Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

Η τραγωδία της Συρίας είναι η κληρονομιά των ΗΠΑ


 
Η γενική εντύπωση για το τέλος της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και την επιστροφή στο έθνος-κράτος δεν οφείλεται μόνο στην οικονομική αναδίπλωση για την αντιμετώπιση της υπερχρέωσης, αλλά συνδέεται και με το γεγονός της αποτυχίας των πολεμικών τυχοδιωκτισμών της Αμερικής.
Η Ιστορία θα κρίνει την κληρονομιά της εξωτερικής πολιτικής του Ομπάμα ως αποτυχία, όπως γράφουν δεκάδες αναλύσεις του αραβικού τύπου, κάνοντας τον απολογισμό της τελευταίας οκταετίας.
Η τραγωδία της Συρίας, ίσως περισσότερο απ’ όλα, θα συμβολίζει την αμαυρωμένη κληρονομιά των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή.
Σταχυολογώντας μερικά χαρακτηριστικά δημοσιεύματα των μεσανατολικών ΜΜΕ, θα σταθούμε περισσότερο στις διαπιστώσεις δύο ιστορικών εφημερίδων της περιοχής, της Αλ-Αχράμ του Καΐρου και της Jerusalem Post, που κρίνουν πολύ αυστηρά την πολιτική της 8ετίας Ομπάμα στην Μέση Ανατολή. Τόσο η Αιγύπτια ακαδημαϊκός και πολιτική αναλύτρια Azza Radwan, όσο και ο Ισραηλινός ιστορικός Alan Serhowitz, θεωρούν ότι η Μέση Ανατολή είναι πιο επικίνδυνο μέρος σήμερα απ’ ό,τι ήταν πριν ξεκινήσει η οκταετία της προεδρίας Ομπάμα. Τα οκτώ αυτά καταστροφικά χρόνια ήρθαν ως συνέχεια των προηγούμενων οκτώ καταστροφικών ετών της προεδρίας Μπους (υιού), κατά την διάρκεια των οποίων το συγκεκριμένο μέρος του κόσμου έγινε επίσης πιο επικίνδυνο. Το ίδιο συνέβη και σε πολλά άλλα διεθνή “καυτά σημεία”. Συνολικά, τα τελευταία 16 χρόνια είδαμε μεγάλες γκάφες στον τομέα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής σε ολόκληρο τον κόσμο και ειδικότερα στην περιοχή μεταξύ της Λιβύης και του Ιράν, η οποία περιλαμβάνει το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Συρία, τον Λίβανο, την Τουρκία και τα κράτη του Περσικού Κόλπου.
 
Συρία
Η Συρία θα παραμείνει το αγκάθι της κληρονομιάς Ομπάμα στον Αραβικό κόσμο. Το να πάρεις το μέρος της αντιπολίτευσης κατά του προέδρου Μπασάρ Άσσαντ φαίνεται ξεκάρφωτο σήμερα, έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα. Καθώς ενισχυόταν το ρεύμα της αντιπολίτευσης, άρχισαν να διεισδύουν σ’ αυτήν φανατικοί και ομάδες τζιχαντιστών από όλο τον κόσμο.
Ο συνεχιζόμενος πόλεμος άφησε την Συρία με μια ανθρωπιστική καταστροφή: πάνω από 400.000 νεκρούς, μια ισοπεδωμένη χώρα, μαζί με τον δυσοίωνο τίτλο “της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης στον κόσμο”.
Ο πρόεδρος Ομπάμα υιοθέτησε έναν παραπλανητικό και διστακτικό ρόλο, αποκαλώντας τον πόλεμο κατά του ISIS “μακροπρόθεσμο”. Αμφιταλαντευόταν, αφήνοντας ορθάνοιχτη την πόρτα για την ανάμειξη μιας σειράς χωρών. Δεν νοιάστηκε πραγματικά ούτε για την Συρία ούτε καν για τον συριακό λαό.
Ο Robert Ford, που παραιτήθηκε το 2014 από την θέση του πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Συρία λόγω διαφωνιών επί της ακολουθούμενης πολιτικής, είπε: “Λυπάμαι προσωπικά που, αφού νομίσαμε ότι πήραμε το μάθημά μας από περιπτώσεις όπως στο Σεράγεβο, την Σρεμπρένιτσα και την Ρουάντα, είναι πασιφανές ότι η προεδρία αυτή ουσιαστικά δεν νοιάζεται καθόλου”.
Ακόμα και η περυσινή εκεχειρία στην Συρία ήταν πρωτοβουλία της Ρωσίας, ενώ οι ΗΠΑ δεν έπαιξαν στην πραγματικότητα κανέναν ρόλο.
 
Λιβύη
Η επέμβαση στην Λιβύη και η ανατροπή του Καντάφι άφησαν την χώρα σε κενό εξουσίας παρόμοιο με αυτό που δημιουργήθηκε στο Ιράκ. Ο πρόεδρος Ομπάμα εξασφάλισε ότι η επέμβαση έγινε υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ και, τον Οκτώβριο του 2011, το ΝΑΤΟ αποχώρησε από την Λιβύη. Το κενό καλύφθηκε αμέσως από το ISIS.
Κάποτε η Λιβύη ήταν η πλουσιότερη χώρα της Αφρικής. Σήμερα βρίσκεται στο χάος, ταλανίζεται από εμφύλιο πόλεμο, είναι μοιρασμένη μεταξύ των πολιτοφυλακών του Misrata, από την μια, και του στρατηγού Khalifa Hiftar, από την άλλη.
Παρ’ όλο που ο Ομπάμα ήταν υπέρ της αλλαγής στην εξουσία και της σωτηρίας της ζωής αθώων Λίβυων, ποτέ δεν ολοκλήρωσε το έργο που ξεκίνησε. Όταν ρωτήθηκε για τις αποτυχίες του, ο Ομπάμα απάντησε ότι το χειρότερο λάθος της προεδρίας του ήταν ότι δεν κατάφεραν να προετοιμαστούν για τις επιπτώσεις της ανατροπής του Λίβυου ηγέτη.
Είτε στην Λιβύη, είτε στο Ιράκ, ή στην Συρία, το ISIS αναδύθηκε ως η διάδοχος κατάσταση μετά την ανατροπή των καθεστώτων που άφησε τις χώρες εκείνες εύκολη λεία σε κάθε λογής φανατικούς. Η στρατηγική Ομπάμα απέναντι στο ISIS έχει αποτύχει γιατί ποτέ δεν έδειξε αρκετή αποφασιστικότητα ούτε προσήλωση σ’ αυτήν. Οι επιπτώσεις αυτής της στάσης είναι πλέον αισθητές σε ολόκληρο τον Αραβικό κόσμο.


Ισραήλ
Με το βλέμμα στην σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων, η πολιτική του Ομπάμα είναι εξίσου αποτυχημένη γιατί έκανε την προοπτική μιας συναινετικής ειρήνης ακόμα πιο δύσκολο να επιτευχθεί.
Στο ενδιαφέρον βιβλίο Doomed to Succeed, που παρακολουθεί ιστορικά τις Αμερικανο-Ισραηλινές σχέσεις, ο Dennis Ross διαπιστώνει ότι όποτε η ισραηλινή κυβέρνηση είχε εμπιστοσύνη στην υποστήριξη της Αμερικής, ήταν πιο πρόθυμη να κάνει γενναιόδωρες συμβιβαστικές προσφορές απ’ ό,τι όταν είχε λόγους να αμφιβάλλει για την στήριξη των ΗΠΑ. Ίσως δεν έχει άδικο. Ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα δεν κατάλαβε αυτή την κρίσιμη πραγματικότητα και αγνόησε το Ισραήλ επανειλημμένα, αρχής γενομένης από την μονόπλευρη ομιλία του στο Κάϊρο, λίγο μετά την έναρξη της θητείας του.
Η συμφωνία με το Ιράν, ενώ καθυστέρησε την απόκτηση πυρηνικών όπλων, εγγυήθηκε ουσιαστικά ότι θα του επιτραπεί να αναπτύξει πυρηνικό οπλοστάσιο αμέσως μόλις λήξουν οι σημαντικοί περιορισμοί της συμφωνίας την επόμενη δεκαετία. Το Ισραήλ ποτέ δεν θα επιτρέψει σε ένα καθεστώς, ορκισμένο να το καταστρέψει, να εξασφαλίσει τέτοια γενοκτονικά όπλα. Έτσι, η πιθανότητα μιας ενδεχόμενης επικίνδυνης στρατιωτικής αναμέτρησης έχει μάλλον αυξηθεί παρά μειωθεί σήμερα.
 
Τουρκία
Η Τουρκία, επίσης, επιδίδεται σε λεονταρισμούς, αφού ο οξύθυμος και εγωμανής ηγέτης της χρησιμοποίησε το πρόσχημα του ISIS για να κυνηγήσει άλλον ένα σύμμαχο των ΗΠΑ, τους Κούρδους, που έχουν εξίσου ισχυρή απαίτηση για απόκτηση κρατικής οντότητας, όπως και οι Παλαιστίνιοι.
Οι παραδοσιακοί σύμμαχοι της Αμερικής στην Μέση Ανατολή -Ισραήλ, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Εμιράτα και Ιορδανία- έχουν όλοι αποδυναμωθεί από την πολιτική Ομπάμα, κυρίως στο θέμα της συμφωνίας με το Ιράν. Οι παραδοσιακοί εχθροί της Αμερικής -Ιράν, Συρία και Χεζμπολλάχ- έχουν ισχυροποιηθεί, μαζί με την Τουρκία.
Η τρομοκρατία έχει αυξηθεί και έχει μετακινηθεί προς την Ευρώπη, εν μέρει ως αποτέλεσμα της συριακής κρίσης.
Το ISIS, η Αλ-Κάϊντα, οι Ταλιμπάν -και άλλες τρομοκρατικές παραφυάδες- που θεωρητικά είχαν αποδυναμωθεί, παραμένουν σοβαρή απειλή για την σταθερότητα της περιοχής.
Μια αποσταθεροποιημένη Μέση Ανατολή αυξάνει τους κινδύνους για τους συμμάχους των Αμερικανών και για την ειρήνη.
Οι ευθύνες γι’ αυτή την αστάθεια καταμερίζονται εξίσου στους προέδρους Μπους και Ομπάμα.
Η βεβιασμένη παραίτηση του Αιγύπτιου προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ έθεσε αρχικά την Αίγυπτο υπό τον έλεγχο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και ενίσχυσε την Χαμάς στην Λωρίδα της Γάζας. Μόνο ένα πραξικόπημα, στο οποίο αντιτάχθηκε η κυβέρνηση Ομπάμα, αποκατέστησε κάποια αίσθηση σταθερότητας στην Αίγυπτο.
Ο Λίβανος έγινε παράρτημα ουσιαστικά της Χεζμπολλάχ, που ελέγχεται από το Ιράν και διαθέτει 100.000 πυραύλους στραμμένους στο Ισραήλ. Το σιϊτικό τόξο τώρα ξεκινά από το Ιράν, περνά από μέρη του Ιράκ και της Συρίας, και καταλήγει στον Λίβανο.
Το χειρότερο, πάντως, είναι ότι οι φανατικοί Ισλαμιστές τρομοκράτες έχουν αντικαταστήσει τους αυταρχικούς κοσμικούς τυράννους. Και οι δύο είναι κακοί, αλλά οι τύραννοι τουλάχιστον δημιουργούσαν έναν βαθμό σταθερότητας και ήταν προβλέψιμοι.
Αυτή είναι η τραγική κληρονομιά των αποτυχημένων προσπαθειών της διακυβέρνησης Ομπάμα που υποτίθεται ότι στόχο είχαν να επανορθώσουν την ζημιά που έκανε η διακυβέρνηση Μπους.
Όταν κατέκτησε την προεδρία, εκατομμύρια ήλπισαν ότι ο Μπαράκ Ομπάμα θα τηρούσε τις υποσχέσεις του στο ζήτημα των σχέσεων ΗΠΑ και αραβικών χωρών. Απέτυχε τραγικά λόγω της απλοϊκότητάς του και της θολούρας της εξωτερικής πολιτικής του. Λειτούργησε στον Λευκό Οίκο ως ένας παγκόσμιος CEO, που έχει αφομοιώσει καλά τα κλισέ και τις στερεότυπες κοινοτοπίες της αμερικανικής ελίτ, οι οποίες στην Ουάσιγκτων λειτουργούν ως υποκατάστατα της πραγματικότητας… Και το Γκουαντανάμο είναι ακόμα ανοικτό. Όσο για την “επανεκκίνηση” των σχέσεων με την Ρωσία που υπόσχεται η νέα διακυβέρνηση των ΗΠΑ, όσο λιγότερα λένε, τόσο το καλύτερο.
*Δημοσιεύθηκε στο Hellenic Nexus τ.118, Μάϊος 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου