στην πολιτική ζωή των κοινωνιών όπως τότε διαμορφώνονταν. Στα πρώτα βήματα των αστικών επαναστάσεων, λοιπόν, βλέπουμε να τίθεται το ζήτημα των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη σε διαφορετική βάση από ό,τι στις φεουδαλικές κοινωνίες. Για παράδειγμα:
► Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ (4/7/1776) θεωρεί ως «συγκεκριμένα απαραβίαστα δικαιώματα, το δικαίωμα στη Ζωή, το δικαίωμα στην Ελευθερία, και το δικαίωμα στην επιδίωξη της Ευτυχίας». Μάλιστα προειδοποιεί πως «όποτε μια μορφή κυβέρνησης γίνεται καταστροφική για τους σκοπούς αυτούς, είναι δικαίωμα του Λαού να την αλλάξει ή να την καταργήσει, και να εγκαταστήσει νέα κυβέρνηση, θέτοντας τα θεμέλιά της σε τέτοιες αρχές και οργανώνοντας τις εξουσίες της σε τέτοια μορφή, ώστε να φανεί πιθανότερο να επιφέρει την Ασφάλεια και την Ευτυχία του. […] Όταν όμως μια μακρά σειρά καταχρήσεων και σφετερισμών, συνεχώς με τον ίδιο σκοπό, μαρτυρά πλεκτάνη υποταγής του Λαού στον απόλυτο δεσποτισμό, είναι δικαίωμά του, είναι καθήκον του, να αποτινάξει μια τέτοια κυβέρνηση».
► Η Γαλλική Επανάσταση πάει πιο πέρα το θέμα, διότι συνδέει το ζήτημα του «δικαιώματος της ευτυχίας» με ορισμένες πλευρές του κοινωνικού ζητήματος: Στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, του 1793, διατρανώνει ότι ο σκοπός της κοινωνίας είναι η κοινή ευτυχία. Το άρθρο 1 ορίζει: «Σκοπός της κοινωνίας είναι η καθολική ευημερία. Η κυβέρνηση υπάρχει για να εγγυάται στον άνθρωπο ότι θα απολαμβάνει τα φυσικά και αναφαίρετα δικαιώματά του».
► Αλλά, για να κατανοήσουμε καλύτερα για ποιαν ευτυχία πρόκειται σε αυτήν την περίπτωση, στο άρθρο 21 αναφέρεται πως: «Η δημόσια πρόνοια είναι χρέος ιερό. Η κοινωνία πρέπει να προνοεί για τη συντήρηση των δύστυχων πολιτών, είτε μέσω της προσφοράς εργασίας, είτε μέσω της εξασφάλισης των μέσων επιβίωσης σε όσους δεν είναι σε θέση να εργαστούν». Ας δούμε και το άρθρο 9, για να θυμίσουμε κάτι προς τη δικαστική εξουσία: «Ο νόμος πρέπει να προστατεύει τη δημόσια και την ατομική ελευθερία ενάντια στην καταπίεση αυτών που κυβερνούν».
► Για τη φορολογία, άρθρο 20: «Κανένας φόρος δεν μπορεί να επιβληθεί, παρά μόνο αν αποβλέπει σε δημόσιο συμφέρον. Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν στη διαμόρφωση των φόρων, στην επίβλεψη της κατανομής τους και στον έλεγχο της διαχείρισής τους». Για τους καταχραστές της εξουσίας, άρθρο 31: «Τα εγκλήματα των εντολοδόχων του λαού και των εκπροσώπων τους δεν πρέπει ποτέ να μένουν ατιμώρητα. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να απαιτήσει για τον εαυτό του μεγαλύτερη ανοχή στην παράβαση από άλλους πολίτες».
► Ακόμα πιο εμφατικά για το κοινωνικό ζήτημα, στο άρθρο 34: «Ολόκληρο το κοινωνικό σώμα καταπιέζεται, όταν καταπιέζεται έστω και ένα μόνο μέλος του. Και κάθε μέλος καταπιέζεται, όταν καταπιέζεται ολόκληρο το κοινωνικό σώμα». Και τέλος το ουσιώδες, άρθρο 35: «Όταν η κυβέρνηση παραβιάζει τα δικαιώματα του λαού, η επανάσταση είναι για τον λαό, και για κάθε μερίδα του, το πιο ιερό δικαίωμα και το πιο αναγκαίο καθήκον».
► Σε αυτό το πνεύμα ο Σεν-Ζιστ, λίγους μήνες πριν καρατομηθεί στην γκιλοτίνα, είχε κάνει την περίφημη δήλωση «Η ευτυχία είναι μια νέα ιδέα στην Ευρώπη». Φεβρουάριος του 1794… Η αστική τάξη πραγμάτων δεν μπορούσε να ανεχθεί αυτόν τον ριζοσπαστισμό. Γρήγορα ήρθε η παλινόρθωση και ο συμβιβασμός με τα φεουδαρχικά στρώματα ενάντια σε ένα νέο υποκείμενο που είχε κάνει ήδη την εμφάνισή του. Ο Μπαμπέφ (από τους πρόδρομους του κομμουνισμού) στη δίκη του θα αναφερθεί στον Σεν-Ζιστ: «Η ευτυχία είναι μια νέα ιδέα στην Ευρώπη. Να μην ανέχεστε το να υπάρχει στο κράτος έστω και ένας μόνον φτωχός ή δυστυχισμένος, να διακηρύσσετε ότι δεν θέλετε πλέον στο γαλλικό έδαφος ούτε έναν δυστυχισμένο, ούτε έναν καταπιεστή. Οι δυστυχισμένοι είναι οι δυνάμεις της γης, αυτοί έχουν το δικαίωμα να μιλούν σαν αφέντες στις κυβερνήσεις που τους παραμελούν».
► O Ρουσό, απαντώντας στις θεωρίες ότι οι φτωχοί είναι πιο ευτυχισμένοι από τους πλούσιους, αναφέρει: «Αυτός, ο πλούσιος, βλέπει δίχως έλεος εκείνους τους δυστυχισμένους, που καταπιέζονται από μιαν αδιάκοπη εργασία, να βγάζουν με δυσκολία λίγο ξερό και μαύρο ψωμί, που χρησιμεύει στο να παρατείνει την αθλιότητά τους. Ο πλούσιος δεν βρίσκει παράξενο που το προϊόν είναι αντιστρόφως ανάλογο προς την εργασία τους, και που ένας ανελέητος και φιλήδονος χαραμοφάης χοντραίνει με τον ιδρώτα ενός εκατομμυρίου εξαθλιωμένων, εξουθενωμένων από τον μόχθο και από την ανάγκη. Είναι η κατάστασή τους, λέει αυτός –δηλαδή ο πλούσιος– έτσι γεννήθηκαν! Η συνήθεια όλα τα εξομοιώνει και εγώ δεν είμαι πιο ευτυχισμένος κάτω από τα πλούσια ταβάνια μου από έναν γελαδάρη στην καλύβα του ή από το βόδι στον στάβλο του»…
Ο Ντομένικο Λοσούρντο, σχολιάζοντας αυτήν την παρατήρηση του Ρουσό, ο οποίος καταγγέλλει το παραμύθι που προσδίδει ευτυχία στον φτωχό παρά την αθλιότητά του, θα σημειώσει: «Το παραμύθι είναι πιστευτό στον βαθμό ακριβώς που ο γελαδάρης δεν κατατάσσεται στην κατηγορία του ανθρώπου, αλλά εξομοιώνεται κατά κάποιον τρόπο με το βόδι στον στάβλο του».
Αυτά όλα είναι ένα «κακό παρελθόν». Μαζί με τις επαναστάσεις που θα συγκλονίσουν τον 20ό αιώνα, μαζί με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, μαζί με τη μαζική είσοδο των λαών στον στίβο της ιστορίας.
Μια μικρή υπενθύμιση: αυτές οι ηχηρές διακηρύξεις και ανατροπές γίνονταν πάντα ενόσω υπήρχε έντονη «κοινωνική διαθεσιμότητα». Ακόμα στη χώρα μας οι ίδιες ανάγκες, «ελευθερία, δικαιοσύνη, ανεξαρτησία, δημοκρατία, κοινωνική ευτυχία», προβλήθηκαν και ταρακούνησαν καθεστώτα μέσα σε μια έντονη κοινωνική διαθεσιμότητα, εξεγέρσεις, επαναστάσεις, παλλαϊκούς αγώνες. Η ηχώ αυτών των αναγκών ακούστηκε έντονα και στις Πλατείες πρόσφατα, άσχετα αν σήμερα όλο το πολιτικό σύστημα και η διανόηση τις καταδικάζει και τις αποδίδει στην ακροδεξιά και στους φασίστες. Στις Πλατείες ο λαός κινήθηκε και απαίτησε να τιμωρηθούν όσοι ευθύνονταν για την χρεοκοπία, έδειξε την εχθρότητά του προς το πολιτικό σύστημα, τα ΜΜΕ και τους τροϊκανούς, απαίτησε πραγματική δημοκρατία. Η κοινωνική διαθεσιμότητα δεν εξαντλείται όμως μόνο στην κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά σε όλους τους χώρους της κοινωνίας, με τη μορφή της αλληλεγγύης, της προσφοράς, της συμμετοχής.
Σήμερα το τοπίο είναι διαφορετικό. Πολύ διαφορετικό.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι η πιο βολική συνθήκη ώστε, εν μέσω πολυοργανικής κρίσης και οξυνόμενων ανταγωνισμών, να κρατιέται πειθαναγκασμένη η κοινωνία στις επιλογές των ελίτΜπροστά σε προχωρημένες μορφές ενσωμάτωσης και χειραγώγησης
Το σύστημα διαρκώς επεξεργάζεται πολιτικές και τεχνικές για να μπορέσει να ποδηγετήσει τη λαϊκή δυσφορία, τη δυσαρέσκεια για τη διευρυνόμενη εκμετάλλευση, καταπίεση, αλλοτρίωση, αποξένωση. Βγάζει διαρκώς μαθήματα από όσα συμβαίνουν, και προσπαθεί να κρατήσει σε ορισμένα ανεκτά επίπεδα τη λαϊκή αγανάκτηση. Αυτό γίνεται με πολλούς τρόπους. Κύρια αιχμή όλων αυτών των διαδικασιών είναι η πλήρης, η απόλυτη αν γίνεται, χειραγώγηση σε κοινωνικό επίπεδο πρώτα, και δευτερευόντως σε πολιτικό επίπεδο. Διότι, αν επιτευχθεί σε κοινωνικό επίπεδο η χειραγώγηση, τότε το μανιπουλάρισμα του πολιτικού, ακόμα και σε περίοδο ενδορρήξεων και κρίσης προσανατολισμού ή ανταγωνισμού ανάμεσα σε μερίδες των κυρίαρχων ελίτ, είναι σχετικά εύκολη υπόθεση. Και θεωρητικά απομακρύνει την εισβολή της «μάζας» στο προσκήνιο. Τα ισχυρά εργαλεία της κοινωνικής χειραγώγησης στις μέρες μας είναι:
► Η απόλυτη κατασκευή μιας «πραγματικότητας» με τις ψευδείς ειδήσεις, τις μισοψευδείς ειδήσεις, με τον καταιγισμό εικόνων και πληροφοριών που δεν υπόκεινται σε κανέναν έλεγχο και απόδειξη, με τη συστηματική καλλιέργεια φόβου για επερχόμενες καταστροφές.
► Ο έλεγχος και η παρακολούθηση κάθε κίνησης, κάθε κλίσης, κάθε επιθυμίας, κάθε αντίδρασης, κάθε πτυχής της ζωής όλων των πολιτών. Ο βιοπολιτικός έλεγχος χάρη στις δυνατότητες που δίνει ο ψηφιακός καπιταλισμός.
► Η αποικιοποίηση της συνείδησης και η διάλυση κάθε κριτηρίου για το τι είναι σωστό και τι λάθος, τι καλό και τι κακό. Η κατάργηση κάθε ορίου σε όλα τα ζητήματα, η κατάργηση της ηθικής σε όλες τρις διαστάσεις.
► Η ανακήρυξη συνεχώς διαρκών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης. Οι πανδημίες, η «κλιματική αλλαγή», ο πόλεμος και η πολεμική οικονομία, η εγκληματικότητα, το αβέβαιο, το απροσδόκητο κ.λπ. επιβάλλουν έκτακτα μέτρα, καθολικά μέτρα, που κέντρο τους έχουν τη διάλυση της κοινωνικότητας, την παθητικοποίηση, τον φόβο και τρόμο. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι η πιο βολική συνθήκη ώστε, εν μέσω πολυοργανικής κρίσης και οξυνόμενων ανταγωνισμών, να κρατιέται πειθαναγκασμένη η κοινωνία στις επιλογές των ελίτ.
Μέσα στους «πειρασμούς» του κεφαλαίου στις μέρες μας ξεχωρίζει ο πειρασμός της απόλυτης χειραγώγησης. Οι πρόβες «παγκόσμιου πραξικοπήματος» με την επιβολή των πολιτικών για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι αποκαλυπτικές: το σύστημα σήμερα πρέπει να διαχειριστεί όχι απλά μια περίσσεια εργατικής δύναμης για την εμπέδωση ενός κοινωνικού συμβολαίου αποδεκτού από τις κοινωνίες, αλλά, μέσα από την ανατίναξη κάθε φραγμού και κάθε συμβολαίου, να διαχειριστεί ολόκληρους πληθυσμούς σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό είναι το περιεχόμενου του Μεγάλου Χειρισμού. Στα πλαίσιά του, μια κατάσταση μόνιμου προληπτικού συναγερμού που επηρεάζει όλους, και όπου όλοι πρέπει να είναι σε επιφυλακή (δηλαδή παθητικοποιημένοι και πειθήνιοι να δέχονται κάθε απόφαση) για όποια συμφορά προκύψει.
Αίσθηση παντοδυναμίας των ελίτ
Η κατάσταση είναι τέτοια που οι ελίτ έχουν την αίσθηση μιας παντοδυναμίας μέσω της χειραγώγησης που περιγράψαμε. Αυτή η αίσθηση της παντοδυναμίας τις οδηγεί στο να το «τερματίζουν» με κάθε τρόπο. Σε αυτό το πλαίσιο, ματαιώνουν κάθε μέλλον, απαγορεύουν την ελπίδα. Η μόνη «ελπίδα» για τους υποτελείς είναι να αντέξουν και να επιβιώσουν τη σημερινή συμφορά και όποια νέα έρχεται.
Οι ελίτ, ιδιαίτερα οι δυτικές ελίτ, ανακήρυξαν ως μεγάλη απειλή για τις κοινωνίες τον «εθνολαϊκισμό», την «ακροδεξιά και τον φασισμό». Πάνω σε αυτό το μοτίβο και σκηνικό θέλησαν να απωθήσουν και να δυσφημίσουν κάθε λαϊκή και εθνική κινητοποίηση, κάθε υπεράσπιση ή διεκδίκηση μεγάλων ταυτοτήτων και νοημάτων απέναντι στον παγκοσμιοποιητικό ισοπεδωτισμό. Οι ελίτ είναι ενωμένες –παρά τις αντιθέσεις τους– στον πλήρη κοινωνικό έλεγχο, στον έλεγχο επί της κοινωνίας.
Το πρόσφατο παράδειγμα της Βραζιλίας και η ομόθυμη καταδίκη της κίνησης οπαδών του Μπολσονάρου, εντάσσεται όχι σε μια ομόθυμη υποστήριξη της δημοκρατίας, αλλά σε μια ομόθυμη συμπαράταξη απέναντι στον κίνδυνο αμφισβήτησης και εισβολής των μαζών στο προσκήνιο. Το «παιχνίδι» πρέπει οπωσδήποτε να παιχθεί χωρίς αυτές, εν τη απουσία τους και μέσα στην παθητικοποίησή τους. Ποιο άλλο νόημα μπορεί να δοθεί στην ομοθυμία υποστήριξης του Λούλα, από ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ευρωπαίους, Λατινοαμερικάνους ηγέτες, αριστερά, Ν.Δ. κ.ο.κ., όλων μαζί ομιλούντων για τη δημοκρατία; Σε όλα τα ΜΜΕ του κόσμου η κινητοποίηση-οπερέτα στην Μπραζίλια ήταν πρώτη είδηση, μαζί με την ταυτόχρονη υποστήριξη του Λούλα. Κάτι άλλο συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας.
*****
Παραμένει το ερώτημα του τίτλου μας: Είναι δυνατή μια νέα κοινωνική διαθεσιμότητα; Το άλμα που κάναμε στο παρελθόν, τα 200 και πάνω χρόνια που μεσολάβησαν, έχουν ένα ειδικό περιεχόμενο που μπορεί να εξηγήσει το πώς και γιατί φθάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Σε αυτά θα αναφερθούμε στο επόμενο φύλλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου