Ο εκλογικός νόμος είναι ο πιο "ανήθικος" νόμος των ελληνικών κυβερνήσεων. Όχι σήμερα, διαχρονικά.
Σε παλιότερες εποχές-πολιτικά ανώμαλες- φτιαχνόταν έτσι ώστε να κυβερνά μόνιμα το κόμμα της Δεξιάς, ακόμη κι αν έχανε τις εκλογές. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα οι εκλογές του 1956. Τότε η ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήρθε δεύτερη. Όμως, όχι μόνο πήρε... περισσότερες έδρες στη Βουλή, αλλά κυβέρνησε και μάλιστα με αυτοδυναμία. Το πρώτο κόμμα, η Δημοκρατική Ένωσις του Γεωργίου Παπανδρέου, έμεινε στην αντιπολίτευση! Οι εκλομάγειροι της τότε Δεξιάς είχαν μεγαλουργήσει, με ένα εκλογικό σύστημα (συνδυασμός απλής και ενισχυμένης αναλογικής και πλειοψηφικού) που ονομάστηκε «τριφασικό».
Στη Μεταπολίτευση δεν είχαμε τέτοιες ανήθικες απόπειρες βιασμού της εκλογικής βούλησης του ελληνικού λαού. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις κυβέρνησαν τα κόμματα που είχαν νικήσει.
Το 1989 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (Ανδρέα Παπανδρέου), βλέποντας ότι θα έχανε τις εκλογές, άλλαξε τον εκλογικό νόμο και από ενισχυμένη αναλογική την έκανε (σχεδόν) απλή. Η ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη χρειάστηκε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις για να καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση.
Κι εδώ αρχίζει μια διδακτική ιστορία. Το 1990 το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν στη χειρότερη φάση της ζωής του. Είχε ηττηθεί τρεις φορές και ο αρχηγός του ήταν σωματικά ασθενής. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αισθανόταν κυρίαρχη και πίστευε ότι το ΠΑΣΟΚ «ήταν τελειωμένο». Και, για να είναι σίγουρη ότι στις επόμενες εκλογές θα πάρει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, άλλαξε τον εκλογικό νόμο, επαναφέροντας την ενισχυμένη αναλογική.
Όμως, έπεσε στο λάκκο που έσκαψε για τον αντίπαλό της. Στις εκλογές του 1993 το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου θριάμβευσε και, βοηθούντος του εκλογικού νόμου της ΝΔ, σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Μετά από χρόνια τα δύο μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, συμφώνησαν ότι κάθε νέος εκλογικός νόμος θα ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές(εκτός αν τον ψήφισαν 200 βουλευτές), σε μια προσπάθεια να μην ξαναγίνει απόλυτο όπλο στα χέρια της εκάστοτε πλειοψηφίας.
Τι συμβαίνει σήμερα και πώς συνδέεται με τα παλιά; Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το νόμο της απλής αναλογικής, που έχει ψηφίσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά οι μεθεπόμενες με ενισχυμένη αναλογική, την οποία επανέφερε η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 2020.
Κι εδώ είναι το περίεργο. Ένας νόμος της σημερινής κυβέρνησης, που δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί(!), είναι αντικείμενο συζήτησης για το αν θα αλλάξει και πάλι. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φοβάται ότι δεν μπορεί να ξαναπάρει αυτοδυναμία, επειδή ο ισχύων (δικός της) νόμος απαιτεί ποσοστό 37%-38%. Και, παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού ότι «δεν είναι σοβαρή» η συζήτηση για νέα αλλαγή, ακόμα και υπουργοί επαναφέρουν το θέμα.
Αν ο νυν πρωθυπουργός γνωρίζει την προϊστορία, δεν θα κάνει το διαφαινόμενο λάθος. Μια χαρά είναι ο εκλογικός νόμος. Και αυτοδυναμία μπορεί να του δώσει, ακόμη και με μικρότερο ποσοστό από αυτό που πήρε το 2019. Αλλά και συμμαχική κυβέρνηση μπορεί να σχηματίσει, αν του λείπουν λίγες έδρες. Αρκεί να πείσει μια ικανή πλειοψηφία του εκλογικού σώματος, ακόμα και μικρότερη από αυτήν του 2019.
Όμως, στην πολιτική βεβαιότητες δεν υπάρχουν. Μπορεί σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης να αισθάνεται «βέβαιος» για την επόμενη νίκη του. Το ίδιο αισθανόταν και ο πατέρας του το 1990 και άλλαξε τον εκλογικό νόμο. Χωρίς να το υπολογίζει τότε, είχε κάνει ένα μεγάλο δώρο στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Φυσικά, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται τόσο εύκολα. Το 2022 δεν είναι 1990, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ΠΑΣΟΚ του 1993, ούτε ο Αλέξης Τσίπρας είναι Ανδρέας Παπανδρέου.
Όμως, ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ καλό θα είναι(για τους ίδιους) να προσέξουν τι λέει αυτό το απόσπασμα της Παλαιάς Διαθήκης για τις παγίδες και την τιμωρία: «Όστις σκάπτει λάκκον θέλει πέσει εις αυτόν…». Νεοελληνιστί: Όποιος σκάβει το λάκκο του αλλουνού πέφτει ο ίδιος μέσα…
Σε παλιότερες εποχές-πολιτικά ανώμαλες- φτιαχνόταν έτσι ώστε να κυβερνά μόνιμα το κόμμα της Δεξιάς, ακόμη κι αν έχανε τις εκλογές. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα οι εκλογές του 1956. Τότε η ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήρθε δεύτερη. Όμως, όχι μόνο πήρε... περισσότερες έδρες στη Βουλή, αλλά κυβέρνησε και μάλιστα με αυτοδυναμία. Το πρώτο κόμμα, η Δημοκρατική Ένωσις του Γεωργίου Παπανδρέου, έμεινε στην αντιπολίτευση! Οι εκλομάγειροι της τότε Δεξιάς είχαν μεγαλουργήσει, με ένα εκλογικό σύστημα (συνδυασμός απλής και ενισχυμένης αναλογικής και πλειοψηφικού) που ονομάστηκε «τριφασικό».
Στη Μεταπολίτευση δεν είχαμε τέτοιες ανήθικες απόπειρες βιασμού της εκλογικής βούλησης του ελληνικού λαού. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις κυβέρνησαν τα κόμματα που είχαν νικήσει.
Το 1989 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (Ανδρέα Παπανδρέου), βλέποντας ότι θα έχανε τις εκλογές, άλλαξε τον εκλογικό νόμο και από ενισχυμένη αναλογική την έκανε (σχεδόν) απλή. Η ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη χρειάστηκε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις για να καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση.
Κι εδώ αρχίζει μια διδακτική ιστορία. Το 1990 το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν στη χειρότερη φάση της ζωής του. Είχε ηττηθεί τρεις φορές και ο αρχηγός του ήταν σωματικά ασθενής. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αισθανόταν κυρίαρχη και πίστευε ότι το ΠΑΣΟΚ «ήταν τελειωμένο». Και, για να είναι σίγουρη ότι στις επόμενες εκλογές θα πάρει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, άλλαξε τον εκλογικό νόμο, επαναφέροντας την ενισχυμένη αναλογική.
Όμως, έπεσε στο λάκκο που έσκαψε για τον αντίπαλό της. Στις εκλογές του 1993 το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου θριάμβευσε και, βοηθούντος του εκλογικού νόμου της ΝΔ, σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Μετά από χρόνια τα δύο μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, συμφώνησαν ότι κάθε νέος εκλογικός νόμος θα ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές(εκτός αν τον ψήφισαν 200 βουλευτές), σε μια προσπάθεια να μην ξαναγίνει απόλυτο όπλο στα χέρια της εκάστοτε πλειοψηφίας.
Τι συμβαίνει σήμερα και πώς συνδέεται με τα παλιά; Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το νόμο της απλής αναλογικής, που έχει ψηφίσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά οι μεθεπόμενες με ενισχυμένη αναλογική, την οποία επανέφερε η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 2020.
Κι εδώ είναι το περίεργο. Ένας νόμος της σημερινής κυβέρνησης, που δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί(!), είναι αντικείμενο συζήτησης για το αν θα αλλάξει και πάλι. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φοβάται ότι δεν μπορεί να ξαναπάρει αυτοδυναμία, επειδή ο ισχύων (δικός της) νόμος απαιτεί ποσοστό 37%-38%. Και, παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού ότι «δεν είναι σοβαρή» η συζήτηση για νέα αλλαγή, ακόμα και υπουργοί επαναφέρουν το θέμα.
Αν ο νυν πρωθυπουργός γνωρίζει την προϊστορία, δεν θα κάνει το διαφαινόμενο λάθος. Μια χαρά είναι ο εκλογικός νόμος. Και αυτοδυναμία μπορεί να του δώσει, ακόμη και με μικρότερο ποσοστό από αυτό που πήρε το 2019. Αλλά και συμμαχική κυβέρνηση μπορεί να σχηματίσει, αν του λείπουν λίγες έδρες. Αρκεί να πείσει μια ικανή πλειοψηφία του εκλογικού σώματος, ακόμα και μικρότερη από αυτήν του 2019.
Όμως, στην πολιτική βεβαιότητες δεν υπάρχουν. Μπορεί σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης να αισθάνεται «βέβαιος» για την επόμενη νίκη του. Το ίδιο αισθανόταν και ο πατέρας του το 1990 και άλλαξε τον εκλογικό νόμο. Χωρίς να το υπολογίζει τότε, είχε κάνει ένα μεγάλο δώρο στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Φυσικά, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται τόσο εύκολα. Το 2022 δεν είναι 1990, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ΠΑΣΟΚ του 1993, ούτε ο Αλέξης Τσίπρας είναι Ανδρέας Παπανδρέου.
Όμως, ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ καλό θα είναι(για τους ίδιους) να προσέξουν τι λέει αυτό το απόσπασμα της Παλαιάς Διαθήκης για τις παγίδες και την τιμωρία: «Όστις σκάπτει λάκκον θέλει πέσει εις αυτόν…». Νεοελληνιστί: Όποιος σκάβει το λάκκο του αλλουνού πέφτει ο ίδιος μέσα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου