Mpelalis Reviews

Mpelalis Reviews

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020

Σεπτέμβρηδες


 Οι Σεπτέμβρηδες της κληρονομημένης προσφυγιάς. 
 
@ai_Katerina
 
Ήταν μέρες περίεργες αυτές οι μέρες του Σεπτέμβρη στα παιδιάτικα μου. Είχαν μια γλυκόπικρη γεύση. Κι όχι δεν ήταν μέρες μνημόσυνων. Στις δυο μου τις γιαγιάδες, πρόσφυγες και η δυο, η μια από τη Σμύρνη και η άλλη από την Πόλη, δεν ταίριαζαν τα μνημόσυνα. Αυτές κοίταζαν πάντα μπροστά, το «πίσω», όσο πονεμένο και θλιβερό κι αν ήταν, το αντιμετώπιζαν περήφανα, με καμάρι, «τα καταφέραμε» συνομολογούσαν. 
Στα παραμύθια με τις Χιονάτες, τις Σταχτοπούτες και τις ωραίες κοιμωμένες, οι γιαγιάδες μου είχαν να αντιπαραβάλλουν σκηνές, ιστορίες, μύθους από την Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη, πόλεις μαγικές, πόλεις ακμάζουσες, που αγκάλιαζαν τους πάντες, που συγχωρούσαν τους πάντες και που ίσως δεν υπήρξαν ποτέ έτσι, παρά μόνο στη νοσταλγία όλων όσων τις στερήθηκαν. 
Με έπαιρναν από το χέρι, η μια, για να χαθούμε στους λαμπερούς δρόμους της Σμύρνης. Φεύγαμε από τον Μπουρνόβα να πάμε στην Αγία Φωτεινή, και μετά στο Μπασμανέ να μπούμε στο τραίνο. Και μετά η άλλη με κρατούσε σφιχτά για να με ταξιδέψει από το Tσιχαγγίρι στο Ταρλαμπάσι και από τα Θεραπειά στο Σισλί να ανάψουμε τα καντήλια των πεθαμένων της, στο νεκροταφείο του Σωτήρα. Τα βράδια με έβρισκαν χορτασμένη από τα γλυκά, τις πουτίγκες, τα φοινίκια και κουρασμένη από τις βόλτες στην Promenade και στο Γαλατά. Γεμάτη εικόνες, γεμάτη από μια ανατολή εξελληνισμένη, μια εξευρωπαϊσμένη ανατολή. 
Χρόνια μετά, ενήλικη πια, τις περπάτησα αυτές τις διαδρομές πολλές φορές, τις αναζήτησα, τις στόλισα με τα ακούσματα και τις μυθικές εικόνες, τα χρώματα και τις μυρωδιές που κουβαλούσα από παιδί. Οι εικόνες ξέθωρες πια, αλλά κληρονομημένες. Μια κληρονομιά Ανατολής. Μα πάνω από όλα μια κληρονομιά προσφυγιάς. Αυτό το φωτογραφικό κλικ της καταστροφής της ζωής. 
Η μια έφυγε παιδί κρεμασμένη στις φούστες της μητέρας της, όταν όποια χρήματα υπήρχαν δόθηκαν, μάταια, για να αποκτηθεί ένα Γαλλικό, ένα Ιταλικό, ένα Αμερικανικό διαβατήριο, οτιδήποτε μπορούσε να σε προστατεύσει και να σε βάλει σε ένα πλοίο. Αμύθητα ποσά άλλαξαν χέρια  για μια πολιτογράφηση κι ένα διαβατήριο προστασίας. 2 χιλιόμετρα δρόμος γεμάτος γυναικόπαιδα, σκυλιά, γατιά που πάλευαν να σωθούν από τις φλόγες. Οι «Σύμμαχοι» μέσα από τα πλοία τους, παρακολουθούσαν απαθείς το τσούρμο των ανθρώπων που προσπαθούσε να διασωθεί ανάμεσα στη φωτιά, στα όπλα και στη θάλασσα.
Η άλλη, 10 χρόνια μετά τα «Σεπτεμβριανά»,  έγινε πρόσφυγας παλεύοντας να χωρέσει σε «20 δολαρια/20 κιλά-οτι επιτρεπόταν να εχουν μαζί τους οι απελαθέντες- μια ολόκληρη ζωή, ότι είχε, ότι ήξερε, ότι αγάπησε, ότι έζησε. 
Πέρασαν τα χρόνια και η μαγική Ανατολή των παιδικών μου χρόνων, ξέφτισε. Έχασε τα χρώματα της και απόμεινε ασπρόμαυρη. Αλλά η κληρονομιά της προσφυγιάς, το βάρος της, ο πόνος της, το κλάμα, η συντριβή, το γονάτισμα, η απώλεια, η επιβίωση είναι τα μόνα που κουβαλάω ως οικογενειακούς θυρεούς, ως παράσημα στο πέτο. Είναι τα μόνα που έμαθα να αναγνωρίζω και να συμπονώ. 
Κατηφορίζοντας  τη Σωκράτους, εκεί που οι μυρωδιές από τις χαμένες πατρίδες τόσων ανθρώπων σου σπάνε τη μύτη, χάνομαι στις κουβέντες των γιαγιάδων μου πάνω από αχνιστές κατσαρόλες, για το αν του κοκκινιστού, του πρέπει το κύμινο ή η κανέλα. Και νοιώθω να γλυκαίνω, να λειώνω, να βυθίζομαι στο ασπρόμαυρο που γίνεται τόσο έντονα έγχρωμο. Οι πρόσφυγες. Η κληρονομιά μου. 
Οι Σεπτέμβρηδες της κληρονομημένης προσφυγιάς. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου