Μπορεί να ακούγεται συζήτηση επιστημονικής φαντασίας, στην πραγματικότητα αποτελεί ένα από τα πιο καυτά θέματα φιλοσοφικής, τεχνολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης του παρόντος.
Θέμης Τζήμας
ΟΔιονύσιος Σκλήρης στο άρθρο του με τίτλο ««Άπειρη αξιοπρέπεια»: Η πρόταση του Βατικανού για τα έμφυλα και άλλα κοινωνικά ζητήματα της ύστερης νεωτερικότητας» αφενός έδειξε ότι η θεολογία είναι κάτι πολύ περισσότερο, πολύ πιο ενδιαφέρον και πολύ βαθύτερο από μια βαρετή ώρα στο σχολικό πρόγραμμα, αφετέρου και εν προκειμένω μας εισήγαγε σε μια απόπειρα διαμόρφωσης συστηματικής φιλοσοφίας από το Βατικανό, σε μια εποχή που δεν έχουμε πολλές τέτοιες προσπάθειες.
Δεν θα επαναλάβουμε εν προκειμένω το παραπάνω άρθρο, πέρα από το να καλέσουμε να διαβαστεί. Θα σταθούμε όμως σε μια άλλη οπτική την οποία δίνει το κείμενο της Καθολικής Εκκλησίας, ενδεχομένως χωρίς να την έχει κατά νου, η οποία αφορά την ηθική του δι-ανθρωπισμού και του μετα-ανθρωπισμού. Παρότι μπορεί να ακούγεται συζήτηση επιστημονικής φαντασίας, στην πραγματικότητα αποτελεί ένα από τα πιο καυτά θέματα φιλοσοφικής, τεχνολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης του παρόντος και όχι του μέλλοντος, η οποία, διόλου τυχαία, μένει προνομιακά στις τάξεις των ελίτ. Η εν λόγω συζήτηση καθορίζει την εξέλιξη μιας σειράς τεχνολογιών και τη χρήση τους με τρόπους που είτε θα απελευθερώνουν την ανθρωπότητα από την ασθένεια και τις κοινωνικές ανισότητες ή θα την υποτάσσουν σε βιολογικώς κατοχυρωμένη κοινωνική αδικία, δηλαδή σε μια δυστοπική μορφή τεχνοβιολογισμού.
Να επισημάνουμε ότι οι δύο όροι (δι-ανθρωπισμός και μετα-ανθρωπισμός) εν μέρει συνδέονται και σύμφωνα με κάποιες εκδοχές τους τείνουν προς την ίδια κατάσταση, ωστόσο έχουν διαφορετικές έως συγκρουσιακές φιλοσοφικές αφετηρίες.
Στον δι-ανθρωπισμό και ειδικότερα στο «Μανιφέστο του Δι-ανθρωπιστικού Κινήματος» δίδεται ο παρακάτω ορισμός: «… Μια κοσμοθεωρία που αναζητά μια ποιότητα ζωής ικανή να επιφέρει αέναη πρόοδο, αυτο-μεταμόρφωση, πρακτική αισιοδοξία, οραματικές λύσεις και κριτική σκέψη. Ο δι-άνθρωπος είναι ένας βιολογικός-τεχνολογικός οργανισμός, ένας μετασχηματισμός του ανθρώπινου είδους που συνεχίζει να εξελίσσεται με την τεχνολογία. Πραγματοποιείται μέσω της προόδου της τεχνολογίας που επιφέρει αλληλεπίδραση ανθρώπου-υπολογιστή, φορητές συσκευές και υποδομές επικοινωνίας μέσω υπολογιστή. Αποδεικνύεται στην ιατρική επιστήμη και στις επιστημονικές ανακαλύψεις που εντοπίζουν γενετικές μεταλλάξεις και στοχεύουν ασθένειες καθώς και στην έρευνα και ανάπτυξη γονιδιακών θεραπειών που στοχεύουν στην αναστροφή και αποκατάσταση της κυτταρικής βλάβης του βιολογικού συστήματος. Σε περιβαλλοντικό επίπεδο, βιώνεται στις διαστημικές πτήσεις από αστροναύτες που προσαρμόζονται σε περιβάλλοντα πέρα από τη γη. Σε διαδραστικό επίπεδο, βιώνεται στην εξατομικευμένη χρήση avatar και χαρακτήρων εικονικής πραγματικότητας, επαυξημένης πραγματικότητας, βιντεοπαιχνιδιών και άλλων τεχνητών περιβαλλόντων.”
Ο μετα-ανθρωπισμός έχει περιγραφεί (σε διαφοροποίηση από τον δι-ανθρωπισμό) ως η προσέγγιση που υποδηλώνει ότι, σε αντίθεση με τις ιδέες της νεωτερικότητας, ο άνθρωπος δεν κυριαρχεί πάνω στη φύση και σε άλλα όντα, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του πλανήτη ή του κόσμου. Αυτή είναι η ουσία αυτού που περιγράφεται ως «υπαρξιακός μετα-ανθρωπισμός», υποστηρίζοντας ότι η ιδέα της ανθρώπινης κυριαρχίας είναι ξεπερασμένη.
Το θεμέλιο επομένως του μετα-ανθρωπισμού συνίσταται στο ότι ο κόσμος μας δεν θα είναι ανθρωποκεντρικός. Όταν βασίζεται σε διανθρώπινες προσδοκίες, ο μετα-ανθρωπισμός περιγράφει το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο η υπέρβαση των ανθρώπινων ορίων θα επιτευχθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι άνθρωποι να έχουν εξελιχθεί σε μια διαφορετική μορφή όντων (μια εκδοχή υπερανθρωπισμού) ή θα είναι παρωχημένοι (μια μορφή αντιανθρωπισμού). Είναι προφανές ότι ο μετα-ανθρωπισμός μπορεί να υποδηλώνει εντελώς διαφορετικές συνθήκες.
Τα δύο ρεύματα έχουν ορισμένα ενδιαφέροντα και τουλάχιστον σε ό,τι αφορά ορισμένα εξ αυτών, κάπως… ανησυχητικά, κοινά στοιχεία: προφανώς ο ρόλος της τεχνολογίας είναι κεντρικός. Τεχνητή νοημοσύνη, (νανο)ρομποτική, μοριακή βιολογία είναι κλάδοι που γεννούν την προσδοκία μιας βελτίωσης της ανθρώπινης βιολογίας χωρίς όριο. Το δεύτερο στοιχείο (λιγότερο καθησυχαστικό) είναι ότι δεν γίνεται καθόλου σαφές τι σημαίνει «βελτίωση» και από ποια σκοπιά προσεγγίζεται. Στην πραγματικότητα, το μόνο κριτήριο είναι αυτό της υποκειμενικής επιθυμίας.
Το τρίτο και ακόμα πιο ανησυχητικό στοιχείο συνίσταται στο ότι βασικό κοινό σημείο είναι η σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό υποκατάσταση της φυσικής εξέλιξης από τον ανθρώπινο σχεδιασμό, στη βάση της υποκειμενικής επιθυμίας. Ουσιαστικώς πρόκειται για μια εκδοχή παρόξυνσης του ταυτοτικού υποκειμενισμού, για το νέο “trans” το οποίο ευχερώς καθίσταται αποδομητικό “post”, σε βαθμό ικανό να εισάγει όχι απλώς την ευγονική, αλλά την απόσπαση του ανθρώπου από τη φύση και υπό αυτήν την έννοια έναν τεχνο-βιολογικώς οχυρωμένο φυλετισμό και φασισμό.
Ο Nick Bostrom, ένας από τους πιο επιφανείς μετα ανθρωπιστές δεν βλέπει πολλά προβληματικά στοιχεία στα παραπάνω. Αντιθέτως, μάλλον προσδοκά μια περίοδο στην οποία η ανθρώπινη εξέλιξη θα έχει την έννοια μιας «παγκοσμίως συντονισμένης πολιτικής για τον έλεγχο της ανθρώπινης εξέλιξης ικανής να τροποποιεί τη λειτουργία των μελλοντικών ευφυών μορφών ζωής». Από την άλλη πλευρά, εύκολα οι αντίπαλοι των εν λόγω προσεγγίσεων κατηγοριοποιούνται ως βιο-συντηρητικοί.
Μια από τις βασικότερες μεθόδους προώθησης του νέου “trans” και του επακόλουθου “post” είναι η αφαίρεσή τους από το κοινωνικο-πολιτικό σύστημα, από κάθε συλλογικότητα και από κάθε συστηματική φιλοσοφική προετοιμασία. Στις δι-ανθρώπινες και μετα-ανθρώπινες προσεγγίσεις υπάρχει μόνο το άτομο και η τεχνολογία.
Η υποχώρηση των σοσιαλιστικών κομμάτων μας έχει στερήσει από την ανάλυση της τεχνολογίας ως τέτοιας, με όρους Σχολής της Φρανκφούρτης, δηλαδή εν προκειμένω ως Τεχνητή Νοημοσύνη ή ακόμα περισσότερο ως δι-ανθρωπισμό και μετα-ανθρωπισμό στον καπιταλισμό. Επακόλουθα έχουν υποχωρήσει οι αναλύσεις ως προς τη σχέση φύσης-ανθρώπου, ιστορίας-ανθρώπου, συλλογικότητας-ατομικής επιθυμίας. Απέναντι στην τελευταία φαίνεται μάλιστα να καθίσταται αδιανόητο οποιοδήποτε όριο.
Σε αυτό το πλαίσιο έρχεται η προαναφερθείσα «Dignitas Infinita» να προτείνει ένα πολύ ενδιαφέρον, καθότι σταθερό πλαίσιο: «έσχατη αναξιοπρέπεια είναι ο θάνατος, οπότε η αξιοπρέπεια στο οντολογικό της βάθος συνδέεται με την αθανασία και την αγάπη». Υπό αυτήν την έννοια, η επιδίωξη του δι-ανθρωπισμού για μια εξέλιξη του υπάρχοντος ανθρώπου με τρόπο τέτοιο που να διεκδικεί ακόμα και την αθανασία αναδεικνύεται ως ηθικο-πολιτικώς αποδεκτή. Η χρήση επομένως μιας σειράς τεχνολογιών παράτασης της ζωής, ακόμα και εις το διηνεκές, δεν είναι επί της αρχής «αναξιοπρεπής», αλλά αντιθέτως βοηθά στη νίκη επί του θανάτου που είναι η «έσχατη αναξιοπρέπεια».
Την ίδια στιγμή, όμως, η τυχόν ανισότιμη πρόσβαση σε αυτές τις τεχνολογίες, που μπορεί να οδηγήσει σε ανισότιμη θέση των ανθρώπων απέναντι στην «έσχατη αναξιοπρέπεια» καθίσταται ηθικο-πολιτικώς απαράδεκτη και άρα έχουμε συνηγορία προς ένα νέο κοινωνικό δικαίωμα, οικουμενικής πρόσβασης σε τεχνολογίες βελτίωσης της ανθρώπινης υγείας, επειδή «ο Χριστός έσπασε κάθε φραγμό φυλής, έθνους, φύλου, κοινωνικής τάξης, ακόμη και εχθρότητας και αμαρτωλότητας, στην προσέγγισή του προς τους ανθρώπους, δίνοντας ένα παράδειγμα ριζοσπαστικής συμπερίληψης, το οποίο οφείλει να ακολουθήσει η Εκκλησία».
Επιπλέον, ο μετα-ανθρωπισμός, δηλαδή ο υποβιβασμός του ανθρώπου σε υποδεέστερο, παρωχημένο ή και υπό εξαφάνιση είδος, όπως και το ρήγμα στη σχέση ανθρώπου-φύσης αποτελούν μη αποδεκτές ηθικώς εξελίξεις. Η «Dignitas Infinita» βασίζεται στη φυσικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης (εξ ου και η φυσικό- δικαιική αναφορά στον Χάρτη του Ο.Η.Ε). Μια κατάσταση κυριαρχίας της Τεχνητής Νοημοσύνης επί του ανθρώπου ή αντικατάστασης της φυσικής επιλογής από τον ανθρώπινο σχεδιασμό καταφανώς ακρωτηριάζει την ανθρώπινη φύση. Της στερεί την τυχαιότητα και τη φυσικότητά της, καθιστώντας την αποτέλεσμα της ατομικής επιθυμίας.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι η «Dignitas Infinita» προσφέρει ένα όριο στην υποκειμενική κυριαρχία της επιθυμίας. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να νικήσουμε τον θάνατο, αλλά όχι να εξαφανίσουμε ή να περιορίσουμε τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα του πολιτισμού μας και της ύπαρξής μας, ούτε να διαρρήξουμε πλήρως τη σχέση μας με τη φύση. Ίσως κάποτε η Αριστερά να προβάλλει κάτι πληρέστερο. Μέχρι τότε και για όσο θα προσχωρεί στον υποκειμενικό ταυτοτισμό θα αξιοποιούμε και την Καθολική Εκκλησία προκειμένου να βρούμε πλαίσιο για κάτι τόσο σημαντικό που κινείται με «σπασμένα φρένα» υπό την επίδραση λίγων και ισχυρών.
Δεν θα επαναλάβουμε εν προκειμένω το παραπάνω άρθρο, πέρα από το να καλέσουμε να διαβαστεί. Θα σταθούμε όμως σε μια άλλη οπτική την οποία δίνει το κείμενο της Καθολικής Εκκλησίας, ενδεχομένως χωρίς να την έχει κατά νου, η οποία αφορά την ηθική του δι-ανθρωπισμού και του μετα-ανθρωπισμού. Παρότι μπορεί να ακούγεται συζήτηση επιστημονικής φαντασίας, στην πραγματικότητα αποτελεί ένα από τα πιο καυτά θέματα φιλοσοφικής, τεχνολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης του παρόντος και όχι του μέλλοντος, η οποία, διόλου τυχαία, μένει προνομιακά στις τάξεις των ελίτ. Η εν λόγω συζήτηση καθορίζει την εξέλιξη μιας σειράς τεχνολογιών και τη χρήση τους με τρόπους που είτε θα απελευθερώνουν την ανθρωπότητα από την ασθένεια και τις κοινωνικές ανισότητες ή θα την υποτάσσουν σε βιολογικώς κατοχυρωμένη κοινωνική αδικία, δηλαδή σε μια δυστοπική μορφή τεχνοβιολογισμού.
Να επισημάνουμε ότι οι δύο όροι (δι-ανθρωπισμός και μετα-ανθρωπισμός) εν μέρει συνδέονται και σύμφωνα με κάποιες εκδοχές τους τείνουν προς την ίδια κατάσταση, ωστόσο έχουν διαφορετικές έως συγκρουσιακές φιλοσοφικές αφετηρίες.
Στον δι-ανθρωπισμό και ειδικότερα στο «Μανιφέστο του Δι-ανθρωπιστικού Κινήματος» δίδεται ο παρακάτω ορισμός: «… Μια κοσμοθεωρία που αναζητά μια ποιότητα ζωής ικανή να επιφέρει αέναη πρόοδο, αυτο-μεταμόρφωση, πρακτική αισιοδοξία, οραματικές λύσεις και κριτική σκέψη. Ο δι-άνθρωπος είναι ένας βιολογικός-τεχνολογικός οργανισμός, ένας μετασχηματισμός του ανθρώπινου είδους που συνεχίζει να εξελίσσεται με την τεχνολογία. Πραγματοποιείται μέσω της προόδου της τεχνολογίας που επιφέρει αλληλεπίδραση ανθρώπου-υπολογιστή, φορητές συσκευές και υποδομές επικοινωνίας μέσω υπολογιστή. Αποδεικνύεται στην ιατρική επιστήμη και στις επιστημονικές ανακαλύψεις που εντοπίζουν γενετικές μεταλλάξεις και στοχεύουν ασθένειες καθώς και στην έρευνα και ανάπτυξη γονιδιακών θεραπειών που στοχεύουν στην αναστροφή και αποκατάσταση της κυτταρικής βλάβης του βιολογικού συστήματος. Σε περιβαλλοντικό επίπεδο, βιώνεται στις διαστημικές πτήσεις από αστροναύτες που προσαρμόζονται σε περιβάλλοντα πέρα από τη γη. Σε διαδραστικό επίπεδο, βιώνεται στην εξατομικευμένη χρήση avatar και χαρακτήρων εικονικής πραγματικότητας, επαυξημένης πραγματικότητας, βιντεοπαιχνιδιών και άλλων τεχνητών περιβαλλόντων.”
Ο μετα-ανθρωπισμός έχει περιγραφεί (σε διαφοροποίηση από τον δι-ανθρωπισμό) ως η προσέγγιση που υποδηλώνει ότι, σε αντίθεση με τις ιδέες της νεωτερικότητας, ο άνθρωπος δεν κυριαρχεί πάνω στη φύση και σε άλλα όντα, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του πλανήτη ή του κόσμου. Αυτή είναι η ουσία αυτού που περιγράφεται ως «υπαρξιακός μετα-ανθρωπισμός», υποστηρίζοντας ότι η ιδέα της ανθρώπινης κυριαρχίας είναι ξεπερασμένη.
Το θεμέλιο επομένως του μετα-ανθρωπισμού συνίσταται στο ότι ο κόσμος μας δεν θα είναι ανθρωποκεντρικός. Όταν βασίζεται σε διανθρώπινες προσδοκίες, ο μετα-ανθρωπισμός περιγράφει το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο η υπέρβαση των ανθρώπινων ορίων θα επιτευχθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι άνθρωποι να έχουν εξελιχθεί σε μια διαφορετική μορφή όντων (μια εκδοχή υπερανθρωπισμού) ή θα είναι παρωχημένοι (μια μορφή αντιανθρωπισμού). Είναι προφανές ότι ο μετα-ανθρωπισμός μπορεί να υποδηλώνει εντελώς διαφορετικές συνθήκες.
Τα δύο ρεύματα έχουν ορισμένα ενδιαφέροντα και τουλάχιστον σε ό,τι αφορά ορισμένα εξ αυτών, κάπως… ανησυχητικά, κοινά στοιχεία: προφανώς ο ρόλος της τεχνολογίας είναι κεντρικός. Τεχνητή νοημοσύνη, (νανο)ρομποτική, μοριακή βιολογία είναι κλάδοι που γεννούν την προσδοκία μιας βελτίωσης της ανθρώπινης βιολογίας χωρίς όριο. Το δεύτερο στοιχείο (λιγότερο καθησυχαστικό) είναι ότι δεν γίνεται καθόλου σαφές τι σημαίνει «βελτίωση» και από ποια σκοπιά προσεγγίζεται. Στην πραγματικότητα, το μόνο κριτήριο είναι αυτό της υποκειμενικής επιθυμίας.
Το τρίτο και ακόμα πιο ανησυχητικό στοιχείο συνίσταται στο ότι βασικό κοινό σημείο είναι η σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό υποκατάσταση της φυσικής εξέλιξης από τον ανθρώπινο σχεδιασμό, στη βάση της υποκειμενικής επιθυμίας. Ουσιαστικώς πρόκειται για μια εκδοχή παρόξυνσης του ταυτοτικού υποκειμενισμού, για το νέο “trans” το οποίο ευχερώς καθίσταται αποδομητικό “post”, σε βαθμό ικανό να εισάγει όχι απλώς την ευγονική, αλλά την απόσπαση του ανθρώπου από τη φύση και υπό αυτήν την έννοια έναν τεχνο-βιολογικώς οχυρωμένο φυλετισμό και φασισμό.
Ο Nick Bostrom, ένας από τους πιο επιφανείς μετα ανθρωπιστές δεν βλέπει πολλά προβληματικά στοιχεία στα παραπάνω. Αντιθέτως, μάλλον προσδοκά μια περίοδο στην οποία η ανθρώπινη εξέλιξη θα έχει την έννοια μιας «παγκοσμίως συντονισμένης πολιτικής για τον έλεγχο της ανθρώπινης εξέλιξης ικανής να τροποποιεί τη λειτουργία των μελλοντικών ευφυών μορφών ζωής». Από την άλλη πλευρά, εύκολα οι αντίπαλοι των εν λόγω προσεγγίσεων κατηγοριοποιούνται ως βιο-συντηρητικοί.
Μια από τις βασικότερες μεθόδους προώθησης του νέου “trans” και του επακόλουθου “post” είναι η αφαίρεσή τους από το κοινωνικο-πολιτικό σύστημα, από κάθε συλλογικότητα και από κάθε συστηματική φιλοσοφική προετοιμασία. Στις δι-ανθρώπινες και μετα-ανθρώπινες προσεγγίσεις υπάρχει μόνο το άτομο και η τεχνολογία.
Η υποχώρηση των σοσιαλιστικών κομμάτων μας έχει στερήσει από την ανάλυση της τεχνολογίας ως τέτοιας, με όρους Σχολής της Φρανκφούρτης, δηλαδή εν προκειμένω ως Τεχνητή Νοημοσύνη ή ακόμα περισσότερο ως δι-ανθρωπισμό και μετα-ανθρωπισμό στον καπιταλισμό. Επακόλουθα έχουν υποχωρήσει οι αναλύσεις ως προς τη σχέση φύσης-ανθρώπου, ιστορίας-ανθρώπου, συλλογικότητας-ατομικής επιθυμίας. Απέναντι στην τελευταία φαίνεται μάλιστα να καθίσταται αδιανόητο οποιοδήποτε όριο.
Σε αυτό το πλαίσιο έρχεται η προαναφερθείσα «Dignitas Infinita» να προτείνει ένα πολύ ενδιαφέρον, καθότι σταθερό πλαίσιο: «έσχατη αναξιοπρέπεια είναι ο θάνατος, οπότε η αξιοπρέπεια στο οντολογικό της βάθος συνδέεται με την αθανασία και την αγάπη». Υπό αυτήν την έννοια, η επιδίωξη του δι-ανθρωπισμού για μια εξέλιξη του υπάρχοντος ανθρώπου με τρόπο τέτοιο που να διεκδικεί ακόμα και την αθανασία αναδεικνύεται ως ηθικο-πολιτικώς αποδεκτή. Η χρήση επομένως μιας σειράς τεχνολογιών παράτασης της ζωής, ακόμα και εις το διηνεκές, δεν είναι επί της αρχής «αναξιοπρεπής», αλλά αντιθέτως βοηθά στη νίκη επί του θανάτου που είναι η «έσχατη αναξιοπρέπεια».
Την ίδια στιγμή, όμως, η τυχόν ανισότιμη πρόσβαση σε αυτές τις τεχνολογίες, που μπορεί να οδηγήσει σε ανισότιμη θέση των ανθρώπων απέναντι στην «έσχατη αναξιοπρέπεια» καθίσταται ηθικο-πολιτικώς απαράδεκτη και άρα έχουμε συνηγορία προς ένα νέο κοινωνικό δικαίωμα, οικουμενικής πρόσβασης σε τεχνολογίες βελτίωσης της ανθρώπινης υγείας, επειδή «ο Χριστός έσπασε κάθε φραγμό φυλής, έθνους, φύλου, κοινωνικής τάξης, ακόμη και εχθρότητας και αμαρτωλότητας, στην προσέγγισή του προς τους ανθρώπους, δίνοντας ένα παράδειγμα ριζοσπαστικής συμπερίληψης, το οποίο οφείλει να ακολουθήσει η Εκκλησία».
Επιπλέον, ο μετα-ανθρωπισμός, δηλαδή ο υποβιβασμός του ανθρώπου σε υποδεέστερο, παρωχημένο ή και υπό εξαφάνιση είδος, όπως και το ρήγμα στη σχέση ανθρώπου-φύσης αποτελούν μη αποδεκτές ηθικώς εξελίξεις. Η «Dignitas Infinita» βασίζεται στη φυσικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης (εξ ου και η φυσικό- δικαιική αναφορά στον Χάρτη του Ο.Η.Ε). Μια κατάσταση κυριαρχίας της Τεχνητής Νοημοσύνης επί του ανθρώπου ή αντικατάστασης της φυσικής επιλογής από τον ανθρώπινο σχεδιασμό καταφανώς ακρωτηριάζει την ανθρώπινη φύση. Της στερεί την τυχαιότητα και τη φυσικότητά της, καθιστώντας την αποτέλεσμα της ατομικής επιθυμίας.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι η «Dignitas Infinita» προσφέρει ένα όριο στην υποκειμενική κυριαρχία της επιθυμίας. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να νικήσουμε τον θάνατο, αλλά όχι να εξαφανίσουμε ή να περιορίσουμε τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα του πολιτισμού μας και της ύπαρξής μας, ούτε να διαρρήξουμε πλήρως τη σχέση μας με τη φύση. Ίσως κάποτε η Αριστερά να προβάλλει κάτι πληρέστερο. Μέχρι τότε και για όσο θα προσχωρεί στον υποκειμενικό ταυτοτισμό θα αξιοποιούμε και την Καθολική Εκκλησία προκειμένου να βρούμε πλαίσιο για κάτι τόσο σημαντικό που κινείται με «σπασμένα φρένα» υπό την επίδραση λίγων και ισχυρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου