«Γιατί ο Μαρξ είχε δίκιο» Terry Eagleton, εκδ. Πατάκη, 2012
Ο Terry Eagleton, σημαντικός Βρετανός διανοούμενος και θεωρητικός της λογοτεχνίας, αν και ακαδημαϊκός -δοθείσης της σχεδόν απόλυτης αφομοίωσης του ακαδημαϊκού κόσμου στον καπιταλισμό- παραμένει μαρξιστής. Δίδαξε ως καθηγητής στα Πανεπιστήμια του Λάνκαστερ, του Μάντσεστερ και στην Οξφόρδη.
Σε αυτό το βιβλίο αναφέρεται στις δέκα πιο συνήθεις παρερμηνείες της μαρξικής σκέψης -ότι ο μαρξισμός οδηγεί σε πολιτική τυραννία, ότι ανάγει τα πάντα στην οικονομία, ότι αποτελεί μια μορφή ιστορικής αιτιοκρατίας κ.ο.κ ώστε να καταδείξει ότι ο μαρξισμός δεν είναι νεκρός. Αφορμή των προβληματισμών του υπήρξε, πριν από όλα, η κλιμάκωση της καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και η βαθμιαία απαξίωση του μαρξισμού, η οποία συνοδεύτηκε από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Για τον Eagleton: «Το «τέλος της ιστορίας» που προέβλεψαν οι επικριτές του Μαρξ, λόγω της ήττας του εργατικού κινήματος και του πιο ριζοσπαστικού ρεύματος στην ιστορία, του επαναστατικού εθνικισμού, έχει φτάσει πια στο τέλος του. Έχει αρχίσει να διαφαίνεται το ενδεχόμενο ενός μέλλοντος στο οποίο οι μεγιστάνες θα βρίσκουν καταφύγιο στις οπλισμένες και οχυρωμένες κοινότητες τους . Ενώ ένα περίπου δισεκατομμύριο υπόλοιποι Δυτικοί θα κατοικούν σε δυσώδεις παραγκουπόλεις, περικυκλωμένοι από ειδικούς φρουρούς και συρματοπλέγματα. Μήπως τελικά αυτό που έχει παλιώσει είναι ο καπιταλισμός;»
Σε συνέντευξή του με αφορμή το βιβλίο αναφέρθηκε στην Ελλάδα: « Κάποιος με ρώτησε εχθές το βράδυ σε μια ομιλία, και ανέφερα την Ελλάδα. Είναι πολύ ειρωνικό το γεγονός πως, εν μέσω μιας εποχής τεράστιας παραγωγής πλούτου, βλέπουμε ανθρώπους να ψάχνουν σε κάδους απορριμμάτων για φαγητό. Αυτό είναι το είδος της αντίφασης, νομίζω, για το οποίο μιλούσε ο Μαρξ. Ανέφερα επίσης το πόσο ο Μαρξ θαύμαζε τον τρόπο με τον οποίο ο καπιταλισμός συσσώρευσε τόσο πλούτο σε τόσο σύντομο διάστημα -υλικό, πνευματικό, πολιτισμικό-, ενώ δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό χωρίς την αντίφαση του να γεννά ανισότητα την ίδια στιγμή. Σήμερα βλέπουμε στην Ελλάδα ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντίφασης. Λοιπόν, αυτό είναι το είδος του παραδείγματος που θα επικαλούμουν για να δείξω την επικαιρότητα του Μαρξ. Ακόμα και εντός του αντικαπιταλιστικού κινήματος, ο Μαρξ δεν είναι πλειοψηφική παρουσία. Πρέπει να το πούμε αυτό. Αυτό οφείλεται μερικώς στην απαξίωση του μαρξισμού λόγω του σταλινισμού, από την οποία η μαρξιστική αριστερά θα κάνει καιρό να συνέλθει.
... Νομίζω, λοιπόν, πως αυτό που έκανε ξανά επίκαιρο το μαρξισμό ή τουλάχιστον το σοσιαλισμό, είναι, φυσικά, η καπιταλιστική κρίση. Δεν είναι επειδή οι άνθρωποι ξεκίνησαν ξαφνικά να διαβάζουν Μαρξ ή επειδή μια καινούρια γενιά αριστερών έχει αναδυθεί. Είναι η κρίση που κάνει πάντα ένα σύστημα ορατό, που κάνει πάντα τα όριά του ορατά -και στα συστήματα, συνήθως αυτό δεν αρέσει. Επομένως, οι άνθρωποι μπορούν να αρχίσουν να τα βλέπουν με μια άλλη οπτική, κριτικά…
Ο καπιταλισμός, όπως και κάθε άλλο πολιτικό σύστημα, δεν μπορεί να δουλέψει πραγματικά χωρίς έναν δεδομένο βαθμό συναίνεσης. Δεν χρειάζεται οι άνθρωποι να είναι υπέρ του, αλλά χρειάζεται να είναι τουλάχιστον παθητικά συναινετικοί. Η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι τώρα τέτοια, αυτό που επικρατεί στην Ελλάδα είναι η ωμή οργή ανθρώπων που δεν είναι με κανέναν τρόπο εκ φύσεως ριζοσπάστες. Και δεν το ξέρουμε το αν αυτή η διάθεση θα μπορούσε να εξαπλωθεί στην Ευρώπη. (Συνέντευξη στους Αλεξάντερ Μπάρκερ και Άλεξ Νίβεν
στο REDNotebook)
Σε αυτό το βιβλίο ο συγγραφέας επιδιώκει να συνοψίσει και να εκσυγχρονίσει τις μαρξιστικές αρχές στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και σε ένα κλίμα διογκούμενου αντικαπιταλισμού. Ο ισχυρισμός ότι ο μαρξισμός έπαψε να είναι πειστικός δεν οφείλεται κατά τον Eagleton σε μια νίκη του καπιταλισμού αλλά στην απογοήτευση γύρω από τη δυνατότητα αλλαγής του νέου, παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Ο μαρξισμός επιβάλλεται επομένως να επανεκτιμηθεί για να χρησιμεύσει ως αναλυτικό εργαλείο σκέψης και δράσης στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών και στην ενίσχυση της πίστης σε κάποια εναλλακτική, πολιτική προοπτική. Ο Εagleton παραδέχεται ότι ο μαοϊσμός και ο σταλινισμός έβλαψαν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, πιστεύει όμως ότι αυτό οφείλεται εν μέρει στο χαμηλό επίπεδο υλικής παραγωγής και στη γραφειοκρατία που επικρατούσαν στη μπολσεβικική Ρωσία και στη μαοϊκή Κίνα. Οι ιδεώδεις προδιαγραφές του σοσιαλισμού είναι, κατά τη γνώμη του, ένας ειδικευμένος, καλλιεργημένος πληθυσμός, δημοκρατικοί δημόσιοι θεσμοί, εξελιγμένη τεχνολογία και έξη στη δημοκρατική παράδοση. Οι επαρκείς υλικοί πόροι είναι επομένως μια αναγκαία προϋπόθεση για να επιτύχει το καταρχήν ουσιώδες πείραμα ενός σοσιαλισμού της αγοράς, όπου αυτοδιοικούμενοι συνεταιρισμοί θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους στις αγορές . Ο Eagleton εξηγεί επίσης ότι, αν και αρκετές διατυπώσεις στο έργο του Μαρξ οδηγούν στην κατηγορία της ιστορικής αιτιοκρατίας, όμως ο ίδιος ο Μαρξ δεν απορρίπτει το ελεύθερο των ανθρώπινων πράξεων και δεν θεωρεί την έλευση του σοσιαλισμού αναπόφευκτη. Δεν θεωρεί δεδομένο ότι οι παραγωγικές δυνάμεις διαρκώς εξελίσσονται, ενώ στο έργο του δεν είναι ξεκάθαρος ο μηχανισμός μέσω του οποίου ορισμένες κοινωνικές τάξεις «επιλέγονται» για να αναλάβουν το έργο της προώθησης των παραγωγικών δυνάμεων. Κατά τον Eagleton η επανάσταση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και όχι πάντοτε μόνο από το κατά πόσο μια κοινωνική τάξη μπορεί να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις. Επισημαίνει ότι στο πρώιμο έργο του ο Μαρξ επικεντρώνεται στην ανθρώπινη ελευθερία και στην πραγμάτωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων, ενώ στο ύστερο έργο του ασχολείται κυρίως με το άτομο ως προϊόν των οικονομικών και κοινωνικών δομών και πρέπει να ειδωθεί συνολικά. Ενώ δηλαδή στα Χειρόγραφα του 1844 κυριαρχεί η ανάλυση των ανθρώπινων πράξεων και ιδεών, στο ώριμο έργο κυριαρχεί η οικονομική ανάλυση καθεαυτή. Ο Eagleton εξηγεί ότι για τον Μαρξ οι κοινωνικές τάξεις αποτελούν εκτός από οικονομικές οντότητες και κοινωνικά μορφώματα που συμπεριλαμβάνουν θεσμούς, σύνολα αξιών και διανοητικές έξεις. Κατά συνέπεια οι κοινωνικές τάξεις δεν ανάγονται, δίκην αυτομάτου, σε οικονομικούς παράγοντες. Προτείνει επίσης μια οριζόντια κατανόηση του μοντέλου βάσης - εποικοδομήματος και μια διευρυμένη αίσθηση της μαρξικής έννοιας της παραγωγής ταυτίζοντάς την με οποιαδήποτε δραστηριότητα προάγει την αυτοπραγμάτωση. Το νόημα της αυτονομίας είναι, σύμφωνα με τα παραπάνω, ο στόχος του επαναστατικού προτάγματος, παραπέμποντας έμμεσα στον Καστοριάδη. Μια νέα εργατική τάξη περιλαμβάνει, κατά τον Εagleton, εκτός από τους βιομηχανικούς εργάτες, τα κατώτερα υπαλληλικά στρώματα που αποτελούν ένα τεράστιο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που διαφέρει από το προλεταριάτο της εποχής του Μαρξ. Παραδέχεται ότι στη σύντομη σταδιοδρομία του ο μαρξισμός έχει χρησιμοποιήσει κατά κόρον βία αλλά και η ιστορία του καπιταλισμού αποτελεί μια ατέλειωτη ιστορία πολέμων. Ως εξήγηση της βίας των σοσιαλιστικών επαναστάσεων προβάλλεται, ως γνωστό, η άρνηση των προνομιούχων τάξεων να εγκαταλείψουν ειρηνικά τα προνόμιά τους. Πέραν όλων των άλλων, ο Eagleton επισημαίνει ότι οι μαρξιστές προσβλέπουν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία και την κοινωνική μεταρρύθμιση, εάν με τον τρόπο αυτό μπορούν να επιτύχουν τους πολιτικούς σκοπούς τους ενώ η άσκηση βίας δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αυτοσκοπό. Συμπερασματικά, καταλήγει ότι επειδή ο Μαρξ δεν άφησε μια ολοκληρωμένη θεωρία περί κράτους, η κληρονομιά του είναι διφορούμενη με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται ανταγωνιστικές πολιτικές απόψεις εντός της σύγχρονης μαρξιστικής θεωρίας. Ωστόσο ο απώτερος σκοπός του συνίσταται στην εξάλειψη του κράτους ως οργάνου βίας, σε ένα κράτος που θα είναι ένα αποκεντρωμένο δίκτυο αυτοκυβερνώμενων κοινοτήτων, μια αυτοκυβερνώμενη ένωση μεταξύ «ίσων και ελεύθερων» πολιτών.
στο REDNotebook)
Σε αυτό το βιβλίο ο συγγραφέας επιδιώκει να συνοψίσει και να εκσυγχρονίσει τις μαρξιστικές αρχές στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και σε ένα κλίμα διογκούμενου αντικαπιταλισμού. Ο ισχυρισμός ότι ο μαρξισμός έπαψε να είναι πειστικός δεν οφείλεται κατά τον Eagleton σε μια νίκη του καπιταλισμού αλλά στην απογοήτευση γύρω από τη δυνατότητα αλλαγής του νέου, παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Ο μαρξισμός επιβάλλεται επομένως να επανεκτιμηθεί για να χρησιμεύσει ως αναλυτικό εργαλείο σκέψης και δράσης στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών και στην ενίσχυση της πίστης σε κάποια εναλλακτική, πολιτική προοπτική. Ο Εagleton παραδέχεται ότι ο μαοϊσμός και ο σταλινισμός έβλαψαν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, πιστεύει όμως ότι αυτό οφείλεται εν μέρει στο χαμηλό επίπεδο υλικής παραγωγής και στη γραφειοκρατία που επικρατούσαν στη μπολσεβικική Ρωσία και στη μαοϊκή Κίνα. Οι ιδεώδεις προδιαγραφές του σοσιαλισμού είναι, κατά τη γνώμη του, ένας ειδικευμένος, καλλιεργημένος πληθυσμός, δημοκρατικοί δημόσιοι θεσμοί, εξελιγμένη τεχνολογία και έξη στη δημοκρατική παράδοση. Οι επαρκείς υλικοί πόροι είναι επομένως μια αναγκαία προϋπόθεση για να επιτύχει το καταρχήν ουσιώδες πείραμα ενός σοσιαλισμού της αγοράς, όπου αυτοδιοικούμενοι συνεταιρισμοί θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους στις αγορές . Ο Eagleton εξηγεί επίσης ότι, αν και αρκετές διατυπώσεις στο έργο του Μαρξ οδηγούν στην κατηγορία της ιστορικής αιτιοκρατίας, όμως ο ίδιος ο Μαρξ δεν απορρίπτει το ελεύθερο των ανθρώπινων πράξεων και δεν θεωρεί την έλευση του σοσιαλισμού αναπόφευκτη. Δεν θεωρεί δεδομένο ότι οι παραγωγικές δυνάμεις διαρκώς εξελίσσονται, ενώ στο έργο του δεν είναι ξεκάθαρος ο μηχανισμός μέσω του οποίου ορισμένες κοινωνικές τάξεις «επιλέγονται» για να αναλάβουν το έργο της προώθησης των παραγωγικών δυνάμεων. Κατά τον Eagleton η επανάσταση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και όχι πάντοτε μόνο από το κατά πόσο μια κοινωνική τάξη μπορεί να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις. Επισημαίνει ότι στο πρώιμο έργο του ο Μαρξ επικεντρώνεται στην ανθρώπινη ελευθερία και στην πραγμάτωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων, ενώ στο ύστερο έργο του ασχολείται κυρίως με το άτομο ως προϊόν των οικονομικών και κοινωνικών δομών και πρέπει να ειδωθεί συνολικά. Ενώ δηλαδή στα Χειρόγραφα του 1844 κυριαρχεί η ανάλυση των ανθρώπινων πράξεων και ιδεών, στο ώριμο έργο κυριαρχεί η οικονομική ανάλυση καθεαυτή. Ο Eagleton εξηγεί ότι για τον Μαρξ οι κοινωνικές τάξεις αποτελούν εκτός από οικονομικές οντότητες και κοινωνικά μορφώματα που συμπεριλαμβάνουν θεσμούς, σύνολα αξιών και διανοητικές έξεις. Κατά συνέπεια οι κοινωνικές τάξεις δεν ανάγονται, δίκην αυτομάτου, σε οικονομικούς παράγοντες. Προτείνει επίσης μια οριζόντια κατανόηση του μοντέλου βάσης - εποικοδομήματος και μια διευρυμένη αίσθηση της μαρξικής έννοιας της παραγωγής ταυτίζοντάς την με οποιαδήποτε δραστηριότητα προάγει την αυτοπραγμάτωση. Το νόημα της αυτονομίας είναι, σύμφωνα με τα παραπάνω, ο στόχος του επαναστατικού προτάγματος, παραπέμποντας έμμεσα στον Καστοριάδη. Μια νέα εργατική τάξη περιλαμβάνει, κατά τον Εagleton, εκτός από τους βιομηχανικούς εργάτες, τα κατώτερα υπαλληλικά στρώματα που αποτελούν ένα τεράστιο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που διαφέρει από το προλεταριάτο της εποχής του Μαρξ. Παραδέχεται ότι στη σύντομη σταδιοδρομία του ο μαρξισμός έχει χρησιμοποιήσει κατά κόρον βία αλλά και η ιστορία του καπιταλισμού αποτελεί μια ατέλειωτη ιστορία πολέμων. Ως εξήγηση της βίας των σοσιαλιστικών επαναστάσεων προβάλλεται, ως γνωστό, η άρνηση των προνομιούχων τάξεων να εγκαταλείψουν ειρηνικά τα προνόμιά τους. Πέραν όλων των άλλων, ο Eagleton επισημαίνει ότι οι μαρξιστές προσβλέπουν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία και την κοινωνική μεταρρύθμιση, εάν με τον τρόπο αυτό μπορούν να επιτύχουν τους πολιτικούς σκοπούς τους ενώ η άσκηση βίας δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αυτοσκοπό. Συμπερασματικά, καταλήγει ότι επειδή ο Μαρξ δεν άφησε μια ολοκληρωμένη θεωρία περί κράτους, η κληρονομιά του είναι διφορούμενη με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται ανταγωνιστικές πολιτικές απόψεις εντός της σύγχρονης μαρξιστικής θεωρίας. Ωστόσο ο απώτερος σκοπός του συνίσταται στην εξάλειψη του κράτους ως οργάνου βίας, σε ένα κράτος που θα είναι ένα αποκεντρωμένο δίκτυο αυτοκυβερνώμενων κοινοτήτων, μια αυτοκυβερνώμενη ένωση μεταξύ «ίσων και ελεύθερων» πολιτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου