«Αυτή είναι η ύστατη προσπάθεια για να διασωθεί το αστικό καθεστώς στην Ελλάδα». Η φράση αποδίδεται (από «Τα Νέα» 1-2/9/2012) στον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα, είχε αποδέκτη τον πρώην υπουργό Οικονομικών Φίλιππο Σαχινίδη και ειπώθηκε στη σύσκεψη που έγινε στο υπουργείο με αντικείμενο το πακέτο των 11,5 δισ ευρώ, στην οποία πήραν μέρος στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα ο κ. Σαχινίδης απάντησε στον........υπουργό με ερώτηση: «Βρε Γιάννη μήπως είχαμε δίκιο, τελικά, όταν ήμασταν νέοι;».
Και οι δύο στα νιάτα τους ήταν μαρξιστές και αγωνίζονταν για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και οι δύο σήμερα ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν τις λέξεις προκειμένου να παρουσιάσουν τα επαχθή μέτρα ως σανίδα σωτηρίας για τη χώρα. Θα μπορούσε κάποιος να σχολιάσει το διάλογο με τη φράση «που είσαι νιότη που’λεγες πως θα γινόμουν άλλος», ωστόσο αυτή η «προσαρμογή» δεν πρέπει να μας εκπλήσσει.
Η μετάβαση από την επαναστατική αδιαλλαξία στον ιστορικό συμβιβασμό είναι μια συνηθισμένη διαδικασία. Η ανάποδη διαδρομή είναι η εξαίρεση. Ας έρθουμε, όμως, επί της ουσίας. Ποιος αλήθεια απειλεί το αστικό καθεστώς;
Το ΚΚΕ; Θεωρητικά ναι. Αλλά μόνο θεωρητικά. Το μοντέλο που προτείνει έχει απαξιωθεί, το ειδικό πολιτικό βάρος του έχει συρρικνωθεί, οι κοινωνικές αναφορές του έχουν πληγεί βαρύτατα και μόνον η ηγεσία του φαντασιώνεται ότι αποτελεί απειλή για το αστικό σύστημα εξουσίας. Στην πραγματικότητα το σημερινό ΚΚΕ είναι ένα ακίνδυνο, για τα συμφέροντα της αστικής τάξης, κόμμα. Γι αυτό και οι μηχανισμοί του κράτους ενίοτε το αποθεώνουν για τη σοβαρότητα, τη συνέπεια και την υπευθυνότητά του. Όμως, όπως έλεγε ο Λένιν , «όταν σε επαινεί ο αντίπαλος, ψάξε να δεις που έχεις κάνεις λάθος»!
Ο ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί στο εσωτερικό του να υπάρχουν πρόσωπα και ομάδες που ονειρεύονται εφόδους στα χειμερινά ανάκτορα, ολικές ρήξεις με την ευρωπαϊκή ολιγαρχία και τον παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό, μετωπικές συγκρούσεις με το εγχώριο αστικό πολιτικό προσωπικό, ρόλους εμβρυουλκού μιας νέας μαχητικής ριζοσπαστικότητας σε όλη την Ευρώπη, είναι όμως μειοψηφία και δεν δίνουν τον τόνο στη γραμμή του κόμματος. Στην πορεία προς τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, πιθανότατα, θα υποχωρήσει κι άλλο η ήδη λιλιπούτεια επιρροή τους.
Ο φασισμός; Αν και ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι ο φασισμός και ο ναζισμός δεν ακούμπησαν τον πυρήνα του αστικού συστήματος, δηλαδή την οικονομική βάση του, (σχέσεις ιδιοκτησίας), παρά μόνο το εποικοδόμημα (εκλογές, Κοινοβούλιο, θεσμούς, ατομικές ελευθερίες, εργασιακά δικαιώματα), οι σύγχρονοι μιμητές τους όντως συνιστούν έναν πραγματικό κίνδυνο για τη Δημοκρατία. Η ρητορική μίσους που χρησιμοποιούν και οι βίαιες πρακτικές που μετέρχονται, όχι μόνο κατά των ξένων, αλλά εναντίον όλων των διαφορετικών [Ρομά, ομοφυλόφιλοι, ανάπηροι], καλλιεργούν εμφυλιοπολεμικό κλίμα και, δυστυχώς, βρίσκουν ακροατές σε μια κοινωνία που χειμάζεται από την κρίση.
Ποιος όμως έδωσε αέρα στα πανιά του; Ποιος δημιούργησε το έδαφος για να αναπτυχθούν αυτές οι ακραίες αντιλήψεις; Μα, οι πολιτικοί και τα κόμματα (συντηρητικά και σοσιαλδημοκρατικά) που έχουν ταχθεί υπέρ της υπεράσπισης του αστικού καθεστώτος. Ενθάρρυναν τη ζωώδη απληστία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και ανέχτηκαν την επιθετική αλαζονεία των κερδοσκόπων.
Η κρίση έχει ονοματεπώνυμο. Η λιτότητα είναι δική τους επιλογή.
Η ύφεση και η ανεργία είναι τα προϊόντα αυτής της πολιτικής. Και επιμένουν στον ίδιο δρόμο. Υποδύονται τους λυπημένους που αναγκάζονται να φασκιώσουν τους εργαζόμενους. Ποντάρουν στο φόβο. Τροφοδοτούν, όμως, την απελπισία. Και η απελπισία είναι το λίπασμα. Άλλες φορές για καλή σπορά, άλλες φορές για κακή σπορά.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα ο κ. Σαχινίδης απάντησε στον........υπουργό με ερώτηση: «Βρε Γιάννη μήπως είχαμε δίκιο, τελικά, όταν ήμασταν νέοι;».
Και οι δύο στα νιάτα τους ήταν μαρξιστές και αγωνίζονταν για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και οι δύο σήμερα ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν τις λέξεις προκειμένου να παρουσιάσουν τα επαχθή μέτρα ως σανίδα σωτηρίας για τη χώρα. Θα μπορούσε κάποιος να σχολιάσει το διάλογο με τη φράση «που είσαι νιότη που’λεγες πως θα γινόμουν άλλος», ωστόσο αυτή η «προσαρμογή» δεν πρέπει να μας εκπλήσσει.
Η μετάβαση από την επαναστατική αδιαλλαξία στον ιστορικό συμβιβασμό είναι μια συνηθισμένη διαδικασία. Η ανάποδη διαδρομή είναι η εξαίρεση. Ας έρθουμε, όμως, επί της ουσίας. Ποιος αλήθεια απειλεί το αστικό καθεστώς;
Το ΚΚΕ; Θεωρητικά ναι. Αλλά μόνο θεωρητικά. Το μοντέλο που προτείνει έχει απαξιωθεί, το ειδικό πολιτικό βάρος του έχει συρρικνωθεί, οι κοινωνικές αναφορές του έχουν πληγεί βαρύτατα και μόνον η ηγεσία του φαντασιώνεται ότι αποτελεί απειλή για το αστικό σύστημα εξουσίας. Στην πραγματικότητα το σημερινό ΚΚΕ είναι ένα ακίνδυνο, για τα συμφέροντα της αστικής τάξης, κόμμα. Γι αυτό και οι μηχανισμοί του κράτους ενίοτε το αποθεώνουν για τη σοβαρότητα, τη συνέπεια και την υπευθυνότητά του. Όμως, όπως έλεγε ο Λένιν , «όταν σε επαινεί ο αντίπαλος, ψάξε να δεις που έχεις κάνεις λάθος»!
Ο ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί στο εσωτερικό του να υπάρχουν πρόσωπα και ομάδες που ονειρεύονται εφόδους στα χειμερινά ανάκτορα, ολικές ρήξεις με την ευρωπαϊκή ολιγαρχία και τον παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό, μετωπικές συγκρούσεις με το εγχώριο αστικό πολιτικό προσωπικό, ρόλους εμβρυουλκού μιας νέας μαχητικής ριζοσπαστικότητας σε όλη την Ευρώπη, είναι όμως μειοψηφία και δεν δίνουν τον τόνο στη γραμμή του κόμματος. Στην πορεία προς τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, πιθανότατα, θα υποχωρήσει κι άλλο η ήδη λιλιπούτεια επιρροή τους.
Ο φασισμός; Αν και ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι ο φασισμός και ο ναζισμός δεν ακούμπησαν τον πυρήνα του αστικού συστήματος, δηλαδή την οικονομική βάση του, (σχέσεις ιδιοκτησίας), παρά μόνο το εποικοδόμημα (εκλογές, Κοινοβούλιο, θεσμούς, ατομικές ελευθερίες, εργασιακά δικαιώματα), οι σύγχρονοι μιμητές τους όντως συνιστούν έναν πραγματικό κίνδυνο για τη Δημοκρατία. Η ρητορική μίσους που χρησιμοποιούν και οι βίαιες πρακτικές που μετέρχονται, όχι μόνο κατά των ξένων, αλλά εναντίον όλων των διαφορετικών [Ρομά, ομοφυλόφιλοι, ανάπηροι], καλλιεργούν εμφυλιοπολεμικό κλίμα και, δυστυχώς, βρίσκουν ακροατές σε μια κοινωνία που χειμάζεται από την κρίση.
Ποιος όμως έδωσε αέρα στα πανιά του; Ποιος δημιούργησε το έδαφος για να αναπτυχθούν αυτές οι ακραίες αντιλήψεις; Μα, οι πολιτικοί και τα κόμματα (συντηρητικά και σοσιαλδημοκρατικά) που έχουν ταχθεί υπέρ της υπεράσπισης του αστικού καθεστώτος. Ενθάρρυναν τη ζωώδη απληστία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και ανέχτηκαν την επιθετική αλαζονεία των κερδοσκόπων.
Η κρίση έχει ονοματεπώνυμο. Η λιτότητα είναι δική τους επιλογή.
Η ύφεση και η ανεργία είναι τα προϊόντα αυτής της πολιτικής. Και επιμένουν στον ίδιο δρόμο. Υποδύονται τους λυπημένους που αναγκάζονται να φασκιώσουν τους εργαζόμενους. Ποντάρουν στο φόβο. Τροφοδοτούν, όμως, την απελπισία. Και η απελπισία είναι το λίπασμα. Άλλες φορές για καλή σπορά, άλλες φορές για κακή σπορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου