Η αντίληψη περί πατριωτισμού της κυβέρνησης παραμένει αμετάβλητη κατ’ ουσίαν από τη δεκαετία του ’50, με τον “από Βορρά κίνδυνο”.
Η είδηση προκύπτει από την ιστοσελίδα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και ειδικότερα από την αναρτημένη και απομαγνητοφωνημένη τοποθέτηση του υπουργού κ. Παναγιωτόπουλου, στην κεντρική συνεδρία του 15ου Ετησίου Συνεδρίου της Βαλτικής για την Άμυνα σχετικώς με την νέα Στρατηγική Αντίληψη του ΝΑΤΟ.
Θα περιμέναμε εκεί, ο κ. Παναγιωτόπουλος, να θέσει, μιας και η συζήτηση αφορούσε ακριβώς τη στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ, όσα τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης κυβέρνησης (δηλαδή σχεδόν όλα), οι κυβερνητικοί, νατοϊκοί, νέοι εθνικόφρονες και οι οργανικοί τους αναλυτές αναπαράγουν καθημερινώς, στο εσωτερικό της πατρίδας μας: ότι η Τουρκία έχει στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριφορά η οποία δεν συνάδει με τις αρχές του ατλαντισμού, να μιλήσουν για την απειλή πολέμου, για τον τουρκικό αναθεωρητισμό ή έστω (μιας και πλέον συναγωνιζόμαστε σε αντι-ρωσισμό τους συμμάχους μας στην Βαλτική…) για τη σχέση της γείτονος με τη Ρωσία.
Ωστόσο, όλως περιέργως, όταν μιλούν εκεί, στο εξωτερικό, δεν εντοπίζει κανείς τίποτα σχετικό. Αντί όλων αυτών, ο κ. Παναγιωτόπουλος προέβη σε μόνο μία ευθεία αναφορά στην Τουρκία, σε σχέση με τα γεγονότα του Έβρου, το 2020. Με άλλα λόγια, αν άκουγε κανείς την εν λόγω ομιλία θα υπέθετε ότι μεταξύ των δύο κρατών υφίσταται ένα μόνο ζήτημα και αυτό αφορά την παράνομη μετακίνηση πληθυσμών από το ένα κράτος, προς το άλλο. Επομένως, τα ζητήματά μας με την Τουρκία αποτελούν αστυνομικής και μόνο φύσης προκλήσεις.
Θα αναρωτηθεί κανείς βεβαίως αν το ΝΑΤΟ ούτως ή άλλως μπορεί και θέλει να διαδραματίσει οποιονδήποτε ρόλο ανάσχεσης του τουρκικού επεκτατισμού. Η απάντηση είναι όχι. Αφενός όμως, πρέπει να το αναγνωρίσει αυτό η ελληνική κυβέρνηση, αντί αντιθέτως να εξακολουθεί να προπαγανδίζει ότι το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, οι οποίες ηγούνται της συμμαχίας, θα σταματήσουν τον τουρκικό αναθεωρητισμό.
Αφετέρου, αφού το ΝΑΤΟ ακριβώς δεν προσφέρεται να εμποδίσει την Τουρκία να ξεδιπλώσει και εις βάρος μας τα νεοοθωμανικά σχέδιά της, ποιος είναι ο λόγος που τόσο στο παρελθόν, όσο και σήμερα, με έμφαση στη συγκεκριμένη ομιλία μάλιστα, είμαστε τόσο πρόθυμοι να αγκαλιάσουμε τις επιδιώξεις των Βαλτικών κρατών απέναντι στη Ρωσία; Η ομιλία Παναγιωτόπουλου, εν αναμονή μάλιστα της συνάντησης του Ρώσου προέδρου με τον Έλληνα πρωθυπουργό τον Δεκέμβριο, αποτελεί μνημείο αντι-ρωσισμού.
Όλο το ιδεολογικό οπλοστάσιο της Δύσης περί αυταρχικής και Ρωσίας και μάλιστα εν γένει αυταρχικών ηγετών αναπαράγεται στην εν λόγω τοποθέτηση του Έλληνα υπουργού. Παρεμπιπτόντως είναι κάπως “χαριτωμένο” να τα υποστηρίζει όλα αυτά ο υπουργός μας, όταν ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου έχει επανειλημμέως αναφερθεί όχι μόνο σε κοινά συμφέροντα, αλλά και σε κοινές αξίες με… τη Σαουδική Αραβία – μεταξύ άλλων.
Έχουμε επομένως, την ελληνική κυβέρνηση στο εξωτερικό να διευκολύνει ΗΠΑ και Τουρκία με το να περιορίζει την ατζέντα των αντιδράσεών μας προς τις τουρκικές κινήσεις σε αστυνομικού-συνοριακού χαρακτήρα θέματα μόνο, παραλείποντας κάθε πιθανή αναφορά στα θέματα απειλής πολέμου ή και αμφισβήτησης της κυριαρχίας μας και την ίδια στιγμή να τάσσεται ολόθερμα στο πλευρό των Βαλτικών Δημοκρατιών, οι οποίες αν κάτι έχουμε να διδαχθούμε από την περίπτωση της Ουκρανίας, θα αγκαλιάσουν τα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, προκειμένου να στραφούν κατά της Ρωσίας.
Βεβαίως, ο υπουργός τάχθηκε (ζητώντας προκαταβολικώς, εμμέσως πλην σαφώς, συγγνώμη από τους λοιπούς νατοϊκούς συμμάχους) υπέρ ενός διαλόγου με τη Ρωσία. Με τη Ρωσία ωστόσο όχι ως έστω εν δυνάμει εταίρο, αλλά ως αντίπαλο. Ως περίπου τη δύναμη του κακού από την Ανατολή, με την οποία θα μιλήσουμε για να την περιορίσουμε και με αυτόν τον τρόπο, πέρα από τον άμεσα στρατιωτικό.
Αλήθεια, έτσι προετοιμάζουν τη συζήτηση με τον πρόεδρο της Ρωσίας από το Μαξίμου; Και επιπλέον με αυτόν τον τρόπο υπερασπίζονται οι κυβερνητικοί τα εθνικά συμφέροντα; Με το να προσφέρουν τις ένοπλες δυνάμεις και τις υποδομές της πατρίδας μας στις υπηρεσίες μιας πιθανής εμπλοκής στρατιωτικού χαρακτήρα με την Ρωσία, ενώ για το Αιγαίο, διευκολύνουμε τους “συμμάχους” μας, με το να θάβουμε εμείς οι ίδιοι τα ανοιχτά θέματα με την Τουρκία;
Θα λέγαμε ότι μας εκπλήσσει η αντίληψη περί πατριωτισμού της κυβέρνησης αλλά η αλήθεια είναι ότι όχι. Παραμένει αμετάβλητη κατ’ ουσίαν από τη δεκαετία του ’50, με τον “από Βορρά κίνδυνο”. Ας σκεφτεί η αντιπολίτευση απλώς, πόσο καλό κάνει η ταύτισή της με αυτήν την κυβερνητική προσέγγιση.
Θα περιμέναμε εκεί, ο κ. Παναγιωτόπουλος, να θέσει, μιας και η συζήτηση αφορούσε ακριβώς τη στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ, όσα τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης κυβέρνησης (δηλαδή σχεδόν όλα), οι κυβερνητικοί, νατοϊκοί, νέοι εθνικόφρονες και οι οργανικοί τους αναλυτές αναπαράγουν καθημερινώς, στο εσωτερικό της πατρίδας μας: ότι η Τουρκία έχει στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριφορά η οποία δεν συνάδει με τις αρχές του ατλαντισμού, να μιλήσουν για την απειλή πολέμου, για τον τουρκικό αναθεωρητισμό ή έστω (μιας και πλέον συναγωνιζόμαστε σε αντι-ρωσισμό τους συμμάχους μας στην Βαλτική…) για τη σχέση της γείτονος με τη Ρωσία.
Ωστόσο, όλως περιέργως, όταν μιλούν εκεί, στο εξωτερικό, δεν εντοπίζει κανείς τίποτα σχετικό. Αντί όλων αυτών, ο κ. Παναγιωτόπουλος προέβη σε μόνο μία ευθεία αναφορά στην Τουρκία, σε σχέση με τα γεγονότα του Έβρου, το 2020. Με άλλα λόγια, αν άκουγε κανείς την εν λόγω ομιλία θα υπέθετε ότι μεταξύ των δύο κρατών υφίσταται ένα μόνο ζήτημα και αυτό αφορά την παράνομη μετακίνηση πληθυσμών από το ένα κράτος, προς το άλλο. Επομένως, τα ζητήματά μας με την Τουρκία αποτελούν αστυνομικής και μόνο φύσης προκλήσεις.
Θα αναρωτηθεί κανείς βεβαίως αν το ΝΑΤΟ ούτως ή άλλως μπορεί και θέλει να διαδραματίσει οποιονδήποτε ρόλο ανάσχεσης του τουρκικού επεκτατισμού. Η απάντηση είναι όχι. Αφενός όμως, πρέπει να το αναγνωρίσει αυτό η ελληνική κυβέρνηση, αντί αντιθέτως να εξακολουθεί να προπαγανδίζει ότι το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, οι οποίες ηγούνται της συμμαχίας, θα σταματήσουν τον τουρκικό αναθεωρητισμό.
Αφετέρου, αφού το ΝΑΤΟ ακριβώς δεν προσφέρεται να εμποδίσει την Τουρκία να ξεδιπλώσει και εις βάρος μας τα νεοοθωμανικά σχέδιά της, ποιος είναι ο λόγος που τόσο στο παρελθόν, όσο και σήμερα, με έμφαση στη συγκεκριμένη ομιλία μάλιστα, είμαστε τόσο πρόθυμοι να αγκαλιάσουμε τις επιδιώξεις των Βαλτικών κρατών απέναντι στη Ρωσία; Η ομιλία Παναγιωτόπουλου, εν αναμονή μάλιστα της συνάντησης του Ρώσου προέδρου με τον Έλληνα πρωθυπουργό τον Δεκέμβριο, αποτελεί μνημείο αντι-ρωσισμού.
Όλο το ιδεολογικό οπλοστάσιο της Δύσης περί αυταρχικής και Ρωσίας και μάλιστα εν γένει αυταρχικών ηγετών αναπαράγεται στην εν λόγω τοποθέτηση του Έλληνα υπουργού. Παρεμπιπτόντως είναι κάπως “χαριτωμένο” να τα υποστηρίζει όλα αυτά ο υπουργός μας, όταν ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου έχει επανειλημμέως αναφερθεί όχι μόνο σε κοινά συμφέροντα, αλλά και σε κοινές αξίες με… τη Σαουδική Αραβία – μεταξύ άλλων.
Έχουμε επομένως, την ελληνική κυβέρνηση στο εξωτερικό να διευκολύνει ΗΠΑ και Τουρκία με το να περιορίζει την ατζέντα των αντιδράσεών μας προς τις τουρκικές κινήσεις σε αστυνομικού-συνοριακού χαρακτήρα θέματα μόνο, παραλείποντας κάθε πιθανή αναφορά στα θέματα απειλής πολέμου ή και αμφισβήτησης της κυριαρχίας μας και την ίδια στιγμή να τάσσεται ολόθερμα στο πλευρό των Βαλτικών Δημοκρατιών, οι οποίες αν κάτι έχουμε να διδαχθούμε από την περίπτωση της Ουκρανίας, θα αγκαλιάσουν τα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, προκειμένου να στραφούν κατά της Ρωσίας.
Βεβαίως, ο υπουργός τάχθηκε (ζητώντας προκαταβολικώς, εμμέσως πλην σαφώς, συγγνώμη από τους λοιπούς νατοϊκούς συμμάχους) υπέρ ενός διαλόγου με τη Ρωσία. Με τη Ρωσία ωστόσο όχι ως έστω εν δυνάμει εταίρο, αλλά ως αντίπαλο. Ως περίπου τη δύναμη του κακού από την Ανατολή, με την οποία θα μιλήσουμε για να την περιορίσουμε και με αυτόν τον τρόπο, πέρα από τον άμεσα στρατιωτικό.
Αλήθεια, έτσι προετοιμάζουν τη συζήτηση με τον πρόεδρο της Ρωσίας από το Μαξίμου; Και επιπλέον με αυτόν τον τρόπο υπερασπίζονται οι κυβερνητικοί τα εθνικά συμφέροντα; Με το να προσφέρουν τις ένοπλες δυνάμεις και τις υποδομές της πατρίδας μας στις υπηρεσίες μιας πιθανής εμπλοκής στρατιωτικού χαρακτήρα με την Ρωσία, ενώ για το Αιγαίο, διευκολύνουμε τους “συμμάχους” μας, με το να θάβουμε εμείς οι ίδιοι τα ανοιχτά θέματα με την Τουρκία;
Θα λέγαμε ότι μας εκπλήσσει η αντίληψη περί πατριωτισμού της κυβέρνησης αλλά η αλήθεια είναι ότι όχι. Παραμένει αμετάβλητη κατ’ ουσίαν από τη δεκαετία του ’50, με τον “από Βορρά κίνδυνο”. Ας σκεφτεί η αντιπολίτευση απλώς, πόσο καλό κάνει η ταύτισή της με αυτήν την κυβερνητική προσέγγιση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου